Ήταν η μικρή αράχνη που στήριζε μια μεταξωτή κλωστή σ’ ένα φύλλο του γιασεμιού κι ύστερα κρεμόταν πάνω της και νανούριζε τους πόθους της. Ήταν η ανόητη σαύρα που κρύφτηκε στη ρίζα του αλεξανδρινού, γιατί φοβήθηκε τη σκιά της ερημιάς. Ήταν η φτερούγα από τ’ όνειρο του Σέβη, που καρφώθηκε σαν τον σουγιά σε μια γινωμένη ρόγα σταφυλιού. Ήταν ο αναστεναγμός από τον ξεσταχιασμένο έρωτα του Σούλια, που έκανε τις πέτρινες βρύσες να ιδρώνουν. Ήταν οι κόμποι από το φαρμάκι στην ψυχή της Σιδερίας, που έσταζαν πάνω στα κυκλάμινα και τα ξέραιναν. Ήταν η αναπνοή του Λέου, που τρεμόπαιζε στα φτερά της άσπρης πεταλούδας και δεν την άφηνε ν’ αποκοιμηθεί. Ήταν η αγάπη της Δαμάσκας, που άνοιγε τα μπουμπούκια της μπιγκόνιας. Ήταν όλ’ αυτά ανακατωμένα. Ποιος μπορούσε να τα ξεχωρίσει – και προς τι… Αμάν αμάν, καρδούλα μου! Ένας σεβντάς είν’ όλα. Μια σταγόνα δροσιάς, πάνω στο πολύχρωμο κεφάλι της νιογέννητης κάμπιας. Αμάν αμάν, καρδούλα μου… Ένα σερμπέτι είν’ όλα. Ένας καημός…
Γεννήθηκα στο Νιο Χωριό, πολύ κοντά στα Χανιά. Ο πατέρας μου ήταν δάσκαλος. Η μάνα μου, ονειροπόλα... Όσο ήμουνα παιδί, η οικογένειά μου περνούσε δύσκολες έως τραγικές καταστάσεις. Έτσι, αναγκάστηκα να ψάχνω από τότε τα μονοπάτια της φυγής. Εκείνη την εποχή μιλούσα με τα δέντρα, τις κάργιες που φώλιαζαν στα κυπαρίσσια του κήπου μας, τους θάμνους και τις πέτρες. Μου άρεσε, ακόμη, να φέρνω στο μυαλό μου διάφορες λέξεις και ν` ανακαλύπτω το χρώμα και τη μυρουδιά τους.
Τελείωσα τη Γαλλική Σχολή κι ύστερα ήρθα στην Αθήνα με τ` όνειρο ν` αλλάξω τον κόσμο. Άρχισα τις επαναστάσεις και τις ανατροπές και το μόνο που κατάφερα ήταν να σπάω συνεχώς τα μούτρα μου. Ευτυχώς που όλα έγιναν έτσι ακριβώς όπως έγιναν. Χαλάλι. Είδα, έμαθα κι ένιωσα τόσα πολλά!
Όταν κατάλαβα πως δεν μπορούσα ν` αλλάξω τον κόσμο, είπα: εντάξει, θ` αλλάξω τον εαυτό μου. Πολύ το διασκέδασα που την πάτησα κι εκεί. Τελικά σκέφτομαι, προς το παρόν δηλαδή γιατί πάντα το ψάχνω, πως επανάσταση είναι να `χεις τα μάτια της ψυχής σου ανοιχτά· να επιμένεις, ν` αγαπάς τη ζωή και να φροντίζεις να μην τη μολύνεις με το πέρασμά σου.
Όσο για το γράψιμο, έγραφα από παιδί. Το πρώτο μου γραφτό ήταν ένα ραβασάκι στο Θεό. Η αλήθεια είναι πως, όταν μεγάλωσα αρκετά, έκανα φιλότιμες προσπάθειες να μην μπλεχτώ στα γρανάζια της λογοτεχνίας. Φοβόμουνα μήπως κάποια μέρα αυτή η ιστορία με καπελώσει. Μάταιος κόπος! Φαίνεται πως μερικοί γεννιούνται με τούτη την περίεργη διαστροφή στο κεφαλάκι τους. Τουλάχιστον με παρηγορεί το γεγονός, πως το καπέλο μου δε μου `κρυψε ποτέ τα μάτια και τ` αφτιά μου.
Αυτή η τρομερή ροή στην αφήγηση, στους διαλόγους, σε κάθε λέξη και παράγραφο της Παπαδάκη, αυτή η ορμή που ξεχειλίζει, μου είχε λείψει, ειλικρινά, πάρα πολύ.
Συγκλονιστικό, ωμό, αληθινό, μιλά απ' ευθείας στην καρδιά με μία γλώσσα άμεση και απλή. Σε κάνει να γελάς, σε προβληματίζει, σε συγκινεί. Αρχικά με σόκαρε η υπερβολική ωμότητα του, ειδικά όσο αφορά την σεξουαλική παρενόχληση του μικρού αγοριού, κατόπιν συνήθισα την ωμότητα, αν και συνέχισε να με ενοχλεί σε κάποια σημεία. Πάντως διαβάζεται στο άψε σβήσε. Πολύ καλό, από τα αγαπημένα μου.
3,5*. Ωραία αφηγηση που ρέει αβίαστα. Το διαβάζεις σε ένα απόγευμα. Όμως πολύ δράμα και κακοτυχία, θα μπορούσε να είναι πιο ανάλαφρο. Οι στοχασμοί του Ναζή μου θύμισαν τον Ζορμπά του Καζαντζάκη. " Όταν καθήσεις στο τραπέζι της ζωής, να καθήσεις σαν κύριος κι όχι σαν πεινάλας. Να τρως σιγά και ν' απολαμβάνεις κάθε μπουκιά. Να μεζάρεις βρε! Αυτή είναι η γλύκα. Να μεζάρεις...."
«Αυτά τα καταραμένα ούζα ήταν η αρχή του κακού. Η «φτωχή» δεν ήταν ποτέ τόσο θερμή στον έρωτα, όσο την ήθελε αυτός που κατέτασσε τον εαυτό του στους μεγάλους πηδηχταράδες. «Νερουλή» την αποκαλούσε. Την έγδυνε κι αυτή μάζευε το σεντόνι και σκεπαζόταν. Τη χαϊδολογούσε κι αυτή ζάρωνε σαν το σκουλήκι όταν το ακουμπάς μ’ ένα ξυλάκι. –Δεν συμμετέχει, παραπονιόταν ο πηδηχταράς. Αλίμονο από τον άντρα που δε σηκώνεται χορτάτος από το κρεβάτι του. «Τόσο όμορφη γυναίκα..!» σκεφτόταν. «Και να μην έχει συμμετοχή! Που να το φανταζόμουνα ο καντέμης! Πίστευα πως στην αρχή αντιδρούσε έτσι επειδή ήταν αμεταχείριστη. Τίποτα… Πιάστηκα αδιάβαστος. Η κάβλα με την εμορφιά ουδεμίαν σχέσιν έχει…»
«Αν ήτανε, μωρή, η δουλειά ιερή, θα δουλεύανε και οι δεσποτάδες…»
«Τα νιάτα της τα πέρασε σε μπουρδέλο. Όταν γέρασε και είδε πως δεν είχε μία, γιατί της τα είχαν φάει όλα οι νταβάδες, άρχισε συνεργασία με τους γύφτους. Προμήθευε μωρά σε ξελιγωμένες «μαρμάρες» κι επίδοξους μπαμπάκηδες. Όλοι οι πελάτες της παράγγελναν ένα μωρό όμορφο, ξανθό, έξυπνο, με προοπτική να γίνει γιατρός, δικηγόρος, αρχιτέκτων ή στη χειρότερη περίπτωση διευθυντής επιχειρήσεων… Έλεγε ναι σε ό,τι της ζητούσαν, πάσαρε το εμπόρευμα που έπεφτε στα χέρια της και η ύστατη επίκληση που άκουγε, όταν οι «γονείς» κρατούσαν πια στα χέρια τους το πανάθλιο βρέφος, ήταν: «πες μας, είναι τουλάχιστον γερό;» -Καλέ! Ατσάλι! Να σας ζήσει και να το καμαρώσετε όπως επιθυμείτε. »
Πολύ ωραίο βιβλίο.Αληθινό και ζωντανό!Πραγματικά με ταξίδεψε σε άλλη εποχή.Είναι ευκολοδιάβαστο και κατανοητό.Περνάει μυνήματα για την ζωή..Πολυ πιθανό να διαβάσω και αλλα βιβλία της συγγραφέα..
Αναμφισβήτητα, μία εκ των τριών-τεσσάρων κορυφαίων λογοτεχνικών προσωπικοτήτων που έχουν υπάρξει στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία και ίσως η κορυφαία του 20ου αιώνα είναι η Αλκυόνη Παπαδάκη!
Το βιβλίο είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Σε πολλές σελίδες ο αναγνώστης προβληματίζεται από τη στάση ζωής των ηρώων. Κάποιοι συνειδητά βαδίσουν στον δρόμο που έχουν επιλέξει, κάποιοι προσπαθούν να ξεφύγουν αλλά μάλλον δεν μπορούν. Η συγγραφέας μέσα από αυτό το βιβλίο επιχειρεί να μας παρουσιάσει την ίδια τη ζωή, όπως την αντιλαμβάνεται κανείς, με τις θετικές αλλά και τις αρνητικές της όψεις. Αξίζει να κυνηγά κανείς τα όνειρά του; Τι αξίζει τελικά στη ζωή; Η ζωή μας είναι αποτέλεσμα των επιλογών μας ή των συγκυριών; Ποιος τελικά θεωρείται ευτυχισμένος; Είναι μερικά ερωτήματα στα οποία, ίσως, κανείς επιχειρήσει να δώσει απαντήσεις, με αφορμή την ανάγνωση του βιβλίου.
Μ' αρέσει γενικά ο τρόπος αφήγησης της Αλκυόνης Παπαδάκη, γι' αυτό και διαβάζω τα έργα της, αλλά οι ιστορίες που περιγράφει δε μου αρέσουν, τις βρίσκω ιδιαίτερα καταθλιπτικές και όχι πολύ ενδιαφέρουσες. Στο συγκεκριμένο βιβλίο δε μου άρεσε ούτε καν ο οτρόπος αφήγησης. Ίσως επειδή ήταν από τα πρώτα της έργα και δεν είχε ακόμα τη δεξιότητα ή την άνεση που έχει τώρα... δεν ξέρω. Εκείνοι οι στίχοι στο μέσο του κειμένου σε διάφορα σημεία του βιβλίου μου φάνηκαν ξεκάρφωτοι, δεν ταίριαζαν, πραγματικά δε βλέπω το λόγο να διακόψεις την αφήγηση για να βάλεις στίχους που δεν προσφέρουν τίποτα στο κείμενο και στην πλοκή. Δε θα το συνιστούσα, παρόλο που η Παπαδάκη συνεχίζει να μου αρέσει ως συγγραφέας (επαναλαμβάνω, χάρη στα μετέπειτα βιβλία της).
Η περίληψη του βιβλίου φαινεται αρκετά μπερδεμένη αλλά διαβάζοντας το βιλίο όλα γίνονται απόλυτα κατανοητά. Πρόκειται για ένα βιβλίο που μου άρεσε και ήθελα να δω τι θα γίνει με τους ήρωες του και πως θα εξελιχθούν οι ιστορίες τους. Παρακολουθούμε την πορεία της ζωής της οικογένειας Πάρδου και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Καθένας τους περνάει και ένα βάσανο. Άλλες φορές μεγάλο και άλλες φορές όχι. Άλλες φορές φανερό και άλλες κρυφό. Οι ζωές όλων τους μπλέκονται και περνούν απο χίλια δυο πράγματα. Το βιβλίο παρά το θέμα του που σε ορισμένα σημεία είναι δύσκολο, διαβάζεται εύκολα και γίνεται εύκολα κατανοητό. Σου περνάει αρκετά μηνύματα, ιδιαίτερα για τη ζωή και τα προβλήματά της.
Το παράτησα λίγο πριν το τέλος γιατί ένιωσα να με κατακλύζει θλίψη και μια αναγουλα...μια γενική αποστροφή από την εξέλιξη της πλοκής. Η παιδική σεξουαλική παρενόχληση , η πονηριά της Σιδερίας , το σκεπτικό της εποχής.. με βάρυναν !! Στα θετικά, ο τρόπος γραφής της συγγραφέας.. το βιβλίο είναι ευανάγνωστο.. η γλώσσα ρέει αλλά αμάν αμάν... αυτό που κουβαλάει είναι βαρύ σαν φαρμακι. Δεν είναι βιβλίο για αναγνώστες με ευαίσθητα στομάχια.
Ενα ποιητικο βιβλιο οπως συνηθισαμε την Αλκυονη Παπαδακη . Αμαν...αμαν καρδουλα μου με αυτες τις λεξουλες τα λεει ολα .Το ονειρο του Σεβη να πεταξει , να φυγει μακρυα απο τους ανθρωπους που τον μεγαλωσαν μεν ομως δεν του εδωσαν οση αγαπη θα επρεπε . Αμαν....αμαν καρδουλα μου η δυστηχη φιγουρα της μανας του που δεν μπορει να βγει απο το πεπρωμενο της . Αγαπημενη συγραφεας που με τον λογο της με κανει και αναρωτιεμαι για πολλα πραγματα της ζωης μου !!!!!! Συγχαρητηρια ......
Τι να πω για την Αλκυόνη Παπαδάκη.Κλασσικη αξια.Μιλάει με τοσο απλο λόγο και τοσο αμεσο παραλληλα που νομίζεις οτι είναι φιλη σου και σε ξερει και την ξερεις.Ευκολοδιαβαστο κυλαει σαν νερο.
Η γνωστή γραφή της Αλκυόνης με την λυρικότητα,την απλότητα που μιλά κατευθείαν στην καρδιά.Μια ιστορία που η συγγραφέας δίνει άλλη διάσταση στα πράγματα μετριάζοντας την τραγική κατάσταση της πραγματικότητας που ζουν οι ήρωες της και που σε κάνει να προβληματίζεσαι,να συγκινείσαι και συγχρόνως να χαμογελάς.Αυτή είναι η ΑΛΚΥΟΝΗ ΠΑΠΑΔΑΚΗ.
Αδιάφορη πλοκή, κύριος άξονας η ωμή απεικόνιση της ζωής μιας προβληματικής οικογένειας. Πρωτοκαθεδρία διαλόγου, με παντελή έλλειψη περιγραφών, θύμιζε περισσότερο σενάριο παρά μυθιστόρημα.