Παράπονο… Πολύ μεγάλο παράπονο. Γιατί να πρέπει να ζω τη ζωή μου λέγοντας διαρκώς στον εαυτό μου «τέλειωσε κι αυτό, τέλειωσε κι εκείνο… Δεν υπάρχει πια αυτός ο άνθρωπος, δεν υπάρχει αυτός ο χώρος, δεν υπάρχει αυτή η αγάπη…». Γιατί να πρέπει να προχωράω έτσι; Υπάρχει κανείς που να έμαθε να περπατάει σωστά με τόσες τελείες; Εκεί που πας να σηκωθείς και να βαδίσεις ίσια μπροστά, νά σου πάλι οι τελείες, οι οποίες σιγά σιγά διογκώνονται, γίνονται σαμαράκια να σκοντάψεις κι έπειτα ολόκληροι τοίχοι. Χτυπιέσαι πάνω τους με μανία, μα δεν μπορείς να τους γκρεμίσεις. Κι έτσι αρχίζεις να κολλάς πάνω τους, να τους σκαρφαλώνεις φιδοσέρνοντας, στην προσπάθειά σου να τους ξεπεράσεις και να πας παραπέρα.
Μα υπάρχει κάποιο λάθος σ’ όλο αυτό… Υπάρχει κάποιο λάθος. Ακόμη κι αν περάσεις από την άλλη πλευρά σαν το ερπετό, αν κάνεις να στρέψεις το κεφάλι σου προς τα πίσω, οι τοίχοι που προσπέρασες –εκείνοι που δημιουργήθηκαν από τις διογκωμένες σου τελείες– παραμένουν εκεί, να σου κρύβουν τη θέα προς το παρελθόν· προς την αθωότητα… Γι’ αυτό οι άνθρωποι αποκοβόμαστε τόσο ωμά από την αθωότητά μας όσο μεγαλώνουμε; Επειδή δεν γκρεμίζουμε τα εμπόδια, αλλά τα προσπερνάμε έρποντας πάνω τους και τα αφήνουμε πίσω μας να υπάρχουν; Κάποιο λάθος υπάρχει σε όλο αυτό… Κάπου κάνουμε κάποιο λάθος…
Η Ευτυχία Κανάρη γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στη Σαλαμίνα, αφιερώνοντας κάποια έτη διαμονής σε αθηναϊκές γειτονιές. Εργάστηκε πίσω από γραφεία επί επτά χρόνια. Παράλληλα μαθήτευσε περιστασιακά σε διάφορους τομείς της τέχνης, όπως ζωγραφική και μουσική, όμως αυτό που δεν εγκατέλειψε ποτέ είναι η συγγραφή. Έχει βραβευτεί για τη συμμετοχή της σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς και έχει ολοκληρώσει έργα όπως το μυθιστόρημα «Θάνατος, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο, Χειμώνας», τα θεατρικά «Παρούσες απουσίες», «Κανείς δεν πάει πουθενά», «Γκέργκι - η Γη των ξεριζωμένων», «Αίτημα θανάτου», ποιητικά όπως το «27», «Σε σκότωσα», «Χαμένος Ήλιος», «Υπόγεια (ως ουσιαστικό, ως επίθετο, ως επίρρημα)» κ.α.