Ογδόντα χρόνια μετά το θάνατο του Μεγάλου Στρατηλάτη Δάμα, το βασίλειο της Αισωπείας ζει ειρηνικά, αρνούμενο να εμπλακεί σε διενέξεις με τα γειτονικά του κράτη. Στους κοσμοπολίτικους δρόμους της πρωτεύουσας Δαμασινής και σε πείσμα της κακής του τύχης, ο πολυμήχανος νεαρός Παγκράτης προσπαθεί να επιβιώσει, αξιοποιώντας το μεγάλο του ταλέντο στην κατασκευή μηχανών που λειτουργούν με ατμό και τη γοητευτική του προσωπικότητα. Η δύσκολη αλλά στρωμένη του ζωή θα ανατραπεί, όταν φτάσει στην πόλη ο πρίγκιπας Τουνταλίγια και η μάγισσα σκλάβα του, που λέγεται Ζήλεια. Τι θέλουν οι ξένοι από τον Παγκράτη; Τι ρόλο παίζει η Μεγάλη Βιβλιοθήκη της Ομφάλης; Και πώς σε όλο αυτό ανακατεύονται θεοί και δαίμονες;
Η Ευθυμία Ε. Δεσποτάκη γεννήθηκε το 1975 στην Αθήνα και σπούδασε γεωλογία και Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών. Είναι μέλος του sff.gr, του μεγαλύτερου ελληνικού φόρουμ σχετικά με το φανταστικό. Σποραδικά άρθρα και βιβλιοκριτικές της εμφανίστηκαν κατά καιρούς σε free-press έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά, όπως οι Σελιδοδείκτες, οι Θεματοφύλακες Λόγω Τεχνών, το amagi.gr, το sff.gr, οι Αλλόκοσμες Ιστορίες και τα Φανταστικά Χρονικά. Διηγήματά της βρίσκονται επίσης σε συλλογές, περιοδικά και fanzine. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Πολιτιστικού Συλλόγου Φίλων του Φανταστικού – ΦantastiCon και της συγγραφικής ομάδας Άρπη.
Από την Ευθυμία δεν περίμενα τίποτα λιγότερο. Εξαιρετικός λόγος και πολύ ωραία πλοκή. Ήρωες που σου σκαλώνουν γρήγορα στο μυαλό και πολύ καλή ροή πληροφορίας.
Εγώ κάπου στη μέση φαντάστηκα ότι η πλοκή θα έπαιρνε άλλον δρόμο και λίγο απογοητεύτηκα, αλλά αυτό προφανώς δεν λέει τίποτα και υποθέτω ότι μου συμβαίνει στο 1/4 των βιβλίων που διαβάζω κάθε χρόνο. Κάπου εκεί επίσης, (ίσως στο 1/3 του βιβλίου) μου φάνηκε ότι εκεί όπου τα πάντα ''σεταρίστηκαν'' άψογα, πατήθηκε το γκάζι λίγο περισσότερο απ' ό,τι θα έπρεπε και πήγε έτσι μέχρι το τέλος. Κατά τα άλλα, τα πάντα άψογα. Είπαμε. Το ξέραμε.
Το ότι ανέφερα τα ελάχιστα πράγματα που δεν με ικανοποίησαν απόλυτα, καθώς και το ότι το βιβλίο έχει 4 αστεράκια αντί για 5, έχει να κάνει με την ίδια την Ευθυμία που νομίζω ότι σιχαίνεται να της χαρίζονται. Και δεν θα μου το συγχωρούσε το επιπλέον 1,5 στα 10.
Οπότε λοιπόν, σε ένα ελληνικό βιβλίο, εμφανίζω την απολύτως ειλικρινή μου βαθμολογία, εκείνη που θα βάλω και στο εξέλ που κρατώ στο ''συρτάρι'' μου. Και, όχι, ΔΕΝ είπα ψέματα στα άλλα 200 ελληνικά (ή όσα είναι) που έχω βαθμολογήσει, αλλά απλά, από θέμα ιδεολογίας και μόνο, κάνω πάντα το τεσσάρι πεντάρι. Τώρα προφανώς αδικείται λίγο το συγκεκριμένο που σε αναλογία θα έπρεπε να είναι 5,5/5 αλλά δεν το έχει και ανάγκη κιόλας.
Το βιβλίο έτυχε και το ξέχασα για 8 μήνες σε άλλη πόλη και όταν ήμουν κοντά στην 210 σελίδα. Αν έπρεπε να πω μόνο ένα για τη δυναμική του, ήταν ότι, ξαναπιάνοντάς το από την αρχή, έφτασα στη σελ. 210 με απίστευτη ευκολία και με τις εικόνες να ξεπηδούν ολοζώντανες από μέσα μου.
Το βιβλίο το έχω τελειώσει από εχθές, αλλά δεν ήξερα αν θα πήγαινα στα 4 ή στα 5 άστρα (αν υπήρχαν μισά θα ήταν στο 4,5 αλλά, σε αντίθεση με ό,τι κάνω συνήθως με άλλους Έλληνες συγγραφείς, εδώ δε θα "χαρίσω" το μισό άστρο, επειδή ξέρω ότι η συγγραφέας δε θα μου το επέτρεπε).
Το βιβλίο είναι φάνταζυ σε ψευδοελληνιστική περίοδο. Έχει καταπληκτικό ένδιαφέρον το πώς παίρνει την Ανατολική Μεσόγειο και χτίζει μία ιστορία γύρω της και ο ήρωας, ο καταφερτζής Παγκράτης που μπλέκει σε μία περιπέτεια από το πουθενά και το πώς καταλήγει εκείνη.
Από άποψη γραφής το βιβλίο είναι "το δέκα το καλό" εξαιρετικός λόγος, ρέει ποτάμι και παίζει με όλες τις αναγνωστικές αισθήσεις. Αποδίδει άψογα τις εξωτικές πόλεις και τους χαρακτήρες και, σε κάθε σκηνή, δημιουργεί τα συναισθήματα που χρειάζονται. Οι χαρακτήρες είναι επίσης καταπληκτικά γραμμένοι, όλοι τους σωστά σκιαγραφημένοι και σου μένουν. Τα κίνητρά τους (ως επί το πλείστον αλλά εδώ θα βάλουμε αστερίσκο για την επόμενη παράγραφο) είναι πειστικά και λογικά.
Εκεί που το μισό αστέρι χάνεται είναι στο θέμα της ιστορίας καθεαυτής ή, καλύτερα, στο θέμα της οικονομίας της. Οι πρώτες 100 σελίδες είναι καταπληκτικές, αποδίδουν άψογα μία πόλη και στήνουν ένα ολόκληρο σκηνικό... για να το αφήσουν ανεκμετάλλευτο. Από τη στιγμή που οι κεντρικοί χαρακτήρες ξεκινάνε το quest τους τα πράγματα πάνε με χίλια. Μεγάλες χρονικές περίοδοι καλύπτονται στα γρήγορα και γεγονότα εξελίσσονται εκτός σκηνής και αυτό τις κάνει να χάνουν λίγη από τη βαρύτητα τους και (όπως λέγαμε πιο πάνω για τον αστερίσκο) κάνει τις αποφάσεις (και μεταστροφές) του κεντρικού χαρακτήρα να μην προκύπτουν πάντα οργανικά από το ίδιο το γραπτό αλλά από τα όσα έχουν γίνει και εκτός σκηνής ή έχουν εννοηθεί.
Δεν είναι ακριβώς κακό αυτό, αλλά όλα τα υπόλοιπα στο βιβλίο είναι τόσο καλά που η μικρή αυτή παραφωνία χτυπάει άσχημα και υποβιβάζει το βιβλίο από αριστουργηματικό σε εξαιρετικό. Σε κάθε περίπτωση όμως, τα "Πνεύματα" είναι ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί από όλους τους φίλους της φανταστικής λογοτεχνίας και όχι μόνο.
Ευθυμία, συγχαρητήρια! Παραθέτω ένα αγαπημένο μου απόσπασμα, χαρακτηριστικό των συμβολισμών του βιβλίου. Καλή συνέχεια και καλή επιτυχία! «Εξακολουθούσε να αλλάζει. Αλλά τώρα ήξερε, σαν από αποκάλυψη, ότι ούτε οι ζωές των θνητών, ούτε οι ζωές των αθανάτων είναι σταθερές, ότι όλα υπόκεινται σε αλλαγές, σε μετατροπές, σε διαφοροποιήσεις. Πάλευε από μικρό παιδί για να αποκτήσει κάτι που πίστευε ότι θα έμενε αναλλοίωτο μετά, μια κοινωνική θέση, χρήματα, αποδοχή. Τώρα μόνο, στη σκιά του Τίλου Ματίμ, έβλεπε ότι αυτός ήταν αγώνας μάταιος, ότι όταν θα αποκτούσε την κοινωνική θέση θα έπρεπε να παλέψει να τη διατηρήσει, ότι αν αποκτούσε λεφτά θα έπρεπε να παλέψει για να μην τα χάσει, ότι αν αποκτούσε αποδοχή θα έπρεπε να παλέψει για να μη μετατραπεί σε απόρριψη. "Γέμισα τη Βιβλιοθήκη μου με γνώση. Άφησα το σκοπό μου ελεύθερο μέσα της. Μπόλιασε ο σκοπός μου τα κείμενα, φυτεύτηκα στα γραπτά, κρύφτηκα σε γράμματα, σύμβολα συλλαβών, ιερογλυφικά. Χίλια χρόνια θρεφόταν η Βιβλιοθήκη μου, έγινε Μεγάλη, κι άνθρωπος δεν τη διάβασε, μην και χάσει τη δύναμή της. Κι όταν ήρθε ο καιρός να την ανοίξω, ν' αφήσω τους θνητούς να τη διαβάσουν, ν' αφήσω την αλήθεια μου να τους αλλάξει, ήρθαν οι Μυλήσιοι, ήρθε ο Δάμας, ήρθε ο Ευρυβιάδης. Και μου την έκλεψαν." »
Κάποτε, ένας φίλος μου μου είχε πει πως δεν ξέρει καμία γυναίκα που να γράφει καλή φαντασία. Τότε του είχα αναφέρει την αγαπημένη μου Ursula Le Guin. Πολύ θα ήθελα να ξανακάνω αυτή τη συζήτηση μαζί του. Θα έχω και μία (τουλάχιστον) Ελληνίδα για να του δείξω πως κάνει λάθος. Απλά αριστούργημα!
Επιτέλους ένας οίκος με προοπτικές ασχολείται με την λογοτεχνία του φανταστικού στην Ελλάδα. Την πραγματική, όχι αυτοί που γράφουμε εμείς που βρισκόμαστε στα όριά της, αλλά εκείνη που αντλεί από τα αντίστοιχα μυθιστορήματα του εξωτερικού, πατάει στον απίστευτο πλούτο της ελληνικής μυθολογίας και φτιάχνει ολοκαίνουρια, άφθαρτα σύμπαντα, που θυμίζουν αλλά και δεν θυμίζουν το δικό μας.
Αρχή έκαναν οι mamaya με το Δράκων και τώρα συνεχίζουν με τα Πνεύματα της Ευθυμίας Δεσποτάκη κι αν κατάλαβα καλά, θα συνεχίσουν με βιβλία της ομάδας ΑΡΠΗ που μαζί με το www.sff.gr, κάνουν την πιο σοβαρή προσπάθεια στην Ελλάδα να συγκεντρωθεί και να ακμάσει η λογοτεχνία του φανταστικού.
Βρισκόμαστε λοιπόν στο βασίλειο της Αισωπείας. Ο στρατηγός Δάμας έχει νικήσει όλους τους άλλους δυο γενιές πριν και τώρα στην Δαμασινή Ιασώ, την πόλη που ιδρύθηκε για να τον τιμήσουν, επικρατεί ειρήνη. Ένας νεαρός με ταλέντο στην μηχανική, ο Παγκράτης- Απελλάτης εκ Δαμασινής- ζει με τον Εραστή του Θεόδωρο, έναν εφευρέτη που μοιάζει χαμένος στις σκέψεις του. Ο Παγκράτης ελίσσεται εξαιρετικά στο δύσκολο κοινωνικό σύστημα της Δαμασινής, ξέρει ανθρώπους, είναι εραστής της πιο ισχυρής χήρας. Η ζωή του θα αλλάξει όταν ένας Νεσίλιος πρίγκηπας θα εμφανιστεί στην Δαμασινή Ιασώ μαζί με την μάγισσα δούλη του κι έναν γέρο.
Το βιβλίο εκτός από την πλούσια φαντασία, πραγματεύεται δύο μεγάλα θέματα και ακανθώδη. Το πρώτο είναι η επιστήμη, η μηχανική και η θρησκεία, σε σύνθεση και αντιπαράθεση. Η μαγεία του ενός, που γίνεται και δεν γίνεται θρησκεία, οι θεοί, που κάποτε ήτανε θνητοί, η επιστήμη και η μηχανική, που έρχεται αρωγός, που βοηθάει, αλλά παρά τον πόνο, δεν ορκίζεται.
Το δεύτερο είναι η γνώση, ως πηγή καλού και κακού,η συγκέντρωσή της στα χέρια ποιου και γιατί. Οι βιβλιοθήκες που πρέπει ή δεν πρέπει να καούν, η ανάγνωση, ως φορέας ηθικής.
Νομίζω πως στο σύμπαν των «Πνευμάτων» με κούρασαν οι πολλές λεπτομέρειες, που ξέρω όμως πως αρέσουν στους σκληροπυρηνικούς οπαδούς του fantasy. Με ενθουσίασε η μυθολογία που στήνεται, ακόμα κι αν κάποιες εκφάνσεις της μοιάζαν άσχετες με την δομή του συγκεκριμένου βιβλίου. Φαντάζομαι όμως πως θα είναι χρήσιμες στην συνέχεια, στις συνέχειες- ένα τέτοιο σύμπαν είναι κρίμα να πάει χαμένο. Επίσης θεωρώ κάπως άστοχο τον τίτλο. Είναι πολύ έξυπνος αν τον αναλογιστείς μετά την ανάγνωση του βιβλίου, αλλά για μένα θα ήταν απωθητικός, δεν θα έπιανα το βιβλίο αν δεν ήξερα από πού προέρχεται και γιατί· κοινώς από την ιέρεια του ελληνικού μυθιστορήματος του φανταστικού.
Εν πολλοίς ελπίζω η προσπάθεια των εκδόσεων Mamaya να ευοδωθεί. Δε�� είναι λίγοι οι οπαδοί του fantasy στην Ελλάδα, κι ως τώρα οι Έλληνες συγγραφείς του δεν είχαν τύχει και της καλύτερης μεταχείρισης. Ήρθε η ώρα τους.
Τα "Πνεύματα" δεν είναι ένα τυχαίο βιβλίο, ούτε φυσικά η Ευθυμία είναι μια οποιαδήποτε συγγραφέας της σειράς. Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την συναρπαστική δομή, τον σχεδιασμό των χαρακτήρων, τον όμορφο ρυθμό που εξασφαλίζει μιαν ευχάριστη ανάγνωση και τις πιασάρικες εικόνες όπου εύκολα θα συναντούσε ο κάθε αναγνώστης στο οποιοδήποτε βιβλίο έχει γραφτεί, ακολουθώντας τις πεπατημένες συνταγές-σχολές συγγραφής... Το βιβλίο αυτό έχει αυθεντικότητα και πάνω απ' όλα ΨΥΧΗ, χωρίς φυσικά να του λείπει τίποτα από όλα αυτά που προαναφέραμε, αν και η Ευθυμία δεν σπούδασε τον "τυφλοσούρτη" σε κάποιο εργαστήρι δημιουργικής συγγραφής της Ελλάδας ή της Εσπερίας. Την πρώτη φορά που διάβασα το χειρόγραφο, κατά την διάρκεια ενός ταξιδιού μου στην Ιβηρική, το τελείωσα μέσα σε ένα βράδυ, ξεκοκαλίζοντάς το κυριολεκτικά... Έπειτα κύλησε νερό στο αυλάκι και σιγά-σιγά άρχισε να δημιουργείται η συγγραφική ομάδα "Άρπη" έχοντας ανάμεσα στα εξέχοντα μέλη της και την Ευθυμία. Μέσα από ζυμώσεις, διεργασίες, πολύ δουλειά και διαπραγματεύσεις, επιτεύχθηκε και η συνεργασία μας με τον εξαιρετικό εκδοτικό οίκο MAMAYA και κάπως έτσι φτάσαμε εδώ... Κάπως έτσι έφτασα να ξαναδιαβάζω τα "Πνεύματα" και άλλες φορές, ως επιμελητής πια, μόνο και μόνο για να συνειδητοποιήσω πως, όσες αναγνώσεις και να ακολούθησαν, δεν γινότανε να βαρεθώ ή να πλήξω επ' ουδενί- και αυτό λέει κάτι. Σε μία Πικρή Στροφή των καιρών, ένας κόσμος αλλιώτικος, μα και τόσο κοντινός, ξεδιπλώνεται γλαφυρά σε μια επική περιπέτεια, σε μια ξεχασμένη ιστορία όπου δεν έχει ειπωθεί ακόμη. Τα χρώματα και η όψη ενός μωσαϊκού, που θυμίζει ελληνιστική οικουμένη, η ατμόσφαιρα της αντίθεσης ανάμεσα στην αφιλόξενη έρημο και την δροσερή όαση, γίνονται το μαγικό χαλί που επάνω του είναι υφασμένη με μαεστρία η ιστορία ενός θεού θεών και οι πράξεις κάποιων θνητών όπου νομίζουν πως ό,τι κάνουν, επηρεάζει μόνο τους ίδιους... Ένας άνθρωπος δίχως πατρίδα και εαυτό, θα ανακαλύψει πως η πατρίδα μας είναι πάντα η (μυστική;) καρδιά. Ένας ιεροφάντης θα εξαϋλωθεί υπηρετώντας, ένας βασιλιάς δίχως στέμμα θα κυνηγήσει να αποκτήσει αυτό που ποθεί, δίχως να καταλαβαίνει ότι η γεύση του καρπού αυτού, είναι σαν της άμμου... Μια σκλάβα(;) από την άλλη θα μας βάλει να αναρωτηθούμε πότε είναι τελικά κάποιος ελεύθερος και τόσοι άλλοι ακόμα εξαιρετικά αυθεντικοί χαρακτήρες θα μας δώσουνε ένα κομμάτι τους για να συμπληρωθεί η ιστορία... Από το δέλτα όπου Δεσπόζει η Δαμασινή Ιασώ, ως τις άνυδρες ερήμους της Ομφάλης, και από τα απύθμενα βάθη της Αβύσσου ως τα κελιά που σχεδιάστηκαν για να φυλακίζουν θεούς αλλόκοσμους, η Ευθυμία Δεσποτάκη μας καλωσορίζει στον Κόσμο της... Ένα Αριστούργημα...
Ξεχνάω την εκδοτική μου ιδίοτητα, έτσι κι αλλιώς η ΑΡΠΗ είναι μια αυτόνομη ομάδα με μεγάλη ελευθερία αποφάσεων στο δημιουργικό και όχι μόνο κομμάτι. Το βιβλίο αυτό είναι διασκεδαστικό, ούτε βαρύ ούτε πομπώδες, ποπ έχω ακούσει να το λένε, έχει ένα κόσμο μαγικό αλλά και βασισμένο στην ελληνιστική περίοδο, ο οποίος ξετυλίγεται φυσικά ξεσκεπάζοντας μια συγγραφέα με εμπειρία και μόρφωση. Αυτό το ξέραμε βέβαια. ´Εχει ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα γλώσσα, όχι φτιαγμένη αλλά ψαγμένη. Έχει μοναδικές εικόνες. Θα ήθελα να είναι μεγαλύτερο, οι θεοί κάπου πνίγουν τους ανθρώπους και στο μέγεθος αυτο δεν χωρά και κόσμος και χαρακτήρες. Ο βασικός χαρακτήρας μου φάνηκε απλά survivor όχι πολύπλοκος, και χαίρομαι που στο τέλος το παραδέχτηκε και ο ίδιος. Ελπίζω να ´ρχονται κι άλλες ιστορίες σ αυτό τον υπέροχο κόσμο που ζωγράφισε η συγγραφέας, ειδικά το κομμάτι προς συμπόσια και όργια έχει πολύ potential.
Ατμός και μάρμαρα… (κάποιες σκέψεις για το ‘’Πνεύματα: Μια ιστορία της Πικρής Στροφής’’ της Ευθυμίας Δεσποτάκη)
Τελειώνοντας το ‘’μέσα απ’ το γυαλί’’, έπιασα κατευθείαν τα ‘’πνεύματα’’ –έχω πει πολλάκις ότι μου αρέσει να μένω μέσα στη ‘’φούσκα’’ του κάθε δημιουργού για όσο περισσότερο μπορώ, οπότε δοθείσας της ευκαιρίας είπα να ξεζουμίσω το σύμπαν της συγγραφέως (ή τουλάχιστον ό,τι έχει εκτεθεί από αυτό). Θα ήθελα να διαβάσω και τον Κόμπες στο μέλλον, μα προτού προχωρήσω στις σκέψεις για το συγκεκριμένο βιβλίο, να πω δύο λόγια εδώ –και δύο στο τέλος- για το τι έχω αποκομίσει μέχρι στιγμής από την πένα της Δεσποτάκη.
Η Δεσποτάκη, ο Κόκκινος, ο Κεραμίδας, ο Μελάς, ο Μιχαηλίδης και γενικά όλη η ΑΡΠΗ είναι η ελίτ της εγχώριας φανταστικής λογοτεχνίας. Ο λόγος τους είναι κομψοτέχνημα, οι δουλειές τους προσεγμένες και είναι βιβλία παρακαταθήκες. Δεν μπορείς να τα τρέξεις, δεν μπορείς να διαβάσεις πολλές σελίδες σε μία μέρα, θέλουν μία ευλάβεια, μία παραπάνω προσοχή από τα περισσότερα pageturners –στα οποία μπορείς απλά να σβήσεις το μυαλό σου και να είναι σα να βλέπεις ταινία. Είναι πολυεπίπεδα και ψαγμένα –δίχως να σημαίνει ‘’δήθεν’’ αυτό, όπως συχνά μπλέκεται ο όρος στις μέρες μας. Η Δεσποτάκη δεν παρεκκλίνει της υπόλοιπης ομάδας και αυτό φυσικά την τιμά!
Στα ‘’πνεύματα’’ τώρα. Δε θα είμαι τόσο αναλυτικός όσο στις σκέψεις μου για το ‘’γυαλί’’ μα θα μιλήσω για γενικότερες εντυπώσεις και για την όλη εμπειρία.
Σε αυτή την ‘’Στροφή’’ ο Ραψωδός μας είναι ο Παγκράτης. Στα έξι του έτη πεθαίνουν οι γονείς του και τον μεγαλώνει ο Θεόδωρος. Η κοινωνία που μεγαλώνει, είναι σαν την αρχαία ελληνική με μία μικρή δόση από steampunk. Αποκαλείται ερωμένος και ο Θεόδωρος εραστής, μα με την πλατωνική έννοια του όρου και όχι με την ομοφυλοφιλική έννοια. Με την εμφάνιση του άρχοντα Τουνταλίγια, η ζωή του ανατρέπεται και ειδικά μετά από την γνωριμία του με την μάγισσα Ζήλεια –η οποία αν και έχει μέτρια εμφάνιση, τα χρυσά της μάτια τον μαγεύουν. Και η περιπέτεια ξεκινά!
Από την στιγμή που εμφανίζεται η Ζήλεια, το ενδιαφέρον μου ήταν αμείωτο –και όχι μόνον επειδή έχει ίδια μάτια με την Λενόρ μου! Το παιχνίδι των λέξεων και των εννοιών (Ομφάλη-Δελφοί, Πελεία-Πέλλα, Δαμασινή-Δαμασκός, δύναμη του Απελλάτη-απελατίκι) μου έκαναν το τοπίο όσο γνώριμο ήθελα μα και όσο φρέσκο περίμενα συνάμα. Ήταν σαν μία μίξη εναλλακτικής πραγματικότητας του παρελθόντος, εναλλακτικής ιστορίας, μύθου και φαντασίας!
Από το δωδεκάθεο που αναφέρεται ξώφαλτσα μέχρι τον οριενταλισμό των αρχικών πόλεων, από τα αρώματα των μπαχαρικών μέχρι τις γεύσεις των φαγητών και των τροφών, από την πόλη Ρα-Κέντετ και την αιγυπτιακή αισθητική της μέχρι τις Μικρές Ερήμους και την Ομφάλη, ένιωθα σα να διαβάζω μία νέα εκδοχή των ‘’χιλίων και μία νυκτών’’. Ειδικά η σκηνή με το χαλί και τον πλοκαμοφόρο καλαμάρι, ήταν σα να διαβάζω Αλαντίν και Γιασμίν εναντίον Κθούλου! Ουάου!
Το steampunk στοιχείο –από τον μηχανισμό της πόρτας στην αρχή του βιβλίου μέχρι τον ατμοτηλέβολο στο τέλος- έδενε αρμονικά και ειδικά τα κεφάλαια της κατασκευής της πολεμικής μηχανής και την αγωνία του δημιουργού τα λάτρεψα ιδιαίτερα. Η μάχη στα Διοριτικά Πεδία ήταν ένα όμορφο κρεσέντο, ενώ η πτώση της Ευρύβιας ομοιοκαταληκτούσε με όσα έγιναν στην πραγματικότητα στην Τριπολιτσά, όπως και το ψευδές κάψιμο της Μεγάλης Βιβλιοθήκης έφερε στο νου κάτι από όσα παίχτηκαν στην Αλεξάνδρεια. Η ευρυμάθεια της συγγραφέως έπλεκε όμορφα τα φανταστικά γεγονότα με βάση τα αληθινά και αυτό δεν γίνεται να το εκτιμούμε μόνο στον Μάρτιν και στον Τόλκιν!
Τα αγαπημένα μου όμως σημεία ήταν τα εξής, για πολύ πιο προσωπικούς λόγους: 1) η δράση τοποθετείται άνοιξη και καλοκαίρι και αυτό είναι υπέροχο γιατί αντικατοπτρίζει την ηλικία και την θέρμη του ήρωα, την αισιοδοξία και το πνεύμα περιέργειας που τον διακατέχει, 2) το σχεδόν βάπτισμα και η έκσταση που βίωσε που ήταν τρίπι και η γλώσσα επαναλαμβανόμενη σαν ψαλμωδία και υπέροχη, 3) ο διάλογος στο πάνω μέρος της σελίδας 297 (ΔΙΑ-ΜΑ-ΝΤΙ), η ιδέα του σκοπού της νέας μεγάλης βιβλιοθήκης και το αισιόδοξο τέλος.
Στα αρνητικούλια τώρα, δεν θα πω κάτι καινούριο από όσα έχουν ήδη ειπωθεί στο παρελθόν: το βιβλίο είναι εμπροσθοβαρές. Του παίρνει λίγο να πάρει μπρος, με την λεπτομερή κοσμοπλασία, ενώ από ένα σημείο και μετά τρέχει ξέφρενα –με την καλή έννοια. Σίγουρα δεν είναι ένα βιβλίο για όλους τους αναγνώστες, θέλει επισταμένη την προσοχή σου και την εστίασή σου, μα στο τέλος, φυσικά σε ανταμείβει.
Συνοψίζοντας, η μανιέρα της Δεσποτάκι δημιουργεί ένα σήμα κατατεθέν: όμορφες υπάρξεις, αλληγορίες, οριενταλισμός, περ��πέτεια. Το συγκεκριμένο βιβλίο μου έφερε στον νου Βανς, Λάιμπερ, Χάουαρντ, μα κυρίως την Σαλαμπό του Φλωμπέρ.
Ευθυμία, σου εύχομαι να αγγίξεις όσα ονειρεύεσαι και θα αναμένω με ενθουσιασμό τα επόμενα πονήματά σου!
Υγ1 ελεεινά τέλειο εξώφυλλο (πραγματικά αναφώνησα ‘’έλεος’’ από την τελειότητά του)! Όθων = Θεός (αλλά πες μας κάτι που δεν ξέρουμε Μπελαούρη χεχεχε)
Διαβάζοντας τα Πνεύματα ένιωσα σαν να βρισκόμουν σε ένα τεράστιο δείπνο ή μια τεράστια αγορά μπαχαρικών. Υπήρχαν τόσο διαφορετικά ερεθίσμ��τα/πληροφορίες που δεν ήξερα τι να πρωτοδοκιμάσω. Τα Πνεύματα είναι ένα βιβλίο πλούσιο, μεστό και ενδιαφέρον. Μου άρεσαν οι χαρακτήρες και ο κόσμος, αλλά με κέρδισαν οι λεπτομέρειες. Ένιωθα σαν να είχε ανοίξει ένα παράθυρο και εγώ να έριχνα μια κλεφτή ματιά στον κόσμο της Ευθυμίας. Ίσως το παράπονό μου να ήταν ότι δεν έμεινα παραπάνω, ότι δεν είδα και άλλα πράγματα. Δεν είναι, όμως, αυτό κάτι αρνητικό που θα καταλογίσω στο βιβλίο. Αντίθετα θα πω ότι περιμένω με χαρά να πιάσω στα χέρια μου και το μέσα από το γυαλί.
Λοιπόν το συγκεκριμένο βιβλίο, με έκανε να περάσω ευχάριστα. Το θεωρώ πολύ ψαγμένο και με πολλά νοήματα που δεν αποκαλύπτονται αμέσως. Το δυνατό στοιχείο είναι η γλώσσα του, η οποία σε συναρπάζει και σε κερδίζει. Οι περιγραφές δυνατές, η πλοκή και η εξέλιξη σε κρατάνε. Πυκνό βιβλίο που αξίζει κάποιος να διαβάσει. Τα τέσσερα αστέρια τα βάζω, γιατί έχω την προσωπική καθαρά αίσθηση ότι ίσως το επικό αυτό δημιούργημα να έπρεπε να ήταν μεγαλύτερο σε έκταση. Συνεχώς ένοιωθα πως είχε πράγματα να πει, να δώσει, να περιγράψει, μα ώρες ώρες κοβόταν. Νομίζω οι πρώτες σελιδες είναι και οι καλύτερες. Πάντως η συγγραφέας καταφέρνει να φτιάξει έναν όμορφο κόσμο, αυτόν της πικρής στροφής, αποτείνοντας ταυτόχρονα φόρο τιμής στον αείμνηστο Robert Jordan. Κάτι μου λέει πως ο κόσμος αυτός έχει να μας δώσει κι άλλα όμορφα αναγνώσματα, τα οποία θα μας ψυχαγωγήσουν, θα μας προβληματίσουν, θα μας διασκεδάσουν.
«Έχω μία προσωπική δεκαεπταβάθμια κλίμακα βαθμολόγησης, όπου 0-11 είναι το πόσο άρεσε σε μένα προσωπικά το βιβλίο, 0-3 η αξία του για την τιμή του (value for money) και τέλος 0-3 η επαναδιαβασιμότητα του βιβλίου, το πως θα το έβλεπε ένας μέσος αναγνώστης και η διαχρονική του αξία. Για μένα, με αυστηρά κριτήρια θα ήταν μεταξύ 10-11/17.»
Συγχαρητήρια στη συγγραφέα, περιμένω νεότερα από την πικρή στροφή!!!!
Απο τα βιβλία που χρειάζεσαι χρονο... να το επεξεργαστεις... γιατι ξεκινάει με γιορτες αλλα σε κανει να χανεσαι σε ερημους και σε πόλεις που δεν θα δεις ποτε.. Μαγικά κανει η συγγραφέας και την ακουω να μου την εξιστορεί την περιπέτεια του Παγκράτη.... Την συστήνω ανεπιφύλακτα.. Και μην σας Φοβίσει η Ζήλεια.... αν και θα ζηλεψετε και σεις τα μαγια της....
Να ξεκαθαρίσω από την αρχή ότι θεωρώ την Ευθυμία Δεσποτάκη πολύ καλή συγγραφέα. Χειρίζεται τον λόγο με μια σπάνια μαεστρία για συγγραφέα του φανταστικού. Έχω διαβάσει αρκετά διηγήματα της τα οποία μου άρεσαν και περισσότερο εντυπωσιάστηκα από ένα του οποίου ξεχνώ τον τίτλο (το γήρας, βλέπετε) το οποίο είχε να κάνει με την περίφημη ανθρωποθυσία των Αρχανών. Γι’ αυτό το λόγο ζήτησα να μου στείλουν τα «ΠΝΕΥΜΑΤΑ». Τα οποία με απογοήτευσαν. Όχι γιατί η Ευθυμία ξέχασε να χειρίζεται τον λόγο ή έχασε τη μαεστρία της αλλά για άλλους λόγους. Κατ’ αρχήν, ο κόσμος. Είναι μια εκδοχή της Ελληνιστικής εποχής με τα βασίλεια των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου παραλλαγμένα. Ονόματα γνωστά και αναγνωρίσιμα σκόρπια εδώ κι εκεί, ονόματα ανθρώπων, πόλεων και τα ρέστα. Ποιος δεν καταλαβαίνει ότι η Απέλλα είναι η Σπάρτη; Αλλά και για τα άλλα. Αν κάποιος ξέρει πέντε πράγματα για την Ιστορία των λαών της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, άλλο δε θα κάνει καθώς διαβάζει το βιβλίο από το ψάχνει και να ψάχνεται ποιος είναι ποιος και τι είναι τι. Π. χ. Περ – αα ήταν ο τίτλος του Βασιλιά στην Αρχαία Αίγυπτο, που σημαίνει «μεγάλο σπίτι». Από κει βγήκε η λέξη Φαραώ. Το αρχαίο όνομα της Παλμύρας ήταν Ταδμόρ. Παλμύρα την ονόμασαν οι Ρωμαίοι γιατί εκεί υπήρχαν πολύ φοίνικες. Κι αυτό είναι μεγάλο ελάττωμα του βιβλίου. Και καθόλου πρωτότυπο, κυρίως για έναν άνθρωπο που ανήκει σε μια ομάδα η οποία ισχυρίζεται ότι δεν ακολουθεί την πεπατημένη και τις λεγόμενες «σχολές» συγγραφής. Έτσι ακριβώς είναι και ο κόσμος του Ρόμπερτ Χάουαρντ. Το Τουράν είναι η Οθωμανική Αυτοκρατορία, η Στυγία είναι η Αίγυπτος με πρωτεύουσα το Λούξουρ, η Ζάμορα είναι η Ισπανία και ούτω καθ’ εξής. Υποθέτω ότι την Πέλλα την ονόμασε Ηλιούπολη από τον Ήλιο της Βεργίνας. Και πάει λέγοντας. Δε λέω να μην έχει πρότυπα ο κόσμος. Ψηλά, χαμηλά όλοι έχουμε. Όμως θα μπορούσαν να είναι λιγότερο φανερά, πιο καλυμμένα. Και, βέβαια ο άνθρωπος δεν πρέπει να λέει μεγάλες κουβέντες (ξεπέρασμα προτύπων και τα ρέστα). Ο κόσμος θα μπορούσε να έχει πρότυπο της Ελληνιστική εποχή αλλά να μην την θυμίζει τόσο πολύ, να έχει τα χαρακτηριστικά της αλλά όχι τόσο αναγνωρίσιμα σημεία. Να έχει ο αναγνώστης την αίσθηση ότι βρίσκεται σε έναν άλλον κόσμο κι όχι σε μια εκδοχή της Γης όπως την ξέρουμε. Αλλά αν γινόταν αυτό, πώς θα κατασυκοφαντούνταν και θα καθυβριζόταν έτσι σκέδιον ο Μέγας Αλέξανδρος, ε; Σωστά! Οι χαρακτήρες τώρα. Πρόβλημα κι αυτοί. Ο Παγκράτης είναι ένας ζιγκολό του κερατά, ο οποίος κλέβει τα σχέδια του Εραστή του, του Θεόδωρου και τα παρουσιάζει για δικά του. Διακηρύσσει όμως ότι είναι μεγαλύτερος εφευρέτης της εποχής του, κατηγορεί τον κόσμο ότι δεν τον αναγνωρίζει, φωνάζει ότι τον αγαπάει και τον σέβεται γιατί του χρωστάει το «ευ ζην», όπως έλεγε κι ένας πολύ καλός μου φίλος κ. λ. π. Όλα αυτά τα μεγάλα λόγια δεν τον εμποδίζουν να τον εκμεταλλεύεται άγρια τον γέρο. Κι αφού πουλάει τις σπουδαίες εφευρέσεις του δασκάλου του, γιατί τις δίνει για πενταροδεκάρες και μετά έχει ανάγκη να εκπορνεύεται κιόλας με τη μια και με την άλλη; Δεν κατάλαβα επίσης ποτέ γιατί δέχτηκε ο Παγκράτης να βοηθήσει τον Τουνταλίγια. (Όνομα βασιλιά των Χετταίων) Γιατί δεν χώνευε τη φύτρα του Δάμα, (πίσσα στα κόκαλά του, του σκατόψυχου) Γιατί είχε ερωτευτεί την Ζήλεια; Ή γιατί τον γοήτευσε η λατρεία του Νταγκόν ; Δεν το μάθαμε ποτέ. Και γιατί έκαψε την φοβερή και τρομερή βιβλιοθήκη της Ομφάλης; Και μάλιστα πριν διαβάσει οτιδήποτε από αυτήν; Καθόλου έξυπνο. Ειρήσθω εν παρόδω, ο Νταγκόν και οι άλλοι θεοί. Υποτίθεται ότι αυτοί ήταν ένα είδος εξωγήινοι και ήρθαν στην Γη και παράσταιναν τους θεούς. Στον κόσμο τους ήταν θνητοί, εδώ έγιναν αθάνατοι. Πώς; Με ποιο τρόπο; Το φως του ήλιου μας τους έδωσε αυτές τις δυνάμεις όπως έγινε και με τον Σούπερμαν; Πολύ θα ήθελα να μάθω. Και όχι, ο Νταγκόν δεν είναι εφεύρεση του Λάβκραφτ. Είναι αρχαία θεότητα των Αμοραίων και της Ουγκαρίτ στην εποχή του χαλκού. Ο Λάβκραφτ απλώς τον χρησιμοποίησε στις πρώιμες ιστορίες του. Άρα όποιος χρησιμοποιεί τον Νταγκόν δεν γίνεται αυτόματα Λαβκραφτικός, ναι; Εδώ πάλι έχουμε έλλειψη πρωτοτυπίας, για ανθρώπους που ισχυρίζονται ότι θα κάνουν τομή στην αναπαραγωγή ξεπερασμένων προτύπων. Θα μπορούσε η Ευθυμία να δημιουργήσει έναν θεό που να πληρεί τις προϋποθέσεις να θεωρείται ο ανώτερος όλων. Ξέρω ότι μπορεί. Το δε ιπτάμενο χαλί με χτύπησε κατακέφαλα! Ένας «Από μηχανής θεός» που ξεπήδησε από το πουθενά μόνο και μόνο για προχωρήσει η ιστορία. Μετά δεν εμφανίζεται πουθενά. Γιατί; Αν μπορούσε αυτός ο Ταλάτ να φτιάχνει ιπτάμενα χαλιά, θα μπορούσε ο Τουνταλίγια να τα χρησιμοποιήσει στον πόλεμο του για αεροπορία. Αφού γνώριζαν το πετρέλαιο, δε θα ήταν δύσκολο να φτιάξουν βόμβες και να τις ρίχνουν στον εχθρό από αέρος. Όμως δε θα χρειαζόταν να πάει να υποχρεωθεί στον ξένον άνθρωπο, ναι; Και θα κρατούσε και τα μαργαριτάρια στο ταμείο του. Σε όλο το βιβλίο κυριαρχεί ο Δάμας,( πίσσα στα κόκαλά του, του σκατόψυχου). Ο σφαγέας, ο χασάπης, ο πήξας, η δείξας. Κατάστρεψε τούτο, κατάστρεψε εκείνο, πέρασε από λεπίδι τους μεν, σκλάβωσε τους δε και πάει λέγοντας. Ο Τουνταλίγια, ο Ελευθερωτής και Πατριώτης δεν έκανε τίποτα διαφορετικό, ναι; Ή μάλλον έκανε. Δεν έπιασε αιχμαλώτους, τους έσφαξε όλους. Παιδιά, γυναίκες, γέρους, ο, τι κινούνταν κι ό, τι ανάσσαινε. Και πήγε ακόμα παραπέρα. Ενώ έταξε στους Ανωσιανούς ότι θα τους αφήσει να φύγουν, πάτησε τη μπέσα και τους σκότωσε. Λοιπόν, δεν μπορώ να πειστώ ότι αυτός θα γίνει καλός βασιλιάς, έστω κι αν αυτοί που κατέσφαξε ήταν οι εχθροί του. Μακρηγόρησα όμως και θα με βλαστημάτε. Λοιπόν, επειδή είναι το πρώτο μυθιστόρημα της Ευθυμίας, ελπίζω να προσέξει λίγο παραπάνω το επόμενο. Επαναλαμβάνω ότι είναι από τους λίγους συγγραφείς του φανταστικού που γράφουν με προσωπικό ύφος, ρέουσα γλώσσα και πολύ καλή γνώση της ελληνικής. Καλό είναι να ασχολούνται οι συγγραφείς του φανταστικού με τα ελληνικά και ν’ αφήσουν κατά μέρος τα ξωτικά, τους νάνους, τους ιππότες και τους άχρηστους μάγους, αυτούς που κρύβουν την ανικανότητα τους να κάνουν ενός παρά πράγμα σε διφορούμενες φράσεις. Αυτά είναι δυτικά, ξενόφερτα. Όμως κάθε πράγμα πρέπει να γίνεται σωστά, προσεκτικά και χωρίς μεγάλες κουβέντες.
Το βιβλίο αντλεί τα στοιχεία και την αίσθηση του φανταστικού κόσμου του από την ελληνιστική εποχή επομένως ο αναγνώστης με πολύ ευκολία μπορεί να μεταφέρει στο μυαλό του εικόνες από τις περιγραφές. Φυσικά, ο κόσμος διανθίζεται με μια δόση υπερφυσικού και μαγείας αλλά θα έλεγα διακριτικά, σαν το σωστό καρύκευμα στο φαγητό.
Πολλά ιστορικά στοιχεία κατάλληλα αλλαγμένα βρίσκουν τη θέση τους στην αφήγηση και είναι εντυπωσιακό το βάθος και η συνέπεια του κόσμου. Μαρτυρούν βέβαια όλα αυτά την αγάπη της συγγραφέως για το έργο της και την προσοχή στη λεπτομέρεια. Παράλληλα, μας αφήνουν ελπίδες ότι θα δούμε και άλλες ιστορίες σε αυτό τον κόσμο.
Για την ιστορία αυτή καθεαυτή δεν έχω να πω πολλά, η περίληψη παραπάνω είναι αρκετή. Παρακολουθούμε τον κεντρικό ήρωα και τους συντρόφους του να αντιπαρέρχονται εμπόδια φυσικά και πνευματικά και μέσα από αγώνα, διλήμματα και τη θέλησή τους να ολοκληρώνουν αυτό που ήθελαν αν και όχι όπως το είχαν φανταστεί αρκετά.
Η ιστορία κυλά ευχάριστα και διαβάζεται γρήγορα, θα έλεγα πως είναι ιδανικό βιβλίο για τις διακοπές, άνετα μπορεί να ολοκληρωθεί σε λίγες μέρες (ή και σε μία αν είστε από τους τυχερούς που δεν έχουν άλλες υποχρεώσεις) και αφήνει μια πολύ ευχάριστη αίσθηση.
Μοναδικό παράπονο είναι πως περίμενα (και ήθελα) να έχει περισσότερη έκταση, θεωρώ πως ήρθε κάπως γρήγορα η ολοκλήρωση και δεν “χόρτασα” την καλογραμμένη περιπέτεια. Βέβαια ήρθε τα παράρτημα Β’ και το επίμετρο όπου όσοι ασχολείστε με τα παιχνίδια ρόλων (RPGs) θα καταλάβετε ότι η συγγραφέας είναι «δικιά μας» (το είχα ψυλλιαστεί από τον λεπτομερή και εξαιρετικό χάρτη στην αρχή) και έτσι δεν μπορώ παρά να δώσω τα τέσσερα αστεράκια (αδυναμίες είναι αυτές)!
Υ/Γ Με χαρά διαπιστώνω ότι μετά το επικό Δράκων: Γέννηση, ο ίδιος εκδότης συνεχίζει να φέρνει μια νέα, δροσερή, πνοή στο χώρο του ελληνικού φανταστικού, με καλογραμμένες αλλά και διασκεδαστικές (όχι με την έννοια του αστείου και του ελαφρού) ιστορίες. Χωρίς να θέλω να αδικήσω ή να υποτιμήσω τη λογοτεχνική αξία κανενός, θεωρώ ότι κάπου είχαμε κουραστεί είτε από το αβάσταχτο βάρος των εσωτερικών αναζητήσεων των ηρώων είτε στην άλλη κατεύθυνση από τις αφελείς, ασυνεπείς ιστοριούλες. Επίσης, δεν μπορώ παρά να σχολιάσω ευμενώς την προσεγμένη έκδοση και την καλή τιμή.
Ένα παλαιότερο σχόλιο για τα Πνεύματα της Ευθυμίας Δεσποτάκη, το οποίο είναι καιρός να κατοικήσει κι εδώ. Πάντοτε ως "σχόλιο", φυσικά. Γιατί τα "πραγματικά" βιβλία δεν μπορούν να τα κρίνουν οι συγγραφείς απόλυτα αντικειμενικά, παρά μονάχα οι αναγνώστες - οι καθαροί αναγνώστες, εκείνοι που δεν είναι "μολυσμένοι" από τον ιό της συγγραφής... Οι συγγραφείς -κατά τη γνώμη μου πάντα- μπορούν μονάχα να νιώσουν και να προτείνουν. Κι αυτή είναι η δουλειά μου εδώ... Να προτείνω σε όλους εσάς ένα βιβλίο που θεωρώ αληθινό και πραγματικό. Τα αστεράκια είναι κι αυτά μέρος της πρότασης. Αλλά για μένα είναι αληθινά και πραγματικά... Τα "Πνεύματα" της Ευθυμίας Δεσποτάκη είναι ένα παράξενο βιβλίο. Από το μυστηριώδη Πρόλογο και τις απολαυστικές περιγραφές μιας πολύχρωμης και ζωντανής κοινωνίας, ως τα διαφορετικά πρόσωπα της μαγείας και τις αντιμαχόμενες φιλοδοξίες θεών και ανθρώπων, η συγγραφέας ξεδιπλώνει μπροστά στα μάτια του αναγνώστη έναν περίτεχνο αφηγηματικό καμβά, γεμάτο γαργαλιστικές -γευστικές και όχι μόνο- λεπτομέρειες. Η γλώσσα είναι δουλεμένη και μεστή, το ύφος ανάλαφρο, οι σελίδες γυρνούν σχεδόν από μόνες τους. Ο κεντρικός ήρωας καλοσχεδιασμένος, ολοζώντανος όπως και οι λοιποί χαρακτήρες που τον περιστοιχίζουν: άνδρες και γυναίκες που αναπνέουν μες από τα ελαττώματα και τα προτερήματά τους, τις επιθυμίες και τα πάθη τους, την άγνοια και τις δεξιότητές τους. Κάθε ισορροπία στο σύπμαν της Δεσποτάκη είναι φαινομενική, απόλυτα εύθραυστη. Ο ίδιος ο Κόσμος μάλιστα δεν αποτελεί παρά μια "στροφή": μια ιστορική παράλλαγή, ανάμεσα σε αναρίθμητες άλλες, που προηγήθηκαν και που έπονται - όμως το γιατί η "στροφή" αυτής της Ιστορίας είναι "πικρή" καλύτερα να το ανακαλύψετε διαβάζοντας. Κι έχω την εντύπωση ότι κανείς δε θα "χάσει" διαβάζοντας τα "Πνεύματα" - εκτός φυσικά από ώρες ύπνου ή άλλων ασχολιών... Ναι, τελικά, ίσως είναι αναπόφευκτο να θυσιάσετε τις ώρες αυτές στον Τίλου Ματίμ, τη Δροσιά της Γης. Κάντε το τώρα, για την ακρίβεια, κάντε το αμέσως- προτού εξαντληθούν τα αντίτυπα... και η υπομονή του Θεού!
3,5* πολύ μεγάλη και λεπτομερής κοσμοπλασια (όχι του γούστου μου. Τα ειδικότερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά που μπλέκει δυστυχώς δεν με έλκουν ) με τρομερές περιγραφές φαγητού, μια πολύ μέτρια υπόθεση, και μια γλώσσα τρομερά πλούσια που σε σημεία κουράζει.αν θεωρηθεί η πρώτη προσπάθεια της συγγραφέως σε αυτόν τον κόσμο, σίγουρα έρχονται πολύ καλύτερα κείμενα.αν είναι ένα αυτοτελές μυθιστόρημα είναι πολύ ελλιπές.
Αρκετά καλό βιβλίο Ελληνικού fantasy τοποθετημένο σε έναν εναλλακτικό φανταστικό κόσμο που θυμίζει την αρχαία Ελλάδα, σε αντίθεση δηλαδή με την πλειοψηφία του fantasy που θέλει τον κόσμο παραλλαγή της μεσαιωνικής Ευρώπης ή αντιγραφή Τόλκιν.
Το βιβλίο χωρίζεται άτυπα σε δύο μέρη με το πρώτο να καλύπτει τις 150 περίπου σελίδες και το δεύτερο τις υπόλοιπες. Η κύρια διαφορά είναι ότι στο πρώτο μέρος η πλοκή προχωράει κάπως πιο αργά δίνοντας έμφαση στην περιγραφή του κόσμου (αλλά όχι σε βαθμό που απλά να ξεδιπλώνεται χωρίς λόγο το worldbuilding) στους κύριους χαρακτήρες και στην κοσμοθεωρία ενώ αργεί λίγο να πάρει μπρος το βασικό σενάριο. Στο δεύτερο μέρος τα πράγματα κινούνται πιο γρήγορα με γεγονότα να συμβαίνουν συνεχώς αλλά παρόλα αυτά υπάρχει μια ομαλή ροή. Θα ήθελα λίγο περισσότερο mix των δύο αλλά δεν τρέχει τίποτα.
Αυτό βέβαια που κάνει το βιβλίο να ξεχωρίζει είναι η ξεκάθαρα λογοτεχνική πρόζα: μακρυά από την απλοϊκή κινηματογραφική γραφή που σαρώνει τα πάντα και χωρίς το επιτηδευμένο ύφος των ατάλαντων που κρύβουν την έλλειψη ικανοτήτων πίσω από το ύφος της δήθεν κουλτούρας η συγγραφέας δανείζεται τα καλύτερα στοιχεία της νεο-ελληνικής λογτεχνίας και γράφει ένα βιβλίο καθαρά λογοτεχνικό. Μην περιμένετε μικρές παραγράφους και γρήγορο υφάκι εδώ έχουμε ένα βιβλίο που θέλει τον χρόνο του.
Σε γενικές γραμμές μια πολύ όμορφη προσπάθεια, μια ωραία ιστορία και ένα ευχάριστο (αλλά απαιτητικό σε σημεία ανάγνωσμα). Κανονικά θα έμπαιναν 3.5/5 λόγω του ότι υπάρχουν δυνατότητες και για πολύ καλύτερα πράγματα αλλά η κα Δεσποτάκη φαίνεται συμπαθέστατη οπότε....
Το τελείωσα και εγώ σήμερα, οπότε ήρθε η ώρα για την τελική κρίση.
Μου άρεσε. Ναι, δυο λέξεις που χρησιμοποιώ συχνά. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν μπορώ να ξεχωρίσω τα πραγματικά γαμάτα σημεία, ή ότι δεν έχω σημεία που μου άρεσαν λιγότερο.
Στο ψητό.
Η κοσμοπλασία είναι σε άλλο επίπεδο. Ένας κόσμος που αναπνέει μυστήριο και περιπέτειες, ο οποίος μου έβγαλε ένα κάτι τις από τις ιστορίες του Κόναν που διάβασα πέρισι το καλοκαίρι. Επίσης, δεν μπόρεσα να ΜΗΝ είμαι από την αρχή ως το τέλος σε διαρκή σύγκριση με το "Κοράκι σε Άλικο Φόντο". Εξηγούμαι. Και τα δυο ψευδοϊστορικά, ψευδοελληνιστικά με δικές τους ιστορίες, σε τόσο άγνωστους, αλλά συνάμα γνωστούς κόσμους. Είχα από την αρχή την επιπλέον περιέργεια να δω πως αυτό το μυθιστόρημα ψευδοελληνιστικής εποχής θα στεκόταν σε σύγκριση με το ήδη γνωστό και αγαπημένο για μένα ψευδοβυζαντινό σύμπαν του Κορακιού. Για μένα το ξεπέρασε κυρίως ενός σημείου, που θα ήθελα να θίξω αργότερα. Οι πόλεις διαμάντια και το γενικότερο lore με την μαγεία, τους μύθους και θρύλους κλπ, καθηλωτικό.
Οι χαρακτήρες ήταν ως επί των πλείστων καλοδουλεμένοι και πειστικοί. Ένα από τα μεγάλα μου παράπονα για το βιβλίο έχουν να κάνουν πάλι με τον Παγκράτη και είναι δυο ειδών. 1) Φαίνεται να ξέρει πολλά περισσότερα από όσο είναι λογικό. Ναι, είναι δουλειά του για να επιβιώσει να "γνωρίζει" πράγματα, όσο περισσότερα τόσο καλύτερα, αλλά ειδικά οι γνώσεις του περί μαγείας μου φάνηκαν πραγματικά λάθος. Βλέπουμε όλες και όλες 2 γνωστές του μάγισσες, τις αδερφές, στην Δαμασινή Ιασώ, και ξέρει με λεπτομέρειες πως λειτουργούν και οι 2 μαγείες; Ακόμα και που τις προμήθευε υλικά, ήταν έξυπνος κλπ, παραήταν λεπτομερείς οι γνώσεις του. 2)Στο πρώτο μισό του βιβλίου είχε ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΑ ΠΟΛΛΟΥΣ εσωτερικούς μονολόγους. Τους διαβάσαμε μια, δυο, καταλάβαμε ότι παρασκέφτεται τα πράγματα, από πολλές γωνίες κλπ αλλά από την τρίτη και μετά κατέληξε κουραστικό.
Η ιστορία του βιβλίου, ο βασικός λόγος που διαβάζουμε βιβλία. Εδώ είναι τα πράγματα κατά το 75% καλά, σύμφωνα με πρόχειρους εγκεφαλικούς (και όχι μαθηματικούς) υπολογισμούς. Η ιστορία είναι ωραία, έχει αρχή-μέση-τέλος, το τέλος του πιάνει και μερικά χρόνια μετά, το οποίο προσωπικά εκτιμώ, ειδικά σε "αυτόνομες ιστορίες". Να δεις που κατέληξαν οι χαρακτήρες. Σε γενικές γραμμές, καλά. Αλλά αυτό το 25%, χαλάει τη σως και έχει να κάνει κυρίως με το pacing, όσο και με το...page-time (α λα screentime); Στο pacing είναι απλά τα πράγματα. Από τη μέση και μετά τα time-skips άφηναν ένα περίεργο συναίσθημα, καθώς και το τέλος φάνηκε κάπως απότομο. Ίσως ένα μικρό άπλωμα να το έλυνε αυτό το θέμα. Όσον αφορά το page-time, θεωρώ ότι αναλώθηκαν σελίδες σε ανούσια πράγματα. Η λογομαχία Σκύλακα - Παγκράτη στο συμπόσιο, ήταν κουραστική και χωρίς λόγο, το ίδιο και το backstory του Παγκράτη σε εκείνο το σημείο. Επίσης, υπερβολικά πολλές σκέψεις του Παγκράτη. Σελίδες που θα μπορούσαν να αφιερωθούν σε περαιτέρω ανάλυση χαρακτήρων, ώστε π.χ. ο Σκύλακας, να μην φαινόταν στο τέλος απλά ως "από-μηχανής-κακός".
Κάποιες σημειώσεις πριν το λήξουμε:
1) Γιατί αυτό είναι καλύτερο από το Κοράκι σαν κοσμοπλασία; Γιατί, ενώ στο Κοράκι ο κόσμος είναι ένας κόσμος, αυτός εδώ είναι το sequel του δικού μας! Γουστάρω τέτοια meta. 2) Βέβαια, το συγκεκριμένο meta μου διέγραψε τελείως από το μυαλό τη μια από τις τρεις λέξεις-κλειδιά στην περιγραφή του βιβλίου, το Lovecraftian στοιχείο. Ο Δάγωνας για μένα δεν ήταν ποτέ ο Dagon του Lovecraft, αλλά ο θεός Δάγων της Ασσυρίας. Και ένα καλαμάρι που έμεινε στήλη άλατος από τον Λατ(Λωτ) δεν φέρνει τον Lovecraft για μένα.
Σε γενικές γραμμές, καταλήγουμε με το σχήμα του κύκλου στο αρχικό "μου άρεσε". Είχε τα θέματά του και εξήγησα παραπάνω περιληπτικά τι με ενόχλησε. Για μένα η επίλυση θα ήταν είτε περισσότερες σελίδες, είτε λίγο rebalancing των προτεραιτήτων, ώστε να μείνει ίδιος ο αριθμός σελίδων.
FAQ:
Θα ξαναδιάβαζα το βιβλίο; Ναι.
Θα διάβαζα κάποια άλλη ιστορία της Πικρής Στροφής; Με κλειστά μάτια.
Θα διάβαζα sequel αυτού του βιβλίου; Όχι. Η ιστορία του Παγκράτη ξεκίνησε και τελείωσε με αυτό το βιβλίο. Θέλω καινούργιες ιστορίες, με άλλους χαρακτήρες και, πιθανώς, σε άλλα μέρη του κόσμου. Ίσως να ανεχόμουν κάποιο cameo, αλλά ως εκεί.
4/5
This entire review has been hidden because of spoilers.
Ένα πανέμορφο βιβλίο από μια εξαιρετική λογοτέχνισσα. Φοβερή κοσμοπλασία, ολοζώντανοι χαρακτήρες, υπέροχες περιγραφές, έξυπνοι διάλογοι που λέγανε πολλές φορές περισσότερα από όσα ήταν γραμμένα. Βρήκα καταπληκτικό το γεγονός πως ταυτόχρονα με την αλλαγή στην ψυχοσύνθεση του πρωταγωνιστή βλέπουμε μια αλλαγή στην ίδια τη ροή του κειμένου. Γίνεται πιο γρήγορη, πιο απότομη, πιο 'ενεργή'. Μοναδική μου ένσταση ήταν το μέγεθος, μάλλον δεν είμαι και απόλυτα βέβαιος τι με άφησε ανικανοποίητο. Ενώ γίνονται νύξεις αλλά και βλέπουμε με τα μάτια του νου μας τρομερά πράγματα, η ίδια η ιστορία είναι πιο προσγειωμένη, όχι επική ή μάλλον, όχι με επικούς τόνους. Πιστεύω πως έγινε σκόπιμα, αλλά και πάλι, ήθελα και άλλο, και άλλο, πολλά περισσότερα από τις 300 σελίδες. Ανυπομονώ ήδη για ακόμα μια ιστορία στο πολυσύμπαν των Στροφών.
Τελείωσα λοιπόν το βιβλίο της Πικρής Στροφής και μπορώ να πω οτι είναι ένα πάρα πολύ καλό βιβλίο το οποίο το ευχαριστήθηκα και με εξέπληξε με ευχάριστο τρόπο. Δεν ξέρω αν θα υπάρξουν άλλα βιβλία στον κόσμο που δημιούργησε η κα Δεσποτάκη αλλά αν υπάρξουν τότε σίγουρα θα τα διαβάσω και αυτά και λογικά θα είναι τα ίδια αν όχι ακόμα καλύτερα.
Σαν πρώτο πράγμα θα ήθελα να πω για την δουλειά που έχει ρίξει στο κείμενο αυτό η συγγραφέας. Είναι και πολύ και καλή και φαίνετε απο νωρίς οτι το έχει αγαπήσει και οτι έχει κάτσει και έχει (συγχωρέστε με για την έκφραση) στρώσει κώλο και έχει δουλέξει. Ο κόσμος που έπλασε, οι λέξεις, οι ομιλίες, οι διαφορές στα ήθη και τα έθιμα των λαών, τα ρούχα, τα τρόφιμα και την ιστορία της όλης Πικρής Στροφής είναι όλα μελετημένα και προσεγμένα στην λεπτομέρεια. Είμαι σίγουρος οτι υπάρχει πολύ υλικό απο πίσω το οποίο δεν μάθαμε και ίσως να μην μάθουμε και ποτέ αλλά υπάρχει είτε στο μυαλό της συγγραφέως είτε σε κάποιον φάκελο στον υπολογιστή της. Αυτή η πολύ δουλειά όμως σημαίνει αυτόματα και οτι το βιβλίο είναι τέλειο? Φυσικά και όχι γιατί υπάρχουν πολλά άτομα διαφορετικά εκεί έξω και τι τους αρέσει αλλά η χειρότερη κριτική που θα μπορούσα να δεχθώ γι αυτό το βιβλίο είναι ¨Δεν μου άρεσε αλλά παραδέχομαι την δουλειά που έριξε η συγγραφέας¨. Νομίζω οτι δημιούργησε έναν κόσμο με αρκετό υλικό να γράψει 3-λογία ή και παραπάνω άνετα και δεν θα είχε και κανένα πρόβλημα να το κάνει. Θα ήθελα πάρα πολύ κάποια στιγμή να την δω απο κοντά και να την ρωτήσω ακόμα πιο συγκεκριμένες ερωτήσεις για τον κόσμο αυτόν.
Μπράβο για την δουλειά που έριξε γιατί δείχνει οτι σέβεται τον αναγνώστη της και το έργο της και δεν το βλέπεις συχνά απο συγγραφείς αυτό.
ΘΕΤΙΚΑ - Το πρώτο πράγμα που θα προσέξουν όλοι είναι η κοσμοπλασία που είναι φοβερή. Ονόματα, γλώσσες, έθιμα, ρούχα κτλ κτλ κτλ όλα δίνονται με πολύ ωραίο τρόπο και σε βάζουν στο κλίμα αμέσως. Θα μπορούσα να διαβάζω σε ολόκληρο το βιβλίο να περιγράφει απλά και μόνο πως είναι ένα δείπνο της Πελείας. Φυσικά δεν φτάνει να έχεις μόνο μία καλή ιδέα αλλά και να την περνάς στο αναγνώστη και σε αυτό το σημείο το κάνει τέλεια η κα Δεσποτάκη. Οι περιγραφές της είναι τέλειες και καλοδουλεμένες είτε περιγράφει ένα φαγητό, είτε σεξ, είτε συναισθήματα είτε οτιδήποτε ειλικρινά έχει μέσα το βιβλίο. 10 με τονο για το κόσμο και 10 με τόνο για τον τρόπο γραφή της. - Η ιστορία είναι πολύ ωραία και στο τέλος δένει τέλεια χωρίς να έχεις ερωτήσεις ή κάτι που να σε απασχολεί. Αν θα σου αρέσει είναι προσωπικό αλλά κλείνει σωστά και εντελώς. Μπορεί ίσως να σε μπερδέψει λίγο μέχρι να καταλάβεις ποιος είναι απο που και τι σκοπούς έχει. - Οι χαρακτήρες είναι πολύ ωραίοι, ιδιαίτεροι και προσωπικά θα ήθελα περισσότερους και να αναλυθούν ακόμα πιο πολύ. Σε αυτό φταίει η ίδια η συγγραφέας η οποία οταν σου έχει δείξει οτι είναι παρα πολύ καλή σε αυτό λες το κλασικό ¨Αφού το έχει ρε γαμώτο γιατί δεν βάζει και άλλους;;;;¨ Για παράδειγμα θα ήθελα 2-4 κεντρικούς ακόμα ήρωες ή να είναι μεγαλύτερο το βιβλίο κάπως και το λέω οχι γιατί φαίνονται λίγοι στο βιβλίο αυτό αλλά επειδή νομίζω οτι θα μπορούσε να τους βάλει. Έχουν εξέλιξει και με πολλές ευαισθησίες και λάθη. Σε αρκετά σημεία περνούν και φάσεις όπου αναρωτιούνται που πάνε και τι κάνουν με ηθικά διλήμματα. - Το βιβλίο έχει και fantasy και steampunk αλλά και ολίγον απο Lovecraft σε τέλεια μπορώ να πω δοσολογία ώστε να λειτουργούν σαν αλατοπίπερο περισσότερο. Όλοι θα μείνουν ευχαριστημένοι. Μην σαν τρομάζει ή σας ξενίζει. - Ο κόσμος είναι πραγματικά μοναδικός και πανέμορφος και δεν θα περιμενα ποτέ να με τραβήξει κάτι με θέμα την Αρχαία Ελλάδα τόσο πολύ. Άπειρα πράγματα να δεις και να μάθεις που θα μπορούσαν να πιάσουν και παραπάνω απο τις 320 σελίδες που έχει το βιβλίο. - Στα θετικά το ότι επέλεξαν να βάλουν στο τέλος του βιβλίο όλες τις λέξεις που είναι περίεργες με περιγραφές αναλυτικά ώστε να μπορείς να τις κοιτάς ώστε να τις θυμάσαι. Μπράβο γι’αυτό. Πολύ καή ιδέα. - Μπράβο και για την επιλογή του χάρτη. Πολύ ωραίος και με μερικά μέρη να θες να πας αλλά να μην ξέρεις πως. - Εξώφυλλο. Πολύ καλή επιλογή και ειδικά ο Ηρωας είναι πετυχημένος άψογα με το στυλάκι που έχει. Στα περίεργα το ότι αν δεν το διάβαζα απο αλλού δεν θα μπορούσα να παρατηρήσω τους δύο ΘΕΟΥΣ στο εξώφυλλο που είναι πίσω απο τον ανδρα.
ΟΥΔΕΤΕΡΑ - Η δράση αργεί λίγο να έρθει. Δεν θα πω πότε αλλά μην φανταστείτε τίποτα τραγικό εξάλλου το βιβλίο είναι μικρό σχετικά. Επίσης αργεί γιατί έχει να σου παρουσιάσει έναν ολόκληρο κόσμο πρώτα και καλά κάνει. Εμένα δεν με πείραξε στο ελάχιστο το συγκεκριμένο γιατί είχα να ρουφήξω όλες τις πληροφορίες που μου έδινε μέχρι εκείνη την στιγμή αλλά μπορεί κάποιον να τον πειράξει λίγο. Λίγο είπα. - Πολλά ονόματα και τοποθεσίες. Πολλά όμως. Απο την μία μπορεί κάποιον να τον χαλάσουν τα τόσα πολλά αλλά απο την άλλη σε βάζει ακόμα περισσότερο μέσα στο κόσμο που έχει πλάσει οπότε είναι τι αρέσει στον καθένα. Εμένα δεν με χάλασε καθόλου. Απο ένα σημείο και μετά μαθαίνεις και ποιες απο αυτές τις λέξεις είναι σημαντικές και ποιες όχι και τις φιλτράρεις καλυτερα. - Αυτό επίσης δικό μου το ότι ίσως θα έπρεπε το βιβλίο είτε να ήταν μεγαλύτερο είτε να ήταν το πρώτο μέρος μιας ν-λογία. Ο λόγος περισσότερο στο οτι οταν δημιουργείς έναν καινούργιο κόσμο το να τον παρουσιάσεις σε ένα μικρό βιβλίο μαζί με την βασική ιστορία πολλές φορές καταλήγει το ένα να τρώει χώρο απο το άλλο και εδώ νομίζω οτι έφαγε χώρο απο την ιστορία προς το τέλος.....Είναι βέβαια και η λατρεία μου για τις ν-λογίες στην μέση αλλά αφού το έχετε κα Δεσποτάκη και στο να φτιάξετε την ιστορία αλλά και στο να φτιάξετε τον κόσμο γιατί δεν παίρνετε τον χρόνο σας να τα κάνετε και τα δύο και τα χώσατε σε 320 σελίδες?
ΑΡΝΗΤΙΚΑ Για να είμαι ειλικρινής δεν βρήκα σοβαρά αρνητικά στο βιβλίο. Περισσότερο είναι πράγματα που είτε θα μου άρεσε ΕΜΕΝΑ να δω στο βιβλίο και δεν είδα είτε πράγματα που ενώ είναι πολύ ωραία θα μπορούσαν να είναι ακόμα καλύτερα. Οπότε τα κάτωθι ξαναλέω οτι είναι μικρά πράγ��ατα που περισσότερο με πείραξαν παρά με χάλασαν. Το βιβλίο είναι πολύ καλό παιδιά. - Το κυριότερο που έχω να πω είναι πως ενώ το βιβλίο μέχρι τα 2/3 περίπου πηγαίνει σφαίρα και έχεις συνεχής επαφή με τους Ήρωες απο ένα σημείο και μετά αρχίζεις να το βλέπεις σαν επεισόδια με άλματα στο χρόνο. Καταλαβαίνω οτι είναι αναγκαίο για να τελειώσει η ιστορία απο την μία αλλά απο την άλλη πήγαινε τόοοοοοοοσο τέλεια και νόμιζα οτι θα παει έτσι μεχρι το τέλος. Δηλαδή μία καθημερινή τριβή και μία συνεχής περιπέτεια του Παγκράτη και της παρέας του μέχρι το τέλος. Δεν θα με πείραζε τόσο αλλά άλλο τεμπο είχε δώσει στην αρχή. - Νομίζω οτι τελειώνει λίγο απότομα. Δεν λέω οτι δεν τελειώσε ικανοποιητικά ή κάτι τέτοιο απλά κάπως απότομα. Αυτό έρχετε και λόγω του απο πάνω θέματος βέβαια που έγραψα.
Οπότε ορίστε η γνώμη μου είναι οτι ειναι ένα πάρα πολύ καλό βιβλίο που το προτείνω σε όλους (εκτός ίσως απο τα άτομα που όταν ακούνε Αρχαία Έλλαδα βγάζουν αφρούς ίσως). Μοναδικό γράψιμο, τέλεια κοσμοπλασία, ενδιαφέρουσα ιστορία, πολύπλοκοι και αληθινοί Ήρωες που αναπτύσονται όσο εξελίσετε η ιστορία. Μόνο παράπονο το τέμπο που αλλάζει προς το τέλος και περισσότερο όταν σκέφτομαι το πόσες πολλές περισσότερες ιστορίες θα μπορούσαν να έχουν ειπωθεί και δεν ειπώθηκαν......
Με το που άνοιξα το βιβλίο και είδα έναν τζαμάτο χάρτη, σκέφτηκα πόσα κουλ πράματα θα γίνονται σε καθένα από τις περιοχές του. Και μετά διαπίστωσα με λύπη ότι κυρίως περιγράφεται ο τρόπος ζωής της κάθε περιοχής, παρά γίνεται κάποια τραβηχτική πλοκή. Υπάρχει κάποια δράση και περιπέτεια μια στις τόσο, αλλά το 95% του βιβλίου είναι το πώς ζούνε οι χαρακτήρες ή πως κάνουνε απλές αποστολές εδώ κι εκεί. Πολύ ωραίες οι περιγραφές, κάνανε τον κόσμο πολύ ζωντανό στο μυαλό μου, αλλά η ένταση ήταν στο μηδέν. Πολέμους και μαγείες γύρευα, όχι την λαογραφία ενός εναλλακτικού Βυζαντίου. Όσο μου άρεσε το σέτινγκ, άλλο τόσο βαρέθηκα την πλοκή του που πήγαινε σβαρνίζοντας και δεν είχε κάτι το γουάου για να σου κρατάει το ενδιαφέρον.
Το βιβλίο Πνεύματα της Ευθυμίας Δεσποτάκη το έχω τελειώσει εδώ και λίγες μέρες, και κάπως μαγκωμένη, ομολογουμένως, ανεβάζω την κριτική μου. Κάπως μαγκωμένη γιατί πραγματικά, ήταν ένα βιβλίο που το περίμενα καλύτερο.
Αρχίζω από τα θετικά, που βεβαίως το βιβλίο έχει πολλά: είναι καλογραμμένο, κατά τόπους πολύ καλογραμμένο, και η συγγραφέας έχει κάνει καλή και εμφανέστατα μακροχρόνια δουλειά στο θέμα της κοσμοπλασίας. Το πως είναι ο χάρτης, οι τόποι, τα βουνά και τα πέλαγα. Ο Δάμας. Εξαίρετος κι ας μην φαίνεται ο ίδιος. Πανταχού παρών αν και νεκρός, σαν τη Ρεβέκκα της Δάφνης Ντε Μωριέ.
Θα ήθελα να διάβαζα ένα μυθιστόρημα για τον Δάμα και την Ηγιστώ.
Επίσης, τι όμορφο, όμορφο, όμορφο εξώφυλλο. Το θέλω αφίσα. Παζλ. Mouse pad. Κάτι το θέλω.
Από κει και πέρα, η ίδια η ιστορία στα Πνεύματα ήταν που δεν με έπεισε, δυστυχώς. Κάτι πήγαινε στραβά με το πώς συμβαίνανε τα πράγματα, πώς εξελίσσονταν, και δεν μπορούσα να το παρακολουθήσω τόσο απρόσκοπτα όσο θα ήθελα. Περίμενα κάτι περισσότερο να γίνει στο τραπέζι της Πελείας, ο διάλογος περί εραστών και ερωμένων δεν μου αρκούσε, η ίντριγκα που υπονοείτο στη διάρκεια της συνομιλίας δεν μου φάνηκε ότι είχε ιδιαίτερη ουσία. Ακολουθεί η επίσκεψη της Ζήλειας και τα ξόρκια επί ξορκιών που μονίμως με άφηναν με την εντύπωση ότι κάτι δεν είχα καταλάβει –και η σκηνή με το καλαμάρι στο χαλί. Αυτό φάνηκε υπερβολικά εμβόλιμο. Εξηγείται βεβαίως μετά, αλλά…η εντύπωση ότι κάτι δεν καταλαβαίνω εντείνεται διαρκώς.
Μην παρεξηγηθώ: ήταν ένα βιβλίο που ήθελα να μου αρέσει. Κάθε φορά που καθόμουν να το διαβάσω έλεγα, τώρα θα παρασυρθώ. Τώρα θα παρασυρθώ.
Τώρα θα παρασυρθώ.
Με άφησε μάλλον αδιάφορη η ίντριγκα μεταξύ των θεών. Ο Δάγων σαν επιλογή δεν μου φάνηκε επίσης ό,τι πιο επιτυχημένο (Τίλου Ματίμ μια χαρά στεκόταν) και επίσης τα μάγια που ασκούνταν στο βιβλίο, πέραν της σκηνής με τη χέκα στο νησί που αναδύθηκε (μου άρεσε αυτό)–δεν με «μάγεψαν.» Όλος ο διάλογος των θεών στο κεφάλι του Παγκράτη. Μα τι θεοί κι αυτοί. Πόσο εύκολα τους έπαιξε, και η βιβλιοθήκη; Σοβαρά; Να μην δούμε που καιγόταν; Μια σπουδαία και χαμένη ευκαιρία. Βιβλιοθήκη καίγεται, για όνομα του Θεού. Η Βιβλιοθήκη. Πρέπει να το βροντοφωνάξεις. Να το περιγράψεις. Να νιώσουμε τις φλόγες να μας ζεσταίνουν, να τις δούμε να καθρεφτίζονται στα μάτια του Παγκράτη.
Οι χαρακτήρες επίσης, αν και φτιαγμένοι όλοι από τα καλύτερα υλικά, δεν με συγκίνησαν αρκετά ώστε να συμπάσχω. Η Ζήλεια; Αδιάφορη. Ο Παγκράτης; Ακατανόητος κατά καιρούς, αλλά πάντως όχι με τόσο ενδιαφέρον. Ο Θεόδωρος; Θα μπορούσε, αλλά δεν προφτάσαμε να τον καλοδούμε. Και η Πελεία επίσης θα μπορούσε, αλλά δεν προφτάσαμε να την καλοδούμε. Το θέμα με τους καθρέφτες μου φάνηκε εντελώς προσχηματικό, και σε κάποιο βαθμό ήταν δηλαδή, και από πρόθεση της συγγραφέως. Αλλά τόση κουβέντα για τους καθρέφτες –τόσο ζήτημα, αν τους γυαλίζει ο Παγκράτης καλά κι αν είναι του συρμού να τους δίνεις έξω, δεν μου φάνηκε ότι προσέθετε κάτι.
Η αγαπημένη μου σκηνή ωστόσο με τον Παγκράτη, η πρώτη από τις δυο, ήταν στο γυμναστήριο.
Επίσης, αυτό με επιφύλαξη το λέω, δεν ξέρω αν το βιβλίο θα έπρεπε να χαρακτηρίζεται steam punk. Είχα την εντύπωση ότι το steam punk αφορά σε μια ευρύτερη κουλτούρα και όχι μονάχα στις μηχανές με ατμό. (Το δεύτερο σημείο που μου άρεσε ήταν η σκηνή όπου ο Παγκράτης έχτιζε τη μηχανή του. Η συγγραφέας το έχει μελετήσει, και μπράβο της.) Η ερωτική σκηνή στην ταράτσα δεν με ξετρέλανε, αλλά η κατασκευή του ατμοτηλεβόλου μου άρεσε πολύ.
Εκείνο που τελικά κατέληξα πως είναι το πρόβλημα του βιβλίου, κατά την ταπεινή μου άποψη πάντα, και πέρα από το γεγονός ότι είχα μεγάλες προσδοκίες από αυτό –είναι ότι δείχνει σαν να φτιάχτηκε πρώτα σαν κόσμος, σαν σύμπαν, σαν ιστοριογραφία, και μετά, πάνω σε αυτόν τον καμβά η Ευθυμία άπλωσε την ιστορία της. Ειλικρινά πιστεύω ότι είναι μάλλον δύσκολο να πετύχει η συγκεκριμένη συνταγή. Η ιστορία πρέπει να έχει το προβάδισμα. Η πλοκή, το παραμύθι που θέλεις να πεις. Και η κοσμοπλασία να ακολουθεί, να υφαίνεται γύρω από το παραμύθι σου για να το εξυπηρετήσει.
Η Ευθυμία είναι σίγουρα μία συγγραφέας από την οποία περιμένουμε πολλά, και αυτό ακριβώς είναι που μας κάνει να την κρίνουμε αυστηρότερα. Ξέρω ανθρώπους που αν είχαν γράψει τα Πνεύματα, απλώς θα πανηγύριζα γι’ αυτούς. Θα φώναζα Θαύμα, θαύμα.
Όμως για την Ευθυμία τα Πνεύματα είναι λίγο. Είναι λιγότερο από ότι περίμενα, κυρίως γιατί είναι άνισο. Κοσμοπλασία εξαιρετικά ψηλά, όμορφο γράψιμο, αλλά πλοκή και χαρακτήρες συγκριτικά κατώτεροι.
Μετά από την πανέμορφη συλλογή «Μέσα απ’ το γυαλί», το μόνο βιβλίο φανταστικού που έχω δώσει στη μάνα μου να διαβάσει (και φυσικά της άρεσε πολύ), ένα σωρό διηγήματα-διαμάντια που λάμπουν σε συλλογές και διαδίκτυο, μετά τον διασκεδαστικότατο και μοναδικό Κόμπες του οποίου τη συνέχεια περιμένουμε με αγωνία (ακούς μωρέ; ) η Ευθυμία Δεσποτάκη έρχεται με ολόφρεσκο βιβλίο σε ολοκαίνουριο κόσμο. Και πολύ καλά κάνει! Γιατί αν δεν γράψει καμιά δεκαριά ακόμα βιβλία σ’ αυτόν, θα της κάνουμε μήνυση. Τι Θεοί, τι μαγείες, τι κράτη, ιστορία, ατμόσφαιρα, ονομασίες (ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ όχι Ονομ’Ασιί Ιές), η Ευθυμία έχει πλάσει ένα σύμπαν γνώριμο και μαγικό συνάμα και το φόρτωσε με ιδέες- λογοτεχνικά χαστούκια –γαμώτο, θα ‘θελα να το ‘χα σκεφτει κι εγώ αυτό! Στο κέντρο έχει βάλει τον Παγκράτη, έναν πρωταγωνιστή με χαρακτήρα, παρελθόν, κίνητρα, ιστορία, ολοκληρωμένο ντε. Του έχει δώσει ικανότητες κι αδυναμίες –ξεχωριστές, δεν θα τις σποϊλεριάσω όμως. Και τον μπλέκει σε μια περιπέτεια που στην αρχή μπορεί να πάρεις για ειπωμένη, όχι όμως για πολύ γιατί μετά απογειώνεται σε παιχνίδια με Θεούς που τουλάχιστον εγώ δεν έχω ξαναδιαβάσει έτσι. Λοιπόν το βιβλίο τα έχει όλα, σασπένς, πλοκή, ιδέες (το είπαμε; Να το ξαναπούμε!), λαβ στόρι, διαβάζεται γρήγορα και επιπλέον έχει και άποψη: ένα βιβλίο, κόσμος συγκεκριμένος. Και είναι τόσο καλά χτισμένος που πραγματικά είναι σαν η συγγραφέας να έχει ζήσει σ’ αυτόν, όχι λίγο, χρόνια ολόκληρα –μήπως έχει ζήσει; Και όλα αυτά γραμμένα από την Ευθυμία με τη γνωστή πρόζα της, της οποίας δηλώνω οπαδός. Υπάρχουν ακόμη μερικά πολύ πετυχημένα σημεία που δείχνουν πως η συγγραφέας ξέρει τη δουλειά της, π.χ. η Ζήλεια και η εμφάνισή της –αυτό το στόμα, ή η πρώτη σκηνή σεξ. Χαίρομαι πραγματικά που το κείμενο αυτό, έτυχε ενός όμορφου εξώφυλλου και μιας καλής παρουσίασης γενικότερα. Ελπίζω ο εκδοτικός που το διανέμει να έχει καταλάβει τι έχει βάλει στη στέγη του και να του δώσει την προώθηση που του αξίζει μιας και έχει αποδείξει πως ξέρει πώς να το κάνει. Χαίρομαι ακόμη για την εμφάνιση της ομάδας Άρπη και μου άρεσε που σ’ αυτούς τους καιρούς βρίσκονται ελπιδοφόροι συγγραφείς που δεν το βάζουν κάτω. Αν είναι και τα υπόλοιπα βιβλία στο ίδιο επίπεδο με τα Πνεύματα, τότε θα μιλάμε για μια πολύ δυνατή κίνηση. Εντάξει, το σημείωμα του Επιμελητή μπορούσε να λείπει αλλά μικρό το κακό. Το ίδιο το βιβλίο τώρα έχει ένα μειονέκτημα για το οποίο κατηγορώ δημόσια τη συγγραφέα: Είναι μικρό. Είναι μικρό για να χωρέσει όλο τον κόσμο, όλους τους χαρακτήρες αλλά και ολόκληρη την περιπέτεια του Παγκράτη. Είναι μιικρό για τη δουλειά που έχει ρίξει η συγγραφέας. Και είναι μικρό για να ικανοποιήσει εμάς τους Δεσποτακικούς. Και μόνο για να ξεδιψάσουμε θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον 200.000 λέξεις. Για να χορτάσουμε θα έπρεπε να είναι τριλογία. Θα μπορούσε να είναι τριλογία. Γιατί και ο πρωταγωνιστής τις σήκωνε και η περιπέτεια∙ ο κόσμος; Άσε, ο κόσμος σηκώνει κανα μύριο λέξεις. Ας είναι, θα κάνουμε υπομονή μπας και μας δώσει κανένα ψίχουλο από τα επόμενά της. Ως τότε θα αρκεστούμε σ’ αυτό -όχι τίποτα, ξέρουμε ότι έρχονται κι άλλα!
Όταν πήρα στα χέρια μου το βιβλίο της Ευθυμίας έμεινα να κοιτάζω για λίγο το εξώφυλλο. Ένας νέος με κάπως υπεροπτικό ύφος έστεκε περήφανα, ενώ πίσω του δύο γίγαντες(;) πνεύματα(;), ήταν πλάτη με πλάτη. Ξεκίνησα να το ξεφυλλίζω προτού αρχίσω το διάβασμα. Και η αλήθεια είναι ότι το διάβασα δύο φορές. Την πρώτη κάπως λαίμαργα, ενώ την δεύτερη αργά, απορροφώντας κάθε λέξη, κάθε γραμμή, κάθε παράγραφο, σελίδα και κεφάλαιο.
Ο Παγκράτης, ένας νέος με πρακτικό μυαλό, εξυπνάδα και πονηριά κάνει ότι μπορεί για να βγάλει τα προς το ζην, στην πόλη Δαμασινή Ιασώ. Με την ευρηματικότητα και την πειθώ που διακατέχει καταφέρνει να κερδίζει καθημερινά τα απαραίτητα για την επιβίωση τόσο εκείνο όσο και του προστάτη του. Λέει τα σωστά πράγματα εκεί που πρέπει και σε αυτόν που πρέπει, προσέχει να γίνεται αρεστός και συμπαθής σε άτομα που έχουν να του προσφέρουν κάτι και δεν διστάζει να προσφέρει ερωτικές υπηρεσίες σε κυρίες που θα του παρέχουν προστασία και ασφάλεια με τα πλούτη τους. Στο σπίτι μιας τέτοιας κυρίας, με μεγάλο πλούτο και επιρροή, που ακούει στο όνομα Πελεία, ο Παγκράτης γνωρίζει τρεις ξένους που θα του αλλάξουν ριζικά την ζωή.
Φεύγοντας άρον άρον και χωρίς την άδεια του, από την πόλη που ζει τα τελευταία χρόνια, την Δαμασίνη Ιασώ, έρχεται σε μία ξένη, διαφορετική πόλη, την Ομφάλη ή αλλιώς, Ο Ναός της Κοιλίας, ή η Μυστική Καρδιά, ή όπως την ονομάζουν οι κάτοικοι της Μπατν-Μαντάκ. Εκεί ο Παγκράτης προσπαθεί να συνηθίσει στα νέα δεδομένα της ζωής του αλλά και να ρίξει φως στο μυστήριο της απαγωγής του από τους τρεις ξένους και τον παράξενο Θεό τους Τίλου Ματίμ. Θα καταφέρει άραγε ο νεαρός ήρωας να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες που του εμφανίζονται;
Η Ευθυμία Δεσποτάκη με το βιβλίο της "Πνεύματα" μας καλώς ορίζει στο δικό της σύμπαν. Με γραφή προσεγμένη και έξυπνη δημιουργεί έναν νέο κόσμο, με φανταστικά σύνορα και πολιτείες, δική του κοσμοθεωρία και ήθη. Με πολλά ελληνιστικά στοιχεία ο κόσμος του Παγκράτη συντροφεύει τον αναγνώστη σε αυτό το μαγικό ταξίδι μέσα από την αναζήτηση ενός Θεού, ίσως και τον υπέρτατο όλων.
Όπως σας είπα και στην αρχή το βιβλίο το διάβασα δύο φορές. Όχι γιατί δεν κατάλαβα κάτι, απεναντίας το κείμενο είναι τόσο καλογραμμένο που η ώρα περνάει χωρίς να το καταλάβει κανείς, αλλά γιατί ένιωθα ότι υπήρχε κάτι στην ιστορία που δεν είχα ανακαλύψει ακόμα. Στην δεύτερη ανάγνωση έδωσα βάση σε λεπτομέρειες και στοιχεία που είχα περάσει πολύ γρήγορα στην αρχή και μερικές φορές με άφηναν με ερωτηματικά. Σίγουρα και τις δύο φορές δεν το μετάνιωσα καθόλου.
Μπορεί η Ευθυμία Δεσποτάκη να είναι μία νέα συγγραφέας στον κόσμο των εκδόσεων αλλά είμαι πολύ σίγουρη ότι το όνομα της θα μας απασχολήσει πολύ στο μέλλον. Αναμφίβολα το βιβλίο "Πνεύματα" συγκαταλέγεται στην λίστα με τα πιο έξυπνα και ευρηματικά βιβλία που έχουν κυκλοφορήσει μέχρι σήμερα. Σε ευχαριστώ πολύ Ευθυμία για αυτό το υπέροχο και ξεχωριστό ταξίδι!
Το άνοιξα για λίγο να δω το στυλ γραφής... Δεν το ξανάκλεισα.
Τι αφορά το βιβλίο: " Το “Πνεύματα: μια ιστορία της Πικρής Στροφής”, της Ευθυμίας Ε. Δεσποτάκη, είναι ένα αυτοτελές μυθιστόρημα που διαδραματίζεται σε έναν κόσμο που θυμίζει την εποχή των Επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, σε μια πόλη που θυμίζει την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Μόνο που δεν υπάρχει ο Μέγας Αλέξανδρος, υπάρχει ο Μέγας Δάμας. Δεν υπάρχει Αλεξάνδρεια, υπάρχει Δαμασινή. Δεν υπάρχει Αίγυπτος, υπάρχει Αισωπεία. Και δεν υπάρχει ο Πτολεμαίος, υπάρχει ο βασιλιάς Περιγένης ο Τρίτος, ο Ξάνθος. Στα κοσμοπολίτικα δρομάκια της Δαμασινής, ζει κι αγωνίζεται να επιβιώσει ο Παγκράτης, ένας νεαρός εύστροφος και καταφερτζής. Για να εξασφαλίζει την επιβίωση τη δική του και του γέροντα κηδεμόνα του, ο Παγκράτης χρησιμοποιεί κάθε τρόπο: από το να πουλάει εφευρέσεις που δουλεύουν με ατμό στη βαριεστημένη αυλή του βασιλιά και να παρέχει ερωτικές υπηρεσίες σε πλούσιες χήρες, μέχρι να βρίσκει σπάνια υλικά για τις ντόπιες ή τις ξένες μάγισσες. Η ζωή του μπορεί να είναι δύσκολη, αλλά είναι στρωμένη, ξέρει που βαδίζει, ξέρει τις δυνατότητές του και ξέρει ν’ αρπάζει τις ευκαιρίες του εγκαίρως. Ωστόσο, όλα αυτά θα ανατραπούν, όταν ένας έκπτωτος, πρόσφυγας πρίγκιπας από το γειτονικό βασίλειο της Νεσίλης, θα κάνει την εμφάνισή του στην ουσιαστικά απομονωμένη για πολιτικούς λόγους καλή κοινωνία της Δαμασινής. Μαζί του θα φέρει μια μάγισσα σκλάβα κι οι δύο ξένοι ίσως ζητήσουν από τον Παγκράτη κάτι που ούτε κι ο ίδιος δε γνωρίζει ότι διαθέτει. "
Τι πήρα από το βιβλίο: Εξαιρετικός λογοπλάστης η Ε.Δεσποτάκη. Είναι ένα από τα δυνατότερα χαρτιά του βιβλίου γιατί καταφέρνει με άμεσο τρόπο να σου περάσει -ακόμη και μέσα από μία λέξη- μια ολόκληρη εικόνα και να σε μεταφέρει πλήρως στην Ελληνιστική χρονική περίοδο 2300 χρόνια πριν- κι αν αυτή η λέξη δεν υπάρχει, θα στη δημιουργήσει με τέτοιο τρόπο που θα νομίζεις πως προϋπήρχε. Διαβάζοντας άλλο βιβλίο αργότερα και ύστερα από διάστημα 2-3 ημερών, τα πνεύματα ακόμη μου ψιθύριζαν και με αποσπούσαν: Είμαι η δροσιά της Γης.
Έχει καταφέρει να σου πασάρει φράσεις και να σου κολλάνε στο μυαλό ως τραγούδι.
Στην πλοκή δεν εντόπισα εντόπισα κάποιες κοιλιές, αν και πιστεύω πως μερικές πληροφορίες που χτίζουν την ατμόσφαιρα θα μπορούσαν να είχαν παραμεριστεί αν έπρεπε να διατηρηθεί το μέγεθος του βιβλίου, αλλά κάλλιστα μπορούσαν να δοθούν περισσότερες για τα πνευματικά αυτόματα και να μεγαλώσει κι άλλο. (Εάν θέλετε πληροφορίες για τη συγκεκριμένη τεχνολογία προτείνω το Αρχαία Ελληνική τεχνολογία - οι εφευρέσεις των αρχαίων Ελλήνων ) Επίσης, πιστεύω πως εάν η ιστορία εξελισσόταν μέσα από τα μάτια διαφορετικών ηρώων και όχι μόνο του Παγκράτη, θα ήταν ένα ακόμη + για το βιβλίο.
Τα παραπάνω όμως δεν στερούν την απόλαυση από την ανάγνωση του βιβλίου και καταφέρνει να σε ξεναγήσει εκεί που τα μουσεία δεν μπορούν.
Το τέλος για μένα ήταν πλήρως ικανοποιητικό, εξυπηρετεί τον σκοπό του βιβλίου: Ξεσκεπάζει σημεία της πραγματικής ιστορίας μέσω της μυθοπλασίας-ψευδοϊστορίας, με το θεϊκό στοιχείο και τις μεταφυσικές εμπειρίες του Παγκράτη να είναι πολύ σωστά δοσμένες συμβολικά.
Γενικά: Δεν μπορώ να πω πως είναι fantasy ή steampunk, όπως ακούγεται δεξιά κι αριστερά. Είναι ένα βιβλίο που έχει πάρει την ιστορία και την έχει κρυπτογραφήσει ελαφρά ώστε να περάσει κάποιες πιθανές εξηγήσεις για την εξέλιξη του ανθρώπου ως προς το Θεϊκό στοιχείο και την τεχνολογία. Τα μηνύματά του καταφέρνει να τα περάσει πειστικά και διαβάζεται νερό, παρά το γεγονός ότι πού και που θα σημειώνετε άγνωστες λέξεις για να τις ψάξετε αργότερα. Άποψή μου επίσης είναι πως ακριβώς επειδή δεν ανήκει σε κάποιο συγκεκριμένο είδος λογοτεχνίας, μπορεί να διαβαστεί άνετα από κάθε αναγνώστη 15+ και να το απολαύσει. Το κέρδισε το στοίχημα.
Μπορείτε να διαβάσετε ακόμη περισσότερα από τη στήλη μου στο Frapress
Πάει αρκετός καιρός που τελείωσα το βιβλίο της Ευθυμίας, όμως μόλις τώρα βρέθηκε λίγος χρόνος να γράψω κάποια λόγια. Θα ξεκινήσω με μια παραδοξότητα: στη δική μου αντίληψη, μια από τις μεγαλύτερες αρετές ενός βιβλίου φαντασίας, είναι να 'ναι πιστευτό, πράγμα που αμέσως εγείρει ερωτήματα κι ενστάσεις όπως, "μα δράκοι, μαγεία, τέρατα κλπ. κλπ." Δεν το εννοώ όμως έτσι. Το εννοώ στα πλαίσια της ρήσης: "όλα τα παραμύθια είναι ψέματα κι όλα λένε την αλήθεια". Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι αν τα γεγονότα είναι αληθινά η αληθοφανή, αλλά αν η όποια, όσο κι εξωφρενική τους περιγραφή, περικλείει μια ή περισσότερες αλήθειες, τις οποίες υπηρετεί ο συγγραφέας.
Τα "Πνεύματα" της Ευθυμίας Δεσποτάκη το κάνουν αυτό με ιδιαίτερη ευσυνειδησία. Ο κόσμος, μια φαντασιακή αντανάκλαση της Ελληνιστικής Περιόδου των Επιγόνων, δεν είναι απλά θεμελιωμένος πέτρα-πέτρα κατά τρόπο που πείθει η ύπαρξή του, αλλά ενταγμένος σ' ένα κοσμογονικό πλαίσιο που επιτρέπει να έχει πραγματικά υπάρξει, ή να υπάρξει όταν ο κόσμος μας βρεθεί σε μια επόμενη, δική του Πικρή Στροφή.
Οι χαρακτήρες, έπειτα, δεν υπάρχει καμία στιγμή που δίνουν την αίσθηση ότι είναι προϊόντα "αυτόματης γένεσης", αλλά έχουν δομηθεί και παρουσιάζονται σαν προϊόν των εμπειριών τους: δεν είναι ηθοποιοί που απλά βγαίνουν στη σκηνή για λίγες σελίδες, προς τέρψιν του αναγνώστη κι ύστερα επιστρέφουν σαν ανδρείκειλα σε κάποιο αποθηκευτικό χώρο, περιμένοντας την επόμενη παράσταση. Έχουν σάρκα και οστά, πόνους, πίκρες και σώψυχα που πρέπει πρώτα να αποδεχτούν και ν' αντιμετωπίσουν οι ίδιοι, πριν μπορέσουν ν' ανοιχτούν μεταξύ τους, όταν κι εφ' όσον είναι δυνατόν να συμβεί.
Οι θεοί, τέλος, που αποτελούν μια ξεχωριστή κατηγορία από τους υπόλοιπους χαρακτήρες, αντανακλούν, κατ' εικασία δική μου, δύο ιστορικές και φιλοσοφικές προσεγγίσεις. Οι γνώριμοι θεοί, όπως οι θεοί του αρχαιοελληνικού κι ελληνιστικού κόσμου, δεν δρουν απλά "ανθρώπινα", αναγνωρίσιμα, αλλά κυριολεκτικά περπατούν ανάμεσα στους ανθρώπους, μονάχα κατ' επίφασιν κρυμμένοι. Κατ' ουσία, αντανακλούν την ίδια την ανθρωπότητα που τους λατρεύει. Οι άλλοι θεοί όμως, οι μη γνώριμοι, είναι ανεξιχνίαστοι, οδηγούν με την ίδια ευκολία στην έκσταση ή στην τρέλα, είναι φαινομενικά συνάμα παντογνώστες και ανόητοι, όπως αυτό φαίνεται στα μάτια των θνητών, που πασχίζουν να ερμηνέψουν τις βουλές τους με ακατάλληλα εργαλεία.
Σε τελική ανάλυση, πέρα από αυτά και άλλα πολλά στοιχεία που διέπουν τη δομή και την πλέξη του κόσμου, το βιβλίο είναι επίσης μια καλοφτιαγμένη περιπέτεια, όπου ένας κατά περίπτωση κυνικός, φιλάργυρος, ευφυής, , αφοσιωμένος και με χαμηλή αυτοεκτίμηση νεαρός, πρέπει να μάθει πώς να γδυθεί την ψυχολογική αρματωσιά με την οποία τον έχουν φορτώσει οι ταλαιπωρίες του, να πάψει να βλέπει τον κόσμο άσπρο-μαύρο και να διεκδικήσει τη θέση του σαν οντότητα ανεξάρτητη από κηδεμόνες, αρχόντισσες, μάγισσες και θεούς.
Αν μη τι άλλο, αν απολαμβάνετε να περιδιαβαίνετε κόσμους γεμάτους όψεις, μυρωδιές και απολαύσεις, που από τις λέξεις στο χαρτί και διαμέσω του νου γαργαλούν φασματικά τις αισθήσεις, προτείνω αυτό το βιβλίο ανεπιφύλακτα.
Από τις πρώτες σελίδες, αλλά κι ως το τέλος, μια λέξη μου τριβέλιζε το μυαλό καθώς διάβαζα τα Πνεύματα της Ευθυμίας Δεσποτάκη. Η λέξη λογοτεχνία. Γιατί, μα γιατί πάνω απ' όλα αυτό ήταν το συγκεκριμένο βιβλίο. Ένα έργο καθαρά λογοτεχνικό. Μαεστρικός τρόπος γραφής, αριστοτεχνικές περιγραφές, πλούσιος, δυναμικός, δοτικός, και μεταδοτικός λόγος, ατμοσφαιρική πρόζα, υπέροχες ιδέες, ζωντάνια παντού. Σίγουρα, ο χώρος του ελληνικού φανταστικού είναι κατά πολύ πλουσιότερος (και ισχυρότερος) με τούτη την ιστορία της Πικρής Στροφής να κοσμεί τα ράφια των βιβλιοπωλείων. Εντυπωσιάστηκα, με παρέσυρε στον κόσμο του, μου κίνησε το ενδιαφέρον ώστε να αναζητήσω κι άλλα έργα της Ευθυμίας. Επομένως, η κυρίαρχη εντύπωση, αυτή που έμεινε τελικά, μέσα απ' όλες τις αναζητήσεις, τους προβληματισμούς, τις απορίες, την απορρόφηση της ανάγνωσης, την έξαψη του ενδιαφέροντος, είναι το γεγονός που διάβασα και απόλαυσα ένα ελληνικό βιβλίο φαντασίας που έχει τα προσόντα να καυχιέται πως αξίζει πραγματικά να βρίσκεται εκεί έξω, ως προϊόν λογοτεχνίας.
Στις επιμέρους τώρα εντυπώσεις, παραθέτω ορισμένα γενικά σχόλια, που κυρίως εκφράζουν τις σκέψεις που έκανα κατά την διάρκεια της ανάγνωσης:
- Η συντριπτική πλειοψηφία των ονομάτων που χαρακτηρίζουν την κοσμοπλασία του ψευδοελληνιστικού σέτινγκ είναι άκρως επιτυχημένη, με εξαίρεση μερικές ελάχιστες περιπτώσεις που ξενίζουν, πράγμα απόλυτα φυσιολογικό αν σκεφτείς την πληθώρα των ονομάτων και την ξεχωριστή ιδιοσυγκρασία του κάθε αναγνώστη. Γεγονός, νομίζω όμως, αποτελεί πως τα πιο πετυχημένα είναι εκείνα που δεν οδηγούν σε εύκολους, στιγμιαίους συνειρμούς για την προέλευση τους. Ενδεικτικά αναφέρω πχ πως βρήκα την επιλογή της Απέλλας και της Δαμασινής επιτυχημένες, ενώ την Αισωπεία όχι και τόσο κομψή ως σύλληψη.
- Ο σκοπός και η ιδιοσυγκρασία του Παγκράτη από τη μέση του βιβλίου και μετά, θολώνει κάπως, αν σκεφτείς πως στην αρχή μας συστήνεται ως ένας καιροσκόπος μα ταλαντούχος άντρας που προσπαθεί να επιβιώσει. Όμως όλα δικαιολογούνται, αν λάβει κανείς υπόψιν πως εμπλέκεται σε καταστάσεις που είναι πάνω από τις δυνάμεις του να αντιμετωπίσει, κι επομένως βιώνει μέσα του (κι εμείς μαζί του, ως αναγνώστες) αλλαγές που τον κάνουν πιο χαοτικό, πιο απρόβλεπτο. Όπως αριστοτεχνικά αναφέρει η Ευθυμία, με τη μεταφορά ''από ρευστό, έγινε πνεύμα''. Πριν ήταν σαν ρευστό, ελισσόταν, έρεε στους κοσμικούς κύκλους της Δαμασινής, ενώ μετά, βιώνοντας ένα ακραίο γεγονός, μεταμορφώθηκε σε κάτι περισσότερο μεταβλητό και ασυγκράτητο, κάτι που κανείς δεν μπορεί να περιορίσει ή να ελέγξει. Τι να πω, απλά κορυφαία ιδέα.
- Η σκηνή με το ιπτάμενο χαλί ήταν μια γερή και απαραίτητη ένεση αδρεναλίνης, στο σημείο που χρησιμοποιήθηκε. Μάλιστα, η απόδοσή της, προκάλεσε έκρηξη εικόνων μέσα στο μυαλό μου! Τολμηρή ως κίνηση, μα κατά τη γνώμη μου, και δεδομένου του γεγονότος πως το βιβλίο είναι φάνταζι, άκρως επιτυχημένη.
-Οι χαρακτήρες όλοι, με εξαίρεση ίσως τον Τουνταλίγια, ήταν πολύ ενδιαφέροντες. Προσωπικά μου άρεσε πολύ ο Λατ, και φυσικά ο Παγκράτης.
- Η μεγάλη βιβλιοθήκη της Ομφάλης ήταν μια μεγάλη χαμένη ευκαιρία. Αδημονούσα να μάθω κι εγώ κάτι από τα μυστικά της...
- Τα μυθικό στοιχείο των Στροφών, αποτελεί φανταστική ιδέα. Θέλω απαραιτήτως κι άλλες πληροφορίες. Άμεσα!
- Αναλύοντας τα βασικά στοιχεία της κοσμοπλασίας του βιβλίου, συνειδητοποίησα πως η κ. Δεσποτάκη ίσως εμπνεύστηκε το στήσιμό της από αυτό του Κόναν, όπου τα περισσότερα βασίλεια του κόσμου που έπλασε ο Howard αντλούν πολιτισμικά στοιχεία από πραγματικές ή φανταστικές περιόδους της ιστορίας του ανθρώπου, χρησιμοποιώντας παράλληλα αναφορές που παραπέμπουν στη μυθολογία Κθούλου (αν θυμάμαι καλά, γιατί πάει καιρός που διάβασα ιστορίες του Κόναν, είτε τα διηγήματα του, είτε τις αποδόσεις του στα κόμικς του Roy Thomas). Χρησιμοποιώντας όμως τη σύλληψη των Στροφών, έδωσε συνέχεια και συνέπεια στις επιλογές της. Επομένως, όλα έδεσαν πρίμα και τα πάντα λειτούργησαν μια χαρά για μενα, όσον αφορά τις εκπλήξεις που έχει κρυμμένες στις σελίδες των Πνευμάτων η συγγραφέας.
- Η κατασκευή του ατμοτηλεβόλου, αλλά και γενικώς η περιγραφή της λειτουργίας των μηχανικών εφευρέσεων, δίνονται με αριστοτεχνικό τρόπο, και αποτελούν ένα από τα δυνατά στοιχεία του βιβλίου.
Αυτά τα ολίγα από εμένα. Εν κατακλείδι, ήταν ένα βιβλίο που πραγματικά απόλαυσα, που με έκανε να βυθιστώ στον κόσμο του, που μου κίνησε το ενδιαφέρον για το επόμενο κεφάλαιο των Στροφών.
Κατ' αρχάς να πω ότι είμαι αυστηρός με την Ευθυμία, α) επειδή ξέρω τι μπορεί να κάνει και β) επειδή νομίζω ότι αυτό θέλει και η ίδια. Επίσης, να πω ότι μόνο και μόνο για τα δύο (αν θυμάμαι καλά) κεφάλαια της συνάντησης με τον Τίλου Ματίμ αξίζει να διαβάσει κανείς το βιβλίο. Προσκύνησα.
Από κει και πέρα όμως, είχα αρκετά θέματα τα οποία με δυσκόλεψαν, πολλά από τα οποία έχουν να κάνουν με τον ίδιο τον Παγκράτη. Αφενός ο ίδιος ο χαρακτήρας του δεν μου φαίνεται να υποστηρίζει το πόσο σημαντικός υποτίθεται ότι είναι για τα σχέδια θεών και ανθρώπων, αφετέρου, και αυτό είναι για μένα το μεγαλύτερο ελάττωμα του βιβλίου, ο Παγκράτης δεν έχει κανέναν στόχο, δεν έχει σκοπό, δεν θέλει τίποτα, αφήνει απλώς να το πηγαινοφέρνουν και να του συμβαίνουν δι��φορα. Ακόμα κι όταν νομίζουμε ότι βρήκε επιτέλους τον στόχο του (πολύ αργά μέσα στο βιβλίο), ο τρόπος με τον οποίο τον χειρίζεται είναι μάλλον απογοητευτικός και διεκπεραιωτικός (βιβλιοθήκη, εσένα κοιτάω). Δεν ξέρω, γενικότερα ο τρόπος με τον οποίο εξελίσσεται το βιβλίο όσο προχωράει προς το τέλος του με απογοήτευσε και μου ακύρωσε και την εικόνα και τις προσδοκίες που είχα ήδη σχηματίσει για κάποια πράγματα (ακόμα και για τον ίδιο τον Τίλου Ματίμ). Να πω επίσης ότι, ενώ η γραφή κινείται προφανώς σε υψηλά επίπεδα, εντόπισα αρκετά σημεία που μου φάνηκαν μάλλον άτεχνα και παράταιρα και μου χάλασαν τη συνολική εντύπωση. Τέλος, αν και αυτό προφανώς δεν έχει καμία επίπτωση στην άποψή μου για το βιβλίο, πρέπει να πω ότι το σημείωμα του επιμελητή στην αρχή είναι φάουλ από πάρα πολλές απόψεις, και όχι μόνο για την τελευταία πρόταση, η οποία είναι φυσικά το μεγαλύτερο φάουλ.
Συνολική εντύπωση όμως θετική. Και μόνο κάποιος με αυτές τις ικανότητες θα μπορούσε να γράψει κάτι με τόσο θεμελιώδη προβλήματα και το βιβλίο παρ' όλα αυτά να συνεχίζει να κρατάει το ενδιεφέρον.
Ένα βιβλίο μεστό, πυκνογραμμένο για τις 300 σελίδες του. Σίγουρα το προτείνω λόγω της πολλής κι ενδελεχούς δουλειάς που έγινε για τη δημιουργία του. Δεν το προτείνω στον αναγνώστη που απλώς θέλει να διαβάσει μια ιστορία για να ξεχαστεί. Κρύβει πλούτο μέσα του και για να ανασκάψεις αυτόν τον πλούτο θέλει απαραιτήτως τα εργαλεία, την υπομονή, την επιμονή και τον ιδρώτα. Η πλήρης κριτική στον παρακάτω σύνδεσμο:
Δεν είμαι φανταζάς και δεν κατέχω το είδος του fantasy πολύ καλά, με αποτέλεσμα να μου αρέσει οποιοδήποτε δείγμα του όταν το διαβάζω.
Έχοντας διαβάσει όμως το «πνεύματα» της Ευθυμίας Δεσποτάκη, έχω σχηματίσει την εντύπωση ότι αυτή τη φορά μιλάμε για κάτι που είναι αντικειμενικά καλό και που άνετα μπορεί να αποτελέσει ορόσημο στην ιστορία του ελληνικού φανταστικού.
Ξεκινώντας, να πω ότι μου έκανε πολύ θετική εντύπωση το περίτεχνο, σχεδόν ομηρικής έμπνευσης και δεξιοτεχνίας λεξιλόγιο που χρησιμοποιεί η συγγραφέας. Είχα την αίσθηση ότι διάβαζα κάποιο χαμένο έπος του Ομήρου, με τη διαφορά ότι αυτή τη φορά η ιστορία διαδραματίζεται σε έναν κόσμο διαφορετικό από τον δικό μας, που διακατέχεται από πολιτισμό σχεδόν πανομοιότυπο αυτού των ελληνιστικών χρόνων.
Κάπως έτσι, φτάνουμε στο δεύτερο στοιχείο που με έκανε να λατρέψω το βιβλίο: Η Ευθυμία δεν διστάζει να αξιοποιήσει στοιχεία από το setting της αρχαίας Ελλάδας, ένα setting που δυστυχώς έχει παραμεληθεί από τους ομότεχνούς της, όχι τόσο λόγω ξενομανίας, αλλά κατά τη γνώμη μου, λόγω έλλειψης αυτοπεποίθησης.
Για κάποιο λόγο, ο Έλληνας συγγραφέας φάνταζι θεωρεί ότι για να εντάξει στην κοσμοπλασία του κάποια στοιχεία από την αρχαία Ελλάδα, θα πρέπει να έχει υπερβολικά πολλές γνώσεις πάνω στο αντικειμένο.
Η Ευθυμία Δεσποτάκη αποδεικνύει ότι το setting των ελληνιστικών χρόνων όχι απλώς δεν είναι «δύσκολο» αλλά μπορεί να γίνει και πολύ ελκυστικό. Μάλιστα, το αποδίδει με ακόμη πιο ελκυστικό τρόπο με το να το παρουσιάσει σε πολλά σημεία σαν έναν προθάλαμο των βυζαντινών χρόνων. Δηλαδή ο προσεκτικός αναγνώστης μπορεί να διακρίνει μέσα του, όλα εκείνα τα στοιχεία που αποτελούν τον προπομπό του βυζαντίου.
Η μεγαλύτερη όμως αρετή των «πνευμάτων», είναι ότι συνδυάζουν πολλά διαφορετικά στοιχεία του φανταστικού (fantasy, steampunk, cthulhu mythos) με έναν τρόπο που να μην δημιουργείται αχταρμάς, αλλά ενσωματώνοντάς τα με σωστό τρόπο και ρυθμό στη δομή της ιστορίας.
Αν εντόπισα κάποια αρνητικά, αυτά δεν έχουν να κάνουν με τη γραφή της Ευθυμίας και με την ιστορία της, αλλά περισσότερο έχουν να κάνουν με στοιχεία που χαρακτηρίζουν το είδος γενικότερα, όπως για παράδειγμα η κοσμοπλασία –που τη θεωρώ «αναγκαίο κακό».
Η κοσμοπλασία στη συγκεκριμένη περίπτωση παρέχεται με τον σωστό τρόπο: Όχι με τη μορφή γενικόλογου info-bubble, αλλά σε συνδυασμό με την πλοκή. Βλέπουμε για παράδειγμα τον πρωταγωνιστή, τον Παγκράτη να κάνει μια βόλτα στην αγορά και ταυτόχρονα η συγγραφέας μας μυεί σιγά-σιγά στον κόσμο του. Ακόμη κι έτσι όμως, ζορίστηκα στην αρχή να συγκρατήσω όλες αυτές τις πληροφορίες γιατί δεν γνώριζα ποιες από αυτές θα είναι εντελώς απαραίτητες για την ιστορία που θα ακολουθήσει και ποιες όχι. Το ίδιο πρόβλημα έχω και όταν διαβάζω space-opera.
Όταν όμως η πλοκή καταστάλαξε και όλα τα γεγονότα είχαν πλέον δρομολογηθεί, είχα ήδη μυηθεί στον εντυπωσιακό αυτό κόσμο και έπειτα χαλάρωσα για να απολαύσω τις επερχόμενες εξελίξεις. Τώρα που το τέλειωσα έχω μυηθεί σε αυτόν τόσο καλά, που μπορώ να διαβάσω –και ΘΕΛΩ να διαβάσω- πολλές περισσότερες ιστορίες που να λαμβάνουν χώρα εντός των πλαισίων του.
Επομένως ακόμη και όσοι δυσκολεύονται να μυηθούν στις κοσμοπλασίες του fantasy θα αποζημιωθούν αδρά όταν η πλοκή αποκτήσει μεγάλο ενδιαφέρον.
Σε μία εποχή που το ελληνικό φανταστικό έχει ξεκινήσει επιτέλους να παίρνει μπρος, τα «πνεύματα» εμφανίζονται γραμμένα με τόσο μεράκι που έχουν τη δυναμική να ικανοποιήσουν ακόμη και τους πιο απαιτητικούς αναγνώστες και να αποτελέσουν ένα σύγγραμμα με διαχρονική αξία.
Διάβασα την ιστορία του Παγκράτη και των συντρόφων του στις διακοπές μου. Έχοντας ακούσει διθυράμβους από φίλους για το βιβλίο περίμενα το "ουάου". Και ναι, υπάρχει αυτό. Και θα έπρεπε εδώ το rating να έχει πολλές παραμέτρους γιατί είναι κρίμα να αδικηθεί το βιβλίο. 3,5 αστέρια για να είμαι ακριβής.
Η Ευθυμία γράφει απίστευτα θαυμάσια. Η γραφή συναρπάζει. Η ανάγνωση που έγινε στην παρουσίαση ειλικρινά αδίκησε τη γραφή της-αν και έγινε από πολύ καλό αναγνώστη. Και αυτό γιατί πραγματικά η συγκεκριμένη κοπέλα γράφει συναρπαστικά. Και με πήγε από την αρχή ως το τέλος να διαβάζω απνευστί. Ως εκεί καλώς. Και αν μπορούσα να βάλω δέκα αστέρια στη γραφή, θα έβαζα... δώδεκα.
Έβλεπα την Αλεξάνδρεια, τον Ήρωνα και τις εφευρέσεις του-ειδικά το υδραυλικό σύστημα ανοίγματος θυρών-το αστέρι της Βεργίνας, τις Πλάκες-Αθήνα στο χάρτη ΞΕΡΩ πως η Ευθυμία έχει επεξεργαστεί χρόνια τον κόσμο της. Mόνο που θα προτιμούσα έναν φρέσκο, καινοφανή κόσμο. Τονίζω πως είναι θέμα γούστου, αλλά δεν μπορώ να μην το πω, εδώ σε εσάς.
Θα έβαζα ωστόσο αστέρια και πολλά στο πόσο βαθιά στη ζωή των δυο μεγάλων πόλεων μας έβαλε. Την πόλη τη μύριζες, την άγγιζες, σκονιζόσουν από πάνω ως κάτω από την ουσία της, την ατμόσφαιρα, τη μουσική, τη σιωπή της. Τα κτίσματα τα έβλεπες ολοζώντανα να σε καλωσορίζουν ή να σε διώχνουν, να σφύζουν από ζωή, από ενέργεια, βαθιά ριζωμένη στη μαγεία της γραφής της Ευθυμίας.
Όσο για τους χαρακτήρες... Ο Παγκράτης είναι αυτό που λέμε trickster, στη δική μου αντίληψη τουλάχιστον. Λίγο μπαγαπόντης, λίγο απατεωνίσκος, λίγο μπαγασάκος, λίγο οποτρούνας, αλλά τον συμπαθείς σε κάποια σημεία. Εκτός από τη στιγμή που αποφασίζει αλαζονικά να καταστρέψει τη Βιβλιοθήκη. Και να "δέσει" την εφεύρεση που ο ίδιος ανέπτυξε-από κλεμμένο σχέδιο του Θεόδωρου πάντα-για χίλια χρόνια, αφού πρώτα την είχε χρησιμοποιήσει για να δώσει τη νίκη στον Τουνταλίγια. Ο οποίος μου ήταν εξαιρετικά αντιπαθής πρέπει να πω... ψωνάρας, υπερφίαλος, και αλαζόνας. Από την άλλη, ο μάγος, και η ιέρεια δεν με έπεισαν ούτε στιγμή. Και πραγματικά... πώς την ερωτεύτηκε; Δεν φαίνεται κάποια εξέλιξη σε αυτό, παρόλο που πρωτύτερα υπάρχουν άφθονα σημεία με τις σκέψεις και τα συναισθήματα του Παγκράτη. Εκτός κι αν μου ξέφυγε κάποιο σημειο ή το λησμόνησα.
Βλέπουμε πώς δουλεύει η μαγεία σε αυτόν τον κόσμο. Αλλά μου κάνει κάπως βαμπιρική κατάσταση, πολύ χειριστική, και κάπου δεν εξηγείται ο μηχανισμός της. Όσο για το καλαμάρι που του αφαίρεσαν το νερό και δεν πέθανε αλλά κοιμάται και ονειρεύεται... Και φτάνουμε στην Ομφάλη, που είναι ένα σκηνικό πολύ διαφορετικό, όπου ο Παγκράτης κάνει στροφή στην καριέρα του-κι ίσως πράγματι πικρή, αν κρίνουμε από το τελικό αποτέλεσμα για τον κόσμο... να χάσει τη Βιβλιοθήκη. Υπάρχουν κάποιες σκηνές μάχης, κάποια σημεία με κάποιο είδος μαγείας, τέλος επιστροφή και ξανά πίσω... οκ. είπα ήδη πως το διάβασα απνευστί. Κάτι δεν μου δικαιολογεί τη δικαίωση στο τέλος, ούτε κάποιου είδους κάθαρση φαίνεται να υπάρχει. Αλλά και πάλι, είναι καλή ιστορία.
Αν θα διάβαζα άλλο βιβλίο της Πικρής Στροφής; ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ. Γιατί ξέρω πια και με αποδείξεις τι μπορεί να γράψει η Ευθυμία. Περιμένω με αδημονία το επόμενο βιβλίο της.
This entire review has been hidden because of spoilers.