Ο Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχοφ, ο εξέχων εκπρόσωπος της ρωσικής ρεαλιστικής σχολής του 19ου αιώνα, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους διηγηματογράφους της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ενώ η συμβολή του στην εξέλιξη του θεάτρου κατά τον 20ό αιώνα είναι καθοριστική.
Η παρούσα έκδοση περιλαμβάνει μια επιλογή από διηγήματα του Αντόν Τσέχοφ, τα οποία δίνουν μια διαφορετική εικόνα του πολυσύνθετου έργου του μεγάλου αυτού δημιουργού, αναδεικνύοντας λιγότερο γνωστές πτυχές του. Ιστορίες βουτηγμένες στο μαύρο χιούμορ, στο μυστήριο και στον ερωτισμό, πολλές από τις οποίες μεταφράζονται πρώτη φορά στα ελληνικά.
"Υπάρχουν δύο ειδών συγγραφείς καινοτόμοι: Εκείνοι που φέρουν κάτι το καινούργιο. Το καινούργιο παλιώνει. Και υπάρχουν εκείνοι που φέρουν κάτι το ανεπανάληπτο. Απ' αυτούς είναι ο Τσέχοφ." (Άγγελος Τερζάκης)
"Ο μεγαλύτερος διηγηματογράφος όλων των εποχών." (Ρέιμοντ Κάρβερ)
Εισαγωγικό σημείωμα Τι συναντάμε συχνότερα σε μυθιστορήματα, νουβέλες και τα λοιπά;
Ο αμαρτωλός του Τολέδο Η ζωντανή πραμάτεια Ο κλέφτης Ο αδελφός Η ιτιά Η μόνη διέξοδος Εξομολόγηση Ο κυρτός καθρέφτης Ο θάνατος ενός δημοσίου υπαλλήλου Στη θάλασσα (Διήγηση ενός ναυτικού) Στη σκοτεινιά της νύχτας Στο νεκροταφείο Νύχτα φρίκης Perpetuum mobile Το σουηδέζικο σπίρτο Ένα ακριβό σκυλί Το πτώμα Το πορτοφόλι Ο κυνηγός Ο κακοποιός Κουβέντα ενός μεθυσμένου με έναν νηφάλιο διάβολο Στον δρόμο 75.000 Ο εκδικητής Το γράμμα Δράμα Το πρόβλημα Ο ανακριτής Ο παπουτσής και ο Εξαποδώ Γκούσεφ Κλέφτες Ψαρίσιος έρωτας Η ξεμυαλισμένη Το βιολί του Ρότσιλντ Ο φοιτητής Ο μαύρος μοναχός Το σπίτι με το μεσοπάτωμα Με το κάρο Ένας άνθρωπος μέσα σε θήκη Η φραγκοσταφυλιά Για τον έρωτα
Dramas, such as The Seagull (1896, revised 1898), and including "A Dreary Story" (1889) of Russian writer Anton Pavlovich Chekhov, also Chekov, concern the inability of humans to communicate.
Born (Антон Павлович Чехов) in the small southern seaport of Taganrog, the son of a grocer. His grandfather, a serf, bought his own freedom and that of his three sons in 1841. He also taught to read. A cloth merchant fathered Yevgenia Morozova, his mother.
"When I think back on my childhood," Chekhov recalled, "it all seems quite gloomy to me." Tyranny of his father, religious fanaticism, and long nights in the store, open from five in the morning till midnight, shadowed his early years. He attended a school for Greek boys in Taganrog from 1867 to 1868 and then Taganrog grammar school. Bankruptcy of his father compelled the family to move to Moscow. At the age of 16 years in 1876, independent Chekhov for some time alone in his native town supported through private tutoring.
In 1879, Chekhov left grammar school and entered the university medical school at Moscow. In the school, he began to publish hundreds of short comics to support his mother, sisters and brothers. Nicholas Leikin published him at this period and owned Oskolki (splinters), the journal of Saint Petersburg. His subjected silly social situations, marital problems, and farcical encounters among husbands, wives, mistresses, and lust; even after his marriage, Chekhov, the shy author, knew not much of whims of young women.
Nenunzhaya pobeda, first novel of Chekhov, set in 1882 in Hungary, parodied the novels of the popular Mór Jókai. People also mocked ideological optimism of Jókai as a politician.
Chekhov graduated in 1884 and practiced medicine. He worked from 1885 in Peterburskaia gazeta.
In 1886, Chekhov met H.S. Suvorin, who invited him, a regular contributor, to work for Novoe vremya, the daily paper of Saint Petersburg. He gained a wide fame before 1886. He authored The Shooting Party, his second full-length novel, later translated into English. Agatha Christie used its characters and atmosphere in later her mystery novel The Murder of Roger Ackroyd. First book of Chekhov in 1886 succeeded, and he gradually committed full time. The refusal of the author to join the ranks of social critics arose the wrath of liberal and radical intelligentsia, who criticized him for dealing with serious social and moral questions but avoiding giving answers. Such leaders as Leo Tolstoy and Nikolai Leskov, however, defended him. "I'm not a liberal, or a conservative, or a gradualist, or a monk, or an indifferentist. I should like to be a free artist and that's all..." Chekhov said in 1888.
The failure of The Wood Demon, play in 1889, and problems with novel made Chekhov to withdraw from literature for a period. In 1890, he traveled across Siberia to Sakhalin, remote prison island. He conducted a detailed census of ten thousand convicts and settlers, condemned to live on that harsh island. Chekhov expected to use the results of his research for his doctoral dissertation. Hard conditions on the island probably also weakened his own physical condition. From this journey came his famous travel book.
Chekhov practiced medicine until 1892. During these years, Chechov developed his concept of the dispassionate, non-judgmental author. He outlined his program in a letter to his brother Aleksandr: "1. Absence of lengthy verbiage of political-social-economic nature; 2. total objectivity; 3. truthful descriptions of persons and objects; 4. extreme brevity; 5. audacity and originality; flee the stereotype; 6. compassion." Because he objected that the paper conducted against Alfred Dreyfus, his friendship with Suvorin ended
Η χρονολογική σειρά με την οποία είναι τοποθετημένα τα διηγήματα σ' αυτή την ανθολογία, διευκολύνει τον αναγνώστη στο να παρατηρήσει την ωρίμανση του λογοτέχνη και του ανθρώπου: Το παλαιότερο είχε δημοσιευτεί όταν ο Τσέχοφ ήταν μόλις 20 ετών, και το νεότερο δημοσιεύτηκε στα 38 του. Με δεδομένο ότι πέθανε 6 χρόνια αργότερα, η συλλογή διατρέχει σχεδόν το σύνολο του έργου του αλλά και της ενήλικης ζωής του, και κάνει συγκινητικά φανερή την πορεία από την γεμάτη σιγουριές αφέλεια της νεότητας στον υπαρξιακό προβληματισμό και τα άγχη της μέσης ηλικίας. Τα πιο πρώιμα κείμενα διαβάζονται σαν ανάλαφρα ημερολογιακά διδακτικά τετράστιχα, ενώ κάποια άλλα, ιδίως στο δεύτερο μισό του βιβλίου, μοιάζουν να κουβαλούν μέσα τους όλο το βάρος του κόσμου. Στο ενδιάμεσο υπάρχουν χιουμοριστικά ιντερμέτζα, ιστορίες μυστηρίου και βουκολικές αφηγήσεις. Ετούτος ο τόμος υπήρξε για μένα μια καλή ευκαιρία να γνωρίσω τον διηγηματογράφο Τσέχοφ, ο οποίος τελικά δεν διαφέρει και πολύ από τον θεατρικό συγγραφέα. Good stuff.
Σαν ρυάκι κύλησε η ανάγνωση αυτών των διηγημάτων. Easy to read and enjoyable! Δύσκολο να ξεφύγει κανείς από την τραγική φύση του ανθρώπου και την ανάγκη του να κυριαρχήσει, όσο κι αν την καλύπτουμε με μια επίφαση εξημέρωσης και εκπολιτισμού , τα ζωώδη ένστικτα καιροφυλακτούν να βγούνε στην επιφάνεια: αυτό αποκόμισα διαβάζοντας το.
Το «Ο απρόβλεπτος κύριος Τσέχοφ: σαράντα δύο διηγήματα» είναι από αυτά που είχα και δεν διάβαζα γιατί «ε τα έχω διαβάσει τα περισσότερα μωρέ». Spoiler: Δεν τα είχα διαβάσει τα περισσότερα. Είχα διαβάσει το μια ανιαρή ιστορία και την κυρία με το σκυλάκι και μέσα στα σαράντα δύο, δεν ήταν κανένα από αυτά τα δύο. Αρκετά είπα για το πόσο φαντασμένη είμαι, θεωρώ το έχετε καταλάβει όλοι αυτό.
Είμαι πραγματικά χαρούμενη που με έπιασε και το διάβασα. Η περίεργη κοπέλα στο εταιρικό πούλμαν χτυπά ξανά και γελάει δυνατά πίσω από την μάσκα ενώ διαβάζει, 8 το πρωί. Αναρωτιούνται οι συνάδελφοι γιατί είμαι τόσο ευδιάθετη, αφού τα ίδια benefits έχουμε όλοι πάνω-κάτω.
Ο Αντόν, είναι ο φίλος που φαίνεται διακριτικός, καλόκαρδος ίσως και αφελής ανά στιγμές, που δεν θέλει μπελάδες και κοιτάει την δουλειά του. Όμως! Μαύρο χιούμορ, μαύρο χιούμορ παντού! Απροσδόκητά ψυχογραφικός, αστείος και πιπεράτος. Οι ήρωές του σκέφτονται το χρήμα, την καλοπέραση και το σεξ, ενώ εκ πρώτης όψεως είναι τόσο καθωσπρέπει και μέχρι το τέλος της ιστορίας, αγχώνεσαι μαζί τους, μήπως και ξεβολευτούν, μήπως και τελικά δεν τους κάτσει το μωρό. Συμπαθέστατοι, πραγματικά.
Θυμάμαι ξεκάθαρα σε ένα διήγημα, ο ήρωας λάτρευε τις πέρδικες (ως φαγητό, όχι ως συντροφιά) και το ξενοδοχείο που έμενε, επιτέλους θα σέρβιρε. Ενθουσιασμένος εκείνος, καθώς και ιδιαίτερα ερωτευμένος με την καλή του, είχε προετοιμαστεί ψυχολογικά, είχε στρώσει έδαφος για μια ξεχωριστή βραδιά, με πέρδικες και συμπάθεια και ένας τύπος, φριχτός εχθρός (δεν λέω παραπάνω γιατί θα σας το χαλάσω) ήρθε και μπαστακώθηκε μαζί τους. Έξαλλη, φανταζόμουν εμένα στην θέση του (να χάνω την καλή μου παρέα και να κρυώνει το αγαπημένο μου φαγητό, εξαιτίας κάποιου αντιπαθητικού που του έχει μπει η ιδέα πως είναι καλοδεχούμενος. Στο τέλος ο ήρωας αναφωνεί μέσα στο κεφάλι του «Πάνε στράφι και οι πέρδικες!». Αυτό, το ένιωσα.
Μια φοβερή έκδοση, στην οποία πολλές ιστορίες μεταφράζονται για πρώτη φορά στα ελληνικά. Καλή στιγμή να αναφέρω πως έχω και το «Ο ονειροπόλος κύριος Τσβάιχ: εννέα ιστορίες», από την ίδια σειρά, που δεν το έχω ακουμπήσει γιατί «ε τα έχω διαβάσει τα περισσότερα μωρέ».
Δυστυχώς και ο Τσέχοφ έχει ημερομηνία λήξης . Ξαναπιάνοντας τον μετά από πολλά χρόνια απογοητεύτηκα από έναν αγαπημένο της νεότερης ηλικίας μου. Η «καραμέλα» ο καλύτερος διηγηματογράφος όλων των εποχών δε με βρίσκει καθόλου μα καθόλου σύμφωνο . Απλοϊκά , ανούσια διηγήματα που τα διαβάζεις και τα ξεχνας στη στιγμή . Από μια πολύ ωραία συλλογή , καλομεταφρασμένα , δύσκολο και με πολλή επιείκεια να βρεις κάποιο που να παίρνει ένα 3/5.
Τα τέσσερα αστέρια δεν ανταποκρίνεται στην αναγνωστική απόλαυση, αλλά κυρίως στο ότι είναι μία εξαιρετική έκδοση (μα τι εξώφυλλο!) που πραγματικά συστήνει το διηγηματογράφο Τσέχοφ στους αναγνώστες με διηγήματα ταξινομημένα σε χρονική σειρά δημοσίευσης. Ωστόσο, δεν μπορώ να πω ότι είναι όλα διαχρονικά και ότι διαβάζονται με τρομερό ενδιαφέρον. Ξεχώρισα με διαφορά κυρίως τα 'Η ζωντανή πραμάτεια', 'Ο θάνατος ενός δημοσίου υπαλλήλου', 'Ο εκδικητής' και 'Ένας Άνθρωπος Μέσα Σε Θήκη'.