Δύο σπάνια διηγήματα του μεγάλου Γάλλου συγγραφέα Εμίλ Ζολά που ξεχώρισε όχι μόνο αναδεικνύοντας το ρεύμα του νατουραλισμού, αλλά πρωτίστως επειδή άσκησε τεράστια κοινωνική επιρροή με το έργο και τις παρεμβάσεις του.
Στο «Για μια νύχτα αγάπης» ένας νέος και άσχημος, φτωχός και ασήμαντος υπάλληλος αγαπά και θέλει να αγαπηθεί από τη μικρή Τερέζα, την κόρη του μαρκήσιου Ντε Μαρσάν. Οι σκέψεις αυτές βασανίζουν τον ήρωά μας τα βράδια που παίζει φλάουτο κάτω από τα παράθυρά της. Όταν όμως μια νύχτα η Φραγκίσκα τον καλεί στο δωμάτιό της. Ο Ιουλιανός μένει άναυδος αντικρίζοντας το αντρικό πτώμα στο κρεβάτι της και αναρωτιέται πόσα μπορεί να κάνει για. . . μια νύχτα αγάπης!
Στο διήγημα «Ναΐς Μικουλέν» παρακολουθούμε τη ζωή μιας κοπέλας που ζει στη γαλλική επαρχία και από μικρό αγρίμι μεταμορφώνεται, καθώς μεγαλώνει, σε μια όμορφη και αισθησιακή γυναίκα. Ο πόθος που προκαλεί στους άνδρες και ειδικά στον Φεντερίκ, τον εργοδότη της, εξαγριώνει τον πατέρα της που ορκίζεται να σκοτώσει οποιονδήποτε αγγίξει την κόρη του…
Émile Zola was a prominent French novelist, journalist, and playwright widely regarded as a key figure in the development of literary naturalism. His work profoundly influenced both literature and society through its commitment to depicting reality with scientific objectivity and exploring the impact of environment and heredity on human behavior. Born and raised in France, Zola experienced early personal hardship following the death of his father, which deeply affected his understanding of social and economic struggles—a theme that would later permeate his writings. Zola began his literary career working as a clerk for a publishing house, where he developed his skills and cultivated a passion for literature. His early novels, such as Thérèse Raquin, gained recognition for their intense psychological insight and frank depiction of human desires and moral conflicts. However, it was his monumental twenty-volume series, Les Rougon-Macquart, that established his lasting reputation. This cycle of novels offered a sweeping examination of life under the Second French Empire, portraying the lives of a family across generations and illustrating how hereditary traits and social conditions shape individuals’ destinies. The series embodies the naturalist commitment to exploring human behavior through a lens informed by emerging scientific thought. Beyond his literary achievements, Zola was a committed social and political activist. His involvement in the Dreyfus Affair is one of the most notable examples of his dedication to justice. When Captain Alfred Dreyfus was wrongfully accused and convicted of treason, Zola published his famous open letter, J’Accuse…!, which condemned the French military and government for corruption and anti-Semitism. This act of courage led to his prosecution and temporary exile but played a crucial role in eventual justice for Dreyfus and exposed deep divisions in French society. Zola’s personal life was marked by both stability and complexity. He married Éléonore-Alexandrine Meley, who managed much of his household affairs, and later had a long-term relationship with Jeanne Rozerot, with whom he fathered two children. Throughout his life, Zola remained an incredibly prolific writer, producing not only novels but also essays, plays, and critical works that investigated the intersections between literature, science, and society. His legacy continues to resonate for its profound impact on literature and for his fearless commitment to social justice. Zola’s work remains essential reading for its rich narrative detail, social critique, and pioneering approach to the realistic portrayal of human life. His role in the Dreyfus Affair stands as a powerful example of the intellectual’s responsibility to speak truth to power.
This short story is about a young man named Julien who despite being very shy and awkward and believing himself to be ugly and gauche, is content living his ordinary and solitary life.
Despite being bullied for his clumsiness and diffidence, Julien finds comfort in playing his flute or walking around in nature.
Everything is as it should be until the day he sees Thérèse, the daughter of his well-to-do neighbors looking out her bedroom window.
"Στις θερινές βραδιές, όταν η συνοικία κοιμόταν και το ανάλαφρο αυτό τραγούδι έβγαινε από το μεγάλο δωμάτιο το φωτισμένο μ' ένα σπαρματσέτο, θα 'λεγε κανείς πως άκουγε μια ερωτική φωνούλα τρεμάμενη και σιγανή, που εμπιστευόταν στη μοναξιά και στη νύχτα, ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να το πει τη μέρα... 'Αλλωστε του άρεσε το σκοτάδι. Τότε καθόταν μπροστά σ' ένα παράθυρο, αντίκρυ στον ουρανό, κι έπαιζε στα σκοτεινα. Οι διαβάτες σήκωναν το κεφάλι κι αναρωτιόντουσαν από που τάχα ερχόταν αυτή η τόσο αδύναμη κι όμορφη μουσική που έμοιαζε σαν κελάηδισμα απόμακρου αηδονιού..."
Τρεις μικρές ρεαλιστικές ιστορίες ανάμεσα στη σχέση άνδρα-γυναίκας με σεξουαλικα πάθη, κοινωνικά ήθη που έχουν άρωμα ανηθικότητας, αρρωστημένα μυαλά για δύναμη και ισχύ και ατέλειωτες δόσεις αντιφάσεων-φθόνου-ψέμματος και πόνου στο βωμό του ερωτικού πόθου και των απολαύσεων.
Η συγκεκριμένη έκδοση από την Εμπειρία Εκδοτική περιέχει την μετάφραση του διηγήματος Pour une nuit d'amour (στα ελληνικά Για μια νύχτα αγάπης) κατονομάζοντας ως μεταφραστή κάποιον Φρίξο Ηλιάδη.
Δείτε τώρα την έκδοση του Ηριδανού η οποία περιέχει την μετάφραση του Ηλία Ηλιού:
Και ιδού και οι δύο μεταφράσεις Α. Από Εμπειρία Εκδοτική:
Β. Από Ηριδανό:
Και οι δύο δίπλα - δίπλα:
Με εξαίρεση κάτι ελάχιστες μικροπαρεμβάσεις είναι πανομοιότυπη. Η μετάφραση του Ηλιού είχε κυκλοφορήσει χωρίς χρονολόγηση αρχικά από τον Γανιάρη κάπου μέσα στην δεκ. του 1920 (το αναφέρει ο Ηριδανός και έχω την σπάνια αυτή έκδοση στην προσωπική μου συλλογή). Δεδομένου ότι ο Ηλίας Ηλιού πέθανε στα 1985, πάνε μόλις 32 χρόνια από τον θάνατό του δεν μπορεί καν να ισχυριστεί κάποιος πως πρόκειται για έργο public domain. Η δε μετάφραση του Ηριδανού είναι ακόμα και σήμερα διαθέσιμη στα βιβλιοπωλεία. Και το ερώτημα είναι το εξής. Αν η Εμπειρία Εκδοτική έχει εξασφαλίσει την άδεια να δημοσιεύσει την μετάφραση του Ηλιού, τότε γιατί δεν αναφέρει το όνομα του πραγματικού μεταφραστή;
Πάμε τώρα στο δεύτερο διήγημα του τόμου: Ναΐς Μικουλέν. Στα 1934 κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ακροπόλεως μια ανώνυμη μετάφραση. Κάποια χρόνια πριν είχε κυκλοφορήσει και σε ανεξάρτητο τόμο: Ναΐς Μικουλέν εκδ. Γανιάρης, Αθήνα 1920. Μόνο τα αρχικά του μεταφραστή αναφέρονται Π. Π. ωστόσο ο Κασίνης υποθέτει βάσιμα πως πρόκειται για τον Πέτρο Πικρό:
Το ανωτέρω τομίδιο το έχω εντοπίσει στο ΕΛΙΑ. Θέλετε να δείτε και την μετάφραση από την Εμπειρία Εκδοτική; Ιδού:
Θέλετε να μάθετε και για τον άλλο τόμο με τις μεταφράσεις που αποδίδονται στον Φρίξο Ηλιάδη με τίτλο "Οι τέσσερις μέρες του Γιάννη Γκουρντόν"; https://www.goodreads.com/book/show/3...
Είναι από παλαιότατη μετάφραση του Καίσαρα Εμμανουήλ που έχει κυκλοφορήσει από τον Σαλίβερο χωρίς χρονολόγηση και από τον Γανιάρη στα 1925.
Όλα αυτό το μπάχαλο έχει ξεκινήσει πολύ παλιότερα όταν ο Σμυρνιωτάκης είχε κυκλοφορήσει τις ίδες ακριβώς μεταφράσεις σε αχρονολόγητες εκδόσεις (ίσως μέσα στην δεκ του '80) με ίδιους τίτλους, όπου δεν αναφέρει κανένα όνομα μεταφραστή απλά την επιμέλεια κάποιας Ματίνας Σιάκη, από εκεί προκύπτουν και οι ελάχιστες μικροδιαφορές στα κείμενα καθώς έγινε μια προσπάθεια να γίνουν τα κείμενα λίγο πιο προσιτά στον σύγχρονο αναγνώστη. Εκεί αποδεικνύεται πως η αρχική του πηγή είναι πρωτίστως οι παλαιότατες εκδόσεις του Γανιάρη (ίσως και του Σαλίβερου) καθώς συμπεριλαμβάνει και ένα ακόμα μικρό διηγηματάκι του Ζολά με τίτλο Η ιστορία του μικρού γαλάζιου παλτού της αγάπης (la legende du petit manteau bleu de l’ amour). Και η ίδια ιστορία επαναλαμβάνεται ως τα 2017 χωρίς την μικρή αυτή προσθήκη.
Έκδοση Γανιάρη:
έκδοση Εμπειρία Εκδοτική:
Ας σταματήσει όμως αυτό κάποια στιγμή. Οι αρχαιότερες εκδόσεις μας ψηφιοποιούνται. Οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι των βιβλιοθηκών είναι πλέον προσβάσιμοι από το διαδίκτυο. ΤΙΠΟΤΑ πλεον δεν πρόκειται να περνάει απαρατήρητο.
Όποιος θέλει να κυκλοφορεί μεταφράσεις να πληρώνει (να καλοπληρώνει) μεταφραστές και να κυκλοφορεί καινούργιες ή αν θέλει να επανακυκλοφορήσει παλαιότερες να ξεκαθαρίζει ακριβώς τις πηγές του και να αναφέρει τα ονόματα των πραγματικών μεταφραστών και φυσικά να εξασφαλίζει τα δικαιώματα εφόσον υπάρχουν.
Πραγματικά ελπίζω ο εκδοτικός να βγει και να ζητήσει μια δημόσια συγγνώμη και να μην επαναλάβει το λάθος του.
عشق را هر کس به گونهای میبیند: یکی آن را واکنش شیمیایی میداند، دیگری تجربهای روحانی، و بعضی آن را توهمی میپندارند که انسان برای معنا دادن به رنجش ساخته است. اما شاید حقیقت عشق جایی میان این دو قطب پنهان شده باشد، همانجایی که عقل فرو میریزد و احساس، فرماندهی جان میشود. در جهان زولا، عشق نه نجاتبخش است و نه مطلقاً تباهکننده؛ نیرویی است کور، خشن و بیرحم که انسان را از درون میجود.
عشق؛ کلیشهای خواندنی
نوشتن دربارهی عشق شاید به نظر تکراری برسد، اما زولا نشان میدهد هنوز میتوان از زاویهای تازه به آن نگریست. او عشق را نه در قالب رؤیایی شاعرانه، بلکه در تضاد طبقاتی، در تاریکیِ میل و حسادت، و در روان انسان عادی تصویر میکند. برای یک شب عشق داستانی کوتاه اما لایهمند است؛ همانند مینیاتوری که در چند صفحه، جهانی از شور، ترس، زیبایی و گناه را به نمایش میگذارد.
عشق، عقل، جنون
ژولین، پسر تنهایی است که میان فقر و خیال، در آپارتمانی کوچک با نغمهی فلوتش آرامش مییابد. اما وقتی در قاب پنجرهی خانهی مجلل روبهروی خود، دختری زیبا به نام ترز را میبیند، زندگیاش از هم میپاشد. این نگاه، آغاز سقوط اوست. عشق در نگاه اول، به وسواسی بیمارگونه بدل میشود؛ همان نبرد همیشگی میان عقل و جنون.
«روز بعد در اداره پست، خبر مهم این بود که دوشیزه ترز دومارسن صومعه را ترک کرده است. ژولین نگفت که او را زیر انبوه گیسوانش با گردن برهنه دیده است. سخت نگران بود، احساسی مبهم به این دختر جوان داشت؛ دختری که قرار بود عاداتش را بهم بزند. بیشک این پنجره که او میترسید که هر لحظه کرکرههایش باز شود، سخت عذابش میداد.»
جمعبندی؛ کوتاه و شگفتانگیز
در تعداد کمی از صفحات، زولا جهانی میسازد که هم عاشقانه است و هم دهشتناک. شخصیت پردازی خوب و توصیفات جذاب از نقاط مثبت کتاب به شمار میآیند. داستانی که شروع، اوج و پایانبندی قابلقبولی همراه با لایههایی از مسائل روانشناسی ارائه میدهد میتواند شگفتانگیز باشد.
Για μια ερωτική βραδιά: Υποτίθεται ότι είναι ο πατέρας του νατουραλισμού, ρεύμα το οποίο εγώ απεχθάνομαι. Πώς διάολο έτυχε και διάβασα τη Χαρά της ζωής στην οποία αντικρούει το νατουραλισμό με ρεαλισμό σε ένα συνεχές μπα – ντε – φερ και εν συνεχεία διαβάζω αυτό εδώ ε μάλλον είναι η τύχη του πρωτάρη. Καίριες, εύστοχες παρατηρήσεις με τρομερή ευαισθησία στα σημεία που χρειάζεται και αδυσώπητες ευθύγραμμες χαρακιές σε όλα τα υπόλοιπα. Γνωρίζουμε στην αρχή το Ζουλιέν, αυτό το δειλό, ήσυχο άνθρωπο του ανώτεριου ποιού που εξυψώνεται μέσω της μουσικής. Η φλογέρα είναι η μούσα που τον ανεβάζει στον Όλυμπο κάθε στιγμή που ξεκινά η σχόλη του μέσα στις καθησυχαστικές συνήθειες του. Ακόμα κι ο έρωτας του αποδίδεται όχι με μια καντάδα, έχει διαφορά: με μια μουσική πολιορκία. << όταν όλοι στη γειτονιά κοιμούνταν κι απ’ το μεγάλο δωμάτιο, που το φώτιζε μονάχα το κερί, αναδίδονταν αυτή η ευαίσθητη μελωδία, η μουσική του έμοιαζε με τη φωνή ερωτευμένου που, τρεμάμενη και σιγανή, εκμυστηρεύεται στη μοναξιά και τη νύχτα ό,τι δεν τόλμησε ποτέ του να πει στο φως της μέρας… Έμοιαζε λες και το τραγούδι το έλεγε η ίδια η Νύχτα. Τόσο όμορφα έσμιγε με το αθόρυβο αεράκι μες στο σκοτάδι >>
Υπάρχουν όμως τόσα πολλά σταθερά σημεία στη ζωή του, όλα εκείνα που έχει συνηθίσει – έχει εκπαιδευτεί να τα βλέπει σε μια θέση, κατά κάποιο τρόπο όπως όλοι μας άλλωστε, για να δίνουν ασφάλεια σε μέρες που αλλιώς θα μας πλήγωναν πολύ ευκολότερα οι άλλοι << Κι είχε τόσο πολύ συνηθίσει στη θέα του γρασιδιού που φύτρωνε και μεγάλωνε στα σκαλοπάτια του σπιτιού, είχε τόσο πολύ συνηθίσει την γκρίζα πρόσοψη και τα μαύρα παντζούρια του, που όλα τους μαζί του φαίνονταν δεδομένα, απολύτως αναγκαία για τη γαλήνη της γειτονιάς >>.
Όταν όλα διαταράσσονται, εντέλει πάντα κλιμακώνονται προτού σωπάσουν, αν σωπάσουν. Για καθένα μας στα μέτρα των δυνατοτήτων αλλά και του ποιού του. Κι ας είναι το ερωτικό πάθος – η σεξουαλικότητα από μόνη της μια ταυτότητα συνδεδεμένη κι ανεξάρτητη απ’ την οντότητα μας. << Είχε ανάγκη να καταλάβει όλο το χώρο με τα τεράστια μέλη του, να της επιβάλει τη θέα του ξαναμμένου από το πάθος προσώπου του. Μετά πέρναγε βδομάδες στο παράθυρο του, εξαντλώντας την με την όψη του. Δυο φορές μάλιστα, της έστειλε φλογερά φιλιά με όλη την κτηνώδη εκείνη αίσθηση του ντροπαλού ανθρώπου που μια έκλαμψη θάρρους τον τρελαίνει >>.
Κι απέναντι του ποιοι είναι αυτοί που στέκονται; Ποια τα άλλα πρόσωπα του δράματος; Μα… είναι δράμα; Αααα…. Μα θα πρέπει να το διαβάσετε. Ας αφήσουμε απέναντι του τον Κολομπέλ που διαρκώς τον ταπεινώνει όσο κι εκείνος ταπεινώνεται απ’ την … αφέντρα του ( σε απόλυτη αντιστοιχία με τον όρο της Mistress και ο νοών … )
Πολύ χαλαρά 5 γι’ αυτή την 30σέλιδη ιστοριούλα που τη φυλλομέτρησα για να σιγουρευτώ και που μόνο ένας ΤσβάΪχ κι ένας Μωπασάν καταφέρνουν σε μερικές σελίδες να χωρέσουν τόσο μεγάλες ιστορίες.
Ναντάς: Ξεκινώντας να μας μιλήσει ο συγγραφέας για το ποιος είναι ο Ναντάς, η σύσταση του ως τον άνθρωπο που ακριβώς εκείνο στο οποίο υστερεί πείθει τον εαυτό του πως είναι και το μοναδικό που αν είχε είναι αυτό που αρκεί για να κατακτήσει όλες τις επιθυμίες του και που τελικά πράγμα που συναντάμε συχνά – και στους εαυτούς μας – ψηλαφεί μέσα του τη φλόγα της φιλοδοξίας και της θέλησης που μετατρέπει στη φυλακισμένη δύναμη που του λείπει. Ένας ονειροπόλος που μένει σε ένα φριχτό σπίτι, χωρίς θέρμανση, με λερή ταπετσαρία και δε μαυρίζει την ψυχή του γιατί κάθε πρωί αντικρίζει το Λούβρο και σκέφτεται να εδώ μπροστά μου είναι σήμερα να το κατακτήσω. Ναι αυτός ο άνθρωπος έχει δύναμη μέσα του, λέγεται αισιοδοξία, ακόμα κι αν δεν καταλάβει ποτέ πως λειτουργεί αυτή η δύναμη και το θησαυρό της.
Πάμε παρακάτω. Ο άνθρωπος παιδάκι μου που έχει φτάσει να μην έχει να φάει και αποφασίζει ως και στη χαμηλότερη τιμή να πουλήσει τον εαυτό του ως υπηρεσία ( ξαναγράφω: τον εαυτό του ως υπηρεσία, έχει τη σημασία του αυτό ) δε λογαριάζει πως δε θα καταφέρει ποτέ να πουλήσει την ψυχή του. Πουλάει μια ουσία του μυαλού του, αλλά όχι όλο του το νου και σίγουρα όχι τα πολύ μέσα του, άρα διατηρεί κάτι απ’ την αξιοπρέπεια του – αυτή που κάποτε μεταστοιχειώνεται σε γαλήνη με τα χρόνια. Προς το παρόν όμως ας κρατήσουμε μόνο την αξιοπρέπεια, μ’ ένα χρώμα νεανικό. Βάλε τώρα πάνω σ’ αυτό και το ερωτικό πάθος που όπως μας έδειξε στην παραπάνω ιστορία, ο καπιτάν Ζολά είναι από μόνο του μια ταυτότητα, κάντο και καταδικασμένο, κάντο και αόρατο απ’ την ενδιαφερομένη ε και φαντάσου τι γίνεται.
Όλα καλά θα ήταν μόνο που παρακάμπτει σημεία της σκάλας που εγώ θεωρώ σημαντικότερα εν προκειμένω, όπως τον αριβισμό, τη γέννηση της εξουσιολατρείας, τον κλιμακούμενο εγωισμό του ανθρώπου που διψώντας πίνει και πίνει ώσπου ξεδιψά και κάπου φτάνει, οπότε κάπου σε αυτό το άλμα των 10 χρόνων. Αλλά εν συνεχεία η αποτύπωση του ανθρώπου που μπρος στο πάθος μπορεί να διαγράψει τα πάντα, όσο και η έλλειψη του μπορεί να τον κάνει να θελήσει τα πάντα είναι εξαιρετική, ακόμα και σε ένα αντιστρατήγημα να επιτύχει τα πάντα. Κι ίσως κάπου κάπου ο νεκρωμένος άνθρωπος, ο μη διαθέσιμος αλλά όχι με προσποίηση να μοιάζει ερωτεύσιμος, ή και κάτι παραπάνω. 3
Νηστεία: << η ευχαρίστηση που ένιωθε προερχόταν, πάνω απ’ όλα, από μια αίσθηση μικρότητας μπροστά σ’ όλη αυτή την ευδαιμονία. Όμως, χωρίς να το καταλαβαίνει, αυτό που πραγματικά τη γαργαλούσε τόσο γλυκά ήταν το άνοιγμα του ζεστού αγωγού που φύσαγε κάτω ακριβώς απ’ τα φουστάνια της. Η μικρή βαρώνη πραγματικά ήταν ευαίσθητη στο κρύο. Ο ζεστός αέρας έστελνε διακριτικά τις θερμές του θωπείες από τα νύχια ως την κορφή, εκεί που τελείωναν οι κάλτσες της. Άρχισε να γλαρώνει, κολυμπώντας μέσα σε αυτή την τρυφερή, γλυκιά ζεστασιά >>
<< τον ήξερε καλά τον εφημέριο η μικρή μας βαρώνη. Του άρεσε ο σολομός, το Πομάρ ήταν το αγαπημένο του κρασί. Όμορφος πραγματικά μεταξύ τριανταπέντε με σαράντα χρονών κι ένα πρόσωπο στρογγυλό και ροδόχρωμο, που εύκολα μπορούσε να μπερδέψει κανείς την ιερατική του όψη με το χαριτωμένο προσωπάκι υπηρέτριας σε αγρόκτημα >>
Είναι μια ήπια ιστορία με βιτριολικό χιούμορ που κινείται σε παράλληλες στιγμές με τα ίδια πρόσωπα αντιπαραβάλλοντας την ευσέβεια του επαγγελματία ιερέα με τον καλοζωισμένο μπον βιβέρ και απ’ την άλλη τη μικρή βαρώνη που θεωρεί πως έχει λάβει το μερίδιο της απ’ τα δεινά κοιτώντας τον κόσμο απ’ τα παράθυρα της άμαξας της με τις ομπρέλες και βρέχοντας λίγο τα ποδαράκια της καθώς κατεβαίνει. Και μέσα στην αποχαύνωση του ζεστού αγωγού βλέπει και το νεαρό δούκα του Π και μια τον φαντάζεται σα γυμνό άγγελο και την άλλη σα χερουβείμ με ρεντιγκότα. Ήταν πολύ διασκεδαστική και για κάποιο λόγο χωρίς να μπορώ να εντοπίσω κάποια σύνδεση μου θύμισε κάτι απ’ τις μικρότερες ιστορίες του Μαρκέζ και του Στάϊνμπεκ. 2,5 - 3,0.
Νομίζω το βιβλιαράκι το είχα αγοράσει 2 ευρώ, μπορεί και φτηνότερα. Αξίζει πολύ παραπάνω.
امیل زولا در یک کتابِ کمحجم، از مردِ جوانی روایت میکند که بدقواره، زشت و آنطور که خودش فکر میکند مایهی تمسخر است. ما تصویری از این جوان در اختیار نداریم و تنها دستاویزمان توصیفاتی است که راوی از این شخص ارائه میدهد:"ژولین بلندقامت، قوی و استخوانی بود و دستهای درشتی داشت که معذبش میکرد. با آن کلهی مربعی که گویی زیر دست پیکرتراشی ناشی نیمهکاره رها شده بود،خود را زشت احساس میکرد، و این باعث میشد خجالتی باشد، خاصه در حضور دختران." نمیدانیم باید به او اعتماد کنیم و بپذیریم که این مرد که ژولین نام دارد زشترو و بدهیبت است؟ به هر حال فارغ از زشت بودن یا نبودن، ژولین بی شک از کمبود اعتماد به نفس مالامال است، تا آن حد که:" به نظر میرسید پذیرفته باشد که به همین شکل پیر شود، بی هیچ دوستی و رفاقتی، بی هیچ ماجرای عاشقانهای، با سلایقِ راهبی محبوس." غالبا کمبود این اعتماد به خویشتن را به رفتار دیگران نسبت میدهند. بله، درست است. ابدا نمیشود زمینه و ساحتِ اجتماعیِ این فقدان یا کمبود را کتمان کرد، اما در این موردِ بخصوص، از دست دادنِ اعتماد به نفس و مردم گریزیِ ژولینِ ما چندان به خاطر رفتار مردم و اجتماع نیست و بیشتر امری فردی بنظر می آید. چرا که: "زنان کارگر شهر "پ"، آن زنان سرزنده و ناقلا وقتی دیده بودند که ژولین مقابلشان دچار تنگی نفس میشود و خندههای تشویقآمیزشان را تمسخر فرض میکند،سرانجام او را به حال خود رها کرده بودند." البته گاهی آدمیزاد زیاد از حد خودش را در آغوشِ تفکراتِ بجا و نابجا می اندازد و به همین واسطه دست به پیشبینی میزند؛ حدسِ رفتارهای احتمالیِ مردم.
بنظرم حادثهی محرکِ داستان و آغازِ شوربختیِ ژولین از همین کمبود جریان پیدا میکند. این جویِ جریان یافته میرود و میرود تا به جویبار شانتکلر-جایی در انتهای پل سنگی- میپیوندد. مردِ توجه ندیده ای که با یک گوشه چشمِ اغواگر هویتش را نادیده میگیرد، عقلش را سرکوب میکند و دست به هر کاری میزند.
"برای یک شب عشق" مرا به یاد "شب های روشنِ" استاد فئودور داستایفسکی و آن پرسشِ معروف میاندازد. "تو را برای آن دقیقهی شادی و سعادتی که به دلی تنها و قدرشناس بخشیدی دعا میکنم...یک دقیقهی تمام شادکامی! آیا این نعمت برای سراسر زندگی یک انسان کافی نیست؟"
اما از دخترِ جوانِ داستان هم غافل نشویم. کاراکترِ تا حدودی آفرودیت که از زیبایی و اغواگریاش برای پیشبرد هدفهایش بهره میگیرد. بطوری که " همان احمقی که به حالت سگی متواضع فلوت میزد" به یکباره شایستگی و لیاقتِ دریافتِ بوسهی گرم و فریبندهاش را پیدا میکند.
چندی پیش در جایی دوست عزیزی اذعان داشت که دو دسته افراد مورد اقبال قرار نگرفته و حقیقتِ تلخِ زندگی به صورتشان کوبیده میشود: زنان نازیبا و مردان فقیر.(بماند که این شخص در پی فروش مشاورههای توسعه فردی و درآمدیِ خود بود.) اما نکتهی جالب اینست که در اینجا با مردی - البته که به کل با مسئلهی تعیین زیبایی و زشتیِ ظاهری مخالفم ولی از آنجا که ژولین چنین باوری دارد - نازیبا طرف هستیم که به همین واسطه خودش را جدا کرده و به انزوایی خودساخته و خودخواسته پناه میبرد:" بهشتِ ژولین، جایی که در آن راحت نفس میکشید، اتاقش بود. تنها آنجا خود را از مردم ایمن میدانست." اما به هر حال هر کسی زیباییِ خاصِ خودش را دارد و نباید اجازه بدهد اینچنین بازیچهی عدهای کمخرد شود.
دربارهی کتاب چیز بیشتری نمیشود گفت-یا لااقل من نمیتوانم بگویم- که داستان فاش نشود چراکه بخش مهم و قابل نقد و بررسی همان چند صفحهی پایانی است.
Ένα μικρό βιβλιαράκι όπου ο Ζολά δίνει συμπυκνωμένη μια ιστορία εκμετάλλευσης, χειραγώγησης και ξεχειλώματος των ορίων που προκαλεί το ερωτικό πάθος. Η αγνότητα του ενός εκ των ηρώων με τον άλλο να είναι ακριβώς το αντίθετό του είναι κάτι που εξυπηρετεί θαυμάσια αυτό που προφανώς θέλει να δηλώσει ο Ζολά. Η δε κατάρρευση του πιο αδύναμου από τους δύο, γεγονός που δεν αγγίζει στο ελάχιστο τον δυνατότερο, φαίνεται να είναι το πλέον φυσικό επακόλουθο. Τοποθετημένο σε μια εποχή που οι κοινωνικές ευπρέπειες αγγίζουν τα όρια της υποκρισίας, νομίζω ότι θα κρίθηκε ως αρκετά τολμηρό ανάγνωσμα. Και παρόλο που η βασική ιδέα είναι ενδιαφέρουσα, συν το γεγονός ότι εκτιμώ ιδιαίτερα τον Ζολά, δεν με κέρδισε όπως θα περίμενα.
“Per una notte d’amore”, uscì nel 1879 sul Le Messagger de l’Europe col titolo “Un drame dans une petite ville de province”. Julien, perdutamente innamorato della bella e perfida Thérèse lascia alle note del suo flauto il compito di raccontare il suo amore. A Zola bastano pochi tratti per farci conoscere Thérèse in tutta la sua cattiveria. Già a sei anni tiranneggia il piccolo Colombel, suo fratello di latte. Molto bianca, occhi neri, profondi, senza luce, labbra d’un rosso vivo scosse da un lieve brivido quando succhia le caramelle con gli occhi socchiusi. Allo stesso modo succhierà la vita. Per liberarsi di Colombel, presenza oramai immobile e imbarazzante, ricorrerà al povero Julien, lo scemo che suonava il flauto, appoggiato alla finestra, con quell'aria da cane docile. E mentre il dramma volge al termine, la sua figura si staglia, là, in cima alla gradinata, le braccia nude, completamente bianca nel suo abito da ballo.
In “Nantas”, del 1878/79, anch’esso pubblicato sulla stessa rivista col titolo “Histoire vécue”, protagonista è il figlio di un muratore di Marsiglia, giovane dall’ambizione smisurata, di grande intelligenza e capacità, ma profondamente povero e senza lavoro. Nonostante la precarietà della sua esistenza, lotta e sogna. Persi i genitori, si trasferisce a Parigi. È disposto a tutto pur d’avere la possibilità di conquistare il mondo con le proprie forze. In un momento di sconforto, mentre medita il suicidio, affiora alla sua mente l’immagine di una fanciulla bionda e altera di cui non conosce il nome ma ne ha colto la bellezza. Un pensiero lo attraversa: «Oh! Mi venderei, se mi dessero le prime cento monete della mia futura fortuna mi venderei!». L’occasione arriva. Il prezzo: coprire una vicenda vergognosa sposando la figlia del barone Danvilliers. Finalmente può dimostrare ciò di cui è capace. L’ascesa di Nantas inizia. Arriva il successo e con esso il denaro. Gli accordi da rispettare si rispettano. Ma i sentimenti non sanno che farsene degli accordi. I sentimenti non accettano e non ubbidiscono agli ordini. Mai.
Δεν σταματάει να με ξαφνιάζει η αμεσότητα και η απλότητα της ρεαλιστικής γραφής του Ζολά. Μπορεί να σου παρουσιάζει μια γλυκανάλατη ρομαντική ιστορία που σε προδιαθέτει για έντονη βαρεμάρα και πιθανά να σκεφτείς να την παρατήσεις, όταν τελείως φυσιολογικά στην επόμενη σκηνή συμβαίνει ένας βιασμός, μια απόπειρα φόνου κ.ο.κ., αλλά χωρίς να έχει αυτό τον αέρα του shock value που το έγκλημα γίνεται απλά για να τραβήξει αναγνώστες το βιβλίο από την βαβούρα που γίνεται γύρω του, όπως συναντάμε σε πολλά μυστηρίου.
Εδώ το έγκλημα, το σκοτάδι της ανθρώπινης φύσης υπάρχει τελείως φυσιολογικά, όπως είναι και στην πραγματικότητα. Οι άνθρωποι δεν είναι τα γεννημένα τέρατα που πάσχουν από ψυχολογικά που έρχονται από χρόνια ψυχολογικής/σωματικής κακοποίησης. Οι άνθρωποι του Ζολά είναι ακριβώς αυτό: Άνθρωποι, και ως τέτοιοι πολλές φορές είναι απολύτως φυσιολογικοί μέχρι να μην είναι.
Ο τρόπος που ο συγγραφέας προσεγγίζει το γεγονός πως μια καταστροφή είναι ένα βήμα μακριά και όχι χιλιόμετρα, όλα σε ένα πλαίσιο ημιρομαντικό, ημιονειρικό, βαθιά περιγραφικό, είναι εξαιρετικός. Και αυτή είναι η ομορφιά του Νατουραλισμού και του πιο σημαντικού εκπροσώπου του αλλά και ιδρυτή του. Το πως περιγράφει χωρίς μελόδραμα, σαπουνοπερικά τεχνάσματα και λαϊκισμό την πραγματικότητα που είναι περισσότερες φορές γεμάτη με πόνο, δυστυχία και σκοτάδι παρά με φως.
Ο Emile Zola έχει μια ξεχωριστή ικανότητα να σκιαγραφεί κ να περιγράφει τις γυναικείες φιγούρες και ηρωίδες μέσα από τις πράξεις της καθημερινότητάς του. Το ίδιο θα μπορούσαμε να σημειώσουμε και για τους άνδρες ήρωες, που δεν χάνει την ευκαιρία να τους παρουσιάσει ως θύματα του γυναικείου φύλου και της πλάνης που το χαρακτηρίζει. Σε κάθε περίπτωση καθίστανται οι φανερές συνέπειες του έρωτα...και καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως φάρμακο για τον έρωτα δεν υπάρχει!
I liked the story and the main character, Julien. His personality and way of life were painted very vividly, and the development of his love also felt very real. The life of the other main character was a sharp contrast, and their subsequent clash filled me with trepidation.
The ending felt a little rushed though. I felt like the kind of resolution the story had required a little more context or explanation, it felt a little flimsy compared to the solidness of everything else in Pour une nuit d'amour. Still, it was a great read!
I was supposed to read Pour une nuit d'amour during my vacation in France but I was vacationing so hard I got only 15% into this short story in the 10 days I was there. No matter, I finished it now. It's the first time I attempted to read Zola in the original, and I'll admit I'm feeling very smug about it.
Λοιπόν δεν ξέρω τι να πω γι'αυτό το βιβλίο.Ξέρω ότι ο Εμίλ Ζολά θεωρείται πολύ ύψιστος συγγραφέας,αλλά μόνο αυτό το έργο του έχω διαβάσει μέχρι στιγμής.Δεν μπορώ να πω ότι με ενθουσίασε.
Στην πρώτη ιστορία,βλέπουμε μια κοπέλα πως μεταχειρίζεται τους άντρες γύρω της καθώς και τα άκρα στα οποία μπορεί να φτάσει ο αφελής από τον έρωτα άνδρας.Η ιστορία τλειώνει με τον φόνο 2 ανδρών,επειδή οι τελευταίες γραμμές δίνουν υπόνοια δηλητηριασμού.
Στην δεύτερη ιστορία δεν κατάλαβα καν το θέμα.Έρωτας θερινής νυκτός;Έρωτας με ημερομηνία λήξης;Ξέρω ότι αντίθετα με την προηγούμενη ιστορία,σ'αυτήν η γυναίκα ήταν το θύμα,καθώς για τον έρωτα τα έβαλε με τον πατέρα της που την ξυλοκοπούσε και προστάτεψε τον εραστή της,παρ'όλο που ο εραστής θα την παρατούσε στο τέλος των μηνών.
Τι να συμπεράνω από αυτές τις ιστορίες;;Οι άνθρωποι κάνουν τρελά πράγματα για τον έρωτα.Δεν μου άρεσαν τα μηνύματα που περνούσε(δουλικότητα στην ερωμένη στην πρώτη ιστορία και κακοποίηση/θυματοποίηση γυναίκας στη δεύτερη),ακόμα και αν ήταν μέσα για την εξέλιξη της ιστορίας.Ο Ζολά χρησιμοποιούσε τις συνήθειες της εποχής μέσα στα έργα του για να σοκάρει και να ξεμπροστιάσει τη διαφθορά που υπήρχε στις καρδιές των ανθρώπων.Από τα χαμίνια εως τη υψηλή τάξη δεν έμεινε κανένας στο απυρόβλητο.Δεν σημαίνει ότι εμείς στην σύγχρονη εποχή είμαστε υποχρεωμένοι να μας αρέσει,ιδιαίτερα καθώς μερικά από αυτά που περιγράφει υφίστανται και στις μέρες μας(κακοποίηση γυναικών από τον άντρα του σπιτιού).Απλώς πρέπει να μας βάζουν σε σκέψεις.
Και αυτό το βιβλίο ήταν προσφορά με την Επένδυση και έχω άλλο ένα του Ζολά που σκέφτομαι να του δώσω μια ευκαιρία,επειδή μπορεί να μην μου άρεσε πολύ αυτό το βιβλίο άλλα χρησιμοποιούσε μεστή γλώσσα και καλοσχεδιασμένες περιγραφές.
For a Night of Love is a short story collection consisting of three stories by Émile Zola. It was first published by Hesperus Press in 2002 and the translations are by Andrew Brown, who also translated the Hesperus Books version of The Dream.
The three stories are For a Night of Love, Nantas and Fasting. For a Night of Love (Pour une nuit d'amour) was originally published in the Russian periodical Vestnik Evropy (European Messenger) in 1876 and subsequently in L'Echo universel in 1877. Nantas was also published in Vestnik Evropy, in 1878. Fasting (Le Jeûne) was first published in 1870.
I hadn't previously heard of any of these stories, which is exciting, but makes me wonder just how many other stories by Zola are out there that we don't know about. Many of the stories in the collection The Attack On The Mill And Other Stories first appeared in Vestnik Evropy as well as the stories here.
The first story in the collection is For a Night of Love and begins by describing the life of loner, Julien Michon, who lives in a first-floor flat in an unnamed town (ok it's called P***). He's shy, large and feels ugly; he works as a copy clerk in the local post office and although his life is uneventful he's relatively happy. If he gets bored he plays tunes on his flute, usually late at night when everyone is asleep. Opposite his flat is a large building occupied by the elderly and wealthy Marsannes whom he rarely sees. He discovers that the Marsannes have a daughter, Thérèse, who grew up with Colombel, who also works at the post office and enjoys teasing Julien. Anyway, one night whilst playing his flute he notices a girl at the window opposite, this girl is Thérèse and he falls in love with her and watches her from his window whenever possible; at some point Thérèse becomes aware that Julien is there but ignores him. One night, however, she opens her window, obviously distraught, she sees Julien at his window and blows him a kiss and summons him to 'come'. I'm not going to reveal any more of the plot but there are similarities with another story by Zola about a Thérèse. In this story Thérèse is a bit of a sadist and is not as pure as she first appears.
The second story, Nantas, is set in Paris; the eponymous hero lives in a narrow attic room and has come from Marseilles to seek his fortune in Paris. It's not going well but he comforts himself with his favourite phrase, 'I'm really strong'. Unfortunately his savings have virtually run out and when he returns to his flat he's seriously contemplating suicide but even this is difficult when you have no money. He watches the sun set and falls asleep only to be woken by a visitor, Mlle Chuin, who says that she has a proposition for him; he's expecting and hoping for a job offer but she offers him a marriage to a young, rich girl, who is pregnant by a married man. It doesn't take Nantas long to accept the offer. When he meets Mlle Flavie and her father a deal is made but Flavie has no interest in Nantas and their marriage just seems like another one of Nantas's business arrangements. You'll have to read the story yourself to find out what happens but I must admit it's a bit predictable - brilliantly told though, and definitely worth reading.
The last story, Fasting is only a few pages long and is one of Zola's gentle gibes at the hypocrisies of the priesthood. A baroness is in church listening to an impassioned sermon on fasting by the curate. She's enjoying listening to him, even though she's having trouble staying awake, but he's reeling off his sermon in order to get away for a concert and meal with a countess. It's a slight tale but quite a humorous one for Zola.
I'm on a bit of roll with Zola's short stories so I'll have to check out the two 'Ninon' collections next.
با خوندن دو داستان کوتاه از امیل زولا، با اینکه داستان کوتاه ماهیت و عمق چندانی ندارد، به قلم امیل زولا برای خوندن رمانهای بلند و شاهکارهاش علاقهمند شدم. ناتاس و این کتاب رو برای آشنایی با قلم امیل زولا خوندم و فضا و داستان دلنشین و روونی داشت. موضوع عشقی تا حدودی قابل حدس بود اما باز هم در انتهای کتاب اتفاقی افتاد که غیرقابل پیشبینی بود. شخصیتها در عین عجیب بودن، کاملا ملموس بودن و در کل به عنوان داستان کوتاه قابل قبول بود.
بعضی کتابا هستند خیلی نقلیاند اما شخصیت ها و کل داستان برا همیشه تو ذهن آدم میمونه، برعکس بعضی کتابا هم خیلی قطور اما نه شخصیت و داستان تو ذهن نمیمونه.
واقعاً یک شاهکار پنج میلیمتری بود، توصیه می کنم بخونید✌🏻
پایان عجیب بود، شاید حتی غیرقابلدرک. داستان فضاسازی و تصویرسازی خوبی دارد. همهچیز جالب و با روالی منطقی پیش میرود تا اینکه در آخر از خودمان میپرسیم: چرا؟ نباید اینطور میشد. فکر کنم همین پایان نقطه عطف داستان باشد.
این کتاب اولین داستانی بود که از امیل زولا میخوندم، واقعا از کتاب خوشم اومد، پایان بندی معرکه بود، شخصیت ها بدیع بودن و خیلی به شخصیت " ترز" و اراده روحیش نظرم جلب شد، توصیفات کتاب نه کم بود نه زیادی که بنظرم نشونه قوت ادبی زولاست. ترجمه اقای گودرزی محشر و عالی بود و این تجربه دومم با ترجمه ایشون هست و به خواننده پر و با قرص ترجمه هاش تبدیل شدم. و در آخر هم اینکه بعضی مواقع لذتی که یک کتاب جیبی 56 صفحه به ادم منتقل میکنه از یک کتاب پرمدعا بدست نمیاد.
ابتدای داستان با توصیف های ساده ای از زندگی جوانی آغاز می شود و با گذشت زمان و جلو رفتن روایت ، همین روزمرگی ها مفهوم پيچيده ای به نام عشق رو خلق می کند. پایان دور از انتظار داستان به جذابیت اون افزوده بود!
This author was our book club selection for this month. One of our members is a classics fan and made the suggestion. I started to read “Germinal” and could not carry on. For me, the story was too sad and the descriptions too lengthy. I forget which book I tried next with a similar result. Then I decided to try a shorter story to give Emile Zola a fair trial. This book, A Night of Love, is 3 short stories. The writing style is the same, lengthy descriptions and exploration of the emotions. They also are morality plays where evil is punished. I liked that part! As expected the prose flows well but deliberately. The author was a social activist and this seems to be the point of his tales. I admire his courage and his activism, but find I am not a fan of his writing. As his works have endured all these years obviously my opinion is not a reflection on his skill. To each his own.
خفتن،همیشه خفتن، چه خوب است آدمی چیزی نداشته باشد که به بیدار ماندن بیرزد! روز بعد دیگر ادارهی پست نمیرفت، بیفایده بود؛ دیگر فلوت نمیزد، دیگر پشت پنجره نمیایستاد. پس چرا مدام نخوابد؟ زندگیاش به آخر رسیده بود، میتوانست بخوابد.