Η προλεταριακή ποίηση είναι πρώτ' απ' όλα ορισμένη τέχνη. Δεν υπάρχει ποίηση όπως και γενικότερα δεν υπάρχει τέχνη εκεί όπου λείπει η ζωντανή μορφή. Αν π.χ. ο πυθαγόρειος πίνακας ή οι φυσικοί νόμοι μεταποιηθούν σε στίχους, όσο κι αν είναι στίχοι, δεν είναι όμως ποτέ ποίηση. Το εργατικό τραγούδι δεν ήτανε πασατέμπο ή απλή ευχαρίστηση. Στην κοινή εργασία συγκέντρωνε τις προσπάθειες των εργαζομένων, τους βοηθούσε, τους κατάτασσε, έδινε ρυθμική κανονικότητα στις προσπάθειές τους, ρυθμική συνοχή (αρμονία). Έτσι έπαιζε ρόλο ενός οργανωτικού μέσου, των κολεκτιβιστικών ενεργειών. Την ίδια σημασία διατήρησε ίσαμε σήμερα.
Η Φιλοσοφική και Κοινωνιολογική Βιβλιοθήκη της «ΑΝΑΤΟΛΗΣ», θα περιλάβη όλα τα έργα των διασημότερων σοφών. Όλες οι επιστήμες, ιδίως όμως η Φιλοσοφία, η επιστήμη αυτή των επιστημών, και η νέα, πλην όμως τόσο ενδιαφέρουσα Κοινωνιολογία, θα αντιπροσωπευθούν αναλόγως. Με νέα έργα, με ειδικούς μεταφραστές, για κάθε βιβλίο και με άφθονα τεχνικά μέσα, η ΑΝΑΤΟΛΗ θα παρουσίαση κάτι εντελώς νέο, κάτι τέλειο. (Κώστας Γκοβόστης, 1926)
Alexandr Bogdanov (1873-1928) was born Aleksandr Aleksandrovich Malinowski at Sokolka, in what was then Russian Poland. He was a man who turned his hand to almost everything. Trained as a physician, he was also an economist, politician, revolutionary (rival of Lenin), philosopher, science fiction author, poet, and scientist. His work on organizational science foreshadowed present developments in that field and cybernetics. In Moscow, in 1926, he founded the world’s first institute devoted entirely to blood transfusion. Two years later, ironically, he died as a result of a transfusion experiment gone wrong.
Παρότι η ρωσική λογοτεχνία έχει να επιδείξει τεράστιους πεζογράφους, κατά βάθος, ολοι οι μεγαλοι Ρώσοι συγγραφείς επασχαν απο το μικρόβιο της ποίησης. Ο Μπογκντάνοφ δεν διέφερε. Πνεύμα πολυάσχολο (υπήρξε κατά βάση ιατρός και ερευνητής) ο Μπογκντάνοφ, εισηγητής της προλεταριακής κουλτούρας, δεν έπαψε ποτέ να ενδιαφέρεται ενεργά για τη λογοτεχνία και ειδικά την ποίηση. Συμφωνα με τον ίδιο, το προλεταριάτο, στη μάχη του με τις ξεπεσμένες αξίες της αστικής τάξης, οφείλει να δημιουργήσει τη δική του κουλτούρα.
Αλλωστε, όπως διαβάζουμε στο μικρό αυτό εγχειρίδιο, η ποίηση ξεκίνησε από τους μύθους των πρωτόγονων, διαμορφώθηκε από την οργανική χρήση της γλώσσας στις ανθρώπινες κοινωνίες κι ύστερα, σφυρηλατήθηκε ακόμα και στις κολεκτίβες των εργατών, δίνοντας μέσω του ρυθμού της τον σφυγμό της εργασίας. Ο χαρακτήρας της ποίησης συνεπώς, δεν μπορεί παρά να είναι, κατά τον Μπογκντάνοφ, απαρέγκλιτα κοινωνικός και όχι τόσο προσωπικός και καθοριζόμενος από τα βιώματα του εκάστοτε ποιητή. Βέβαια, όπως σημειώνει, υπάρχει διάκριση μεταξύ της ατομιστικής ποίησης και της προλεταριακής ποίησης, αφού η δεύτερη δίνει μεγαλύτερη βάση στο εμείς των εργατών και όχι στο εγώ. Δεν είναι συνεπώς κάθε ποιηση προλεταριακή ποίηση, ακόμα κι αν δημιουργείται από εργάτες.
"Η ποίηση" γραφει, "έχει σημασία οργανωτική όμοια με τη σημασία της επιστήμης κ χρησιμεύει στην τακτοποίηση των αμοιβαίων σχέσεων των ανθρώπων". Έχοντας πριν μερικές μέρες αναγνώσει μια εργασία που κατακεραύνωνε την αποκαλούμενη "ροζ λογοτεχνία", δεν μπόρεσα παρά να παρατηρήσω τις αντιθέσεις αυτής της ελιτίστικης άποψης με την χρησιμότητα που βλέπει σε όλο το εύρος της φιλολογίας ο Μπογκντάνοφ.
Κατά τον ίδιο, λοιπόν, ακόμα και τα ρομάντζα είναι χρήσιμα, καθώς διαπλάθουν τις μάζες, έστω με έναν υποτυπώδη τρόπο, και δίνουν , όπως λέει, απαντήσεις σε ερωτήματα για τις σχέσεις των ανθρώπων (σελ 26). Αναπόφευκτο είναι, επίσης, κατά τον στοχαστή, η ποίηση να διαχωρίζεται από τις ίδιες τις τάξεις που διαρθρώνουν την κοινωνία. Έτσι υπάρχει η φεουδαρχική ποίηση, η εργατική ποίηση κ.ο.κ, διαφοροποίησεις που σίγουρα συνεισφέρουν σε προσεγγιστικές ανάλυσεις ακόμα και στις μέρες μας, όπου εξετάζεται το έργο σε όλο το εύρος των κοινωνικών παραγόντων που το διαμόρφωσαν. Η ποίηση της κυριαρχίας, είναι, συνεπώς η αφήγηση του κεφαλαίου, η οποια καταληγει στις εποποιίες των πολέμων και στις λυρικές αφηγήσεις της επικράτησης των ισχυρών, επιθετική γλώσσα που επιβιώνει ακόμα και στον αστικό πολιτισμό.
Οι δικές μου αντιρρήσεις ξεκινάνε από αυτή την "εργαλειακή" προσέγγιση. Ο Μπογκντάνοφ όπως και πολλοί άλλοι στρατευμένοι διανοητές, αντιμετωπίζουν την τέχνη ως μέσο διαπαιδαγώγησης, ενώ η Τέχνη δεν οφείλει να διαπλάθει ούτε να τάσσεται σε έναν σκοπό. Εδώ παίρνω, όπως πάντα, το μέρος του κορυφαίου Ναμπόκοφ που έβλεπε την τέχνη ως αυτοσκοπό και απεχθανόταν τη διδασκαλία μέσω αυτής. Άλλωστε, η ίδια η τέχνη διαψεύδει τον Μπογκντάνοφ. Γράφει χαρακτηριστικά στον πρόλογο "Δεν υπάρχει ποίηση, όπως γενικά δεν υπάρχει τέχνη, όταν οι μορφές ταξινομούνται χωρίς αμοιβαία συμφωνία Αν οι περιγραφόμενες εικόνες είναι σκόρπιες στην τύχη, χωρίς καμία τάξη δεν δημιουργείται έργο τέχνης"
Αυτή η στεγανή αντίληψη ακυρώνει πολλά ρεύματα της σύγχρονης τέχνης, όπως τον σουρεαλισμό.
Παρότι, μάλιστα, ο Μπογκντάνοφ αδυνατεί να διακρίνει το πώς μπορεί να προκύψει αρμονία μέσω της τυχαιότητας ή μιας σύλληψης που φαντάζει σχεδόν επιπόλαιη στη βιαστική της ιδιοφυία, δεν μπόρεσα παρά να θυμηθώ ένα αγαπημένο μου τραγούδι των Beatles, το A day in the life, ένα κορυφαίο δείγμα μουσικού μοντερνισμού και πρωτοτυπίας, του οποίου οι στίχοι γράφτηκαν (στο μεγαλύτερο μέρος τους από τον Λένον αλλά και με συνεισφόρα του ΜακΚάρτνεϊ) όταν ο Τζον συνέδεσε λυρικά διάφορα άρθρα της πρωινής εφημερίδας που έτυχε να διαβάσει ένα πρωί.
Η τέχνη, άλλωστε, αυτό ακριβώς είναι: ο κόσμος χωρίς περιορισμούς. Το οτιδήποτε μπορεί να γίνει τέχνη. Και αυτή είναι η ομορφιά της.