Τα σταφύλια της οργής
Τι να πει κανείς για αυτό το βιβλίο;
Τι να πω εγώ για αυτό το βιβλίο;
Τελειώνοντας το ένιωσα μια ντροπή που έκανα οποιαδήποτε λογοτεχνική κουβέντα μέχρι χθες ενώ δεν είχα διαβάσει αυτή τη Βίβλο!
Διότι «Τα σταφύλια της οργής» είναι κάτι σαν Βίβλος της λογοτεχνίας.
Καθώς το διάβαζα έβλεπα διάφορα ποστ δεξιά κι αριστερά τα οποία δικαίως το υμνούσαν!
Θυμάμαι χαρακτηριστικά σχόλια όπως «το Κεφάλαιο του Μαρξ με απλοϊκή εξήγηση», αφου σου προσφέρει απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας σε ένα εκπληκτικό, περίτεχνο περιτύλιγμα! Θυμάμαι και ένα άλλο σχόλιο, το πιο συγκλονιστικό σχόλιο: «κάθε άνθρωπος που ξέρει να διαβάζει οφείλει να διαβάσει τα σταφύλια της οργής. Μάλλον κάθε άνθρωπος πρέπει να μάθει ανάγνωση για να διαβάσει τα σταφύλια της οργής». Η τελευταία αυτή φράση, παρά την υπερβολή της, είναι σκέτη ποίηση και δε θα μπορούσα να ταυτιστώ περισσότερο!
Το βιβλίο χρονολογικά αναφέρεται στη δεκαετία του 1930 στις ΗΠΑ όμως κατ’ εμέ δε θα έπρεπε να έχει καθόλου χρονολογικές αναφορές! Τους ίδιους χαρακτήρες, τα όσα ζουν οι μετανάστες, που στην προκειμένη περίπτωση αν και εσωτερικοί μετανάστες βιώνουν τα ίδια με αυτά που είχαν βιώσει οι Ευρωπαίοι που μετανάστευαν μαζικά στις ΗΠΑ και την Αυστραλία στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, Ιρλανδοί, Ιταλοί, Έλληνες κ.α. Τις ίδιες εμπειρίες βίωναν αργότερα και όσοι άνθρωποι μετανάστευαν μεταπολεμικά στις ΗΠΑ από τη λατινική Αμερική, τις ασιατικές ή ευρωπαϊκές χώρες. Και δε χρειάζεται να έχεις καταβολές από αγροτική οικογένεια ή να ανήκεις σε οικογένεια μεταναστών, όπως ο γράφων, που ήρθαν στην Ελλάδα μαζικά στις αρχές του 1990 από την Αλβανία και από άλλες χώρες, για να ταυτιστείς με το βιβλίο αυτό.
Ως παιδί έβλεπα πολλά από αυτά που περιγράφει ο Steinbeck να ξετυλίγονται μπρος στα μάτια μου. Αναγνώρισα όλους τους χαρακτήρες και τα όνειρά τους, το πως βίωναν οι μετανάστες την ξενοφοβία, την αλληλεγγύη, όλες τις καταστάσεις που αναφέρονται στο βιβλίο. Έζησα από κοντά τον φόβο των ανθρώπων (και δικός μου φόβος αναπόφευκτα), την ανασφάλεια, τις απεργίες, τις μαζώξεις σε χαρές και λύπες, τον μόχθο, την επιμονή και την υπομονή των πρεσβύτερων, τη θυσία τους για τα παιδιά τους. Εργάτες γης να κοιμούνται σε αχυρώνες, σε αποθήκες, κάτω από γέφυρες, ή να στήνουν τσαντίρια στις πορτοκαλιές της Αργολίδας για να αποφύγουν την σύλληψη και μετέπειτα την απέλαση. Γυναίκες, άνδρες, παιδιά, οικογένειες ολόκληρες όπως η οικογένεια των Τζόουντ να ξυπνάνε από τις 4 το πρωί για το μεροκάματο δουλεύοντας μέχρι τη δύση του ήλιου.
Οι χαρακτήρες, αχ οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι λες και τους πήρε ο John Steinbeck από τις δικές μου προσωπικές αναμνήσεις και μέσω ενός ταξιδιού στο χρόνο τις μετέφερε στο βιβλίο του.
Ο θείος Τζον, γνώρισα πολλούς θείους Τζον, που είχαν ένα βάρος στην ψυχή τους, που δεν μπορούσαν να ξεπεράσουν τον χαμό ενός δικού τους ανθρώπου και ήθελαν μόνο να δουλεύουν ώστε να σαλεύει ο νους τους, να μη σκέφτονται.
Η Ρούθι και ο Ουίνφιλντ που μεγαλώνουν μέσα σε αυτό το δράμα του ξεριζωμού και προσπαθούν με κόπο να παραμείνουν παιδιά, να παίζουν, να τσακώνονται και να κάνουν σκανδαλιές.
Ο πατέρας, κάποτε περήφανος και δυνατός, έχει ταπεινωθεί από τη φτώχεια, από την αγωνία να βρει έναν τρόπο να θρέψει την οικογένειά του. Παρόλα αυτά δεν τα παρατάει ποτέ, θα κάνει τα πάντα, ότι δουλειά βρεθεί στο διάβα του, θα ταπεινωθεί κι άλλο, όσο πάει, θα υποστεί προσβολές, θα επιμείνει, θα πάρει πρωτοβουλίες όταν δεν το κάνει άλλος!
Η μητέρα, η μητέρα είναι εκείνη που της έχουν μάθει ότι έρχεται πάντα δεύτερη, μετά τον πατέρα, ότι οι άντρες είναι εκείνοι που παίρνουν τις αποφάσεις, που οδηγούν τη φαμίλια. Η μητέρα λοιπόν είναι η ενσάρκωση μια θεότητας, μιας θεότητας που θα κρατήσει την οικογένεια δεμένη, που θα πάρει τα ηνία της φαμίλιας στα δύσκολα και στα χειρότερα που εμφανίζονται σαν ένα ντόμινο από τη στιγμή που η οικογένεια έχασε το βιος της από την τράπεζα. Η μητέρα μου έφερνε στο νου και τις τόσες και τόσες μάνες που τρέχουν με ένα παιδί παραμάσχαλα να γλιτώσουν τον πόλεμο στη Συρία τα τελευταία χρόνια. Ίδιες με εκείνες τις δυνατές μάνες που έφτασαν στην Ελλάδα το 1922 μετά τη μικρασιατική καταστροφή!
Ο Τομ, ο αγαπημένος της γιος, ο οποίος λέει χαρακτηριστικά στο τέλος: «Θα’ μαι παντού μάνα, όπου κι αν κοιτάξεις, εγώ θα ‘μαι εκεί. Όπου ένας μπάτσος βαράει κάποιον, εγώ θα ‘μαι εκεί. Αν ο Κέισι είχε δίκιο, τότε εγώ θα υπάρχω στον τρόπο που οι άνθρωποι φωνάζουν όταν εξαγριώνονται… θα υπάρχω στον τρόπο που τα παιδιά γελάνε όταν πεινάνε και ξέρουν πως το φαΐ είναι έτοιμο. Κι όταν οι άνθρωποί μας θα τρώνε ό,τι βγάζουν με το μόχθο τους και θα ζουν ζουν στα σπίτια που οι ίδιοι χτίζουν, εγώ θα ‘μαι εκεί μάνα».
Αυτό το βιβλίο είναι ύμνος προς τη μητέρα, την οικογένεια την ίδια την ανθρωπότητα!
Διότι τελικά όντως, για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή!Τα σταφύλια της οργήςJohn Steinbeck
Τι να πω εγώ για αυτό το βιβλίο;
Τελειώνοντας το ένιωσα μια ντροπή που έκανα οποιαδήποτε λογοτεχνική κουβέντα μέχρι χθες ενώ δεν είχα διαβάσει αυτή τη Βίβλο!
Διότι «Τα σταφύλια της οργής» είναι κάτι σαν Βίβλος της λογοτεχνίας.
Καθώς το διάβαζα έβλεπα διάφορα ποστ δεξιά κι αριστερά τα οποία δικαίως το υμνούσαν!
Θυμάμαι χαρακτηριστικά σχόλια όπως «το Κεφάλαιο του Μαρξ με απλοϊκή εξήγηση», αφου σου προσφέρει απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας σε ένα εκπληκτικό, περίτεχνο περιτύλιγμα! Θυμάμαι και ένα άλλο σχόλιο, το πιο συγκλονιστικό σχόλιο: «κάθε άνθρωπος που ξέρει να διαβάζει οφείλει να διαβάσει τα σταφύλια της οργής. Μάλλον κάθε άνθρωπος πρέπει να μάθει ανάγνωση για να διαβάσει τα σταφύλια της οργής». Η τελευταία αυτή φράση, παρά την υπερβολή της, είναι σκέτη ποίηση και δε θα μπορούσα να ταυτιστώ περισσότερο!
Το βιβλίο χρονολογικά αναφέρεται στη δεκαετία του 1930 στις ΗΠΑ όμως κατ’ εμέ δε θα έπρεπε να έχει καθόλου χρονολογικές αναφορές! Τους ίδιους χαρακτήρες, τα όσα ζουν οι μετανάστες, που στην προκειμένη περίπτωση αν και εσωτερικοί μετανάστες βιώνουν τα ίδια με αυτά που είχαν βιώσει οι Ευρωπαίοι που μετανάστευαν μαζικά στις ΗΠΑ και την Αυστραλία στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, Ιρλανδοί, Ιταλοί, Έλληνες κ.α. Τις ίδιες εμπειρίες βίωναν αργότερα και όσοι άνθρωποι μετανάστευαν μεταπολεμικά στις ΗΠΑ από τη λατινική Αμερική, τις ασιατικές ή ευρωπαϊκές χώρες. Και δε χρειάζεται να έχεις καταβολές από αγροτική οικογένεια ή να ανήκεις σε οικογένεια μεταναστών, όπως ο γράφων, που ήρθαν στην Ελλάδα μαζικά στις αρχές του 1990 από την Αλβανία και από άλλες χώρες, για να ταυτιστείς με το βιβλίο αυτό.
Ως παιδί έβλεπα πολλά από αυτά που περιγράφει ο Steinbeck να ξετυλίγονται μπρος στα μάτια μου. Αναγνώρισα όλους τους χαρακτήρες και τα όνειρά τους, το πως βίωναν οι μετανάστες την ξενοφοβία, την αλληλεγγύη, όλες τις καταστάσεις που αναφέρονται στο βιβλίο. Έζησα από κοντά τον φόβο των ανθρώπων (και δικός μου φόβος αναπόφευκτα), την ανασφάλεια, τις απεργίες, τις μαζώξεις σε χαρές και λύπες, τον μόχθο, την επιμονή και την υπομονή των πρεσβύτερων, τη θυσία τους για τα παιδιά τους. Εργάτες γης να κοιμούνται σε αχυρώνες, σε αποθήκες, κάτω από γέφυρες, ή να στήνουν τσαντίρια στις πορτοκαλιές της Αργολίδας για να αποφύγουν την σύλληψη και μετέπειτα την απέλαση. Γυναίκες, άνδρες, παιδιά, οικογένειες ολόκληρες όπως η οικογένεια των Τζόουντ να ξυπνάνε από τις 4 το πρωί για το μεροκάματο δουλεύοντας μέχρι τη δύση του ήλιου.
Οι χαρακτήρες, αχ οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι λες και τους πήρε ο John Steinbeck από τις δικές μου προσωπικές αναμνήσεις και μέσω ενός ταξιδιού στο χρόνο τις μετέφερε στο βιβλίο του.
Ο θείος Τζον, γνώρισα πολλούς θείους Τζον, που είχαν ένα βάρος στην ψυχή τους, που δεν μπορούσαν να ξεπεράσουν τον χαμό ενός δικού τους ανθρώπου και ήθελαν μόνο να δουλεύουν ώστε να σαλεύει ο νους τους, να μη σκέφτονται.
Η Ρούθι και ο Ουίνφιλντ που μεγαλώνουν μέσα σε αυτό το δράμα του ξεριζωμού και προσπαθούν με κόπο να παραμείνουν παιδιά, να παίζουν, να τσακώνονται και να κάνουν σκανδαλιές.
Ο πατέρας, κάποτε περήφανος και δυνατός, έχει ταπεινωθεί από τη φτώχεια, από την αγωνία να βρει έναν τρόπο να θρέψει την οικογένειά του. Παρόλα αυτά δεν τα παρατάει ποτέ, θα κάνει τα πάντα, ότι δουλειά βρεθεί στο διάβα του, θα ταπεινωθεί κι άλλο, όσο πάει, θα υποστεί προσβολές, θα επιμείνει, θα πάρει πρωτοβουλίες όταν δεν το κάνει άλλος!
Η μητέρα, η μητέρα είναι εκείνη που της έχουν μάθει ότι έρχεται πάντα δεύτερη, μετά τον πατέρα, ότι οι άντρες είναι εκείνοι που παίρνουν τις αποφάσεις, που οδηγούν τη φαμίλια. Η μητέρα λοιπόν είναι η ενσάρκωση μια θεότητας, μιας θεότητας που θα κρατήσει την οικογένεια δεμένη, που θα πάρει τα ηνία της φαμίλιας στα δύσκολα και στα χειρότερα που εμφανίζονται σαν ένα ντόμινο από τη στιγμή που η οικογένεια έχασε το βιος της από την τράπεζα. Η μητέρα μου έφερνε στο νου και τις τόσες και τόσες μάνες που τρέχουν με ένα παιδί παραμάσχαλα να γλιτώσουν τον πόλεμο στη Συρία τα τελευταία χρόνια. Ίδιες με εκείνες τις δυνατές μάνες που έφτασαν στην Ελλάδα το 1922 μετά τη μικρασιατική καταστροφή!
Ο Τομ, ο αγαπημένος της γιος, ο οποίος λέει χαρακτηριστικά στο τέλος: «Θα’ μαι παντού μάνα, όπου κι αν κοιτάξεις, εγώ θα ‘μαι εκεί. Όπου ένας μπάτσος βαράει κάποιον, εγώ θα ‘μαι εκεί. Αν ο Κέισι είχε δίκιο, τότε εγώ θα υπάρχω στον τρόπο που οι άνθρωποι φωνάζουν όταν εξαγριώνονται… θα υπάρχω στον τρόπο που τα παιδιά γελάνε όταν πεινάνε και ξέρουν πως το φαΐ είναι έτοιμο. Κι όταν οι άνθρωποί μας θα τρώνε ό,τι βγάζουν με το μόχθο τους και θα ζουν ζουν στα σπίτια που οι ίδιοι χτίζουν, εγώ θα ‘μαι εκεί μάνα».
Αυτό το βιβλίο είναι ύμνος προς τη μητέρα, την οικογένεια την ίδια την ανθρωπότητα!
Διότι τελικά όντως, για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή!Τα σταφύλια της οργήςJohn Steinbeck
Published on December 10, 2021 13:03
No comments have been added yet.


