Γυναίκες του Εμφυλίου... Ψυχές που καρτεράνε τρεμοσβήνοντας...
Σαν την ψυχή της Μέλπως που συλλογιέται τη Φανούλα της, δεκαεξάχρονο κορίτσι, στον αγώνα με το τουφέκι. Παιδί την πήρε η ανάγκη μακριά, γυναίκα θα τη γυρίσει πίσω η ζωή. Αν υπάρχει ακόμη ζωή, συλλογιέται βαριά. Σαν της Αγγέλας την ψυχή, γονατισμένη μυστικά κάτω απ' το εικονοστάσι. «Φέρ' τους πίσω, Παναγιά μου», ψιθυρίζει τρέμοντας, «φέρε το γιο μου και φέρε και τον άντρα μου, κουράστηκα, Παναγία μου, λύγισα μονάχη να παλεύω». Και σαν την ψυχή της Αριάδνης, βουβή, χαμένη ανάμεσα στον πάνω και στον κάτω κόσμο. Ο άντρας της, ίσως κι η κόρη της, η Κατερινούλα της, στον κάτω κόσμο πια να βρίσκονται. Εκεί... εκεί μαζί τους είναι η θέση μου, συλλογιέται θλιμμένα. Εκεί και πουθενά αλλού.
Μετά τις "Κόρες της λησμονιάς", οι τρεις ηρωίδες αυτού του βιβλίου, μορφές και μοίρες του λαού μας, βορά σ' έναν απάνθρωπο εμφύλιο σπαραγμό.
Ο Θοδωρής Παπαθεοδώρου γεννήθηκε στα Δίκαια του Έβρου και κατοικεί στην Αθήνα. Έχει δημοσιεύσει δεκαέξι μυθιστορήματα ενηλίκων, τέσσερα μυθιστορήματα για παιδιά και δύο βιβλία για παιδιά πρώτης σχολικής ηλικίας, ενώ έχει συμμετάσχει σε τρεις συλλογές διηγημάτων.
Ασχολείται επίσης με τη συγγραφή σεναρίων και θεατρικών έργων. Το μυθιστόρημά του Το αστρολούλουδο του Βοσπόρου τιμήθηκε με το Βραβείο Καλύτερου Έργου Μνήμης 2003-2004 στο πλαίσιο του 20ού Πανελλήνιου Συμποσίου Ποίησης και Πεζογραφίας. Επίσης, το μυθιστόρημα Οι κόρες της λησμονιάς ήταν υποψήφιο για το Βραβείο Αναγνωστών – ΕΚΕΒΙ 2010, ενώ το Οι καιροί της μνήμης υποψήφιο για το ίδιο βραβείο το 2012, όπου και κατέλαβε τη δεύτερη θέση στις ψήφους των αναγνωστών και των Λεσχών Ανάγνωσης.
Ο Θοδωρής Παπαθεοδώρου έχει γράψει και τα πολιτικά θρίλερ Sφαγείο Sαλονίκης και Μαύρη αυγή με το ψευδώνυμο Θάνος Δραγούμης.
Ο συγγραφέας συνεχίζει την μυθιστορηματική ανάπλαση της ιστορίας του Εμφυλίου και του Διχασμού, μέσω των ιστοριών των τριών γυναικών και μανάδων. Αιματηρή περίοδος από τις πιο μαύρες της ελληνικής ιστορίας, που οι κάτοικοι ζούσαν με τον τρόμο, περιμένοντας τις εφόδους ακροδεξιών συμμοριών ή κομμουνιστών. Όπως και να το δει κανείς, απ’ όποια πολιτική σκοπιά και να το κοιτάξει , αισθάνεται την αδικία και τον παραλογισμό που επικρατούσε και που ξέσπαγε στον απλό λαό. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί έντεχνα τις προσωπικές ιστορίες των τριών μανάδων για ν’ αναφερθεί στα αιματηρά γεγονότα της εποχής που τόσο στοίχησαν και συνεχίζουν να στοιχίζουν στον ελληνικό λαό.
Το δεύτερο βιβλίο της τετραλογίας του συγγραφέα για τον Εμφύλιο.
Τρεις γυναίκες, τρεις μητέρες, τρεις ιστορίες. Άνθρωποι, πόνος, αίμα, Εμφύλιος. Τρεις άγνωστοι άνθρωποι που η Μοίρα τους φέρνει κοντά. Κοινό τους χαρακτηριστικό: η άδεια αγκαλιά. Ένα αριστούργημα λογοτεχνίας, ένας ύμνος στο παράλογο του Εμφυλίου, από έναν άντρα συγγραφέα που δεν παύει όμως να νιώθει τον ίδιο πόνο με μια γυναίκα που της παίρνουν το παιδί, από έναν άντρα συγγραφέα που θέλει να πει μια δύσκολη, σκληρή, ακόμα σιωπηρή για πολλούς ιστορία.
Ο συγγραφέας κεντά έναν καμβά περιστατικών, γεγονότων, ιστοριών, με ένα απαράμιλλο στιλ γραφής που συνδυάζει τη λυρικότητα και την αφήγηση, μας κρατά σε αγωνία για τη συνέχεια. Συγκλονιστικές σελίδες, ανθρώπινες ιστορίες, λάθη, αδικίες, φρικαλεότητες, οι λέξεις περισσεύουν μπροστά στον πλούτο των πληροφοριών, των γεγονότων και των περιστατικών.
Ομολογώ ότι τα πράγματα δυσκολεύουν. Περιγράφονται τα γεγονότα των ετών 1945-1948, λίγο πριν ανάψει η σπίθα του Εμφύλιου πολέμου. Η λογοτεχνική γραφή παραμένει αξεπέραστη, καλολογικά στοιχεία, παρομοιώσεις, μεταφορές, πλοκή σφιχτοδεμένη, χωρίς πολλές εναλλαγές κεφαλαίων και ιστοριών για να μπερδέψουν και να κουράσουν. Παρ' όλ' αυτά, το κείμενο θέλει απόλυτη συγκέντρωση γιατί δεν έχουμε να κάνουμε με κάτι απλό, ελαφρύ, ευδιάθετο, εφήμερο. Σίγουρα έχουμε να κάνουμε με μυθιστορηματική ανάπλαση της ιστορίας του Εμφυλίου και του Διχασμού κι έτσι απαιτείται αμέριστη προσοχή κατά την ανάγνωση κι αυτό θα κουράσει και θα ξενίσει. Μην το παρατήσετε αλλά να είστε και προετοιμασμένοι.
Τα γεγονότα που εκτυλίσσονται είναι αιματηρά, άδικα, παράλογα, η νοοτροπία του κόμματος στείρα και ανούσια κι όμως υπήρξαν άνθρωποι που την υποστήριξαν και έχυσαν το αίμα τους γι' αυτήν. Κρίμα κι άδικο. Εκτενείς αναφορές σε Μπούλκες, καταστρφοή Καλαμάτας, αμνήστευση των εκτοπισμένων, βία και αναρχία από πρώην ταγματασφαλίτες, νυν μέλη ακροδεξιών συμμοριών. Μέσα σε όλα αυτά έρχετα και ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄: "Μετά τη λαϊκή άφιξη του ηγέτη του ΚΚΕ, ήρθε κι η εθνικόφρων άφιξη του Βασιλέως των Ελλήνων. Το σκηνικό είχε στηθεί, οι πρωταγωνιστές χαιρέτισαν το κοινό τους, τώρα έμενε μονάχα να βγουν οι κομπάρσοι στο προσκήνιο. Αυτοί που θα πλήρωναν με το αίμα τους την παράσταση των δυο πρωταγωνιστών". (σελ. 333).
Στις σελίδες 348-349 δίνονται σύντομα οι λόγοι δημιουργίας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος (ΔΣΕ) και του Γενικού Αρχηγείου Ανταρτών και οι σκέψεις του Κόμματος για την έναρξη του ένοπλου κομμουνιστικού αγώνα.
Πλέον ο συγγραφέας, συγκλονισμένος, παίρνει θέση στα γεγονότα που περιγράφει:
"...άχρηστο κομματικό ιερατείο...αυτοί έγιναν οι πρώτοι και καλύτεροι κόλακες της νέας εξουσίας του, ενώ οι καπεταναίοι της Αντίστασης και οι μπαρουτοκαπνισμένοι μαχητές του ΕΛΑΣ αντιμετωπίζονταν υποτιμητικά και απαξιώνονταν συστηματικά. Ο Ζαχαριάδης ήθελε να ξεγράψει τις πιο χρυσές σελίδες του Κόμματος, ιδίως επειδή δεν είχε λάβει μέρος σε αυτές" (σελ. 290).
Ή σε άλλο σημείο:
"Την απεγνωσμένη προσπάθεια ανάκαμψης του παραγωγικού ιστού της χώρας την αποδυνάμωναν και τη δυναμίτιζαν πλήρως οι απεργίες και οι διαδηλώσεις που εξαπέλυε σε καθημερινή βάση ο ΕΡΓΑΣ, ο οποίος ελεγχόταν από το ΚΚΕ και ο οποίος...οργίαζε στα εργατικά συνδικάτα και στις δημοσιοϋπαλληλικές ενώσεις, αδιαφορώντας προκλητικά για την τραγική κατάσταση της χώρας και του λαού, χωρίς να συναισθάνεται τις ευθύνες των καιρών ή χωρίς να υπολογίζει τίποτα και κανέναν μπροστά στα στενά συμφέροντα του Κομμουνιστικού Κόμματος. Αιτήματα πλήρως ανεδαφικά λόγω των περιστάσεων και αδιαφορία στις προσκλήσεις διαλόγου της κυβέρνησης, απουσία κάθε διάθεσης συμβιβασμού και σκληρή αρνητική στάση απέναντι στην κοινή εθνική προσπάθεια, αυτή ήταν η γραμμή που είχε επιβάλει το ΚΚΕ και επικρατούσε στα συνδικάτα, στα σωματεία και στις ομοσπονδίες που διοικούνταν από τον ΕΡΓΑΣ. Σήκωμα της γροθιάς, νταηλίδικη στάση, εύπεπτα και ευήκοα συνθήματα, εκτόξευση απειλών για παλλαϊκούς ξεσηκωμούς, φωνασκίες και κραυγές αλλά και πλήρη έλλειψη πειστικών, ουσιαστικών και πρακτικών προτάσεων και λύσεων...Στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα. Ιδιαίτερα όταν ο κουφός έχει τα μάτια του στραμένα μόνο προς τον Βορρά, προς τον "πατερούλη" Στάλιν και τη Μεγάλη Σοβιετική Πατρίδα, από την οποία το ΚΚΕ περίμενε εναγωνίως εντολές για το κάθε του βήμα" (σελ. 251-252).
SPOILERS
Στη συνέχεια καταγράφω τα βασικά σημεία της πλοκής για να βοηθήσουν κι εμένα στη συνέχεια της ανάγνωσης και όσους αναγνώστες επιθυμούν να εντρυφήσουν σε μια διαφορετική εξιστόρηση του Εμφυλίου, αυτήν μέσα από τα μάτια των απλών ανθρώπων που την έζησαν.
-Η Αριάδνη επέστρεψε στην Αθήνα μαζί με τις πρώτες ομάδες ομήρων που απελευθερώθηκαν από τα χέρια των κομμουνιστών που έφευγαν από την Αθήνα ηττημένοι. Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας ο ΕΛΑΣ (κατ' ουσίαν το ΚΚΕ) αρνήθηκε ν' αφήσει ελέυθερα 5000 άτομα, τα οποία ισχυριζόταν ότι είναι δωσίλογοι και συνεργάτες των Αρχών Κατοχής. Έτσι, μέσω του Συλλόγου προς Αναζήτηση Αγνούμενων Ομήρων η Αριάδνη και ο αδερφός της, Μανώλης, ψάχνουν την Κατερινούλα τους.
Για να μη σαλέψει το μυαλό της από την απραξία η Αριάδνη αποφασίζει να μεταβεί στην Καλαμάτα, όπου χειροτονήθηκε Μητροπολίτης ο Χρυσόστομος, βοηθός του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού με τον οποίο η Αριάδνη συνεργάστηκε στην Κατοχή με τα συσσίτια και τις επισκέψεις σε φυλακισμένους. Η Αριάδνη προσφέρει έτσι εθελοντικές υπηρεσίες σε νοσοκομεία και συσσίτια αλλά και σε φυλακές κομμουνιστών όπου εκκρεμούν καταδίκες για πράξεις που τιμωρούνται από τον ποινικό κώδικα. Δυστυχώς η περίοδος δεν είναι και η πιο κατάλληλη. Στην επαρχία, εκτός από τη δυσκολία της μεταφοράς των τροφίμων, του ιματισμού και των φαρμάκων μέσα από τους κατεστραμμένους δρόμους, εκτός από την απουσία ουσιαστικού κυβερνητικού ελέγχου, οι προσωπικές διαφορές και οι βίαιες πολιτικές αντιδικίες έκαναν αφόρητη την καθημερινή ζωή. Οι κάτοικοι ακόμη και των μικρών αστικών κέντρων ήταν έρμαια στο έλεος των κάθε λογής ανεξέλεγκτων καπετανάτων (ακροδεξιών αποχρώσεων), οι οποίοι, ενθαρρυμένοι από την ανοχή των επίσημων κατά τόπους αρχών είχαν αποδυθεί σε κυνήγι αντεκδικήσεων με θύματα αμέτοχους πολίτες αριστερών πεποιθήσεων ή στοχευμένους ανθρώπους με τους οποίους είχαν προσωπικές διαφορές. Επιθέσεις εναντίον σταθμών Χωροφυλακής, δολοφονίες και λεηλασίες έπαιρναν δέκα φορές πιο σκληρή απάντηση, ήτοι δολοφονίες αριστερών πολιτών, καταδιώξεις και συλλήψεις.
Ακόμη χειρότερα για την Καλαμάτα (και την Αριάδνη) τον Γενάρη του 1946 ξεκίνησε μια βεντέτα που βούλιαξε στο αίμα τη νότια Πελοπόννησο. Έτσι στις 20 Ιανουαρίου 1946 περίπου χίλιοι οργανωμένοι ακροοδεξιοί από όλη την Πελοπόννησο, συγκεντρώθηκαν στο χωριό Θουρία και επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά στην πόλη της Καλαμάτας: κατέλυσαν όλες τις Αρχές, λεηλάτησαν, έσφαξαν, κράτησαν σε ομηρία όλη την πόλη ενώ η ισχνή δύναμη της Χωροφυλακής αμυνόταν όπως μπορούσε. Όλα αυτά ήταν ένας μικρός εμφύλιος που προμηνούσε τον μεγάλο, ο οποίος θα ξεκινούσε δυο μήνες αργότερα και θα βύθιζε τη χώρα σε τρίχρονο λουτρό αίματος.
Ο Μανώλης, χάρη σε φίλο του δημοσιογράφο, με χαρά ανακαλύπτει μια φωτογραφία της Κατερινούλας χωμένη ανάμεσα σε αντάρτες, φωτογραφία τραβηγμένη πρόσφατα! Με χαρά τη δίνει στην Αριάδνη, που επέστρεψε τραυματισμένη από την Καλαμάτα και η οποία αρχίζει νέο γύρο ερευνών αλλά πάλι εις μάτην. Η Αριάδνη κάνει απόπειρα αυτοκτονίας. Ο φίλος του Μανώλη τον προειδοποιεί επίσης ότι το ΚΚΕ ετοιμάζεται να ξεκινήσει πόλεμο σύντομα.
- Στη Θεσσαλονίκη (όπου οι κάτοικοι ζούσαν με τον τρόμο, περιμένοντας τις εφόδους είτε της Χωροφυλακής παρουσία εισαγγελέα είτε ακροδεξιών συμμοριών σε σπίτια αριστερών πολιτών και αυθαίρετες συλλήψεις) η Μέλπω μαθαίνει ότι ο άντρας της, Σπύρος, πιάστηκε στη μεγάλη υποχώρηση του ΕΛΑΣ από την Αθήνα (αρχές Γενάρη 1945) και κλείστηκε στις φυλακές Αβέρωφ. Μετά από πορεία διαμαρτυρίας η Μέλπω γυρίζοντας σπίτι της με τη φίλη της, Δήμητρα, πέφτουν πάνω σε έλεγχο ταυτοτήτων. Η Δήμητρα αρνείται να δείξει τη δική της, γιατί ο άντρας δε φορά στολή αστυνομικού, κάτι που προκαλεί την οργή του και τη χτυπά. Η Δήμητρα επικαλείται το όνομα του Βελουχιώτη και ότι θα νικήσει τους εχθρούς του κομμουνισμού. Ο άντρα��, γελώντας, της πετά στη μούρη το φύλλο του Ριζοσπάστη, όπου το ΚΚΕ διαγράφει τον Βελουχιώτη ως τυχοδιώκτη, αφού αρνήθηκε να καταθέσει τα όπλα μαζί με τους υπόλοιπους αντάρτες. Ο Βλάσης Πεχλιβάνης και τα τσιράκια του τις ξυλοκοπούν. Μήνες μετά ο Σπύρος επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και φέρνει άσχημα νέα για τη Μέλπω του: σύντομα κατά διαταγήν του Κόμματος θα πάνε για στρατιωτική εκπαίδευση στο Μπούλκες, πάνω από το Βελιγράδι. Η Μέλπω καταλαβαίνει πως και πάλι δεν έζησε τον άντρα της πάνω από 24 ώρες. Ο Σπύρος από την άλλη της κρύβει το γεγονός ότι ίσως μαζί με τους άντρες περάσουν τα σύνορα για τη Γιουγκοσλαβία κάποιες γυναίκες και παιδιά.
Στις 30/3/1946, παραμονή των πρώτων ελεύθερων εκλογών, τις οποίες το ΚΚΕ κατήγγειλε απέχοντας από τη διαδικασία, το Κόμμα και οι οργανώσεις του, για να επιτύχουν το στόχο του μεγάλου ποσοστού αποχής που είχε θέσει, άσκησε κάθε νόμιμο μέσο πίεσης και προπαγάνδας αλλά και παράνομο κι αιματηρό. Ο καπετάν Οδυσσέας με άλλους αντάρτες επιτίθεται στο Λιτόχωρο, σκορπώντας φωτιά και όλεθρο, έχοντας δώσει γερό χτύπημα κι έχοντας περάσει το μήνυμα του ΚΚΕ στο επίσημο κράτος (το κλίμα τρομοκρατίας και φόβου που θα διαμορφωνόταν τις επόμενες μέρες θα ήταν αποτρεπτικό για συμμετοχή στις εκλογές). Παρ' όλ' αυτά η συμμετοχή του κόσμου στις εκλογές ήταν αθρόα, διαψεύδοντας τις προσδοκίες του ΚΚΕ. Μετά την επίθεση, ο καπετάν Οδυσσέας συζητά με τον Λιάκο Στάκα και μαθαίνει ότι ο νεαρός Λιάκος πήγε με τον Σπύρο Ελευθεριάδη στο Βελιγράδι και μάλιστα είδε και την κόρη του, Φανή!
Η Μέλπω ξαφνικά συλλαμβάνεται από ασφαλίτες που ψάχνουν να συνδέσουν τον θείο της, Φίλιππο Ντερίδη, με το ΚΚΕ και την οργάνωση. Ο Φίλιππος έχει συλληφθεί, οδηγούν μπροστά του τη Μέλπω, η οποία ατσαλώνεται και κάνει ότι δεν τον αναγνωρίζει. Το σοκ της πάντως είναι μεγάλο γιατί δεν ήξερε ότι ήταν κρυφό στέλεχος του ΚΚΕ Θεσσαλονίκης. Ο Φίλιππος υποκύπτει στα τραύματά του κι οι ασφαλίτες τη στέλνουν στον Άη Στράτη. Ένα χρόνο μετά, στις 9/9/1947, μετά την άνευ όρων αμνηστεία εις τους καταθέτοντας τα όπλα, αναθεώρηση των εκτοπίσεων και γενική αμηστεία μετά τη λήξη της ανταρσίας, όλα με την υπογραφή του Προωθυπουργού Σοφούλη, η Μέλπω και η φίλη της, Δήμητρα, επιστρέφουν στη Θεσσαλονίκη. Πριν προλάβουν να ηρεμήσουν και να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους, πάρθηκε απόφαση από την Κεντρική Επιτροπή το κέντρο βάρους της κομματικής δουλειάς να μεταφερθεί στον πολεμικό επιχειρησιακό τομέα κι έτσι ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας που συγκροτήθηκε να ενισχυθεί σημαντικά. Ο τρόμος τους μεγαλώνει όταν διαπιστώνουν ότι το κόμμα τις χρειάζεται στη Θράκη, στην οροσειρά του Μπέλες. Μετά από πορεία δύο μηνών φτάνουν στον προορισμό τους, όπου η Μέλπω βρίσκει γράμμα της κόρης της και δυο φωτογραφίες του άντρα της και του παιδιού της. Με απόφαση του κόμματος, η Δήμητρα τοποθετείται στα βουνά της Ροδόπης, στην Ταξιαρχία Θράκης ενώ η Μέλπω, που δεν είχε περάσει από εκπαίδευση και λόγω της συγγένειας του πιστού μέλους Σπύρου, θα παραμείνει στο Μπέλες. Οι δυο φίλες χωρίζονται κλαίγοντας.
- Στο Μυριόφυλλο, η Αγγέλα υποδέχεται με χαρά την επιστροφή του γιου της, Ηλία, και των συντρόφων του, οι οποίοι, κυνηγημένοι από τον τακτικό στρατό και τη Χωροφυλακή, κατευθύνονται προς τα σύνορα. Με λύπη του ο Ηλίας ανακοινώνει στη μητέρα του ότι η περιβόητη συμμορία του Καλαμπαλίκη επιτέθηκε στο στρατόπεδο του ΕΛΑΣ στα Άγραφα και το διέλυσε, αιχμαλωτίζοντας τα γυναικόπαιδα, ανάμεσά τους και τη Γιάννα! Στην πραγματικότητα, η Φανή και η Γιάννα είναι από τις πρώτες που ανακρίνουν οι συμμορίτες, οι οποίοι μάλιστα λιγουρεύονται τα κορίτσια. Η Φανή τραβά την προσοχή των αντρών και τους ερεθίζει για να μην ξεσπάσουν στη 12χρονη Γιάννα. Την "ανάκριση" διακόπτει ο λοχαγός Ιατρόπουλος της Εθνοφυλακής και ο λόχος του, ο οποίος επιπλήττει τους συμμορίτες και παίρνει τις γυναίκες του ΕΛΑΣ για τη Λάρισα ώστε να ανακριθούν κανονικά. Ανάμεσα σ' αυτές τις γυναίκες είναι και η Κατερινούλα που την έφεραν αιχμάλωτη!
Στο δρόμο πέφτουν σε ενέδρα: μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας και την απόφαση για τη δημιουργία Σώματος Εθνοφυλακής που θα αναλάμβανε την τήρηση της τάξης μέχρι να δημιουργηθεί επαρκής τακτικός εθνικός στρατός, το Κομμουνιστικό Κόμμα αποφάσισε να διαβρώσει την καινούργια δύναμη και την κατάλληλη στιγμή να την ενσωματώσει στο σχεδιασμό του ή, έστω, να την αφαιρέσει από τον έλεγχο της κυβέρνησης. Έδωσε εντολή σε ολόκληρο τον κομματικό μηχανισμό να καταταγούν τα μέλη του στο νέο σώμα, δίχως όμως να φανερώσουν την κομματική τους ταυτότητα ή την πολιτική τους τοποθέτηση. Μέσα στις μονάδες θα οργανώνονταν με το γνωστό και δοκιμασμένο από την παρανομία σύστημα των τριάδων που εφάρμοζε το ΚΚΕ και θα άρχιζαν τη συνωμοτική δουλειά, τη διάβρωση και το σαμποτάρισμα του στρατού από τα μέσα. Πολλές φορές αυτοί οι πυρήνες του ΚΚΕ έγιναν πλειοψηφία μέσα στις μονάδες, με αποτέλεσμα να τις καταλάβουν ή να το σκάσουν, παίρνοντας τον οπλισμό και τα πυρομαχικά τους, ή ακόμη και να στραφούν εναντίον τους σε συνεννόηση με τους ομοϊδεάτες τους στα βουνά κι επιτιθέμενοι από κοινού (σελ. 165-166). Έτσι η Γιάννα, η Φανή και η Κατερίνα απελευθερώνονται από τους ομοϊδεάτες τους και το κόμμα τις στέλνει μαζί με άλλα γυναικόπαιδα σε ομάδες των πέντε, καθ' υπόδειξιν του καπετάν-Οδυσσέα, σε διάφορα χωριά της Μακεδονίας φίλα προσκείμενα και συμπαθούντα προς τον κομμουνισμό. Η Φανή και η Γιάννα ξεκουράζονται στο χωριό Ζιάκα των Αγράφων και ξανακερδίζουν τη φιλία τους μετά την αυτοθυσία της Φανής.
Τέλη καλοκαιριού του 1945 την έννομη τάξη πέριξ της πόλεως των Γρεβενών ανέλαβε επιτέλους η Χωροφυλακή και πολλές φορές πραγματοποιούνταν έφοδοι με τη συνδρομή των άτακτων ένοπλων ομάδων της Ακροδεξιάς. Σε μια από αυτές, την οριστική, η έφοδος στο Ζιάκα (τη μικρή Μόσχα όπως έλεγαν το χωριό) οδήγησε στη σύλληψη πολλών αντρών και γυναικών αλλά ακόμη χειρότερα διαλύθηκαν οι σύνδεσμοι, αποκαλύφθηκαν κρυψώνες, όλη η συνωμοτική οργάνωση του ΚΚΕ διαλύθηκε. Ακόμη χειρότερα κάποιες αντάρτισσες λύγισαν στα βασανιστήρια και αποκάλυψαν πολλά μυστικά, που εξάρθρωσαν το παράνομο δίκτου του ΚΚΕ σε όλο τον νομό, με μεγαλύτερη απώλεια τα όπλα. Έτσι στη σύσκεψη του αρχηγείου ανταρτών Βοΐου και Γράμμου, για να αποφευχθούν αντίστοιχες προδοσίες στο μέλλον, αποφασίστηκε τα γυναικόπαιδα να περάσουν κρυφά τα σύνορα της Γιουγκοσλαβίας και της Αλβανίας και να καταφύγουν σε στρατόπεδα που παραχωρούν στο ΚΚΕ οι συναγωνιστές αυτών των δύο Λαϊκών Δημοκρατιών. Τα γυναικόπαιδα θα πάνε με τα πόδια και ας είναι μακριά και ας είναι χειμώνας, δεν υπάρχει άλλη λύση. Η Κατερινούλα εξακολουθεί να είναι στην ίδια ομάδα με τις δυο κοπέλες.
Στη συνέχεια παρακολουθούμε τη ζωή των κοριτσιών στο Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας: χωριό στη Βοϊβοντίνα που παραχωρήθηκε εν λευκώ από τον Τίτο στο ΚΚΕ κι εκεί οργανώθηκε ένα ιδιότυπο λαϊκό κράτος μέσα στο γιουγκοσλαβικό έδαφος. Εκεί εγκαταστάθηκαν περίπου 3.000 μέλη του ΚΚΕ αρχικά, τα οποία έφτασαν τις 7.000 όσο το Κόμμα έστελνε τους πιστούς του για να εκπαιδευτούν στρατιωτικά και κομματικά. Το Μπούλκες οργανώθηκε σαν αυτόνομη κοινότητα με σύνορα, νόμους, νόμισμα κλπ. Κύριος στόχος ήταν η παραγωγή μαχητών, ανταρτών αξιωματικών και κομματικών στελεχών που θα πολεμούσαν πίσω στην Ελλάδα κατά του ελληνικού στρατού. Παράλληλα όμως λειτούργησε απίστευτος χαφιεδισμός, σπίλωση και συκοφάντηση. Στα μέσα του 1948 βγαίνει διαταγή όλες οι γυναίκες από 14 και πάνω να φύγουν από το Μπούλκες και να παρουσιαστούν στην έδρα του Γενικού Αρχηγείου του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος στην Πύλη των Πρεσπών (οι κάτων των 16 θα μείνουν στο νοσοκομείο ή στην Επιμελητεία, οι άλλες θα πολεμήσουν).
Στο Μυριόφυλλο οι αντάρτες επιστρέφουν για να δημιουργήσουν περιμετρικές οχυρώσεις, πολυβολεία και χαρακώματα. Όσοι έχουν ανθρώπους στον Ελληνικό Στρατό ή συμπαθούντες του Παπανδρέου το σκάνε πάλι στα βουνά. Με μεγάλη χαρά και έκπληξη η Αγγέλα δέχεται την ξαφνική επίσκεψη της Γιάννας που ήρθε να μείνει στο σπίτι της με τη Φανή και την Κατερινούλα, την οποία η Αγγέλα αναγνωρίζει. Η στάση της Φανής είναι απόλυταπροσαρμοσμένη στη γραμμή του κόμματος με τσιτάτα και λοιπά, κάτι που δυσαρεστεί την Αγγέλα και τη θεια Βασίλαινα.
H ματιά του συγγραφέα είναι εντελώς υποκειμενική, σαν κείμενο ρέει γρήγορα οι χαρακτήρες είναι ενδιαφέροντες και η ιστορία σου κόβει την ανάσα. Αλλά ο τονισμός και η βαθιά ανάλυση των λαθών του επίσημου ΚΚΕ καθώς και των βιαιοπραγιών που έκανε κατά φίλων και εχθρών αδιακρίτως, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου έρχεται σε αντίθεση με την σχεδόν επιδερμική αναφορά των εγκλημάτων του επίσημου κράτους και των παραστρατιωτικών οργανώσεων όπως οι Χίτες κ.λ.π. Μόνο τον ATTENTION SPOILER!!!!!!!!! ομαδικό βιασμό της Γιάννας και οι τραμπουκισμοί που υπόστηκαν η Μέλπω με τη Δήμητρα καθώς και η εξόντωση με βασανιστήρια του θείου της Μέλπως αναφέρονται σε ένα βιβλίο 480 σελίδων. Θέλω να δω αν η ιστορία θα επεκταθεί σ��η δεκαετία του 1950 όπου το κατακερματισμένο ΚΚΕ και οι οπαδοί του υπόστηκαν τα πάνδεινα απόι το επίσημο πια κράτος
Δόλια και δολια πατριδα..λαε αξιε της μοιρας και της σκεψης σου..Ενα αχχχ μεσα απο τα βαθη της ψυχης για ολα τα Ιδανικα που χαθηκαν στο βωμο της εξουσιας και της απολυτοτητας..Κριμα...Μεσα απο αυτο το βιβλιο εμαθα κ ενιωσα τα πιο μαυρα χρονια της Ελλαδας και κατανοησα λογους κ αιτιες για οτι συμβαινει σημερα
Συνέχισα στο δεύτερο βιβλίο, η αφήγηση εξίσου καλή και ενδιαφέρουσα. Ο συγγραφέας δεν προσπαθεί να φανεί αντικειμενικος. Την λέει την γνώμη του για ό,τι κρινει αδικία.
Εξίσου καλογραμμένο με το πρώτο βιβλίο, μόνο που σε τρία- τέσσερα σημεία είχε καθαρή καταγραφή ιστορικών γεγονότων και μου θύμισε το μάθημα της ιστορίας. Βέβαια αυτό ήταν μόνο για δύο το πολύ σελίδες κάθε φορά και δεν βλέπω κάποιον άλλο τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να μας δωθούν τα ιστορικά γεγονότα της εποχής, οπότε δεν πειράζει.
Κατά τα άλλα η ζωή συνεχίζεται, με τον πόνο και την αγωνία για την κάθε μια γυναίκα που τη ζωή της γνωρίζουμε στο βιβλίο, τα μικρά κορίτσια του πρώτου βιβλίου μεγαλώνουν μακριά από τις μάνες τους και κάποια από αυτά γίνονται γυναίκες, και κοινό σημείο σε κάθε ιστορία: ο πόνος του αποχωρισμού και η αγωνία για το αν τα αγαπημένα πρόσωπα βρίσκονται στη ζωή και είναι καλά και η χαρά από μια σύντομη συνάντηση ή από μια ένδειξη ζωής.
Full της ιστοριας.Αν δεν ειστε φαν απομακρυνθειτε ταχιστα.Δυσκολη αιματηρη περιοδος,απο τις πλεον μελανες στις σελιδες του ελληνικου ιστορειν. Το βιβλιο συνεχιζει απο εκει που μας αφησε,καποιες σελιδες επαναλαμβανονται απο το προηγουμενο βιβλιο (το ιδιο και στο επομενο).Ενδιαφερον το μελλον των ηρωων.Ωστοσο σιχαθηκα ΣΙΧΑΘΗΚΑ λεγω τις προοικονομικες φρασεις του συγγραφεα.Μην μου χαλας την αγωνια ανθρωπε μου!!!