«Έσφιξε τον κόμπο καλά. Έβαλε διπλή και τριπλή σακούλα, έκανε κι άλλους κόμπους, να μη μπορέσουν να το σκάσουν. Πώς νά ’βγαιναν άλλωστε; Δεν είχαν νύχια, δεν είχαν ψυχή και δύναμη για κάτι τέτοιο. Αλλά έπρεπε νά ’ναι σίγουρη. Παραμόνευε για ώρες μέχρι που η νέα μάνα έφυγε να βρει κάτι να φάει και να κάνει γάλα. Και μόνο τότε η Μαριώ κλειδαμπάρωσε τις πόρτες και τα παράθυρα κι άνοιξε τη ντουλάπα με τα ρούχα να βρει το καταφύγιο της γάτας, εκεί πού ’χε γεννήσει τα μικρά της. Ήταν ζεστά και μαλακά. Γι’ αυτό είχε χωθεί εκεί. Εκεί άφησε τα μωρά και τον πλακούντα της. Δεν άφηνε κανέναν να πλησιάσει. Είχε νύχια και δόντια θηρίου. Ήξερε τι θα πει προστασία.»
Σ’ ένα τόπο στεγνό, γεμάτο βράχια και δεισιδαιμονίες, η δεκαπεντάχρονη Μαριώ παντρεύεται το νεαρό Φώτη και γίνεται η παπαδιά του. Θα κάνει μεγάλο κακό. Ασυγχώρητο. Στην αρχή την είπανε τρελή. Μετά την ονόμασαν Λευκή Αγία.
Ο Νικήτας Μ. Παπακώστας γεννήθηκε το 1977 στο Δάρα Αρκαδίας. Ζει στο Λονδίνο.
Το Καληνύχτα καλούδια μου είναι το πρώτο του βιβλίο.
Αυτό το πρώτο βιβλίο του Νικήτα Παπακώστα θα μπορούσε να είναι (ξ)αδερφάκι του βιβλίου «Παγανιστικές δοξασίες της θεσσαλικής επαρχίας» του Τσαπραϊλη.
Αρκετή δόση τρόμου με απόκοσμα, μεταφυσικά στοιχεία και λαϊκές δοξασίες αποτελούν την πρώτη ύλη αυτής της νουβέλας. Βασικοί χαρακτήρες η 15χρονη Μαριώ που παντρεύεται τον Φώτη, τον νεαρό παπά ενός χωριού που δεν κατονομάζεται ποτέ. Ο νεαρός παπάς θέλει να κάνει οικογένεια, μα η Μαριώ θα το αρνηθεί προβαίνοντας σε μια σειρά από φρικιαστικές πράξεις, χάνοντας όλο και περισσότερο την επαφή με την πραγματικότητα. Όμως, δεν φαίνεται να υπάρχει-λογική-εξήγηση για τις πράξεις της. Το μυστηριακό στοιχείο εντείνεται χάρη στην απόκοσμη ατμόσφαιρα του βιβλίου που θυμίζει Edgar Allan Poe σε συνδυασμό με Παπαδιαμάντη.
Ο Παπακώστας δεν εμβαθύνει ιδιαίτερα στην ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων, της Μαριώς κυρίως, κάτι το οποίο θα το ήθελα, παρά μας παρουσιάζει μια ιστορία. Όμως, σ’ αυτή την περίπτωση, αυτό δρα θετικά στο βιβλίο, μιας και εντείνει την απόκοσμη ατμόσφαιρα του βιβλίου.
Το «Καληνύχτα καλούδια μου» πρόκειται για ένα όμορφο δείγμα γραφής από ένα νέο συγγραφέα που διαβάζεται πολύ γρήγορα, χωρίς να το καταλάβεις.Πραγματικά, ένα γνήσιο folk horror διαμαντάκι. Ταυτόχρονα, πρόκειται και μια πολύ καλή επιλογή για άνοιγμα στη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία από τις εκδόσεις Δώμα.
Η ιστορία της αλλοπαρμένης Μαριώς, τόση δα μικρή, ψιθυρίζεται μέσα απ’ τα δάση και τα χώματα σε μια μόνο ανάσα, υφαίνεται από χθόνιες δυνάμεις που κατοικούν κάτω απ’ τα πέτρινα γεφύρια, οργώνοντας για αιώνες την ηπειρωτική Ελλάδα μέσα απ’ τις προφορικές παραδόσεις. Η μεταφυσική στο Καληνύχτα καλούδια μου δεν επινοείται, παρά ξεπετάγεται πηχτή από τον τρόμο των παλαιών ανθρώπων για το άγνωστο, το ανοίκειο, αυτό που έρχεται από τον άλλο κόσμο.
Οι γάτες γίνονται μωρά, τα ψίχουλα μετατρέπονται σε αστέρια, η φύση γεννάει στοιχειά, η παπαδιά δοξάζεται ως αγία και η ελληνική ύπαιθρος προσφέρει το έδαφός της για να φυτρώσει μια από τις πιο αξιοπρόσεκτες ιστορίες τρόμου που εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια στα ελληνικά γράμματα.
Η νουβέλα "Καληνύχτα καλούδια μου" του Νικήτα Παπακώστα μου κέντρισε την περιέργεια πρώτα - πρώτα με την περίεργη φωτογραφία στο εξώφυλλο, την οποία δε μπορώ να σταματήσω να κοιτάω, όσο και να προσπαθώ. Βρισκόμαστε σε ένα ανώνυμο μα παράξενα γνώριμο επαρχιακό μέρος, όπου η Μαριώ παντρεύεται τον παπά του χωριού, τον Φώτη. Ο έγγαμος βίος τους μοιάζει να είναι καταραμένος. Η Μαριώ, οδηγούμενη από μια ανεξήγητη δύναμη, μετατρέπεται σε... Φραγκογιαννού και δολοφονεί κάθε παιδί που γεννάει. Μέσα σε μια έντονη μυστικιστική ατμόσφαιρα με πολλά θρησκευτικά στοιχεία ξετυλίγεται μια ιστορία για την οποία δεν είσαι ποτέ σίγουρος ότι είναι μυθοπλασία.
Ο συγγραφέας καταφέρνει να προκαλέσει έναν τύπο φόβου που δε συναντάς συχνά, μιας που αυτά τα οποία δεν περιγράφονται και υπονοούνται αφήνουν χώρο στη φαντασία του αναγνώστη για να κάνει τις δικές του εικασίες.
Πάρα πολύ δυνατό -αν και σύντομο- το ντεμπούτο του Νικήτα Παπακώστα, θα σας αφήσει με όρεξη για περισσότερα. Νομίζω πως ήθελα να το δω να γίνεται θεατρική παράσταση.
Μια δυνατή νουβελα εμπνευσμένη από μια άγνωστη ελληνική επαρχία. Θυμίζει αρκετά την φονισσα του Παπαδιαμαντη με μια διαφορά , η Φραγκογιαννου ζητάει εξιλέωση από τον Θεό ενώ τη Μαριώ καλείται να την συγχωρέσει ο άνθρωπος . Μια υπέροχη ιστορία αν και αρκετά μικρή ! Αυτά μόνο ! Γιατί δεν θέλω η κριτική να είναι μεγαλύτερη από το βιβλίο :ρ
Με λίγα λόγια: Αν πάρεις το ζουμί του Γκιάκ και το συνδυάσεις με το κλίμα και το ύφος του Παγανιστικές δοξασίες της θεσσαλικής επαρχίας, τότε μάλλον αυτό που θα συμβεί είναι το Καληνύχτα καλούδια μου. Σκοτεινό folk αφήγημα από πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα, που με κέρδισε με την ατμόσφαιρα με την οποία ντύνει την ιστορία της Μαριώς. Επίσης, πολύ ωραίο μέγεθος και πολύ ωραίο εξώφυλλο από τις Εκδόσεις Δώμα, τον εκδοτικό MVP του 2018.
Κάποια σχόλια αριστερά και δεξιά για το μικρό αυτό βιβλιαράκι κατάφεραν να με πείσουν, έτσι το αγόρασα και το διάβασα στο πιτς φιτίλι. Η ιστορία είναι άγρια και αρκούντως σκοτεινή, η ατμόσφαιρα μουντή και υποβλητική, το σκηνικό της ελληνικής επαρχίας του όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος, ολίγον τι ανατριχιαστικό. Η γραφή είναι απλή και "καθαρή", γεμάτη νοήματα, εικόνες και συναισθήματα, καταφέρνει να ξυπνήσει μνήμες και παράλληλα να ταξιδέψει τον αναγνώστη πίσω στο χρόνο. Ο συγγραφέας με τη μικρή αυτή ιστορία αποδεικνύει ότι η ελληνική επαρχία και ύπαιθρος είναι ένα σκηνικό κατάλληλο και ταιριαστό για δυνατές ιστορίες φολκλορικής σκοτεινής φαντασίας. Ουσιαστικά το μόνο μου παράπονο από το βιβλίο, είναι το μέγεθός του: Ήθελα παραπάνω!
"Κατάλαβε πως είχε γίνει κακό. Έτρεξε ξοπίσω της. Έτρεξε μα το κακό δεν προφταίνεται."
Απόκοσμο, δοξασιακό, συμβολιστικό, νατουραλιστικό, φιλοσοφημένο χωρίς καθόλου να γίνεται φλύαρο. Κάτι που μπλέκει θρησκεία με παγανισμό, μαγεία και ρεαλισμό. Κάτι που θυμίζει Ελλάδα. Αυτό το μειγμά ΕΙΝΑΙ η Ελλάδα.
Αυτή η νέα γενιά ελλήνων συγγραφέων κ ποιητών με κάνει να αισιοδοξώ.
Μπραβο. Με συνεπήρε.
Το διάβασα ολο χωρίς να κουνηθώ ρούπι απο ενα σκαμπό του public :)
Ξεκίνησε με το Μικρές Ατιμίες του Καρνέζη, συνεχίστηκε με την περσινή αρραβωνιαστικιά της Ζατελη, ήρθε έπειτα ο υπέροχος αυτός κύριος Παπαμάρκος με το Γκιακ και τώρα ο Παπακώστας. Μια σειρά Ελλήνων συγγραφέων που σου στρίβουν το μυαλό σε απόκοσμες κλειστές στροφές, τόσο σκοτεινές όσο και εθιστικές. Κι αυτά εδώ τα καλούδια... Τόσο μικρά και τόσο ελπιδοφόρα που θα θελα κι άλλα και σύντομα. Κάτι φαίνεται να ξημερώνει στην Ελληνική λογοτεχνία που ανακαλύπτει την επαρχία μας χωρίς τις κλειστές της κουρτίνες .
Το ξεκίνησα μέσα στο αεροπλάνο, μου άρεσ��, δεν το τελείωσα, μου έπεσε ανάμεσα στις θέσεις (μάλλον) το ξέχασα μέσα στο αεροπλάνο. Ελπίζω η/ο αεροσυνοδός που θα το βρει να ξέρει να εκτιμάει το καλο φολκ φαντασι/χορορ γιατί αυτό τέτοιο είναι. Απλά πιο μεγάλο την αλλη φορά, αγαπητέ, για να μην το χάσω κι εκείνο σαν παμφλετ ο αχαρακτήριστος... Όταν το ξαναπάρω στην Ελλάδα (γιατί αποκλείεται να μου ξεφύγει) θα έρθει και το σωστό review.
Σκοτεινό και απόκοσμο, με κυρίαρχο το θρησκευτικό στοιχείο, που φτάνει τα όρια του παγανισμού. Απλή γλώσσα με 'ζωντανές' εικόνες -υπερβολικά ζωντανές, θα έλεγε κανείς, τόσο που κάνουν τον αναγνώστη να ανατριχιάζει. Θα ήθελα λίγες παραπάνω σελίδες και λίγο περισσότερο ξεψάχνισμα του χαρακτήρα της Μαριώς, but then again, δε θα μιλούσαμε για το ίδιο βιβλιαράκι σε αυτή την περίπτωση.
Πεντάστερο -το λιγότερο. Άχρονο, τραχύ και λεπτό συνάμα, με απαράμιλλη εικονοποιία δοσμένη με λόγο ρέοντα, όπως σημειώνει ο Χ. Τσαπραΐλης, και λεκτική οικονομία. Λόγος πυκνός που αγγίζει εξαιρετικά ευαίσθητες χορδές. Ανοικτό σε πολλαπλές αναγνώσεις και ταυτόχρονα πρωτόγνωρη αναγνωστική εμπειρία. Εξαιρετικό, από κάθε άποψη.
Είχα φανταστεί ότι θα είναι καλό αυτό το βιβλίο αλλά δεν περίμενα να είναι ΤΟΣΟ καλό... Κα-τα-πλη-κτι-κό! Παρόλο το μικρό του μέγεθος το "Καληνύχτα καλούδια μου" είναι ένας πραγματικός δυναμίτης. Ελληνική επαρχία, δεισιδαιμονίες, μια ακροβασία μεταξύ πραγματικού και μεταφυσικού, ένα σκοτεινό, υποβλητικό σκηνικό που σε αρπάζει από τα μαλλιά και σε βουτάει στη σαπίλα. Μια ιστορία λαογραφικού τρόμου, ανωτέρου επιπέδου. Με συνεπήρε όσο πολύ λίγα βιβλία. Θα ήθελα μονάχα να είναι μεγαλύτερο...
Πώς θα ήταν ένα βιβλίο του Παπαμάρκου αν έγραφε folk τρόμο ή την Φόνισσα; Τώρα ξέρετε, έτσι θα ήταν :D Το βρήκα πολύ πολύ ενδιαφέρον, σίγουρα περιμένω και άλλα δείγματα γραφής του συγγραφέα με μεγάλη ανυπομονησία. Από το εξώφυλλο και την εντελώς weird φωτογραφία μέχρι μία μία τις περιγραφές των παραδόσεων της ηπειρωτικής ελλάδας αλλά και των αντιδράσεων του χωριού σε διάφορα ερεθίσματα, το βιβλίο προσφέρει καθαρόαιμο τρόμο, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, μιας και όλοι μπορούμε να συνδεθούμε με τέτοια κοινά βιώματα. Το μέρος, άλλωστε, δεν περιγράφεται ποτέ πού ακριβώς είναι, θα μπορούσε εύκολα να είναι το χωριό μου, το χωριό σου, το χωριό του φίλου σου. Τι είναι άλλωστε η Ελλάδα; Αυτή η περίεργη μίξη δεισιδαιμονιών με την θρησκεία! Υ.Γ. Εύκολα το έβλεπα στο θέατρο!
Για μένα αυτό το μικρό βιβλιαράκι ήταν η έκπληξη της χρονιάς. Βλέπω ότι προβάλλεται ελάχιστά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και είναι πραγματικά κρίμα διότι πρόκειται για ένα μικρό διαμάντι. Είναι η πρώτη φορά που ένα βιβλίο μου προκαλεί ρίγος. Είναι μόλις 69 σελίδες και διαβάζεται μέσα σ'ένα απόγευμα όμως καθυστέρησα τρεις μέρες να το ολοκληρώσω γιατί δεν ήθελα να τελειώσει τόσο γρήγορα.
Η ιστορία της Μαριώς και του Φώτη εκτυλίσσεται σ'ένα άγνωστο χωριό όπου το πέπλο που χωρίζει τους ζωντανούς απ' τους νεκρούς είναι ανύπαρκτο. Οι σκηνές των παγανιστικών εθίμων, οι φρικτές και παράλογες πράξεις της Μαριώς και τα στοιχειά που παραμονεύουν σε κάθε μεριά μοιάζουν με εικόνες βγαλμένες από εφιάλτη. Κάποια χαρακτηριστικά στοιχεία του λαού μας όπως ο συντηρητισμός, η θρησκευτική πίστη και οι δεισιδαιμονίες αποδίνονται με γενναιόδωρες ποσότητες υπερφυσικού τρόμου θυμίζοντας αρκετά Έντγκαρ Άλλαν Πόε. Η γραφή είναι θαυμάσια. Ομολογώ ότι ζήλεψα τον τρόπο που γράφει. Η γραφή είναι απλή χωρίς φιοριτούρες αλλά αποπνέει μια ποιητικότητα. Αν είναι αυτό το πρώτο του δείγμα γραφής φανταστείτε τι θα μας χαρίσει στη συνέχεια. Ελπίζω να συνεχίσει. Διαβάστε το!
Υπαρχουν καποια βιβλια τα οποια μολις κυκλοφορησουν τραβουν αμεσως την προσοχη μας. Αναφερομαι σε εκδοσεις μικρων εκδοτικων οικων, πρωτοεμφανιζομενων συνηθως συγγραφεων, οι οποιες εχουν ολο το "πακετο": ειναι ιδιαιτερα προσεγμενες και καλαισθητες, φερουν ευστοχο τιτλο και κοσμουνται απο επιβλητικο εξωφυλλο. Αυτα τα βιβλια μας ελκουν σα πανισχυρος μαγνητης. Προσωπικα, οταν εντοπισω ενα τετοιο βιβλιο ξερω οτι θα το απολαυσω πριν ακομη το διαβασω. Μου το λεει το ενστινκτο μου και σπανιως πεφτω εξω. Το "Καληνυχτα καλουδια μου" του Νικητα Μ. Παπακωστα ειναι ενα τετοιο βιβλιο. Πρωτα απ' ολα, η σπουκι φωτογραφια του ζευγαριου στο εξωφυλλο καθιστα το τελευταιο απολυτα επιβλητικο. Ασκειται στον αναγνωστη μια αποκοσμη γοητεια και μαζι ενα αισθημα τρομου και αποστροφης. Ο τιτλος του, ο οποιος παραπεμπει στη νυχτα, στο σκοταδι ερχεται να ενισχυσει αυτο το παραδοξο κλιμα. Ολα αυτα τα στοιχεια βαλμενα μαζι συν το αποσπασμα και η περιγραφη στο οπισθοφυλλο εξαπτουν οπως ειναι αναμενομενο την περιεργεια. Η Μαριω δε σε αφηνει να ησυχασεις μεχρι να διαβασεις την ιστορια της. Το πρωτο βιβλιο του Ν. Μ. Παπακωστα ειναι ακριβως ετσι οπως περιμενα να ειναι: Ατμοσφαιρικο, σκοτεινο, σκληρο, αγριο, πρωτογονο. Απο την πρωτη κιολας σκηνη, αυτη με τα γατακια, σφιγγεται το στομαχι. Η σκηνη με την αρκουδα ειναι επισης πολυ δυσαρεστη. Δε φαινεται να υπαρχει ιχνος ενσυναισθησης και συμπονοιας στην κοινωνια της οποιας μελη ειναι η Μαριω και ο Φωτης. Υπαρχει ομως διαχυτο το αισθημα του φοβου και κυριως του φοβου για το Θεο: "Πιο πισω, οι συγγενεις και οι γειτονες με τα μεγαλα στοματα αλλα και με φοβο Κυριου". Η κοινωνια αυτη φαινεται στα ματια μου σα μικρογραφια της ελληνικης πραγματικοτητας: υπαρχουν αυτοι που θα επικρινουν, θα καταδικασουν, θα επιβληθουν στα πιο αδυναμα και απροστατευτα πλασματα, αλλα που θα πανε στην εκκλησια να αναψουν κερι θεωρωντας πως ετσι εκαναν το χρεος τους απεναντι στα θεια και αρα τωρα μπορουν να κοιμουνται ησυχοι: δε θα πεσει το κακο στο κεφαλι τους (κι αν πεσει δε σταματουν να χτυπιουνται και ν' αναρωτιουνται "γιατι σε μενα;" θεωρωντας πως εχουν τιμωρηθει αδικα απο την ανωτερη δυναμη.) Τη σχεση δηλαδη με το Θεο τη βλεπουν σαν αλισβερισι, σα παρε-δωσε. Και φυσικα υπαρχουν και αυτοι που ειναι σα τη Μαριω, διαφορετικοι, αλλοκοτοι στα ματια των πολλων. Η οικογενεια της Μαριως ζει σε ενα σταβλο. Ετσι η Μαριω μεγαλωνει μεσα στη δυσωδια και στη φτωχια. Τα πραγματα ισως να ταν καλυτερα αν η Μαριω ενιωθε πως υπηρχε αγαπη. Ομως αυτο που νιωθει ειναι πως η οικογενεια της αρπαζει την ευκαιρια για να την ξεφορτωθει νωρις, να τους αδειασει τη γωνια. Ενα στομα λιγοτερο για ταισμα. Η Μαριω ειναι ενα δυστυχισμενο πλασμα. Νιωθει εγκλωβισμενη και το μονο που επιθυμει ειναι να γευτει την ελευθερια και τη χαρα. Επομενως, δεν μπορουμε ετσι απλα να της κρεμασουμε μια ταμπελα. Για μενα, το τριτο μερος της νουβελας αποτελει το αποκορυφωμα της: δηθεν θαυματα, δηθεν αγιοι, η αναγκη του ανθρωπου να πιστεψει σε αυτα, να οικειοποιηθε�� εναν αγιο για τον εαυτο του, θρησκοληψια, επιχειρηση "θαυματα", σακουλακια για "αγιο" χωμα, μπουκαλακια για "αγιο" νερο, θρησκευτικος τουρισμος. Ομως, "ουτε ενας δεν εδινε σημασια που κανενα θαυμα δεν ειχε γινει και οι αναπηροι ειχαν μεινει αναπηροι, και οι τυφλοι το ιδιο τυφλοι". Πως λοιπον αυτη η φραση να μη φερει στο μυαλο μου το υποτιθεμενο θαυμα της Παναγιας της οποιας η εικονα εμεινε ανεπαφη απο τη φονικη φωτια στο Ματι, σε ενα σπιτι που καηκε, ενω 96 ατομα εχασαν τη ζωη τους στην ιδια φωτια; Η διαχυτη απο ειρωνια φραση του συγγραφεα: "Δυσκολα ξεγε��ιοταν ο αληθινος πιστος" νομιζω πως συνοψιζει ολοκληρο το νοημα του τριτου αυτου μερους. Ποσο πολυ επικαιρα ειναι ολα αυτα που περιγραφονται; Η νουβελα ειναι οτι πιο απολαυστικο διαβασα τελευταια. Σε 72 μολις σελιδες, ο συγγραφεας "λεει" τοσα πολλα. Δε ξερω αν το ειρωνικο υφος ειναι κατι το οποιο χρησιμοποιει εσκεμμενα, εγω παντως το συγκεκριμενο υφος το βρηκα εφυεστατο. Με πολυ λιγα λογια: προκειται για διαμαντι ελληνικης λογοτεχνιας και συστηνω ανεπιφυλακτα την αμεση αναγνωση του.
Ένας νεαρός παπάς παντρεύεται μια δεκαπεντάχρονη που η σκιά της είναι σημαδεμένη από μια τοπική δοξασία. Τα επόμενα χρόνια η ζωή του ζευγαριού (σε κάποιο αδιευκρίνηστο μέρος της ελληνικής επαρχίας, σε χρόνο που μάλλον βρίσκεται κάπου στα μέσα του περασμένου αιώνα) βουτάει σ' έναν κυκεώνα θανάτου κι απελπισίας, ενώ οι αντιδράσεις της τοπικής κοινότητας απέναντι στα όσα παράδοξα, αλλόκοσμα και μακάβρια καταδιώκουν την οικογένεια ακολουθούν μια πορεία θρησκευτικής φύσεως.
Ο κόσμος του όμορφου μα σκληρού και γεμάτου πόνο αφηγήματος βρίθει με θρησκευτικά σύμβολα και μυθολογικές αντανακλάσεις, με προϋπάρχουσες μα και καινοφανείς δοξασίες, ενώ επικρατεί σύγχυση μεταξύ κοσμικού και θρησκευτικού, μοντέρνου και άχρονα παραδοσιακού, ιερού και βέβηλου, καταλήγοντας στο φινάλε-μεταλαβιά που χαράζεται στον νου. Η πίστη κατέχει κεντρικό ρόλο, όπως και οι εντάσεις και δυναμικές που αυτή μπορεί να δημιουργήσει. Από αυτήν την άποψη το βιβλίο μού θύμισε τον Παλαιό των Ημερών του Μάτεσι αλλά και το The Sorcerer's Apprentice του Hanns Heinz Ewers.
Η γλώσσα του βιβλίου δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει ούτε χρησιμοποιεί ντοπιολαλιά - είναι λειτουργική, αποτελεσματική και ρέουσα, όπως και το ύφος του συγγραφέα. Ένα καλό ντεμπούτο με περισσότερο βάθος απ' ό,τι υπονοεί το μικρό του μέγεθος.
Παρά το μικρό του μέγεθος, το βιβλίο αυτό είναι ασήκωτο. Κουβαλάει μέσα του το βάρος της σκοτεινής ατμόσφαιρας, το βάρος των δαιμόνων που ταλανίζουν τους πρωταγωνιστές, το βάρος της εξαιρετικής γραφής. Σπάνια βρίσκεις τέτοια βιβλία. Πολλά μπράβο.
Εξαιρετική νουβελα που μου θύμισε Παπαδιαμάντη και κάτι απο Σολωμό «Η γυναίκα της Ζάκυθος».Στις σελίδες του ζωντανεύει η ελληνική ύπαιθρος παλαιών εποχών, όπου οι άνθρωποι και τα ξωθιά συνυπάρχουν.
«Η αλήθεια κρύβεται στην καρδιά ενός λουλουδιού. Το μπουμπούκι ανοίγει. Τα πέταλα παίρνουν σειρά. Κάθε σειρά ανοίγει και κάθε νέα σειρά σπρώχνει την προηγούμενη παραέξω. Η αλήθεια πάει ν' αποκαλυφθεί. Απλώνει τ' άρωμά της που είναι το ψέμα της. Τα έντομα θα 'ρθούν να τη γονιμοποιήσουν. Έπειτα τα φύλλα θα πέσουν. Θα ξεραθούν και θα πέσουν. Και μένει η αλήθεια γυμνή. Αλλά τότε κανείς δε γυρνάει να την κοιτάξει. Ένα ξερό κοτσάνι που χάσκει στο πεδίο σύντομα σπάει και γίνεται σκόνη».
Σκοτεινό, ανατριχιαστικό, έως και αποκρουστικό, κάποιες στιγμές. Δεν το αφήνεις από τα χέρια σου παρά μόνο όταν το τελειώσεις. Σε συνεπαίρνει σε άκρως σκοτεινά μονοπάτια, εκεί που συγκρούεται η λογική με το παράλογο. Πραγματικά, πρόκειται για μια τρομακτική ιστορία απο την πρώτη έως τη τελευταία σελίδα! Όσον αφορά την φωτογραφία του εξωφύλλου, δε μπορώ να σταματήσω να την κοιτάζω. Με τρομαζει τόσο όσο με γοητεύει.
Μέχρι το τρίτο μέρος το βρήκα ιδιαίτερα ενδιαφέρον, ανυπομονούσα να δω πού θα το πάει, πώς θα τελειώσει η ιστορία. Το τρίτο μέρος με απογοήτευσε, μου θύμισε εκείνη την παλιά ελληνική ταινία με τη μουγκή που μίλησε και ω! τι τρομερό θαύμα. Οι τελευταίες σελίδες με απογοήτευσαν...