Αιώνα μου θεριό μου, αναφωνούσε προ-βλέποντας έντρομος τον 20ό αιώνα ο Οσίπ Μαντελστάμ. Το ίδιο έχει κάθε λόγο να προαισθανθεί κάποιος και για τον αιώνα που διανύουμε.
Στον αιώνα-θεριό που ξεκίνησε, ο πόνος, οι ταλαιπωρίες και η οικονομική ένδεια, ακόμα και η φυσική εκμηδένιση θα πρέπει να θεωρούνται δεδομένες για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Αν θέλουμε όχι απλώς να βγούμε από την κρίση για να επιστρέψουμε εκεί που ήμασταν, αλλά να γεννηθεί κάτι καινούργιο, κάτι που θα αλλάξει την προδιαγεγραμμένη πορεία, αυτό που μας χρειάζεται είναι συσσώρευση εκείνων των ιδεών που θα μπορέσουν να ξαναγεννήσουν την Αρχή της Ελπίδας.
Τα κείμενα του τόμου συναρθρώνονται γύρω από μερικούς λιγότερο ή περισσότερο εμφανείς άξονες: αντιεξέγερση, κρίση, κατάσταση εξαίρεσης, φασισμός, ολοκληρωτισμός και τέλος η προοπτική της ουτοπίας.
Η μόνη τους δύναμη είναι εκείνη η αποφασιστική, μαχητική (απ)αισιοδοξία της μη παραίτησης, που ξέρει ότι παρά τις ήττες και τις απογοητεύσεις, παρά τη βαρβαρότητα και την κτηνωδία που μας περιβάλει, οι ιδέες αυτές έχουν την κρυφή ή φανερή ελπίδα να παίξουν για την υπόθεση της καθολικής ανθρώπινης χειραφέτησης τον ίδιο ρόλο που παίζει η ανθρακιά για τη φωτιά.
Οδοδείκτες προς πιθανές "εξόδους κινδύνου", τα κείμενα του τόμου αυτού δεν ξεχνούν ότι "η ιστορία είναι ένας εφιάλτης από τον οποίο προσπαθούμε να ξυπνήσουμε".
Ο Κώστας Δεσποινιάδης γεννήθηκε στην Κοζάνη το 1978. Από το 2001 έχει ιδρύσει το περιοδικό και τις εκδόσεις "Πανοπτικόν". Εκτός από το "Πανοπτικόν", κείμενά του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα έντυπα. Ως επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής έχει συνεργαστεί με πολλούς εκδοτικούς οίκους. Κείμενά του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, τα γερμανικά, τα ισπανικά και τα αγγλικά.
Ο Κώστας Δεσποινιάδης είναι ένας άνθρωπος που ακούγεται χωρίς να φωνάζει, και δημιουργεί θόρυβο χωρίς να κάνει φασαρία. Θα μπορούσα να πω ότι είναι μια αθόρυβη έκρηξη, αλλά η έκρηξη έχει την έννοια του στιγμιαίου, και αυτό είναι κάτι που δεν του ταιριάζει μιας και η παρουσία του στα "γράμματα" του τόπου (αν μου επιτρέπεται ή με χωράει η χρήση του όρου γράμματα) είναι συνεχής και επίμονη. Με ότι καταπιάνεται βάζει όλο το μαστοριλίκι του χαρίζοντας μας ποιοτικά βιβλία και κείμενα, καθώς εκτός από ποιητής και δοκιμιογράφος, είναι μεταφραστής, επιμελητής εκδόσεων και εκδότης.
Ο τόμος Έξοδος κινδύνου συγκεντρώνει 26 δοκιμές και αντιρρήσεις που γράφτηκαν κατά το χρονικό διάστημα από το Δεκέμβρη του '08 μέχρι και σήμερα. Η θεματολογία χωρισμένη σε τρεις κύριες κατηγορίες (Αντιεξέγερση,κρίση/ Κατάσταση εξαίρεσης, Φασισμός, ολοκληρωτισμός/ Ουτοπία και έξοδοι κινδύνου) αναδεικνύει και ανασκαλίζει θέματα που άπτονται τόσο της καθημερινής πραγματικότητας όσο και σε ποιο θεωρητικό λογοτεχνικό επίπεδο.
Θα μπορούσε, όχι λανθασμένα, να θεωρηθεί ότι πιάνει την άκρη του νήματος από κει που την αφήνει το Πόλεμος και ασφάλεια, αναδεικνύοντας την όλο και αυξανόμενη στρατικοποίηση της καθημερινότητας μας. Από φωνές δημοσιογράφων και πολιτικών που ζητούν να κατέβει ο στρατός στους δρόμους μέχρι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης που έχουν γίνει πλέον μια πραγματικότητα καθημερινή, μετατρέποντας την κατάσταση εξαίρεσης και τον εγκλεισμό ανθρώπων που δεν έχουν διαπράξει κανένα νομικό αδίκημα, σε μια κανονικότητα. Και όταν η κανονικότητα έρχεται η συνήθεια κάνει πάρτι, και τίποτα δεν είναι χειρότερος θάνατος από τη συνήθεια.
Και μέσα από τα παραπάνω ή και όχι μόνο, ο ολοένα αυξανόμενος εκφασισμός της ελληνικής κοινωνίας, μια διαδικασία που η αρχή της χάνεται στο βάθος του χρόνου τουλάχιστον μισό αιώνα πριν. Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι υπογραφές "διανοούμενων" κατά ενός απολυμένου εργαζόμενου, ο οποίος είχε την αυθάδεις και αναίδεια να θέλει να πληρωθεί τα δεδουλευμένα του.
Αυτοί οι "σπουδαίοι" έλληνες διανοούμενοι τόσο πρόθυμοι να υπερασπιστούν τους ισχυρούς απέναντι στους αδύναμους μπορεί να είναι ο κανόνας, όμως ας μην ξεχνάμε πως κάθε κανόνας έχει τις εξαιρέσεις του. Πάνω σε αυτό το κομμάτι εξαιρετικό ενδιαφέρον έχουν τα δοκίμια του τρίτου μέρους που παρουσιάζουν το σημαντικό έργο δημιουργών που έχουν μείνει στο περιθώριο όλου αυτού του τερατουργήματος που ονομάζεται ελληνική διανόηση, όπως για παράδειγμα η ανάδειξη του έργου του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου και των εκδόσεων Έρασμος, καθώς επίσης και το ποιητικό έργο του Μάρκου Μέσκου.
Έπιασα μόνο μερικά από τα θέματα που πραγματεύεται ο Δεσποινιάδης σε αυτόν τον τόμο, θέλοντας να δώσω τον έντονο παλμό που μου δημιούργησαν. Θα ήταν αδύνατο, ίσως και μη αναγκαίο, να σχολιάσω και τα 26 δοκίμια, καθώς αυτό που θέλω να μεταφέρω είναι το συνολικό αποτέλεσμα, και την γλυκόπικρη γεύση που μου άφησε το βιβλίο τελειώνοντας το. Καθώς επίσης και το συμπέρασμα πως όσος ζόφος κι αν υπάρχει γύρω μας δε θα πρέπει να χάσουμε την μαχητική μας (απ)αισιοδοξία.
Οι μικρές παρεμβάσεις του Κώστα Δεσποινιάδη, μαζεμένες στον κομψό τόμο του «Πανοπτικού», ίσως γίνονται πιο προσιτές σε περισσότερους από τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες «λαθρόβιων» εντύπων. Δεν θα πω το κλασικό, και ολίγον πατερναλιστικό, «κάποιος επιτέλους πρέπει να μιλήσει για τον Κ.Δ.»! Σε ποια «πνευματική αγορά», άλλωστε; Και, αφού, μιλά όσο και όπως θέλει ο ίδιος –και για ό,τι θέλει. Γραμμένα με διάφορες αφορμές, με μόνιμη κριτική στόχευση, με λόγο διόλου μονότροπο ή μονοθεματικό (κάτι όχι σπάνιο για διανοούμενους), ο Δεσποινιάδης σκέφτεται φωναχτά, ενίοτε δρα σαν την αλογόμυγα που έλεγε ο Σωκράτης (και εύλογα την θυμάται κι ο ίδιος). Για τρέχοντα πολιτικά ζητήματα, εναντίον του νεοφιλελευθερισμού, αναλύοντας όψεις των ολοκληρωτισμών, μαχητικά ανυποχώρητος στα γύρω του αντίπαλα στρατόπεδα, αδέσποτος και με την ελπίδα του να την λένε οδόφραγμα, εκείνου του είδους που του αναλογεί. Έντονα αλλά όχι παραμορφωτικά ιδεολογικά κείμενα απότοκα και συνοδά μιας ατομικής στάσης ενός διανοουμένου, που μου θυμίζει σε κάποιες πλευρές του τον Γεράσιμο Λυκιαρδόπουλο και ρίχνει κι αυτός τη δική του «μποτίλια στο πέλαγος», με ελαφρώς πιο εύφλεκτα υλικά.