Λευκές οπτασίες περιφέρονται αεροπατώντας στον κήπο του ζάπλουτου γερο-Καραπάνου στην Κέρκυρα, τα κοσμήματα της κομψής γυναίκας του εξαφανίζονται, αντικείμενα βαριά μετακινούνται χωρίς να τ' αγγίξει χέρι ανθρώπου, πετροβολούν μέσα στη νύχτα τα παράθυρα της ξερακιανής συμπεθέρας του που λατρεύει τη γάτα της και δυναστεύει τον μικρό εγγονό του, ο παράσιτος κύριος Νένης περιφέρει παντού την αυθάδειά του, ουρλιαχτά ακούγονται αιφνιδίως, ψόφια βατράχια ανακαλύπτονται στα κρεβάτια, φώτα αναβοσβήνουν μέσα στη νύχτα... Τα φαντάσματα έχουν στήσει χορό και καλείται από την Αγγλία ειδικός "Κυνηγός Φαντασμάτων". Θα λύσει αυτός τα μυστήρια ή θα γίνει η καταστροφή του νεαρού μηχανικού, που μπλέχτηκε σε φόνους και απαγωγές μόνο και μόνο επειδή ερωτεύθηκε τη χαριτωμένη και διασκεδαστική Ανέττα; Νέα έκδοση ενός μυθιστορήματος που εκτιμήθηκε ιδιαίτερα στην πρώτη του έκδοση, το 1974, και που εξακολουθεί να γοητεύει.
Γεννήθηκε το 1928 στην Πάτρα με καταγωγή από την Κεφαλονιά. Πέρασε τον πόλεμο και την Κατοχή στην Αθήνα. Μετά τον πόλεμο, εργάστηκε σε ναυτικά πρακτορεία στην Πάτρα και στην Αθήνα, στο περιοδικό Ταχυδρόμος, έγραψε ραδιοφωνικές σειρές και μετέφρασε ξένη λογοτεχνία και ιστορία. Αργότερα έζησε στη Βιέννη, όπου και μελέτησε νεότερη ιστορία.
Η συγγραφική της καριέρα άρχισε το 1950, όταν δημοσίευσε μία σειρά χρονογραφημάτων από ένα ταξίδι της στη Μέση Ανατολή στην εφημερίδα Ο Νεολόγος των Πατρών. Στο τέλος της δεκαετίας του 1950, άρχισε να δημοσιεύει αστυνομικά διηγήματα στο περιοδικό Ταχυδρόμος. Συγχρόνως συνεργαζόταν με τους εκδοτικούς οίκους Πάπυρος και Πεχλιβανίδης σε μεταφράσεις αγγλικών και γαλλικών μυθιστορημάτων και ιστορικών συγγραμμάτων.
Άρχισε να γράφει ιστορικά μυθιστορήματα στο τέλος της δεκαετίας του 1970. Τα πιο γνωστά της ιστορικά μυθιστορήματα είναι τα Πριμαρόλια και η Θέκλη.
Η Αθηνά Κακούρη είναι από τις πιο κλασικές περιπτώσεις συγγραφέα αστυνομικής λογοτεχνίας, της οποίας τα βιβλία διαθέτουν, τελικά, διαχρονική επιδραστικότητα. Η αλήθεια είναι ότι την ήξερα ήδη από τη αρκετά ενδιαφέρουσα συλλογή αστυνομικών ιστοριών 'Αλάτι στα φιστίκια' που είχε κυκλοφορήσει την ίδια χρονιά με τον 'Κυνηγό φαντασμάτων' (1974), αλλά που διάβασα, βέβαια, πολύ μετά (δεν είχα γεννηθεί, ακόμα, τότε).
Στο συγκεκριμένο βιβλίο που θεωρείται από τα πιο γνωστά της Ελληνικής Αστυνομικής Λογοτεχνίας, φαίνονται έντονα οι επιρροές από την Άγκαθα Κρίστι και, ιδιαίτερα, από το μυθιστόρημά της 'Ένα μήνυμα για φόνο' στο οποίο κυριαρχεί το παραψυχολογικό στοιχείο και το κοινωνικό ενδιαφέρον για τον πνευματισμό και την επικοινωνία με 'πνεύματα' νεκρών προσώπων. Τη δεκαετία του '70, άρχισε να αναπτύσσεται, ως γνωστόν, το κίνημα της 'Νέας Εποχής' (New Age) με μεγάλη έμφαση στη δύναμη του πνεύματος και της ανθρώπινης ενέργειας, υλικό που χρησιμοποιεί η Κακούρη για να δημιουργήσει την μυστηριώδη ατμόσφαιρα του πρώτου μισού του βιβλίου.
Το δεύτερο μισό είναι ναι μεν πιο προβλέψιμο, αλλά κατακλύζεται από ιντριγκαδόρικους και σωστά δομημένους διαλόγους μεταξύ των προσώπων της ιστορίας, οι οποίοι βοηθούν στο να αποκρυσταλλωθούν οι απόψεις του αναγνωστικού κοινού σχετικά με τα κίνητρα συμπεριφοράς, κυρίως, π.χ. του Θεόδωρου και της κυρίας Εσμεράλδας.
Γενικά, πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που συνδυάζει την αγωνία, το μυστήριο και την παραψυχολογία με την ίντριγκα, το χιούμορ και την αναφορά σε φλέγοντα κοινωνικά προβλήματα της εποχής, όπως ήταν η αύξηση της χρήσης ναρκωτικών στην Ελλάδα, αποτελώντας τελικά και το κατάλληλο ανάγνωσμα για το καλοκαίρι και την χαλάρωση της καραντίνας.
Σαν μειονεκτήματα θα μπορούσα να αναφέρω ένα συγκεκριμένο στοιχείο του 1ου μισού που αν κάποιος παρατηρήσει μπορεί να φανταστεί τί θα επακολουθήσει, την κάπως αφελή παρουσίαση του χαρακτήρα του Θεόδωρου, και κάποιες λεπτομέρειες στη διαλεύκανση του μυστηρίου που είναι αμφιλεγόμενες ως προς τη ρεαλιστική τους βάση, αλλά που, ωστόσο, γοητεύουν.
Ένα αστυνομικό μυθιστόρημα παραψυχολογικού μυστηρίου με άκρως επικίνδυνα οικογενειακά μυστικά, το οποίο διαθέτει τη 'στόφα' του κλασικού και το περιπετειώδες 'πνεύμα' της δεκαετίας του '70.
Το διάβασα. Σχεδόν ευχάριστα. Σε κάποια σημεία σχεδόν με πήρε ο ύπνος. Θα το έχω ξεχάσει σε δυο ώρες. Γενικά, δεν είναι πολύ καλή φόρμουλα να έχεις 200 σελίδες όπου δε συμβαίνει τίποτα ή σχεδόν τίποτα και να αφιερώνεις τις τελευταίες 10 στην επίλυση του μυστηρίου (λέμε τώρα). Ανήκει στην κατηγορία "Ο δολοφόνος ήταν ο γιατρός", πράγμα πολύ κωμικό αν όντως υπάρχει ένας γιατρός όπως εδώ (δευτερεύων χαρακτήρας, βέβαια, αλλά δεν απέφυγα το συνωμοτικό χαμόγελο).
Ελληνίδα Agatha Christie λένε μερικοί, a poor man's Agatha Christie θα πω εγώ (όπου Έλλην = φτωχός συγγενής για άλλη μια φορά). Για να είμαι ειλικρινής, Άγκαθα δεν έχω διαβάσει ακόμα αλλά αν αληθεύουν οι φήμες, μάλλον υπήρξε πρωτοπόρος του αστυνομικού μυθιστορήματος. Η κυρία Κακούρη, πάλι, υποψιάζομαι πως όχι.
Στην αρχή φαινόταν αρκετά ωραίο αλλά μετά από ένα σημείο και έπειτα καταντούσε βαρετό. Άρχισε να επικεντρώνει περισσότερο στην ζήλια του πρωταγωνιστή παρά στο μυστήριο. Τις τελευταίες 50 σελίδες τις πέρασα γρήγορα γρήγορα μιας και δεν θεώρησα ότι έχασα κάτι και τελικά είχα δίκιο. Οι τελευταίες 10 σελίδες είχαν ένα recap με τις εξηγήσεις και μια χαρά.
Το μόνο που εισέπραξα ήταν μια βαρεμάρα.
Ούτε οι χαρακτήρες είχαν ενδιαφέρον. Ούτε η πλοκή είχε μια εξέλιξη. Και ο πρώτος ενικός με εκνεύριζε, ειδικά όταν έλεγε: Που να ήξερα τότε ή Τόσο λίγα ήξερα τότε. Ή πες το ή όχι, δεν μπορείς να το λες αυτό να μου δημιουργείς ενδιαφέρον και απλά να μην μου λύνεις ποτέ την απορία.
Πρόκειται για ένα ευχάριστο, ευκολοδιάβαστο και καθόλου σκοτεινά γραμμένο βιβλίο όπου εκτυλίσσεται μία ιστορία μυστηρίου. Όντας λάτρης των βιβλίων τέτοιου τύπου και έχοντας διαβάσει πολλά τόσο από τους θρύλους του είδους Agatha Christie, Arthur Conan Doyle αλλά και από σύγχρονους συγγραφείς έχω φτάσει σε ένα σημείο που σε πολλές περιπτώσεις μπορώ να προβλέψω το τέλος ήδη από τη μέση κάποιων βιβλίων (προφανώς δεν υπάρχει - τουλάχιστον όχι πάντα - παρθενογένεση στην τέχνη οπότε συχνά κάποια μοτίβα επαναλαμβάνονται). Στο συγκεκριμένο βιβλίο παρότι κάποια στοιχεία ήταν όντως προβλέψιμα αυτό δε συνέβη για το σύνολο της ιστορίας. Επιπλέον δε μένουν αναπάντητα ερωτήματα στο τέλος της ιστορίας, οπότε η ιστορία με άφησε ικανοποιημένη.
Δεν είμαι φιλόλογος ή γλωσσολόγος αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί υπάρχει μια τάση παρομοίωσης της συγκεκριμένης συγγραφέος με την Agatha Christie. Κατά μία έννοια όλα τα βιβλία τέτοιου τύπου θα μπορούσαν να παρομοιαστούν με την Agatha Christie καθώς έβαλε τα θεμέλια στο είδος, αλλά προσωπικά δεν είδα γιατί η συγκεκριμένη συγγραφέας έχει περισσότερα κοινά από άλλους και θεωρώ άδικο κάθε συγγραφέας βιβλίων μυστηρίου να υφίσταται αυτή τη σύγκριση (ποιος θέλει να συγκριθεί με ένα θρύλο). Κατά την ταπεινή μου άποψη, το στυλ γραφής μου φάνηκε επαρκώς διαφορετικό και μάλιστα είχε μία βασική διαφορά: μας προιδέαζε ρητά για το ποια είναι τα σημαντικά στοιχεία για την υπόθεση με προοικονομίες του τύπου "πού να ήξερα τότε ότι αυτό θα άλλαζε τη ζωή μου" ή "δε φανταζόμουν τότε ότι αυτό συσχετιζόταν με την υπόθεση" ή "αν το είχα παρατηρήσει αυτό τότε θα είχα βρει νωρίτερα τη λύση της υπόθεσης", οι οποίες παρότι αρχικά είχαν θετική επίδραση στο ενδιαφέρον μου να μάθω τι θα γίνει παρακάτω, από ένα σημείο και μετά με κούρασαν (και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις αποδείχθηκε ότι υπερέβαλαν) Επίσης, η ιστορία ήταν γραμμένη από τη πλευρά ενός από τους συμμετέχοντες στην ιστορία -και μάλιστα σε πρώτο πρόσωπο- δίνοντας μια πολύ διαφορετική ματιά στα γεγονότα από αυτή του Hastings ή του Poirot. Προσωπικά είμαι fan της πρωτοπρόσωπης αφήγησης όταν χρησιμοποιείται με σωστό τρόπο, και μπορώ να πω ότι στο συγκεκριμένο βιβλίο μου άρεσε η αμεσότητα που δημιουργούσε.
Συνοψίζοντας το βιβλίο μου άρεσε, ήταν ενδιαφέρον, ευκολοδιάβαστο και μικρό, ό,τι πρέπει για ανάγνωσμα διακοπών ή ανάγνωσμα ταξιδιού (αυτό που παίρνεις μαζί για να διαβάσεις σε αεροπλάνα/πλοία/τρένα κλπ.) Σίγουρα η ανάγνωσή του δεν άλλαξε τη ζωή μου αλλά πέρασα το χρόνο μου πολύ ευχάριστα. Θα το σύστηνα σε λάτρες του είδους!
Ένα πολύ καλογραμμένο αστυνομικό από μια γυναίκα που λάτρεψα μέσα από τα μοναδικά και ανυπέρβλητα ιστορικά της μυθιστορήματα. Ένα σπίτι στην Κέρκυρα, ύποπτοι, μισοτελειωμένες φράσεις, ένα φάντασμα που σουλατσάρει, μια τύπισσα που κάτι θέλει κι ένας εκβιαστής που εμφανίζεται ως κυνηγός φαντασμάτων. Και φυσικά όλα έχουν τη λύση τους. Αγωνία και μυστήριο. Σαν καλογραμμένος Μαρή ςτης εποχής. Τελικά είχαμε κι εμείς αξιόλογη αστυνομική λογοτεχνία από παλιά!!
Αστυνομικά κ μυστηρίου είναι από τα βιβλία που δεν επιλέγω συχνά. Όχι ακριβώς γιατί δεν μ αρέσουν αλλά Για κάποιο λόγο δεν μ φαίνονται ενδιαφέροντα τόσο ώστε να τους αφιερώσω χρόνο. Τούτο δω το βιβλιαράκι όμως ήταν τόσο όσο σε όλα του κ μ εκανε να νιώσω ότι δικαίως μ κράτησε μιάμιση μέρα παρέα. Ωραια υπόθεση, ενδιαφέρουσα πλοκή, εγώ αμαθη σχεδόν τελείως δν κατάφερα να εξιχνιασω το μυστήριο οπότε ο στόχος της συγγραφέως επετεύχθη. Ωραια γλώσσα ωραία δουλεμένοι πρωταγωνιστές ωραίες περιγραφές.
Η κόμισσα, όχι της Φάμπρικας, αλλά μια άλλη Ρένα Βλαχοπούλου. Γοτθικοί πύργοι και φαντάσματα. Ghostbusters και αποτυχημένη αντιγραφή της Αγκάθα Κρίστι. Ευκολοδιάβαστο, εύπεπτο και σε μία ώρα ξεχασμένο.
Ακόμη ένα ακουστικό βιβλίο για τις διαδρομές στην πόλη. Ήταν ένα ευχάριστο ανάγνωσμα. Αυτό που το έκανε ευχάριστο στα αυτιά μου, ήταν ο αέρας μιας άλλης εποχής που με φύσηξε μέσα από τις σελίδες του. Πρώτα από όλα η τοποθεσία : δύο μονοκατοικίες στην εξοχή της Κέρκυρας, κήποι που τις περιβάλλουν και θερινή ραστώνη. Ω! πόσο μου αρέσει το περίγραμμα της ιστορίας! Ονόματα που άκουσα χαμογελώντας και που μου έφεραν στο μυαλό ελληνικές ασπρόμαυρες ταινίες : ο Μιμίκος και ο Νένης. Δευτερευόντως η Σύνθια και η Αννέτα. Και λέξεις της ελληνικής γλώσσας που τείνουν να εκλείψουν από το λεξιλόγιο ή για να ακριβολογώ έχουν εκλείψει ήδη από τη γλώσσα των νέων και μόνο μερικοί γραφικοί τις χρησιμοποιούν πια (μέσα κι εγώ). Τέλος, εκείνα τα αλλοτινά χρόνια που το χασίς ανήκε στα ναρκωτικά (σε κάποια μέρη του βιβλίου το λέει και το ξαναλέει και ο αναγνώστης τού σήμερα μειδιά), έτσι όπως θα εννοούσαμε τουλάχιστον ένα κοκτέιλ ηρωίνης με ένα κάρο έκστασι μέσα ...
Πρωταγωνιστούν : - ο αφηγητής, συχνός καλεσμένος του γιατρού και της κόρης του Αννέτας (ένεκα ο έρως προς την κόρη), κατοίκων της μιας μονοκατοικίας. - ο Μιμίκος (πλούσιος υπερήλιξ), η νεαρά σύζυγος του Σύνθια και ο Νένες (μόνιμος καλεσμένος), ως ένα ιδιότυπο ιψενικό τρίγωνο, κάτοικοι της διπλανής μονοκατοικίας. - η Εσμεράλδα, αδελφή του Μιμίκου και οι 2 γάτες της, αριστοκρατικής καταγωγής - ένα παιδάκι που πλήττει σε ένα κόσμο μεγάλων - μερικά σκανταλιάρικα φαντάσματα - ένας Εγγλέζος
Είναι πολύ κολακευτικό για την κ. Κακούρη να τη συγκρίνουν με την Αγκάθα Κρίστι αλλά πιστεύω ότι ούτε η ίδια θα επιθυμούσε τέτοιου είδους συγκρίσεις. Ας μείνουμε στο ευχάριστο ανάγνωσμα, το οποίο δείχνει πλέον τα χρόνια του και τίποτε άλλο.
Η ανάγνωση ήταν πολύ αργή και κουραστική. Για την ανάγνωση 2/5.
Απλοϊκή πλοκή, παλιομοδίτικοι χαρακτήρες, ανάλαφρη μεταφορά στην Ελλάδα του στυλ της Αγκάθα Κρίστι με ελάχιστα πειστικές αναλογίες παρά τη χρησιμοποίηση ως ντεκόρ της πιο "δυτικής" αστικής Κέρκυρας. Η γνωστή συγγραφέας επιλέγει, σε αυτό το πρώτο της μυθιστόρημα, να δώσει έμφαση στους καλούς τρόπους αγνοώντας πλήρως την κοινωνία. Στα υπέρ του βιβλίου, τα καλά αν και άνευρα ελληνικά και το ότι διαβάζεται γρήγορα.
Ευκολοδιάβαστο και ενδιαφέρον. Λιγάκι προβλέψιμο, ειδικότερα προς το τέλος αλλά χωρίς να μειώνει καθόλου το ενδιαφέρον μέχρι την τελευταία σελίδα. Ένα καλό βιβλίο για να σου κρατά παρέα ένα βαρετό απόγευμα!
Δροσερό και απολαυστικό καλοκαιρινό ανάγνωσμα! Στα συν ότι διαβάζεται πολύ γρήγορα και πατάει στα βήματα της λατρεμένης Άγκαθα! Βέβαια, ενώ εκεί μας αρέσουν οι περιγραφές της αγγλικής εξοχής, εδώ οι περιγραφές της Κέρκυρας ίσως ξενίζουν λίγο. Είναι γραμμένο και το 1974, οπότε έχει και μια πιο «παλιακιά» εσάνς. Αλλά την εκτιμάς. Σε ό,τι αφορά τα αρνητικά: Λίγο με κούρασε η πρωτοπρόσωπη αφήγηση και το γεγονός ότι συνεχώς προϊδέαζε για όλα («πού να ήξερα τότε ότι μετά θα γίνει αυτό, ότι θα εμφανιστεί ο τάδε» κ.τ.λ.). Η πλοκή δεν είχε καμία ιδιαίτερη δυσκολία. Κάποια πράγματα έκαναν μπαμ από την αρχή, π.χ. ότι ο μικρός Αλέξης έκανε αταξίες. Νομίζω ότι ειδικά για το 1974 ήταν πολύ «προχώ» και όχι τόσο αντιπροσωπευτικό να είναι μαζεμένοι τόσο πολλοί και τόσο μοντέρνοι χαρακτήρες (η Σύνθια, ο κυνηγός φαντασμάτων). Και ο επιθεωρητής βρίσκει τη λύση χωρίς καν να εμφανιστεί σχεδόν! Λίγο τραβηγμένο το σενάριο στο τέλος – ειδικά ο τρόπος που δολοφόνησε η Σύνθια τον πρώην άνδρα της με το κουράρε στα νύχια της γάτας! Επίσης, μου φάνηκε λίγο περίεργο που ο Καραπάνος δεν έδινε σημασία στο γεγονός ότι τα κοσμήματα που είχε κάνει δώρο στη Σύνθια έκαναν φτερά το ένα μετά το άλλο. Με έκανε για λίγο να πιστέψω ότι ο ίδιος κρυβόταν πίσω απ’ όλα. Δεν ήταν αληθοφανής η συμπεριφορά του αυτή. Βέβαια, όλα τα παραπάνω δεν με πτόησαν. Το απόλαυσα πολύ και θα διάβαζα ευχαρίστως και άλλα δικά της.
Τη συγγραφέα τη γνώριζα ως βαρύ πυροβολικό ιστορικών μυθιστορημάτων, για τα οποία είναι πολύ γνωστή η οξυδέρκειά της και η άνεση με την οποία κινείται μέσα στο ιστορικό παρελθόν, αποδίδοντας τους χαρακτήρες αλλά και το περιβάλλον με τις κοινωνικές, οικονομικές αλλά και αισθητικές τάσεις της εποχής. Μια υποδόρια ειρωνεία και ρεαλιστικότητα που ενώ δείχνει ξεκάθαρα το στίγμα της εποχής, παραμένει αλώβητο μέσα στη φθορά του χρόνου. Εδώ την είδα σε έναν τομέα που αγνοούσα ότι είχε μεγάλη πέραση (όπως π.χ. ο Γιάννης Μαρής) αλλά με πιο ας πούμε αριστοκρατική σφραγίδα. Φυσικά επειδή στη Τέχνη δεν υπάρχει παρθενογένεση, η ιστορία είναι μια πολύ γνωστή και ειπωμένη και από άλλους διάσημους συγγραφείς της αστυνομικής λογοτεχνίας: σε μια έπαυλη στην Κέρκυρα υπάρχουν φήμες για φαντάσματα που σκορπούν τον τρόμο και καλείται ο αφηγητής ως ένα είδος αυτοσχέδιου ντετέκτιβ να βρει την άκρη. Ωραίες περιγραφές, αναπαράσταση της εποχής, διατήρηση του σασπένς, μια απολαυστική εκδοχή της Αγκάθα Κρίστι που ευχαριστήθηκα χωρίς να μπαίνω στη διαδικασία να κρίνω για το πόσο άρτια και πόσο φτάνει στο επίπεδο της Αγγλίδας βασίλισσας του εγκλήματος.
Λίγο αστυνομικό, λίγο μυστηρίου, αλλά εφάμιλλο, πιστεύω, μιας ιστορίας της Άγκαθα Κρίστι. Απομονωμένο περιβάλλον δράσης, λίγοι χαρακτήρες και ο αστυνομικός να ελέγχει την κατάσταση, βρίσκοντας τη λύση, με ελάχιστη παρουσία.
Πολύ ευχάριστο ανάγνωσμα, διαβάζεται γρήγορα και εύκολα, η ώρα περνάει πραγματικά ανάλαφρα. Και, εντάξει, μπορεί ο φόνος να γίνεται στην σελίδα 90 και κάτι, αλλά δεν πιστεύω ότι οι προηγούμενες σελίδες ήταν αχρείαστες ή έπρεπε να ήταν κατά πολύ λιγότερες.
Θεωρώ ότι χρειαζόντουσαν όλες οι σελίδες για να αναπτύξει η συγγραφέας καλύτερα και όπως ήθελε τις σχέσεις που είχαν οι χαρακτήρες μεταξύ τους, να μας βάλει στο κλίμα των οικογενειακών σχέσεων και γενικά να μην περνάει στα γρήγορα τα διάφορα γεγονότα πριν τον φόνο. Άλλωστε και αυτά που γινόντουσαν πριν γίνει τελικά ο φόνος, ήταν και περίεργα ορισμένες φορές, αλλά και σημαντικά για την όλη υπόθεση, όλα τα φαινομενικά ασήμαντα γεγονότα είχαν την σημασία τους τελικά. Το ίδιο συμβαίνει πάνω - κάτω και με τα βιβλία της Αγκάθα Κρίστι, και εκεί υπάρχει αρκετό μπλα μπλα, αν και οι φόνοι γίνονται συνήθως νωρίς, αλλά όλα είναι απαραίτητα για την Αγκάθα για να γράψει μια "γεμάτη" ιστορία, με ζωντανούς χαρακτήρες κλπ κλπ.
Φυσικά για κάποιον που έχει συνηθίσει θρίλερ με αμείωτη δράση και ένταση θα τον ξενίσει λίγο, αλλά δεν φταίει γι'αυτό η Κακούρη. Δεν θυμάμαι μέσα στις ώρες που διάβαζα το βιβλίο να βαρέθηκα, πάντως, οπότε σημαίνει ότι δεν το τράβηξε και τόοοσο πολύ.
Πολύ καλή η σκιαγράφηση των χαρακτήρων, πραγματικά αληθοφανείς και "ζωντανοί", ωραία ατμόσφαιρα, πολύ καλή ανάπτυξη της ιστορίας με το απαιτούμενο σασπένς και με τις ανατροπές στο τέλος, το οποίο τέλος εξηγήθηκε πλήρως και δεν με άφησε με απορίες, επίσης η γραφή ήταν πολύ καλή και ας έδειχνε ότι είναι σαράντα χρόνων (περίπου), δεν είναι κακό αυτό, βέβαια, ούτε αρνητικό, τότε γράφηκε το βιβλίο, τι να κάνουμε.
Γενικά το πρόσημο είναι θετικό και προτείνεται για ένα ανάλαφρο, κλασικό και ενδιαφέρον ελληνικό αστυνομικό.
The 3rd book in the recent ΒΗΜΑ Noir series, was one I was really looking forward to, having heard really good things about Mrs. Kakouri's (whom I've actually met & loved) body of work.
I wasn't let down. Despite the fact that the story was first published before I was even born, it has managed to remain remarkably fresh and interesting. The characters were vivid & colourful, the plot suspensefull enough to keep you turning the pages and the ending, for once, exactly how I like it - clean-cut & neatly explained (there's just been way too many "open" endings lately...). The opening & closing also lead to a few assumptions & provided the book with a nice little twist that added to its overall reading value.
All in all I'm happy to have spent the last couple of evenings with this book & would happily recommend it. I would also have absolutely no qualms about picking up more of the writer's books, in future.