«Δεν μπορούσα να χρωστάω όσο ζούσα και μου είναι αδύνατο να χρωστάω τώρα. Θέλω να μιλήσω».
Και η Έλλη Λαμπέτη ξεκαθαρίζει τους «λογαριασμούς» της, ανιχνεύοντας τ αποτυπώματα των βημάτων της και ξετυλίγοντας το κουβάρι 57 χρόνων ζωής. Σε μια συγκονιστική αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, λιτή γήινη, ανθρώπινη κι όπως πάντα μοναδική, η Έλλη Λαμπέτη στέκεται στο προσκήνιο και παίζει τον τελευταίο και πιο ρεαλιστικό ρόλο της. Άλλοτε με χιούμορ κι άλλοτε με θλίψη, εξομολογείται τις αγάπες και τα πάθη της, τους έρωτες και τα όνειρά της· ανασκαλεύει τις μνήμες των παιδικών χρόνων της, αποκαλύπτει τις κρυφές στιγμές της, κρίνει ανθρώπους και καταστάσεις, αναλύει τις αγωνίες της, χαίρεται, διαμαρτύρεται, φλυαρεί...
Ένα εξαιρετικό βιβλίο από τη Φρίντα Μπιούμπι, η οποία στην ουσία γίνεται απλά το μέσο για να μιλήσει η ίδια η Λαμπέτη για τη ζωή της. Απόλαυσα κάθε στιγμή του βιβλίου και η αμεσότητα και η ωμή ειλικρίνεια της μεγάλης πρωταγωνίστριας με συντάραξαν. Αξίζει να το διαβάσει κανείς και ας μην ξέρει ή ας μην έχει δει ποτέ τη Λαμπέτη να παίζει γιατί η ανθρωπιά του ξεχειλίζει από παντού. Ένα συγκλονιστικό βιβλίο για μια συγκλονιστική ηθοποιό, αλλά κυρίως για έναν συγκλονιστικό άνθρωπο!
Δεν γνώριζα την Έλλη Λαμπέτη, ούτε από τον κινηματογράφο, ούτε από το θέατρο. Για μένα, ήταν ένα όνομα που απλά πλανιόταν στον αέρα ακόμη στα 80ς όταν εγώ γεννήθηκα. Εκείνη είχε πλέον σβήσει. Όμως, το όνομά της υπήρχε παντού, στην τηλεόραση, στα περιοδικά, στην ατμόσφαιρα... Διαβάζοντας το βιβλίο, αλήθεια συγκινήθηκα. Ένας άνθρωπος που μέσα από το επάγγελμά του έδινε και έσβηνε. Έχασε πολλά, και κέρδισε το χειροκρότημα. Συνδέθηκε με πολλούς ηθοποιούς. Αγαπήθηκε και αγάπησε. Μίσησε και απορρίφθηκε. Λατρεύτηκε και ξεχάστηκε. Άνθρωπος και ημίθεα. Επαναστάτρια αλλά και συντηρητική. Όλες αυτές οι αντιθέσεις, και ακόμη περισσότερες, την αντιπροσωπεύουν. Δεν χρειάζεται κάποιος να υπήρξε θεατρόφιλος της εποχής για να διαβάσει το βιβλίο. Το προτείνω για όσους θέλουν να μάθουν για τη ζωή τότε, αλλά και για όσους "συλλέγουν" ιστορίες λαμπρών ανθρώπων, που δουλεύτηκαν και έφτασαν στα όριά τους για να αφήσουν το κόσμο μας καλύτερο.
«Έμοιαζε να διπλώνεται προς τα μέσα, σαν ένα λουλούδι που κλείνει τα πέταλα του για να αποκοπεί γλυκά, μαλακά από όσα αγάπησε. Ώσπου, έφτασε να μεταμορφώνεται σε ένα απρόσωπο φως για να μη βρει πια ο θάνατος να πάρει τίποτα άλλο από τη ψυχή».
Κι ήταν λες και η ψυχή, επέστρεψε στη θάλασσα. Εκεί που βυθιζόταν πάντα χωρίς προστατευτικό σωσίβιο ή χέρι βοήθειας. Η ροή της θάλασσας όπως συνειρμικά την οδηγούσε στους ακανόνιστους παφλασμούς της, με τον ίδιο τρόπο την οδηγούσε και στην ουσία της ίδιας της ζωής, της ίδιας της σκηνής. Ξυπόλητη, ελεύθερη, εκστατική. «Σαν ένα ηλιοκόριτσο» που ξεφωνίζει ύμνους αγάπης όσο το στήθος της λυγίζει από τον τελευταίο θρήνο, όπως ακριβώς περιγράφεται στην φανταστική εικόνα του κεφαλαίου της εξαΰλωσης. Γιατί η Έλλη ήταν ήταν αέρας, κυλούσε ακατανόητα ακολουθώντας την πορεία της ανισορροπίας, ρέποντας αδιάκοπα σε κάθε μορφή τέχνης, έβρισκε στην ποίηση, το μοναδικό εισιτήριο για την μετάβαση στη καθαρή πνοή. Η Έλλη ήταν πεταλούδα όπως εκείνες που εμφανιζόταν στα προφητικά όνειρα της. Πετούσε ως την κορυφή του πόνου, του υπερβολικού αισθήματος, για να κάψει τα φτερά της κι ύστερα να τα βάψει ξανά με χρώμα λευκό, χρησιμοποιώντας τις δικές της μπογιές. Στην όψη εύθραυστη προσελάνη αλλά στα έγκατα πλάσμα ανθεκτικό, κεντημένο με ευγένεια, ειλικρίνεια και τρομερή αυτοκυριαρχία. Απόλυτα θνητή, τρωτή, συγγενής με όλα τα πικρά-κοινά αισθήματα.
Στο σημείο που τη συναντά το συγκεκριμένο βιβλίο, πραγματικά συρρικνωμένη από τον σπαραγμό της αρρώστιας, πλάσμα με φωνή σιγανή, κίνηση άτσαλη, διαρκώς μαχόμενο για ένα εκατοστό ανάσας. Φτερό έτοιμο για λύγισμα που όμως δεν πτοείται, δεν παραπονιέται. Μονάχα λυπάται για την λήθη στην οποία έχει καταδικαστεί. Ή μάλλον την έχουν καταδικάσει. Στην πραγματικότητα, το βιβλίο αυτό αποκτά αξία γιατί αποδίδει την πιο ακριβή όψη της Λαμπέτη: την άκρως ανθρώπινη. Αυτή που περιέχει ελαττώματα, παραξενιές, φοβίες, μαρασμούς. Αυτή που μπορεί να συμπονέσεις, να αγαπήσεις, να κατανοήσεις ακόμα και να αντιπαθήσεις, αφού η ευελιξία και η αλήθεια της γραφής, αφήνει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα. Δεν πρόκειται λοιπόν για βιογραφία με την κλασική έννοια αλλά περισσότερο για ένα ημερολόγιο κατάθεσης αισθημάτων, εντυπώσεων, απόψεων και σημαδιακών περιστατικών. Όπου η δημοσιογράφος συναντά την Έλλη (και όχι την Λαμπέτη) με δισταγμό και δέος, ώσπου μέρα με την μέρα, φτάνει να λατρεύει για την ολότητα της αλήθειας της. Ένα γλυκόπικρο αποχαιρετιστήριο, φτιαγμένο από τα θρύψαλα της εφήμερης δόξας. Ένας εσωτερικός απολογισμός, εμπλουτισμένος με ασπρόμαυρα αποκόμματα από στιγμές παιδικότητας, οικογένειας, έρωτα, θεάτρου, που δεν θα μας εξηγήσει ποτέ ποια ήταν η Λαμπέτη παρά θα μας αφήσει με το αποτύπωμα του δέρματος, της μυρωδιάς της. Τριαντάφυλλο μπλεγμένο στο γιασεμί. Αμυδρές αποτυπώσεις του προσώπου, της φωνής, της κίνησης, του πνηχτού γέλιου και της αδιαμφισβήτητης κρίσης της. Αυτό μόνο. Αίσθηση δηλαδή, αίσθηση και όχι ρεαλισμός, όπως η ίδια θα ήθελε.
Σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή κι αν διαβαστεί, η ιδιότυπη αυτή αφήγηση σου δίνει την αίσθηση της ζωντάνιας, του εδώ και του τώρα. Σου επιτρέπει να περάσεις το κατώφλι της πολυκατοικίας κι από τα βρώμικα σκαλιά να οδηγηθείς στην είσοδο. Να την συναντήσεις εκεί, καθισμένη στην άκρη του λευκού κρεβατιού, σκεπασμένη με τα αραχνοΰφαντα υφάσματα, περικυκλωμένη από τις κασέτες και τα βιβλία της. Συχνά με τον καφέ στο χέρι να σε κοιτά με βλέμμα αλληγορικό, ειρωνικό και συνάμα τρυφερό, όπως πάντα αντιφατικό. Κι ύστερα ώσπου να κάτσεις, εκείνη θα έχει χαθεί, σαν όνειρο, σαν άυλη σκιά. Μια αέρινη ψευδαίσθηση που αρνείται να αποκτήσει σχήμα.
Είναι απερίγραπτο το ποσα συναισθήματα μου έχει προκαλέσει η ανάγνωση αυτού του βιβλίου. Η λαμπετη είναι γύρω μου,τη θέλω γύρω μου. Στη θηκη του κινητού μου,σε αφίσες στον τοίχο μου-που έσκισα απο ένα άλλο βιβλιαράκι σαν μίνι βιογραφία της. Και ολα αυτά ακούγονται κάπως κριπι αλλά δε ξέρω,κάτι σημαίνει αυτή η γυναίκα για μένα κ μου προξενεί πολλα συναισθηματα,αποτελεί τεράστια έμπνευση για μένα.
Αξίζει μια ανάγνωση και για κάποιον που δε τη γνωρίζει καθόλου,ούτε το έργο της
Λάτρεψα την Λαμπέτη και για να αγοράσω το βιβλίο μάζευα πολύ καιρό τα χρήματα στον κουμπαρά μου. Είχε πεθάνει λίγο πριν και αυτό με έκανε να την αναγαγω σε μύθο. Λυπάμαι που δεν πρόλαβα να τη δω στο Θέατρο. Πλούσιο φωτογραφικό υλικό και η εξομολόγηση μιας ευαίσθητης ψυχής