Πώς συνδέεται η δολοφονία της κόρης ενός επιχειρηματία με την ποίηση του Γιώργου Σεφέρη; Πίσω από τους στίχους κρύβεται η προσπάθεια αποτίναξης μιας εθνικής μάστιγας μέσα από κωδικοποιημένα μηνύματα, που τρεις άνθρωποι καλούνται να ανακαλύψουν τι σημαίνουν. Ενεχυροδανειστήρια που φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια την εποχή της κρίσης, επιχειρήσεις που μεταφέρουν την έδρα τους στο εξωτερικό, σκοτεινά μυστικά μιας οικογένειας που κινεί τα νήματα του πλούτου... Ένας μυστηριώδης συλλέκτης γραμματοσήμων «υπογράφει» δύο εγκλήματα ως ανταπόδοση σε ένα μεγαλύτερο, εθνικό. Τα κομμάτια σιγά σιγά βρίσκουν τον συνεκτικό τους ιστό αποκαλύπτοντας στο μεταξύ υπόγειες διαδρομές ενοχής, παραπλάνησης, εκμετάλλευσης και προσωπικών τραγωδιών... (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
«Με το νέο "ποιητικό-πολιτικό" βιβλίο της, η 'Ελενα Χουσνή μας χαρίζει ένα εξαιρετικό δείγμα γραφής, έμπνευσης, σεφερικών ευαισθησιών και σαιξπηρικών παθών (Γιάννης Πανούσης) «Το συνιστώ ανεπιφύλακτα, όχι σαν ανάγνωσμα καλοκαιρινό, αλλά ως βιβλίο που θα πάρει τη θέση του σαν κλασικό στο αστυνομικό μυθιστόρημα» (Λέανδρος Ρακιντζής)
Η Έλενα Χουσνή γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πέλλα. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες "Έθνος" και "Έθνος της Κυριακής", ως υπεύθυνη του Γραφείου Τύπου της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου και ως επικεφαλής του Γραφείου Ευρωπαϊκής Πληροφόρησης Europe Direct Βορείου Αιγαίου, ενώ σήμερα εργάζεται στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση Σάμου. Διηγήματά της έχουν φιλοξενηθεί σε συλλογικά έργα, ενώ το βιβλίο της "Άλικο σαν το ...Αίμα" έλαβε το Α΄ Βραβείο στον Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (2012). Από την ΠΕΛ εξ άλλου έχει βραβευθεί με το Α΄ Βραβείο Θεατρικού έργου (2009) και με το Γ΄ Βραβείο Μυθιστορήματος (2009). Έχει λάβει διακρίσεις και βραβεία σε πολλούς πανελλήνιους διαγωνισμούς. Το 2014 εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο "Στα άδυτα.. των δυτών" από τις εκδόσεις Δίαυλος ενώ τον Ιανουάριο του 2015 έγινε μέλος της ΕΛΣΑΛ (Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας)
Η «Χρυσή εκδίκηση» είναι ακόμη ένα καλό δείγμα της ελληνικής αστυνομικής λογοτεχνίας. Εδώ, όμως, δεν έχουμε να κάνουμε με τον κλασικό ντετέκτιβ που ερευνά την υπόθεση. Η ερευνητική ομάδα ουσιαστικά αποτελείται από τρεις δημοσιογράφους και έναν ψυχίατρο. Τα στοιχεία που προκύπτουν προέρχονται είτε από πηγές των δημοσιογράφων, την ταυτότητα των οποίων δε μαθαίνουμε ποτέ, είτε από τον ίδιο τον ψυχίατρο που συνεργάζεται άμεσα με την αστυνομία. Η εκτενής αναλυτική προσέγγιση των στοιχείων ίσως ακούγεται κουραστική, αλλά η γραφή της Χουσνή ρέει τόσο καλά που σου κρατάει το ενδιαφέρον. Στην πλοκή δε θα αναφερθώ με λεπτομέρειες γιατί η σύνοψη ήδη αποκαλύπτει πολλά. Τι σκοτεινό συμβαίνει σε μια από τις πλουσιότερες οικογένειες βιομηχάνων; Πώς σχετίζονται ο Σεφέρης και τα παράνομα ενεχυροδανειστήρια;
Το τέλος πιστεύω ότι θα διχάσει τους αναγνώστες, γιατί ανατρέπει την εικόνα που είχε σχηματιστεί για το δολοφόνο. Εμένα δυστυχώς με απογοήτευσε λίγο, αλλά όχι τόσο ώστε να μου αλλάξει τη συνολική εικόνα για το βιβλίο. Στα αρνητικά επίσης θα συγκατέλεγα το ότι δεν ικανοποιήθηκα αρκετά από τις πληροφορίες για τις ζωές των χαρακτήρων. Αν και μαθαίνουμε ορισμένα πράγματα στην αρχή, ήθελα κι άλλο. Ίσως να χρειαζόταν μια δευτερεύουσα υπόθεση, πιο προσωπική.
Σε γενικές γραμμές, πάντως, η «Χρυσή εκδίκηση» είναι ένα απολαυστικό ανάγνωσμα και ανυπομονώ για το επόμενο συγγραφικό βήμα της Έλενας Χουσνή.
Το «Χρυσή Εκδίκηση» είναι ένα ευκολοδιάβαστο βιβλίο αλλά όχι εύκολο βιβλίο. Καταπιάνεται με δύσκολα θέματα του σήμερα όπως η κρίση, τα ενεχυροδανειστήρια, οι offshore εταιρείες σε ένα του κομμάτι, αλλά και με την αιμομιξία και τον έργο του ποιητή Γιώργου Σεφέρη σε ένα άλλο. Ο καθένας θα σκεφτεί, μα και πως δένουν όλα αυτά. Κι όμως είναι αριστοτεχνικά μπλεγμένα στην υπόθεση που αφηγείται το βιβλίο. Τα στοιχεία που ξεχώρισα στο συγκεκριμένο βιβλίο και μου αρέσει να τα συναντώ στα αναγνώσματα μου όσον αφορά την αστυνομική λογοτεχνία είναι όταν υπάρχει η εναλλαγή της αφήγησης από τους καλούς, στους κακούς. Έτσι ο αναγνώστης νομίζω ότι αποκτά πιο σφαιρική άποψη των ηρώων του βιβλίου και αυτό βοηθά να καταλάβει την ψυχολογία και την ψυχοσύνθεση του δολοφόνου εν προκειμένω και όχι μόνο το κίνητρο που τον οδήγησε να πράξει με αυτόν τον τρόπο. Επίσης στο συγκεκριμένο έχουμε το μοτίβο που ακολουθούσε η Αγκάθα Κρίστι συνήθως στο τέλος των βιβλίων της δηλαδή την συγκέντρωση των ηρώων σε ένα χώρο και το ξεκαθάρισμα της υπόθεσης. Το βιβλίο μέσω της υπόθεσης του σου κάνει γνωστά κάποια από τα έργα του Σεφέρη αλλά και τον αγώνα του κατά της δικτατορίας και πολλά από τα χόμπι του. Χαίρομαι όταν χάρη σε ένα βιβλίο γίνομαι γνώστης πραγμάτων που δυστυχώς για μένα δεν έχω προλάβει να ασχοληθώ όπως θα έπρεπε. Η σύνθεση της ερευνητικής ομάδας, δεν είναι κάτι που συναντάς συχνά. Μια παρέα από δύο δημοσιογράφους, έναν ψυχολόγο και έναν αρχισυντάκτη νομίζω ότι είναι πρωτότυπη. Επίσης το ότι εξελίσσεται στο σήμερα και καταγγέλλει την δικτατορία της πλουτοκρατίας και του χρυσού εν αντιθέσει σε άλλα αναγνώσματα που επιλέγουν να μεμψιμοιρούν το βρίσκω πολύ ευχάριστο. Γενικά βρήκα το βιβλίο αρκετά προσεγμένο και καλογραμμένο και ήταν από τα βιβλία που απόλαυσα την ανάγνωσή τους.
Το νέο βιβλίο της Έλενας Χουσνή αποτελεί την συνέχεια του πρώτου της αστυνομικού μυθιστορήματος «Στα άδυτα… των δυτών», και είναι το δεύτερο μέρος μιας τετραλογίας που φιλοδοξεί να ολοκληρώσει η συγγραφέας.
Το διπλό ερώτημα που εγείρεται ειναι το εξής: Είναι η Χρυσή Εκδίκηση ένα αστυνομικό μυθιστόρημα; Κι αν ναι, είναι μόνο ένα αστυνομικό μυθιστόρημα;
Η «Χρυσή Εκδίκηση» είναι ένα νουάρ που διαβάζεται απνευστί, βάζει τη σκέψη του αναγνώστη σε κίνηση, όσο η συγγραφέας δίνει έντεχνα, με το σταγονόμετρο τα κλειδιά για τη λύση του μυστηρίου. Εδώ όμως δεν έχουμε ένα κλασσικό αστυνομικό τύπου Πουαρό. Εδώ έχουμε χαρακτήρες που συμπαθούμε μέχρι να απογυμνωθούν και να δούμε την ασχήμια τους. Έχουμε αντιπαθητικούς που αποδεικνύονται ψυχούλες ή και ψυχάκηδες. Έχει κάτι από τους αγγελικά μοχθηρούς χαρακτήρες της Πατρίτσια Χάισμιθ που κάπου πλέον στα μισά της πλοκής δεν είσαι πια σίγουρος αν είναι οι καλοί ή οι κακοί τελικά της υπόθεσης.
Έχει και κάτι από την δηκτική γλώσσα του Στιγκ Λάρσον ή του Μάνκελ που προανέφερα. Δημοσιογράφοι και οι ίδιοι, όπως η Χουσνή, με συνέπεια και καθήκον επαγγελματικό , φέρνουν στο φως σκάνδαλα, αποκαλύπτουν τη διαφθορά στη χώρα τους απ` όπου κι αν αυτή προέρχεται και σηκώνουν το χαλί κάτω απ το οποίο οι κυβερνήσεις, τα κατεστημένα και τα συμφέροντα σκουπίζουν τις βρωμιές τους. Στοιχεία που πραγματεύεται έντονα και εδώ η υπόθεση.
Το βιβλίο αυτό δηλαδή δεν εξυπηρετεί απλώς το σασπένς, είναι μια υπόθεση με ιστορικές και κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις που θα προβληματίσει. Μιλά ξεκάθαρα για κοινωνική ανισότητα, φωτογραφίζει την σύγχρονη Ελλάδα που μαστίζεται από την οικονομική κρίση και την εξόφθαλμη εκμετάλλευση εις βάρος του λαού ο οποίος επωμίζεται δυσανάλογα βάρη όσο άλλοι πλουτίζουν βρώμικα στις πλάτες του. Θυμίζει κάτι κι από τον στρατευμένο Γιάννη Μαρή σ’ αυτό το σημείο. Η οξυδερκής ματιά που αναδύεται μέσα από τα έργα του αγαπημένου συγγραφέα του Αστυνόμου Μπέκα, διακρίνεται και στο έργο της δικής μας συγγραφέως. Έχουμε υπ’ αυτή την έννοια κι εδώ ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με αμυδρά κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις, ένα ισχυρό πολιτικό σχόλιο για μια εποχή δύσκολη για τη χώρα.
Ξεπερνώντας έτσι την κλασσική δομή των αστυνομικών όπως τα ξέρουμε, δίνει μια βαρύτητα ιστορική και πολιτισμική. Πρόκειται για μια κοινωνική ακτινογραφία, δοσμένη με συγκινητική ευαισθησία. Ένα κείμενο γεμάτο Ελλάδα με τα όμορφα και τα άσχημά της. Ή μάλλον με την ομορφιά που φυτρώνει μέσα από την συμφορά και την απελπισία.
Οι πλούσιες αναφορές σε ιστορικά στοιχεία, στην λογοτεχνία και στην ποίηση της Ελλάδας, το διαφοροποιούν αρκούντως και σε πολλά σημεία από το είδος του, αυτό του αστυνομικού. Πέρα και πάνω από τα νουάρ χαρακτηριστικά του δηλαδή, χρησιμοποιεί μια πλούσια λεξιλογικά γλώσσα, γεμάτη εικόνες και συναισθήματα, με τις μεταφορές, τις δυνατές οπτικοακουστικές εικόνες, τις παρομοιώσεις, τις θέσεις και αντιθέσεις του. Η αναπάντεχα λογοτεχνική γλώσσα για το είδος του παίζει ανάμεσα στην τρυφερή ποιητικότητα που συγκινεί και συνεπαίρνει ως και την στυγνή χειρουργική ψυχρότητα που σοκάρει. Διαβάζοντάς το είχα μονίμως την αίσθηση, πως πιάνει μια - μια τις λέξεις, τις περιεργάζεται, τις κοιτάζει κόντρα στο φως, σαν να είναι κρύσταλλοι, σαν να είναι διαμάντια, τις επιλέγει επιμελώς και τις τοποθετεί σαν χρυσοχόος στη σωστή θέση με ακρίβεια, τρυφερότητα και αφοσίωση.
Για το συγκεκριμένο βιβλίο ήμουν ομιλητής του στην παρουσίασή του στις 23-11-2016 στη Βέροια. Οπότε το συγκεκριμένο σχόλιο ξεφεύγει λίγο από τα κλασικά μου και μετουσιώνεται σε μια πιο συμπυκνωμένη εκδοχή της εκεί ομιλίας μου.
Η χρυσή εκδίκηση της Έλενας Χουσνή είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ανάγνωσμα. Είναι το δεύτερο μέρος μια τριλογίας, της οποίας κοινά στοιχεία είναι ο τόπος, που είναι η Αθήνα, ο χρόνος, που είναι το σήμερα, οι βασικοί πρωταγωνιστές, καθώς και το φόντο που είναι η τρέχουσα οικονομική κρίση.
Η κεντρική ηρωίδα είναι δημοσιογράφος σε μεγάλη εφημερίδα. Είναι αυτή που από νωρίς θα λάβει τρία ανώνυμα γράμματα τα οποία θα παίξουν βασικό ρόλο στην ιστορία. Οι δύο βασικότεροι συμπρωταγωνιστές της, είναι ο πρώην αρχισυντάκτης της, ο οποίος είναι πια συνταξιούχος, και ένας σχεδόν συνομήλικός του ψυχίατρος, πολύ καλός φίλος και των δύο τους.
Προσέχοντας κανείς τις ιδιότητες των πρωταγωνιστών θα διαπιστώσει πως ενώ έχουμε να κάνουμε με αστυνομικό μυθιστόρημα, κανένας από τους τρεις τους δεν είναι αστυνομικός ή ντεντέκτιβ. Η συγγραφέας έχει επιλέξει πολύ έξυπνα να μην ακολουθήσει εκείνη την παλιά πεπατημένη κατά την οποία στα μυθιστορήματα και τις ταινίες αυτού του είδους ο πρωταγωνιστής ήταν σχεδόν κατά κανόνα ένας σκληροτράχηλος άντρας αστυνομικός. Και επειδή οι δικοί της χαρακτήρες έχουν διαφορετικές ιδιότητες από την κλασική προαναφερθείσα, η ιστορία δίνεται πλέον από διαφορετικές, αλλά και πολύ πιο ενδιαφέρουσες οπτικές γωνίες αφήγησης.
Το επάγγελμα της πρωταγωνίστριας ωστόσο, η δημοσιογραφία, λειτουργεί εξαιρετικά καλά για την όλη ιστορία επειδή έχει πρωταγωνιστικό ρόλο και στη ζωή της συγγραφέως. Ουσιαστικά, η Έλενα Χουσνή έχει επιλέξει να κάνει αυτό που προτείνουν και οι εμπειρότεροι εκ των συγγραφέων στον κόσμο: Να γράψει γι αυτό που γνωρίζει καλύτερα. Και το καταφέρνει εξαιρετικά. Ιδιαίτερα ευχάριστο μου φάνηκε επίσης που σχεδόν εξαρχής υπάρχουν και μερικά κεφάλαια από την πλευρά του δολοφόνου της ιστορίας. Εξυπακούεται πως η ταυτότητά του δε μας γίνεται γνωστή, -κάτι τέτοιο προφανώς δε θα λειτουργούσε ορθά και για την ίδια την ιστορία-, αλλά κατά τα άλλα, με αυτόν τον τρόπο, αρχίζουμε και γνωρίζουμε σταδιακά όλο και καλύτερα και τον δικό του χαρακτήρα. Μπαίνουμε αναγκαστικά και στον ρόλο του δολοφόνου, προβληματιζόμαστε με το γιατί κάνει ό,τι κάνει.
Η προαναφερθείσα τοποθέτηση του βιβλίου στο παρόν είναι και το μεγαλύτερο στοίχημά του. Το ‘γράφω για το σήμερα’ προσωπικά το θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο και απαιτητικό, διότι απαιτεί μια διαδικασία ανάλυσης αυτών που συμβαίνουν γύρω μας και στις ζωές μας, με τα οποία ως άνθρωποι πολεμάμε έτσι κι αλλιώς καθημερινά. Και για να τα γράψει κανείς όλα αυτά σωστά, θα πρέπει να τα ''διυλίσει'' και συγγραφικά. Και αυτό απαιτεί τεράστιο κόπο και ενέργεια. Ακολουθούν τρία παραδείγματα επί τούτου μέσα από το βιβλίο: 1. Υπάρχει προβληματισμός γύρω από την τάση των ελληνικών επιχειρήσεων να μεταφέρουν την έδρα τους στο εξωτερικό και τα προβλήματα που δημιουργεί κάτι τέτοιο γενικότερα στην οικονομία. 2. Σε άλλο σημείο, αναφέρονται τα ενεχυροδανειστήρια που έχουν ξεφυτρώσει σε κάθε γωνιά της χώρας μας, καθώς και οι επιπτώσεις που έχει δημιουργήσει το ξεπούλημα των αντικειμένων σε αυτά από τον μέσο Έλληνα. Ο προβληματισμός της συγγραφέως μάλιστα ξεφεύγει από το οικονομικό και πάει ακόμα μακρύτερα: με τρόπο λιτό αλλά περιεκτικό, μας εξηγεί επίσης και το πόσο ψυχοφθόρο είναι το να πουλάει κάποιος λόγου χάρη ένα κειμήλιο που είχε στην κατοχή του από πολλές γενιές πίσω. 3. Πολύ ενδιαφέρουσα είναι και η ιστορία που υπάρχει πίσω από την κοπέλα που δολοφονείται σχεδόν στην αρχή του βιβλίου, αφού ξετυλίγει μια ακόμα ιστορία της σύγχρονης πραγματικότητας: Μαθαίνουμε ότι είναι γόνος μιας πάμπλουτης οικογένειας. Παρότι όμως βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά σε σχέση με αυτή του μέσου Έλληνα, -μιλώντας οικονομικά πάντοτε- τελικά αντιμετωπίζει τα δικά της προβλήματα και αποδεικνύει ότι ούτε το χρήμα δε φέρνει την ευτυχία από μόνο του, και ότι είναι οι ανθρώπινες σχέσεις αυτές που χτίζουν υγιείς ζωές και οικογένειες. Να πω πάντως ότι, μέσα στα όσα σκληρά διάβασα στο βιβλίο, αυτή η νοσηρή κατάσταση που επικρατούσε στην εν λόγω οικογένεια ήταν το σκληρότερο, το δυσκολότερο να γραφτεί σωστά.
Τέλος, αν κάτι μου έμεινε περισσότερο από αυτό το βιβλίο είναι ότι η συγγραφέας βρήκε τον τρόπο να αποτίσει φόρο τιμής σε έναν από τους μεγαλύτερους ποιητές της χώρας μας, τον νομπελίστα Γιώργο Σεφέρη. Έχω την αίσθηση ότι είναι από τους πλέον αδικημένους μας καλλιτέχνες και με άγγιξε που η συγγραφέας τον ζωντάνεψε στο γραπτό της, που σεβάστηκε το έργο του όσο του αξίζει. Ειλικρινά εύχομαι κάθε Έλληνας που θεωρεί τον εαυτό του συγγραφέα ή ποιητή, -και πιστέψτε με είμαστε πάρα πολλοί-, να έκανε το ίδιο.
Πρώτη φορά διαβάζω μυθιστόρημα της Ελενας Χουσνή και σίγουρα δεν θα είναι η τελευταία . Με τον ακρως συμβολικό και ιδιαίτερο τίτλο << χρυσή εκδίκηση >> η συγγραφέας κεντρίζει το ενδιαφέρον του ανάγνωστη και μόλις ξεκινά να ξετυλίγεται το κουβάρι της πλοκής , γίνεται δέσμιος της ιστοριας που με δεξιοτεχνία του παρουσιάζεται . Από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα η αγωνία σε κυριεύει , γιατί το μυστήριο χτίζεται προσεκτικά ,βήμα βήμα . Τρεις δημοσιογράφοι και ένας ψυχίατρος προσπαθούν να λύσουν το μυστήριο της δολοφονίας της κόρης ενός επιχειρηματία . Παράλληλα , κωδικοποιημένα μηνύματα με στίχους του Σεφερη συνοδεύουν την έρευνα , η οποία θα έρθει αντιμέτωπη με συμφέροντα οικονομικά και με τραγικά οικογένειακα μυστικά . Το νουαρ αυτό μυθιστόρημα κάνει μια καταβύθιση στην Ελλάδα της κρίσης και η Χουσνή με διεισδυτική μάτια σκιαγραφεί ήρωες με συμπλέγματα και ιστοριες που σοκάρουν . Διαπλέκονται ενεχυροδανειστήρια , επιχειρήσεις off- shore και η αιμομειξία σε ένα βιβλίο με σεφερικες ευαισθησίες και σίγουρα με πολιτικοκοινωνικές προεκτάσεις . Διαβάζεται απνευστί, γιατί τα γεγονότα τρέχουν ενώ οι αποκαλύψεις γίνονται με μαεστρία από τη συγγραφέα μέσω των ηρώων της . Ο δολοφόνος σκιαγραφείται μέσω των σκέψεων που ο ιδιος μας εξομολογείται σε κεφάλαια που παρεμβάλλονται στην πορεία της πλοκής . Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να κάνω πως αν και ανήκει στο αστυνομικο βιβλίο δεν πρωταγωνιστεί καποιος αστυνομικος στην έρευνα αλλά δημοσιογράφοι και ψυχολόγοι . Στο τέλος ,η << χρυσή εκδίκηση >> μου θύμισε τον Πουαρό , γιατί η Χουσνη φέρνει όλα τα πρόσωπα του δράματος στον ίδιο χώρο αντιμέτωπα σε ένα ντόμινο αποκαλύψεων . Εκεί οι μάσκες πέφτουν , μυστικά έρχονται στο φως και μας αφήνουν έκπληκτους . Η αλήθεια είναι πως το τέλος μου φάνηκε ελαφρώς απότομο . Ήθελα εκτενέστερη ανάλυση και περιγραφή όσων έγιναν και ίσως των σκέψεων των εμπλεκομένων ηρώων . Ωστόσο δε πρέπει να παραλείψω πως αν και είναι το δεύτερο μέρος τετραλογίας , το οποίο αγνοούσα δεν αισθάνθηκα στιγμή πως μου λείπουν κομμάτια από το πρώτο μέρος . Επίσης , με εντυπωσίασε το γεγονός πως αψογα συνδυάστηκε η ιστορία , η πολιτική , η ποίηση και η ψυχολογία σε ένα αστυνομικο βιβλίο που πάνω από όλα θα το χαρακτήριζα ένα κοινωνικό ταξίδι στην Ελλάδα του σήμερα . Με κέρδισε η γραφή της συγγραφέως , η οποία αν και είναι απλή έχει εκφραστική δύναμη αφού πάλλεται από συναισθήματα και ένταση . Χαίρομαι ιδιαίτερα που η Ελλάδα μας τα τελευταία χρόνια έχει προσεγμένες πένες σε ένα είδος μυθιστορήματος , ιδιαίτερα δύσκολου και πολύπαθου για πολλούς λόγους που δε χρειάζεται να σας αναλύσω . Επίσης , μπράβο στον εκδοτικό οικο Κύφαντα που με ικανοποίηση παρατηρώ πως τα βιβλία του είναι αξία αναφοράς και από περιεχόμενο και από επιμέλεια . Υπηρετεί τη λογοτεχνία σε δύσκολους καιρούς με αξιοπρέπεια
Η Χρυσή Εκδίκηση της Έλενας Χουσνή είναι ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, που όμως μέσα στην ιστορία του υπάρχουν και θέματα πολιτικά του σήμερα, όπως η κρίση, τα χιλιάδες ενεχυροδανειστήρια, καθώς επίσης και κοινωνικά θέματα διαχρονικά όπως η κακοποίηση μέσα στην οικογένεια, και το έργο του ποιητή μας Γιώργου Σεφέρη. Όλα μαζί είναι πλεγμένα αριστοτεχνικά μέσα στο βιβλίο και οι ήρωες του που αποτελούνται από μια παρέα τριών δημοσιογράφων και ενός ψυχολόγου, που συνεργάζεται παράλληλα και με την αστυνομία, προσπαθούν να ανακαλύψουν την άκρη του νήματος και να φτάσουν στα ίχνη του δολοφόνου…. Ένα βιβλίο που ρέει και σου κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον, καθώς προκύπτουν ένα ένα τα στοιχεία. Τι σκοτεινό μυστικό θα μπορούσε να κρύβει μια πάμπλουτη οικογένεια, η οικογένεια του θύματος, και πως σχετίζεται η ποίηση του Σεφέρη στην ιστορία; Οι συζητήσεις των δημοσιογράφων και του ψυχολόγου προς την ανεύρεση της ταυτότητας του ενόχου μας βοηθά να καταλάβουμε την ψυχοσύνθεση του δολοφόνου και το κίνητρο που τον οδήγησε στο έγκλημα. Ένα βιβλίο που μου κράτησε το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος , συγχαρητήρια στην συγγραφέα και φυσικά το προτείνω σε όλους εσάς που σας αρέσουν τα αστυνομικά μυθιστορήματα!!
Είναι το δεύτερο βιβλίο της Έλενας Χουσνή που διαβάζω και μου άρεσε κι αυτό πολύ. Η συμπαθέστατη Νάνσυ Καρβούνη με τους συνεργάτες της και τη βοήθεια ενός εκλεκτού ψυχιάτρου καλούνται να αποκρυπτογραφήσουν τα σημειώματα ενός ευφυούς δολοφόνου της νεαρής κόρης μιας επιφανούς οικογένειας και να προλάβουν τις επόμενες κινήσεις του. Διαταραγμένες οικογενειακές σχέσεις, σκοτεινά μυστικά και απωθημένα, μέσα σε ένα γενικότερο κλίμα απαισιοδοξίας και παραίτησης, στη συχρονη Ελλάδα της ανέχειας. Στην ουσία 4,5 τα αστεράκια καθώς μου φάνηκε ότι τέλειωσε λιγάκι απότομα. Με βεβαιότητα αναμένω το καινούριο βιβλίο της Ελ. Χουσνή το οποίο ελπίζω να μην αργήσει και σίγουρα θα ακολουθώ την εν λόγω συγγραφέα σε κάθε νέα της δουλειά!
Ενδιαφέρουσα οπτική και επιλογή θέματος και χωροχρόνου (διαδραματίζεται στο σήμερα, εμπλεκόμενοι πλούσιοι επιχειρηματίες, κρίση, ενεχυροδανειστήρια κ.τλ.), αν και από ένα σημείο και μετά νομίζω ότι το σενάριο γίνεται λίγο τραβηγμένο. Η μεγάλη γκάμα θεματικών που μπλέκονται στην υπόθεση μού θύμισε λίγο το "Κινέζικοι Ψίθυροι" του Άρνε Νταλ. Το θέμα δε της αιμομειξίας πατέρα-κόρης ήταν λίγο τραβηγμένο. Αντίθετα, ωραίο ήταν το γεγονός ότι χρησιμοποίησε ποιήματα του Σεφέρη ο δολοφόνος. Βέβαια, ήταν και λίγο αδύνατο να φτάσει κανείς μόνος του στη λύση των αινιγματικών επιστολών. Η Χουσνή έχει επιλέξει να βάλει ως πρωταγωνιστές-λύτες του μυστηρίου μια ομάδα ανθρώπων (τρεις δημοσιογράφους, ο ένας εκ των οποίων συνταξιούχος, και έναν ψυχίατρο). Αυτό που λίγο με ξένισε και με μπέρδεψε είναι ότι πολλά από τα στοιχεία δεν έβγαιναν αμέσως στην επιφάνεια, αλλά πολύ αργότερα. Και αυτό, γιατί ο καθένας των πρωταγωνιστών είχε και τις δικές του πηγές. Επίσης, ενώ σε κάποια σημεία (και κυρίως στην αρχή) ήταν λίγο κουραστική η τόσο αναλυτική προσέγγιση-περιγραφή, στο τέλος όλα εκτυλίχθηκαν πολύ γρήγορα και φάνηκαν πολύ εύκολα. Πουθενά δεν δίνονται στοιχεία για να ανακαλύψει ο αναγνώστης τον δολοφόνο, ούτε είναι ξεκάθαρα τα κίνητρά του. Στο τέλος φτάνεις να τον λυπηθείς κιόλας μέχρι ενός σημείου.
Ηρεμία, σοκ, αγωνία, θυμός, σφίξιμο στο στομάχι, χαρά τα συναισθήματα που είχα καθώς διάβαζα το βιβλίο. Η δολοφονία μια κόρης ενός επιχειρηματία, ενεχυροδανειστήρια, μυστικά μιας οικογένειας, επιχειρήσεις που μεταφέρουν την έδρα τους στο εξωτερικό και η ποίηση του Γιώργου Σεφέρη... Που κολλάνε όλα αυτά αναρωτιόμουν αλλά σελίδα τη σελίδα η Έλενα Χουσνή μου έδινε τις απαντήσεις που τα ταίριαζαν όλα μεταξύ τους. Η γραφή και σε αυτό το βιβλίο πλούσια και η εναλλαγή της αφήγησης από τον καλό στον κακό ήταν οτι έπρεπε για να μπω στο μυαλό του δολοφόνου κάτι που μου άρεσε πολύ. Λάτρεψα τη τελευταία σελίδα με έκανε να κλείσω το βιβλίο με χαμόγελο. Διαβάζεται απνευστί και το προτείνω!!! Το κερασάκι στην τούρτα ήταν οι πληροφορίες για τη ζωή του Γιώργου Σεφέρη