Γραμμένο το 1931 και δημοσιευμένο στις αρχές του 1933, το "Θείο Τραγί" αποτελεί το σημείο εκκίνησης της νεωτερικής γραφής του Γιάννη Σκαρίμπα, αφού εμπεριέχει, προδρομικά, τα περισσότερα από τα στοιχεία εκείνα που θα εξελιχθούν και θα αποτελέσουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της γραφής του συγγραφέα.
Έλληνας λογοτέχνης, κριτικός, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής και πεζογράφος. Το έργο του, εντυπωσιακό σε έκταση και ποικιλία, σημαδεύτηκε από την έντονη αντιδικία του με τις καθιερωμένες αξίες της ζωής και του αστικού πολιτισμού. Εισήγαγε επίσης υπερρεαλιστικά στοιχεία στην ελληνική πεζογραφία. Θεωρείται ένας από τους πρωτοπόρους της ελληνικής λογοτεχνίας.
Ο Γιάννης Σκαρίμπας ήταν γόνος ιστορικής οικογένειας από την Αγία Ευθυμία της Φωκίδας, αφού ο πατέρας του, Ευθύμιος Σκαρίμπας, ήταν απόγονος αγωνιστών της Επανάστασης του 1821. Ξεκίνησε τις εγκύκλιες σπουδές του στο Αίγιο και τις ολοκλήρωσε στην Πάτρα στο Α' Γυμνάσιο Πατρών. Υπηρέτησε στον Ελληνικό Στρατό ως ανθυπασπιστής στο 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων. Διορίστηκε τελωνοσταθμάρχης στην Ερέτρια (πρώην Νέα Ψαρά) και το 1915 εγκαταστάθηκε στη Χαλκίδα, για να εργαστεί εκεί ως εκτελωνιστής.
Στα γράμματα εμφανίστηκε κατά τη δεκαετία του 1910 με ποιήματα και πεζά που δημοσίευσε σε διάφορα περιοδικά της Αθήνας και στις εφημερίδες Εύριπος και Εύβοια της Χαλκίδας, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Κάλλις Εσπερινός. Η πρώτη του επίσημη εμφάνιση με το πραγματικό του όνομα έγινε το 1929, όταν έλαβε το Α΄ βραβείο διηγήματος για το πεζό Ο καπετάν Σουμερλής ο Στουραΐτης, το οποίο δημοσίευσε στο περιοδικό Ελληνικά Γράμματα.
Ο μπαρμπα-Γιάννης Σκαρίμπας, όπως ήταν γνωστός στους φίλους του, έζησε όλη του τη ζωή στη Χαλκίδα και ταξίδεψε ελάχιστα. Πέθανε στις 21 Ιανουαρίου 1984 και τάφηκε στο κάστρο του Καράμπαμπα.
Τι ήταν αυτό που μόλις διάβασα ?!? Δε νομίζω ότι έχω ξαναδεί κάτι παρόμοιο. Μοναδική γραφή. Πρωτοποριακή, άναρχη, σουρεαλιστική, με μια λέξη μαγική. Ο ήρωας που πλάθει, επίσης ξεχωριστός και ιδιαίτερος, ειδικά αν λάβουμε υπόψη την εποχή που γράφτηκε το βιβλίο. Θα το ήθελα μεγαλύτερο σε έκταση, γιατί πραγματικά πιστεύω ότι ο Σκαρίμπας μέσα από αυτό το βιβλίο θα μπορούσε να δημιουργήσει κάτι ακόμα πιο ξεχωριστό, παρόλα αυτά, το "Θείο Τραγί" δεν παύει να είναι ένα έργο που μαγεύει, ένα βιβλίο σταθμός για τη νεοελληνική λογοτεχνία.
Είχα μήνες να έρθω σε επαφή με τον Σκαρίμπα και αυτή η "αποχή" με έκανε να διαβάσω το βιβλίο μονορούφι. Θα το χαρακτηρίσω ΣΥ-ΓΚΛΟ-ΝΙ-ΣΤΙ-ΚΟ. Τόσο απλά. Ας ξεκινήσουμε με την παρατήρηση ότι ο Σκαρίμπας έπλασε ένα beat (αντι-)ήρωα before it was cool (καμιά τριανταριά χρόνια πριν γίνει in στην Αμερική). Ο πρωταγωνιστής είναι ένας άνθρωπος που έχει μάθει την ασχήμια και την αδικία της ζωής από πρώτο χέρι και θέλει να το δουν αυτό και οι άνθρωποι γύρω του. "Πάντα έτσι.Κοσμογυριστής,στρατοκόπος,αλήτης". Η γραφή του Σκαρίμπα σίγουρα σουρεαλιστική,μαγευτική και άναρχη. Αλλά αυτό είναι και το χαρακτηριστικό του γνώρισμα. Η αφήγηση είναι σε τρίτο πρόσωπο στην αρχή και στη συνέχεια σε πρώτο πρόσωπο,μιας και ο συγγραφέας φαίνεται να ταυτίζεται με τον πρωταγωνιστή. Σίγουρα,ο συγγραφέας ξέρει να δημιουργεί ποιητικές εικόνες, όπως αυτή: "Ο κόσμος αργά.Τα πράγματα αφημένα στο πάει τους.Να δημιουργούνται οι ορίζοντες,να γεννιέται ο χρόνος-μούλος-κ' οι τόποι,οι τόποι,οι εποχές να πηγαίνουνε". Σας είπα ότι συγκλονίστηκα,ε;
Το "Θείο Τραγί" είναι μια αναγνωστική εμπειρία. Ένα σουρεαλιστικό παραμύθι με πρωταγωνιστή τον Γιάννη, τον πρώτο ουσιαστικά αντι-ήρωα της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας. Ο Γιάννης είναι ένας ιδιόμορφος χαρακτήρας, εκδιωγμένος οικειοθελώς από τις συμβατικές κοινωνίες που τριγυρίζει από μέρος σε μέρος προσπαθώντας να αναδείξει την κακή πλευρά του χαρακτήρα όσων συναναστρέφεται. Είναι ένα θείο τραγί - ένας διαβολάκος ίσως - ο οποίος εμφανίζεται για να αναστατώσει την ζωή των ανθρώπων γκρεμίζοντας τον καθωσπρεπισμό και την υποκρισία που παρουσιάζεται ως καλοσύνη και εν τέλει να δημιουργήσει ένα χάος σε όλους όσοι κάποτε τον είχαν γνωρίσει με το διαφορετικό του πρόσωπο. Το κείμενο είναι απαιτητικό από μόνο του χωρίς να υπολογίσουμε το γλωσσικό ιδίωμα του Σκαρίμπα, ο οποίος χρησιμοποιεί ένα περίεργο μίγμα δημοτικής, καθαρεύουσας, ντοπιολαλιάς και αργκό βάζοντας έναν επιπλέον πρόσκομμα στην κατανόηση του διηγήματος. Παρόλα αυτά ο λόγος του συγγραφέα είναι ιδιαίτερα γοητευτικός, ποιητικός, καυστικός και δεν πρέπει να αποθαρρύνει του μελλοντικούς αναγνώστες που αξίζει να ανακαλύψουν ένα μεγάλο και αιρετικό συγγραφέα σαν τον Σκαρίμπα.
Το επίμετρο του βιβλίου είναι αρκετά κατατοπιστικό και θα έλεγα μεστό και χρήσιμο. Επίσης απολαυστική η απάντηση του Γιάννη Σκαρίμπα στην κριτική του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου πάνω στο συγκεκριμένο βιβλίο. Είναι γεγονός ότι ο κύκλος των Αθηνών ενοχλήθηκε από το ταλέντο ενός επαρχιώτη Χαλκιδέου που "τόλμησε" να μπει σφήνα στα λογοτεχνικά τους κατεστημένα. Κι όμως… Μετά από τόσα χρόνια ο Σκαρίμπας διαβάζεται σαν σύγχρονος , σαν ένας καινοτόμος δημιουργός εν αντιθέσει με τους υπόλοιπους συγγραφείς της γενιάς του - πλην Καραγάτση - που πλέον τα έργα τους μοιάζουν παρωχημένα και αρκετά γερασμένα! 5/5!
Από τα πιο ιδιότροπα βιβλία της εγχώριας πεζογραφίας, από έναν outsider της λογοτεχνικής κοινωνίας του μεσοπολέμου που πήγε κόντρα στο ρεύμα της καλλιγραφίας της γενιάς του '30 και πειραματίστηκε. Το αποτέλεσμα; Εδώ τουλάχιστο είναι σαγηνευτικό. Οι πρώτες 2-3 σελίδες που ανοίγουν το κείμενο είναι από τις αγαπημένες μου στα ελληνικά γράμματα. Είναι Ποίηση σε πεζή μορφή, if you know what I mean. Και η συνέχεια είναι μια εναλλαγή ποίησης ή λυρισμού και... καφρίλας. Ναι, καλά διαβάσατε. Διότι ο πρωταγωνιστής έχει ψυχή και ευαισθησίες, αλλά ως άνθρωπος είναι και λίγο κτήνος. Νιτσεικό, "ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο" κτήνος με λάγνες ορέξεις και ποταπά ένστικτα. Που αψηφά, προκαλεί και ανατρέπει την κατεστημένη ηθική τάξη. Από τα βιβλία που ξαναδιαβάζονται άνετα. In fact, πάνε μερικά χρόνια που το διάβασα, οπότε λέω να το ξαναπιάσω μια από αυτές τις κρύες νύχτες του χειμώνα.
H γλώσσα του Σκαρίμπα είναι μοναδική, ιδιόρρυθμη και πολύ μου ταιριάζει, ένα συνονθύλευμα συναρπαστικό. Τον ήρωα μας δεν τον χωράει ο κόσμος, περιδιαβαίνει τους τόπους φοβούμενος την συνήθεια, την ηθικολογία, την υποκρισία. Φτάνει σε ένα πύργο και τον κάνει ανω κάτω με το παράδοξο, το παιχνιδιάρικο και το αλλοπρόσαλλο του χαρακτήρα του. Είναι όμως και ορθολογιστής, βλέπει πολύ καθαρά, τι συμβαίνει γύρω του με αποτέλεσμα να θέλει να διαχωρίζει την θέση του, μην τυχόν τον περάσουν για κύριο και φορτωθεί ευθύνες.Αποσυνθέτει τον κόσμο με μαεστρία συνδυάζοντας το λογικό με το απίθανο, το ωμό με το ωραίο, το εξωτικό με το ανθρώπινο. Είναι ένα θείο τραγί !! Τα τρία αστεράκια κυρίως γιατι μου άφησε μια αίσθηση ανολοκλήρωτου, ήθελα περισσότερα. Όμως διαβάστε το.
«Να γι’ αυτό γκριζιρνάμε. Μήτε σπείρουμε, μήτε θερίζουμε γιατί για μας είναι τα χούματα μπρούτζινα. Για μας η γη δε φυτρώνει. Τα έθνη, οι πολιτείες , οι τόποι δεν έχουν σύνορα στο δικό μας το χάρτη και τα δύο ημισφαίρια μας πέφτουνε λίγα. Η ζωή μας δεν ανέχεται όρια. Εμείς ένα σύνορο ξέρουμε: της ζωής και του θανάτου. Μια πατρίδα γνωρίζουμε: τούτη τη νικελινη Γη μας. Είμαστε μεις οι πολίτες του απείρου κι έχουμε μια σφραγίδα: τον πάτο μας. Μ’ αυτήν σφραγίζουμε μεις τα πιστοποιητικά της τιμής των.»
– Σκαρίμπας, Γιάννης / Το Θείο Τραγί
Το Θείο Τραγί, λοιπόν, και η πρώτη μου επαφή με την γραφή του Σκαρίμπα. Αναγνώστη σου προτείνω να το διαβάσεις. Θα με ρωτήσεις, φαντάζομαι, γιατί. Αρχικά, μπορεί η γλώσσα του είναι άναρχη αλλά δεν είναι καθόλου κουραστική. Ακολούθως στο πρώτο μέρος, αφηγητής είναι ο συγγραφέας και μας ενημερώνει για το υποτυπώδες οικογενειακό του κεντρικού ήρωα, ενώ, στο δεύτερο μέρος, αφηγητής γίνεται ο ίδιος ο ήρωας, ο οποίος βρίσκει δουλειά σε ένα αρχοντικό της εποχής. Ο κεντρικός ήρωας περιγράφει, κατά το δεύτερο μέρος, την καθημερινότητα του, ως εργαζόμενος στο Αρχοντικό.
Ο κεντρικός ήρωας είναι ο Γιάννης. Ή μάλλον κεντρικός αντί – ήρωας. Οι υπόλοιποι ήρωες δεν «βαθαίνουν» κατά την εξέλιξη της ιστορίας. Αντιθέτως, διαβάζοντας, συνειδητοποίησα πως αυτό έγινε ώστε να βλέπουμε την επιφάνεια τους μόνο. Έτσι μπορούμε να δούμε την επιφάνεια τους να συσπάται, από την επαφή της, με το βάθος του «Γιάννη». Ένας Γιάννης που βλέπει πέρα από τις συμβάσεις του κοινωνικού συνόλου και ταυτόχρονα γνωρίζει το κόστος που έχει η αποδοχή τους. Αυτός που επιλέγει να μην συμμετάσχει σε αυτό το «πάρτι» της οργανωμένης και «σύγχρονης» ζωής και να κρατήσει την φύση του και την ψυχή του καθαρή, αντί του σώματος του. Ένα θεϊκό τέρας. Ένα «Θείο Τραγί» που δεν βολεύεται. Ίσως και για αυτόν τον λόγο να ασκούν ιδιαίτερη γοητεία οι αντί – ήρωες στο κοινό, από οποίο background και αν προέρχονται, γιατί δεν βολεύονται.
Εν κατακλείδι με εντυπωσίασε ο Σκαρίμπας. Δεν περίμενα κάτι τέτοιο σε ελληνικό λογοτεχνικό πόνημα. Ενώ στην πραγματικότητα, η Ελλάδα όλων των προηγούμενων δεκαετιών, βρίθει από τέτοιου είδους χαρακτήρες – χαρακτήρες που, κατά την γνώμη μου, θα άξιζαν την προσοχή ενός λογοτέχνη – δεν έχω συναντήσει στην αναγνωστική μου πορεία κάτι αντίστοιχο σε πόνημα Έλληνα λογοτέχνη. Ανυπομονώ να διαβάσω και άλλα έργα του έτσι ώστε να σχηματίσω μια πιο σφαιρική άποψη.
Αναρωτιέμαι γιατί δεν διάβασα « Το Θείο Τραγί» νωρίτερα, ακόμα και σε αυτά τα τραγελαφικά «Κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας» στο σχολείο, βρε αδελφέ. Υποψιάζομαι πως ο Σκαρίμπας δεν βόλευε και συνεχίζει να μην βολεύει κανέναν. Στη μικρή αυτή νουβέλα, που είναι γραμμένη το 1931, μην ξεχνιόμαστε, εμφανίζεται ίσως ο σημαντικότερος αντιήρωας. Ο Γιάννης είναι ένας αλήτης, που δεν κατήντησε έτσι, είναι στοιχείο αντικοινωνικό και περιθωριακό από επιλογή. Στο πρώτο κομμάτι ο τριτοπρόσωπος αφηγητής μας παρουσιάζει μια επίσκεψη στην αδελφή του, η οποία τρομάζει από τη βρώμα του και την απάθεια του στο άκουσμα του θανάτου της μητέρας τους. Στο δεύτερο κομμάτι την αφήγηση την αναλαμβάνει ο ίδιος ο ήρωας, που οδηγημένος από εκδικητική μανία, βρίσκει καταφύγιο στο κτήμα του άντρα της Μαρίας, που κάποτε τον αγαπούσε, αλλά τον παράτησε γιατί ήτανε φτωχός. Εκεί φροντίζει να μην «κολλήσει» καλοσύνη από κανέναν και να κάνει μπάχαλο τους πάντες, κυρίως αυτούς που κάποτε με κάποιο τρόπο τον ευεργετήσανε. Η ατμόσφαιρα θυμίζει αρκετά το «Ζητιάνο» του Καρκαβίτσα – μακράν το πιο αγαπημένο μου από τα νεοελληνικά μυθιστορήματα- η γλώσσα είναι τελείως αλλοπρόσαλλη, το ίδιο και η δομή. Με λίγα λόγια πρόκειται για μια γενναία προσπάθεια, την εποχή που όλοι ήταν κολλημένοι σε μια στείρα ηθογραφία, που όπως πολλά πράγματα δεν βρήκε μήτε συνεχιστές μήτε μιμητές.
Το Θείο Τραγί είναι μια πολύ ιδιαίτερη νουβέλα. Γραμμένο το 1931, είναι εντυπωσιακό το πώς μπορεί να διαβαστεί ακόμα και σήμερα ως κάτι πρωτοποριακό. Ο ήρωας του βιβλίου είναι ένας περιπλανώμενος αλήτης που σιχαίνεται τους καθωσπρεπισμούς και κάνει τα πάντα άνω κάτω στο πέρασμα του. Μου θύμισε τον ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι αλλά από την ανάποδη. Πώς ο ηλίθιος ήταν ένας άγιος άνθρωπος και όλοι τον περιφρονούσαν, ε, ο ήρωας του βιβλίου είναι ψεύτης, κλέφτης, κουτσομπόλης και όλοι τον έχουν σε εκτίμηση. Και όσο πιο πολύ τον εκτιμούν, τόσο αυτός σκυλιάζει. Κύριο τον λένε και το έχει για βρισιά. Είναι γιατί σε αυτήν την κοινωνία δεν έχει σημασία ποιος πραγματικά είσαι αλλά το πώς φαίνεσαι. Αν ξέρεις να παρουσιάζεσαι, τα λες ωραία και φροντίζεις να ρίχνεις αλλού τις ευθύνες, είσαι ένας καθώς πρέπει κύριος. Αν δε είσαι και θεοσεβούμενος, σου φτιάχνουν φωτοστέφανο.
"Εμείς καλλιεργούμε μόνο από έρωτα προς την ελευθερία το ψέμα - ένα ψέμα όλο ποίηση, μιαν αναποδιά όλην οίστρο - ενώ αυτοί είναι αυτόδουλοί του και σκλάβοι του. Η συμφωνία τους είναι να αλληλοκλέβουνται έντιμα, ενώ η κλεψά είναι άτιμη. Είν' η συνθήκη τους τίμια με σήμα κατατεθέν της το ψέμα. Τι μπρίο! Τι μπρίο! Πώς διάολο συσχετίζουν τα άσχετα; Πώς μπρε μάτιαμ' συμβιβάζουν τα άκρα; Είναι όλοι τους "τίμιοι" κατά τον πιο άτιμο τρόπο!.. Πού να τους παραβγούμε εμείς οι κακόμοιροι σ' αυτή τους την ανομία τη νόμιμη...". Διαβάζοντας το παραπάνω απόσπασμα μου ήρθε όλως τυχαίως στο μυαλό ένας γνωστός ποινικολόγος, σαν να τον φωτογράφιζε ένα πράγμα.
Διαβάζεται εύκολα παρά την γλώσσα που είναι ένα ιδιαίτερο κράμα καθαρεύουσας και ντοπιολαλιάς και ίσως δυσκολεύει σε κάποια σημεία. Η αφήγηση είναι σχεδόν παραληρηματική, σκαμπρόζικη και χιουμοριστική. Διαβάζουμε σε πρώτο πρόσωπο τις περιπέτεις του αντισυμβατικού και σκανταλιάρη ήρωα, βλέπουμε να τους κάνει όλους άνω κάτω και δεν μπορούμε παρά να γελάμε κάτω από τα μουστάκια μας.
Ένα βιβλίο πάντα το αντιμετωπίζεις σαν ένα αυτόνομο έργο τέχνης: πόσο ολοκληρωμένο είναι, ποια είναι η θέση του στην ιστορία της λογοτεχνίας, αν αποτελεί πρόταση, αν έχει τόλμη, πως χειρίζεται ο δημιουργός την γλώσσα του. Όλα έχουν σημασία.
Δεν μπορείς να ταυτιστείς με το Θείο Τραγί (τον πρώτο χρονολογικά αντι-ήρωα της ελληνικής λογοτεχνίας), πιθανών ούτε μπορείς να το νιώσεις. Μπορείς όμως να τον αφήσεις να σε παρασύρει στο δικό του κόσμο και όπως οι υπόλοιποι ήρωες του βιβλίου να δεις σε αυτόν στο τέλος κάτι θεϊκό. Το έργο έτυχε θερμής υποδοχής όταν πρωτοκυκλοφόρησε, θεωρήθηκε υπερρεαλιστικό, και έμεινε διαχρονικό.
Παρα πολύ δυσκολο. Ενιωθα σαν να δινω Κειμενα Κατευθυνσης για Πανελληνιες. Η γλωσσα του Σκαριμπα εξαιρετική, λεξιπλάστης πρωτος - με την εννοια επισης οτι δημιουργεί απ το μυαλό του λέξεις, τις συνθέτει σαν μπουκέτα αγριολούλουδα, τις βαζει σε μια ευφάνταστη, απίθανη σειρά και πλέκει ενα στεφανι προτασεων, εννοιών με το οποιο χάνεσαι σε κοσμους σε εικονες σε σκεψεις. Καποιες περιοδους του τις διαβασα δυο φορες, για την απολαυση της αναγνωσης, για τις εικονες που μου γέννησε στο μυαλό. Παρα πολυ βαθυς, παρα πολύ δυνατός - ενα τρολ διονυσιακό, ενας σουρεαλιστής ποιητής που εγραψε ουσιαστικά ενα πεζοποίημα αναρχικό εναντια σε ολες τις φορμες και τα καθωσπρεπει και τα μη της ορθης κοινωνιας. Ενας γονιμος διαβολάκος, ενας βακχικός σατυρος, ενα τριβολι στην μπλουζα μας, κατω απ το δερμα μας.
Δε νομιζω να εχω κουραγιο να τον ξαναδιαβάσω. Εξαιρετικός ωστοσο και ειμαι πληρως συνειδητοποιημενη γι' αυτο το οξυμωρο που παρουσιαζω 3,5* γιατι με παιδεψε, με απώθησε και με μαγνητισε.
Εντελώς διαφορετικό από ό,τι περίμενα να διαβάσω, όχι τόσο σε ατμόσφαιρα όσο σε θεματολογία και γλώσσα. (Αν)ηθογραφία του μίσους και της μνησικακίας. Γροθιά στις συμβάσεις και τους κανόνες, ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι γράφτηκε το 1931. Διαβάζεται με τα μάτια ορθάνοιχτα.
"Της έριξα ένα βλέμμα τράγου και τα ρουθούνια μου μίληγαν, βαρβατίλας εβρώμαγα, ήμουν το θείο τραγί!"
Ο Γιάννης ο Σκαρίμπας, λοιπόν. Η πρώτη μου επαφή με τον αναρχικό της νεοελληνικής λογοτεχνίας, το χτήνος. Αναρχική, σουρεαλιστική, ανατραπτετική γραφή, μοναδική για τα ελληνικά δεδομένα της εποχές, beat καλλιτέχνης πριν καν υπάρξει σαν σκέψη στην Αμερική το αντίστοιχο κίνημα. Πολύ άβολη ανάγνωση σε πολλές στιγμές, άδικο να την φέρνουμε στα τωρινά δεδομένα για πολλούς λόγους, με την αφήγηση να χωρίζεται στα 2. Στο πρώτο μέρος υπάρχει τριτοπρόσωπη και πιο απομακρυσμένη αφήγηση, στο δεύτερο μέρος μας μιλάει ο ίδιος ο Γιάννης για τα καμώματά του, μας εισάγει εντελώς στις σκέψεις αυτού του αντι-ήρωα, του χτήνους που θέλει να εκδικηθεί την κοινωνία, που δεν τον νοιάζει από πού έρχεται και πού πηγαίνει, μόνο θέλει να γλεντήσει τους αστούς άρχοντες της κοινωνίας. Ο Σκαρίμπας σίγουρα ξέρει να πλάθει λέξεις και να σε φέρνει σε δύσκολη θέση, να σου δημιουγρίε πολύ ζωντανές εικόνες, να σου υπενθυμίζει τι πάει στραβά με τους γύρω σου. Αλλά ενώ μέχρι την μέση το διάβασα μονορούφι, μετά ξαφνικά με κούρασε αφάνταστα, διάβαζα 2 σελίδες και έχανα τον ειρμό μου εντελώς, διάβαζα ξανά και ξανά τις ίδιες σελίδες, μήπως κατανοήσω καλύτερα τι έγινε. Ενδιάμεσα το είδα σε θεατρικό και έπαθα το ίδιο, από ένα σημείο και έπειρα περίμενα να τελείωσει, είχα κουραστεί πολύ ούσα κοινωνός του έργου. Ίσως και αυτό να ήταν ανάμεσα στις βλέψεις του συγγραφέα με αυτόν τον χαρακτηριστικό αντι-ήρωα; Πιστεύω πως θα ήθελα άλλο τέλος στην ιστορία του Γιάννη, πάντως, αλλά ποια είμαι εγώ να τα βάλω με ένα τέρας της νεοελληνικής λογοτεχνίας;
"Τουπα λοιπόν ότι θα πάω και στην Τήνο. - Στην Τήνο! Τι να κανες; - Να μυήσω, του λέω, στο Χριστιανισμό την Μεγαλόχαρη."
"Ο άνθρωπος αυτός που στις πιο ενστικτώδεις λειτουργίες του στόματος του θατανε φυσικός σαν το χτήνος, θόλωνε από ματαιοδοξία τον κόσμο μας, έπαιζε με τον εαυτό του κρυφτούλι."
Όσο και αν τα μεγάλα έργα είναι διαχρονικά και αξιόλογα εις το διηνεκές, είναι συνάμα άδικο να κρίνονται έξω από το περικείμενο της εποχής στην οποία ανήκουν. Και οι νεωτερισμοί, ο πρώιμος σουρρεαλισμός, η συγγραφική αργκό και η άναρχη δομή του Σκαρίμπα τάραξαν βίαια τα νερά της ελληνικής πεζογραφίας του 1930.
Πεζογραφίας που λέει ο λόγος βέβαια, καθώς αυτή η νουβέλα μοιάζει περισσότερο με ρέον, μακροσκελές ποίημα. Δεν είναι όμως η γλωσσική πονηριά, με μια απολύτως ιδιαίτερη και ίσως παράταιρη μίξη δημοτικής, ντοπιολαλιάς και καθαρεύουσας, ούτε και η κατ' επίφαση δομή και συνεκτικότητα που το κάνει να ξεχωρίζει.
Είναι ίσως ο πρώτος αυθεντικός πεζογραφικός αντιήρωας ο οποίος δεν αποτελεί ένα προσχηματικό ηθογραφικό συγγραφικό έρεισμα, αλλά έναν ενσυνείδητο, πικρόχολο και αυθάδη Δον Κιχώτη, ο οποίος έχει κηρύξει ανοιχτό πόλεμο και δεν δρα απλώς σε μια βάση (δίκαιης ή άδικης) αγανάκτησης. Ένας εκπεσών πολίτης, ένας άξεστος τυχοδιώκτης ο οποίος έχει προαχθεί σύμφωνα με τη σκαριμπική λογική σε μη-πολίτη, ταράζοντας τον κόσμο της λούμπεν αστικής τάξης επειδή θέλει και μπορεί.
Δεν είναι περίεργο λοιπόν πως αυτό το διαμαντάκι έπεσε ως βλασφημία, ως αναρχικό μανιφέστο σε διάφορους κύκλους, οι οποίοι στάθηκαν μόνο σε μια σχετική γλωσσική και δομική επιτηδευμένη αναρχία, η οποία κάποιες στιγμές παρακουράζει. Προσωπικά θα ήθελα ένα πιο πειστικό υπόβαθρο του ουσιαστικά μοναδικού κυρίου χαρακτήρα, ένα origin story που θα πείθει για την εκκωφαντική αυτή μεταστροφή του.
Θεωρώ ότι ο Σκαρίμπας, στην απέχθεια του προς τη ρηχή ηθογραφία, απέφυγε να ασχοληθεί επιμελώς με αυτό και εστίασε στην πειστικότατη και απολαυστική περσόνα του αντιήρωά του, όπως ευφυώς αποδίδεται μέσα από την πρωτοπροσωπη αφήγηση που εισάγεται μετά το πρώτο μέρος.
Προσωπικά, προσπερνάω το ότι θα ήθελα και μια μικρή έστω αποκαθήλωση του ίδιου πρωταγωνιστή από τον Σκαριμπα και σας συνιστώ απολαύστε ένα σημαντικό έργο και μια αυθεντικά ανατρεπτική πρόζα, που έθεσε σε νέες βάσεις τον όρο «λογοτεχνικός νεωτερισμός».
This entire review has been hidden because of spoilers.
Θέλω να πω οτι είναι το Old Boy στην Ελλάδα του 1931 αλλά πάνε χρόνια που είδα το Old Boy και παραλληλίζω μόνο την αίσθηση που μου έχει αφήσει. Το τέλειωσα και επιτόπου το ξαναέπιασα απ' την αρχή μέχρι τη μέση περίπου, για να προσέξω πως χτίζεται η λύσσα, η εκδικητικότητα, η αμφισβήτηση όλων.
Υπέροχο έργο, πρωτοπόρο για το δύσκολο 1931 καθώς προχώρησε μόνο του μπροστά και έπιασε νέους γλωσσικούς ορίζοντες, νέα μοτίβα σκέψης. Βιβλίο γνήσια αναρχικό, ζωτικό μέσα στην φιλικότητά του προς το περιβάλλον, Ρόδο μοναδικό για τύπους που αγαπούν την αντισυμβατικότητα.
Αυτό είναι ένα υπέροχο ανάγνωσμα, μια πρόστυχη ελεγεία στο καθημερινό, ένα αλήτικο μα τόσο ευωδιαστό λουλούδι φυτρωμένο σε κοπριές αλόγων και σκατά ανθρώπων.
Κοντά 100 χρόνια μετά και διαβάζεται με φρεσκάδα κι άνεση, εντελώς μονορούφι. Η παιχνιδιάρικη γραφή του ξεφτιλίζει κάθε νόρμα και ο Γιάννης, ο ήρωας του, σου κλείνει πονηρά το μάτι καθώς -επιφανειακά ανέμελος- στοχάζεται εντελώς φυσικά και βαθιά για το καθημερινό, το υπαρξιακό, το ερωτικό και το τίποτα.
Σε αφήνει εντελώς μαλάκα και ναι, ναι, ναι, διάβασε το.
"Να γι' αυτό γκριζιρνάμε. Μήτε σπείρουμε, μήτε θερίζουμε γιατί για μας είναι τα χούματα μπρούτζινα. Για μας η γη δε φυτρώνει. Τα έθνη, οι πολιτείες , οι τόποι δεν έχουν σύνορα στο δικό μας το χάρτη και τα δύο ημισφαίρια μας πέφτουνε λίγα. Η ζωή μας δεν ανέχεται όρια. Εμείς ένα σύνορο ξέρουμε: της ζωής και του θανάτου. Μια πατρίδα γνωρίζουμε: τούτη τη νικελινη Γη μας. Είμαστε μεις οι πολίτες του απείρου κι έχουμε μια σφραγίδα: τον πάτο μας. Μ' αυτήν σφραγίζουμε μεις τα πιστοποιητικά της τιμής των."
Το πρώτο βιβλίου του Σκαρίμπα που διάβασα και βρήκα συ-γκλο-νι-στι-κό. Λεκτική, γραμματική και συντακτική ιδιαιτερότητα, που όσο με δυσκόλευαν, τόσο με κέρδιζαν και διάβαζα ξανά και ξανά τις παραγράφους μέχρι να τις εμπεδώσω. Επόμενο βιβλίο στα προς ανάγνωση: Μαριάμπας & Το Σόλο του Φίγκαρω.
Χαοτικό και εθιστικό! Μια έξυπνη αλλαγή -μετά τις πρώτες σελίδες- σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση για να μας παρουσιάσει έναν παράξενο αντιήρωα, τον Γιάννη, το "θείο τραγί". Λυρισμός και προφορικότητα, ένα παράξενο μείγμα γραφής με ιδιωματισμούς και λέξεις δικής του επινόησης, αντιθέσεις, ειρωνεία..τίποτα δεν λείπει από αυτό το βιβλίο σταθμό της ελληνικής λογοτεχνίας που του αξίζει να διαβαστεί περισσότερο.
Πριν διαβάσω το Θείο Τραγί, ένας φίλος μου το περιέγραφε σαν το πρώτο αυτοφυές μπητ κείμενο, γραμμένο στα ελληνικά, 20 χρόνια before the fact. Μπορεί η περιπλανώμενη φύση του ήρωα να συνηγορεί ως προς αυτό, όμως πρόκειται για έναν χαρακτήρα πολύ πιο δυνατό από έναν απλό hobo. Ο αφηγητής/πρωταγωνιστής είναι αναχωρητής, αρνητής, διαβολέας, καταστροφέας (άρα και πλαστουργός), όχι όμως αντιήρωας. Είναι larger than life, στέκει στο σημείο που ο Γουίτμαν συνομιλεί με το Νίτσε, κι αποτελεί μία από τις πιο συναρπαστικές φιγούρες που έχω συναντήσει σε ελληνικό βιβλίο. Αντάμα πορεύεται και το γράψιμο του Σκαρίμπα· χαοτικό, παραληρηματικό, θαρραλέο, taking no prisoners. Περιττό να πω ότι το καταευχαριστήθηκα.
"Ο κόσμος αργά. Τα πράγματα αφημένα στο πάει τους. Να δημιουργούνται οι ορίζοντες, να γεννιέται ο χρόνος κ οι τόποι. Οι τόποι και οι εποχές να πηγαίνουνε"
Εντυπωσιακό έργο, μοναδικός λόγος, ιδιαίτερη γραφή και γλώσσα. Όσα και αν έχει διαβάσει κανείς για τον Σκαρίμπα δε μπορεί να φανταστεί το ιδιότυπο της γραφή του. Το απόλαυσα αν και αφαιρετικό σε πολλά σημεία, εντελώς προσωπικό ύφος, σκωπτικό και γλαφυρό. Αξίζει να διαβαστεί.
«Να, για δαύτο γυρίζουμε. Είμαστε της ζωής μεις οι μούργοι κ’ είν’ οι άλλοι κορόιδα μας. Εμείς καλλιεργούμε μόνο από έρωτα προς την ελευθερία το ψέμα- ένα ψέμα όλο ποίηση, μιαν αναποδιά όλην οίστρο- ενώ αυτοί είναι αυτόδουλοί του και σκλάβοι του. Η συμφωνία τους είναι ν’ αλληλοκλέβονται έντιμα, ενώ η κλεψιά είναι άτιμη. Είν’ η συνθήκη τους τίμια με σήμα κατατεθέν της το ψέμα. Τί μπρίο! Τί μπρίο! Πως διάολο συσχετίζουν τα άσχετα; Πως μπρε μάτια μ’ συμβιβάζουν τα άκρα; Είναι όλοι τους “τίμιοι” κατά τον πιο άτιμο τρόπο!... Πού να τους παραβγούμε εμείς οι κακόμοιροι σ’ αυτή τους την ανομία τη νόμιμη, σ’ αυτή την πεπειραμένη αρετή τους. Είναι πολύ πεζεβένηδες…
Να, γι’ αυτό γκιζιρνάμε. Μήτε σπείρουμε, μήτε θερίζουμε γιατί για μας είναι τα χούματα μπρούτζινα και νικέλινη η γη μας. Τα Έθνη, οι πολιτείες, οι τόποι, δεν έχουνε σύνορα στον δικό μας το χάρτη και τα δυο ημισφαίρια μας πέφτουνε λίγα. Η ζωή μας δεν ανέχεται όρια. Εμείς ένα σύνορο ξέρουμε: της ζωής και του θανάτου. Μια πατρίδα γνωρίζουμε: των σολών μας το πάτι. Είμαστε μεις οι πολίτες του άπειρου, κ’ έχουμε κ’ εμείς μια σφραγίδα: τον πάτο μας. Μ’ αυτήν σφραγίζουμε μεις τα πιστοποιητικά της τιμής των.»
Συγκλονιστικός, καταστασιακός, ποιητικός, αντισυμβατικός Σκαρίμπας με τρόπο που μόνο ο Άσιμος κατάφερε να επαναλάβει. Ο ένας βγάζει τη γλώσσα στον άλλο και οι δυο μαζί σε όλους μας.
Τι να πω τώρα γι'αυτό το βιβλίο! Πολύ "προχω", πολύ μοντέρνο, πολύ ανατρεπτικό όχι μόνο για την εποχή που γράφτηκε αλλά ακόμη και για σήμερα. Ο "αλήτης" ήρωας του, "πλάνητας" από επιλογή, είναι ένας αντιήρωας που όμοιό του δεν έχω συναντήσει ως τώρα στην ελληνική λογοτεχνία (θυμίζει ήρωα του κινήματος των Beats που εμφανίστηκε στην Αμερική 30 χρόνια αργότερα -ναι, το βιβλίο με παρακίνησε να ψάξω λίγο σχετικά με αυτό..). Βγάζει τη γλώσσα σε κοινωνικές συμβάσεις και θεσμούς, τους οποίους ειρωνεύεται και χλευάζει κατάφωρα. Μοιάζει με Σάτυρο, με παγανό, με διαβολάκο που αρέσκεται να ενοχλεί και να μην αφήνει τίποτα και κανέναν ήσυχο. Η γλώσσα του Σκαρίμπα είναι τολμηρή, αιχμηρή, σκληρή αλλά είναι στιγμές που αποπνέει και ευαισθησία. Η εκκεντρική γραφή του συνδυάζει λυρικά και υπερρεαλιστικά στοιχεία και οι αφηγηματικες τεχνικές που χρησιμοποιεί παίζουν τα δικά τους παιχνίδια. Μετά από όλα αυτά, μπορώ να καταλάβω γιατί το "αναρχικό" "Θείο τραγί" δέχτηκε αντιφατικές κριτικές στην εποχή του. Και χαίρομαι γιατί γνώρισα επιτέλους τον Σκαρίμπα μέσα από το πιο εμβληματικό, ίσως, έργο του. Σημείωση: Άκρως κατατοπιστικές οι σημειώσεις και το Επίμετρο στο τέλος του βιβλίου.
"...να δημιουργουνται οι οριζοντες, να γεννιεται -μουλος- ο χρονος..."
Ξαναδιαβασα το θείο τραγί γιατι μου το θυμισε πολυ το "ταξιδι στην ακρη της νυχτας" του Σελιν, που τελειωσα πριν λιγες μερες. Μου το θυμισε και η γλωσσα του σε πολλα σημεια αλλα και ο αμοραλισμος (σε ενα πρωτο επιπεδο) του ηρωα.
Στην δευτερη αυτη αναγνωση απολαυσα ακομη περισσοτερο και την ποιητικη του γλωσσα και τα υπαρξιακα ζητηματα που σχολιαζει.
"...δεν μου ηταν ανεχτη η υποθεση, πως μεσ' στο διαστημα μποραε ναταν φυσικο ενα στοιχειο κι ο χρονος. Τον εννοουσα σαν αρνηση..."
Δεν ξέρω, δε συναντηθήκαμε πουθενά. Το διάβασα γιατί έχω αυτή την κακία συνήθεια να μη μπορώ να παρατήσω βιβλίο που έχω αρχίσει, αλλά με κουρασε. Το βρήκα υπερβολικό και κάπως δήθεν. Και στο τέλος τελος, μια ιστορία απόρριψης και ανεκπλήρωτου έρωτα είναι...