Ένα τραγικό ερωτικό επεισόδιο, δεμένο με την πολιτική ζωή, την ειδυλλιακή φύση και τις κοινωνικές συνθήκες μιας πολιτείας στο Ιόνιο, κατά τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας, δίνει στο καινούργιο μυθιστόρημα του Σπύρου Πλασκοβίτη την ευκαιρία να ιστορηθεί ένα κόσμος καταπιεσμένος από ένοχα αισθήματα και ανταγωνιστικά συμφέροντα, που προμηνούν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στα πλαίσια μιας αμετακίνητης ακόμα επαρχιακής ζωής. "Η Πόλη" γίνεται έτσι ο πραγματικός πρωταγωνιστής, ο κυριότερος ήρωας σε τούτη την αφήγηση, όπου το ομαδικό στοιχείο συμπλέκεται ολοένα με τον ψυχισμό και τα ηθικά προβλήματα κάποιων χαρακτηριστικών ανθρώπων της. Το τέλος των αθώων σημαδεύει την είσοδο της νέας εποχής -μια "άλλη πόλη"...
Ο συγγραφέας του "Φράγματος" επιχειρεί και εδώ να καταγράψει, από διαφορετική γωνία, τη βαθύτερη αλήθεια του καιρού και του τόπου του, με τη βοήθεια πάντοτε του συνειδητού αναγνώστη. Το μυθιστόρημα "Η Πόλη" είναι μια ιστορία φανταστική, που συμβαίνει κάποτε ν'ακουμπά σε πραγματικά περιστατικά, μα που δεν είναι καθόλου πρόθεση του συγγραφέα να την ταυτίσει με συγκεκριμένα πρόσωπα.
Μια ιστορία ανεκπλήρωτου πάθους σε κάποιο νησί του Ιονίου την εποχή του μεσοπολέμου. Οι πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις της ιστορίας είναι πολλές, αλλά ενώ το βιβλίο δεν με απογοήτευσε, δεν μπορώ να πω ότι με ενθουσίασε κιόλας. Το τέταρτο αστέρι γιατί το Ιόνιο είναι η ιδιαίτερη πατρίδα μου - δεν κατάγομαι πάντως από το ίδιο νησί με αυτό του βιβλίου - και για τη χρήση σε αρκετό βαθμό, της ιδιωματικής διαλέκτου που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι εκεί.
Κάπου κάποια κάποτε μου ειχε πει πως αν θέλει κανείς να καταλάβει την ψυχολογία των νέων της μεταπολεμικής Ελλάδας, επιβάλλεται να διαβάσει Πλασκοβίτη. Στο έργο του θα συναισθανθεί το βάρος μιας χαμένης αθωότητας, την αίσθηση ότι οι ήρωές του δεν μπορούν να ανακαλέσουν στιγμές ομορφιάς ανεμελιάς και ασφαλείας από την παιδική τους ηλικία, ακριβώς γιατί στην πραγματικότητα δεν την έζησαν ποτέ. Η αθωότητα είναι ακριβώς το θέμα της Πόλης. Με τα φώτα πάνω στο ανεκπλήρωτο πάθος ενός ιερέα και της έφηβης προστατευόμενής του, ο συγγραφέας παίζει με το δίπολο ενοχή- αθωότητα, όχι με όρους ηθικολογικούς ή ψυχολογικούς, αλλά κοινωνικούς, περιγράφοντας το σκηνικό μιας πόλης έτοιμης να κατασπαράξει ανθρώπους στο όνομα μιας ρευστής ευταξίας, αφήνοντας όμως στην πραγματικότητα να διαβρωθεί σιγά σιγά από πραγματικούς κινδύνους: την υποκρισία, τα μικροπολιτικά συμφέροντα, την εκμετάλλευση, την αδικία. Δεν είναι τυχαίο ότι χρονικά η αφήγηση εκτείνεται απο την επόμενη της μικρασιατικής καταστροφής ως την 4η Αυγούστου 1936.
Σε πρώτο πλάνο λοιπόν η άτυχη ερωτική ιστορία: Είναι εντυπωσιακό πόσο καταφέρνει να μπει στην ψυχολογία της έφηβης κοπέλας (και ώριμης πια γυναίκας, που μας διηγείται την ιστορία σε flash back), φαινομενικά εύθραυστης, αλλά στην πραγματικότητα με ισχυρό ένστικτο επιβίωσης, που μάλλον οφείλεται στην αδυναμία της να επεξεργασθεί οποιοδήποτε αίσθημα ενοχής (και καπου εδώ πλανάται το φάντασμα του Νίτσε). Στον αντίποδα ο ιερέας, ένας «αμαρτωλός αθώος», όπως δηλώνει, παίρνει πάνω του το βάρος μιας ανυπόστατης φήμης, οδηγούμενος εκεί που η Πόλη τον προστάζει. Επειδή θεωρεί πως δεν είναι εντελώς αθώος για όσα του καταλογίζονται, στην πραγματικότητα όμως επειδή δεν αντιστάθηκε σε αυτές τις προσταγές.
Σε δεύτερο πλάνο, η Πόλη (γεωγραφικά κάπου στα Επτάνησα, πιθανότητα στην Κέρκυρα, πόλη καταγωγής και του συγγραφέα). Η Πόλη ως αστικών χαρακτηριστικών -πλην επαρχιακών νοοτροπιών- (καμία διαφορά με σήμερα ως προς αυτί δηλαδή) ελληνική κοινωνία. Η Πόλη με το νέο αίμα ξεριζωμένων που αναζητούν μια θέση, η Πόλη του αγροτικού ζητήματος και των μεταρρυθμίσεων, της δυσπιστίας απέναντι στους συνεταιρισμούς (που εξηγεί επίσης πολλά διαχρονικά), των βολεμένων που κάνουν πως δεν βλέπουν, των φανφαρολόγων, των καιροσκόπων, των πολιτικαντηδων.
Τεράστιας αξίας η τελευταία παράγραφος. Όχι τόσο γιατί σε ενημερώνει για τη σημερινή κατάσταση της Αγγελίνας, αλλά γιατί σε κάνει αντιληφθείς πως όσο κι αν αντισταθείς, η Πόλη τελικά θα σε αλώσει. Ακόμα κι αν σε αφήσει να επιβιώσεις ως couleur locale.
This entire review has been hidden because of spoilers.
Μια μεγαλύτερη πλέον γυναίκα θυμάται τον εμμονικό έρωτά της ως κοριτσιού για τον κηδεμόνα της μέχρι το καταστροφικό του αποτέλεσμα.
Η μοίρα των πρωταγωνιστών του δράματος συμπλέκεται με την πολιτική κατάσταση του νησιού και η έκταση του σκανδάλου επηρεάζει τις τύχες περισσότερων ανθρώπων ως και την έκβαση μιας εκλογικής αναμέτρησης.
Το ιστορικό και γεωγραφικό πλαίσιο δεν δηλώνεται σαφώς, προφανώς όμως υπονοούνται η Κέρκυρα ως η Πολη του τίτλου και η περίοδος μεταξύ Μικρασιατικής Καταστροφής και Β Παγκοσμίου Πολέμου ως χρόνος δράσης.
'Η Πόλη', του Σπύρου Πλασκοβίτη, είναι ένα καλό βιβλίο που έχει βραβευτεί με το 'Α΄ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος [1980]', ενώ ο συγγραφέας είναι σημαντική προσωπικότητα της χώρας μας, για την αντιδικτατορική του δράση, αλλά και λόγω της δικαστικής του αργότερα ενασχόλησης. Η δική μου εμπειρία από το συγκεκριμένο ανάγνωσμα πριν από μερικούς μήνες (εν έτη 2012) ήταν όμως μέτρια.
Το βιβλίο έπεσε τυχαία στα χέρια μου, μιας και ήταν σε συσκευασία Κυριακάτικης εφημερίδας, από την άποψη δηλαδή ότι δεν το γνώριζα, ούτε και τον συγγραφέα του. Η πλοκή δεν με τράβηξε καθόλου αρχικά, αλλά σίγουρα η περιέργειά μου κρατήθηκε σε ψηλά επίπεδα από τη πολυπλοκότητα της γραφής που απαιτούσε δυνατή προσπάθεια για να την εμπεδώσεις. Αυτό δεν ήταν μόνο δική μου αντίδραση αλλά τη διασταύρωσα και με άλλο αναγνώστη.
Η συνέχεια, μετά δηλαδή από το 1/3 του έργου ήταν πολύ καλύτερη, με πολλά ιστορικά στοιχεία για την εποχή (Ελλάδα του '30), για την ζωή στην νησιωτική χώρα, αλλά και για το πολιτικό γίγνεσθαι. Η πλοκή δεν είναι για την εποχή μας κάτι που δεν έχει κάποιος ξανακούσει, ενώ το περίεργο είναι ότι πουθενά μέχρι το τέλος του βιβλίου δεν υπάρχει σαφής αναφορά στο όνομα της πόλης, ή του νησιού όπου έχουν τοποθετηθεί οι ήρωες της μυθιστορίας. Εγώ έμαθα από σχετικό δημοσίευμα για το ποια είναι η Πόλη, αλλά δεν υπάρχει ανάγκη να το παραθέσω, μιας και δεν το κάνει και ο ίδιος ο συγγραφέας.
Η γενική εικόνα των αισθημάτων που εγώ κράτησα είναι καλή προς μέτρια, αλλά ή αξία του βιβλίου συγγραφικά πιστεύω είναι μεγάλη, και το αποδεικνύει και το σχετικό Α' βραβείο του 1980 (έτσι για να μιλάμε και λίγο αντικειμενικά).