Η λογοτεχνία είναι ένας πίνακας. Μάλλον όχι, ένα μονόχρωμο σχέδιο είναι. Με τις γραμμές να έχουν κόκκινο χρώμα, μιας και η πένα βούτηξε σαν σαΐτα στην καρδιά. Από αυτές τις άκομψες συνθέσεις που κανείς δεν καταλαβαίνει το πρόσωπο που απεικονίζουν. Άλλοτε είναι η Τζοκόντα, άλλοτε η Παναγία, άλλοτε μια πόρνη κι άλλοτε μια μάνα από τη Συρία. Συνήθως το σχέδιο όμως αποτυπώνει την αγάπη. Κάποιες φορές για τον άνθρωπο ως είδος, συνήθως όμως για το ίδιο το κοκκινογραμμένο πορτραίτο που ο συγγραφέας δημιουργεί.
Το έργο που τώρα διαβάζετε είναι μια συλλογή από μικρές ιστορίες με τις οποίες ο καθένας μπορεί εύκολα να ταυτίσει περιστατικά από τη ζωή του. Αναφέρεται σε πρόσωπα ως επί τω πλείστων συνηθισμένα ή σε έννοιες οικίες για όλους: θεός, αγάπη, πόνος, λησμοσύνη, αγώνας. Δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ανάπτυξη εικόνων. Εικόνων άλλες φορές ρεαλιστικών κι άλλες φορές φανταστικών, καμιά σημασία δεν έχει. Εικόνων σύντομων μα αρκετών να σας ταξιδέψουν στον παράδεισο ή στη διπλανή πλατεία.
Αυτό που κάνει ξεχωριστή τη γραφή του συγγραφέα είναι αφενός η αμεσότητα με την οποία αντιμετωπίζει τους χαρακτήρες του και αφετέρου ο έντονος συναισθηματισμός που κρύβουν οι λέξεις του. Δεν υπάρχει τίποτα το περιττό, ικανό να αποσπάσει τον αναγνώστη από τη ροή της κάθε ιστορίας. Με αυτό τον τρόπο οι λιτές αναπαραστάσεις αποκτούν υπόσταση διόλου σχηματοποιημένη. Είναι μπροστά σου, τις αγγίζεις και σε αγγίζουν μέχρι το τέλος της εξιστόρησης.
Κλείνοντας, θέλω να είμαι ειλικρινής. Γνωρίζω τον Σπύρο από τα 18 μου χρόνια. Ήταν εκεί σε πολύ όμορφες και πολύ δύσκολες προσωπικές μου στιγμές. Καθόταν στις πρώτες σειρές όταν παρουσίαζα το βιβλίο μου εκείνο το βράδυ στη Ζωσιμαία. Με βοήθησε σημαντικά σε κάθε μου βήμα από το Αγρίνιο ως τη Βουδαπέστη. Άκουγε, συμβούλευε, χαμογελούσε. Η λέξη “φίλος” λοιπόν, αυτό το στολίδι στο ανθρώπινο λεξιλόγιο, είναι ίσως λίγο για να τον περιγράψει. Σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά, νιώθω μεγάλη τιμή που προλογίζω το πρώτο βιβλίο ενός πολύ δικού μου ανθρώπου και ακόμη μεγαλύτερη χαρά καθώς πρόκειται για μια εξαιρετική δουλειά.
Η πρώτη συγγραφική προσπάθεια του Σπύρου Κιορσάββα. Έχει μέσα της κάτι το γλυκό, το αθώο, το πρωτόλειο...
Εντάξει, ας τη δούμε ακριβώς γι' αυτό που είναι. Σκέψεις, ιδέες, κυρίως προβληματισμοί που ενσαρκώνονται σε μικρού (κάποιες φορές πολύ μικρού) μεγέθους. Όχι όλες το ίδιο αξιόλογες, σίγουρα όμως συνολικά ικανοποιητικές. Θεωρώ πως αν ο Σπύρος επιστρέψει σε αυτό το είδος, αφήσει τον εαυτό του ελεύθερο και γράψει μια παρόμοια συλλογή στο μέλλον, με την εμπειρία του στη γραφή, θα δημιουργήσει κάτι εξαιρετικό.
Αν και δε με άγγιξαν όλες οι ιστορίες το ίδιο, μπορώ με σιγουριά να πω πως σε κάθε ιστορία υπήρχε κάτι που το κατάφερε. Ας δώσω όμως ένα top 3, έτσι για το καλό:
1) "Ένα ζευγάρι φτερά". Εδώ αφήνει εντελώς τον εαυτό του ελεύθερο και δίνει την πεμπτουσία της επιθυμίας. Μικρό, αλλά δυνατό.
2) "Ο Θεός νιώθει μόνος". Κατά τη γνώμη μου, το πιο επαγγελματικό ας πούμε διήγημα. Είχε μέσα πολλή φιλοσοφική και υπαρξιακή ανησυχία, δυνατούς διαλόγους κι ο,τι άλλο χρειαζόταν για να κρατήσει το ενδιαφέρον και να προσφέρει στον αναγνώστη.
3) "Περισσότερο σαν εμένα, λιγότερο σαν εσένα". Αν και σε πολλά άλλα διηγήματα έθιξε κοινωνικά ζητήματα, το θέμα της καταπίεσης και της ανελευθερίας πάντα με κερδίζει. Η αναπαράσταση των εικόνων ήταν πειστική και η εικονοπλασία ικανοποιητική. Ο χαρακτήρας κατάφερες να με κερδίσει μέσα σε ελάχιστες λέξεις κι αυτό το αποκαλώ επίτευγμα.
Η συλλογή συνολικά είναι ευκολοδιάβαστη, δωρεάν και αξίζει να της ρίξει κανείς μια ματιά, ώστε να τριγυρίσει στο μυαλό και στον κόσμο αυτού του συγγραφέα.