Ο μεγάλος κατήφορος αρχίζει πάντα με μία ελαφρότατη κλίση, προχωρά ακόμα λίγο με εμπόδια, με ανωμαλίες και ξαφνικά γίνεται γλιστερός, ίσιος, γυμνός, κάθετος... Αυτό φαίνεται πως δεν το γνώριζε η Ρόζα. Νέα και όμορφη, από οικογένεια με ανατροφή, πίστευε μόνο στη φρεσκάδα των δεκαέξι της χρόνων. Έτσι όταν επισκέπτεται το σπίτι ενός γνωστού της δεν μπορεί να φανταστεί ότι εκεί την περιμένει η μεγαλύτερη ανατροπή στη ζωή της. Μία ανατροπή με συνέπειες όπως την απώλεια της τιμιότητας και της αθωότητας. Η Μοίρα στήνει παγίδες στη Ρόζα και την οδηγεί σε κακοτράχαλα μονοπάτια. Στην αρχή όλα γίνονται άφοβα, ασυνείδητα κι όχι από συμφέρον αλλά με το πρόσχημα του ερωτικού παρορμητισμού. Αργότερα όλα γίνονται συνήθεια, ζωή μηχανική... Ως πού θα φτάσει η φοβερή σκάλα που κατεβαίνει και τι θα συμβεί όταν έρθει το τράνταγμα, το ξύπνημα και η μετάνοια; Θα συνεχίσει να περιφέρεται στο σκοτάδι ή θα αλλάξει ζωή; Ο Ξενόπουλος με την ελευθεροστομία ενός ανατόμου και ενός παιδαγωγού ξετυλίγει την ιστορία μιας τραγικής ηρωίδας και αποτυπώνει τις σχέσεις της με τον οικογενειακό και κοινωνικό περίγυρο της κορυφώνοντας την αγωνία του αναγνώστη σε κάθε σελίδα.
Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1867 από Ζακυνθινό πατέρα και από μητέρα Φαναριώτισσα. Η οικογένειά του εγκαταλείπει την Πόλη, όταν ο Γρηγόριος ήταν έντεκα μηνών και εγκαθίσταται στη Ζάκυνθο. Μετά το γυμνάσιο ο Ξενόπουλος παρακολουθεί μαθήματα φυσικομαθηματικών στο πανεπιστήμιο της Αθήνας. Όμως, η λογοτεχνία και η δημοσιογραφία τον αποσπούν οριστικά. Συνεργάζεται με όλες σχεδόν τις εφημερίδες και τα περιοδικά της εποχής του. Το 1890 ο Γεώργιος Δροσίνης του προτείνει και αναλαμβάνει αρχισυντάκτης στην Εστία. Το 1896 ο ιδιοκτήτης του παιδικού περιοδικού «Διάπλασις των παίδων» Νικόλαος Παπαδόπουλος τον παίρνει αρχισυντάκτη και αργότερα του αναθέτει τη διεύθυνση του περιοδικού. Αν και είναι επηρεασμένος από τις ευρωπαϊκές πολιτιστικές ανακατατάξεις, δεν περιορίζεται μέσα στα πλαίσια του ηθογραφικού μυθιστορήματος, αλλά προχωράει και ασχολείται με την περιγραφή των ψυχικών ικανοτήτων των ηρώων του. Γίνεται ένας ψυχογράφος που τηρεί όμως αυστηρά την αντικειμενικότητά του. Ο Ξενόπουλος έγραψε με την ίδια επιτυχία και δράματα και κωμωδίες κυρίως με θέμα τον έρωτα. Τα έργα του είναι ηθογραφίες που αναδεικνύουν τη ζωή μιας εποχής η μιας τοπικής κοινωνίας, τοπικές και εποχικές ιδιαιτερότητες παίρνουν συχνά ισχύ άγραφων νόμων που επιβάλλονται μέσα από την κοινωνία. Τα έργα του ταξινομούνται είτε στη Ζάκυνθο είτε στην Αθήνα και ο Ξενόπουλος έρχεται να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των δύο Σχολών, της Αθηναϊκής και της Επτανησιακής. Ο Ξενόπουλος πέθανε σε μεγάλη ηλικία το 1951 στην Αθήνα μακριά από το αγαπημένο του νησί.
Σχετικά με τα αστέρια πάντως, δε μπορώ να αποφασίσω, από 3,5 - 4,5.
Για τον Ξενόπουλο τα βασικά ζητήματα της ζωής είναι η κοινωνική ηθική και τιμιότητα. Στον πυρήνα βρίσκεται η εξύψωση της γυναίκας σε πλήρη ισοτιμία με τον άντρα, το ξύπνημα κι η ανεξαρτησία της. Μόνο έτσι ο άνθρωπος δεν είναι πια θηρίο, γιατί άνθρωπος δε σημαίνει άντρας, αλλά και γυναίκα. Με την ίδια φροντίδα βάζει την υπηρέτρια δίπλα σε οποιαδήποτε άλλη γυναίκα. Όσοι έχουν διαβάσει μυθιστορήματα του ας θυμηθούν πόσο γλυκομίλητος είναι και πόσο άξεστος και χοντροκομμένος μοιάζει να γίνεται σαν μιλάει για τις δούλες και τα δουλικά, πως δίνει τη χροιά της απαξίωσης και ξαφνιάζει με λόγο που προξενεί δυσφορία. Δε θα μπορούσε ο Ξενόπουλος να βρει άλλες λέξεις και να τις παστώσει με το μπρίο του; Ελάτε τώρα, για το νούμερο ένα κορτάκια του ελληνικού λεξιλογίου και ύφους μιλάμε. Μιλάμε –ας το πω για μια ακόμα φορά- για τον άνθρωπο που με ευθύνη και προσωπικό κόστος σύστησε στην Ελλάδα το μεγαλύτερο Έλληνα ποιητή όλων των εποχών. Απαιτεί ακόμη την ανεξαρτησία της ενήβωσης απ’ οτιδήποτε αποκαλούμε ήθος. Κι αυτό παράλληλα με την εξίσωση γυναίκας και άντρα και όχι ως αποτέλεσμα.
Ένα άλλο θέμα στο οποίο στέκεται με την ίδια πάντοτε σοβαρότητα και συνέπεια είναι η επιλογή των παιδιών για το μέλλον τους, σε αντιδιαστολή με τον τυφλοσούρτη των οικογενειακών παραδόσεων και κοινωνικών επιρροών και ταυτόχρονα απαιτεί να δούμε τον άνθρωπο στον εργαζόμενο, αφού θα του έχουμε αναγνωρίσει το δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής. Να αναγνωρίσουμε το δικαίωμα και την αξία που θέλουμε να βλέπουν οι άλλοι στις δικές μας εργασίες και να μας χτυπούν την πλάτη φιλικά, με σεβασμό, με ανθρωπιά.
Αριστοτεχνικά ξεκινάει αυτό το βιβλίο με ένα αφύσικο τρόπο για Ξενόπουλο: Γίνεται ανυπόφορος! Φλύαρος, επιδερμικός, ανόητος. Δε θες να συνεχίσεις. Επιθυμείς να το αφήσεις, ή να περάσεις σελίδες, ή να πιάσεις το Μίκυ Μάους. Λες ας συνεχίσω πατώντας ακροθιγώς τις σελίδες κι όσο περνάει η ώρα, βρέχεται η σελίδα, βαραίνει και βουλιάζει ολοένα κι εσύ πάνω της καταδύεσαι μαζί και γίνεται υποβρύχιο, βουλιάζετε, χάνεστε. Και τελικά, ο θείος Γρηγόρης, ο θείος Φαίδων με πήγε ταξιδάκι, μ’ έκανε άτα. Σταθερά όπως πάντα, καταδιασκέδασα.
Κι ας ήταν λυπηρό να βλέπω για άλλη μια φορά τις διαπιστώσεις του, σαν την τιμή που σου αποδίδουν και το μηδενικό αντίκρισμα της και που όμως δεν παύει να είναι σημαντική ως ένα πάσο ελευθέρας στον κόσμο των άλλων, για να ζεις μαζί, για να έχεις δεσμούς και να μπορείς με τους άλλους να γελάς, να κλαις, να κουβεντιάζεις και να αγκαλιάζεσαι.
Απ’ την αθωότητα στην αφύπνιση κι απ’ την αφύπνιση στην ενηλικίωση και ποτέ ξανά στην πίστη της μοναδικότητας των άλλων, παρά σε σπάνιες περιπτώσεις, ίσως γιατί η ευτέλεια υπερέχει ποσοτικώς.
Και μέσα απ’ όλα ξεπηδάει η άμεση ανάγκη δικαιωματικά: η γυναίκα πρέπει ( ναι γιγαντιαίο πρέπει ) να μορφωθεί, να απελευθερωθεί διανοητικά γιατί αυτή είναι η μόνη αφύπνιση που προστατεύει απ’ τη φιλαυτία της ευτέλειας και απ’ την πίστη σε γενικότητες και αδιατάρακτα σύνολα.
Η ιστορία τραβιέται απ’ τα μαλλιά και όμως αυτό δε γίνεται άνευ λόγου. Ο Ξενόπουλος αφελής δεν είναι και συχνα επιλέγει την υπερβολή και ποτέ την έλλειψη. Και παρότι είναι γλυκομίλητος, παρότι όπως πάντα έλεγε δε συμπαθεί τα σκοτάδια, συχνά κάτω απ’ τα εντελβάϊς και τα ζεστά φρέσκα κρουασάν των λόγων του, σηκώνεις το υπόστρωμα και βρίσκεις σκουλήκια της σήψης να αργοσαλεύουν. Εδώ περισσότερο από κάθε άλλη φορά καταγγέλλει και προτείνει. Πάντα με τον καλό λόγο, συνεπέστατα.
Υπήρχαν ανέκαθεν δακρύβρεχτες ιστορίες που κοιτούν να ξεσηκώσουν τα πιο επιδερμικά συναισθήματα οίκτου, αυτά που εύκολα εξαργυρώνονται, γιατί ο άλλος νιώθει δυσφορία και θέλει να την εξαγοράσει με την αποτίμηση του οίκτου του, για το πώς καταλήγει μια γυναίκα ελευθερίων ηθών, κοκότα, πόρνη. Κάποιες αληθινές, άλλες αληθινοποιημένες. Εδώ η ιστορία διπλή και όχι τόσο δυσάρεστη τονίζει το ουσιαστικότερο: την αμάθεια και τη φραγμένη ζωή από στόχους κι ελπίδες στην ουτοπία ενός ανόητου βίου σαλονιών, λαμπερών αντικειμένων, κουτσούβελων, με μόνη διέξοδο τον κοινής αποδοχής γάμο.
Και πάνω που δυσανασχετώ βλέποντας τους παράπλευρους χαρακτήρες χάρτινους και λειψούς και το συγγραφέα να πλατειάζει γι’ αυτούς σε μερικά μακρήγορα περιστατικά, με δυο τρεις κοφτές αυλακιές φωτίζει από κάθε πλευρά τις σκανδάλες τους, τη νοοτροπία τους. Και με το Βασιλάκη πετυχαίνει το ωραιότερο ανάλογο στο βιβλίο του: ναι στην αφύπνιση και στην ίση μεταχείριση των φύλων, υπάρχει όμως ένα όριο και μια φυσική σειρά κι η παιδική αθωότητα που είναι συθέμελα ενωμένη με το περιβάλλον της πρέπει να διαφυλάσσεται γιατί αν τη διαρρήξεις εξορίζεις ένα πλάσμα μακριά απ’ τον εαυτό του, σε μια διαρκή φυγή απ’ τα μέσα του, στερώντας του την αντιστοίχηση του φυσικού μεγαλώματος με το διανοητικό και το συναισθηματικό. Αυτή είναι μια άμεση αναφορά σε έναν συγγραφέα που δεν αρέσει στον Ξενόπουλο να παραδέχεται ότι τον γνωρίζει, αλλά τον γνωρίζει πολύ καλά, το Σαντ.
Η απεικόνιση που αφορά στην ασέλγεια εις βάρος του Βασιλάκη, συνυφασμένη με ορισμένη αλληλουχία και σε άμεση απόρροια του σύνολου κατήφορου που αν μη τι άλλο 98 χρόνια πριν αποτελεί ένα πολύ ριψοκίνδυνο αεροπλανικό και που όμως έχει μια στυλιστική ομορφιά τέτοια που μπορεί να σταθεί επάξια απέναντι στο Ναμπόκοφ.
Ο μόνος άλλος συγγραφέας που μπορώ να σκεφτώ τόσο χαρούμενος κι ευχάριστος σαν καραμελίτσα που σε καλεί να τη σπάσεις ανάμεσα στα δόντια σου και να πάρεις μεμιάς όλη τη γλύκα, μα που καταλήγεις να μασάς ένα φριχτό πικρό ντεπόν είναι ο Μολιέρος. Δεν κάνω σύγκριση, απλά λέω.
Να πω ότι δε με στενοχώρησε το μυθιστόρημα; Δε θα το πω. Με πίκρανε και με πλάκωσε. Κατέβαινα μαζί με τη Ρόζα κι εγώ. Σχηματικά ακόμα κι αν το πάρει κανείς όλοι έχουμε βρεθεί από ένα μπουρδούκλωμα στην αρχή, κουτά στη συνέχεια, για πλάκα ή ωχαδερφισμό, ή περιέργεια μετά και την αδυσώπητη ανάγκη ύστερα να κατηφορίζουμε σε συμβιβασμούς και ξεπουλήματα, να γινόμαστε κοκότες, προαγωγοί, πρόστυχοι και πάνω απ’ όλα, τυφλοί κι ανόητοι και να αντιλαμβανόμαστε κάποια στιγμή πως εξισορροπεί η μουντάδα κι η σκοτεινιά μιας νύχτας, αυτό μέσα μας που οδύρεται, κοχλάζει σαν καυτό πολυχρησιμοποιημένο λάδι.
Εξαιρετικό βιβλίο που προβληματίζει όσο λίγα.Με θύμωσε τόσο πολύ η Ροζα που αν την είχα μπροστά μου θα την χαστουκιζα ευχαρίστως.Τόσο ανοητως αφελης και χαζή σπάνια συναντά κανείς σε βιβλιο.Ο Ξενόπουλος σκιαγραφεί άψογα την ψυχολογία μιας ελαφρόμυαλης νεαρής κοπέλας που ξεκινά από ένα εντελώς αθώο ραντεβουδακι σε μία γκαρσονιέρα και καταλήγει ιερόδουλος του χειριστου είδους.Προκειται για ένα βιβλίο που ξεκίνησα δειλά και κατέληξα να μην μπορώ να το αφήσω από τα χερια μου.Διαβάστε το οπωσδήποτε.Μπορεί να σας φανεί παλιομοδίτικο,δεν είναι καθόλου,όμως,αν το καλοσκεφτειτε!Πολύ σπουδαίος συγγραφέας ο Ξενόπουλος,από τους πολύ αγαπημένους μου πλέον!!!!!!
Υπέροχος και πάλι ο Ξενόπουλος σε μια τραγική ιστορία μιας νεαρής κοπέλας που κάποιες συγκυρίες (και κατόπιν η βούληση της) την οδήγησανσε σκοτεινούς δρόμους όπου η επιστροφή είναι δύσκολη. Αν και το βιβλίο διαβάζεται άνετα θα μπορούσε να είναι αρκετά μικρότερο αφού η ιστορία της Ρόζας απο κάποιο σημείο και μετά επαναλαμβάνεται.
Η ηρωίδα του βιβλίου μας είναι η Ρόζα μία δεκαεξάχρονη κοπέλα που προέρχεται από καλή οικογένεια. Η γνωριμία της με τον Ζόζο σ’ έναν χορό την οδηγεί να κατεβεί το πρώτο χαμηλό σκαλοπάτι. Η επιπολαιότητα και η αγνότητά της είναι τα δύο χαρακτηριστικά που θα την οδηγήσουν σε λάθη.
Κάθε νέα γνωριμία την οδηγεί όλο και σε πιο δύσβατα μονοπάτια. Από την μία η ντροπή και η ενοχή της αλλά και η ευχαρίστηση που παίρνει από αυτό που κάνει δεν την αφήνει να σταματήσει.
Ο Ξενόπουλος δημιούργησε την πιο τραγική φιγούρα σε βιβλίο του. Το θέμα του αναγνώσματος είναι πολύ προχωρημένο για τα τότε δεδομένα της κοινωνίας. Η πορεία μίας κοπέλας από καλή οικογένεια να οδηγηθεί να γίνει πόρνη πολυτελείας συγκλονίζει με την ωμότητα και τον τρόπο που παρουσιάζεται.
Ένα πραγματικά υπέροχο βιβλίο. Δείχνει πως ένα μικρό κορίτσι μπορεί να παρασυρθεί και να διαφθαρεί σε τέτοιο σημείο που να μην τη θλίβει η κατάντια της. Μια ελαφρόμυαλη κοπέλα ξελογιάζεται και δικαιολογεί ,στην πορεία, την κατάσταση της γιατί δεν μπορεί να βρει τη δύναμη να αντιμετωπίσει τον εαυτό της. Ένα βιβλίο άλλης εποχής , με άλλες αξίες και διαφορετική έννοια της ηθικής που όμως κατά βάθος τα λεγόμενα του ξενοπουλου έχουν μεγάλη βαρύτητα και στη σημερινή εποχή. Μια ωμή αλήθεια της κοινωνίας, που δεν μπορεί να σώσει το παιδί. Η ηθική και η τιμιότητα εκείνη την εποχή έπαιζαν σημαντικό ρόλο. Πλέον δεν έχουν την ίδια αυστηρή έννοια και προσαρμόζονται με τις ιδεολογίες του καθενός. Παρ όλα αυτά το βιβλιο αυτό είναι ένα γερό θεμέλιο και περιέχει ένα μεγάλο μήνυμα, για το σωμα και κυρίως την ψυχή. Στην αρχή φοβήθηκα την αυστηρότητα της εποχής. Έπειτα προσάρμοσα τον λόγο του , σε μένα. Το λόγο του , στη σημερινή εποχή και κατάλαβα την μεγαλειότητα αυτού του βιβλίου. Το προτείνω ανεπιφύλακτα σε όλους. Αν είχα κόρη 16 χρονων , θα φρόντιζα και εγώ μαζί με τον Ξενόπουλο, να διαβάσει το συγκεκριμένο βιβλίο και θα την κρυφό κοιτούσα με καμάρι.
Θαρρώ πως είναι το καλύτερο από όσα έχω διαβάσει του Ξενοπουλου. Μία αληθινή αποκάλυψη για μένα για όλο το τότε κοινωνικό σύστημα που έχει πολλά κοινά με το δικό μας σημερα και φυσικά για την θέση της " κόκοτας" στην αθηναϊκή κοινωνία. Σας το σύστηνω , σπάνιο βιβλίο. Συγκλονιστική ηρωίδα ή Ροζα.
The book's subject is well developed for the society of the period. The topic choice favorably surprised me. Rosa, a sixteen-year-old girl from a nice family, is taken down twisty, dark paths that are challenging to navigate.
Pleasure and guilt are like acrobats sharing a tightrope. Until guilt ultimately triumphs.Xenopoulos illustrates the heroine with an overabundance of skill. It demonstrates how a carefree youngster full of curiosity and innocence has turned bad and made poor decisions. From innocence to ignorance to a life of foolishness. As the narrative goes on, the heroine compromises herself more and more in an attempt to get approval from others, to the point where she sells her dignity. She is battling her own demons and gives in because she can't get past them.
I would have liked it to be a little bit shorter because the plot started to repeat itself at one point and the incidents did not improve the heroine's acting.
«Η ξαφνική πρόταση την παραζάλισε. Το σκέφτηκε. Και το βρήκε… μοιραίο. Χρόνια τώρα, αυτό δεν ήταν το «τέλος» που ονειρευόταν; Όλοι κι όλες δεν της έλεγαν πως κάποιος κάποτε θα την αγαπούσε τόσο πολύ, ώστε να παραβλέψει τα πάντα; Επιτέλους αυτό ήταν το γραφτό της. Ένας Αργύρης την περίμενε εκεί που την είχε ρίξει η σκάλα της, ο κατήφορός της - στο χαμηλό, στο σκοτεινό εκείνο ίσιωμα, που δεν είχε πια άλλα σκαλιά… Κάποιος την άρπαζε από τη μέση, την ξαναπήγαινε στη σκάλα και, σε μια στιγμή, την ανέβαζε ως εκεί απ’ όπου είχε αρχίσει μια φορά να κατεβαίνει».
«Ο Κατήφορος» του Ξενόπουλου είναι ένα σκοτεινό αριστούργημα που αξίζει να διαβάσετε. Το τέλος του είναι απρόσμενο. Ο τίτλος του αναφέρεται στη ζωή της Ρόζας, η οποία είναι γόνος «καλής οικογενείας». Εκπορνεύεται και η «πτώση» της είναι μοιραία· είναι απόρροια της ψυχολογικής βίας των ανδρών που την περιβάλουν.
Μέσα από τον Κατήφορο μπορούμε να εξετάσουμε τη θέση της γυναίκας στην άκρως πατριαρχική κοινωνία της Ελλάδας του 19ου-20ού αιώνα και, ενδεχομένως, να αντιληφθούμε καλύτερα τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία και όλες τις βαθιά ριζωμένες παθογένειες.