H Mυρτάλη (ψευδώνυμο) στα δεκαπέντε της, με ολιγόμηνη θητεία στο πορνείο της μαντάμ Πανδαισίας και με δύο φόνους που δεν άφησαν απάνω της κανένα αποτύπωμα, κατάλαβε πολλά, και νωρίς, από τον κόσμο, γι' αυτό διάλεξε να πλάσει δική της πραγματικότητα. Κατέβηκε και στον Άδη, αλλά δεν το κατάλαβε. Eπιστρέφοντας, κατάλαβε πως πιο καλά να μη συνεχίσει ως πρόσωπο υπαρκτό, αλλά να γίνει πλάσμα μυθιστορήματος και φαντασίας. Γιατί έτσι θ' αποφύγει δύο ενοχλητικά προβλήματα: τον θάνατο και τη ζωή.
O Σκοτεινός Oδηγός ακολουθεί την απολύτως προσωπική του πραγματικότητα. Όπως κάνει και κάθε άνθρωπος.
Το κυρίαρχο αίσθημα κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης του Σκοτεινού Οδηγού είναι εκείνο της τεχνητά δημιουργημένης παραίσθησης, το μυθιστορηματικό υλικό βρίσκεται σε μια κατάσταση μεταξύ ύπνου κι εγρήγορσης. Βαθιά υπερρεαλιστικό και μεταμοντέρνο το κείμενο του Μάτεσι καταλύει τον ορθολογισμό και την καθιερωμένη ηθική παρουσιάζοντας έναν κόσμο σε αποσύνθεση, χρησιμοποιώντας, ταυτόχρονα, την τεχνική της αυτοαναφορικότητας (Επειδή με ορίζει και με πάει σε όποια πόλη θέλει εκείνος που γράφει αυτό το μυθιστόρημα; [...] Εμένα πάντως αυτός ο βιασμός που μου κάνει αυτός με... κολακεύει. Σαν γαργαλητό κάπως. Ε, πρωταγωνίστρια βλέπεις, δεν κάνουν πρωταγωνίστρια την καθεμιά.) και της διακειμενικότητας, της άμεσης ενσωμάτωσης της Ραραού του έργου Η μητέρα του σκύλου (Μου επιτρέπετε να μπω στο μυθιστόρημά σας, δεσποινίς Μυρτάλη; Δεσποινίς δεν είσθε; Κι εγώ. Είμαι η δεσποινίς Ραραού. Κατοικώ στο διπλανό μυθιστόρημα.), γεγονός που εκτροχιάζει το σουρεαλισμό και χτίζει ένα αύταρκες λογοτεχνικό σύμπαν στο οποίο χαρακτήρες από διαφορετικά έργα αλληλεπιδρούν.
"Και ψηλά, μεσούρανα, κοντά στα σύννεφα, βλέπει ένα μικρό πουλί να πετάει. Όμως ήταν πάρα πολύ μικρό και πάρα πολύ ψηλά και έμοιαζε σαν ακίνητο, κολλημένο στον ουρανό, και μικρό, μικρό σαν σκνίπα. Πού να πηγαίνει, σκέφτηκε η Μυρτάλη. Και μετά κατάλαβε πως δεν είναι μικρό πουλί που πετάει πάρα πολύ ψηλά, ήτανε σκνίπα κολλημένη στο τζάμι του παραθύρου της.”
Η Γιωργίτσα γίνεται Μυρτάλη. Ταξιδεύει. Θέλει να γίνει από ανύπαρκτη ύπαρξη, υπαρκτή ύπαρξη. Και το καταφέρνει με το να πνιγεί πρόθυμα στον ωκεανό της, αφού περάσει επτά μήνες στον Άδη, προσπαθώντας να κάνει παιδί με τον σκοτεινό οδηγό, ενώ οι Ερινύες ακρωτηριάζονται στο Ασκληπιείο σε Ευμενίδες.
Ο Σκοτεινός Οδηγός είναι ένα ψυχεδελικό αφήγημα, ένα σουρεαλιστικό μυθιστόρημα, με γρήγορο ρυθμό.
Πρώτη επαφή με το έργο του Μάτεσι. Δώστε μου δυο στιγμούλες να κατανοήσω τι ακριβώς συνέβη. Πρέπει κάπως να εξηγήσω πόσο σουρεαλ, μεταμοντέρνο, πιο κοντά σε περιγραφή ονείρου πάρα της πραγματικότητας κτλ ήταν αυτό που διάβασα. Χωρίς κανόνες, με έντονα στοιχεία προφορικότητας, διακειμενικότητα (μιας και εμφανίζεται μέσα χαρακτήρας άλλου βιβλίου του, που μπορεί να μην το έχω διαβασει, αλλά μάλλον όλοι το έχουμε ακουστά) και γρήγορο ρυθμό, το μυθιστόρημα αυτό δύσκολα μπαίνει σε καλούπια. Αν σας πω ότι μου θύμισε και λίγο Tom Robbins; Συνοψίζοντας, μέχρι τη μέση είχε τρομερό ενδιαφέρον, μέχρι να συνηθίσεις και το ύφος. Μετά κάπου με έχασε και μετά ξαφνικά, ΤΣΟΥΠ, με ξαναβρήκε! Το μόνο σίγουρο είναι ότι μου δημιούργησε την περιέργεια να διαβάσω κι άλλα έργα του.
Ανάμεικτες οι εντυπώσεις από το συγκεκριμένο βιβλίο. Ξεκινάει πολύ δυνατά, δεν θες να το αφήσεις από τα χέρια σου, αλλά ο σουρεαλισμός στις τελευταίες 50 σελίδες μπορώ να πω ότι με άφησε αδιάφορη, με δυσκόλεψε..! Από ένα σημείο και μετά γίνεται υπερβολικά σουρεαλιστικό!