Τα σύντομα διηγήματα του Μάριου Χάκκα δυστροπούν στην ταξινόμησή τους εδώ ή εκεί. Δεν είναι εύκολο να τα χαρακτηρίσουμε, έτσι όπως απιστούν ηθελημένα, ενίοτε και καγχαστικά, σε κάθε λογής κανόνες. Είτε ως χαϊκού της πεζογραφίας τα προσεγγίσουμε, πάντως, είτε ως μινιατούρες βαθιά σκεπτόμενων αισθημάτων, θα δούμε να τον εξεικονίζουν σαν πεφταστέρι των μεταπολεμικών γραμμάτων μας. Ένα πεφταστέρι υποχρεωμένο να δαπανά την ύλη του, ψυχή και σώμα, για να 'χει να φωτίζει. Έγκαιρα εικονοκλάστης ο Μάριος Χάκκας, λογοτεχνικά και πολιτικά, με τον λόγο του να κατακτά την ωριμότητά του πολύ γρήγορα, ενδεχομένως και απρόοπτα, παραμένει επίκαιρος, ακριβώς επειδή υπήρξε έγκαιρος. Είτε από ένστικτο είτε επειδή εκεί τον οδήγησαν τα διαβάσματά του (στη φυλακή, σημειωτέον, ανέκτησε, το κατά δύναμη, τον χαμένο χρόνο, τον ληστεμένο μάλλον, μελετώντας ξένες γλώσσες, την αγγλική, τη γαλλική, την ιταλική και τη ρωσική), εναρμονίστηκε με πρωτοποριακές διεθνείς λογοτεχνικές αναζητήσεις. Και σίγουρα αυτό προϋπέθετε τη σύγκρουσή του και με τα λογοτεχνικά δόγματα της Αριστεράς, όχι μόνο τα πολιτικά. Η αίρεση του, η εναντιοδοξία του, υπήρξε ριζική και πλήρης. Το κόστος της, ψυχικό και κοινωνικό, δυσκολευόμαστε και να το εικάσουμε. Για να αποκτήσουμε μια κάποια εικόνα του, πρέπει να φέρουμε στον νου μας πόσο κόστισε σε άλλους λογοτέχνες αριστερών καταβολών η σύνταξη και δημοσίευση μιας καθαρής και ξάστερης αιρετικής γλώσσας. Στον Μιχάλη Κατσαρό και τον Άρη Αλεξάνδρου, λόγου χάρη. Λογοτεχνικούς απογόνους του Καρυωτάκη διακρίνουμε εύκολα - και πολλούς, κάθε βαθμίδας και ύψους. Όχι όμως και του Χάκκα, που με τον "Μπιντέ" του ειδικά «τράνταξε τους βολεμένους στα πιθάρια των ηρωικών αναμνήσεων», όπως έλεγε ο Στρατής Τσίρκας. Δεν θα μπορούσε να αφήσει απογόνους. Το ύφος του παραμένει αμίμητο, ανεπανάληπτο, επειδή προϋποθέτει διανοητική τόλμη (σχεδόν αυτοδιαλυτική μέσα στη γελοιοποιητική της δριμύτητα) εκδηλωμένη σε πολλά πεδία συγχρόνως, αχώριστα: πολιτικό, ιδεολογικό, φιλολογικό, γλωσσικό, λογοτεχνικό. Επειδή πάντως η αίρεσή του παραμένει ενδοαριστερή ακόμα κι όταν ο ίδιος βρίσκεται πια εκτός των κομματικών ή παραταξιακών τειχών, τη σκυτάλη του μόνο «ομοιοπαθείς» θα μπορούσαν να τη διεκδικήσουν.
Ο Μάριος Χάκκας (1931-1972) γεννήθηκε στη Μακρακώμη Φθιώτιδας, γιος του Γεωργίου Χάκκα και της Σταυρούλας Καρατσαλή. Τέσσερα χρόνια μετά τη γέννησή του εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην προσφυγική συνοικία της Καισαριανής. Εκεί ο Χάκκας τέλειωσε το Δημοτικό σχολείο (1937-1943) και στη συνέχεια γράφτηκε στο 7ο Γυμνάσιο Παγκρατίου. Τα μαθητικά και εφηβικά του χρόνια σημάδεψαν τα γεγονότα της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου. Το 1950 αποφοίτησε από το γυμνάσιο και υπηρέτησε στο πολιτικό στρατόπεδο της Γυάρου ως σπουδαστής της Σχολής Σαμαρειτών του Ερυθρού Σταυρού. Το 1951 έδωσε εξετάσεις για πρόσληψη στον ΟΤΕ και παρά την επιτυχία του δε διορίστηκε λόγω κοινωνικών φρονημάτων.
Την ίδια χρονιά άρχισε να έρχεται σε επαφή με αριστερές οργανώσεις της Καισαριανής και του Βύρωνα και γνωρίστηκε με τη Μαρίκα Κουζηνοπούλου, την οποία παντρεύτηκε το 1961. Το 1952 έγινε μέλος της ΕΔΑ, πήρε μέρος στην ίδρυση του πρώτου πολιτιστικού συλλόγου της Καισαριανής (Φ.Ε.Ν.) και γράφτηκε στο τμήμα πολιτικών επιστημών του Παντείου Πανεπιστημίου. Η πολιτική του δραστηριότητα δεν του επέτρεψε να συνεχίσει τις σπουδές του πέρα από τα δυο πρώτα χρόνια. Το 1954 συλλήφθηκε με το νόμο 509 ως μέλος αριστερής οργάνωσης και καταδικάστηκε σε τετράχρονη κάθειρξη, αρχικά στην Καλαμάτα και στη συνέχεια στην Αίγινα. Στη φυλακή μελέτησε ξένες γλώσσες και στράφηκε στη συγγραφή ποιημάτων και διηγημάτων. Αποφυλακίστηκε το 1958 και υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία ως στρατιώτης γ΄κατηγορίας (μουλαράς). Παράλληλα συνέχισε να ασχολείται με τη συγγραφή.
Το 1960 αποστρατεύτηκε και δούλεψε σε εργοστάσιο πλαστικών ειδών, αρχικά ως πλασιέ και στη συνέχεια στο πρατήριο. Μετά το γάμο του μετακόμισε στο Βύρωνα, ενώ παράλληλα η κριτική στάση του απέναντι στο Κόμμα οδήγησε σε ρήξη των σχέσεών του με την Αριστερά. Από το 1964 ως το 1967 διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος Καισαριανής και ενίσχυσε σημαντικά τις δραστηριότητες της Φ.Ε.Ν. Το 1966 κορυφώθηκε η διένεξή του με την Αριστερά και ο Χάκκας στράφηκε προς μια επιχείρηση με κορνίζες και μινιατούρες, από κοινού με το φίλο του Ασημάκη Νηστικούλη. Με την επιβολή της απριλιανής δικτατορίας συνελήφθη και κρατήθηκε για ένα μήνα στα κρατητήρια του αστυνομικού τμήματος Παγκρατίου.
Ο Μάριος Χάκκας είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση της νεοελληνικής πεζογραφίας. Η συγγραφική του διαδρομή διήρκεσε μόνο έξι χρόνια, από το 1965 ως το 1971. («Ξεκίνησα να γράφω λιγάκι μεγάλος, τριαντάρης και βάλε», λέει στο Κοινόβιο). Η αρχή καθυστέρησε λόγω των πολιτικών διώξεων που υπέστη, ενώ το τέλος έθεσε ο πρόωρος θάνατός του σε ηλικία 41 χρόνων. Όμως μέσα σ’ αυτά τα λίγα χρόνια συμπυκνώνει το πεζογραφικό του έργο, αποδίδοντας το ουσιώδες της ζωής και της τέχνης.
Τα διηγήματα του «Μπιντέ» χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: 1. Σε όσα εκφράζουν αγωνία μπρος στο θάνατο 2. Στα ερωτικά και 3. Και σ’ εκείνα που –προσιδιάζουν στη γραφή του Χατζή και– μιλούν αφενός για την αστικοποίηση και τη «λαίλαπα» του μικροαστισμού και αφετέρου για την καταβαράθρωση των ιδανικών.
Διαβάζοντας την πρώτη κατηγορία διηγημάτων αισθανόμουν ότι έβλεπα ένα ψάρι που βρίσκεται στη στεριά και σπαρταρώντας προσπαθεί να φτάσει στο νερό, το οποίο όμως βρίσκεται πολύ μακριά. Εξίσου με άγγιξαν τα ερωτικά διηγήματα της συλλογής που ταλαντεύονται μεταξύ άκρατου ρομαντισμού και ισοπεδωτικού κυνισμού, αισθηματικής απόγνωσης και αισθησιακής πλήρωσης.
Η γραφή του Χάκκα με συγκινεί βαθιά. Να ‘ναι που πέθανε 41 ετών ή που κάπνιζε Άσσο κασετίνα; Σε κάθε περίπτωση, ο Χάκκας συγκαταλέγεται στη χορεία των δικών μου αγίων: εκείνων που ήρθαν, έδωσαν και δόθηκαν κι έφυγαν προδομένοι από τα ιδανικά τους.
Πρόκειται για ένα βιβλίο που προσπαθεί μέσα από τη σάτιρα, τη γελοιοποίηση και τον κυνισμό να καλύψει τη βαθύτατη πίκρα του.
Η περίπτωση του Μάριου Χάκκα, ανήκει στην κατηγορία των συγγραφέων που γνώριζα αλλά δεν είχα καμία ιδέα για το είδος της γραφής του. Η πρώτη μου παρακίνηση ήταν ένα άρθρο στο περιοδικό Βλαβη σχετικά με τη γραφή του Χάκκα και το σχόλιο ενός φίλου εκείνη την εποχή που μου είπε 'πρέπει να πάρεις τα άπαντα του'. Οι εκδόσεις Άγρα με πρόλαβαν με την νέα έκδοση των έργων του και έτσι είπα να κάνω την αρχή.
Ομολογώ πως δεν περίμενα αυτό που διάβασα. Η γραφή του Χάκκα λειτούργησε με όρους σχεδόν αποκαλυπτικούς για τις δυνατότητες της λογοτεχνίας: ακανόνιστη, ασυμβίβαστη αλλά με σταθερές συνιστώσες την ανατομή του μεταπολεμικου ελληνικού μικροαστισμου και την διάθεση για διαστρέβλωση των φαινομενικων αξιων του. Παραθέτω το σχόλιο του Παντελή Μπουκάλα στο επίμετρο του βιβλίου, όπου συνοψίζει ακριβώς την γραφή του Χάκκα:
'Τα σύντομα διηγήματα του δυστροπουν στην ταξινόμηση τους εδώ και εκεί. Δεν είναι εύκολο να τα χαρακτηρίσουμε, έτσι όπως απιστουν ηθελημένα, ενίοτε και καγχαστικα, σε κάθε λογής κανόνες. Είτε ως χαϊκού της πεζογραφίας τα προσεγγίσουμε πάντως είτε ως μινιατούρες βαθιά σκεπτόμενων αισθημάτων, θα δούμε να τον εξεικονιζουν σαν πεφταστέρι των μεταπολεμικών γραμμάτων μας. Ένα πεφταστέρι υποχρεωμένο να δαπανά την ύλη του, ψυχή και σώμα, για να 'χει να φωτιζει.'
Την έκδοση της Άγρας την βρήκα δίπλα στο ταμείο και την πρόσθεσα στη ντάνα με τα βιβλία βιαστικά βιαστικά πριν προλάβει να κοπεί η απόδειξη. Αν και γνώριζα τον συγγραφέα και ήταν για καιρό στη to read list μου δεν είχα διαβάσει κανένα από τα έργα του. Είναι ιδιαίτερη περίπτωση τελικά ο Χάκκας. Το συγκεκριμένο έργο το έγραψε όντας βαριά άρρωστος με γνώση του επερχόμενου τέλους. Ο λόγος του είναι απλός, συχνά προφορικός και σε άλλα σημεία ποιητικός, η φωνή του αυθεντική, η ιδεολογία του ορατή στην πλειονότητα των κειμένων, η στάση του απέναντι σε όσα βίωσε και στο αναπόδραστο στο χείλος του οποίου βρίσκεται αξιοθαύμαστη. Διαβάστε τον, θα σας γοητεύσει.
"Οι Εξαιρετικές μου Στιγμές", "Ένας Χωρισμός", "Το Τρίτο Νεφρό", και "Ο Μπιντές" (φυσικά) ήταν οι αγαπημένες μου ιστορίες και οι ιστορίες που διάβασα καπάκι (χα, μπιντές, τουαλέτα, καπάκι, get it?) δεύτερη φορά. Τώρα με το βιβλίο έχω το ίδιο θέμα που είχα και με το " Τυφεκιοφόρος του Eχθρού". Καταπληκτική αφήγηση σε κάθε ιστορία (και αυτός είναι ο κύριος λόγος που προτείνω τα βιβλία του) αλλά λίγο ελαφρές στο περιεχόμενο.
"Μα οταν ερχεσαι.... βουτω μικρος ιπποκαμπος στα σπλαχνα σου, ατελειωτα θαλασσινα λιβαδια και πανω μας τα κυματα σαρωνουν την καθημερινοτητα μου, κτισματα στην αμμο."
Μου θυμισε πολυ τα γραπτα του Θοδωρη του Μπασιακου, αλλα και τα ποιηματα του Κατσαρου και του Αναγνωστακη.....
Κυριως ομως νοιωθω να κοροιδευει εμενα, οπως στο "Ψαρακι στη γιαλα", που διαβαζα τις προαλλες ξεφυλλιζοντας το βιβλιο λογοτεχνιας της Γ λυκειου...
Δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός εδώ. Στο γράψιμο του Χάκκα βρίσκω υπερβολικά πολλά κομμάτια του εαυτού μου, για αυτό και νιώθω μια τεράστια εγγύτητα με αυτές τις ιστορίες, μια αδήριτη έλξη που δε νοιάζεται ούτε για ποιότητα ούτε για αισθητική.
Όταν μας αρέσει κάτι... απλώς το ξέρουμε. Χωρίς γιατί και άλλες τσιριτσάντζουλες.
Ένας ερωτευμένος κυνικός που χλεβάζει τους πάντες και τα πάντα.
Από τα πιο πικρά και αδιέξοδα βιβλία. Τρεις γραμμές από το διήγημα "Η επιστροφή του αόρατου": "...σε κείνον το στενό κι αδιέξοδο δρόμο, τόσο στενό που με το ζόρι χωράει ακόμα κι ο ίσκιος του...". Ασφυξία. Όσο για τον τρόπο γραφής αρκεί να παραθέσω ένα μικρό απόσπασμα από το εξαιρετικό Επίμετρο του Παντελή Μπουκάλα στο τέλος του βιβλίου: "Τα σύντομα διηγήματά του δυστροπούν στην ταξινόμησή τους εδώ ή εκεί. Δεν είναι εύκολο να τα χαρακτηρίσουμε, έτσι όπως απιστούν ηθελημένα, ενίοτε και καγχαστικά, σε κάθε λογής κανόνες". Τελείως ιδιαίτερος συγγραφέας, δεν είναι τυχαίο ότι θεωρείται από τους σημαντηκότερους της μεταπολίτευσης. Αξίζει να διαβαστεί κι ας σε πιάνει στο λαιμό.
σπαρακτικός και επίκαιρος ... όσο θα υπάρχει αυτός ο τόπος ... η εμφυλιακή Ελλάδα κάθε φορά που τον διαβάζω θυμάμαι τι με πονάει " όχι πια πάλη των τάξεων / μόνο πάλη κορμιών στο κρεβάτι " " τελικά όλο και κάπου ανήκω / δικός μου δεν μόρεσα να υπάρξω ποτέ "
Δεν θυμάμαι που και πως, αλλά κάπου είχα διαβάσει ορισμένα από τα διηγήματα στα Ελληνικά και το είχα ξεχάσει. Βρήκα μια συλλογή διηγημάτων από τις εκδόσεις Κέδρος στα Αγγλικά με τίτλο "Heroes' Shrine for Sale or The Elegant Toilet" και την διάβασα μέσα σε ένα απόγευμα. (Και μάλιστα που την βρήκα... στην βιβλιοθήκη ενός ξενοδοχείου... Ποτέ δεν σταματάω να εκπλήσσομαι με το τι διαβάζουν οι άνθρωποι όταν ταξιδεύουν...) Η γραφή είναι άμεση, σχεδόν προφορική σε κάποια σημεία, αλλά γραφή ανθρώπου που όχι μόνο έχει ζήσει πολλά και έχει δομημένη σκέψη και ιδεολογία, αλλά και ανθρώπου που έχει μια κάποια μόρφωση και εκφράζεται απλά, αλλά όχι απλοϊκά. Νομίζω ότι τα κείμενα είναι εύκολα κατανοητά στον καθένα, ωστόσο γνωρίζοντας της ιστορία και την σημειολογία του χώρου και του χρόνου, καθώς και το βιογραφικό του συγγραφέα, αποκτούν άλλη διάσταση. Η μετάφραση είναι αξιοπρεπέστατη και νομίζω ότι καταφέρνει να μεταφέρει το ύφος του συγγραφέα αρκετά πειστικά στον αναγνώστη. Ενδεχομένως δεν θα έτρεχα να το αγοράσω αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα το προσπερνούσα.
I think I've read some stories from this author year ago, because some parts of the book rang a bell, but I'm not sure. I found a collection of Hakkas stories titled "Heroes' Shrine for Sale or The Elegant Toilet" in a hotel lobby -from all places!- and I read it in one afternoon. The writting style is quite direct, almost verbal at parts, writting style obviously coming from someone who has lots of life experience and a structured ideology and line of thinking but from someone who is quite educated and can phrase his thoughts in a simple, but never a simplistic, way. I think the book is easy to comprehent for everyone, but knowing the significance of the place and era and the author's personal stoty, one can feel more compassion and get a better understanding of it. The translation is quite good too and doesn't spoil the intended "ambiance"of the author.
This is a book that I guess not many people would seek out for, but it's not one to ignore when it falls on one's hands...
Κι αν το πρώτο μερος («εξομολογήσεις») αφήνουν μια αίσθηση του υπερρεαλιστικου τρόπου σκέψης του συγγραφέα, ενίοτε και ένα χαμόγελο απο τη γλυκά μιας ερωτικής ομολογίας («οι εξαιρετικές μου στιγμές»),
« Εσύ αφανίζεις στο μαυράδι των ματιών σου την γελοία καθημερινότητά μου, στα ψιχάλιστα ματάκια σου όλα γίνονται θολός ουρανός και γόνιμη μπόρα»
το δεύτερο μέρος («η διάλυση») ρίχνει τον αναγνώστη στο βάραθρο της ανίατης ασθένειας που τρώει το συγγραφέα.
Όπως παραδέχεται στο διήγημα «Γκορπισμος», γνωρίζει ότι θα ζήσει λιγότερο από το μέσο προ των ανθρώπων. Το έχει ξεπεράσει και αυτό, πρόλαβε «κάνα δυο εκατοντάδες χιλιάδες τσιγάρα» περισσότερα από το συμμαθητή του που σκοτώθηκε πέφτοντας στα 18 του χρόνια. Σκέψεις μέσα από το νοσοκομείο, διαυγείς και ρεαλιστικές δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης: ο Χακκας έζησε όπως ήθελε μέχρι τέλους. Δεν ήθελε άλλο χρόνο, ήθελε κι άλλη ζωή («το τρίτο νεφρό»)
Στο τρίτο και τελευταίο μέρος κορυφώνεται το σουρεαλ στοιχείο. Τα διηγήματα μπλέκονται και κυριαρχεί η ματαιότητα. Κοινό στοιχείο παντού, η βιοπάλη. Αυτή όμως γεννάει, κατά τον Χακκα, τις πιο ποιητικές σκέψεις.
Είχα έρθει σε επαφή με κάποιές ιστορίες της συλλογής στο παρελθόν, και μου άρεσε ο ποιητικός τρόπος που χρησιμοποιούσε ο Χάκκας για να γράψει πρόζα. Πρόκειται για μια συλλογή μικρών διηγημάτων που ξεβολεύουν τον αναγνώστη, ανεξάρτητα από τις πολιτικές του πεποιθήσεις, όπως πολύ στοχευμένα τονίζεται και στο επίμετρο της παρούσας έκδοσης από τον κύριο Π. Μπουκάλα. Προσωπικά ξεχώρισα κάποιες ιστορίες από τις άλλες, που λάμπουν αυτόνομα όπως π.χ. Το τρίτο νεφρό , Αυτοπυρπόληση, η Φυλακή και φυσικά ο Μπιντές αλλά αυτό δεν υπονοεί πως οι άλλες είναι υποδεέστερες.
Πολύ ιδιαίτερη η γραφή και η προσέγγιση του Χάκκα. Οι «Εξομολογήσεις» και «Η διάλυση» διαφέρουν πολύ από την ενότητα του «Μπιντέ», καθώς μεταφέρουν μια σκληρότητα που στην τελευταία ενότητα κάπως υποχωρεί. Όπως και να έχει, θέλει συγκέντρωση και σκέψη η ανάγνωση, αλλά σε ανταμείβει.
Είτε όταν είναι ερωτικός είτε όταν αγωνιά για τον θάνατο που έρχεται είτε όταν εκφράζει την απογοήτευσή του για την κομμουνιστική Αριστερά, ο Χάκκας δημιουργεί εικόνες έντονες, με βαθιά χρώματα και πικρό κυνισμό. Κάποιες φορές μοιάζουν να μην βγάζουν νόημα (μα τελικά βγάζουν), ενώ άλλες σε κάνουν να αισθάνεσαι αμήχανη/ος. Πάντως σε γοητεύουν (ειδικά στις ερωτικές ιστορίες του, οι περιγραφές και ο αισθησιασμός του μού προκάλεσε τα ίδια συναισθήματα με κάποια αποσπάσματα και περιγραφές από τη Νυχτερίδα του Στρατή Τσίρκα). Μικρές ιστορίες, μεγάλη εντύπωση.
Απολαυστικός ο τρόπος γραψιματος του Μάριου Χάκκα. Η γραφή του είναι πολύ ιδιαίτερη, αυθεντική και άμεση ενώ φαίνεται να υπάρχουν και αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Μιλάει για τη ζωή με τρόπο άλλοτε ωμό και στηλιτευτικο και άλλοτε λυρικό αλλά πάντοτε βαθιά ρεαλιστικό.
Σε πολλές ιστορίες του μελλοθάνατου Χακκά νιώθεις την πνοή του επερχόμενου θανάτου του (ήταν βαριά άρρωστος όταν έγραφε). Τελικά το νόημα της ζωής (αν υπάρχει) μπορεί να είναι και κάτι πιο πρακτικό από την φιλοσοφία του Σπινόζα.
"Έφυγες και μ'άφησες μια μουτζούρα στη μύτη (από τα μάτια σου που ξεβάψανε κλαίγοντας), τις τρίχες της γάτας σου, καθώς και μια γεύση αποσμητικού στα χείλη"
"Όταν λείπεις προσπαθώ να μετρήσω την κίνηση του ρολογιού, να δω το φώς πως αλλάζει. Ξέρω πως το ρολόι κινείται, πώς το φως όσο πλησιάζει το βράδυ λιγοστεύει και σώνεται. Δεν βλέπω τίποτα. Ούτε τη θερμοκρασία που κατεβαίνει μαζί με το βράδυ ούτε το δέντρο πως μεγαλώνει. Χωρίς εσένα, είμαι μικρός, το καταλαβαίνω, πολλές φορές ένα τίποτα."
" ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ ΠΟΥ ΦΟΒΆΜΑΙ ΤΟ ΘΆΝΑΤΟ. Αγωνιώ μη τυχόν δεν προλάβω, κι έχω μια σειρά πράγματα ακόμα να κάνω, κι άλλα που γίνηκαν λάθος θέλουν διόρθωμα."
"Κι ολ' αυτά τα μικρά και τ' ασήμαντα....ολ' αυτά περάσανε μέσα μας, όπως χαπάκια που τα διέλυσαν άλλοι κρυφά στο φαΐ μας και δεν το πήραμε είδηση, ιδέες που μας τις πάσαραν με μια επιδέξια κίνηση, ίσως στον ύπνο, ένεση που μας την έκαναν με υψηλό πυρετό και δεν αισθανθήκαμε μέσα στον λήθαργο ούτε το τσίμπημα."
"Δεν θέλω χρόνο. Ζωή θέλω, μ' όλο που το δεύτερο προϋποθέτει το πρώτο, ζωή να τη σπαταλήσω πίσω από τις φράσεις, ζωή να χτίσω παραγράφους, να οικοδομήσω ένα έργο δίνοντας στο λόγο μια τρίτη διάσταση γιατί τη δεύτερη τη βρήκαν οι άλλοι, την καταγράψαν οι δάσκαλοι κι εγώ πρέπει να πάω παραπέρα ".
I read "Heroes' Shrine for Sale or The Elegant Toilet" by Marios Hakkas (translated by Amy Mims -1997 Kedros Publishers). This is a collection of 12 short stories - though connected in various degrees. For the most part, each story touches on events and people within a southeastern neighborhood of Athens called Kesariani. Maybe I liked this book because I read it in Greece and it gave me more perspective on the place I was visiting, or maybe I'm a sucker for metaphor. Probably both. "But for once, let's try to talk in a serious tone: Freedom, we are browsing like lambs, we are bleating for the milk of your breasts. Freedom, we await you as we wait for some heaven-sent gift; in books we plead for you. Freedom, I have written you upon the mountain as well as on the sea; I've made my lungs bleed for you and I've wasted my youth. Freedom...out of the way, cut the melodrama. Kick it away, give it a smack, let's end this fabricating of myth." (The Holy Water of Kesariani pg. 25)