Lenos Christidis (Greek: Λένος Χρηστίδης) was born in 1968 in Frankfurt of Greek parents. He studied Psychology at the Philosophical School of the University of Athens. He worked as a radio producer for the National Broadcasting Company and as assistant director in various films and TV series. His first play was staged in 1995 for the National Theater of Greece. He participated in Bonner Biennale 2000. He was also awarded the Karolos Koun Award in 2000 for his play "Two Gods: The end of the world in four acts".
Διάβασα μέχρι τη σελ. 101. Χμμ. Το βιβλίο μού έδωσε την, τυπική δυστυχώς, εικόνα του πώς γράφει συγγραφέας που έχει (ή τουλάχιστον είχε όταν το έγραφε, για να είμαι δίκαιος) μικρή εξοικείωση με το είδος της Ε.Φ. όταν απευθύνεται σε κοινό που έχει ακόμα μικρότερη τριβή μ’ αυτό. Αν εξαιρέσουμε την κοσμοπλασία (την οποία κοσμοπλασία δεν θα σχολιάσω, καθότι το βιβλίο έχει κυρίως σατιρικό χαρακτήρα, οπότε πολλά συγχωρούνται ή παρακάμπτονται ως μη σημαντικά) συνήθως δύο είναι τα χαρακτηριστικά τέτοιων έργων: προσπάθεια για εντυπωσιασμό με εικόνες και προσπάθεια για εντυπωσιασμό με τη γλώσσα. Το πρώτο καμιά φορά μπορεί και να δουλέψει, το δεύτερο όμως πολύ σπάνια σώζεται. Επιστημονική Φαντασία δεν είναι να πετάς έναν νεολογισμό κάθε δυο σελίδες, όπως ακριβώς δεν είναι να προσπαθείς να «προβλέψεις» το μέλλον. Εντάξει, καταλαβαίνω τον ελαφρύ χαρακτήρα του κειμένου, αλλά ο Χρηστίδης πραγματικά το παρακάνει. Για να το αποδείξω θα χρησιμοποιήσω τη σημερινή ημερομηνία. Σήμερα έχουμε 15-05-17, οπότε θα ανατρέξω στις σελίδες 15, 50 (επειδή το βιβλίο ξεκινάει στην 11) και 71 (για να μην είναι πολύ κοντά στην 15). Ας δούμε τι θα αλιεύσω: Σελ. 15: βιο-ανδροειδοειδές, τρισδιάστατες μαθηματικές εξισώσεις, αστρο-χημεία Σελ. 51: Υπερεπιστήμιο, Υπερεπιστημολογία Σελ. 71: πολυθρόνιο, λιπαντίνη
Εφτά νέοι όροι σε τρεις σελίδες. Και να είστε σίγουροι ότι πέφτει κανείς και σε μεγαλύτερη πυκνότητα σε άλλες σελίδες. Επαναλαμβάνω, κατανοώ ότι ο χαρακτήρας του κειμένου απαιτεί να είμαστε πιο χαλαροί με όλους τους κανόνες, αλλά η υπερβολή είναι πραγματικά υπερβολική. Το αγαπημένο μου αντιπαράδειγμα από την πραγματικότητα, για το πώς δηλαδή η αληθινή γλώσσα, αποφεύγει τους πολλούς αχρείαστους εντυπωσιασμούς είναι το τηλέφωνο. Στα μέσα του ’90 έπρεπε να επινοηθεί μια λέξη για το τηλέφωνο που μπορούσες πια να κουβαλάς παντού μαζί σου. Δεν το είπαμε κυψελοτηλέφωνο (που θα ήταν ένα πολύ ακριβές όνομα) ούτε δορυφοροτηλέφωνο. Δεν το είπαμε ασυρματοτηλέφωνο, ούτε κινητοτηλέφωνο ή οτιδήποτε άλλο. Το είπαμε απλά κινητό. Και, αυτομάτως, ξαναβαφτίσαμε το τηλέφωνο του σπιτιού μας σταθερό. Εκτός αν δεν έχει καλώδιο, οπότε το λέμε και ασύρματο. Απλή, εύχρηστη ουσιαστικοποίηση επιθέτων, με λέξεις που ήδη υπάρχουν, επειδή, όπως είναι φυσικό, μια λέξη όπως κυψελοτηλέφωνο (ή ουρανιοτοξοειδές ή υδροκώλουρος, π.χ. που αναφέρονται στο βιβλίο) δεν θα είχε μεγάλη τύχη να επικρατήσει στην πραγματική ζωή. Αυτός ο βομβαρδισμός νεολογισμών, οι οποίοι μάλιστα δεν ήταν ως επί το πλείστον απαραίτητοι για την υπόθεση, με ενόχλησε αναγνωστικά. Δεν αμφιβάλλω ότι σε 350 χρόνια από σήμερα η γλώσσα θα έχει αλλάξει πολύ, αλλά πρέπει να συνεννοηθούμε, ο συγγραφέας κι εγώ, σήμερα, στη δική μας γλώσσα. Όταν μου πετάει από ένα δυο τέτοια σε κάθε σελίδα, δηλαδή κάπου τριακόσιες τέτοιες «ευφάνταστες» και φουτουριστικές επινοήσεις σε όλο το βιβλίο, νιώθω ότι προσπαθεί να εκβιάσει το είδος της ιστορίας του, σαν να λέει, κοιτάχτε, μην ξεχνιόμαστε, διαβάζετε επιστημονική φαντασία. Δεν δουλεύει έτσι. Παρόλ’ αυτά, θα μπορούσα να συνεχίσω και να απολαύσω, όσο γίνεται για τα γούστα μου, την ιστορία, αν σε άλλους τομείς τα πράγματα δούλευαν καλύτερα. Το χιούμορ, όμως, και η σάτιρα, για μένα πάντα, δεν είχαν τα αναμενόμενα ή τα επιθυμητά αποτελέσματα τόσο συχνά όσο φαντάζομαι ότι θα ήθελε ο συγγραφέας, από πλοκή δε και υπόθεση μέχρι τη σελίδα 101 όπου και εγκατέλειψα, είχε γίνει το εξής: ο Πρόεδρος πιάστηκε να φιλάει τον Γραμματέα και ένας από τους υπασπιστές του ψάχνει έναν Πρεσίζιον για να σκηνοθετήσει μια απόπειρα δολοφονίας του Προέδρου. Αυτό. Όλα τα ενδιάμεσα είναι περιγραφές εικόνων και λέξεων που προσπαθούν να γίνουν εντυπωσιακές. Στο σημείο αυτό, οι μουρμούρες από τη στοίβα με τα αδιάβαστα έγιναν φωναχτές διαμαρτυρίες, οπότε, έχοντας κάνει το καθήκον μου (σχεδόν 50% του έργου, περισσότερο απ’ ό,τι δίνω σε άλλους) προχωράω στο επόμενο.
Ένα βιβλίο επιστημονικής φαντασίας διαφορετικό από όσα έχω διαβάσει μέχρι σήμερα. Ο Χρηστίδης έχει κάνει μια πολύ αξιόλογη προσπάθεια. Πέρασα καλά διαβάζοντάς το. Περισσότερα στην 38η Λέσχη Ανάγνωσης Φανταστικού. https://www.goodreads.com/event/show/...
Καθαρή περίπτωση καλού sci-fi. Η ψυχεδελική ατμόσφαιρα θυμίζει Philip Dick, μέσα από το πρίσμα της μαύρης κωμωδίας που ξεχειλίζει πικρή ειρωνεία. Πολλά στοιχεία από την δυστοπική αυτή κοινωνία του μέλλοντος, όπως το GEL, έχουν κάτι από Black Mirror, αλλά είναι γραμμένα δέκα χρόνια πριν από αυτό -respect.
Παρεξηγημένο, πιθανότατα επειδή είναι τόσο κουραστικό στην αρχή με όλες αυτες τις απίθανες λέξεις που σε αποδιοργανωνουν και χάνεις την πλοκή. Ίσως να είχε πέσει κάτι στο ποτό του οταν έγραφε, διαφορετικό απο το σύνηθες. Είναι πάντως καλο βιβλίο με ολοκληρωμένη πλοκή και πολυ συγκινητικό στο τέλος. Αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία.