O poveste tulburătoare și plină de mister despre o misiune secretă în Războiul Civil din Grecia: o ladă de fier cu conținut necunoscut trebuie transportată dintr-un oraș în altul, dar lucrurile o iau razna, căpătând accente kafkiene.
Misiunea este romanul unei ideologii goale care decimează suflete și trupuri. Descriind marșul triumfal al Istoriei închise într-un container metalic ce trebuie transportat din orașul N în orașul K, el devine, totodată, un simbol pentru misiunea – și eșecul – scriitorului de a da un sens realității prin cuvintele sale. Fără chip, fără nume și fără istorie, personajul imaginat de Aris Alexandrou împrumută trăsături kafkiene și le transmite istoriei narate. Și cu cât vorbele se îngrămădesc pe pagina depozițiilor lui, cu atât adevărul se îndepărtează mai mult de noi, lăsându-ne la final cu o întrebare chinuitoare: a fost sau n-a fost?
Suntem puși pe urmele unui adevăr care se eschivează încontinuu. Vom ști în cele din urmă care este versiunea corectă? Iar aici intervine o misiune și mai subtilă, cea a autorului: aceea de a ne îndruma sau de a ne abate de la adevăr prin cuvinte.
Εντάξει, μόλις το διάβασα. Να δω που θα βρω τα ναρκωτικά τώρα... Ιδιοφυές? Αριστουργηματικό? Κλασσικό? Ότι να 'ναι? Πιστεύω ότι θα χρειαστώ καμιά εβδομάδα αποχής από τα βιβλία για να το χωνέψω και σίγουρα 2-3 αναγνώσεις ακόμα στο μέλλον, αλλά προς το παρόν μάλλον πρόκειται για ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει στη ζωή μου.
Μετά και τη δεύτερη ανάγνωση του κιβωτίου, όλο και περισσότερο βεβαιώνομαι ότι το κείμενο αυτό θα έπρεπε να έχει θέση στο πάνθεον της ελληνικής λογοτεχνίας, δίπλα στα μυθιστορήματα του Καζαντζάκη και στα ποιήματα του Ελύτη.
Το Κιβώτιο ήταν όσο πρωτότυπο το περίμενα. Γενικά εκνευρίζομαι με όσους μιλούν ασταμάτητα και χειμαρρωδώς και περνούν από το ένα θέμα στο άλλο χωρίς να πάρουν ανάσα. Συνήθως τους κόβω ευθαρσώς και τους λέω να χαλαρώσουν. Ο Αλεξάνδρου κάνει αυτό ακριβώς. Ξεκινάει έναν γραπτό μονόλογο που τον διακόπτει περιστασιακά μόνο για να συνεχίσει την επόμενη μέρα. Σε αυτή την περίπτωση όμως, όχι μόνο δεν με κούρασε, αλλά ήταν αυτό ακριβώς το στυλ που το κάνει τεράστιο αυτό το έργο.
Έχουμε έναν κρατούμενο, στρατιώτη του ΕΛΑΣ, ο οποίος μαζί με άλλους τριαντά-κάτι συναγωνιστές του ανέλαβαν την αποστολή να μεταφέρουν ένα υψίστης σημασίας κιβώτιο από μια πόλη σε μια άλλη. Ο ήρωάς μας λοιπόν καταγράφει το χρονικό της αποστολής αυτής. Αρκετά straight-forward θα πει κανείς. Και θα ήταν, αν οι καταγραφές δεν ήταν επαναλαμβανόμενες και με αντιφάσεις. Πράγματι, τα ίδια πράγματα περιγράφονται τρεις-τέσσερις φορές με τον πρωταγωνιστή να παραδέχεται κάθε φορά ότι παρέλειψε στοιχεία και να προσθέτει κομμάτια στο παζλ. Αυτό φυσικά έχει σαν αποτέλεσμα ο αναγνώστης να μην ξέρει τι πραγματικά συνέβη, αφού ο αφηγητής είναι αναξιόπιστος. Ακόμα και στο τέλος που υποτίθεται ότι καταγράφει τα γεγονότα όπως ακριβώς συνέβησαν (και αποκαλύπτεται γιατί είναι κρατούμενος), πάλι δεν μπορεί κανείς να είναι σίγουρος καθώς είναι σαφές ότι δεν εμπιστεύεται τον ανακριτή στον οποίο απευθύνεται η αναφορά του. Πολλά είπα όμως...
Ο Αλεξάνδρου συνθέτει μια ντελιριακή αφήγηση με οξυδέρκεια και εφευρετικότητα, αλλά και ειρωνία και αυτοσαρκασμό. Κάποια σημεία γίνονται πιο κατανοητά αν κάποιος γνωρίζει λίγα πράγματα για τον εμφύλιο αλλά γενικά δεν είναι τόσο απαιτητικό σαν ανάγνωσμα από αυτή την πλευρά. Χρειάζεται όμως υπομονή λόγω των επαναλήψεων στον λόγο αλλά και των συνεχών μπρος πίσω σε χρονικά σημεία. Όμως είναι πραγματικά τόσο ενδιαφέρουσα η ματιά που ρίχνει στο μέτωπο του Λαϊκού Στρατού αλλά και η ιστορία που ξεδιπλώνεται στις σελίδες, που προσωπικά δεν με κούρασε καθόλου. Το τελευταίο που θα γράψω είναι ότι όλη η μεγαλοφυία και το νόημα του έργου βρίσκεται στο περιεχόμενο του κιβωτίου που δεν αποκαλύπτεται παρά μόνο στις τελευταίες σελίδες.
Μεγαλοφυές! Αριστούργημα! Έργο για το οποίο δεν χωρά καμία κριτική και οποιαδήποτε ερμηνεία επιμηκύνεται στο άπειρο. Από τις σπάνιες φορές που διαβάζεις κάτι και νιώθεις να σε αφορά τόσο πολύ υπαρξιακά. Λόγος λιτός και κοφτερός. Σαν μαχαίρι!
Το έργο διαδραματίζεται το 1949 και αποτελείται από μια σειρά αναφορές προς έναν υποτιθέμενο ανακριτή (ή προς εμάς, τους μελλοντικούς αναγώστες του 21ου αιώνα) από έναν ανώνυμο αφηγητή, που αλλάζει συνεχώς οπτική όρασης και περιγράφει εξαντλητικά ξανά και ξανά τα ίδια γεγονότα, προσθέτοντας συνεχώς καινούργια στοιχεία. Η τελευταία παραληρηματική αναφορά του, χωρίς ούτε μία τελεία σε 36 σελίδες, αποτελεί τον πιο δυνατό επίλογο σε μια μη γραμμική αφήγηση για όλες τις ματαιώσεις (ιδεολογικές, προσωπικές, υπαρξιακές) που βιώνουμε και εμείς μαζί του, τις ουτοπίες και την απουσία νοήματος.
Ειναι μυστήριο πως αυτο το βιβλιο δεν το ξέρει όλος ο κόσμος. Ειναι μυστήριο πως αυτο το βιβλιο δεν το ηξερα ουτε εγω ως περσι. Ειναι μυστήριο πως τελευταία ολοι γυρω μου φαίνεται να ασχολούνται με αυτο. Το Κιβώτιο ειναι το καλύτερο μυστήριο που εχω διαβάσει εδω και καιρό. Ενα αριστοτεχνικά γραμμένο βιβλιο, μου θύμισε και Όργουελ και Τζόυς αλλα κυρίως Κάφκα, ενα mind game που απαιτεί την προσοχή και την αφοσίωση σου σε καθε σελίδα, σε βασανίζει μεχρι να τελειώσει και μολις τελειώσει θέλεις να ειχε κι αλλο. Το βρήκα αυθεντικά αστείο, συγκινητικό, πανέξυπνο και σίγουρα μοναδικό. Θα ηθελα να βρεθεί ενας μάστορας στο παιχνίδι με το χρόνο και το μυαλό οπως ο Κρίστοφερ Νόλαν και να τολμήσει να το κανει ταινια. Θα ηθελα να το διαβάσετε ολοι.
#readathon16 [14/26] ~ [ένα βιβλίο το οποίο διαδραματίζεται κατα τη διάρκεια κάποιου πολέμου]
Μόλις τελείωσα το Κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου. Δεν μου θύμισε Προυστ αλλά το «Μηδέν και το Άπειρο» του Άρθουρ Κέσλερ. Ένας φυλακισμένος που απολογείται. Και στην απολογία του περιγράφει τα ίδια γεγονότα ξανά και ξανά και ξανά και ξανά χωρίς ποτέ να καταφέρει να εξαντλήσει όλες τις εκδοχές και τα ενδεχόμενα.
Το Κιβώτιο είναι σαφώς ένα έργο μοντερνιστικό. Είναι ο μονόλογος ενός κομουνιστή που προσπαθεί να περιγράψει ένα περιστατικό. Την μεταφορά ενός πολύτιμου κιβωτίου από την πόλη Ν. τη νύχτα της 14ης Ιουλίου 1949 ως την πόλη Κ. Είμαστε στα χρόνια του εμφυλίου. Και το περιεχόμενο του κιβωτίου θα κρίνει την έκβαση του πολέμου. Οι στρατιώτες που το μεταφέρουν, ανάμεσά τους και ο ήρωάς μας, ο αφηγητής έχουν ορκιστεί να το προστατεύσουν ακόμα και με την ίδια τους τη ζωή.
Ο αφηγητής είναι ένας άνθρωπος σχολαστικός μέχρι τελικής πτώσεως. Μετράει και ξαναμετράει, υποτάσσεται πάντα στην κομματική πειθαρχία, ακόμα κι όταν παραβιάζει τους κανονισμούς (όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται αυτό) και προσπαθεί να είναι συνεπής απέναντι σε ένα κέντρο εξουσίας δομημένο επάνω σε δύο αντιθετικούς πόλους που συγκρούονται και προκαλούν σύγχυση.
Υπάρχει δηλαδή ένας εμφύλιος μέσα στον εμφύλιο. Οπότε κανένας δεν μπορεί να ξέρει με σιγουριά, αν αυτό που κάνει σήμερα βάσει της κομματικής πειθαρχίας δεν θα θεωρηθεί αύριο από μια άλλη φράξια ως προδοσία. Φανταστείτε λοιπόν έναν άνθρωπο που αναλαμβάνει μια αποστολή για την οποία έχει σχεδόν πλήρη άγνοια (κανένας δεν γνωρίζει το περιεχόμενο του κιβωτίου) και που φτάνει στο σημείο να μην ξέρει ποιον να εμπιστευτεί και τι να πιστέψει.
Φανταστείτε έναν άνθρωπο που ως τότε είχε μάθει να παίρνει διαταγές, να δέχεται μια συγκεκριμένη γραμμή από το Κόμμα και που τώρα πρέπει να μάθει να σκέφτεται για λογαριασμό του, να συνυπολογίσει όλα τα ενδεχόμενα, να υπερβεί όλα τα πιθανά αδιέξοδα, να φτάσει στον προορισμό του, ώστε να στεφθεί η αποστολή του με επιτυχία. Όλο αυτό μου θύμισε ένα τοπίο Καφκικό, ένα ομιχλώδες πεδίο, μέσα στο οποίο η ανθρώπινη συνείδηση βαδίζει στα χαμένα, προσδοκώντας μια διέξοδο.
Επίσης ο αφηγητής αναπολεί, ενδιάμεσα στην εξιστόρησή του, και διάφορα περιστατικά από την περασμένη του ζωή, σχετικά με τις παλιές του φιλίες, τους έρωτές του, τον τρόπο που συνήθιζε να εφαρμόζει στην πράξη τις επιταγές του Κόμματος, εξομολογείται τα σφάλματα, τις αδυναμίες του, τις περασμένες του αμαρτίες και φτάνει από ένα σημείο και έπειτα ως το παραλήρημα.
Ο αφηγητής, είναι ένα ταλαίπωρο ανθρωπάκι, προσπαθεί να φανεί αντάξιος της αποστολής του, να συμβιβάσει τις διαταγές που δέχεται με τα όσα του υπαγορεύει η συνείδησή του και έτσι όπως αμφιταλαντεύεται και παραπαίει θυμίζει αξιολύπητη μαριονέτα στα χέρια ενός παρανοϊκού κουκλοπαίχτη και η όλη πορεία που ακολουθεί μοιάζει με φάρσα. Φτάνει στα όριά του. Τα ξεπερνάει. Φωνάζει. Υπάρχει όμως κάποιος να τον ακούσει ή όλα πέφτουν στο απόλυτο κενό;
Δεν έχω καταλήξει ακόμα στους λόγους που έγραψε ο Αλεξάνδρου αυτό το έργο. Είναι μια κριτική στο Κομμουνισμό; Στον τρόπο που αυτός εφαρμόστηκε στην Σοβιετική Ένωση; Μήπως είναι μία σπουδή επάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη και στο νόημα της ελεύθερης βούλησης; Αναφέρεται για παράδειγμα ο Οιδίποδας και ο χρησμός του Απόλλωνα. Είναι υπεύθυνος για την μοίρα του ο Οιδίποδας; Αν ναι τότε φυσικά και φέρει την ευθύνη των πράξεών του, άρα δίκαια τιμωρείται για τον φόνο του πατέρα του. Αν όμως απλώς υπήρξε δέσμιος της θείας βούλησης, τότε είναι αθώος και τιμωρείται άδικα. Έχει όμως αυτό, σε τελική ανάλυση καμία σημασία, αφού και στις δύο περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι ένα και το αυτό;
Όπως και να έχει το Κιβώτιο είναι ένα έργο αριστουργηματικό, αλλά θέλει υπομονή και γερά νεύρα. Δεν με έκανε σοφότερη. Αλλά με γέμισε με τόσα ερωτηματικά που θα έχω να ασχολούμαι ως το τέλος της ζωής μου. Ή μπορεί και να μην ασχοληθώ και καθόλου και απλά να συνεχίσω να ζω, χωρίς να προσπαθώ να βγάλω άκρη.
Ένα ξεχωριστό βιβλίο που δε μοιάζει με τίποτα που να έχω διαβάσει από Έλληνα πεζογράφο μέχρι τώρα. Τρομερή εντύπωση μου έκανε ο παραληρηματικός μονόλογος στο τέλος του βιβλίου, που αποτελείται από μία και μόνη πρόταση και εκτείνεται σε 36 σελίδες! Ενώ περιμένεις πως θα είναι κουραστικό, αντιθέτως, με τον τρόπο που χρησιμοποιεί τον λόγο o συγγραφέας γίνεται πολύ δυναμικό και σε παρασέρνει στην διήγηση του εύκολα χωρίς να έχεις συνειδητοποιήσει εξ' αρχής ότι πρόκειται για μια και μόνη συνεχόμενη πρόταση!!! Εκπληκτικό!
"Αυτό το βιβλίο μας διδάσκει ότι για να κρατήσουμε την ακεραιότητά μας οφείλουμε να μην υποστείλουμε ποτέ τη σημαία του αντιδογματισμού και ότι η πνευματική ελευθερία είναι υπόθεση αδιάλειπτου μέσα και έξω αγώνα."
4+. Δύσκολο στην ανάγνωση έργο, ένας συνεχής μονόλογος στην πράξη, ορισμένες φορές δοσμένος με την τεχνική της ροής συνείδησης, ωστόσο ενδιαφέρον και ευρηματικό. Το κεντρικό περιστατικό, η μεταφορά του κιβωτίου από μια ομάδα στρατιωτών μέσα στην εμπόλεμη ζώνη, θα μπορούσε να τοποθετηθεί σε οποιαδήποτε ιστορική περίοδο που περιλαμβάνει πολεμικές συρράξεις, μοιάζει όμως να έχει επιλεγεί το τέλος του εμφυλίου '46-'49 διότι ο Αλεξάνδρου κάτι ήθελε να πει στους (πρώην) συντρόφους του, "δογματικούς", "λενινιστές", "ρεβιζιονιστές", κοκ. Μπορεί να διαβαστεί ως μια δυστοπική αλληγορία σχετικά με την τιμή, το καθήκον, την πίστη, την αμφιβολία, τη διάψευση, τη δικαίωση, την αλήθεια, το ψέμα και το ένστικτο της επιβίωσης που κυριαρχεί όταν ο άνθρωπος ζορίζεται σοβαρά. Οι απαιτητικοί αναγνώστες θα το απολαύσουν, όσοι προτιμούν τα (διαχρονικά) main stream αναγνώσματα καλύτερα να μην το ξεκινήσουν.
Υποψιάζομαι πως- χωρίς να είμαι φιλόλογος και να θέλω ποτέ να γίνω- κάθε χρόνο στην Φιλοσοφική Αθηνών μια πτυχιακή εργασία θα είναι για το «Κιβώτιο», ίσως και μια διατριβή. Κι αν δεν είναι έτσι τα πράγματα θα έπρεπε, γιατί στο ένα και μοναδικό του μυθιστόρημα, ο Άρης Αλεξάνδρου τα έκανε όλα, έγραψε ένα συναρπαστικό βιβλίο, με μια σύγχρονη και για τα ελληνικά δεδομένα ριζοσπαστική αφήγηση και την εξυπνότερη δημοτική ελληνική γλώσσα που έχω συναντήσει.
Μια ομάδα 40 ατόμων ξεκινά να πάει το κιβώτιο από την πόλη Α στην πόλη Β, μοναδικός επιζών στο τέλος της διαδρομής είναι ο αφηγητής, που στέλνει επιστολές σε έναν αφανή ανακριτή. Για το Κιβώτιο, την αποστολή, τον αφηγητή, δεν ξέρουμε τίποτα ή νομίζουμε ότι ξέρουμε τα πάντα. Κι εδώ τα πράγματα αρχίζουν να αποκτούν ενδιαφέρον, ως προς τα όρια της αλήθειας, του ανθρώπου απέναντι στους μηχανισμούς και την εξουσία, τα παιχνίδια του μυαλού του και την ύπαρξη.
Θα ήμουν αν μη τι άλλο αφελής να πιστέψω πως θα μου επιτρεπόταν μια συνολική ανάλυση του «Κιβωτίου» και για αυτό δεν θα την επιχειρήσω. Διαπιστώνω πως δεν υπήρξε συνεχιστής του Αλεξάνδρου, έμεινε το «Κιβώτιο» μια φωτεινή εξαίρεση στη μετριότητα. Ακόμα καταλαβαίνω πως ένα μεγάλο κομμάτι του αναγνωστικού κοινού αγνοεί την ύπαρξή του. Για αυτό σήμερα ξύπνησα με την φοβερά πρωτότυπη ιδέα να προτείνω το «Κιβώτιο», γιατί έστω κι ένας σκεπτόμενος αναγνώστης να μην το έχει διαβάσει και να παρακινηθεί από αυτόν τον ιστοχώρο, αξίζει τον κόπο του.
Ο Αλεξάνδρου κάπου γράφει ότι μόνο κομμουνιστές θα το έκαναν αυτό. Πίστη στα ιδανικά τους και θάνατος γι αυτά. Το πρόβλημα για τον συγγραφέα και όχι μόνο είναι ότι αυτή η πίστη είναι τυφλή. Ακόμα κι όταν η καθοδήγηση παραλογιζεται. ακόμα κι όταν η εντολή δεν βγάζει νόημα. Θα μείνουν πιστοί στον αγώνα. Διαβάσαμε και από τον Χρόνη Μίσσιο ανάλογες καταστάσεις. Ανθρωποι πάντα πιστοί στην ιδεα. Αυτό όμως οδηγεί σε πολλά "τσάμπα". Όπως τους τσάμπα θανάτους. Εξαιρετικό ακόμα και μέσα από εξαντλητικές λεπτομέρειες που κάνουν πιο έντονο το νόημα του βιβλίου.
Ένα πραγματικά έξοχο βιβλίο. Πρόκειται για έναν μονόλογο-απολογία, όπου ένας απολύτως αναξιόπιστος αφηγητής διηγείται γεγονότα για τα οποία δεν υπάρχει καμία άλλη απόδειξη πέρα από τα συνεχώς ανασκευαζόμενα λεγόμενά του, αλλά παρόλαυτά δεν μπερδεύει και κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Επίσης είναι μια άκρως ενδιαφέρουσα ψυχολογική σπουδή, αφού ο κεντρικός ήρωας απολογείται κατ' επίφαση σε έναν ανακριτή, αλλά ουσιαστικά καταλήγει να εξομολογείται τα σώψυχά του σχεδόν σαν να μιλούσε σε παπά ή ψυχαναλυτή. Και είναι από τις λίγες φορές που συμφωνώ με την επιλογή του συγγραφέα να αφήσει το τέλος ανοιχτό, χωρίς να πάρει θέση σχετικά με το τι πραγματικά συνέβη: κατά κανόνα το θεωρώ συγγραφική λιποταξία (εσύ γράφεις το βιβλίο, δική σου δουλειά είναι να ολοκληρώσεις την ιστορία, όχι να αφήσεις τον αναγνώστη να βγάλει το φίδι από την τρύπα, πάρε θέση), αλλά στην συγκεκριμένη αφήγηση οποιαδήποτε άλλη λύση θα αφαιρούσε από τον αντίκτυπο του βασικού θέματος: όλα είναι σχετικά και ποτέ δεν ξέρεις την αλήθεια.
Βιβλίο με πολύ δυνατό πολιτικό μήνυμα, από αυτά που πρέπει να διαβάσουν όλοι οι νοσταλγοί της κομμουνιστικής αριστεράς, από αυτά που το ΚΚΕ αν μπορούσε θα έριχνε στην πυρά.
Το πόσο καλό βιβλίο είναι λογοτεχνικά, είναι μια άλλη ερώτηση. Σίγουρα θεωρείται πολύ σημαντικό. Αλλά μήπως όσοι το θεωρούν τόσο σημαντικό το κάνουν παρασυρόμενοι από την πολιτική? Προσωπικά το βρήκα αρκετά ενδιαφέρον, σε κάποια σημεία με κούρασε λίγο, σε άλλα πολύ, και σε άλλα ήταν συγκλονιστικό. Σε σημεία μου φάνηκε αρκετά δυσκολοδιάβαστο, μιας και τα τελευταία 5-6 βιβλία που διάβασα πριν από αυτό ήταν από Καραγάτση και Χωμενιδη, οπότε είχα καιρό να διαβάσω "απαιτητικό" κείμενο. Ορισμένες φορές πάλι μου φάνηκε οτι έδινε υπερβολικά πολλές λεπτομέρειες για πράγματα ασήμαντα. Πάντως "ευανάγνωστο και συγκλονιστικό σε όλα του τα κεφάλαια" (όπως λέει το κειμενάκι εδώ πιο πάνω) δεν είναι, με τίποτα.
Μου δίνει ο άλλος τον γρίφο του Αϊνστάιν και με ρωτάει ποιος έχει το ψάρι; Του δωσα και γω Το κιβώτιο και του λέω "πό��ους και ποιους είχε η δεύτερη διμοιρία πριν την δεύτερη στροφή προς Ελεούσα";
Η προσέγγιση του αριστουργήματος του Άρη Αλεξάνδρου ήταν ήδη αρκετά προδιαγεγραμμένη. Θεωρείται από τα κορυφαία έργα της ελληνικής λογοτεχνίας, σπανίως ακούς κακή κριτική για το έργο και η πλειονότητα των αναγνωστών το αντιμετωπίζει με όρους σχεδόν ευλάβειας. Ήταν αναπόφευκτο οι προσδοκίες μου να μην είναι αρκετά υψηλές.
Ο Άρης Αλεξάνδρου παραθέτει την ομολογία ενός συλληφθέντος στρατιώτη προς κάποιον ανώνυμο (και αόρατο) ανακριτή, σχετικά με την αποστολή που είχε αναλάβει αυτός και η ομάδα του να μεταφέρουν ένα κιβώτιο από την πόλη Α στην πόλη Β. Αυτός είναι ο πολύ βασικός και ελάχιστα απαραίτητος σκελετός για να αφηγηθεί ο Αλεξάνδρου μια περίοδο, όπου ο παραλογισμός του εμφυλίου πολέμου καθιστούσε οποιαδήποτε αναζήτηση για κάποιο νόημα τελείως μάταιη. Μια εποχή σύγχυσης, που τα όρια δεν ήταν και τόσο διακριτά όσο θέλουμε να πιστεύουμε και που φέρνει στη ζωή με εξαιρετική μαεστρία ο συγγραφέας. Πραγματικά ενώ η αφήγηση είναι όντως ορμητική και πιστευτή παραμένει τελείως αναξιόπιστη: δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε τον αφηγητή, από τη στιγμή που ο αφηγητής δεν εμπιστεύεται τον ίδιο τον εαυτό του. Και εφόσον δεν μπορεί να το κάνει αυτό, τι πραγματικά είναι 'η αλήθεια' και ποιον εξυπηρετεί; Μήπως σε αυτές τις καταστάσεις ο καθένας κατασκευάζει την δική του αλήθεια και προσπαθεί να την καταστήσει ως την απόλυτη και την μοναδική εκδοχή των πραγμάτων; Πάνω σε αυτά τα ερωτήματα ο Αλεξάνδρου κάνει σαφές την πολιτική του δυσπιστία, γεγονός που θα τον κάνει αργότερα να υποστηρίξει πως είναι κατά κάθε εξουσίας.
Σαν αναγνώστης που ήρθε σε επαφή με το Κιβώτιο πολύ αργότερα απ' όσο θα έπρεπε, πιστεύω πως αυτοί οι προβληματισμοί είναι καιριοι και αντικατοπτρίζουν πλήρως μια πολύ ταραγμένη εποχή της ελληνικής ιστορίας. Το έργο δεν υπάρχει από μόνο του αλλά είναι γέννημα ενός ετεροχρονισμένου μοντερνισμού με ισχυρά στοιχεία από τα έργα του Κάφκα. Είναι ένα απίστευτο κράμα ελληνικής και ευρωπαϊκής λογοτεχνίας και δικαίως κρατάει το στάτους του στην θέση των μεγάλων ελληνικών έργων.
"Δίπλα στη βρύση είδα τον λαστιχένιο σωλήνα. Παλιότερα τον είχαν για να καταβρεχουν την πλατεία, ύστερα για να ξεπλένουν τα αίματα."
Είμαι τυχερός που διάβασα το βιβλίο αυτό σε μια φάση αναγνωστικής ωριμότητας που μου επιτρέπει να χαθώ στον λαβύρινθο νοημάτων του και με αποτρέπει από το να κουραστώ από το βάθος και το εύρος των άπειρων αναγνωστικών αναδιφήσεων.
Στο ένα του και μοναδικό μυθιστόρημα, πίσω από την προβιά του ιστορικής, στρατευμένης μυθοπλασίας, ο Αλεξάνδρου κρύβει έναν λύκο καφκικής υφής, δαιδαλώδους πλοκής και βουστροφηδόν -μη γραμμικής- εξέλιξης που έβαλε δυναμίτη στην μεταπολεμική πεζογραφία μας, αποτελώντας ίσως το μοναδικό πραγματικά νεοτεριστικό και μοντερνιστικό έργο, άξιο να κονταροχτυπηθεί σε αυτό το επίπεδο με τα μεγάλα ευρωπαϊκά.
Η πορεία μιας ομάδας στρατιωτών περίπου στα τέλη του Εμφυλίου, με αποστολή τη μεταφορά ενός αινιγματικού κιβωτίου σε άλλη πόλη, φτάνει σε εμάς μέσα από τις επιστολές του μοναδικού (και συλληφθέντα) επιζώντα προς έναν αόρατο ανακριτή. Μέσα από μια απαιτητική γραφή που απαιτεί προσπάθεια, μέσα από άπειρα διακειμενικά και παρακειμενικά στοιχεία, μέσα από νεολογισμούς (ανατριχιαστικό το ρήμα «κυανίζομαι»), μέσα από άπειρους υπαινιγμούς (ακόμη και τα ονόματα των ηρώων κρύβουν κάτι) ο συγγραφέας παραδίδει το κατά πολλούς σπουδαιότερο έργο της νεότερης εγχώριας παραγωγής.
Διαβάστε το όπως θέλετε: ένα σχόλιο για τις προδομένες ιδέες της Αριστεράς; αποδόμηση ολόκληρου του πολιτικού συστήματος; Αντιπολεμικό έπος; Αλληγορία σε βάρος του κομματικού μηχανισμού; Κατηγορώ απέναντι στον δυτικό πολιτισμό; Σαρκαστικό σχόλιο για τη στρατιωτική υπακοή απέναντι στις πιο παράδοξες εντολές; Όλα και τίποτε από τα παραπάνω; Ένα είναι σίγουρο: Το κενό (τελικά) κιβώτιο θα σας γεμίσει σκέψεις και αναθεωρήσεις. Θα νιώσετε και εσείς μόνοι σε ένα υγρό κελί, με την πίστη στους συντρόφους σας να φθίνει και να σας οδηγεί στην παράνοια, όσο γεμίζετε κόλλες από φτηνό χαρτί για έναν ανακριτή ανεξιχνίαστο, για μια ανάκριση ίσως σικέ, για ένα κιβώτιο που μπορεί να ήταν άδειο από την αρχή, για μία ίσως προαποφασισμένη αποστολή αυτοκτονίας στην οποία μένει μια ακόμη (εξίσου δυσοίωνη) πράξη.
Ένα ευφυές λογοτέχνημα που δεν προσφέρει ευχαρίστηση αφειδώς, αλλά που αξίζει να διαβαστεί περισσότερες από μία φορές για να πάρει τη θέση που του αρμόζει στο αναγνωστικό μας παλμαρέ.
Υ.Γ. Ομολογώ ότι το 5ο αστέρι του το έβαλα μετά τη δεύτερη ανάγνωση
Το 1972 ο Άρης Αλεξάνδρου γράφει "Το κιβώτιο", ένα από τα εμβληματικότερα μυθιστορήματα της μεταπολεμικής περιόδου, μαζί με την τριλογία του Στρατή Τσίρκα "Ακυβέρνητες Πολιτείες". Αυτοεξόριστος στο Παρίσι, επί επτά χρόνια δούλεψε το έργο του αυτό, το οποίο κατάφερε να εκδώσει το 1975. Κατατρεγμένος από την πολιτεία για τις αριστερές του πεποιθήσεις, πικραμένος και απογοητευμένος για την πολιτική κατάσταση και την πορεία του Κομμουνιστικού Κόμματος, αποτυπώνει τη δυσφορία και την αμφισβήτηση του σε αυτό το πεζογράφημα. Αφηγητής είναι ένας κρατούμενος σε φυλακή, κομμουνιστής, ο οποίος απευθυνόμενος, με αναφορές που γράφει στο κελί του, στον "σύντροφο ανακριτή", του εξηγεί λεπτομερώς όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια της αποστολής που μαζί με ομάδα συντρόφων είχαν αναλάβει. Μια ομάδα 39 αγωνιστών είχε επωμιστεί τη μεταφορά ενός κιβωτίου από την πόλη Α στην πόλη Β. Το περιεχόμενο του κιβωτίου άγνωστο. Πιστοί στον αγώνα, την ιδεολογία και την αποστολή τους, μέσα από μάχες με τον εχθρό, τον συναγωνιστή σύντροφο, τον ίδιο τους τον εαυτό, καταφέρνουν το κιβώτιο φτάσει στον προορισμό του. Μόνος του πλέον σύνοδος ο αφηγητής, ο μόνος που επέζησε από αυτή την αποστολή, ο μόνος αυτόπτης μάρτυρας του οποίου η αξιοπιστία είναι αδύνατο να πιστοποιηθεί. Κατηγορείται για δολιοφθορά και με τις αναλυτικές επιστολές που συντάσσει ξεκινά μια απολογία που μετατρέπεται σε δριμύ κατηγορώ. Η αδιαμφισβήτητη πίστη σε μια ιδεολογία, η τυφλή αφοσίωση, ο πολιτικός αμοραλισμός και η αποδόμηση ενός ιδεώδους αποτελούν τα υλικά αυτού του έργου. Ασκεί κριτική, ψέγει την πορεία της παράταξής του, χρησιμοποιώντας διακριτική ειρωνεία , αποκαθηλώνει την ουτοπία του κομμουνισμού και τον περιορισμό των προσωπικών επιλογών που επέβαλε, κάνοντας δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ ήρωα και προδότη., επισημαίνοντας την ματαιότητα ενός αγώνα για μια κενή ιδέα.
αριστουργηματικό ψυχογράφημα της παράνοιας του πολέμου και της αναζητησης της λογικής και του νοήματος, με μια γλώσσα χείμμαρο σε οδηγεί σέναν λαβύρινθο χωρίς έξοδο. η πρώτη εντύπωση ήταν πως δεν θα το τελείωνα αλλά πολύ σύντομα δεν μπορούσα να το αφήσω από τα χέρια μου.
Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να καταφέρω να γράψω ποτέ τι νιώθω για το «Κιβώτιο». Μετά την 3η (ή ίσως 4η, δεν είμαι σίγουρη) ανάγνωση και μετά την υπέροχη θεατρική του μεταφορά στο studio Μαυρομιχάλη, νιώθω πως είναι ένα από τα βιβλία που έχουν σημαδέψει την πορεία μου ως αναγνώστη. Θα το διαβάζω σίγουρα, ξανά και ξανά, στα χρόνια που έρχονται. Και πάντα κάτι καινούριο θα υπάρχει να σκεφτώ, να βρω, να ανακαλύψω.
Τόσα και τόσα είχα ακούσει και διαβάσει για το Κιβώτιο, αλλά και πάλι δεν ήμουν προετοιμασμένος για ένα τέτοιο αριστούργημα. Πέρα από το χαρακτηρισμό «μετακαφκικό», που συχνά το συνοδεύει, σε μια παρουσίασή του διάβασα τη φράση «αν ο ρεαλισμός είναι μίμηση της πραγματικότητας, τότε το 'Κιβώτιο' είναι μίμηση μιμήσεως». Ας επισημανθεί ότι αυτή η μίμηση μιμήσεως είναι τόσο πειστική που πολύ γρήγορα ξεχνάς ότι διαβάζεις ένα μυθιστόρημα κι έχεις την εντύπωση πως όντως διαβάζεις μια γραπτή απολογία (ή κατάθεση), όπως στις ερμηνείες κάποιων ηθοποιών καμιά φορά ξεχνάς ότι πρόκειται για ηθοποιούς αλλά είσαι πεπεισμένος ότι βλέπεις αυτούς τους οποίους υποδύονται. (και η γλώσσα, η γραφή, αυτός ο δαιδαλώδης μακροπερί��δος λόγος: όντως πρόκειται για μια λογοτεχνική κορυφή)
«λέγοντας μας πως (...) η εκτέλεση θα γινότανε τα χαράματα και να είμαστε έτοιμοι εμείς του αποσπάσματος. δεν ξέρω πώς κοιμήθηκα εκείνη τη νύχτα. σημασία έχει ότι κοιμήθηκα, γιατί να το κρύψω;»
«Πνίγοντας το έργο μας στο αίμα, τουλάχιστον να δούμε τη λαμπρή αυγή της καθολικής ευτυχίας». Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος Απαιτεί υπομονή η ανάγνωση, ίσως επειδή μία από τις τεχνικές του κειμένου του Αλεξάνδρου είναι να σε βάζει σε μία κατάσταση σχεδόν trance μέσα από τα ατελείωτα μάντρα του κειμένου του. Είναι αυτή η προκάτ κομματική γλώσσα που προσπαθεί να αρθρώσει ο αλλοτριωμένος κατηγορούμενος, η γεμάτη με τα τσιτάτα που χρησιμοποιούν οι καθοδηγητές-κομισάριοι. Γλώσσα που αποσαθρώνεται σταδιακά, αφήνοντας να φανούν ρωγμές και λυγμοί.
Σαν δύο διαφορετικά βιβλία τα δύο μισά, στο πρώτο σε υπνωτίζει, στο δεύτερο σου αποκαλύπτει κάποια απ’ τα μυστικά του αφηγητή, καθώς αυτός πλησιάζει παροξυσμικά στην ώρα της κρίσης. Υπάρχουν μερικές δυνατές, κινηματογραφικές σκηνές στην αφήγηση της πορείας των 34, απορώ πως και δεν έχει γυριστεί ταινία, ακόμα.. όπως και να ‘χει, ο άνθρωπος έζησε αγκαλιά με την ιστορία, έζησε και με τη γλώσσα, έτσι έφτιαξε ένα στιβαρό λογοτεχνικό κιβώτιο που διατηρεί το μύθο του 50 χρόνια μετά.
Λυπητερή ιστορία. Ήμουν έτοιμος να παρατήσω την ανάγνωση από τη σελίδα 63, μετά από τη σκηνή της εκτέλεσης των πρώην συντρόφων. Νομίζω ότι ο Αλεξάνδρου θα μπορούσε ακόμα και να σταματήσει την αφήγηση στη σκηνή της κορύφωσης, της ύψωσης του συντροφικού μαχαιριού. Ίσως να ήταν ακόμα πιο δυνατή η ιστορία του έτσι. Τι να κάνεις, τάχει αυτά ο αγώνας, άλλωστε: «Ο οίκτος είναι προδοσία» - Μαξιμίλιαν Ρ..
Δεν ξέρω, όσο διαβάζω κάτι τέτοια (όπως και το Bloodlands του Timothy Snyder) αρχίζω να πείθομαι ότι η πιο καθαρή και αξιοπρεπής μορφή οργάνωσης είναι η οργάνωση των καλτσών μου κατά χρώμα, σ’ αυτό το ρημάδι το συρτάρι. Διολισθαίνω..
«Το πρώτο αξίωμα της πολιτικής σας θα έπρεπε να είναι να οδηγείτε το λαό με τη λογική και τους εχθρούς του λαού με τον τρόμο» (O Mad Max, ξανά) .. Εσύ με ποιους είσαι σήμερα, σύντροφε;
Ένα από τα καλύτερα ελληνικά βιβλία, τρομερά αλληγορικό, πολύπλευρο και με βάθος. Με τόσες άψογες λογοτεχνικές και πολιτικές αναλύσεις, που μπορεί να βρει κανείς στο ίντερνετ, ίσως περιττεύει η δικιά μου. Γι' αυτό θα μείνω σε δύο πράγματα που μου έκαναν εντύπωση. Το βιβλίο είναι γραμμένο σε μορφή επιστολών όπως ακριβώς θα έλεγε/έγραφε κάποιος απλός άνθρωπος τις σκέψεις του, πολλές φορές χωρίς δομή αλλά όπως μας πάει ο ειρμός της συζήτησης. Αν και χειμαρρώδης ο λόγος κάθε άλλο παρά κουραστικός είναι και σε κρατάει σε μια τέτοια εγρήγορση που θα ζήλευε και μαζικής παραγωγής μπεστ-σελλερικό θρίλερ. Λόγος με αντιφάσεις και πολλές φορές πράγματα ειπωμένα πάνω από δυο ή τρεις φορές σε κάνει να καταλαβαίνεις πώς το να ζει κάποιος γεγονότα και η ιστορική τους αποτύπωση απέχουν σημαντικά. Μου έδωσε την ίδια φανταστική εμπειρία ανάγνωσης με τις ακυβέρνητες πολιτείες του Τσίρκα που δε μένει σε μεγάλα ιστορικά γεγονότα αλλά όλα τα βλέπει ο αναγνώστης από της στενή ματιά των πρωταγωνιστών, δίνοντας μια καλή κατανόηση του πως είναι να ζει κανείς σε περιόδους μεγάλων ιστορικών γεγονότων. Και αυτό με πάει στο δεύτερο σημείο που είναι και αυτό που κάνει το βιβλίο φανταστικό. ΄Το βιβίο χαρακτηρίζεται από μια τρομερή αφαιρετικότητα όσων αφορά σε λεπτομέρειες γύρω από την ιστορία. Εκεί όμως που λείπουν οι περιγραφές τοπίων και χωριών, συμπληρώνονται οι αμέτρητες αλληγορίες και η ξεδίπλωση ενός τρόπου σκέψης που παρότι σε μονόλογο οδηγείται από μόνος του στην αυτοκριτική και μεταμόρφωση. Το τέλος του βιβλίου απλά μαγικό δίχως να μπορώ να γράψω λεπτομέρειες ή περαιτέρω ανάλυση χωρίς να το χαλάσω για τους πιθανούς μελλοντικούς αναγνώστες.
Bottom-line: Ένα από τα καλύτερα ελληνικά βιβλία, να διαβαστεί άμεσα!
Έξοχος ο Αλεξάνδρου , περιγράφει μοναδικά , όπως έχουν περιγράψει και άλλοι αγωνιστές εκείνης της εποχής, την πίστη σε κάτι που καταλήγει σε δογματισμό και πολλές φορές παραλογισμό,επίσης περιγράφει ένα από τα πιο μελανά σημεία του κομμουνιστικού κόμματος που στοίχισε σε ζωές παγκοσμίως ,ιδίως πολύ λαμπρών μυαλών,μέσα από αυτό το βιβλίο θα μπορούσε να μιλήσει ο Μπελογιάννης ,ο Πλουμπίδης ,ο Αναγνωστάκης και όσοι άλλοι πίστεψαν και αγωνίστηκαν και προδόθηκαν από την αρτηριοσκλήρωση του κόμματος, δεν χωρούσε ελεύθερη σκέψη σε αυτό.Τελικά αυτός που μπόρεσε να διαβάσει σωστά τους χρησμούς στο βιβλίο ήταν ο Αλέκος,αυτός που ξέρει να διαβάζει πάντα σωστά τους χρησμούς είναι αυτός που διακατέχεται από αμφιβολίες διότι η σκέψη του μπορεί και παραμένει ελεύθερη
Όπως ανέφερε ένας ακόμα αναγνώστης δεν μπόρεσα ούτε εγώ να μπω στο πνεύμα του βιβλίου. Πολύ κουραστικό σε πολλά σημεία. Ίσως το ξαναπιάσω κάποια στιγμή (ίσως).
Ο Άρης Αλεξάνδρου, στο Κιβώτιο, παρουσιάζει με ιδιαίτερο τρόπο τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν κατά την μεταφορά ενός κιβωτίου στον Εμφύλιο και σαρκαζοντας πολλές φορές τους κομματικούς μηχανισμούς. Σε πολλά σημεία του βιβλίου, αναιρεί ιστορίες που είπε, φοβάται η καλύτερα διστάζει να αποκαλύψει γεγονότα, ανασκευαζει και προσθέτει και άλλες λεπτομέρειες στα ήδη αναφερθεντα γεγονότα. Το δε τελευταίο κεφάλαιο είναι μοναδικό. Ούτε μια τελεία, χωρίς να γίνεται κουραστικός, αλλά αντίθετα τοποθετώντας τον αναγνώστη στις σκέψεις και στις αγωνίες του. Οι θυσίες και οι προσδοκίες του αφηγητή και των υπολοίπων 34 (ή 39 μαζί με αυτούς που εκτελέστηκαν) (καμία αντίρρηση ως προς το νούμερο, έτσι δεν είναι?) πηγαίνουν εν τέλει επί ματαίω. ΚΙΒΑΡιστο... τίποτα λιγότερο από 5 αστεράκια!
Το βιβλίο αυτό με παίδεψε πολύ. Από τη μια συγγραφική ιδιοφυία, και από την άλλη ένα θέμα καυτό που όμως αν και δόθηκε με ένα πολύ πρωτότυπο τρόπο εμένα με κούρασε. Αυτός ο φιδογυριστός τρόπος ανακύκλωσης των γεγονότων, ο ήρωας που μου φάνηκε λίγο αφελής δε με κέρδισαν. Καταλαβαίνω ότι είναι ένα ξεχωριστό βιβλίο στην ελληνική γραμματεία αλλά ο Κάφκα δεν ήταν ποτέ το φόρτε μου. Μου άρεσε περισσότερο το δεύτερο μέρος του βιβλίου όπου ο ήρωας αρχίζει να αντιδρά σε ότι του συμβαίνει μέσα σε αυτό τον εξπρεσιονιστικό εφιάλτη. Σίγουρα το επίσημο ΚΚΕ αυτό το βιβλίο θα το κάψει πρώτο όταν θα έρθει στα πράγματα