«Για κείνον, είναι ένα βιολί. Για κείνη, μια φιάλη οξυγόνου στον βυθό της θάλασσας. Για κείνον, είναι ένα παιχνίδι που μπορεί να σ’ το προσφέρει ή να το πάρει πίσω. Για κείνη, ένα απασφαλισμένο περίστροφο με μια σφαίρα στη θαλάμη. Για κείνον, είναι ένα Francesco Rugeri του 1669, από την Κρεμόνα. Για κείνη, η φωνή της».
Στον σκληρά ανταγωνιστικό χώρο της διεθνούς σκηνής της κλασικής μουσικής, μια ανερχόμενη Ελληνίδα σολίστ του βιολιού αμφισβητεί τους κανόνες της αγοράς, παλεύει με τα όριά της, έρχεται αντιμέτωπη με ανοιχτές πληγές και αναπάντητα ερωτήματα. Όταν στην πιο κρίσιμη καμπή της καριέρας της λαμβάνει ένα αινιγματικό μήνυμα που ανατρέπει τις βεβαιότητές της, η εμμονική σύνδεσή της με ένα βιολί ιδιαίτερης αξίας θα έχει απρόβλεπτες και αναπάντεχες συνέπειες.
Ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα για την αξεδιάλυτη σχέση μουσικής και ζωής, το τίμημα της καλλιτεχνικής ανέλιξης και τους κινδύνους που ενέχει η άνευ όρων αφοσίωση στην τέχνη. Μια ιστορία που διερευνά το σαγηνευτικό και ενίοτε σκοτεινό σύμπαν της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Η Nτορίνα Παπαλιού γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Mπράουν στις ΗΠΑ και συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στην Κοινωνική Ανθρωπολογία στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ. Το μυθιστόρημά της Το απαραίτητο φως (εκδόσεις Ίκαρος, 2013) βρέθηκε στην βραχεία λίστα για το European Union Price for Literature (EUPL) 2014 και στη Μεγάλη Λίστα για το Athens Prize for Literature 2014, ενώ το πρώτο της μυθιστόρημα, Γκάτερ (εκδόσεις Κέδρος, 2007), κέρδισε το βραβείο IBBY 2008.
Η σχέση της με τη ζωή είναι ιδιαίτερα περίπλοκη σε αντίθεση με τη σαφήνεια που της αποκαλύπτει ο κόσμος της μουσικής. Αυτή εξάλλου είναι η φωνή της. Είναι μεγάλη, είναι μικρή. Η σχέση με τη μητέρα της ήταν πάντα περίεργη. Την ανακαλεί συχνά, σκαλίζει ό,τι μπορεί για να βρει απαντήσεις. Σχέσεις εφήμερες, αόριστες. Έτσι έχει μάθει, να στηρίζεται μόνο στον εαυτό της. Είναι μια πορφυρή νότα μέσα στο κατάμαυρο σκοτάδι. Ή μήπως το αντίθετο; Είναι έτοιμη να θυσιάσει τα πάντα, γιατί τίποτα δεν είναι εύκολο όταν επιλέγεις αυτόν το δρόμο, ή επιλέγουν άλλοι για ‘σενα. Πλέον όμως, αναπνέεις γι’ αυτό, δε θα μπορούσε να ήταν αλλιώς ο κόσμος σου. Δε θέλει να καταλήξει ένα ακόμα προϊόν της καταναλωτικής μηχανής, δε θα ξεπουληθεί έτσι απλά. Με το Rugeri της -δανεικό, αλλά συνάμα τόσο δικό της όσο κανένα άλλο-, θα νιώσει στέρεη, άτρωτη. Ξάφνου όμως, με μια ακόμα ανεξήγητη απώλεια, η ζωή της θα κλονιστεί κι ερωτήματα θα αναδυθούν απ’ τον πάτο της απελπισίας της. Δεν της μένει τίποτα άλλο, παρά να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό της. Κορίτσι, γυναίκα, σολίστ.
Η λυρικότητα της ιστορίας θα έπρεπε να βρίσκεται στοχευμένα στις συναισθηματικές διαβαθμίσεις της πρωταγωνίστριας κι όχι διάχυτη παντού, σε σημείο να θολώνει κάπως την ανάγνωση. Κάτι έμεινε ανολοκλήρωτο μέσα μου, ήταν ο τρόπος που τελείωσε η αφήγηση; Μπορεί. Παρόλα αυτά, ένιωσα τη δυσφορία και το πάθος και την τελειομανία της πρωταγωνίστριας. Είδα μέσα στην ψυχή της. Κι αυτό σίγουρα δεν είναι ασήμαντο συγγραφικό επίτευγμα.
Το «κορίτσι» : μία νεαρή, ανερχόμενη Ελληνίδα σολίστ του βιολιού, η οποία παραμένει ανώνυμη καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης. Μοναχική και εσωστρεφής, στήριγμα του εαυτού της, αντισυμβατική, τελειομανής.
Το βιολί της: κάτι περισσότερο από ένα μουσικό όργανο. Αποτελεί "σύντροφό" της στη ζωή και στην τέχνη, συνδέεται μαζί του τόσο σε πνευματικό, όσο και σε συναισθηματικό επίπεδο, γίνεται προέκταση της ψυχής και της προσωπικότητάς της, καθορίζει την ίδια της την ταυτότητα, εκφράζει όσα με λέξεις δεν μπορούν να ειπωθούν.
Ο Μετρ: το σύμβολο της τελειότητας που «το κορίτσι» προσπαθεί να αγγίξει. Μια μυστική συμφωνία και ένα δανεικό βιολί, ένα Francesco Rugeri του 1669 από την Κρεμόνα , εξαιρετικά σπάνιο και πολύτιμο, τόσο για τη δεξιοτεχνία της κατασκευής του όσο και για την εξαιρετική του ακουστική ποιότητα. Αμέσως γίνεται «η φωνή της» , όταν όμως ο Μετρ αποφασίζει να της το ζητήσει πίσω τότε «το κορίτσι» νιώθει ακρωτηριασμένη… η φωνή της όμως είναι εκεί. Ψάχνει κάτι δικό της, όχι δανεικό. Ψάχνει τη δική της φωνή… παίρνει τη φωνή στα χέρια της.
«Δεν έχει νόημα να παίζεις αν δεν έχεις κάτι ιδιαίτερο να πεις. Η φράση του Μετρ έσταξε μέσα της σαν θρεπτική τροφή. Η φράση του έσταξε μέσα της τοξική. Ήταν το καθένα ξεχωριστά ή και τα δύο μαζί. Έχει να κάνει με το πώς τη μεταβολίζει κανείς τούτη την τροφή-από νότες και λέξεις.»
Το «κορίτσι» αποτελεί ένα έργο σε εξέλιξη. Σταθμός στη ζωή της , ο αιφνίδιος θάνατος της μητέρας της που εγείρει μέσα της πολλά ερωτήματα και ανοίγει πληγές που θα κουβαλάει στην ενήλικη, πλέον, ζωή της. Μέσα από τις πολυάριθμες αναδρομικές αφηγήσεις παρακολουθούμε τη «σκοτεινή» πλευρά της μουσικής, καθώς η καριέρα αυτή απαιτεί υψηλό επίπεδο δεξιοτεχνίας, αφοσίωσης και αντοχής. Άραγε αξίζει το τίμημα; Ο λυρισμός που διατρέχει τα αφηγηματικά μέρη ,σε αποσυνδέουν από το τώρα, ενώ τα διαλογικά μέρη έρχονται για να σε γειώσουν και πάλι στο παρόν και στην πραγματικότητα. Ένα ψυχογράφημα μεθυστικό, συνάμα απαιτητικό, διαβάζεται με όλες τις αισθήσεις σε εγρήγορση, λες και οι νότες ξεχύνονται στο ξεφύλλισμά του.
Η συγγραφέας νομίζει ότι είναι σε διαγωνισμό «ποιος θα γράψει τη μεγαλύτερη πρόταση» Εντωμεταξύ 140 σελίδες και η υπόθεση δεν έχει ξεκινήσει ακόμη (αν έχει). Κρίμα γιατί το προηγούμενο βιβλίο της ήταν ωραίο
Στο τεύχος Ιουλίου 2024 The Books' Journal έγραψα για το νέο μυθιστόρημα της Ντορίνας Παπαλιού και τον μαγικό κόσμο της μουσικής. Παρότι προσωπικά απόλαυσα το προηγούμενό έργο της περισσότερο, είναι ένα πολύ ενδιαφέρον ανάγνωσμα και προσφέρει τροφή για σκέψη για έναν κόσμο που πολλοί από εμάς έχουμε εξιδανικεύσει. Παραθέτω ένα απόσπασμα: " Η Παπαλιού, όμως, δεν μιλά για έναν εξιδανικευμένο κόσμο της μουσικής. Αντίθετα, εκθέτει τη σκληρή του αλήθεια. Το μυθιστόρημα βρίθει εύστοχων, αιχμηρών παρατηρήσεων και (όχι και τόσο) έμμεσων σχολίων για την κατάσταση που επικρατεί στον χώρο της μουσικής, για τον ανταγωνισμό, για τον ναρκισσισμό πολλών από αυτούς που έχουν φτάσει στην κορυφή, για τη σημασία της σκηνικής παρουσίας, της εμφάνισης (ρούχα, παπούτσια, μακιγιάζ) και τη συμμετοχή του σώματος στην ερμηνεία ενός έργου στο ρεσιτάλ, για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας καλλιτέχνης, την ανάγκη συμμετοχής και διακρίσεων σε διαγωνισμούς από μικρή ηλικία, τις απορρίψεις μέχρι την αποδοχή στον μακρύ δρόμο προς τη μουσική καταξίωση ή απαξίωση, για τα κυκλώματα διασυνδέσεων που απογειώνουν ή καταστρέφουν καριέρες, αλλά και για τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην αυτοπροβολή τους. Περιγράφει την εμπορευματοποίηση της κλασικής μουσικής που οι παράγοντες παρουσιάζουν στους καλλιτέχνες ως αναγκαίο κακό προκειμένου αυτή να «επιβιώσει» ως είδος μουσικής (φωτογραφίσεις, συνεντεύξεις, έμφαση στο ωραίο παρουσιαστικό και στη σκηνική παρουσία, ενεργοί λογαριασμοί στο Instagram). Επιπλέον, στο μυθιστόρημα εντοπίζουμε ενδιαφέροντες στοχασμούς σχετικά με τη ζωγραφική, τη μουσική και την τέχνη γενικά, τον έρωτα, τη φιλία, τη συναδελφικότητα, τις οικογενειακές σχέσεις, τις κοινωνικές συμβάσεις, τις διαφορετικές μουσικές κουλτούρες και τις εν γένει διαφορές στη νοοτροπία μεταξύ Ρώσων-ανατολικοευρωπαίων και δυτικών καθηγητών μουσικής, ενώ δεν λείπουν τα σχόλια και για τις αγγλικές συνήθειες όπως το εθνικό σπορ της κατανάλωσης αλκοόλ μέχρι τελικής εξάντλησης ή το Brexit, αλλά και για τη συνήθεια των συμπατριωτών της ηρωίδας να τσακώνονται όπου τους δοθεί το βήμα, συμπεριλαμβανομένου και του «τοξικού βάλτου» των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Καθώς ο αναγνώστης βυθίζεται στις σκέψεις, τους προβληματισμούς, τις διερωτήσεις και τις αγωνίες της ηρωίδας, θα βρει τον εαυτό του να αναρωτιέται και να αμφιβάλλει για το κατά πόσο αξίζει το τίμημα που καταβάλει η ηρωίδα για να ανέλθει στην κορυφή μέσα σε ένα τόσο ανταγωνιστικό πλαίσιο. Οι αναδρομές στο παρελθόν που εναλλάσσονται με τις μικρές ενότητες που διαδραματίζονται στο παρόν αποκαλύπτουν σιγά σιγά τα κομμάτια του παζλ, ώσπου φτάνουμε στην τελευταία ενότητα που μέσα από τον παραλληλισμό με τους νεοσσούς που δακτυλιώνονται βάζει τα πράγματα στη θέση τους και απαντά σε ερωτήματα που ανέκυψαν κατά την εξέλιξη της ιστορίας, με κύριο το αίτημα της αυθεντικότητας και της ανεξάρτητης, αυθεντικής προσωπικής «φωνής» και ταυτότητας. Η συγγραφέας δείχνει μεγάλη ευαισθησία στην αποτύπωση της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης και των αντιδράσεων μπροστά στο μοιραίο. Παρακολουθούμε βήμα βήμα πώς διεισδύει στον ψυχισμό της ηρωίδας της και ανατέμνει τις μύχιες σκέψεις της. Οι χαρακτήρες του έργου δεν είναι πολλοί, οι δυο ανεπτυγμένοι μάλιστα ήρωες, το κορίτσι και ο Άρης, φαίνονται πολύ πιο ώριμοι από τους υπόλοιπους νέους της ηλικίας τους. Είναι επίσης άνθρωποι εμφανώς καλλιεργημένοι: μέσα στις σελίδες του έργου τούς βρίσκουμε διαρκώς να μιλούν για μουσική, θέατρο και λογοτεχνία, το κορίτσι να διαβάζει Σιμπόρσκα και Τσβετάγιεβα ή να επισκέπτονται μια έκθεση του Μανέ, τη Νάσιοναλ Γκάλερυ, διάφορες γκαλερί όπου εκτίθενται έργα σύγχρονων καλλιτεχνών, ενώ ο Άρης, βαθιά σκεπτόμενος και τολμηρός, δεν διστάζει να επικρίνει αυτό που εκλαμβάνει ως αυτοκαταστροφική μεγαλομανία του κοριτσιού. Ενδεχομένως να μπορούσαν να λείπουν κάποιες περιγραφές, λόγου χάρη η εκτενής και λεπτομερέστατη περιγραφή του πρώτου σπιτιού της ηρωίδας στο Λονδίνο· με μια πρώτη ματιά δεν προσθέτουν στην εξέλιξη της ιστορίας, που ούτως ή άλλως κινείται με αργούς, σχεδόν νωχελικούς ρυθμούς, ωστόσο εισάγουν τον αναγνώστη στον μικρόκοσμ�� και τον χαρακτήρα της ηρωίδας πιο εύστοχα από μια τυπική περιγραφή της προσωπικότητάς της. Τα διαλογικά τμήματα, που είναι αρκετά, διακρίνονται από αληθοφάνεια. Η Παπαλιού αποφεύγει τις δραματικές, κινηματογραφικές ή «τηλεοπτικές» συζητήσεις. Ωστόσο, η ρέουσα γραφή, ο λιτός, με περιοδικές ποιητικές εξάρσεις λόγος, η πολύπλευρη σκιαγράφηση ακόμη και των δευτερευόντων χαρακτήρων, η εστίαση στο υπόγειο εσωτερικό δράμα της ηρωίδας και οι περιγραφές που δημιουργούν εξαιρετικά ζωντανές εικόνες δίνουν στο μυθιστόρημα μια κινηματογραφική αισθητική που ελκύει τον αναγνώστη από την πρώτη ως την τελευταία του σελίδα."
Η πρωταγωνίστρια του βιβλίου από μικρή παίζει βιολί και οσο μεγαλώνει αφοσιώνεται σε αυτό. Οι μέρες της γεμάτες πρόβες και μελέτες πάνω σε συνθέσεις. Κάποιες φορές θα την ξεσηκώσει ο φίλος της Άρης να βρεθούν για να συζητήσουν, αλλιώς μόνη της θα θυμάται εικόνες και στιγμές από το παρελθόν και θα χάνεται εκει. Ο στόχος της είναι ένας να αποκτήσει το βιολί που τόσο επιθυμεί. Η σκέψη αυτή θα γίνει εμμονή. Θα είναι το μόνο που θα σκέφτεται και το μόνο που θα την οδηγήσει σε απρόβλεπτες συνέπειες.
"Πως να παίξεις με ένα οποιοδήποτε βιολί;"
Μέσα από την ζωή της πρωταγωνίστριας βλέπουμε τις δυσκολίες που βιώνει ένας καλλιτέχνης στον ανταγωνιστικό χώρος της κλασικής σκηνής και το τίμημα που θα αντιμετωπίσει. Για να ανεβεί θα πρέπει να δουλέψει σκληρά. Χρειάζεται κόπο, επιμονή, αλλά και υπομονή για να φτάσει σε τόσο υψηλό επίπεδο. Θα βρει τις ισορροπίες ή θα φτάσει στα άκρα;
"Πρέπει να ρισκάρεις, συναισθηματικά και σωματικά, παίζοντας. Και το βιολί είναι το όχημα σου. Δεν μπορείς να το κάνεις μόνος σου.
Για όσους θέλουν να διαβάσουν ένα σκοτεινό βιβλίο για τον κόσμο της τέχνης, τότε να το αναζητήσουν!
Πολύ ιδιαίτερο βιβλίο, χρήζει πολλαπλών ερμηνειών και σίγουρα καταπιάνεται με πάρα πολλά θέματα ταυτόχρονα, με υπέροχη γραφή αλλά όχι ιδιαίτερη πλοκή. θα έλεγα ότι είναι ένα ψυγογράφημα της πρωταγωνίστριας, η οποία είναι μια σολίστ του βιολιού που προσπαθεί να συνδεθεί και να κατανοήσει όλα όσα έχει βιώσει, στην μουσική της καριέρα, στην σχέση της με την μητέρα της, στην σχέση της με τον Άρη, στην σχέση της με την ίδια την τέχνη και την ζωή της. Το προτείνω κυρίως γιατί περιγράφει μια εσωτερική αναζήτηση που θεωρώ ότι όλοι οι άνθρωποι λίγο έως πολύ έχουμε πραγματοποιήσει μέσα μας κάποια στιγμή στην ζωή μας.
Τα δύο αστέρια είναι για την προσπάθεια. Φαίνεται ότι έχει γίνει αρκετή δουλειά για να γραφτεί το βιβλίο και αρκετή έρευνα. Όμως η ανάγνωση του με βρίσκει κουρασμένη από κάθε πρόταση που κράτησε 11 σειρές, Από τους αμέτρητους χιλιοειπωμένους συμβολισμούς και κυρίως από τις τελευταίες σελίδες που σε αφήνουν με αίσθημα εκνευρισμού.
Αηδιαστικά γλαφυρή πρόζα, ιστορία με θέμα μουσικής εμμονής, που ίσως στα χέρια άλλου συγγραφέα με μεστή γραφή να είχε ενδιαφέρον. Το ξεφύλλισα μέχρι το τέλος να δω αν βγαζει νόημα, αλλά η εμετική αμετροέπεια με έκανε για άλλη μια φορά να το εγκαταλείψω οριστικά.