Δύο παρέες λυκειόπαιδων που αντιπαθούν η μία την άλλη. Δύο σκοτεινά συγγράμματα μαγείας, αποτελούν τα όπλα με τα οποία θα λύσουν τις διαφορές τους. Στην πορεία, ο Σωτήρης θα πάρει την απόφαση να παραιτηθεί από τις ανίερες δραστηριότητες στις οποίες επιδίδονται οι φίλοι του. Αντί όμως να βρει τη γαλήνη που επιζητεί, ο ύπνος του στοιχειώνεται από έναν επαναλαμβανόμενο εφιάλτη. Στο όνειρό του βλέπει διαρκώς ότι πέφτει θύμα μιας αιματοβαμμένης γυναίκας...
Διαβασμένο πριν από την έκδοσή του, ένα βιβλίο που ανακατεύει την ελληνική πραγματικότητα με την λαβκράφτια αγάπη του συγγραφέα. Οι αναφορές σε ανατριχιαστικά πραγματικά γεγονότα (και δε μιλάμε για το απλό αστυνομικό δελτίο, μιλάμε για πράγματα που συγκλόνισαν το πανελλήνιο) είναι , καθώς φαίνεται, το "καλό" χαρακτηριστικό του Γιαννάκη.
Τελείωσα το βιβλίο πριν μια ώρα και αμφιταλαντεύομαι απο τότε για το τι να γράψω. Το βιβλίο κυλάει όπως πρέπει. Δεν με κούρασε σε κανένα σημείο και διάβαζα αυτά που ήθελα να διαβάσω από ένα βιβλίο τρόμου στα χνάρια του Λάβκραφτ. Το ότι θυμίζει τοσο πολύ τον πατέρα του κοσμικού τρόμου, αν και με ξένισε λίγο, γίνεται με ευλάβεια και ξεχωριστη προσωπική γραφή. Αναγνωρίζω ότι ο συγγραφέας σε αυτό το τρίτο του βιβλίο, έχει ήδη δική του γραφή και μου άρεσε που έμπλεξε σε ένα βιβλίο φαντασίας πραγματικά γεγονότα αλλα και θρύλους. Θα ήθελα περισσότερη προσοχή στην επιμέλεια, αλλά για αυτό δεν φτάνει ο ίδιος, αλλά ο εκδοτικός)και ειναι μια μεγάλη συζήτηση για να γίνει εδώ). Το τέλος του βιβλίου, μου φάνηκε λίγο περισσότερο βιαστικό από όσο ήθελα/περίμενα, μετά την τελική μάχη. Θα προτιμούσα ένα πιο γκρίζο τέλος που να άφηνε περισσότερα στην φαντασία μου, αλλά αυτό είναι προσωπικό γούστο. Σε γενικές γραμμές, θα το πρότεινα άνετα σε αναγνώστες του Λάβκραφτ, που ψάχνουν κάτι νέο, στην σημερινή εποχή, χωρίς να χάνει την αισθητική που αγαπήσαμε στον αμερικανό συγγραφέα.
Δεν θέλω να βαθμολογήσω τη "Μαρία" γιατί είμαι από αυτούς που γνώρισαν το βιβλίο κατά τη γέννησή του και το διάβασαν όταν ήταν ακόμη μια νουβέλα του μισού περίπου μεγέθους. Από τότε άλλαξε πολύ, εξελίχτηκε πολύ, απέκτησε χαρακτήρες οικείους και καλοφτιαγμένους, ενηλικιώθηκε και κατάφερε κάπως να χωρέσει και τον αστικό θρύλο της Ματωμένης Μαρίας και τη μυθολογία Κθούλου στην πραγματικότητα της ελληνικής επαρχίας - μιας ελληνικής επαρχίας τόσο πειστικής που με έκανε να googleάρω για να δω αν η Οχυρωτή είναι πραγματικό μέρος.
Στο τρίτο του βιβλίο ο Βασίλης Γιαννάκης φαίνεται ότι έχει πάει τη γραφή του ένα βήμα παραπέρα κι αυτό μόνο χαρούμενους μπορεί να κάνει τους λάτρεις του τρόμου. Μια ομολογουμένως ιδιαίτερη ιστορία ξετυλίγεται σε ένα χωριό της Πελοποννήσου όπου ο τρόμος και οι λαβκραφτικές επιρροές περνάνε πλέον σε άλλο επίπεδο. Ήδη από το προηγούμενό του βιβλίο είχε βάλει τις βάσεις για ένα νέο σύμπαν το οποίο δημιούργησε και τώρα έφτασε η ώρα να το αποκαλύψει. Η ιστορία εναλλάσσεται μεταξύ αφηγήσεων του ιδίου, αποσπάσματα από το ημερολόγιο ενός εκ των πρωταγωνιστών και ηχογραφημένα μηνύματα τα οποία μας οδηγούν αργά και βασανιστικά στη κορύφωση. Το βιβλίο έχει μια νεανική πνοή λόγω της ηλικίας των πρωταγωνιστών, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι απευθύνεται και σε νεανικό κοινό. Οι πανέξυπνες αναφορές σε πραγματικά γεγονότα καθώς και οι εκπλήξεις του ίδιου του συγγραφέα να κάνει συμμετοχές-εκπλήξεις μέσα στο βιβλίο το κάνουν τόσο αληθοφανές που πολλές φορές θα μας κάνει να αναρωτηθούμε τι είναι αλήθεια και τι φαντασία. Εν κατακλείδι η "Ματωμένη Μαρία" (με τον ομολογουμένως παράξενο τίτλο) είναι ένα must-read βιβλίο το οποίο μπολιάζει αγαπημένο παλιομοδίτικο τρόμο, σύγχρονες μεθόδους γραφής, έξυπνες πινελιές χιούμορ, πραγματικά γεγονότα και πολλές εκπλήξεις. Well done...
Το νέο βιβλίο του Βασίλη έχει και ομοιότητες και διαφορές με το προηγούμενο του - με το οποίο συνδέεται σε ένα βαθμό... Οι πανεπιστημιακές του σπουδές σίγουρα κάνουν αισθητή και πάλι την παρουσία τους, αφού τα δάση και οι περιγραφές τους βρίσκονται παντού, ενώ αυτή τη φορά σχεδόν όλη η ιστορία λαμβάνει χώρα μακριά από τις μεγάλες πόλεις του κράτους μας. Επίσης εμφανίζονται και πάλι κάποια ξένα κέντρα που επιδρούν επίβουλα, ενώ οι τοπικοί ήρωες μετά βίας κατορθώνουν να παρουσιάσουν μια αντίσταση έστω και αν ήρθαν αντιμέτωποι μόνο με μια μικρή σέκτα των ξένων και μυστικών οργανισμών. Σε εμένα έκανε μεγαλύτερη εντύπωση το ον που δίνει και τον τίτλο στο βιβλίο. Αυτό με αφορμή το γεγονός οτι δεν αποτελεί ξεκάθαρα μέρος καμιάς από τις πολυάριθμες φατρίες που δημιουργούνται κατά τη διάρκεια της πλοκής, ή παρουσιάζονται ως υπαρκτές και από πριν. Η "Ματωμένη Μαρία" δείχνει να ανήκει σε μια άλλη τάξη, για την οποία μόνο εικασίες γίνονται. Υπό μία έννοια είναι ως να πρόβαλε σχεδόν κατά τύχη σε όλα αυτά, όπως περίπου μια μάχη ανάμεσα σε δύο στρατούς επισκιάστηκε από μια απρόσμενη έκλειψη του Ηλίου.
Εύχομαι καλή συνέχεια στον φίλο και καλό συνάδελφο, Βασίλη!
Κατάγομαι από τα άγια χώματα. Αυτά που κάηκαν το 2007 στην Πελοπόννησο. Πολλά από εκείνα τα μέρη τα είχα επισκεφτεί και είχα εντυπωσιαστεί από την πλούσια βλάστηση, την αίσθηση της φύσης. Περπατούσα στις όχθες του Λούρου και γνώριζα ότι πριν πολλά χρόνια ίσως ο ίδιος ο γέρος του Μοριά να είχε κάνει την ίδια διαδρομή. Αχαΐα, Ηλεία, Αρκαδία, Μεσσηνία. Και τότε στάχτες. Εκατοντάδες πύρινα μέτωπα να ξεσπούν ταυτόχρονα και ο στρατηγός άνεμος να τα καθοδηγεί να καταστρέψουν το πράσινο.... Ξέρετε κάτι; Εν έτι 2020 όλα αυτά είναι πάλι πράσινα. Μπορεί να μην υπάρχουν τα δάση, μα τα βλαστάρια είναι εκεί. Όπως είναι και η αγνότητα του συγκεκριμένου βιβλίου. Ενός καταπληκτικού βιβλίου από έναν επιδέξιο συγγραφέα που δεν είναι άλλος από τον Βασίλη Γιαννάκη. Το προηγούμενο βιβλίο του, «Η νύχτα που έβρεξε μαχαίρια» ήταν απολαυστικότατο και δεν πρέπει να λείπει από καμία βιβλιοθήκη ενός αναγνώστη που του αρέσει το Φανταστικό και ιδιαίτερα το εγχώριο. Η συνέχεια είναι σε διαφορετικό μοτίβο, αλλά με γνώριμα χαρακτηριστικά. Πρόκειται για ένα 400σέλιδο βιβλίο που το διάβασα κυριολεκτικά σε μια μέρα. Η γλώσσα είναι απλή, λιτή, χωρίς να αναλίσκεται σε βερμπαλισμούς, πομπώδεις περιγραφές και ανούσιο λυρισμό (Για μένα ανούσιος λυρισμός είναι η περιγραφή των βαθύχρωμων φτερών της απαστράπτουσας πεταλούδας όπου οι ακτίνες του ήλιου χαΐδεύουν τα ημιδιάφανα φτερά της καθώς ταξιδεύει στους αιθέρες μοιάζοντας με το πρώτο ουράνιο τόξο που άνθισε στη ζωογόνο φύση κλπ κλπ, νομίζω πιάνετε το νόημα). Η πλοκή δεν διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας αλλά είναι καθηλωτική κυλάει αβίαστα. Ο αναγνώστης θέλει να μάθει τι γίνεται πιο κάτω. Και όταν μπλέκεται στη μέση και η μυθολογία Κθούλου τότες προσωπικά γουστάρω. Ιδιαίτερα όταν το όλο κείμενο περιέχει νότες αυτοσαρκασμού από τον συγγραφέα καθώς και ανάδειξη κακώς κειμένων στην πατρίδα μας, πράγματα που δυστυχώς ανήκουν στην καθημερινότητά μας. Αυτό για μένα είναι και το δυνατό σημείο του βιβλίο πέρα από τον τρόμο. Όλα αυτά γίνονται χωρίς επιτηδευμένη γραφή και το αποτέλεσμα κερδίζει. Δεν κουράζει, δεν είναι δήθεν. Αρνητικά; Ναι, υπάρχουν ένα κάρο. Αν ήθελα να γίνω σφαγέας, ο συγκεκριμένος τίτλος προσφέρεται. Άνετα μπορεί να το θάψει κανείς. Αλλά δεν έχει νόημα να αναλωθώ σε λεπτομέρειες ή χοντροκοπιές, πολύ απλά γιατί το βιβλίο μου άρεσε και με κέρδισε. Στα αρνητικά θα πω ότι θα έπρεπε να έχει άλλον τίτλο και ότι το τέλος υστερεί κατά πολύ σε σχέση με τα προηγούμενα δύο τρίτα. Επίσης θα μπορούσε να είναι μικρότερο, αλλά αυτό είναι. Take it or leave it. Βαθμολογία: 10/11 το πόσο μου άρεσε. 1/3 το τι προσφέρει στην ελληνική λογοτεχνία καθώς και η απήχηση στον μέσο αναγνώστη. 1/3 η αξία του έναντι του κόστους και αυτό ακροβατώντας μεταξύ 0,5 και 1 γιατί ναι μεν είναι μεγάλο βιβλίο, αλλά τα 15 ευρώ είναι κάπως. Στα 12 θα ήταν πολύ καλύτερα. Στα 10 θα έπαιρνε 3/3... Σύνολο 12/17 από μένα. ΥΓ: Οι δίδυμες γυμνές πανώριες κατάξανθες τι στο καλό έγιναν, μπορεί να μου πει κανείς; Άνοιξε η γη και τις κατάπιε; ΥΓ2: Πολλοί δευτερεύοντες χαρακτήρες είναι πιο δουλεμένοι από τον πρωταγωνιστή. Λάτρεψα Εβιλύν (Evilyn).
Το πολύ θετικό με τον Βασίλη Γιαννάκη είναι ότι μετά από μόλις 3 βιβλία έχει καταφέρει να αποκτήσει ήδη συγγραφική ταυτότητα. Ήδη από τις πρώτες 20 σελίδες της “Ματωμένης Μαρίας” μπορούσα να καταλάβω ότι διαβάζω δικό του βιβλίο ακόμα και αν δε μου το είχε πει κανείς!
Περνώντας τώρα και στην ίδια την “Ματωμένη Μαρία”, αν κάτι μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση όλων ήταν το πάντρεμα του λαβκραφτικού τρόμου –που τόσο αρέσει στον συγγραφέα του– με πραγματικά γεγονότα, τα οποία μάλιστα όταν συνέβησαν συγκλόνισαν για τα καλά το πανελλήνιο. Αναφέρομαι “στο ολοκαύτωμα της Πελοποννήσου” που έλαβε χώρα πριν από μια δεκαετία περίπου.
Ο συνδυασμός αυτός κατά την προσωπική μου άποψη λειτουργεί υπέρ της ιστορίας, διότι έτσι την κάνει πιο οικεία στον αναγνώστη. (Ειδικά σε έναν αναγνώστη όπως εμένα, που εκείνον τον καιρό βρέθηκα για βοήθεια στα χωριά του Πύργου Ηλείας. Διότι έτσι ένιωσα ακόμα περισσότερο το “άγγιγμα” της ιστορίας).
Και η ίδια η ιστορία ωστόσο είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Δύο παρέες λυκειόπαιδων που δε συμπαθούν η μία την άλλη, ξαφνικά μπορούν να λύσουν τις διαφορές τους με τη βοήθεια πανίσχυρων σκοτεινών συγγραμμάτων. Όσο απλό μοιάζει σαν αρχική ιδέα, άλλο τόσο δεν είναι, και ειδικά όταν το ένα σύγγραμμα είναι επινόηση του συγγραφέα, καθώς και επίσης επειδή συμμετέχει και ο ίδιος στο βιβλίο του, με τρόπο διακριτικό αλλά ουσιαστικό! Απλά, επειδή –δυστυχώς– η ηλικία μου απέχει κατά πολύ από αυτούς τους πρωταγωνιστές, δεν κατάφερα να ταυτιστώ εντελώς με τα προβλήματά τους. Να υπογραμμίσω πάντως ότι έχουν αποδοθεί μια χαρά και ότι αυτό είναι να κάνει μόνο με μένα. Ειδικά στο τέλος, είχα μεγάλη αγωνία να μάθω ποιοι θα επιζήσουν και ποιοι όχι.
Κλείνοντας, να επαναλάβω το βασικότερο όλων. Ο Βασίλης Γιαννάκης, μετά από τρία βιβλία, έχει αποκτήσει δύο πολύ σημαντικά γνωρίσματα: Συγγραφική ταυτότητα και σταθερή αξία στον χώρο.
Επανερχόμαστε στο σύμπαν της Νοστρομορτάλα για να παρακολουθήσουμε ακόμη μια σκοτεινή ιστορία. Δύο ομάδες λυκειόπαιδων εμπλέκονται σε ένα αδυσώπητο πόλεμο χρησιμοποιώντας σκοτεινές μαγικές δυνάμεις. Εντω μεταξύ, μια οντότητα, διψασμένη για εκδίκηση και για αίμα καιροφυλακτεί... Μια ιστορία λίγο πιο εύθυμη απο την γοητευτική Νύχτα με άμεσες αναφορές σε πραγματικά γεγονότα, κάτι που πολλαπλασιάζει το στοιχείο της ανατριχίλας. Προετοιμαστείτε για μια ανελέητη μάχη μεταξύ μαγικών ενορχηστρωμένων από άτομα που ίσως να μη καταλαβαίνουν τι είδους δυνάμεις κραδαίνουν. Και τι ρόλο παίζει η Ματωμένη Μαρία; Διαβάστε ανεπιφύλακτα το μυθιστόρημα τρόμου και μαύρης μαγείας που συνέθεσε τόσο αριστοτεχνικά ο Βασίλης και πιστέψτε με... Δεν θα απογοητευτείτε! Περιμένουμε εναγωνίως το νέο πόνημα που θα μας ταξιδέψει στον γκοτεινό και γοητευτικό κόσμο της Νοστρομορτάλα.
Eπανερχόμαστε στο σύμπαν της Νοστρομορτάλα για να παρακολουθήσουμε ακόμη μια σκοτεινή ιστορία. Δύο ομάδες λυκειόπαιδων εμπλέκονται σε ένα αδυσώπητο πόλεμο χρησιμοποιώντας σκοτεινές μαγικές δυνάμεις. Εντω μεταξύ, μια οντότητα, διψασμένη για εκδίκηση και για αίμα καιροφυλακτεί... Μια ιστορία λίγο πιο εύθυμη απο την γοητευτική Νύχτα με άμεσες αναφορές σε πραγματικά γεγονότα, κάτι που πολαπλασιάζει το στοιχείο της ανατριχίλας. Προετοιμαστείτε για μια ανελέητη μάχη μεταξύ μαγικών ενορχηστρωμένων απο άτομα που ίσως να μη καταλαβαίνουν τι είδους δυνάμεις προκαλούν, μεθυσμένων απο τη δύναμη που τους υπόσχονται... Θα τη κραδάσουν όμως; Και τι ρόλο παίζει η Ματωμένη Μαρία; Διαβάστε ανεπιφύλακτα το μυθιστόρημα τρόμου και μαύρης μαγείας που συνέθεσε τόσο αριστοτεχνικά ο Βασίλης και πιστέψτε με... Δεν θα απογοητευτείτε! Περιμένουμε εναγωνίως το νέο πόνημα που θα μας ταξιδέψει στον γκοτεινό και γοητευτικό κόσμο της Νοστρομορτάλα.