Το σημαντικότερο συμπέρασμα των ερευνών που περιλαμβάνονται σ’ αυτό το βιβλίο είναι ότι η εθνική ταυτότητα που καλλιεργεί ο εκπαιδευτικός θεσμός σήμερα είναι εύθραυστη και αντιφατική, «ανάδελφη» και υποτιμημένη, απειλημένη από παντού και σε διαδικασία παρακμής.
Το βιβλίο αυτό, στο οποίο συμμετέχουν κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι και ιστορικοί από τα πανεπιστήμια Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Θράκης, περιέχει δεδομένα και αναλύσεις από δύο συλλογικές έρευνες: μια ανάλυση δείγματος σχολικών εγχειριδίων ιστορίας, γεωγραφίας και γλώσσας και μια έρευνα σε αντιπροσωπευτικό δείγμα εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, με αντικείμενο την εικόνα και την αξιολόγηση του ελληνικού έθνους και των άλλων εθνών. Τα αποτελέσματα των ερευνών δείχνουν ότι τα σχολικά βιβλία περιγράφουν τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά των Ελλήνων ίδια και αναλλοίωτα από την αρχαιότητα και αυτή η κατάργηση του ιστορικού χρόνου οδηγεί σε ταύτιση της αλλαγής και της εξέλιξης με την αλλοίωση και την παρακμή.
Προβάλλουν την αρχαιότητα ως κυρίαρχη αξία και συστατικό της υπεροχής του ελληνικού έθνους, ενώ παράλληλα παρουσιάζουν το κοινωνικό και πολιτισμικό παρόν αρνητικά. Συγχρόνως παρουσιάζουν έμμεσα ή άμεσα αρνητικά όλα τα άλλα έθνη. Η αξιολόγηση του ελληνικού έθνους στηρίζεται λοιπόν στη ρομαντική αντίληψη και η αξιολόγηση των άλλων εθνών στην ευρωκεντρική επιστημονική παράδοση του 19ου αιώνα. Αποτέλεσμα των δύο είναι ότι ο «ελληνισμός» παρουσιάζεται να έχει πολιτισμική υπεροχή σε σχέση με άλλα έθνη, με την αιτιολογία ότι διατήρησε αναλλοίωτα τα πολιτισμικά του χαρακτηριστικά από την αρχαιότητα, χωρίς ποτέ να έχει δεχθεί επιδράσεις από κανέναν άλλον πολιτισμό. Η αντίληψη αυτή διαμορφώνει μια αμυντική διάσταση της εθνικής ταυτότητας, με αποτέλεσμα η εξιδανίκευση του παρελθόντος να συνδυάζεται με αμηχανία απέναντι στο παρόν και φόβο για το μέλλον.
Το βιβλίο αυτό προτείνεται σε όλους/ες και ιδίως τους/τις εκπαιδευτικούς ως αντικείμενο διαλόγου γύρω από τις αλλαγές που χρειάζονται στο εκπαιδευτικό σύστημα, με στόχο η καλλιέργεια της εθνικής αυτογνωσίας στις νέες γενιές να οδηγεί σε μια εθνική ταυτότητα αρκετά ανθεκτική, ώστε να μη φοβούνται την αλλοίωση ή παρακμή της από τη συνεργασία των λαών και την αλληλεπίδραση των πολιτισμών, και αρκετά ανεκτική, ώστε να μην την υπερασπίζονται αμυντικά απορρίπτοντας τις ετερότητες, τις διαφορές και τους «άλλους».
Η Άννα Φραγκουδάκη σπούδασε κοινωνιολογία στη Γαλλία και ειδικεύθηκε στην κοινωνιολογία της παιδείας. Έγινε διδάκτωρ του Πανεπιστημίου René Descartes-Paris V, υφηγήτρια του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και καθηγήτρια κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης στο Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου είναι πλέον ομότιμη καθηγήτρια. Οι έρευνες που έχει διευθύνει και οι κύριες δημοσιεύσεις της αφορούν τις κοινωνικές ανισότητες, τις διακρίσεις με βάση το φύλο και την κουλτούρα, τα περιεχόμενα των σχολικών βιβλίων, τον εθνοκεντρισμό και το ρατσισμό στην κοινωνία και στην εκπαίδευση, τις ανισότητες του εκπαιδευτικού συστήματος, την ιστορική διγλωσσία και την κοινωνική λειτουργία της. Έργα της είναι: Κοινωνιολογία της εκπαίδευσης (1985), Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και φιλελεύθεροι διανοούμενοι (1992), Γλώσσα και ιδεολογία (1993), Beyond One’s Own Backyard. Intercultural Teacher Education in Europe (επιμ. μαζί με τις Άννα Φραγκουδάκη και Χρυσή Ιγγλέση, 1996), «Τι είν’ η πατρίδα μας;». Εθνοκεντρισμός στην εκπαίδευση (επιμ. μαζί με τη Θάλεια Δραγώνα, 1997), Η γλώσσα και το έθνος 1880-1980 (2001), Πρόσθεση όχι αφαίρεση, πολλαπλασιασμός όχι διαίρεση. Η μεταρρυθμιστική παρέμβαση στην εκπαίδευση της μειονότητας της Θράκης (επιμ. μαζί με την Άννα Φραγκουδάκη, 2008), Ελλάδα και Τουρκία: Πορείες εκσυγχρονισμού. Οι αμφίσημες σχέσεις τους με την Ευρώπη, 1850-1950 (επιμ. μαζί με τον Τσαλάρ Κεϋντέρ, 2008), Ο εθνικισμός και η άνοδος της ακροδεξιάς (2013). Έχει επίσης συμμετάσχει με άρθρα της σε πολλούς συλλογικούς τόμους.