Ο Αλέκος επιστρέφει από την Αμερική γεμάτος όνειρα και φιλοδοξίες για να κάνει καριέρα ως σκηνοθέτης. Σύντομα διαπιστώνει πως οι περγαμηνές και οι διακρίσεις δεν είναι αρκετές στα στενά πλαίσια της πατρίδας του: εδώ βαραίνουν πολύ περισσότερο τα «μέσα» και οι διασυνδέσεις. Αγωνίζεται να μην προδώσει τις αρχές του και αρνείται να υποταχθεί στο κατεστημένο, σε ιδεολογίες, φόβους και προσχήματα. Οι σκέψεις για νέα φυγή στο εξωτερικό τον καλούν σαν σειρήνες, αλλά αντιτάσσει τη μεγάλη αγάπη του για την Άννα. Αποφασίζει να αναζητήσει τη συμβουλή της γιαγιάς Σοφίας και εκεί συμβαίνει κάτι αναπάντεχο. Η γιαγιά τού παραδίδει ένα τετράδιο στο οποίο έχει καταγράψει τη ζωή της, προκειμένου ο αγαπημένος της εγγονός να την κάνει ταινία. Ο Αλέκος βυθίζεται στην ιστορία μιας άλλης εποχής, στο περιφρουρημένο από ενετικά τείχη Βαρώσι, με τους διωγμούς, τους πολέμους και τα μίση του. Ο ανεκπλήρωτος έρωτας της γιαγιάς του τον συνταράζει και τα λόγια της τον συνοδεύουν: «Να θυμάσαι αγόρι μου, μια αγάπη που εκρήγνυται δεν ξεχνιέται ποτέ. Η λάβα της θα σε ακολουθεί μέχρι το τέλος της ζωής σου».
Η Γιόλα Δαμιανού Παπαδοπούλου γεννήθηκε στη Λευκωσία. Έζησε πολλά χρόνια στο Κογκό και τη Νιγηρία. Σπούδασε Δημοσιογραφία και συνεργάστηκε με ραδιοφωνικούς σταθμούς, περιοδικά και εφημερίδες της Κύπρου σε Χρονογραφήματα, Πολιτιστικά και έρευνα.
Έχει γράψει μυθιστορήματα και διηγήματα για ενήλικες και παιδιά ενώ για το συγγραφικό της έργο έχει αποσπάσει κρατικά βραβεία και πολλές άλλες διακρίσεις σε Κύπρο, Ελλάδα και Ευρώπη.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευχαρίστηση για έναν αναγνώστη από το να κρατά στα χέρια του ένα υπέροχο μυθιστόρημα που καταφέρνει να τον ταξιδέψει, να του δημιουργήσει δεκάδες συναισθήματα και τελικά, να του επιτρέψει να πλάσει εικόνες, τοποθεσίας, πρόσωπα, να νιώσει στο στόμα του γεύσεις, να μυρίσει αρώματα και ν' αντικρίσει χρώματα μιας άλλης εποχής, συνδυασμένα με τρόπο μοναδικό με το παρόν και το σήμερα. Η Γιόλα Δαμιανού-Παπαδοπούλου, δεν χρειάζεται συστάσεις, δεν έχει ανάγκη από διαπιστευτήρια, ούτε την προσωπική μου άποψη καθώς το πολύχρονο και βραβευμένο έργο της, μιλάει από μόνο του. Όμως δεν μπορώ να μην μιλήσω, ούτε να συγκρατήσω τον ενθουσιασμό μου για το τελευταίο της βιβλίο που ακούει στον τίτλο, "Αργός Χορός", και που δίχως άλλο, κατάφερε να κερδίσει μια υψηλή θέση στην καρδιά και το μυαλό μου, μαγνητίζοντας τις αισθήσεις μου και παρασύροντάς με σε μέρη και χρόνους που δεν είχα φανταστεί.
Ο Αλέκος είναι ένας νέος άνθρωπος που αν και διαθέτει όλα τα εφόδια για να πάει μπροστά στη ζωή του, έρχεται αντιμέτωπος με τις δυσκολίες των καιρών, την ανεργία και την αδυναμία της υλοποίησης όλων όσων οραματίστηκε, όσο τόσοι και τόσοι νέοι στις μέρες μας που βλέπουν το μέλλον που ονειρεύτηκαν να γκρεμίζεται. Διατηρεί σχέση με την Άννα από τα σχολικά τους κι όλας χρόνια και παρά που η αγάπη τους είναι αναμφισβήτητη, η αβεβαιότητα της επόμενης μέρας, αρχίζει να μπαίνει σαν μαύρο σύννεφο ανάμεσά τους. Εκείνη, είναι εξασφαλισμένη επαγγελματικά και αδυνατεί να καταλάβει τους προβληματισμούς του και τις ανησυχίες του, με αποτέλεσμα η σχέση τους να βρεθεί σε τέλμα και μια παρεξήγηση που έρχεται από το πουθενά, δυσκολεύει ακόμα περισσότερο την κατάσταση ανάμεσά τους. Η γιαγιά του, Σοφία, του χαρίζει σε αυτή τη δύσκολη στιγμή ένα τετράδιο που αποτελεί το προσωπικό της ημερολόγιο, έτσι ώστε να το κάνει σενάριο και μέσα από αυτό, να ανακαλύψει ποια πραγματικά είναι, ποια ήταν η ζωή της και πως έφτασε στο σήμερα να είναι αυτή που είναι.
Αν κάτι με έχετε ακούσει ίσως πολλές φορές να λέω είναι πως, έχω βαρεθεί να διαβάζω μυθιστορήματα για την Μικρασιατική καταστροφή. Το βιβλίο της κυρίας Δαμιανού-Παπαδοπούλου, ασχολείται μεν με έναν ξεριζωμό όμως, πολύ διαφορετικό από εκείνον της Σμύρνης και που προσωπικά, λογοτεχνικά τουλάχιστον, έζησα για πρώτη φορά διαβάζοντας το βιβλίο της. Μέσα από τις σελίδες του τετραδίου της κυρίας Σοφίας, ζούμε όλη την ιστορία της Κύπρου από την δεκαετία του '50 μέχρι και του '70 αλλά, και όλων όσων ακολούθησαν και συνεχίζουν να πληγώνουν την μεγαλόνησο μέχρι και τις μέρες μας. Η επανάσταση κατά των Άγγλων, ο διωγμός του 1964, η τουρκική εισβολή στο νησί και τα κρίσιμα στάδια των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ο Αττίλας, είναι τα γεγονότα τα οποία με το πέρασμα των χρόνων χτίζουν το φόντο της καθημερινότητας μέσα στην οποία μεγαλώνει η Σοφία, γίνεται μέλος του αγώνα του ΕΟΚΑ, ερωτευμένη έφηβη, φοιτήτρια σε μια ξένη χώρα, σύζυγος ενός άντρα που δεν αγαπάει, μητέρα και όμως, παραμένοντας πάντα το κορίτσι εκείνο που λαχταρούσε να γευτεί τη ζωή, να δώσει όλο της το είναι.
Αυτή είναι η ζωή της Σοφίας, που μεγαλωμένη σε έναν αυστηρό οικογενειακό περιβάλλον αναγκάζεται να εγκαταλείψει τον έρωτα και να ακολουθήσει την πορεία που άλλοι χάραξαν για εκείνη. Και όμως, παρά την σταθερότητα με την οποία έχτιζε τη ζωή της, το βλέμμα του Σωτήρη, του πρώτου της έρωτα, δεν λέει να σβήσει από τη μνήμη της, στοιχειώνει τη ζωή και τα όνειρά της και πάντα την καταδιώκει κάνοντάς την να αναρωτιέται πως θα ήταν η ζωή της αν την είχε ζήσει διαφορετικά. Θα ήταν η ίδια ή οι συνθήκες θα την ανάγκαζαν να αλλάξει; Μπορεί ο πρώτος έρωτας να μείνει ζωντανός στις καρδιές μας, ακόμα κι αν δεν είμαστε μαζί με αυτόν που αγαπάμε; Αν δεν αντιμετωπίσουμε τα φαντάσματα του παρελθόντος μας, μπορούμε να βρούμε τη γαλήνη εκείνη για την οποία τόσο πολύ πασχίζει ο καθένας από εμάς; Και τελικά, το μεγαλύτερο ερώτημα όλων... αν είχαμε τη δυνατότητα να διεκδικήσουμε μια δεύτερη ευκαιρία, θα την αρπάζαμε ή θα συνεχίζαμε να πορευόμαστε στο μονοπάτι που πριν τόσα χρόνια χαράξαμε;
Μιλώντας στο παρόν, και μέσα από την ιστορία του Αλέκου και της Άννας, η συγγραφέας αποτυπώνει με τρυφερότητα την ανησυχία της για τους νέους ανθρώπους και που μπορεί να οδηγηθεί η ζωή τους με τις υπάρχουσες συνθήκες. Παράλληλα, δηλώνει ξεκάθαρα τη θλίψη που πλημμυρίζει η ψυχή της βλέποντας οικογένειες και ανθρώπους που κάποτε έκαναν όνειρα να κατρακυλούν σε έναν δρόμο που κάποιοι άλλοι τους οδήγησαν. Συνδέοντας με ευφυή τρόπο το παρόν με το παρελθόν, οδηγεί τις δύο ιστορίες παράλληλα, με τις διαφορές να είναι ξεκάθαρες, όσοι και οι ομοιότητές τους. Είναι η απόδειξη πως σε όποια εποχή κι αν ζούμε, όποια περίοδο κι αν διανύουμε, πάντα θα έχουμε έναν αγώνα μπροστά μας, πάντα θα βρισκόμαστε στη μέση ενός πολέμου, έχοντας ν' αντιμετωπίσουμε δυσκολίες και βάσανα που στο χέρι μας είναι να τα ξεπεράσουμε, ή να τ' αφήσουμε να μας καταπιούν. Όσο κι αν θέλουν κάποιοι να μας ελέγχουν, εμείς είμαστε εκείνοι που θα αποφασίσουμε τελικά αν θα σκύψουμε το κεφάλι μας ή αν θα υψώσουμε το ανάστημά μας δηλώνοντας φωναχτά και με θάρρος πως είμαστε εδώ και πως τίποτα, δεν μπορεί να μας κάνει να λυγίσουμε.
Το "Αργός Χορός", είναι άρτιο, εξαιρετικό μυθιστόρημα και η γραφή της κυρίας Δαμιανού-Παπαδοπούλου άμεση, ειλικρινής, περιγραφική και συγκινητική. Θα δακρύσετε διαβάζοντας για τα βάσανα των Κυπρίων όλες αυτές τις δεκαετίες καθώς και τις στιγμές όπου αφηγείται την έκρηξη του 2011 στη Ναυτική Βάση της Λευκωσίας που στοίχισε τη ζωή δεκατριών άτυχων ανθρώπων, προσθέτοντας άλλη μια μαύρη σελίδα στην ιστορία της Νήσου. Θα ταυτιστείτε με τους χαρακτήρες και μέσα από τις αφηγήσεις τους, θα νιώσετε κάθε μικρό και μεγάλο συναίσθημα που πλημμυρίζει τις καρδιές και κυριεύει το μυαλό τους. Ένα πολυδιάστατο μυθιστόρημα, διάχυτο από τρυφερότητα, συγκίνηση, δάκρυα, πόνο αλλά και ελπίδα, αφήνοντάς μας με ένα αίσθημα αισιοδοξίας πως όπου να 'ναι, μια μέρα από αυτές που θα έρθουν, θα ξημερώσει ένα νέο αύριο, γεμάτο με νέες ευκαιρίες. Ένα μυθιστόρημα ξεχωριστό και υπέροχο και θα σας προσφέρει ένα ταξίδι που δεν πρέπει να χάσετε. Ένα ταξίδι πόνου και ρομαντισμού. ένα ταξίδι στην αγάπη που δεν πεθαίνει ποτέ. Ένα ταξίδι για την ανακάλυψη του ποιοι είμαστε. Ένα ταξίδι προς αναζήτηση της ελπίδας που κανείς και τίποτα, δεν μπορεί να σβήσει.
Ένα εξαιρετικό, καλογραμμένο δισδιάστατο μυθιστόρημα. Στο σήμερα έχουμε τον Αλέκο και την Άννα, εκείνος άρτι αφιχθείς στην Κύπρο με πτυχία κινηματογραφίας, φέρελπις και αισιόδοξος, εκείνη με εξασφαλισμένη δουλειά τον περιμένει. Τη σχέση τους θα δοκιμάσει η κρίση, η ανεργία, η ανασφάλεια του Αλέκου. Μια παρεξήγηση θα κάνει τα πράγματα χειρότερα. Στο χτες έχουμε τη γιαγιά του Αλέκου, Σοφία, που του χαρίζει το ημερολόγιό της και μαθαίνουμε για τη συμμετοχή της στην αντίσταση του ΕΟΚΑ, για τα αισθήματά της που έκρυψε βαθιά μέσα της για να παντρευτεί έναν άντρα, για το ξερίζωμα της οικογένειάς της από τις πατρογονικές εστίες της Αμμοχώστου τον Ιούλιο του 1974. Κι έναν έρωτα που περιμένει ακόμη.
Είναι το πρώτο βιβλίο που διαβάζω με θέμα την τραγωδία της Κύπρου το 1974 και με κέρδισε αρκετά. Μέσα από την ιστορία της Σοφίας περνά όλη η ιστορία της Κύπρου από τη δεκαετία του 1950 έως τη δεκαετία του 1970. Επανάσταση κατά των Άγγλων, κρίσιμα στάδια των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ο πρώτος διωγμός το 1964, η Χούντα, ο Αττίλας Ι και ΙΙ. Με φόντο αυτά τα ιστορικά γεγονότα η Σοφία μεγαλώνει, γίνεται πιο δυνατή, πιο αυστηρή με τον εαυτό της και πιο χαλαρή με τα παιδιά της. Μεγαλωμένη σε ένα αυστηρό περιβάλλον γνωρίζει τον έρωτα στα μάτια του Σωτήρη αλλά οι γονείς της τον απορρίπτουν ως γαμπρό. Η Σοφία δεν πρέπει μόνο να ξεχάσει αυτόν τον άδολο, γνήσιο και δυνατό έρωτα αλλά και να παντρευτεί για το συμφέρον των γονιών της έναν άντρα που δεν τον ξέρει και δεν τον αγάπησε ποτέ. Χρόνια μετά έρχεται αντιμέτωπη με τον εαυτό της και γράφει αυτές τις σελίδες. Χρόνια μετά θα ξανασυναντήσει τον Σωτήρη γιατί δεν τον ξέχασε ποτέ, γιατί η σκέψη του και η ματιά του τη στοιχειώνει ακόμη, γιατί ξέρει πως αν δε μιλήσουν ύστερα από τόσα χρόνια, οι πληγές δε θα κλείσουν. Άραγε, η Σοφία θα ακολουθήσει επιτέλους την καρδιά της; Θα χορέψει μαζί του το τελευταίο βαλς; Πόσο θα επηρεάσουν την απόφασή της οι αναμνήσεις, οι μελωδίες, η σταθερότητα της οικογένειας που δημιούργησε;
Σε παράλληλο σύμπαν έχουμε την αφήγηση του Αλέκου, οπότε η συγγραφέας ξεδιπλώνει με όλη της την αγάπη το ενδιαφέρον της, την έγνοια της, την ανησυχία της για το μέλλον των σημερινών παιδιών, στην Κύπρο και γενικότερα, των παιιδιών που γεννιούνται με όνειρα και αναγκάζονται να τα θάψουν στο πιο κοντινό παρκάκι. Στηρίζει την αγωνία των νέων παιδιών και με το γράψιμό της δίνει όσο μπορεί περισότερη αισιοδοξία ότι κάπου, κάπως, κάποτε θα καλυτερέψουν τα πράγματα.
Συγκρίνοντας το τότε με το σήμερα εντοπίζει τις διαφορές και τις ομοιότητες ("Αναρωτιέται, αν συνέβαινε κάτι ανάλογο τώρα, πώς θα το αντιμετώπιζε η δική του, καλομαθημένη γενιά; Ίσως η γνώση πως οι πατρίδες εύκολα ξεπουλιούνται χάριν των συμφερόντων, πως είμαστε υποχείρια των μεγάλων δυνάμεων, να μη δώσει το απαιτούμενο κίνητρο να αγωνιστεί με το ίδιο πάθος όπως οι προηγούμενες γενιές...", σελ. 420), ξεχωρίζει τις περιστάσεις και περιγράφει συγκινητικές στιγμές με αφορμή την έκρηξη τον Ιούλιο του 2011 κοντά στη Ναυτική Βάση της Λευκωσίας που προκάλεσε το χαμό αθώων ανθρώπων.
Όπως γράφει η συγγραφέας: "Η γιαγιά σου είδε την απόγνωση που ζεις και πόσο σε επηρέασαν τα τελευταία γεγονότα και θέλησε μέσα από τη δική της ιστορία να καταλάβεις πως αυτά που συμβαίνουν δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο για τον τόπο μας. Διαχρονικά οι άνθρωποι περνούν παρόμοιες καταστροφές και οδύνες και πάντα επιβιώνουν. Θέλησε να σου δώσει ένα μάθημα ζωής, γλυκέ μου. Σου έδωσε ερεθίσματα για να παλέψεις"¨(σελ. 150).
Ένα συγκινητικό, τρυφερό, αληθινό, αισιόδοξο, μεστό, πολυεπίπεδο μυθιστόρημα που δεν πρέπει να χάσετε. Ένα μυθιστόρημα για την Αμμόχωστο και για τη Σοφία: "[-Τι σκέφτεσαι, γιαγιά;-Την Αμμόχωστο, αγόρι μου, γιατί είναι κι αυτή σαν κι εμένα! Γυναίκα που κουβαλάει έναν κρυφό πόνο στην καρδιά και περιμένει ακούραστη μες στα χρόνια τον παλιό έρωτα να χτυπηήσει ξανά την πόρτα της", σελ. 540).
Χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
"Η καρδιά έχει το χάρισμα να ανοιγοκλείνει σαν ακορντεόν και κάθε φορά ξεφυσά άλλον ήχο, πότε χαρούμενο και πότε πονεμένο" (σελ. 293).
"Ήταν Αύγουστος του 1964, όταν τούρκικα αεροπλάνα βομβάρδισαν το νησί...Από εκείνη τη μέρα, και για χρόνια μετά, τα μάτια μας δεν σφράγιζαν τον ύπνο, κοιμόμασταν με μάτια ορθάνοιχτα, να διαφεντεύουμε στο σκοτάδι τους δράκοντες που δεν προμηνούν την άφιξή τους" (σελ. 298).
"Προσπαθεί να πείσει τον εαυτό του πως αυτό το χαρτί θα είναι το διαβατήριό του στη ζωή. Όχι γιατί θα του το αναγνωρίσει κάποιος και θα του αποδώσει αξία, αυτά δεν γίνονται στην εποχή που ζούμε. Κανείς δεν αναγνωρίζει τίποτε σε κανέναν, απ' το φόβο μην υπάρξει κανείς καλύτερος από τον ίδιο. Όμως γι' αυτόν η βράβευση θα του δώσει τη χαμένη πίστη στον εαυτό του." (σελ. 313-314).
Εξαιρετικο...με ταξιδεψε στην αγαπημενη μου πολη,την Αμμοχωστο,την πολη των ομορφων παιδικων μου χρονων....ταυτιστηκα με την Σοφια,και μαζι της εκλαψα,χαρηκα,συγκινηθηκα,πονεσα...σ ευχαριστω Γολα Δαμιανου Παπαδοπουλου...εγραψες οσα ζησαμε και οσα νοιωσαμε ολα αυτα τα χρονια...
Απορώ πώς ένα τόσο ωραίο βιβλίο έμεινε τόσα χρόνια αδιάβαστο στην Βιβλιοθήκη μου. Από τη μια τα Ιστορικά γεγονότα της πολύπαθης Κύπρου κ από την άλλη η υποταγή του έρωτα στις κοινωνικες επιταγές της εποχής. Παράλληλα, θίγεται κ η οικονομική κρίση με τις συνέπειες που έχει στην ζωή μας. Μου άρεσε πολύ κ με συγκίνησε η ανθρώπινη περιγραφή του ξεριζωμού.
Δεν το έχω κρύψει ότι πλήττω αφάνταστα με την ελληνική γυναικεία λογοτεχνία πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Ο "Αργός Χορός" δεν κατάφερε να μπει στις εξαιρέσεις. Η ιστορία του Αλέκου ήταν εντελώς χωρίς έμπνευση και με ένα συμβατικό happy end καθ΄όλα αναμενόμενο. Αγάπης πείσματα, επιφανειακοί προβληματισμοί και πολλά κλισέ. Η ιστορία της γιαγιάς Σοφίας, ιστορία που αποδίδεται μέσω του ημερολογίου που η ίδια παρέδωσε στον εγγονό, μου φάνηκε ολίγον εξωπραγματική. Γόνος καλής και πλούσιας οικογένειας, κόρη του καλού κόσμου, την κοπανάει από το σχολείο και κάνει αντίσταση με το ποδήλατο της και παράλληλα ερωτεύεται κάποιον που φεύγει και ρίχνει μαύρη πέτρα πίσω του. Τα κάνει μαντάρα στο σχολείο της και σχεδόν χωρίς απολυτήριο, την στέλνουν στο Λίβανο όπου και γράφεται στο πανεπιστήμιο! Ως τυπική ανώριμη προσωπικότητα πάει να μπλέξει με έναν ντόπιο πλούσιο αλλά παρεμβαίνει η πατρική τσιμπίδα και τη συλλαμβάνει πάραυτα. Όχι που θα μπλέξει η κόρη με έναν μαύρο! Πίσω στο σπίτι, η ζωηρή κόρη αρραβωνιάζεται με το ζόρι γόνο φέρελπι αλλά το παρελθόν με τη μορφή του αξέχαστου πρώτου έρωτα και κάποιων άρτι αποκαλυφθέντων ερωτικών επιστολών σπιλώνουν την ημιάσπιλη ήδη τιμή της. Εκείνο που δημιουργεί απορία στον αναγνώστη επί πλέον, είναι ότι ενώ ο εγγονός διαβάζει το ημερολόγιο και γνωρίζει ήδη την τωρινή ιστορία της γιαγιάς, δηλ. ποιον έχει για σύζυγο τελικά, δεν αναφέρεται τίποτε, ένα σχόλιο έστω σαν προοικονομία του μυθιστορήματος. Τελικά γάμος γίνεται γιατί η κόρη πρέπει να τακτοποιηθεί και όλα αυτά περί επαναστατικής και τολμηρής προσωπικότητας αποδεικνύονται στην πράξη φούμαρα. Η προσωπικότητα ήταν και παρέμεινε ανώριμη αδυνατώντας να κάνει την όποια υπέρβαση. Μέχρι και την ώριμη ηλικία. Κρίμα γιατί η ιστορία θα μπορούσε να είναι καλύτερα δοσμένη και με περισσότερο βάθος, δεδομένου ότι περιείχε αρκετά ενδιαφέροντα ιστορικά στοιχεία.