Η ολοκλήρωση της διλογίας της Μαίρης Κόντζογλου «Από ήλιο σε ήλιο», για την ιστορική «ματωμένη απεργία της Σερίφου». Αρχές του 20ού αιώνα. Στην Ευρώπη οι νέοι σκοτώνονται στα χαρακώματα του πρώτου παγκόσμιου πολέμου και στη Σέριφο στις σκοτεινές γαλαρίες των μεταλλείων. Στις παράπλευρες απώλειες υπολογίζεται και η νεαρή σύζυγος του πανίσχυρου πια Γκρόμαν, η Ανδρομέδα που βουλιάζει στη θλίψη και αρνείται την πραγματικότητα. Ένα τραγικό γεγονός θα τη βγάλει από τον συναισθηματικό της λήθαργο, θα την αφυπνίσει σαν άνθρωπο και θα την κάνει να απαιτήσει τη ζωή της πίσω. Στο μεταξύ οι εργάτες των μεταλλείων, υπό την καθοδήγηση του Σπέρα και του Περσέα, όταν η κατάσταση στα μεταλλεία φτάσει στο απροχώρητο, θα κηρύξουν απεργία διεκδικώντας ασφάλεια και αξιοπρέπεια. Θα χυθεί αίμα, θα χαθούν ζωές αλλά εκείνοι θα είναι ανυποχώρητοι μέχρι την τελική λύση. Και οι ήρωες αυτής της ιστορίας θα συνεχίσουν να αγωνίζονται για την αγάπη και την δικαιοσύνη από ήλιο σε ήλιο.
Η «ματωμένη απεργία της Σερίφου» μπαίνοντας κάτω από το συγγραφικό μικροσκόπιο της Μαίρης Κόντζογλου γέννησε ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα για έναν μεγάλο αγώνα, έναν έρωτα και τον τόπο που έθρεψε θεούς και ήρωες.
Η Μαίρη Κόντζογλου γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Εργάστηκε σε μεγάλες ελληνικές εταιρείες σε τομείς που αντικείμενό τους έχουν την επικοινωνία (μάρκετινγκ, δημόσιες σχέσεις, οργάνωση εκδηλώσεων/συνεδρίων, εκδόσεις). Σήμερα εργάζεται ως υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων και επικοινωνίας της εταιρείας "Εγνατία Οδός" Α.Ε. Είναι παντρεμένη και έχει δύο παιδιά.
Για κάποιον μαγικό λόγο που μόνο ο Γιαραμπί γνωρίζει, τα δεύτερα και τα τρίτα μέρη των διλογιών / τριλογιών είναι κατώτερα των προκατόχων τους. Είτε δεν έχουν γραφτεί όλα μαζί είτε γιατί ο συγγραφέας βαρέθηκε είτε γιατί έτσι είναι οι νόμοι του σύμπαντος, δεν θυμάμαι καμία εξαίρεση που να επιβεβαιώνει τον κανόνα… Στο δεύτερο βιβλίο της Κόντζογλου, που εννοείται πως πρέπει να έχετε διαβάσει πρώτα το προηγούμενο, η ιστορία εξελίσσεται με βασικά πλέον πρόσωπα τον νέο ιδιοκτήτη των μεταλλείων, τον Γκέοργκ Γκρόμαν (γιο του Εμίλ), την Ανδρομέδα και τον Περσέα και τον Κώσταντη Σπέρα, πρόσωπο πέρα για πέρα αληθινό, που πρωτοστάτησε στο συνδικαλιστικό κίνημα της Ελλάδας και ήταν ο ιθύνων νους της απεργίας στη Σέριφο το 1916. Αν και πιστεύω πως με λιγότερες επαναλήψεις πάνω στο θέμα του έρωτα των δύο νεαρών, «θέλω αλλά δεν μπορώ», «θέλω αλλά η άτιμη κοινωνία κτλ κτλ», το βιβλίο θα στεκόταν μια χαρά και ως ένας τόμος, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας τώρα… Θεωρώ πως θα μπορούσαν να φύγουν σελίδες από το ερωτευμένο ζευγάρι και να προστεθούν στα γεγονότα της απεργίας… είναι κομμάτια της ιστορίας που δεν ασχολείται κανείς κι όταν βρίσκεται κάποιος και ασχολείται μαζί τους, πιστεύω ότι τους αξίζει μια καλύτερη τύχη… Ενδιαφέρον λοιπόν ανάγνωσμα, μου θύμισε τους αγώνες του αριστερού παππού μου που τον έφαγαν οι φράξιες, με ωραίο διάλειμμα, τους μονόλογους των προσώπων που κατά κάποιο τρόπο πρωταγωνίστησαν στα γεγονότα… Μπορεί να είμαι ολίγον λειψό στο μυαλό, αλλά έχω μια απορία… όταν σ’ένα βιβλίο παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο ένα ιστορικό πρόσωπο που έχει εγγόνια και δισέγγονα και δεν ξέρω τι άλλο, μπορεί να παντρεύεται και να χωρίζει με πρόσωπα ανύπαρκτα? Πώς μπορεί να ξέρει ο αναγνώστης που σταματάει η αλήθεια και που αρχίζει η μυθιστορία; Ή η λογοτεχνία τα έχει λύσει εδώ και χρόνια αυτά τα πράγματα;
Το πρώτο βιβλίο είναι καλύτερο από το δεύτερο. Θα προτιμούσα μεγαλύτερη έκταση όσο αφορά την απεργία και τις συνθήκες αλλά ο τρόπος με το οποίο δόθηκε ( σκέψεις εμπλεκομένων) ήταν πανέξυπνος. Είναι τα πρώτα βιβλία της Κόντζογλου που διαβάζω αλλά ομολογώ πως η γραφή της είναι υπέροχη. Μπράβο
Ιστορικό μυθιστόρημα που μας εξιστορεί την αιματηρή απεργία των μεταλλωρύχων της Σερίφου. Μες τους πρωταγωνιστές της μυθοπλασίας έχουμε και και υπαρκτά πρόσωπα. Τον Κωνσταντίνο Σπέρα που είχε γίνει γνωστός για τους συνδικαλιστικούς του αγώνες και τους Γκορμαν η οικογένεια που είχε τα μεταλλεία και εκμεταλλευόταν τους κατοίκους της Σερίφου.
🌿Σε αυτό το δεύτερο μέρος βλέπουμε την συνέχεια της πολυτάραχη σχέσης του Περσέα και της Ανδρομέδας . Και επιτέλους την απεργία.
🌿Μου άρεσε πολύ η διλογία είχε ενδιαφέρον και το ιστορικό κομμάτι αλλά και η ιστορία που που εξελίσσεται παράλληλα με τα γεγονότα. Για όσους δεν το γνωρίζατε από αυτή την εξέγερση κατοχυρώθηκε το οκτάωρο των εργαζομένων.
Σέριφος, ένα μικρό νησί με κατοίκους που αγωνίζονται να επιβιώσουν με ελάχιστες καλλιέργειες και με σκληρή καθημερινότητα. Η γη του όμως είναι πλούσια σε μετάλλευμα και γι’ αυτό μπαίνει στο στόχαστρο επιτήδειων που θέλουν να πλουτίσουν άκοπα και γρήγορα. Έτσι, το 1886 εγκαθίσταται στη Σέριφο ο Εμίλ Γκρόμαν κι αρχίζει να εξορύσσει ορυκτό πλούτο μέσα σε απάνθρωπες και επικίνδυνες συνθήκες εργασίας για τους ανθρώπους που αναγκάζονται να μπουν στη δούλεψή του. Άνθρωποι που δουλεύουν από ήλιο σε ήλιο κι ευελπιστούν για ένα παραπάνω κομμάτι ψωμί πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης και μέσα σε αυτό το πλαίσιο γεννιούνται και μεγαλώνουν οι ήρωες της νέας διλογίας της Μαίρης Κόντζογλου.
Στο δεύτερο βιβλίο με τίτλο «Ανέσπερος» φτάνουμε στην εποχή των αιματηρών γεγονότων της Σερίφου και οι ήρωες του πρώτου βιβλίου έχουν πάρει τις σωστές θέσεις πάνω στη μυθοπλαστική σκακιέρα. Είμαστε στη δεκαετία του 1910, όπου ο Γκέοργκ Γκρόμαν συνεχίζει την αιματηρή και ορυκτή αφαίμαξη του νησιού από εργάτες και γη αντίστοιχα, ακολουθώντας τα στυγνά ίχνη του πατέρα του. Στριφνός, ακατάδεκτος, αγενής, απότομος, απάνθρωπος, ψηλομύτης, μεγαλωμένος σε άνετο περιβάλλον αλλά με προβληματική συμπεριφορά, με γονείς που αδιαφορούσαν ή φοβόντουσαν να ασχοληθούν με την προκλητική συμπεριφορά του. Παντρεύεται την Ανδρομέδα, γοητευμένος από το υποτονικό και άβγαλτο κοριτσάκι που του προξένεψε ο πατέρας της, Ανδρεάκος Δρακούλης. Άλλωστε δεν τον εγκατέλειψε ποτέ ο φόβος πως θα τον απέρριπτε μια οποιαδήποτε άλλη γυναίκα κι επιπλέον θέλησε να δημιουργήσει σχέση εμπιστοσύνης με τους ντόπιους. Μετάλλευμα, πλούτος, υπακοή, δύναμη, αυτά έβαλε στο μάτι για να τα πάρει από το νησί της Σερίφου με κάθε κόστος, μόνο που τελικά τα σχέδιά του με τον γάμο δεν ευοδώθηκαν κι αρχίζουν νέα βάσανα γι’ αυτόν.
Στο πλάι του παραμένει ο Ανδρεάκος, ο γερμανόφωνος διερμηνέας που είχε έρθει με τον Εμίλ Γκρόμαν κι έκτοτε απέκτησε εξουσία, τουπέ και «αέρα», διαφεντεύοντας τους εργάτες κατά το δοκούν. Για να ισχυροποιήσει τους δεσμούς του με το αφεντικό του, του προξενεύει την κόρη του, αναγκάζοντάς την να ακολουθήσει τα ίχνη της συνώνυμης ηρωίδας της μυθολογίας που είχε αναγκαστεί να υποκύψει στις ορέξεις του κήτους που απειλούσε το νησί της. Βέβαια, ο τόπος βοά για την κίνηση αυτή και οι φήμες οργιάζουν, όλοι καταλήγουν όμως στο εύκολο, επιπόλαιο και βιαστικό συμπέρασμα πως η Σερφιώτισσα Ανδρομέδα πρόδωσε τον τόπο της και τους ανθρώπους του! Η κοπέλα υποκύπτει στις ορέξεις του άντρα της που δεν κάνει και πολλά για να την ανακαλύψει, να τη γνωρίσει, να οικειοποιηθούν, αν όχι ερωτευθούν ο ένας τον άλλον και τελικά βυθίζεται στην κατάθλιψη και τη μελαγχολία. Πλούτη και πύργοι στο Φάληρο, οικονομική άνεση και υπηρέτες δε φέρνουν την ευτυχία κι η Ανδρομέδα δείχνει διαρκώς ανορεξία και έλλειψη χαράς. Ναι αλλά ο Περσέας με τον οποίο ερωτεύτηκαν στο μεταξύ και σχεδίαζαν να το σκάσουν κρυφά και να καταφύγουν στη Σύρο ή και ακόμη πιο μακριά για να γλυτώσουν από το νησί και για να ζήσουν τον έρωτά τους;
Ο ήρωάς μας λοιπόν, που δε γνωρίζει τον πραγματικό λόγο που υπέκυψε στον γάμο η Ανδρομέδα, έχει καταρρακωθεί αλλά επιμένει πως το κορίτσι δεν έφταιγε για το πισωγύρισμα. Ταυτόχρονα, η σκληρή δουλειά, οι συζητήσεις με τους άλλους εργάτες, οι συμπεριφορές των επιστατών και οι τραυματισμοί από τα ελλιπή μέσα προστασίας και ασφαλείας αρχίζουν να τον αφυπνίζουν. Ρίχνεται με πάθος στη δουλειά του, παρατηρεί, σημειώνει, αντιλαμβάνεται, αλλάζει η ματιά του για τα όσα συμβαίνουν γύρω τους. Για τον λόγο αυτό αρχίζει να σχεδιάζει τον αγώνα για καλύτερες συνθήκες εργασίας, ως νεότερος και πιο έμπειρος ωθείται από τους συναδέλφους του σε άτυπη αρχηγία, αλληλογραφεί με τον Σπέρα που έχει ήδη ζυμωθεί για τα καλά στον συνδικαλιστικό αγώνα, με τη συμμετοχή του στην καπνεργατική απεργία του 1914, μετά την οποία συνελήφθη και φυλακίστηκε, όπως θα γίνει πολλές φορές αργότερα στη ζωή του. Και οι συνθήκες στο νησί μοιάζουν πρόσφορο έδαφος για τον αγώνα του: «Σκληρή η δουλειά, οι αμοιβές όλο και μειούμενες, οι ώρες όλο και αυξανόμενες, οι συνθήκες όλο και χειρότερες» (σελ. 106). Ο Σπέρας συγκρούστηκε πολλές φορές με όσους επιθυμούσαν κηδεμόνες στο συνδικαλιστικό κίνημα γιατί δε σταματάει να προσβλέπει σε αντικειμενικότητα στον αγώνα, τρέχει όπου τον χρειάζονται οι εργάτες, με τα ιδανικά της ισότητας και της δικαιοσύνης πάντα για φάρο του.
Αυτά είναι τα πρώτα βήματα στο νέο μυθοπλαστικό σύμπαν που στήνει η Μαίρη Κόντζογλου και ακολουθούν απανωτές ανατροπές, αναπάντεχα γεγονότα, στενά αλληλοσυνδεδεμένα περιστατικά, έρωτες και προδοσίες, αγάπες και προξενιά, θάνατοι και απελπισία. Με συγγραφική μαεστρία, διεισδυτικά ψυχογραφήματα, άφθαστη καταγραφή ανθρώπων και κουλτούρας, βιώνουμε τις συνθήκες εκμετάλλευσης του τόπου από τον Εμίλ αρχικά και τον Γκέοργκ στη συνέχεια Γκρόμαν και ταυτόχρονα την ανύπαρκτη θέση της γυναίκας σε μια κλειστή κοινωνία που πνίγει κάθε της πρωτοβουλία και όνειρο. Είναι θέσφατο πως «οι γυναίκες εκπροσωπούνταν από τον σύζυγό τους» και πως, αν βρίσκονταν σε γάμο που δεν ήθελαν, κάτι όχι σπάνιο, η κακοκεφιά τους και η ατονία οδηγούσε ακόμη και επιστήμονες σε βιαστικά και ανεδαφικά συμπεράσματα: «…ίσως να είχε μελαγχολία, άρα πειραγμένο νευρικό σύστημα, άρα δεν ήταν και τόσο απίθανη μια επιληπτική κρίση» (σελ. 129)! Καραδοκεί πάντα ο φόβος του ραφιού: «…κάθε μήνας που περνάει αξίζεις λιγότερο…» (σελ. 253) σε «…μια κοινωνία που τις έβλεπε σαν βοηθητικά χέρια στη δουλειά, σαν κοιλιές που γεννούσαν παιδιά, σαν υπηρέτριες πεθερικών και ��ονέων, σαν στολίδια που τόνιζαν την ανωτερότητα των αντρών ή υπογράμμιζαν την ταπεινή τους καταγωγή» (σελ. 363-364).
Ταυτόχρονα, με χειρουργική ακρίβεια καταγράφονται τα ελλιπή μέτρα προστασίας και ασφάλειας των μεταλλωρύχων, οι άτυπες δηλώσεις υποταγής των αιρετών στο Αφεντικό του νησιού, τον Γκρόμαν, οπότε κι έκαναν τα στραβά μάτια στις ατασθαλίες και στα προβλήματα που δημιουργούνταν. Με τον ίδιο τρόπο καταγράφονται οι αλλαγές που εφαρμόζονται με δυσκολία για τις εργασιακές συνθήκες, οι παγίδες στους κανονισμούς, ο διχασμός σε συντηρητικούς που περιμένουν να φτιάξουν τα πράγματα και σε τολμηρούς που μιλούν για σωματείο, για απεργία, για εξέγερση! Και πάνω στην κορύφωση της πλοκής επιστρέφει ο Κωνσταντίνος Σπέρας που επεξεργάζεται το καταστατικό του Σωματείου Εργαζομένων στα μεταλλεία με τέτοιο τρόπο που ακόμη και σήμερα αποτελεί πρότυπο! Από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, από ψυχογραφήματα σε ψυχογραφήματα κι από εξελίξεις σε εξελίξεις, φτάνουμε στις 7 Αυγούστου 1916, στην αρχή των διεκδικήσεων, της απεργίας, των αιτημάτων, των απαιτήσεων. Και πλέον τα γεγονότα ξετυλίγονται μέσα από τα μάτια του υπομοίραρχου Χαρίλαου Χρυσάνθου που εκλήθη στο νησί με τους άντρες του για να επιβάλει την τάξη, του ειρηνοδίκη Δημητρίου Κόντου, των απεργών, των χωροφυλάκων, των ηρώων του βιβλίου, οπότε ο καθένας μιλάει με το δικό του λεξιλόγιο και βάσει της δικής του λογικής και ψυχοσύνθεσης, για τα γεγονότα που βίωσε, για τους φόβους, του, για την αποφασιστικότητά του κι έτσι το μυθιστόρημα γίνεται πολυπρισματικό, ακριβοδίκαιο, αντικειμενικό όσο σταλάζει το αδικοχυμένο αίμα.
Η αφήγηση ρέει σα νεράκι, γεμάτη καλολογικά στοιχεία, διεισδυτικά ψυχογραφήματα, απρόσμενα γεγονότα και συχνή χρήση ενεστώτα διαρκείας που δίνει ένταση και ρυθμό στο κείμενο ενώ οι διακριτικές παρεμβάσεις της συγγραφέως στη ροή («λέμε εμείς που ξέρουμε την ιστορία», «Κι αν αναρωτιόμαστε γιατί…», «θα αναφέρω μόνο ένα παράδειγμα» κλπ.) κάνουν την εξιστόρηση πιο προσωπική και δένουν ανεπαίσθητα τον αναγνώστη με τα προσωπικά βιώματά της κατά τη συγγραφή. Μέσα από το πάνθεον των ηρώων που μας συστήνονται, ξεδιπλώνεται το χρονικό της εξόρυξης των μεταλλευμάτων της Σερίφου, τα ατυχήματα, οι αλλαγές στον κοινωνικό ιστό του νησιού, η οικιστική ανάπτυξη, οι μεταμορφώσεις του εσωτερικού και του εξωτερικού της χέρσας αυτής γης, με λίγα λόγια καταγράφεται το ηρωικό, αποξενωμένο, ακόμη αιμάσσον αυτό νησί που οι κάτοικοί του βίωσαν τόσα πολλά, με τα ορυχεία μονόδρομο για επιβίωση και για θάνατο: «Το νησί που βουλιάζει στη φτώχεια και τη δυστυχία σε κανέναν δεν χαρίζεται, κανείς δεν εξαιρείται» (σελ. 371). Πρόκειται για ένα χρονικό εξαπάτησης, εκμετάλλευσης, διχόνοιας, ευτελισμού των ανθρώπων που ζητούσαν ένα κομμάτι ψωμί από έναν τυχοδιώκτη που ήρθε για να γίνει πλούσιος αδιαφορώντας για όλα τα υπόλοιπα και ο γιος του βημάτισε σε ακόμη χειρότερα μονοπάτια. Μικρές ιστορίες συνοδεύουν τον κύριο άξονα της πλοκής, αίτια και αιτιατά βγαίνουν στο φως, χαρακτήρες που έρχονται και φεύγουν ή στήνουν τα γερά θεμέλια που θα μας οδηγήσουν στο τέλος της διλογίας, όλα αυτά συγκροτούν ένα πλούσιο σε καλλιέπεια έργο, γραμμένο με άφθονα καλολογικά στοιχεία, παρομοιώσεις και μεταφορές: «Το απόγευμα έκλεβε το φως της μέρας, το ‘χωνε βιαστικά στις τσέπες του…» (σελ. 144) και «Μεγάλη σκλαβιά η αγάπη. Αλλά και καλή κρυψώνα» (σελ. 216).
«Από ήλιο σε ήλιο» δουλεύουν οι φτωχοί μεροκαματιάρηδες κάτοικοι της Σερίφου και το μυθιστόρημα μας ξεναγεί σε αυτό το ανεμοδαρμένο, άγονο, φτωχό, κακοτράχαλο νησί. Πάνω Πιάτσα, Κάστρο, η κορυφή του Τούρλου, Χώρα, Μεγάλο Λιβάδι, Κουταλάς, Μία Χωριό, Μονή Ταξιαρχών είναι οι τόποι δράσης και πότε μπαίνουμε σε σπίτια κι εκκλησίες και πότε βυθιζόμαστε στις σκοτεινές στοές, σε κεκλιμένα, φρεάτια, ράμπες, σκάλες φόρτωσης, μηχανοστάσια. Ταυτόχρονα, σε δεύτερη ανάγνωση βλέπουμε τη δύσκολη και ανύπαρκτη ουσιαστικά θέση της γυναίκας που δεν έχει αντίλογο ούτε γνώμη και άποψη αλλά δουλεύει στο σπίτι και στα χωράφια, χωρίς δικαίωμα σκέψης και μάθησης. Συναρπαστικές λεπτομέρειες, ρεαλισμός και παραστατικότητα, καλομελετημένοι χαρακτήρες, ενδιαφέρουσες εξελίξεις, πιστότητα και αυθεντικότητα εποχής και τόπου είναι μερικά μόνο από τα θετικά γνωρίσματα του τελευταίου βιβλίου της διλογίας με τίτλο «Από ήλιο σε ήλιο» που είναι πλούσιο σε εξελίξεις, συναισθήματα και προβληματισμούς και ολοκληρώνει μια δυνατή ιστορία με άφθαστο ρεαλισμό και καλοδουλεμένη πλοκή.
Καί ναι! Επιτέλους, έχω στα χέρια μου το δεύτερο βιβλίο, της διλογίας ''Από ήλιο σε ήλιο'', που υπογράφει η συγγραφέας Μαίρη Κόντζογλου, το οποίο φέρει τον τίτλο ''Από ήλιο σε ήλιο: Ανέσπερος" καί κυκλοφόρησε, προσφάτως, από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Ευτυχώς, για εμάς, η αναμονή της έκδοσής του δεν κράτησε τόσο πολύ καί να που σήμερα, έχω την χαρά να μοιράζομαι μαζί σας τις σκέψεις μου γι'αυτό... Άραγε, με ποιον τρόπο ολοκληρώθηκε η ιστορία εκείνης της ιστορικής ''ματωμένης απεργίας της Σερίφου'';
Η σπίθα είχε ''γεννηθεί'' στο πρώτο βιβλίο καί τώρα, στο δεύτερο, μετατράπηκε σε μία δυνατή ''φωτιά'' που μπορούσε να παρασύρει τα πάντα στο διάβα της. Τα πρόσωπα της ιστορίας έρχονται αντιμέτωπα με καταστάσεις που δεν περίμεναν ( ; ), καθώς καί με διλήμματα, οι αποφάσεις των οποίων θα καθορίσουν την πορεία της ζωής τους, σε έναν δρόμο δίχως επιστροφή... Άραγε, θα είναι έτοιμοι/ες να δεχθούν τις όποιες συνέπειες τόσο των δικών τους πράξεων, όσο καί των υπολοίπων;
''Αρχές του 20ού αιώνα. Στην Ευρώπη οι νέοι σκοτώνονται στα χαρακώματα του πρώτου παγκόσμιου πολέμου και στη Σέριφο στις σκοτεινές γαλαρίες των μεταλλείων. Στις παράπλευρες απώλειες υπολογίζεται και η νεαρή σύζυγος του πανίσχυρου πια Γκρόμαν, η Ανδρομέδα που βουλιάζει στη θλίψη και αρνείται την πραγματικότητα. Ένα τραγικό γεγονός θα τη βγάλει από τον συναισθηματικό της λήθαργο, θα την αφυπνίσει σαν άνθρωπο και θα την κάνει να απαιτήσει τη ζωή της πίσω. Στο μεταξύ οι εργάτες των μεταλλείων, υπό την καθοδήγηση του Σπέρα και του Περσέα, όταν η κατάσταση στα μεταλλεία φτάσει στο απροχώρητο, θα κηρύξουν απεργία διεκδικώντας ασφάλεια και αξιοπρέπεια. Θα χυθεί αίμα, θα χαθούν ζωές αλλά εκείνοι θα είναι ανυποχώρητοι μέχρι την τελική λύση." (Περίληψη οπισθοφύλλου)
Για ακόμη μία φορά, θα βρεθούμε να ''κατοικούμε'' -έστω καί νοερά- στο νησί της Σερίφου. Θα γίνουμε κομμάτι του τόπου καί θα σταθούμε άγρυπνοι φρουροί στο πλάι όλων αυτών των ανθρώπων, που θα διεκδικήσουν, μέχρι τέλους, τα δικαιώματά τους καί μία αξιοπρεπή ζωή. Ο ήλιος της Σερίφου δεν θα μας ''τυφλώσει'', μα θα γίνει συνοδοιπόρος μας, που θα διώχνει μακρυά όλα τα σκοτάδια. Θα βοηθήσει να λάμψει καί να αποκατασταθεί η αλήθεια καί μαζί με εκείνη θα έρθει καί η όποια λύτρωση για τα όποια πρόσωπα...
Είπα πρόσωπα καί θα ήταν άδικο -από μεριάς μου- να μην πω πως στάθηκαν σαν πραγματικοί ήρωες καί ηρωϊδες. Δεν λιποτάκτησαν. Πολέμησαν έως τέλους. Κάποιοι/ες γίναν τρανά παραδείγματα προς μίμηση καί άλλοι/ες παραδείγματα προς αποφυγήν... Στο χέρι μας, όμως, είναι το τι θα επιλέξουμε να ακολουθήσουμε... Ναι, αυτή η εσωτερική δύναμη καί το θάρρος της ψυχής τους στάθηκε πιο μεγάλο καί επιβλητικό μπροστά στο όποιο λάθος...
Διάβασα το βιβλίο με μεγάλη λαχτάρα. Οι σελίδες κυλούσαν σαν το νερό μέσα από τα χέρια μου καί ταυτόχρονα η συναισθηματική μου έξαψη είχε φτάσει στο ζενίθ. Αυτή η γλαφυρότητα καί πλούσια γραφή της συγγραφέως με παρέσυρε σε ένα κρεσέντο συναισθημάτων, που διέγειραν τις αισθήσεις καί την σκέψη μου, ενώ παράλληλα, το μυαλό μου ''πλημμύρισε'' από εικόνες καί μία μυρωδιά από το Αιγαίο καί όσα συνδέονται με εκείνο... Ναι, ολοκλήρωσα την ανάγνωση καί άφησα, ασυναίσθητα, εκείνη την ανάσα που κρατούσα ''φυλακισμένη'' για αρκετή ώρα... Αναζητήστε το! Καλή ανάγνωση.
Οταν θελω να διαβάσω ένα σίγουρα καλο βιβλιο στρεφόμαι πάντα στην κυρία Κοντζογλου. Δεν είχε τύχει να ακούσω για την ιστορία της Σερίφου και με αφορμή το βιβλιο μελέτησα επιπλέον για τον Σπερα και τις λοιπές προσωπικότητες που αναφέρονται μεσα