Το ξημέρωμα της 26ης Ιουλίου 2001 βρίσκει το νησί της Σκύρου ανάστατο μετά την επίσκεψη του Εγκέλαδου. Ο σεισμός διώχνει τους τουρίστες και επισκιάζει το θάνατο της δεκαεξάχρονης "σημαδεμένης" Καλλιώς, που βρέθηκε νεκρή σε ένα ξωκλήσι. Ο αστυνόμος Ψαθάς καταφθάνει στο νησί και με τη συνοδεία μιας ετερόκλητης παρέας προσπαθεί να εξιχνιάσει το αίνιγμα. Η υπόθεση κρύβει παγίδες. Ο Ψαθάς θα κοπιάσει για να βρει άκρη ανάμεσα στις φήμες που διασπείρονται, στις προλήψεις των ντόπιων, στους φόβους και τα μυστικά τους. Όπως όλοι ψιθυρίζουν, κάθε ιστορία γίνεται παραμύθι, αμέσως μόλις στεγνώσει το αίμα της. Ο συγγραφέας των βιβλίων "Πικρά Κεράσια" και "Αμαρτωλά Θαύματα" - συνθέτει αριστοτεχνικά ένα αστυνομικό παραμύθι, με φόντο μια μικρή κοινωνία σε μετασεισμική κρίση. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
"Βαθιά ανθρώπινο και γραμμένο σε μια στρωτή, ήρεμη και πολύ όμορφη γλώσσα, το μυθιστόρημα του Δ. Αλεξίου σε παρασύρει άλλοτε σε μαγικούς μύθους κι άλλοτε σε σκληρές, απόλυτα ρεαλιστικές σκηνές μιας αστυνομικής πλοκής. Είναι ταυτόχρονα ένας ύμνος στο νησί της Σκύρου". (Δημήτρης Μαμαλούκας, συγγραφέας)
Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1974. Σπούδασα Νομικές επιστήμες και είμαι δικηγόρος. Ζω και εργάζομαι στην Αθήνα. Έχω γράψει πέντε μυθιστορήματα, αρκετά θεατρικά έργα, στα οποία έχω παίξει ή και σκηνοθετήσει, και μεταφράζω από τα Αγγλικά.
Born in Athens in 1974. Studied Law in Athens University and works as a lawyer. Has published five novels so far. Also writes plays, and is also a theatre director, actor and translator.
Μια πολύ όμορφη και συγκινητική ιστορία που εκτυλίσσεται στη Σκύρο,ένα νησί ιδιαίτερο και ιδιόμορφο,όπου το άρωμα και οι παραδόσεις του είναι διάχυτες σε κάθε λέξη. Με αξιοπρεπή αστυνομική πλοκή και ωραία γραφή που ρέει,ανήκει αναμφίβολα στα πιο ωραία ελληνικά αστυνομικά μυθιστορήματα. 5/5⭐
Καλούτσικο θα το χαρακτήριζα. Απο αστυνομική πλοκή δεν λέει πολλά, αλλά οι χαρακτήρες του αγαπιούνται. Η Σκύρος περιγράφεται όμορφα, με περιγραφές για τα μέρη και τις παραλίες της, τις ιστορίες και τους μύθους της, τα έθιμα της. Νομίζω ότι αυτό που σου μένει απο το βιβλίο αυτό είναι η έντονη επιθυμία να επισκεφτείς την Σκύρο.
Όμορφη ιστορία παρά το στενάχωρο της υπόθεσης. Τέσσερις θάνατοι, κανένας φόνος. Τουλάχιστον όσον αφορά το δικονομικό κομμάτι. Δυστυχώς η αδιαφορία, η προκατάληψη και η ψυχρότητα δεν αποτελούν στοιχειοθετημένο έγκλημα. Υπέροχα τα κομμάτια των παραμυθιών.
«Δεν ήταν θλιμμένη η Καλλιώ. Δε μου φάνηκε να λέει την ιστορία με παράπονο, ούτε με πόνο. Ούτε μου την είπε σαν παραμύθι. Ήρθε σαν φίλη που είχα να δω καιρό και μου είπε την ιστορία της σαν τα νέα που λέμε καμιά φορά μεταξύ μας. Δεν ξέρω πότε γίνονται οι ιστορίες παραμύθια. Ούτε αν θα γίνει το παραμύθι ιστορία»...
Το Αλάτι Κόκκινο είναι ένα βιβλίο που στην κυριολεξία το ρουφάς και διαβάζεις ανελλιπώς για να δεις τι θα γίνει παρακάτω! Ο αστυνόμος Ψαθάς μαζί με τον βοηθό του φτάνουν στο νησί που έχει πληγεί από σεισμό μεγάλο και καλείται να εξιχνιάσει πρωτίστως τον θάνατο της Καλλιώς και συνάμα το θάνατο τριών άλλων ανθρώπων, που προκύπτει κατά την παραμονή του στο νησί! Μέχρι σχεδόν την τελευταία σελίδα δεν σε αφήνει να καταλάβεις αν ο θάνατος της νεαρής κοπέλας προήλθε από αυτοκτονία ή ανθρωποκτονία. Μάλιστα όταν όλα οδηγούνται προς τη λύση τους αποκαλύπτεται και ένα επιπλέον στοιχείο που πια μπλέκει τους μύθους και τις δοξασίες της Σκύρου με την πραγματικότητα! Οι περιγραφές της Σκύρου είναι ιδιαίτερα ζωντανές και πλήρεις που πραγματικά νιώθεις πως κάπου νοερά διασχίζεις κι εσύ το νησί και θωρείς "τα νερά που λαμπυρίζουν κρύσταλλο και χρυσάφι μέχρι το βυθό", ρουφάς το οξυγόνο και την μυρωδιά των πεύκων, απολαμβάνεις τον ήλιο που ανηλεώς σκορπά τις ακτίνες του, στην ξερή και άγονη νότια πλευρά του νησιού, που τόσο θυμίζει τις Κυκλάδες! Οι ιστορίες της Φραντσέζας, που ο συγγραφέας τοποθετεί εμβόλιμα, καλύπτουν έντεχνα και εύστοχα την υπόλοιπη παρουσίαση του νησιού!! Είναι ιστορίες που αφορούν στοιχειά, τέρατα και δαιμόνια, παραμύθια για πλάσματα φανταστικά που την επισκέπτονται στον ύπνο της! Μέσα και από τις δικές της διηγήσεις και κυρίως μέσα από όσα διαβάζουμε για την σημαδεμένη Καλλιώ επιβεβαιώνουμε για ακόμα μια φορά το αυτονόητο, πως ο Παράδεισος δεν ανήκει σε όλους, πως οι στιγματισμένοι για διάφορους λόγους άνθρωποι δεν καταφέρνουν να ενσωματωθούν ποτέ και να γίνουν αποδεκτοί!
Μένει τέλος ο αναγνώστης να ανακαλύψει πόσο διαφορετικά έρχεται η εξιλέωση στη ζωή του κάθε ήρωα..
Το τρίτο βιβλίο του Δημήτρη και αυτό που με κέρδισε περισσότερο από τα τρία, όσο κι αν αγαπώ τα Πικρά Κεράσια. Κάτι η αστυνομική υπόθεση (που είναι το αγαπημένο μου είδος), κάτι τα παραμύθια που παρεμβάλονται και σε κάνουν να ψάχνεις την σύνδεση με την βασική υπόθεση, κάτι το γράψιμο που δεν κουράζει και τέλος η Σκύρος και τα περισσότερα μέρη του νησιού όπου έχω ήδη πάει, συνθέτουν ένα μείγμα που δεν μου επέτρεψε να αφήσω το βιβλίο πριν δω την λύση του μυστηρίου.
Τα πρόσωπα, όπως και στα άλλα δύο βιβλία του ιδίου συγγραφέα, σκιαγραφώνται έντονα και κρύβουν δράματα. Η Καλλιώ σημαδεμένη από γέννα και απορριφθήσα από την υπόλοιπη κοινωνία ακόμα και από τους γονείς της έχει μόνο την γιαγιά της. Ο Ηλίας ένας βοριοηπειρώτης που κάνει όλων των ειδών τις δουλειές όχι όμως από άκρως βιοποριστικό λόγο, αλλά γιατί δεν θέλει να έχει μόνιμη δουλειά (τί ρυξικέλευθη ιδέα για την ελληνική κοινωνία που μέχρι πρότινος ήθελε να βολευτεί στο δημόσιο), επίσης σχετικώς περιθωριοποιημένος καθώς δεν είναι Έλληνας. Γνωρίζονται όταν τα πρόσωπα είναι καλυμμένα στο πανηγύρι της Αποκριάς ως Κορέλα και Γέρος αντίστοιχα, και τότε οι στιγματισμοί της κοινωνίας δεν έχουν θέση μεταξύ τους. Από την άλλη μεριά ένα ακόμα ζευγάρι: ο αστυνόμος Ψαθάς και ο Κορνήλιος. Ο ένας παλαίμαχος στην υπηρεσία και "σοφός" και ο άλλος ευαίσθητος (υπερβολικά) και ενθουσιώδης νεαρός. Ο πρώτος μπαίνει στην θέση του "πατέρα" για τον νεαρό Κορνήλιο και προσπαθεί να τον σώσει από τις κακοτοπιές της ζωής. Ο Ψαθάς είναι επίσης ευαίσθητος άνθρωπος, μόνο που οι άλλοι δεν το ξέρουν. Το ξέρει μόνο ένα μικρό μαύρο βιβλιαράκι που στέκει δίπλα και πίσω από το αστυνομικό μπλοκάκι. Τέλος ο παπάς και η δασκάλα η Φραντσέζα. Ο καθένας στον σκοπό που του έταξε η ζωή, ή μήπως όχι. Επίσης η γιαγιά που στωϊκώς νοιάζεται το κορίτσι που οι γονείς δεν αγαπούν.
Το μόνο αρνητικό σχόλιο που έχω αφορά την έκδοση. Το μέγεθος της γραμματοσειράς που χρησιμοποιήθηκε είναι τεράστιο. Θα προτιμούσα ένα πιο μαζεμένο βιβλίο όσον αφορά τις σελίδες και με μικρότερη γραμματοσειρά.
Η ώρα είναι 02.50. Τα ξημερώματα. Τα ακροδάχτυλά μου, δέκα ξενυχτισμένα πλασματάκια, που αν μπορούσαν θα με μουντζώνανε, περπατούν αυτήν τη στιγμή πάνω στο πληκτρολόγιό μου συντάσσοντας αυτήν την παρουσίαση. Προσπαθούν να σουλατσάρουν άσκοπα, να βραδυπορήσουν ώσπου να βρουν το αγαπημένο τους πλήκτρο και να ξαποστάσουν, με στόχο επιτέλους τον πολυπόθητο ύπνο. Όμως όχι, τα πιέζω και τα καταπιέζω. Πρέπει να γράψω γι'΄αυτό το βιβλίο. Τώρα που είναι φρέσκα στο μυαλό μου. Τώρα το τελείωσα, τώρα θέλω να γράψω γι' αυτό. Άλλα βιβλία δε με νοιάζουν, έχω μια γενική εικόνα και με κάτι σημειώσεις νοερές κάτι κουτσοπαρουσιάζω. Αλλά όχι. Σεβόμενος τα ξενύχτια του συγγραφέα θα ξενυχτήσω κι εγώ.
Λοιπόν το βιβλίο τα σπάει! Είναι ένα σύγχρονο, ελληνικό αστυνομικό μυθιστόρημα. Το οποίο φυσικά δεν έπεσε από τον ουρανό, υπάρχουν ένα σωρό άλλα αστυνομικά μυθιστορήματα που σίγουρα θα σας θυμίσει το παρόν βιβλίο. Απλώς θυμίσει γιατί οι συγκρίσεις σταματούν εκεί. Τον συγγραφέα τον παρακολουθώ από την αρχή του ταξιδού του στη λογοτεχνία, εκείνος στο πιλοτήριο, εγώ στην οικονομική θέση. Και τα ταξίδια μαζί του γίνονται όλο και πιο μαγευτικά, εξελίσσονται όλο και περισσότερο. Από τον διστακτικό και what' s up doc συγγραφέα του Πικρά κεράσια προχώρησε στον προσγειωμένο και στέρεο στα πόδια του συγγραφέα του Αμαρτωλά θαύματα. Εδώ έχουμε μια ιστορία και θα την πούμε. Σωστά. Ολοκληρωμένα. Μεστά. Με ανατροπές και εκπλήξεις. Με μικροσκόπιο πάνω από τα αμαρτωλά θαύματα της μικρής τοπικής κοινωνίας της Σκύρου.
Τι έχουμε εδώ; Μια αστυνομική ιστορία, φρέσκια, ζωντανή, σημερινή, με χιούμορ και ατάκες που σπάνε κόκαλα σε ανυποψίαστα σημεία, με παρατηρήσεις επί του κοινωνικού περίγυρου και της πραγματικότητας διεισδυτικές και διαχρονικές και φυσικά με την απαραίτητη ντοπιολαλιά που ορισμένοι ίσως δυσκολευτούν να ακολουθήσουν και να κατανοήσουν αλλά είναι τόσο, μα τόσο αυθεντική και γνήσια! Με τις αιτίες και τις αιτιάσεις σωστά τοποθετημένες κι όχι τραβηγμένες από τα μαλλιά κι αν κάτσει η κουπ έκατσε, 50 ευρώ παρακαλώ, πληρώνετε στην έξοδο. Με σωστή ψυχολογία (το ξαναλέω). Με το νησί της Σκύρου να ξαπλώνει αναπαυτικά σε όλες τις σελίδες και να μπαίνουν όλα τα τοπωνύμια, οι περιοχές και τα χωριά σωστά στη θέση τους, σαν παζλ που φτιάχνει μόνο ένας έμπειρος δημιουργός. Με έναν αστυνόμο και τον βοηθό του. Με έναν ανολοκλήρωτο έρωτα. Με "κακούς" και "καλούς". Αλλά αυτό που αγάπησα πολύ ήταν ότι τα θύματα δεν ήταν θύματα. Πώς να το πω χωρίς να χαλάσω την έκπληξη και την ανατροπή; Δεν ξέρω. Τέλος πάντων έχουμε θύματα αλλά ο δολοφόνος τους είναι η κοινωνική κατακραυγή, η απελπισία, η θέση μέσα στην κοινωνία, ο φόβος του διαφορετικού, η αιδώς και η λαχτάρα για τον έρωτα.
Ο αστυνόμος Ψαθάς; Εξαιρετικός! Με παρελθόν που το ζούμε και δεν μας το αφηγείται απλά ο συγγραφέας (έχω διαβάσει ένα σκασμό βιβλία που η προηγούμενη ζωή του (κάθε) ήρωα πρέπει να αναλυθεί υπό μορφή σεντονιού και τρόπο αφήγησης σαν τη γιαγιά του διπλανού διαμερίσματος που διαβάζει φωναχτά τον κατάλογο του ΕΟΠΥΥ). Χωρισμένος, με έφηβη κόρη, ένας διαφορετικός δημόσιος υπάλληλος, που αγαπάει την ποίηση αλλά φοβάται μην αποκαλυφθεί στο Σώμα, έναν χώρο εργασίας που τέτοιες ευαισθησίες χαρακτηρίζουν μόνο τους "τοιούτους" και τρέχα βγάλε τη ρετσινιά. Η αποστολή του είναι να εξιχνιάσει τον θάνατο της Καλλιώς της σημαδεμένης. Η αστυνομία ζητά τη βοήθεια των κεντρικών στην Αθήνα γιατί όλη η αστυνμοική δύναμη έχει να προστατέψει τους πολίτες και να καταγράψει τις ζημιές από τον σεισμό που συνέβη την προηγούμενη μέρα που βρέθηκε το πτώμα της Καλλιώς. Ο Ψαθάς χώρισε τη γυναίκα του επειδή παρασύρθηκε από τον έρωτα του δημοσιογραφίσκου Παπατζίκου, εξαιτίας του οποίου απέτυχε σε μιαν αποστολή του και υποβαθμίστηκε.
Ο Γιώργος Θαλάσσης πρέπει να έχει κι έναν βοηθό...σπίθα! Νάτος λοιπόν ο Κορνήλιος Καλαμαράκης που όποτε έρχεται σε δύσκολη θέση ματώνει η μύτη του! (μα τι εύρημα κι αυτό!). Κάνει τις βουτιές του, είναι συνεσταλμένος, ντροπαλός αλλά όταν στροφάρει το μυαλό του, στροφάρει. Χαζός δεν είναι αλλά τόσο κλειστός, ντροπαλός και εσωστρεφής που δεν κάνει για αστυνομικός κι ο Ψαθάς που τον είχε συμπαθήσει τον πήρε βοηθό του, ανακουφίζοντας πολλούς συναδέλφους του!
Η Καλλιώ; Αχ, η Καλλιώ! Μια γυναίκα που γεννήθηκε σημαδεμένη και η τοπική κοινωνία την καταδίκασε σε εξορία λόγω αυτού του διαφορετικού. Μια κοπέλα μόνο 16 χρόνων που δεν ήθελε τίποτα από τη ζωή αλλά δέχτηκε με ευχαρίστηση τον έρωτα που της χάρισε αυτή η ζωή με τον Βορειοηπειρώτη Ηλία, που έζησε στο νησί κι ενσωματώθηκε στην τοπική κοινωνία χάρη στα εργατικά κι ακάματα χέρια του και στο κλειστό του στόμα. Ο έρωτάς τους πλέχτηκε μια νύχτα της Αποκριάς, εκείνος Γέρος, εκείνη Κορέλα. Και δώσαν όρκο να παντρευτούν με την ευλογία του τοπικού παπά για να μπορέσουν να ολοκληρώσουν τον έρωτά τους και να φύγουν μακριά από την κλειστή κοινωνία του νησιού. Δυστυχώς όμως ο κακός της υπόθεσης (στο τέλος αποκαλύπτεται) ποθεί την Καλλιώ και με τις άσκεφτες ενέργειές του χωρίζει το ζευγάρι. Τι συνέβη λοιπόν την επομένη του σεισμού; Ποιος σκότωσε την Καλλιώ; Και γιατί; Κι αυτή είναι μονάχα το πρώτο θύμα που θα βρεθεί.
Τελειώσαμε; Όχι! Η Φραντσέζα, η "τρελή" δασκάλα του χωριού, με τις πρωτότυπες εκπαιδευτικές μεθόδους που δίδασκε στο φροντιστήριο, στις οποίες σύντομα το νησί εναντιώθηκε, μας αφηγείται δέκα ιστορίες του τόπου, δέκα μύθους, τερατώδεις και φρικιαστικούς, όπως κάθε γνωστό παιδικό παραμύθι στην πρώτη του και πρωτότυπη εκδοχή. Με το να παρεμβάλλεται ανάμεσα στις σελίδες έιναι σαν να δίνει μια ξεκούραση στον αναγνώστη, μια ευκαιρία να χαλαρώσει από την ένταση (προσωπικά τις αγνόησα, δώστε Ψαθά στο λαό, τις διάβασα στο τέλος της ανάγνωσης του βιβλίου) και σιγά σιγά ξεδιπλώνεται μέσα από αυτές η προσωπικότητα της δασκάλας που πετάει μια τυχαία πληροφορία στον Ψαθά και το αίνιγμα λύνεται. Στην τελευταία ιστορία έρχεται η Καλλιώ στον νου της, ικανοποιημένη που όλα βρήκαν πια τη λύση τους.
Το νησί συμμετέχει με αγωνία λες στην αναζήτηση της αλήθειας. Προσφέρει όλα του τα μέρη και τις ακρογιαλιές στον συγγραφέα για να περπατήσει, να ψάξει, να μάθει, να περιγράψει τόπους και ανθρώπους. Εδώ ευτυχώς η δράση παίρνει αγκαλιά τον χώρο και τον άνθρωπο και δεν τσακώνεται μαζί τους, με αποτέλεσμα το κείμενο να ρέει αβίαστο, αυτούσιο, με φυσικό τρόπο και να μην μπορεί ο αναγνώστης να αφήσει το ρημάδι από τα χέρια του! Το ξεκίνησα στις 20.15 περίπου και δε σας λέω πάλι τι ώρα το τελείωσα γιατί τα δάχτυλά μου θα ξυπνήσουν από την ημικωματώδη κατάσταση και θα πάρουν το ασύρματο πληκτρολόγιο και θα φύγουν.
Σας παρακαλώ, μην ξεκινήσετε τίποτα παράλληλα με την ανάγνωση αυτού του βιβλίου, δεν υπάρχει περίπτωση να το ολοκληρώσετε. Μη διστάσετε να βυθιστείτε στις σελίδες του και να μασουλήσετε λίγους κόκους αλάτι κόκκινο, αν κι εγώ προτίμησα τις τοπικές "λαδόπ'τες".
Χαρακτηριστικά αποσπάσματα (ακόμη ανατριχιάζω με την περιγραφή του πτώματος στη σελίδα 18):
"Η Βαλάξα. Ένα από τα χιλιάδες μικρά νησάκια σπαρμένα μέσα στο Αιγαίο γύρω από τα μεγαλύτερα. Σαν δορυφόροι, σαν μοσχαράκια που παραμονεύουν γύρω απ' τα μαστάρια της μάνας τους για να βυζάξουν. Αλλά αυτή τ' αφήνει ξεχασμένα. Τους βάζει το πολύ-πολύ ένα φάρο πάνω τους, καμιά φορά σχεδιάζει και καμία ελληνική σημαία στην πλαγιά τους για να διατρανώσει την ιδιοκτησία της και τ' αφήνει μόνα τους να παλεύουν με τα στοιχειά της φύσης για λογαριασμό της" (σελ. 24-25).
"Ο Ψαθάς ήξερε πολλούς ομόβαθμούς του που θα αηδίαζαν και μόνο στη σκέψη ότι θα μοιράζονταν το δωμάτιό τους με έναν κατώτερο αστυνομικό. Για την ακρίβεια θα αηδίαζαν ακόμα και στη σκέψη ότι ο κατώτερός τους αστυνομικός είχε δωμάτιο ίδιας κατηγορίας με αυτούς. Χαμογελούσε γιατί ήξερε ότι αυτοί οι ίδιοι θα χαίρονταν πάντως να μοιράζονται ακόμα και την τουαλέτα με κάποιον ανώτερό τους. Τα κόπρανα των ανωτέρων δεν μπορεί παρά να ευωδιάζουν ενώ των κατωτέρων απλώς βρωμάνε σκατίλα" (σελ. 70-71).
-Για την παραλία γυμνιστών Του Παπά το Χώμα- "Τ' παπά το χουμ', ανακοίνωσε ο Κωνσταντής. Κυρ αστυνόμε, πες στου κουρίτσισ'ς, θα χαλάσ' τα μάτια τ' ν βλέπ' στειλιάρια στουν ήλιο. Εν' γρουσουζά. Τσαι καλά, λέου γω, μ' αυτοί τς γυμνιστέ, δεν τ'νε νοιάζ' πο' βλέπομ' τα κρεμαστάρια τ' νε, τ'ν κωλοτρυπίδα τ'νε, δεν 'νε νοιάζ' που μπαζ' αέρα;" (σελ. 162).
"Στεριανή γούρνα που η τρικυμία τη γεμίζει θαλασσινό νερό και ξεραίνεται στον ήλιο της μπουνάτσας. Εκεί που μια μικρή αλυκή ξεραίνει αλάτι θαλασσινό. Δεν ήταν άσπρο όμως το αλάτι κι ας ήταν ξερό. Τα βράχια του Αγίου Ερμολάου μάζευαν πάνω τους αλάτι με μια ρόδινη απόχρωση. Αλάτι κόκκινο" (σελ. 169).
"Η αγκαλιά είναι δικαίωμα που πρέπει να το κερδίσεις με υπομονή. Μάλλον δύο φορές την εβδομάδα δεν φτάνουν" (σελ. 258).
"Άτιμο πράγμα η αμφιβολία. Είναι σαν έντομο. Σαν σαράκι, σαν κοριός, σαν στρατιά από μυρμήγκια. Όταν βρεθεί ίχνος της έχεις πολύ δρόμο μπροστά σου για να απαλλαγείς, μεγάλη προσπάθεια για να την ξεριζώσεις" (σελ. 260).
-Τι είναι ο θάνατος;- "Ένα κλείσιμο. Μπορεί να είναι ήσυχο και γαλήνιο χωρίς εκκρεμότητες, μπορεί να είναι αναπάντεχο ή βίαιο και ν' αφήνει πράγματα στη μέση, πάντως ένα κλείσιμο είναι. Σαν το φως όταν βγεις από το δωμάτιο, σαν το διακόπτη της τηλεόρασης, σαν τη βάνα του νερού που κλείνεις όταν φεύγεις για καιρό" (σελ. 280-281).
Σασπένς και λεπτή ειρωνεία διατρέχουν τον κορμό του μυθιστορήματος. Γλώσσα στρωτή, διανθισμένη με την ντοπιολαλιά της Σκύρου όπου οι περιστάσεις το καλούν, αντικομφορμιστές οι ήρωες με κύριο εκπρόσωπο, τον πρωταγωνιστή αστυνόμο Ψαθά. Θα μπορούσε να είναι ποιητής, δεν είναι όμως παρά ένας απλός άνθρωπος που προσπαθεί να τιμήσει με τον τρόπο του το επάγγελμα που έχει επιλέξει. Ίσως γιατί βλέπει πως «όλες οι ανθρώπινες ζωές δεν στοιχίζουν το ίδιο, δεν πονάνε το ίδιο, δεν αντιμετωπίζονται το ίδιο». Γι’ αυτό κι εκείνος κουβαλάει δύο σημειωματάρια μαζί του, πανομοιότυπα: το ένα για τον αστυνομικό, το άλλο για τον άνθρωπο. Ο Ψαθάς βρίσκει τον εαυτό του με αυτό το τέχνασμα, όπως άλλοι ήρωες μη θέλοντας «να κουρσευτούν» καταφεύγουν στην παγανιστική μεταμφίεση, στις αφηγήσεις παραμυθιών, σε ό,τι μπορεί να σημαίνει το δικό τους ποίημα.
Μου άρεσε πολύ ο τρόπος γραφής αυτού του μυθιστορήματος καθώς και η πλοκή. Με κράτησε σε αγωνία μέχρι το τέλος, την αποκαλυψη του εγκλήματος, καθώς επίσης τα παραμύθια της Ειρήνης ήταν πολύ όμορφα και ξεχωριστά.
Μεταξύ δραχμής και ευρώ, σε μια Ελλάδα που ελάχιστες διαφορές έχει από τη σημερινή, εξελίσσεται μια έρευνα για έναν φόνο που στο τέλος αφήνει τον αναγνώστη με το στόμα ανοιχτό. Βρήκα την τοπική διάλεκτο λίγο κουραστική όμως το βιβλίο, μέσα από τη μελαγχολία του επιθεωρητή, τα αστεία κατορθώματα του βοηθού του, την προκλητική στάση της έφηβης κόρης του και το μυστήριο για το παρελθόν του με το δημοσιογράφο ρέει ευχάριστα και δεν σου επιτρέπει να το αφήσεις στη μέση. Φέτος ταξίδεψα δύο φορές στη Σκύρο, κι αν είναι κάτι που μετάνιωσα, είναι που διάβασα το βιβλίο μετά την επίσκεψή μου, αφού θα μπορούσε να είναι και ένας ωραίο οδηγός, ώστε να μην χάσει ο κάθε επισκέπτης καμμία από τις ομορφιές του νησιού.
Ενα πολύ καλό πολυεπίπεδο βιβλίο με φοβερή υπόθεση και με μια γραφή όλο δύναμη και ειλικρίνεια.Ενδιαφέρουσα ιστορία πάραλληλα με τα έθιμα και τον πολιτισμό της Σκύρου καθώς επίσης και τις εξαίσιες περιγραφές ενός οδοιπορικού του τόπου που νομίζεις ότι είσαι και εσύ κάτοικος του νησιού.Γοητευτικότατα τα παραμύθια της Ειρήνης που παρουσιάζονται εμβόλιμα και είναι συμβολικά με την αστυνομική αφήγηση και την σχέση του αστυνόμου με την ποίηση.Αξίζει να διαβαστεί και ο καθένας θα βγάλει τα δικά του συμπεράσματα.
Τα παραμύθια της Ειρήνης, οι όμορφες περιγραφές του νησιού, τ�� σημεία που ο συγγραφέας εύστοχα χρησιμοποιεί την τοπική διάλεκτο, το μυστήριο πίσω απο τους θανάτους που σε κρατάει σε αγωνία, όλα μου άρεσαν σ'αυτό το βιβλίο. Είναι σαν να πήγα διακοπές στη Σκύρο σε μια λίγο περίεργη περίοδο για το νησί, όμως πέρασα πάρα πολύ καλά!
Για να πω την μαύρη μου αλήθεια, τον Δημήτρη Αλεξίου δεν τον ήξερα, όχι τουλάχιστον μέχρι την στιγμή που έπεσε στα χέρια μου το τελευταίο του μυθιστόρημα, και το τρίτο κατά σειρά από τότε που παράλληλα με τον κόσμο της νομικής μπήκε και σε αυτόν της λογοτεχνίας, με τίτλο, "Αλάτι Κόκκινο". Υποθέτω ότι αυτό οφείλεται εν μέρη στο γεγονός ότι, όπως έχω δηλώσει πολλάκις στο παρελθόν, δεν θα έλεγα ότι είμαι από τους μεγάλους υποστηρικτές της εγχώριας λογοτεχνίας, εξαιρουμένων φυσικά ορισμένων περιπτώσεων που πραγματικά τα έργα τους είναι εντυπωσιακά από κάθε άποψη, με πρώτο και κύριο, ότι καταφέρνουν να μιλήσουν στην καρδιά σου. Και είμαι σίγουρη ότι το εν λόγω μυθιστόρημα θα καταφέρει να μιλήσει στις καρδιές πολλών αναγνωστών, πολύ περισσότερο των Σκυριανών και λοιπών νησιωτών ωστόσο, δυστυχώς, στην δικιά μου δεν τα κατάφερε και τόσο καλά.
Η υπόθεση του βιβλίου μας ταξιδεύει στην Σκύρο το καλοκαίρι του 2001, όπου ο σεισμός των 6 ρίχτερ που έγινε κάπου κοντά στα τέλη του Ιουλίου, έφερε στο νησί ταραχή και αναστάτωση, τόσο ως προς την αντιμετώπιση των προβλημάτων που είχαν οι ίδιοι οι μόνιμοι κάτοικοι να αντιμετωπίσουν σχετικά με το να διατηρηθεί η σταθερή ροή της καθημερινότητάς τους, όσο και στο να καθησυχάσουν τους ήδη υπάρχοντες στο νησί και τους εν αναμονή τουρίστες ότι η κατάσταση δεν άγγιζε τα όρια του κινδύνου. Υπό το πρίσμα των πραγματικών αυτών γεγονότων εξελίσσονται τα μυθοπλαστικά γεγονότα που γέννησε η φαντασία του συγγραφέα, θέλοντας θύμα ένα 16χρονο, σημαδεμένο από τη γέννα του και από τη μοίρα κορίτσι, το οποίο βρίσκεται νεκρό και κρεμασμένο σε ένα νησάκι απέναντι από την Σκύρο, μπροστά από την εκκλησία του Αγίου προστάτη του νησιού, την ίδια μέρα που ο μεγάλος σεισμός έκανε την απειλητική του εμφάνιση. Ο αστυνόμος Ψαθάς του τμήματος Ανθρωποκτονιών της Αθήνας καταφθάνει στο νησί προκειμένου να αναλάβει την διαλεύκανση της υπόθεσης με θύμα την νεαρή Καλλιώ για να βρεθεί αντιμέτωπος με περισσότερα απ' όσα θα μπορούσε να φανταστεί.
Για να μην είμαι άδικη, θα ξεκινήσω από τα θετικά της ιστορίας με πρώτο απ' όλα, την κεντρική της ιδέα η οποία είναι πραγματικά, ιδιαίτερα πρωτότυπη και έξυπνη, με έναν θάνατο μυστήριο όπου μέχρι την τελευταία στιγμή δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι αν πρόκειται περί εγκληματικής ενέργειας, αυτοκτονίας ή κάτι άλλο. Το γεγονός ότι ο συγγραφέας κατάγεται από την Σκύρο βοηθάει στο να έχει μια πλήρη και σαφή εικόνα, τόσο γύρω από τα χαρακτηριστικά του ίδιου του νησιού, όσο και για τις παραδόσεις και τις δοξασίες του, τις οποίες και χειρίζεται με έξυπνο τρόπο, εισάγοντάς τες στην προσωπική του ιστορία χωρίς να μοιάζουν παράταιρες αλλά αντίθετα, προσδίδοντας έναν αέρα παραμυθιού. Τέλος, οι κοινωνικές προεκτάσεις της ιστορίας, οι οποίες αποδεικνύουν περίτρανα την ανθρώπινη προκατάληψη απέναντι στο διαφορετικό, προκατάληψη που γεννά η άγνοια και η αδυναμία αποδοχής των πραγμάτων έξω από τα συνηθισμένα, οδηγώντας στο φόβο και την πεποίθηση ότι το αλλιώτικο είναι κατ' επέκτασιν και κακό.
Και τώρα θα περάσω στα αρνητικά, ξεκινώντας από το πιο σημαντικό, το γεγονός ότι ο συγγραφέας, αν και ξεκινάει την ιστορία του δυναμικά την ανακάλυψη του πτώματος της νεαρής Καλλιώς, καθυστερεί να μπει στην ουσία της υπόθεσης και στα γεγονότα εκείνα που σταδιακά οδηγούν στην αποκάλυψη, τα οποία στην πραγματικότητα κάνουν την εμφάνισή τους στα μισά του βιβλίου, γεγονός που σε προσωπικό επίπεδο, με κούρασε. Μια ακόμα ένσταση που έχω αφορά τους χαρακτήρες της ιστορίας οι οποίοι, αν και καθ' όλα ελληνικοί και ανθρώπινοι, είναι αρκετά αδιάφοροι, έως και χάρτινοι θα έλεγε κανείς, μέχρι το σημείο εκείνο τουλάχιστον όπου αναλαμβάνουν πλέον δυναμικά δράση δίνοντας ώθηση στην εξέλιξη των γεγονότων. Καθώς μιλάμε για ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, νομίζω ότι οι χαρακτήρες θα έπρεπε να είναι λίγο πιο ενδιαφέροντες και η επιθυμία τους να προχωρήσουν στη λύση του μυστηρίου, πιο έντονη κάνοντας την συνολική τους παρουσία πιο δυναμική.
Διαβάζοντας το βιβλίο, έχω την πεποίθηση ότι ο συγγραφέας ήθελε δια καώς να γράψει ένα μυθιστόρημα αφιερωμένο στο νησί του, να το υμνήσει για τις ομορφιές, τις χάρες και τις παραδόσεις του. Και δεν λέω, σε αυτό το επίπεδο στοχεύει ψηλά και τελικά, πετυχαίνει. Από 'κει κι έπειτα όμως, νομίζω ότι παρασύρεται από την επιθυμία του αυτή, κατά το πρώτο μισό τουλάχιστον της αφήγησης, καθυστερώντας τις εξελίξεις και δίνοντας μεγαλύτερο βάρος σε μικρότερης σημασίας πράγματα και καταστάσεις που θα μπορούσαν είτε να λείπουν είτε να καταλαμβάνουν λιγότερο χώρο. Υπάρχει με άλλα λόγια, μια ανισότητα και μια ανισορροπία ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο μισό της ιστορίας γεγονός το οποίο τελικά, προκαλεί ανάμεικτα συναισθήματα. Δεν το απορρίπτω καθώς όπως ήδη ανέφερα, πιστεύω ότι είναι αρκετοί εκείνοι που λόγω καταγωγής και βιωμάτων θα βρουν κάτι από τον εαυτό τους στο βιβλίο αυτό ωστόσο, αυτό δεν πιστεύω πως ισχύει για το σύνολο του αναγνωστικού κοινού.
Παρόλο που δεν ήταν μεγάλο βιβλίο με κούρασε, ενώ άρχισε να έχει λίγο περισσότερο ενδιαφέρον γύρω στη μέση όπου οι χαρακτήρες έγιναν πιο δυναμικοί λαμβάνοντας δράση. Δίνει την αίσθηση σε αρκετά σημεία πως ο συγγραφέας θέλει πιο πολύ να δώσει μια όμορφη εικόνα της Σκύρου παρά να παρουσιάσει έξυπνα τα αίτια και το ποιος κρύβεται πίσω από τους θανάτους. Χρησιμοποίησε σε αρκετά σημεία την τοπική διάλεκτο και εξ ολοκλήρου στα σημεία που μιλάει με τη γιαγιά της Καλλιώς. Δυστυχώς έπρεπε να καταβάλλω αρκετή προσπάθεια για να καταλάβω τις περισσότερες λέξεις των διαλόγων. Για να πω και τα θετικά... η εικόνα της Σκύρου παρουσιάστηκε πολύ όμορφα και μου κίνησε την περιέργεια να ψάξω περισσότερες πληροφορίες για το νησί. Επιπλέον, οι ιστορίες της τρελο-Φραντσέζας και το παρελθόν της ήταν πολύ ενδιαφέροντα και συγκινητικά. Σαν αστυνομικό μυθιστόρημα που παρουσιάζεται δε μου δίνει την αίσθηση οτι είναι τόσο πετυχημένο αφού παραέχει πολλά στοιχεία της καθημερινότητας των ηρώων καθώς και του νησιού, μη σχετικά με τους θανάτους.
Ίσως από τα πιο δυσάρεστα βιβλία που εχω διαβάσει. Το αγόρασα για να συνοδευσω το ταξιδι μου στην Σκύρο! Το νησί πολυ όμορφο, το βιβλίο δυστυχώς πολυ επιτηδευμένο και για αρκετά υπερβολικό. Η λύση του μυστηρίου ήταν απογοητευτική. Μου άφησε άσχημα συναισθήματα. Δεν βρήκα τον λόγο σε ενα τετοιο βιβλίο για ενα τοσο αρρωστο εγκλημα.