Un ragazzo esce nottetempo di casa, eludendo la sorveglianza dei genitori, per recarsi nella bottega di un librario che passa le notti a leggere. Il ragazzo s'innamora di questa figura e grazie a lui assorbe le mille storie che nei libri sono custodite. Quando un giorno gli abitanti del villaggio, mossi dall'odio e dall'invidia, bruciano la libreria, si accorgono con terrore che con le parole spariscono anche le cose che queste nominavano. Il librario è introvabile, forse morto nel rogo. Sarà il ragazzo a scoprire dentro di sé la sua voce perduta e quando vicino al tempio vede le proprie parole farsi pagina sul mare, capisce che queste sono ancora vive e che le cose si salveranno. La storia è ispirata al testo di una sua nuova canzone.
Ένα πραγματικό αριστούργημα σε συσκευασία τσέπης και ένα διαμάντι της σύγχρονης ιταλικής λογοτεχνικής παραγωγής. Η φιλαναγνωσία, η βιβλιοφιλία, η τέρψη της ανάγνωσης και της απαγγελίας, οι μηχανισμοί κατάκτησης της γλώσσας, με παράλληλες (εύστοχες) νύξεις στον σεβασμό της διαφορετικότητας, τον φονταμενταλισμό, τη σχέση των αρχαίων Ελλήνων με τους παροικούντες τον Όλυμπο και τη σημασία του δωδεκάθεου..όλα αυτά αρκούν για να αποτελέσουν μια γερή μαγιά για ένα καλό βιβλίο.
Εδώ όμως ο Vecchioni χειρίζεται με μαεστρία τους βασικούς πυλώνες της γλωσσολογίας, κάνοντας τον αναγνώστη να σκεφτεί ξανά τις βασικές αρχές του δομισμού, αλλά και το κατά Saussure σημαίνον και σημαινόμενο, αντιστικτικά προς τη γενετική-μετασχηματιστική γραμματική και τα γλωσσικά καθολικά του Chomsky.
Υπάρχει τελικά αυθαιρεσία του γλωσσικού σημείου? Ποιά η ακριβής σχέση των λέξεων με τις έννοιες που νοηματοδοτούν; Η γλώσσα τελικά λειτουργεί ως όχημα επικοινωνίας, ώστε να συμμορφώνεται με τα επικοινωνιακά αξιώματα και να εξασφαλίζει την επαφή μεταξύ πομπού και δέκτη; Η μήπως δίνει νόημα σε όλες τις πτυχές της ζωής μας; Στη γλώσσα της γραφειοκρατίας, στα θρησκευτικά κείμενα, στα λόγια της αγάπης και του έρωτα;
Σε μια νουβέλα μόλις 120 σελίδων, ο Ιταλός συγγραφέας-τραγουδοποιός μέσα από στρωτή, γοητευτική και έντονα εικονοποιητική γλώσσα, προλαβαίνει να τα θίξει όλα αυτά, αλλά και να μας προβληματίσει για το καθένα ξεχωριστά, αποκαλύπτοντας παράλληλα την υποκειμενικότητα της γλώσσας της λογοτεχνίας για τον καθέναν μας, με έναν ορισμό της ομορφιάς που θα ζήλευε και ο συμπατριώτης του Ουμπέρτο Έκο: «Η ομορφιά τελικά είναι το ένδυμα που επιλέγεις ραμμένο στα μέτρα σου, μαλακό, ζεστό και άφθαρτο, ανάμεσα σε τόσα άλλα, από τα οποία πάντα θα λείπει κάτι».
"Το πατρικό μου θα 'ναι γεμάτο βιβλία, θα' ναι γεμάτο με τα συγκεκριμένα βιβλία με το μπλε εξώφυλλο. Θ' αντικρίσω ένα βουνό, έναν ωκεανό βιβλίων να έχει κατακλύσει το σαλόνι, το υπνοδωμάτιο, την κουζίνα, το μπάνιο, το μπαλκόνι. Όπου κι αν στρέφω το βλέμμα θα υπάρχουν μόνο βιβλία, αραδιασμένα σε στοίβες, πεταμένα, το ένα πάνω στο άλλο, κλειστά, ανοιχτά, στο πλάι ή μπροστά μου..."
Συμπαθές αλληγορικό παραμύθι για τη σημασία των λέξεων στη ζωή μας. Δεν είμαι ωστόσο σίγουρη ότι συμφωνώ 100% με το μήνυμα που εγώ κατάλαβα ότι ήθελε να περαστεί περί καλής ή κακής λογοτεχνίας. Η δίψα και η χαρά για ανάγνωση είναι ένα μαγικό συναίσθημα και δε διαχωρίζεται σε καλό αναγνώστη αν έχεις διαβάσει μόνο Τολστόι ή Πεσσόα. Όπως και να χει καλαίσθητο βιβλίο για τη δύναμη της γνώσης έναντι στην άγνοια. Θα ήθελα κάτι ακόμα…
Τι διαμαντάκι ήταν αυτό! Το ξεκίνησα φτάνοντας στην παραλία και δεν βούτηξα μέχρι να το τελειώσω. Είναι μια νουβέλα για όσους αγαπούν το διάβασμα. Για όσους αγαπούν τα βιβλία με μια αγάπη παθιασμένη, αμετακίνητη. Για όσους έχουν μια σχέση εξάρτησης με τις λέξεις. Τις σκέφτονται, τις αναλύουν, τις κάνουν κομπολόι και παίζουν μαζί τους συνεχώς. Στις 120 σελίδες υπογράμμισα τόσα πολλά! Είναι ένα φιλοσοφικό παραμύθι που μιλά για αυτή τη βασανιστική δίψα για διάβασμα, για μάθηση. Σαν ένα δροσερό ποτήρι νερό είναι τότε ένα καλό βιβλίο. Τι θα συμβεί λοιπόν αν οι λέξεις ξεχαστούν, αν χαθούν... Πώς θα εκφράζονται οι άνθρωποι; Πώς θα λένε σ’ αγαπώ, πώς θα υπερασπίζονται τα δικαιώματά τους. Πώς θα ζουν;
«Η λέξη δεν είναι ένα αντικείμενο τυχαίο, δεν είναι εμπορεύσιμο αγαθό ή κάποια συμφωνία που φέρνουμε στα μέτρα μας. Είναι εντέλει η ιστορία η ίδια. Η ευφυία που προσαρμόζεται και επινοεί. Είναι το συναίσθημα που δίνει τον τόνο, τον ρυθμό, τη χάρη και την ένταση. Είναι η μορφή και το πρόσωπο της βουβής κατάστασης της καρδιάς. »
Σε ένα χωριό της Σικελίας, οι κάτοικοι έχουν ξεχάσει τη σημασία των λέξεων και έχουν μείνει με στείρα την έκφραση των συναισθημάτων τους. Ένα παράδοξο γεγονός στέρησε τη χαρά να τις κατέχουν. Τις λέξεις που υπήρχαν τις θυμάται μόνο ο Νικολίνο γιατί είχε ένα χάρισμα από μικρός. Απομνημόνευε ολόκληρα αποσπάσματα από κείμενα μόνο με το άκουσμά τους. Με αφηγητή τον συγγραφέα, ο Νικολίνο μας μιλά για τα γεγονότα που οδήγησαν τον τόπο του στην παράξενη αυτή κατάσταση.
Όλα ξεκίνησαν όταν μια μέρα έφτασε στο χωριό τους ένας μυστηριώδης άνθρωπος, αποκρουστικός στην εμφάνιση και απόμακρος με όλους. Δεν φαίνεται να θέλει τίποτα άλλο παρά μόνο να μετατρέψει ένα μαγαζί σε βιβλιοπωλείο αλλά, όταν το τελειώνει, τι παράξενο! Δεν πουλά τα βιβλία του! Η επιθυμία του είναι να τα διαβάζει στον κόσμο. Το αποτέλεσμα είναι να κινήσει τις υποψίες των κατοίκων, να διεγείρει τη φαντασία τους και να αναζωπυρώσει τις προκαταλήψεις τους. Ο Νικολίνο είναι ο μόνος που υποκύπτει στη γοητεία των ακουσμάτων και μαγεύεται από την ομορφιά της γνώσης. Όλοι οι άλλοι αντιδρούν γιατί … «Το ανεξήγητο και το μοναδικό έρχονται να μας ταρακουνήσουν και να εκδιώξουν τον ύπνο των τακτικών παραχωρητικών μας συνηθειών.»
Η προκατάληψη και ο φόβος για το διαφορετικό,- αλήθεια, πόσο πιο εύκολη είναι η δαιμονοποίηση του αλλιώτικου, από την αντιμετώπισή του! - κάνει όλους τους κατοίκους να προβούν σε ενέργειες που αποβαίνουν μοιραίες. Οι λέξεις «φεύγουν» και οι κάτοικοι του χωριού ψάχνουν για πρόσκαιρες λύσεις που, κατά κανένα τρόπο δεν αντικαθιστούν την έκφραση των συναισθημάτων τους. Έτσι οι άνθρωποι αναγκάζονται να αποδώσουν την απώλεια των λέξεων σε μια επιδημία των φωνητικών χορδών, κλείνονται στη μικρή τους κοινωνία και η επίσημη πολιτεία συστήνει το Ινστιτούτο για την Ενθάρρυνση και την Αποκατάσταση των Εννοιών που βρίσκει μια πρόσκαιρη λύση. Τα συναισθήματα πια εκφράζονται με κινήσεις, με κώδικες που διευκολύνουν απλά την επικοινωνία, όμως με κανένα τρόπο δεν αντικαθιστούν τον πλούτο των λέξεων και των εννοιών, τον πλούτο της γνώσης.
Ο Ρομπέρτο Βεκιόνι στήνει ένα παραβολικό, -εφιαλτικό - παραμύθι σε μια πόλη που έπαψε να υπάρχει αιώνες πριν, τον Σελινούντα. «Ίσως γιατί ο Σελινούντας είναι μια σκηνή στην έρημο, όπου είσαι ή βοσκός ή καμήλα. Δεν είναι το παλάτι της Βαβυλώνας ούτε η βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας.» Ο ήρωάς του, ο Νικολίνο, είναι ο εκφραστής της ελευθερίας, ο ζηλευτής της γνώσης και ο υπέρμαχος των βιβλίων που αβίαστα τη δίνουν αρκεί να το θελήσουμε. Ο Σελινούντας είναι ο τόπος όπου εμείς ζούμε ή εκείνοι οι άλλοι ζουν, ή οι επόμενοι από εμάς θα ζήσουν. Είναι ο τόπος του καθενός. Η ιστορία είναι άχρονη, μπορεί να έγινε κάποτε, ή πριν λίγο, ή να γίνει στο μέλλον. Ο κίνδυνος όμως είναι ορατός. Σε μια σύγχρονη κοινωνία όπου τα πάντα αναπτύσσονται ταχύτατα, όπου οι κινήσεις μας διακρίνονται από το άγχος να προλάβουμε και να αναπτύξουμε μια προκαθορισμένη ταχύτητα που ορίζει τη ζωή μας, οι εκφράσεις των συναισθημάτων μας τείνουν να αντικατασταθούν από ολιγόλογες φράσεις ή από κινήσεις ή από σύμβολα σαν τα emoticons!
Ο βιβλιοπώλης του Σελινούντα είναι ένα βιβλίο ύμνος στα βιβλία, στη σκέψη, στη βούληση και στην ελευθερία. Σαν αφήγημα, αν το δούμε από τεχνικής άποψης, δεν έχει δομή ή κάποια ιδιαίτερη πλοκή. Τα αποσπάσματα των βιβλίων όμως που έχουν επιλεχθεί από τον συγγραφέα - βιβλίων που έχουν αφήσει στίγμα βαρύ στη λογοτεχνία - και τα μηνύματα που δίνονται, κάνουν τον Βιβλιοπώλη του Σελινούντα ένα μικρό λογοτεχνικό στολίδι.
"Να 'μαστε λοιπόν, σαν τα αυτοκίνητα σ'ένα μεγάλο γκαράζ, τακτοποιημένο και καθαρό, όπου η παραμικρή μανούβρα για είσοδο, έξοδο, στάση, στάθμευση και παραχώρηση προτεραιότητας είναι σχεδιασμένη με τέτοια ακρίβεια, που δεν χρειάζεται ποτέ να αναρωτηθούμε για τη θέση, τη διαδρομή και το κουτί μας." Γλυκόπικρο θαυματάκι, που μιλάει κατευθείαν στην καρδιά κάθε γεννημένου λάτρη των βιβλίων,όχι σαν αντικείμενα κοινωνικής καταξίωσης και αυτοπροβολής, αλλά σαν μέσα μεταφοράς αγάπης και λοιπών ταπεινών συναισθημάτων. Ένα βιβλιαράκι που θα λατρέψουν όσοι μέσα στις λέξεις ακούν τον ήχο της ακατάπαυστης ζωής. 5🌟
Του βάζω 5 αστεράκια, όχι για τη λογοτεχνική του αξία, δεν είμαι άλλωστε ειδική να το κρίνω αυτό, αλλά γιατί με ταξίδεψε με έναν μαγικό τρόπο. Γιατί λατρεύω τα τραγούδια του Vecchioni (τον άκουγα φανατικά τη δεκαετία του 90) και γιατί ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη να διαβάσω και ένα από τα βιβλία του. Ένα τραγούδι μαγικό που έγινε διήγημα λοιπόν. Ένας βιβλιοπώλης που διάβαζε βιβλία, δεν τα πουλούσε. Μια ιστορία για το πώς θα ήταν ο κόσμος χωρίς τα βιβλία. Η ιστορία ενός χωριού, του Σελινούντα της Σικελίας, μέσα από τα μάτια του Νικολίνο. Ένα μικρό αγόρι που το σκάει κάθε βράδυ από το σπίτι του για να ακούσει τον παράξενο βιβλιοπώλη,που κατέφτασε στο χωριό του φορτωμένος βιβλία, να διαβάζει. “ Ο πιο άσχημος άντρας που είχα δεί ποτέ. Μικροκαμωμένος, σκυφτός και καμπούρης. Φορούσε ένα διπλόπετο σακάκι με γκρι και μαύρες ρίγες, φαρδύ σαν ξένο πάνω του.” Ο Νικολίνο, ο μόνος ακροατής σε αυτές τις βραδιές ανάγνωσης. Το υπόλοιπο χωριό αντιμετώπιζε αυτόν τον “παράξενο” βιβλιοπώλη στην αρχή με επιφύλαξη και αργότερα με επιθετικότητα. “Στα φυσιολογικά πράγματα, στους κανόνες και στην αρμονία δεν δίνεις σημασία, τόσο δεδομένη θεωρείς την ύπαρξή τους. Τώρα πια το ξέρω, είναι η εξαίρεση και το ξεβόλεμα από το συνηθισμένο που σου προκαλούν την ανησυχία, που κάνουν τα νεύρα σου να τσιτώνουν και σου τρελαίνουν το μυαλό.” Ο Νικολίνο μαγεύτηκε από τις λέξεις που ξεπηδούσαν από τα σπουδαία κείμενα των Σαίξπηρ, Πεσσόα, Σοφοκλή, Σαπφούς, Λεοπάρντι, Τολστόι, που ο βιβλιοπώλης επέλεγε κάθε βράδυ για ανάγνωση. Όταν μετά από μια σειρά παράξενων γεγονότων, οι κάτοικοι του χωριού θα βρεθούν σε πλήρη άγνοια, περιτριγυρισμένοι από λέξεις, κενές, δίχως νόημα, έχοντας ξεχάσει τη σημασία τους,χάνοντας έτσι και την έννοια της επικοινωνίας, μην μπορώντας να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, ο Νικολίνο θα είναι ο μόνος που θα τις θυμάται και θα μπορεί να διηγηθεί τα γεγονότα που οδήγησαν το χωριό σε αυτή την κατάσταση. Ο μόνος ο οποίος κατέχει πια την “ουσία” της λέξης, αποφασίζει να διηγηθεί στην Πρίμουλα, την αγαπημένη του, αποσπάσματα από τα κείμενα που άκουγε κάθε βράδυ στο βιβλιοπωλείο, προσπαθώντας έτσι να επικοινωνήσει την αγάπη του για αυτήν. “Αγαπώ την Πρίμουλα. Το να μην μπορώ να της μιλήσω το νιώθω σαν απώλεια, σαν αμυχή που φέρνει πόνο αβάσταχτο. Δεν μας αρκούν οι χειρονομίες, τα χάδια και τα βλέμματα. Μια τέτοια αταβιστική προσέγγιση ικανοποιεί ελάχιστες ανάγκες. Συνεχείς αποκρίσεις σε ανύπαρκτες ερωτήσεις. Είμαστε σα ζωγράφοι που τους πήραν τα χρώματα.” Μια υπέροχη ιστορία για τη σημασία των λέξεων και τις κρυφές αποχρώσεις τους. Όποιος τις καταλαβαίνει και τις κατέχει, τις κρατάει ζωντανές στο χρόνο. Σε μια εποχή όπου η επικοινωνία και η έκφραση έχει αυτοματοποιηθεί, έχει αντικατασταθεί από τα emojis, όπου το λεξιλόγιο συρικνώνεται, όπου το διαφορετικό τρομάζει, αυτό το υπέροχο βιβλιαράκι μας αφυπνίζει. Μας δείχνει πώς θα ήταν ο κόσμος μας χωρίς λέξεις, χωρίς πολιτισμό, χωρίς βιβλία. Ένας κόσμος σιωπηλός και εχθρικός.
Είναι ένα διαφορετικό βιβλίο. Ο ήρωας μας ο Νικολινο. Υπάρχουν έντονα συναισθήματα θλίψη..αγωνία... χαρά... απογοήτευση...και ο 'περιεργος' βιβλιοπώλης στη Σελινούντα..δεν θα πω περισσότερα...αξίζει να το διαβάσετε.
Μικρό και γεμάτο αλληγορίες βιβλίο για την σημασία των ίδιων των λέξεων στη ζωή μας και τι αντίκτυπο έχουν τελικά αυτές στα ίδια τα πράγματα που σηματοδοτούν... Αν χάσεις τις λέξεις, τα πράγματα έχουν άραγε το ίδιο νόημα;Ή οι λέξεις είναι απλά κάποιες συμβάσεις που χρησιμοποιούμε μεταξύ μας για καλύτερη συνεννόηση και μπορούν εύκολα να αλλάξουν, χωρίς να αλλοιώσουν τα ίδια τα αντικείμενα οιυ περιγράφουν; Μου άρεσε πολύ σαν παραμύθι, είναι γραμμένο και πολύ ονειρικά, σαν να διηγείται κάποιος σε παιδί - χωρίς να έχει απλοϊκές λέξεις όμως - το τέλος του το διάβασα μονορούφι και στο μυαλό μου άκουγα τον μαγικό αυλό να παίζει ως μουσικό χαλί. Είναι ένα βιβλίο για τα βιβλία και την φιλαναγνωσία, είναι γεμάτο αποσπάσματα από άλλα βιβλία κλασικής λογοτεχνίας και σου κλείνει το μάτι σε πολλά σημεία, αρκετά μέτα.
"La parola non è un oggetto casuale, una merce di scambio, un codice di comodo: è la storia, l’intelligenza che adatta o reinventa, l’emozione che dà accenti, ritmi, soavità e burrasca, aspetto, volto alla muta condizione del cuore.”
Η αλήθεια είναι στο 3.5/5.
"Η καθημερινή ρουτίνα έχει γίνει αποδεκτή. Είκοσι με τριάντα βασικά ρήματα καταφέρνουμε να τα θυμόμαστε και να τα χρησιμοποιούμε στην κατάλληλη κάθε φορά περίσταση. Δεν πετυχαίνουμε όμως το πέρασμα από το ένα στο άλλο, δεν ξέρουμε από πού έρχονται και πού πάνε΄δεν είμαστε σε θέση να τα παραλλάξουμε και να τα ντύσουμε με χρόνους, τρόπους ή με μιαν απόχρωση. Κια εδώ βρίσκεται το βασικό πρόβλημα. Έχει χαθεί η παλέτα των αποχρώσεων. Μαζί με τις αποχρώσεις έχουν χαθεί και τα συναισθήματα που τις συνοδεύουν ή τις προκαλούν. Το ρήμα "αγαπώ", για παράδειγμα, έχει για όλους έναν και μοναδικό νόημα. Όταν κάποιος εκφέρει αυτό το ρήμα, οι λογικοί συνειρμοί που παράγει ο νους μας είναι πάντα οι εξής ίδιοι, και άλλοι δεν υπάρχουν: "ισχυρή φυσική ανάγκη κι αναστάτωση από την έλλειψη του αντικειμένου (με υψηλό αριθμό παραδειγμάτων γύρω στα δέκα)΄κατοχή, γάμος, παιδιά, κληρονομία και σεξ ανάλογα τις ανάγκες".
Letto perchè scelto dal neonato gruppo di lettura di Milano, cui aderii nell'ottobre 2009. E' un racconto dalla lettura non sempre scorrevole. L'idea su cui è costruito è che improvvisamente le persone abbiano perso le parole per comunicare e siano ridotti ad esprimere solo concetti base attraverso un linguaggio di segni. Metafora di una società che ha perso il gusto per la parola (e dunque la lettura), non convince mai fino in fondo, rivelandosi piuttosto come lo sfogo di un professore esasperato che prova a spiegare perchè i classici siano importanti e soprattutto diversi dagli altri libri. Di fatto risulta un po' spocchioso.
Il gruppo di lettura al suo esordio vide la partecipazione di 4 persone tra cui la sottoscritta, tutte donne. Che, visti i risultati della prima selezione, decisero subito di cambiare algoritmo di scelta del libro. Algoritmo che è tutt'ora in uso dal gruppo, dopo quasi nove anni di incontri.
Ταξίδι! Αυτό πρέπει να κάνουν τα βιβλία στο νου του αναγνώστη. Όταν, δε, ταξιδεύουν εκτός από το μυαλό σου και την καρδιά σου, οπως το συγκεκριμένο, τότε ούτε καν δανείζονται. Στο ράφι με τα αριστουργήματα.
Una historis bastante sencilla, pero muy bonita y facil de leer, atrapa muy rápido desde el principio, y se desarrolla facil. La historia va de un pequeño pueblo italiano junto al mar, tiene mucho la atmósfera mediterránea, evoca muy bien el ambiente. Pues en este pueblo llega un hombre, pone una libreria, pero no vende necesariamente los libros, sino que hace otra cosa. Un niño es quien nos cuenta esto, y es bastente agradable) lo recomiendo para una lectura simple con bastante contenido.
Αν το είχα διαβάσει πριν από 10-20 χρόνια, ίσως και να με συγκλόνιζε. Τώρα, απλά με διασκέδασε. Δεν με τρόμαξε όπως περίμενα, φρικτό πράγμα να μην υπάρχουν λέξεις, να μην τις θυμάσαι.
Una historia sencilla y mágica sobre la importancia de leer. De Amicis, Ende, Buzzati, Ordine.....¿que pasa con Italia? ¿Por qué los mejores hacedores de parábolas salen de allí?
Τι θα γινόταν αν ξαφνικά σταματούσαμε να επικοινωνούμε με λόγια ?Αν είχαν αντικατασταθεί οι λέξεις με κώδικες, άλλοτε απλούς, άλλοτε σύνθετους κ άλλοτε με χειρονομίες... Αυτό ακριβώς έγινε σ'ενα μακρινό χωριό της Σικελίας, όπου ξαφνικά οι ιδέες άρχισαν να είναι λησμονημένες στο πέρασμα του χρόνου. Άρχισαν οι λέξεις να χάνονται άρα τα αντικείμενα άρχισαν να διαστρεβλώνονται κα τα νοήματα να αποδυναμώνονται μέσα στο χρόνο...
Ένας βιβλιοπώλης θα προσπαθήσει να αγγίξει τις σκέψεις κ τα συναισθήματά των κατοίκων. Ένας βιβλιοπώλης διαφορετικός που δεν πουλούσε τα βιβλία αλλά τα διάβαζε... Ήταν λοιπόν ένας πολεμιστής ενάντια στην άγνοια με μοναδικό όπλο την φωνή του, μία φωνή που άλλοτε έμοιαζε νανούρισμα ,άλλοτε λιτανεία κ άλλοτε προσευχή... Μία λέξη είναι ικανή να σε συνεπάρει σε βαθμό αιχμαλωσίας φανταστείτε τι κάνουν λοιπόν τα ανθρώπινα χείλη...
Μόνο ο Νικολίνο θα μαγευτεί κ θα προσπαθήσει να προσπεράσει τα καμώματα της άγνοιας με τη βοήθεια αυτού του βιβλιοαφηγητη. Θα προσπαθήσει να σταθεί τοίχος όταν αρχίσουν να τον λιθοβολούν προσπαθώντας οι υπόλοιποι κάτοικοι να κατατροπώσουν αυτόν τον διαφορετικό τύπο... Γιατί το διαφορετικό δυστυχώς τρομάζει ...
Ένα αλληγορικό παραμύθι βαθιά φιλοσοφημένο που μόνο ένας τραγουδοποιός όπως είναι ο συγγραφέας θα μπορούσε να γράψει ένα τόσο μεθυστικό κείμενο γεμάτο λυρισμό...
"Δεν είναι οι λέξεις που σε κάνουν σπουδαίο αλλά εσύ αυτός που θα κάνει σπουδαίες τις λέξεις όταν απέχεις από να τις προφέρεις... Τότε Θα σου δώσουν δύναμη να ορίσεις την παλίρροια"
Una storia piacevole, originale, anche piuttosto elevata nello stile, mai banale e a tratti filosofica. Ha solo quel difetto che, per molti lettori, è il pregio dei racconti: è breve. Vero è che lo strappo improvviso tipico del racconto serve a consolidare l'affezione, ma per chi ama le storie abbondanti e particolareggiate riesce forse difficile assimilare la densità del messaggio. Una cinquantina di pagine in più non potevano fare che bene alla narrazione, che, comunque, lascia un'impressione buona, o, quantomeno, bastevole a rimarcare il mio desiderio di leggere altri libri del Professore. http://athenaenoctua2013.blogspot.it/...
Ένα εξαιρετικό βιβλίο, αριστουργηματικό, ύμνος στο βιβλίο, στην τέρψη που αισθάνεται κανείς όταν του διαβάζουν. Σου γεννά ένα σωρό συναισθήματα, που αν είσαι από εκείνους που αγαπούν το βιβλίο, τόσο για την ύλη του όσο και για το περιεχόμενό του και τα ταξίδια του, θα μαγευτείς. Ένα μικρό "ναρκωτικό" των βιβλιόφιλων, διανθισμένο εδώ κι εκεί με διάφορες διδακτικές αλήθειες της ζωής.
Συμβολικό βιβλίο, πάνω στην αξία των λέξεων ιδωμένο από την απίθανη προοπτική της ολικής απώλειάς τους. Όμορφος, απλός τρόπος γραφής, αν και λόγω της εποχής που διαβάστηκε (κορωνοϊός γαρ) δεν μου εντυπώθηκε η ιδιαιτερότητά του, όπως θα του άξιζε. Θα το επαναλάβω κάποια στιγμή στον χρόνο αργότερα, γύρω στο τέλος του έτους (γεροί να είμαστε όλοι) και να το επανεκτιμήσω.
l libraio di Selinunte non è un racconto convenzionale. Ti spinge a riflettere su un tema che oggi è più attuale che mai: l’uso delle parole. Nell’era della semplificazione e della velocità, in cui il linguaggio è sempre più semplice e spesso le parole sono usate con leggerezza, questo testo ci ricorda l’importanza di sceglierle con cura. La narrazione a volte scorre fluida, altre volte è meno scorrevole, ma è proprio questa alternanza che ti invita a fermarti e a rileggere. Ed è proprio la rilettura che regala nuovi spunti e riflessioni. Lettura consigliata per chi cerca qualcosa di diverso, che vada oltre la trama.
Σε ένα χωριό της Σικελίας, τον Σελινούντα, οι λέξεις έχουν ξεχαστεί. Οι κάτοικοι επικοινωνούν με χειρονομίες και με τις λιγοστές λέξεις που τους έχουν απομείνει. Και ο Σελινούντας δεν έχει πια όνομα αφού δεν μπορεί κανένας να το πει. Μόνο ο Νικολινο γνωρίζει τις λέξεις. Μπορεί ακόμα να μιλάει και μας διηγείται την ιστορία του τόπου, της αγάπης του για την Πετούνια και του βιβλιοπώλη που ήρθε στον Σελινούντα. Ο βιβλιοπώλης δεν πουλάει τα βιβλία του αλλά τα διαβάζει δυνατά για να τα ακούσουν όλοι. Σα γητευτής που προσπαθεί να μαγέψει τους ακροατές. Συνειρμικά έρχεται στον νου το παραμύθι των Γκριμ "Ο αυλητης του Χαμελιν". Ο συγγραφέας επιλέγει αποσπάσματα από μεγάλους κλασικούς συγγραφείς, όπως ο Σοφοκλής, ο Fernando Pessoa, ο Δάντης, ο Σαίξπηρ δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο τη μαγεία των λέξεων, που η μίξη τους δημιουργεί ιστορίες. Και, ενώ διαβάζουμε για μια δυστοπική κοινωνία, ο αναγνώστης θα βρει σίγουρα στοιχεία της εποχής του στο βιβλίο. Ο συγγραφέας περιγράφει τον φόβο της επικοινωνίας, του διαφορετικού, της συζήτησης. Τον φόβο της αντιπαράθεσης και της έκφρασης. Γιατί ζούμε στην εποχή που όλα γίνονται γρήγορα, βιαστικά, που επικοινωνούμε με συντομεύσεις, με emoticons πίσω από την "ασφάλεια" μίας οθόνης. Στο βιβλίο τονίζεται η αξία των λέξεων της λογοτεχνίας και της επικοινωνίας στον ψυχισμό των ανθρώπων.
Un libro muy bonito, casi (para mí) maravilloso, con un lenguaje que llega a nosotros como poesía. Que habla de un pueblo que perdió el don de la palabra porque condenó, segregó y al final destruyó una librería y (probablemente) al librero de Selinunte. Y todo el tiempo me pregunté si no será un error de traducción del italiano al español el poner "librero" en vez de "bibliotecario", el hombre no pretendía vender libros, los puso a disposición de los lectores, los leía para ellos, etc. Tal vez alguien que tenga acceso al original italiano pueda comentar (el término en italiano es "libraio", que en Internet encontré que puede significar librero o bibliotecario, imagino que el contexto dará el significado).