Αθήνα, κάποιο αόριστο, ίσως, όμως, κοντινό μέλλον...
Μια ανυποψίαστη δημοσιογράφος ιατρικών ρεπορτάζ φτάνει σε μια αλλόκοτη ψυχιατρική κλινική στα περίχωρα της πόλης για να καταγράψει τις αντιδράσεις ενός περίεργου ασθενή, ξετυλίγοντας το κουβάρι των αναμνήσεών του μέσα από τα κείμενα και τα έργα του, θα ανακαλύψει την εμμονή του απομονωμένου αυτού ανθρώπου με τη δραπέτευση από την τυραννία του χρόνου και των τραυμάτων της μνήμης, ενώ, μαζί με τον αναγνώστη, θα έρθει αντιμέτωπη με τα σκοτεινά θαύματα της ενηλικίωσης και τον τρόπο του απόλυτου κακού που έχει για λημέρι του το έρημο κέντρο μιας πολιτείας που πεθαίνει. Θα βιώσει το δέος του τέλους του χρόνου, και θα κάνει το μοιραίο βήμα για να συναντήσει το άλλο της μισό, διακινδυνεύοντας άθελά της την ίδια της την ύπαρξη.
Υπό το πρίσμα της επιστημονικής φαντασίας και με φόντο τα παραμορφωμένα, στρεβλά κτίρια-σκιάχτρα και τα σκιώδη πρόσωπα-μάσκες των κατοίκων μιας άχρονης, ζοφερής πρωτεύουσας σε αποσύνθεση, που σαν να ξεπήδησε από εξπρεσιονιστικούς εφιάλτες, υφαίνεται μια ονειρική και τρομακτική ιστορία με τη μορφή μιας συνεχούς σχεδόν παραίσθησης, έχοντας κεντρικό πυρήνα το φόβο, το θάνατο και τον απόλυτο έρωτα, υλοποιώντας μια πέραν κάθε φαντασίας κάθοδο στα άδυτα του σκοτεινού ασυνείδητου και μια αναμέτρηση με το εφιαλτικό καλειδοσκόπιο μιας παράδοξης δυστοπίας, όπου η γραμμικότητα του χρόνου νοείται μονάχα σαν μια ανεπιστρεπτή, χαμένη πραγματικότητα.
Μια βουτιά στην άβυσσο της ύπαρξης και ταυτόχρονα ένα αμείλικτο κοινωνικοπολιτικό σχόλιο.
Ο Περικλής Μποζινάκης γεννήθηκε το 1966 στην Αθήνα όπου ζει μέχρι σήμερα με τη γυναίκα του και το μικρό τους γιο. Ασχολήθηκε από νωρίς με τις εκδόσεις, τις γραφικές τέχνες και τη ζωγραφική. Έκανε τον πωλητή βιβλίων και εργάζεται ακόμη σε ατελιέ γραφικών τεχνών. Για ένα μεγάλο διάστημα εργάστηκε ως μουσικός. Παρ' όλα αυτά, το γράψιμο ήταν πάντα η κύρια ασχολία του, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του πρώιμου υλικού του εγκαταλείφθηκε ή και καταστράφηκε από τον ίδιο. Τα τελευταία χρόνια αποφάσισε να ασχοληθεί πρωτίστως με τη λογοτεχνία, αναπτύσσοντας μια ιδιόρρυθμη, ανησυχητική φιλοσοφία που μυθοπλαστικά κινείται στο χώρο του φανταστικού, και ανιχνεύει σκοτεινές περιοχές της ανθρώπινης ύπαρξης - προς το παρόν με τη μορφή διηγημάτων. Έχει εκδώσει τις συλλογές διηγημάτων "Σκοτεινά ανέκδοτα και ιστορίες εφιαλτών" (2002) και "Στο λυκόφως, εκείνα" (2003) από τις εκδόσεις "Futura". Το 2007 εκδόθηκε η τρίτη συλλογή διηγημάτων του με τίτλο "Ζώνη ερήμωσης" από τις εκδόσεις Νεφέλη. Το 2008 κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα "Απόκρημνος χρόνος".
Απο ο,τι φαινεται, δεν εχω ασχοληθει σχεδον καθολου με την Ελληνική πλευρά του Goodreads, τόσο σε θέμα βιβλίων που έχω διαβάσει, όσο και σε άλλους χρήστες που θα ηθελα να είναι στον "κύκλο" μου. Ώρα να διορθωθεί αυτό.
Το βιβλίο πήγαινε με άνεση για 4-5 αστέρια, μέχρι που το τέλος τα χάλασε όλα. Ακόμα δεν καταλαβαίνω ποια ήταν η χρησιμότητα των τεράστιων και υπερ-λεπτομερών σκηνών σεξ, εκτός και αν ο σκοπός ήταν να μας μπερδέψουν φουλ? Εμένα με μπέρδεψαν πάντως, και σχεδόν ένιωσα σαν ματάκιας, ή σαν να κρατούσα το φανάρι. Συν, ακόμα και αν προσπαθήσεις να αγνοήσεις τις σκηνές, και πάλι το τέλος δεν ήταν ιδιαίτερα ικανοποιητικό.
Εκτός των παραπάνω, το βιβλίο ήταν ειλικρινά άριστο. Καταπληκτικό στυλ γραφής, υπέροχες περιγραφές, φοβερά καλογραμμένος ο urban τρόμος (μου αρέσει φοβερά αυτό το θέμα) Πολύ κρίμα που το τέλος ήταν τόσο αδύναμο.
Νομίζω πως κανονικά θέλω να του βάλω 3,5 αλλά οκ, τι να κάνουμε; Είναι ένα περίεργο βιβλίο, σε κάνει να νιώθει άβολα, ενοχλητικά θα έλεγα. Αυτό είναι και το ζητούμενο, και ο Μποζινάκης το καταφέρνει και με το παραπάνω, κυρίως λόγω της λογοτεχνικότατης χρήσης της γλώσσας του, οι περιγραφές είναι εκπληκτικές. Δεν κατάλαβα ακριβώς τι έγινε. Δεν με χάλασε και πολύ, αλλά είμαι κάπως πιο παραδοσιακός σε αυτά, προτιμώ πιο ξεκάθαρα πράγματα. Δεν ξέρω αν θα γινόταν σε ένα τέτοιο βιβλίο, αλλά σίγουρα δεν με ικανοποίησε η υπόθεση σε αντιδιαστολή με την ανάγνωση που στιγμές στιγμές με άφηνε με το στόμα ανοιχτό.
Καθόλου παραδοσιακό βιβλίο ΕΦ/Τρόμου, περισσότερο μία συρραφή διηγημάτων/στιγμών από τη ζωή ενός ανθρώπου από μία εφιαλτική, μετακαταστροφική Αθήνα.
Η Έλενα Πετρίδη, δημοσιογράφος, καλείται να ερευνήσει την περίπτωση του Φίλιππου Μάρκου, ενός ψυχασθενή που θυμάται με πλήρη λεπτομέρεια όλη του τη ζωή. Μέσα από τις δύο παράλληλες αφηγήσεις (δημοσιογράφος και οι αναμνήσεις του Φίλιππου) έχουμε μία περίεργη υπόθεση όπου χώρος και χρόνος μπερδεύονται.
Αξίζει να διαβαστεί: για τις εικόνες της εφιαλτικής Αθήνας. Θα μπορούσε να είχε κάνει καλύτερα: Η πλοκή θα μπορούσε να ήταν λιγότερο στημένη σα γρίφος και το βιβλίο να ήταν μεγαλύτερο σε έκταση.
Όταν κοιτάς στον καθρέφτη και βλέπεις πρόσωπο άλλου… (κάποιες σκέψεις για τον ‘’Απόκρημνο Χρόνο’’ του Περικλή Μποζινάκη)
Θα ξεκινούσα λέγοντας ότι όλο το βιβλίο είναι ένας εφιάλτης του Νταλί, σκηνοθετημένος από τον Κρόνεμπεργκ, μα πραγματικά πιστεύω ότι είναι η νοβελοποίηση του corpus του Ντελβώ! Αυτό φυσικά το γράφω ως την μεγαλύτερη δυνατή φιλοφρόνηση για το συγκεκριμένο έργο του συγγραφέα…
Την πρώτη φορά δεν το είχα νιώσει. Όταν πιέζεις να διαβάσεις ένα βιβλίο μα δεν είναι η ώρα του, λογικά θα το σιχαθείς ή θα κλωτσάει όλο σου το είναι. Την δεύτερη φορά λοιπόν το εκτίμησα δέοντος. Το λάτρεψα!
Δεν είναι ένα βιβλίο που μπορεί να διαβαστεί στο πόδι ή για να σκοτώσεις χρόνο. Σε θέλει εκεί. Μπορεί να είναι μικρό στο δέμας (ούτε 200 σελίδες), η δομή των κεφαλαίων να είναι απλή, οι κύριοι χαρακτήρες μόλις δύο, μα δεν χρειάζεσαι περισσότερα.
Το άχρονο του βιβλίου, η δυστοπία μίας μελλοντικής(?) εντροπίας, η στασιμότητα, τα άλματα στο μη-χρονικό-πλαίσιο, η ποιητική γλώσσα και το κρεσέντο του τέλους την πρώτη φορά με ξένισαν. Μα το ξαναλέω, δεν ήμουν 100% εκεί. Όσο για την γλώσσα; Δεν ξέρω πώς θα την περιέγραφα ανεξάρτητα από τη πλοκή. Έχει μια αισθητική από 90’ς Ωρώρα και κειμένων Μαστακούρη, μα είναι κατά πολύ ποιητικότερο και σε κάποια σημεία τόσο ψυχοτρόπο που φλερτάρει με Ξανθούλη (Λικέρ, Φιδιού το γάλα). Αβίαστα δουλεμένη, σαν λογοτεχνικό ξέσπασμα, γεγονός που το εκτίμησα!
Δεν μπορώ να πω ότι με τρόμαξε, μα την σκοτεινή λογοτεχνία που πυροδοτεί την σκέψη την προτιμώ κάπως περισσότερο από την κενή σπλατεριά πια. Ατμοσφαιρικό, διαστρεβλωμένο (όχι διαστροφικό), μα και ακριβώς αυτή την αίσθηση δίνει: εμπύρετου εφιάλτη! Όλα κάπως οικεία μα και κάπως αλλιώς…
Η έρημη Πλάκα και η έρημη λεωφόρος Συγγρού με έκαναν να νιώσω τρομερά άβολα και αυτό είναι για εμένα το χρυσάφι του βιβλίου. Η στοιχειωμένη αστικότητα, η αλλαγή του γνώριμου, ο αποπροσανατολισμός του οικείου… Με έκανε να θυμηθώ όπως όταν έγραφα το τρίτο μέρος της Λενόρ (με τις 25 παράλληλες διαστάσεις της Αθήνας) ή την εξαφάνιση του Παρθενώνα και τη διαμόρφωση του τοπίου δίχως αυτόν. Αυτό είναι πραγματικός τρόμος, τρόμος που μπαίνει κάτω από το πετσί σου. Χρειάζεται χρόνο, όχι μόνο να τον επεξεργαστείς, μα να τον τοποθετήσεις στο χώρο, να τον ΔΕΙΣ και να τον ΝΙΩΣΕΙΣ και τότε σε χτυπάει!
Αυτός ο τρόμος είναι ουσιαστικός, απειλή και καρκίνωμα! Δεν είναι ξαφνικός, σε δηλητηριάζει, τον κουβαλάς καιρό μέσα σου, στοιχειώνει! Απλά δέος!
Η προσέγγιση του τρόμου από τον κύριο Μποζινάκη, όπως την εξέλαβα, έχει φιλοσοφική χροιά και προσέγγιση. Δεν είναι ‘’λογοτεχνικό-jump-scare’’ ούτε torture-porn, πρέπει να διαβαστεί όπως θα διάβαζε κανείς Νίτσε, Ντοστογιέφσκι ή Άλτζερνον Μπλάκγουντ. Πρέπει να διαβαστεί και δεύτερη φορά κι εκεί έγκειται η διαχρονικότητα, το βάθος του και τα επίπεδά του. Πραγματικά πένα και σύλληψη μεγάλου βεληνεκούς…
Periklis Bozinakis σ ευχαριστώ που με έκανες να νιώσω uneasy με ένα καθόλου εύκολο βιβλίο! Ανυπομονώ να διαβάσω και τα υπόλοιπα! (15/12/2017)
Καταπληκτικό. Πιθανόν ότι καλύτερό του έχω διαβάσει ως τώρα (κι έχω την εντύπωση ότι έχω διαβάσει όλα όσα έχει γράψει πλέον). Ατμόσφαιρα, δομή (με τα Α και Β μέρη των κεφαλαίων) χαρακτήρες, κορύφωση. Δύο προβλήματα κατ’ εμέ: Πρώτον οι σκηνές σεξ στο τέλος ήταν μάλλον υπερβολικές (και δε βλέπω να προάγουν και πολύ την πλοκή) και δεύτερον η ύπαρξη του δωματίου κι ο ρόλος του δεν εξηγούνται επαρκώς. Πάντως, πραγματικά δε μπορούσα να το αφήσω από τα χέρια μου. Ίσως τελικά αυτό να είναι το κατάλληλο μέγεθος κειμένου που του επιτρέπει να ξεδιπλώνει όλο του το ταλέντο.