Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, οι ισχυρές μητροπόλεις της ευρωπαϊκής ηπείρου έγιναν το κέντρο των διεργασιών που διαμόρφωσαν το καπιταλιστικό σύστημα στη σημερινή φάση της ανάπτυξής του. Οι ηγέτες τους κυβερνούσαν κράτη ισχυρά, κράτη με παράδοση, που ήξεραν να οργανώνουν λαούς, κοινωνίες, επικράτειες, που διέθεταν στόλους και στρατούς ακαταμάχητους, που είχαν διαμορφώσει ένα πλαίσιο πολιτισμού, έναν τρόπο ζωής που εύκολα μπορούσε να συνδεθεί με τις οικονομικές καπιταλιστικές λειτουργίες.
Τέλος, κυβερνούσαν κράτη πολυάνθρωπα, με δυναμική που τους επέτρεπε να εξάγουν ανθρώπους, τόσους όσοι χρειάζονταν για να αρθρώσουν τον κόσμο με βάση τα νέα πρότυπα. Με λίγα λόγια, διέθεταν όλα όσα είχε ανάγκη το καπιταλιστικό σύστημα για να απλώσει την κυριαρχία του σε ολόκληρο τον κόσμο. Πραγματικά, μέσα σε πολύ λίγα χρόνια, στρατοί και στόλοι, διοικητές και οργανωτές, ιεραπόστολοι και εκπαιδευτικοί, έμποροι, τυχοδιώκτες και επιχειρηματίες, όλοι από την Ευρώπη προερχόμενοι, άπλωσαν τον καπιταλισμό, και μαζί την ευρωπαϊκή κυριαρχία, σε κάθε γωνιά της γης. Ο καπιταλισμός έγινε ιμπεριαλισμός και η Ευρώπη το εργαλείο της νίκης του.
Σύντομα, η ευλογία με την οποία ο καπιταλισμός προίκισε τις ευρωπαϊκές δυνάμεις μεταβλήθηκε σε κατάρα. Τις οδήγησε πρώτα στην κυριαρχία του κόσμου ολόκληρου, και μετά, αμέσως μετά, σε ατέλειωτους μεταξύ τους ανταγωνισμούς, συγκρούσεις, πολέμους. Οι λαοί της Ευρώπης πέρασαν από την ψευδαίσθηση του "ευλογημένου της ιστορίας" στην κατάσταση του μόνιμα "καταραμένου": εκατομμύρια πέθαναν σε πολέμους, άλλοι εξαθλιώθηκαν, άλλοι εκμαυλίστηκαν μέσα στο ναζισμό, στον αποικισμό και στην ανθρωποφαγία. Η Ευρώπη μάτωσε τον εαυτό της και τον κόσμο ολόκληρο, σε βαθμό που ποτέ δεν είχε δει ξανά η ιστορία των ανθρώπων.
Ο Γιώργος Μαργαρίτης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1954. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Νίκαιας, στη Γαλλία, όπου το 1981 ανακηρύχθηκε διδάκτορας. Δίδαξε «Σύγχρονη Πολιτική και Κοινωνική Ιστορία» στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από το 2004, ενώ τα προηγούμενα είκοσι χρόνια εργαζόταν επίσης ως καθηγητής Ιστορίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Έχει πάρει μέρος ως εισηγητής σε πολλά επιστημονικά συνέδρια ενώ έχει δημοσιεύσει πολλά άρθρα σε ελληνικά και ξένα περιοδικά σχετικά με την περίοδο της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης και συμμετάσχει σε συλλογικά πονήματα.
Μια εκτενής και φιλόδοξη μελέτη της πορείας της Ευρώπης από την εποχή της αποικιοκρατικής ευφορίας έως την καταστροφική εμπειρία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Μαργαρίτης επιχειρεί να ερμηνεύσει τις βαθύτερες δυνάμεις που διαμόρφωσαν τον αιώνα, π.χ. την οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική κρίση, την ιδεολογική πόλωση και την άνοδο του ολοκληρωτισμού, προτείνοντας μια συνολική, συστημική θεώρηση της ιστορικής εξέλιξης.
Με όχημα τη μεταφορά της «πλημμυρίδας και άμπωτης», ο Μαργαρίτης περιγράφει τις περιόδους ευημερίας και κρίσης, ανάπτυξης και καταστροφής, που σημάδεψαν την Ευρώπη από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι τη δεκαετία του 1940. Η αφήγησή του ξεκινά από τη μεγάλη καπιταλιστική έκρηξη και την αποικιοκρατία, περνά μέσα από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, την οικονομική κατάρρευση του Μεσοπολέμου και την κοινωνική αναταραχή, για να καταλήξει στην άνοδο του φασισμού και του ναζισμού. Στην πορεία αυτή, η ήπειρος μετατρέπεται από κέντρο ισχύος και εκπολιτισμού σε πεδίο αυτοκαταστροφής και μαζικής βίας.
Ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα του έργου είναι η καθαρότητα της γραφής και η ικανότητα του συγγραφέα να συμπυκνώνει πολύπλοκες ιστορικές διαδικασίες σε μια συνεκτική και προσιτή αφήγηση. Ο Μαργαρίτης συνδέει την οικονομία με την κοινωνία, την πολιτική με την ιδεολογία και την Ευρώπη με τον υπόλοιπο κόσμο, φωτίζοντας έτσι τις εσωτερικές αντιφάσεις που οδήγησαν στις συγκρούσεις του 20ού αιώνα. Παράλληλα, επιχειρεί να εντάξει και την ελληνική εμπειρία μέσα σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο, καθιστώντας το έργο του ιδιαίτερα χρήσιμο για τον εγχώριο αναγνώστη που επιθυμεί να κατανοήσει τη θέση της χώρας του στις ευρωπαϊκές ροές.
Η μεγάλη χρονική έκταση και η φιλοδοξία για μια "ολιστική" προσέγγιση ενίοτε λειτουργούν εις βάρος της εμβάθυνσης. Ορισμένες επιμέρους όψεις όπως οι κοινωνικές μεταβολές σε μικρότερες χώρες ή οι πολιτισμικές διαστάσεις της εποχής δεν αναλύονται με την ίδια λεπτομέρεια, ενώ η προοπτική παραμένει κυρίως πολιτικοοικονομική. Παρ' όλα αυτά, ο συγγραφέας αποφεύγει τη μονομέρεια και διατηρεί μια σαφή κριτική στάση απέναντι στις κυρίαρχες αφηγήσεις της ευρωπαϊκής προόδου. Συμπερασματικά μπορούμε να μιλάμε για ένα σπουδαίο δείγμα σύγχρονης ελληνικής ιστοριογραφίας, που συνδυάζει επιστημονική τεκμηρίωση με αφηγηματική δύναμη. Σίγουρα είναι ένα έργο απαιτητικό, αλλά ταυτόχρονα και αποκαλυπτικό, το οποίο βοηθά τον αναγνώστη να αντιληφθεί τις βαθιές ιστορικές αντιθέσεις του ευρωπαϊκού 20ού αιώνα.