Στην αξιοθέατη βίλα της «Αναδυομένης», με τα ερημικά ακρογιάλια της και το περβόλι με τις λωτιές, ξετυλίγεται ένα ερωτικό παιχνίδι με πρωταγωνιστές τη γοητευτική κοντεσίνα Κλαίλια και τα δύο αδέλφια, τον Παύλο και τον Ντένη. Καθένας διεκδικεί με τον τρόπο του την Κλαίλια, χωρίς καμία ανησυχία ή τύψη για τις επιπτώσεις του ερωτικού κυνηγιού τους. Η Κλαίλια καλείται να διαλέξει ποιο από τα δύο αδέλφια θα είναι τελικά ο εκλεκτός της καρδιάς της.
Καμία από τις δύο οικογένειες δεν μπορούσε να συλλογιστεί ότι εκείνο το καλοκαίρι στην εξοχή με τους εκδρομικούς περιπάτους στο βουνό και τις εύθυμες συζητήσεις θα κατέληγε σε τραγωδία αγάπης και ζήλιας. Μια τραγωδία που βάφτηκε σε χρώμα μπλε, όπως εκείνα τα μπλαβάκια του βουνού, τα όμορφα, χαριτωμένα αγριόκρινα που φυτρώνουν στ' ακρογιάλια της «Αναδυομένης», κι από τότε αυτά τα λένε «κλαίλιες».
Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1867 από Ζακυνθινό πατέρα και από μητέρα Φαναριώτισσα. Η οικογένειά του εγκαταλείπει την Πόλη, όταν ο Γρηγόριος ήταν έντεκα μηνών και εγκαθίσταται στη Ζάκυνθο. Μετά το γυμνάσιο ο Ξενόπουλος παρακολουθεί μαθήματα φυσικομαθηματικών στο πανεπιστήμιο της Αθήνας. Όμως, η λογοτεχνία και η δημοσιογραφία τον αποσπούν οριστικά. Συνεργάζεται με όλες σχεδόν τις εφημερίδες και τα περιοδικά της εποχής του. Το 1890 ο Γεώργιος Δροσίνης του προτείνει και αναλαμβάνει αρχισυντάκτης στην Εστία. Το 1896 ο ιδιοκτήτης του παιδικού περιοδικού «Διάπλασις των παίδων» Νικόλαος Παπαδόπουλος τον παίρνει αρχισυντάκτη και αργότερα του αναθέτει τη διεύθυνση του περιοδικού. Αν και είναι επηρεασμένος από τις ευρωπαϊκές πολιτιστικές ανακατατάξεις, δεν περιορίζεται μέσα στα πλαίσια του ηθογραφικού μυθιστορήματος, αλλά προχωράει και ασχολείται με την περιγραφή των ψυχικών ικανοτήτων των ηρώων του. Γίνεται ένας ψυχογράφος που τηρεί όμως αυστηρά την αντικειμενικότητά του. Ο Ξενόπουλος έγραψε με την ίδια επιτυχία και δράματα και κωμωδίες κυρίως με θέμα τον έρωτα. Τα έργα του είναι ηθογραφίες που αναδεικνύουν τη ζωή μιας εποχής η μιας τοπικής κοινωνίας, τοπικές και εποχικές ιδιαιτερότητες παίρνουν συχνά ισχύ άγραφων νόμων που επιβάλλονται μέσα από την κοινωνία. Τα έργα του ταξινομούνται είτε στη Ζάκυνθο είτε στην Αθήνα και ο Ξενόπουλος έρχεται να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των δύο Σχολών, της Αθηναϊκής και της Επτανησιακής. Ο Ξενόπουλος πέθανε σε μεγάλη ηλικία το 1951 στην Αθήνα μακριά από το αγαπημένο του νησί.
Πρώτη επαφή με τον Ξενόπουλο και δηλώνω ήδη γοητευμένη από τα συναισθήματα που σου δημιουργεί η γραφή του. Δεν θέλω να λέω μεγάλα λόγια αλλά νομίζω πως θα γίνει το νέο μου safe place 🌻
Ένα ακόμα έργο του σπουδαίου Γρηγόριου Ξενόπουλου ο οποίος καταφέρνει να είναι ταυτόχρονα ψυχαγωγικός, διδακτικός και επίκαιρος. Με αφορμή την αντιγραφή της "Αναδυόμενης" από την Λένα Μαντά στο βιβλίο της "Ερωτας σαν βροχή" και το γεγονός ότι το συγκεκριμένο μυθιστόρημα της Μαντά έχει τετραπλάσιους αναγνώστες από την "Αναδυόμενη", έχω να πώ ότι θα τρίζουν τα κοκαλάκια του Ξενόπουλου, αν είναι κάπου και μας παρακολουθεί. Η λέξη "ύβρις" είναι το λιγότερο που μπορώ να σκεφτώ. Υπάρχουν βέβαια και άλλες, όπως "κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας", "βουτιά θανάτου του πνευματικού μας επιπέδου", "Ο tempora, o mores" κ.α.
Είναι για το νου ότι ένα μπουκέτο ολάνθιστα λουλούδια για τις αισθήσεις. Ξεχειλίζει από χρώματα κι αρώματα. Γεμάτο τσαχπινιά και νεανική φρεσκάδα. Αναδεικνύει την έντονη διαφορά χαρακτήρων μεταξύ δύο αδερφών που διεκδικούν την ίδια κοπέλα. Αναδεικνύει τις περιπλοκές ενός κλασικού ερωτικού τριγώνου. Ή μήπως όχι; ένας ενήλικας, ενδόμυχα, θα κάνει την ταύτιση με το σημερινό γίγνεσθαι. Κι όταν θα βγάλει "πόρισμα" περί το ποιάς προσωπικότητας κυριαρχεί, ίσως μελαγχολήσει που δεν την είχε από παιδί. Αν έχει αγόρι ίσως θελήσει να μεταλαμπαδεύσει στο δικό του παιδί τα μυστικά του φαβορί. Αυτό του προσδίδει και τη στάμπα του διδακτικού κατά μία έννοια, την πιό πεζή και υπολογιστική. Ένεκα ηλικίας πρόλαβα την εξαιρετική μεταφορά στην Υ.ΕΝ.Ε.Δ. σε σειρά 16 επεισοδίων. Στο ρόλο της Κλαίλιας η σαγηνευτική Νόρα Βαλσάμη. Πιτσιρίκος τότε, σημάδεψε μνήμη και καρδιά. Έκτοτε Κλαίλια και Νόρα έγιναν ένα εντός μου. Ιερή, αιθέρια ύπαρξη, νεράιδα περιστοιχισμένη από μπλαβάκια*, άσπιλη κι ανέγγιχτη από το χρόνο και τις κάθε λογής ακαθαρσίες. Δυστυχώς το έλλειμμα των μέσων αποθήκευσης εκείνη την εποχή οδήγησε σε κανιβαλισμό των πολιτιστικών μας στοιχείων με αποτέλεσμα να καταστεί ανέφικτη η διατήρησή του στις επόμενες γενιές. Ήταν μια μεταφορά όχι απλά εξαιρετική αλλά ταυτόσημη με το πνεύμα και το τέμπο του βιβλίου που σίγουρα θα ευχαριστούσε ως και τον ίδιο τον Ξενόπουλο. Μια απλή ιστορία μα πόσο όμορφα δωσμένη!
* Με τον καιρό πάλι κι ο θρύλος αυτός ξεχάστηκε. Ως σήμερα όμως, τα μπλαβάκια εκείνα τ' ουρανού, μικρότερα λιγάκι και ξέθωρα σαν εκφυλισμένα μα πάντα όμορφα, χαριτωμέν' αγριόκρινα, φυτρώνουν και στ' ακρογιάλια της "Αναδυομένης". Κι από τότε, στον τόπο, αυτά τα λένε κλαίλιες.
Αν και θεωρείτε ένα απο τα καλύτερα έργα του ξενοπουλου δεν μπορώ να πω οτι θα συμφωνήσω με αυτί την άποψη. Έχω διαβάσει καλύτερα έργα του με πιο αληθοφανής ήρωες και με καλύτερη σκιαγράφηση χαρακτήρων. Νομίζω πως θα είμαι από τους ελάχιστους που την ηρωίδα ήθελα να την πιάσω από το μαλλί και να τη τσουρομαδησω
Τελείωσε το μυθιστόρημα και δεν αισθάνθηκα την κάθαρση. Καλό το θέμα με την αιώνια πάλη της ψυχής και της ύλης, απογοητεύτηκα, όμως, από την αφροσύνη της Κλαίλιας και τη ρηχότητα του Ντένη. Πολύ περισσότερο θύμωσα με την απερισκεψία και την απαράδεκτη έλλειψη ευθυκρισίας των «γέρων», για τους οποίους δεν υπάρχει άλλοθι. Η θυσία του Παύλου μοιάζει να πήγε χαμένη αφού κανένας από τους εμπλεκόμενους δεν κατάλαβε ότι επρόκειτο για αυτοκτονία. Τι παράξενο ο αμόρφωτος Τζουάνες, το δουλικό, να αποδειχθεί πιο καίριος από τα μορφωμένα και κοσμικά αφεντικά του.
“ Αναδυομένη ”… Ένα μυθιστόρημα έξυπνο, δυνατό, με το ρεαλισμό του Zola και την ποιητική διάθεση του Παπαδιαμάντη. Ρεαλισμός και ρομαντισμός σε ιδανική ισορροπία.
Ένα βιβλίο για τον θανάσιμο έρωτα δύο αδελφών για μια πανέμορφη κοπέλα, την Κλαίλια, που ξεκινά με τις πιο μεγάλες ελπίδες, ώσπου να καταλήξει σε μια δραματική θύελλα. Υπό το πρίσμα της τέχνης. Ένα έργο πλήρες, ένα δείγμα αληθινής τέχνης.
Αφηγηματική ευχέρεια, ικανότητα να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη και παρατηρητικότητα.
Αχνοφαίνεται μια επαναστατικότητα στην ερωτική χειραφέτηση των νεαρών Ελλήνων στις αρχές του 20ού αιώνα. Αντιλαμβάνεσαι την ατομική ανθρώπινη ανάγκη και την προσωπική αλήθεια του καθενός. Ο Ξενόπουλος με ευθύτητα και ρεαλισμό ξεδιπλώνει το μεγαλείο της αγάπης, το δικαίωμα της καρδιάς να αγαπά αυτό που αγαπά, με τον δικό της τρόπο. Οι σκέψεις των ηρώων παρουσιάζονται καθαρές.
Σε μια εξοχή της Ζακύνθου, εκεί που ενώνεται στεριά και θάλασσα, είναι χτισμένη η μεγαλοπρεπής βίλα του κόντε Μάρκου Λάντου, που φαίνεται σα να βγαίνει μέσα από τα κύματα. Γι’ αυτό και την έχουν ονομάσει “Αναδυομένη”. Εδώ έρχεται και περνά τα καλοκαίρια του ο κόντε Λάντος με τη μητέρα του και την μοναχοκόρη του Κλαίλια, μια όμορφη κοπέλα με αθώο παιδικό πρόσωπο και κορμί γυναίκας…
Ταυτόχρονα, έρχεται εκεί δίπλα για τις καλοκαιρινές διακοπές της η οικογένεια Μεμάρη, η οποία μόλις έχει αγοράσει ένα πύργο κοντά στη βίλα των Λανταίων. Ο κόντε Μεμάρης, η σύζυγός του κοντέσα Μεμάρη και οι δύο γιοι τους, ο Παύλος και ο Ντένης, που έλειπαν χρόνια στην Ιταλία για σπουδές.
Έτσι αρχίζει μια “υπολανθάνουσα” ερωτική ιστορία μεταξύ των δύο αδελφών και της Κλαίλιας, η οποία συνεχώς κάνει παρέα μαζί τους για ν’ αποφασίσει ποιον από τους δυο θα διαλέξει για σύζυγό της. Την όλη ιστορία «σιγοντάρουν» με τον τρόπο τους οι δύο κόντηδες, οι «παπάκηδες», οι οποίοι συμφωνούν ότι θα δεχτούν οποιαδήποτε επιλογή της κοπέλας.
Παρά την εξωτερική ομοιότητά τους, έχουν εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες. Ο μεγάλος, ο Παύλος, είναι σοβαρός, λιγομίλητος, και ασχολείται με την ποίηση. Αισθαντικός και ποιητής. Βαθιά παραδομένος στα μάτια της, να λατρεύει κάθε μικρή της κίνησή, να φυλά κάθε της λόγο. Είχε κερδίσει τον θαυμασμό της. Κρατούσε την Κλαίλια για τον εαυτό του. Ο μικρός, ο Ντένης, είναι ανοιχτόκαρδος, ομιλητικός και ρεαλιστής. Σπιρτόζος, έξυπνος και πεζός. Τον καθοδηγούσε ο πόθος για το νεαρό εκείνο κορίτσι που ξυπνούσε όλες του τις αισθήσεις. Είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη της. Κρατούσε την Κλαίλια για τον εαυτό του.
Μια τέτοια εντύπωση είχε ο Παύλος κι από την αρχή που γνώρισε την Κλαίλια. Του φαινόταν σαν άυλη. Το μόνο υλικό που είχε απάνω της, ήταν τα ρούχα. Κι η εντύπωση δυνάμωσε όταν την είδε γυμνή, απαλλαγμένη από το υλικό εκείνο, το σκοτεινό, το αδιάφανο, που της έκρυβε την ψυχή όπως το σύννεφο τον ήλιο.
[…]
Έπειτα -το κυριότερο- κι αν την είδε, τι; Δεν είχε ιδεί εκείνος παρά μια Αναδυομένη, ιερή σα θεά, και μια Ψυχή ντυμένη αέρα.
Και οι δυο ερωτεύονται με πάθος την Κλαίλια. Ο Ντένης με σαρκικό και επιθετικό τρόπο, ενώ ο Παύλος με ρομαντισμό και τρυφερότητα.
Η Κλαίλια… με δίχασε. Παρουσιαζόταν αναποφάσιστη και αρκετά αντιπαθητική. Η φύση της είχε χαριστεί απλόχερα, αλλά επέμενε να αμφιταλαντεύεται.
Όσο της άρεσε ο Ντένης, άλλο τόσο κι ο Παύλος. Δεν κατόρθωνε να τους ξεχωρίσει. Και της άρεσαν κι οι δυο φοβερά, φοβερά!
Αν μπορούσε, -έτσι τώρα της ερχόταν-, θα τους έσπρωχνε με τα δυο της χέρια να ενωθούν και θα τους αγκάλιαζε ενωμένους, και τους δυο. Αχ τι τρέλα θα ‘ταν!…
Καμία από τις δυο οικογένειες που στο μεταξύ είχαν αναπτύξει στενές φιλικές σχέσεις δεν μπορούσε να συλλογιστεί ότι εκείνο το καλοκαίρι στην εξοχή με τους εκδρομικούς περιπάτους στο βουνό και τις εύθυμες συζητήσεις θα κατέληγε σε μια τραγωδία αγάπης και ζήλιας.
Μια ευαίσθητη θυσία για ευτυχία…
Η νεαρή κοντεσίνα αρχικά δείχνει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τον μελαγχολικό κι εσωστρεφή Παύλο που της μιλάει για διάφορα φιλοσοφικά και ιστορικά θέματα, αλλά γρήγορα ανακαλύπτει ότι ο άτακτος και υλιστής Ντένης της ταιριάζει περισσότερο και τελικώς, επιλέγει εκείνον. Ο Παύλος πληγώνεται βαθιά από αυτή την εξέλιξη και μην αντέχοντας την απόρριψη, δίνει τραγικό τέλος στη ζωή του, πέφτοντας από ένα γκρεμό, κατά τη διάρκεια μιας εκδρομής των δύο οικογενειών, προσπαθώντας να κόψει τα περιβόητα μπλαβάκια…
Ο Ξενόπουλος μας μεταφέρει στη Ζάκυνθο των αρχών του 20ού αιώνα, βασισμένος σ’ ένα παλιό μύθο του νησιού τον οποίο μετατρέπει σε μυθιστόρημα. Η πένα του Ξενόπουλου πάντα επίκαιρη, που συνδυάζει διδακτισμό με ψυχαγωγία. Σε ωθεί σε λατρεία της ζακυνθινής διαλέκτου. Η γλώσσα άμεση.
Ένα λυρικό μυθιστόρημα-ύμνος στη Ζάκυνθο, στη γενέτειρα του Ξενόπουλου, με ολοζώντανες λεπτομέρειες, ένας φόρος τιμής στην ανιδιοτελή αγάπη. Μια ραγισμένη καρδιά που επέλεξε να σβήσει. Μπορεί ένα απωθημένο να οδηγήσει στο θάνατο;
Η «Αναδυομένη» αποτελεί ένα έργο απολύτως γήινο και πραγματικό, όχι μόνο για εκείνον που αγάπησε και εκείνον που αγαπήθηκε, αλλά και για εκείνον που κατανόησε την ανάγκη του να αγαπηθεί και αποδέχτηκε όλη την ευθύνη αυτού του εγωϊσμού.
Ντένης και Παύλος. Το βιβλίο θίγει την πάλη ύλης και ψυχής πάνω σ’ ένα ιδιόμορφο τρίγωνο. Μια βουτιά στα μυστικά του ανθρώπινου ψυχισμού. Ο Παύλος βλέπει την Κλαίλια με τα μάτια της ψυχής και της τρυφερότητας, ενώ ο Ντένης με τα αντίστοιχα της ύλης και της σάρκας. Αμφότεροι την ερωτεύονται με τον τρόπο τους και μπαίνουν σ’ ένα κρυφό ανταγωνισμό για να την κερδίσουν, αρνούμενοι μάλιστα ο ένας στον άλλο τα συναισθήματά τους γι’ αυτήν.
Το κίνημ’ αυτό της φαινόταν τώρα πως είχε μια δύναμη, μια ενέργεια υπερφυσική: Από τις πλαγιές του φαραγγιού του απρόσιτου, έστελνε τη γαλάζια άνθηση ν’ απλωθεί στο ακρογιάλι της Αναδυομένης. Πραγματοποιούσε τα’ όνειρο της Κλαίλιας, που τόσο είχε αγαπήσει τα κρινάκια εκείνα και τόσο είχε ποθήσει να τα ΄βλεπε ν’ ανθίζουν στο παραθαλάσσιό τους βασίλειο…
Ευκολοδιάβαστο για κλασικό αριστούργημα, με δυνατή πλοκή και ικανοποιητική σκιαγράφηση χαρακτήρων. Μιλάμε για αυθόρμητους έφηβους 18-20 χρονών.
Το 1978 μεταφέρθηκε και στην τηλεόραση με τους Νόρα Βαλσάμη, Δάνη Κατρανίδη και Πάνο Χατζηκουτσέλη.
Τα κρινάκια όμως που της πέταξε, η Κλαίλια τα πήρε, τα φύτεψε στην Αναδυομένη και θέριεψαν και τη σκέπασαν όλη, σα να ‘ταν η ίδια η αγάπη του νιου που ξεχύθηκε απ’ την καρδιά του, τη στιγμήν που έδινε γι’ αυτή τη ζωή…
Μια από τις πιο όμορφες ιστορίες που έχω διαβάσει! Η ζακυνθινή διάλεκτος ήταν τόσο υπέροχη να τη διαβάζεις που θα ήθελα να γυριστεί σειρά και να μιλούν μ' αυτή οι ηθοποιοί. Αν και πασίγνωστο το βιβλίο, προς το τέλος πάντα ελπίζεις να μην έχει τέτοια κατάληξη. Μακάρι ο Παύλος, ο πιο ενδιαφέρων από τους δύο αδελφούς, να είχε φύγει στην Ιταλία και να είχε συνεχίσει τη ζωή του εκεί. Δεν του άξιζε τέτοιο τέλος, σίγουρα. Κρίμας, που έλεγε και η Κλαίλια.
Πόσος ρομαντισμός μπορεί να κρυφτεί μέσα σε λίγες μόνο σελίδες; Στην Αναδυομένη, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος καταφέρνει να συγκινήσει βαθιά μέσα από έναν φαινομενικά απλό, αλλά ουσιαστικά πολυεπίπεδο αφηγηματικό πυρήνα.
Ο συγγραφέας εστιάζει στη δύναμη του αδελφικού δεσμού, αναδεικνύοντας την τρυφερότητα, την αφοσίωση και τον προστατευτισμό που μπορεί να υπάρξει ανάμεσα σε δύο αδέλφια. Παράλληλα, σκιαγραφεί με λεπτότητα την έννοια της αληθινής, άδολης αγάπης, εκείνης που δεν περιμένει ανταπόδοση, που αγαπά χωρίς όρους, χωρίς προσδοκίες, και που, στο όνομα αυτής της αγάπης, είναι ικανή να οδηγήσει τον άνθρωπο σε πράξεις σχεδόν αυτοκαταστροφικές, αλλά και λυτρωτικές.
Η γραφή είναι πολύ όμορφη και άμεση, με χιούμορ και όμορφες εικόνες! Αισθάνομαι πως πρέπει να ήταν ένα πρωτοποριακό βιβλίο για την εποχή του, όμως μου έλειψε λίγο η σύνδεση με τους χαρακτήρες. Θα ήθελα να έχουμε εμβαθύνει λίγο περισσότερο στις σκέψεις και στις προσωπικότητες των ηρώων, ειδικά της Κλαίλιας. Χάρηκα που το διάβασα!🌊🪻🫐
Ήταν η πρώτη φορά που διάβασα Ξενόπουλο και ήταν συναρπαστική εμπειρία. Μου άρεσε πολύ η ιστορία, μου πρόσφερε όμορφες εικόνες και στο τέλος μου προκάλεσε συγκίνηση.
Ο συγγραφέας σε μια πολύ όμορφη και ρέουσα γλώσσα περιγράφει μια ιστορία αγάπης και πόνου. Δύο αδέλφια, ο Παύλος και ο Ντένης Μεμάρης ερωτεύονται την Κλαίλια. Αυτή διαλέγει τον έναν και ο άλλος αυτοκτονεί. "Και έλεγαν 'θα την αγαπήσω' γιατί κανένας δεν τόξερε πως την αγαπούσε από τώρα..."
Ζάκυνθος, μια βίλα που την ονομάζουν Αναδυομένη επειδή μοιάζει να βγαίνει από τη θάλασσα. Εκεί ζει ο κόντες Λάντος με την όμορφη κόρη του. Το καλοκαίρι νοικιάζεται το απέναντι σπίτι από τον κόντε Μεμάρη και του δυο γιους του. Δυο πλούσιες οικογένειες που περνούν ένα ξέγνοιαστο καλοκαίρι. Ανάμεσα στα παιδιά θα δημιουργηθεί ένα ερωτικό τρίγωνο. Πρόκειται για μια ιστορία αγάπης που θα καταλήξει σε τραγωδία την οποία κανείς δεν μπορεί να προβλέψει (με εξαίρεση τον πιστό υπηρέτη στον οποίο όμως κανείς δε δίνει ιδιαίτερη σημασία). Πνευματικότητα ή ρεαλισμός, εσωστρέφεια ή εξωστρέφεια, η αιώνια μάχη ψυχής και ύλης, επιθετικότητας και τρυφερότητας.
"Υπάρχει σώμα ζωντανό χωρίς ψυχή και ψυχή δίχως σώμα;..."
Τα βιβλία του Ξενόπουλου διαβάζονται εύκολα λόγω της απλής γλώσσας του συγγραφέα αλλά από την άλλη δεν πλατειάζουν ποτέ και έχουν το ενδιαφέρον τους ως μια σκιαγράφηση της ελληνικής κοινωνίας έναν αιώνα πριν. Ναι, δεν είναι κάτι ιδιαίτερο σαν ανάγνωσμα (για να χρήζει φιλολογικής ανάλυσης) αφού βιβλία αυτού του ύφους είναι σαν μια απλή κομεντί που βλέπεις μετά από ένα μαραθώνιο φεστιβάλ σινεφίλ ταινιών. Ο ίδιος πάντα έλεγε «...Μου αρέσει κάθε μου γραφτό να είναι στη μορφή του τόσο απλό, ώστε με την ίδια σχεδόν άνεση να μπορεί να το διαβάζει κι ένας μαθητής Γυμνασίου και ο κύριος Παλαμάς...».
Γενικά πάντως για τον Ξενόπουλο, η αλήθεια είναι πως προτιμώ τα έργα του που έχουν κοινωνικές αναφορές αλλά είπα να δώσω και μια ευκαιρία στο μάλλον πιο γνωστό του μυθιστόρημα, την “Αναδυομένη”. Ξεκάθαρα δεν πρόκειται για το καλύτερο βιβλίο του συγγραφέα αλλά κρατάω στα θετικά την ιδιαίτερη ζακυνθινή διάλεκτο στους διαλόγους.
Το θέμα δεν είναι πρωτότυπο αλλά σε αντίθεση με σύγχρονες μεταφορές του σε βιβλία “ελαφριάς” λογοτεχνίας από μοσχοπουλημένες συγγραφείς (που έχτισαν καριέρα γράφοντας ξανά και ξανά το ίδιο θέμα) ο Ξενόπουλος κρατά την ουσία και ολοκληρώνει την ιστορία σε λιγότερο από 200 σελίδες.
Πρωτοδημοσιεύτηκε το 1923 (αρχικά στο Έθνος, το έκανε συχνά αυτό ο Ξενόπουλος και είχε κατηγορηθεί μάλιστα ότι γράφει “παραλογοτεχνία”), έγινε θεατρι��ό ενώ οι παλιότεροι ίσως το θυμούνται και από την τηλεοπτική του διασκευή το 1978 με τη Νόρα Βαλσάμη (δυστυχώς δεν υπάρχει στο αρχείο της ΕΡΤ αφού πολλά ιστορικά σήριαλ και εκπομπές χάθηκαν επειδή έγραφαν αγώνες πάνω στις παλιές μπομπίνες!).
“με τον καιρό πάλι κι ο θρύλος αυτός ξεχάστηκε. Ως σήμερα όμως τα μπλαβάκια εκείνα του βουνού, μικρότερα λιγάκι και ξέθωρα σαν εκφυλισμένα μα πάντα όμορφα, χαριτωμένα αγριόκρινα, φυτρώνουν στ’ ακρογιάλια της Αναδυομένης. Και από τότε, στον τόπο, αυτά τα λένε κλαίλιες…”
Ετσι κι αλλιώς αντικειμενική δε θα μπορούσα να είμαι...Μα "Δανειζόμαστε" το ίδιο όνομα με τη πρωταγωνιστρια, τη γοητευτική κοντεσίνα Κλαίλια...!!! Αχ και πόσο ψάχνω, έστω μια φωτογραφία ¨...από τα μπλαβάκια του βουνού, τα όμορφα,τα χαριτωμένα αγριόκρινα που φυτρώνουν στ' ακρογιάλια της «Αναδυομένης», κι από τότε αυτά τα λένε «κλαίλιες» "
Ένα όμορφο βιβλίο που σε ταξιδεύει στην εποχή εκείνη. Μια ιστορία αγάπης που εμένα μου φάνηκε λίγο ρηχή... δεν είχε για εμένα την κάθαρση που περίμενα, το τέλος του Παύλου δεν είχε νόημα αφού η αγάπη της Κλαίλιας δεν είχε ανταπόκριση. το τέλος λίγο άφησε μια γλυκιά γεύση με τα λουλούδια που άνθισαν.
Η “Αναδυομένη” του Ξενόπουλου είναι ένα λυρικό μυθιστόρημα γραμμένο με λατρεία για τη Ζάκυνθο, τη γενέτειρα του Ξενόπουλου, ενώ παράλληλα είναι ένα μυθιστόρημα ύμνος στην ανιδιοτελή αγάπη. Ή έστω στην πιο κοντινή της μορφή, αν υποθέσουμε πως όλοι μας αγαπούμε απολύτως ιδιοτελώς.
Η ιστορία μας έχει να κάνει με τη συμπάθεια και κατόπιν τον έρωτα που είχαν δυο αδέρφια, δυο νεαροί άντρες για την ίδια κοπέλα και το ιδιόμορφο τρίγωνο που δημιουργήθηκε ανάμεσα τους, μέχρι η κοπέλα να παντρευτεί τον έναν και να οδηγήσει – άθελα της και εν αγνοία της – στο θάνατο τον άλλο.
Διαβάζοντας το βιβλίο δεν μπόρεσα παρά να αναρωτηθώ πόσοι απωθημένοι έρωτες οδήγησαν ανθρώπους σε μιας μορφής παραφροσύνη ή ακόμη και στον θάνατο. Αν δεχθούμε τον ισχυρισμό του Πλάτωνα πως “Ο έρωτας είναι ψυχική νόσος”, τότε γρήγορα θα συνειδητοποιήσουμε πως η ιστορία που μας διηγείται ο Ξενόπουλος η οποία πια θεωρείται ένας ξεχασμένος θρύλος, είναι απλά μια ακόμη συγκινητική διήγηση για μια ραγισμένη καρδιά η οποία προστέθηκε στο παγκόσμιο άθροισμα των ραγισμένων καρδιών που επέλεξαν ποτέ να μην ξανά αγαπήσουν.
Ο Ξενόπουλος έχω πει πως πέρα από μεγάλος συγγραφέας, είναι και μέγας λαογράφος. Σήμερα θα πω πως είναι και ψυχολόγος και ξεναγός. Σ’ αυτό του το βιβλίο το αποδεικνύει ερμηνεύοντας καταπληκτικά τα τσαλίμια, τις εντάσεις και τα μυστικά του ανθρώπινου ψυχισμού, ενώ περιγράφει την ομορφιά της Ζακύνθου με τέτοια ανατριχιαστική λεπτομέρεια, όση δε θα μπορούσε ποτέ κανένας να δώσει ακόμη και μέσα από ταξιδιωτική εκπομπή!
Έχοντας μόλις τελειώσει το βιβλίο, και με τα συναισθήματα νωπά, θυμάμαι όταν το πρωτοξεκίνησα πριν λίγες μέρες. Σε μια από τις πρώτες κιόλας σελίδες, σημείωσα με μολύβι το όνομα του Παύλου και δίπλα μια μικρή καρδιά. Ήμουν σίγουρη πως η κοντεσσίνα θα διάλεγε εκείνον, όμως διαψεύστηκα. Μια αγάπη συνδυαστική, την τρέλα του σαρκικού έρωτα του Ντένη μαζί με τη λατρεία του Παύλου, η Κλαίλια δεν θα την άντεχε, και πιθανόν καμιά στη θέση της. Έτσι, συμβιβάστηκε με την κοντινότερη στην ιδιοσυγκρασία της αγάπη, μα μέχρι το τέλος το κενό απόμεινε μέσα της, με τα μπλαβάκια να της το γεμίζουν. Έχοντας διαβάσει επίσης το "Έρωτας σαν Βροχή", αν και γενικά δεν είμαι θιασώτης αντίστοιχων βιβλίων, αναγνωρίζω την προσπάθεια της συγγραφέως να ισορροπήσει το συμπαντικό ζυγό και να γλυκάνει τους αναγνώστες μετά την πικρή γεύση που τους άφησε η "Αναδυομένη". Για τους λάτρεις των anime, σκεφτείτε τι δώρο ήταν η ταινία "Your name" μετά το "5 centimeters per second". Με δυο λόγια, η Αναδυομένη είναι ένα βιβλίο που καταβρόχθισα, μεγαλόπρεπο στην απλότητά του, που θα αφήσει ένα αποτυπωμα που πονάει γλυκά μέσα μου.
This entire review has been hidden because of spoilers.
Ας με συγχωρέσουν οι οπαδοί του Ξενόπουλου αλλά βαρέθηκα. Γράφει πολύ όμορφα, αυτό είναι αδιαμφισβήτητο, αλλά κατά τη γνώμη μου ξοδεύτηκαν 170 σελίδες χωρίς να γίνει τίποτα ουσιαστικό (εκτός απ το φινάλε που μου άρεσε η δραματικότητα του). Μπορεί να ήταν υπερβολικά ψυχογραφικό για τα γούστα μου, μπορεί απλά να μη με έκανε ο Ξενοπουλος να νοιαστώ αρκετά για τους ήρωες του. Φαντάζομαι πως για την εποχή που γράφτηκε ήταν πρωτοπόρο όσον αφορά τη θέση της γυναίκας, την ελευθερία επιλογής στη ζωή και τις σχέσεις, αλλά εμένα στο 2025 δεν με συγκίνησε όσο θα ήθελα.
Η πρώτη μου επαφή με την πένα του Ξενόπουλου ήταν μεθυστική... Δεν μπορούσα να το αφήσω, το ξεπέταξα μέσα σε 3 μέρες. Η ιστορία επικεντρώνεται στο ερωτικό τρίγωνο της Κλαίλιας και των δυο αδερφών Παύλου και Ντένη που και οι δυο την ερωτεύονται παράφορα. Η γλώσσα είναι τόσο άμεση σαν να γράφτηκε χθές, διανθισμένο όμως με χαριτωμένες επτανησιώτικες πινελιές. Όλο το κείμενο κινείται στα όρια του ρεαλισμού και του ρομαντισμού. Δεν μένουν τυχαία κλασσικά κάποια έργα!
Μια ερωτική ιστορία που έγινε θρύλος, όπως μας τη διηγείται με τον υπέροχο λόγο του ο Ξενόπουλος. Μια τρυφερή, σχεδόν νοσταλγική αφήγηση που σε κάνει να ξεχνάς την έλλειψη βάθους όχι τόσο των πρωταγωνιστών (που στο κάτω κάτω είναι 18 και 20 χρόνων) αλλά κυρίως των γονιών τους. Υπέροχο παρά τα όποια κενά.
Αχ αυτή η Κλαιλια και τα υπέροχα μπλαβακια της ή αλλιώς η κλαιλιες της!! Αυτά τα μόσχο μυρωδάτα ανθάκια που μας έκανε από της σελίδες να τα μυρίσουμε να τα σκεφτόμαστε!! Αυτά τα Μεμαροπουλα που τα ερωτευτήκαμε κι ας έκανε την επιλογή της!! Αυτός ο Παύλος!! Ποσο μπορείς να κρύβεις τον έρωτα γοα χάρη του αδερφού σου!! Αχ Παύλο εγώ εσένα διάλεξα πάντως...
This entire review has been hidden because of spoilers.
Ένα λυρικό μυθιστόρημα από ένα μεγάλο συγγραφέα, σπουδαίο μέσα στην απλότητά του. Ο συγγραφέας καταφέρνει να μας περιγράψει τόσο την ελληνική κοινωνία της εποχής του στην επαρχία δίνοντας μια πετυχημένη απεικόνιση της ζακυνθινής ζωής, όσο και την ομορφιά του νησιού μέσα από μία ιστορία αγάπης με τραγικό τέλος.
Οι ήρωες ήταν όλοι πολύ υπερβολική όπως και οι αντιδράσεις τους!
Η ιστορία δεν με κάλυψε κανένας από τους κεντρικούς ήρωες δεν αξιζε το τέλος που είχε και ειδικά ο Παύλος!
Η πρωταγωνιστές είχαν παιδιαστικη, κακομαθημένη συμπεριφορά και αλλοπρόσαλλη όπως όλοι σχεδόν οι χαρακτηρες περαν του Παύλου και το τέλος που είχαν δεν τους άξιζε καθόλου.
This entire review has been hidden because of spoilers.
Πρώτη φορά διαβάζω Ξενόπουλο και η Αναδυόμενη, μου άρεσε..μια σύντομη ιστορία..ένα ερωτικό τρίγωνο ... ανάμεσα στην Κλαίλια και τα δύο αδέρφια Ντέμη κ Παύλο...το δίλημμα κ η απόφαση δική της αφού πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στους δύο...ο καθένας τους ξεχωριστός κ την προσεγγίζει με τον δικό του τρόπο. Ποιος θα την κερδίσει;;
Πολύ όμορφη ιστορία. Ένα απλό και ξεκούραστο βιβλίο με πάρα πολύ δυσάρεστο για εμένα τέλος. Πραγματικά με έκανε να κλάψω χωρίς να ξέρω πως ακριβώς μου προκάλεσε τόση θλίψη μια τόσο μικρή και απλή ιστορία.
Έχω ενθουσιαστεί μ αυτό το βιβλίο πάρα πολύ. Με τη σύλληψη της ιδέας, με την ευφάνταστη και συγχρόνως ρεαλιστική υπόθεση, με τις λυρικές και υπέροχες περιγραφές, με το ψυχογραφημα. Η γραφή, η πλοκή, οι χαρακτήρες...ολα εξαιρετικά.