У Швеції живе веселий блакитноокий хлопчик-пустун на ймення Еміль. Він завжди потрапляє в якусь халепу. Ну кому спаде на гадку розмалювати Іду в яскраво-синій колір, підпалити перо на капелюсі паніматки чи нагодувати півня та поросятко п’яними вишнями? Усе це він, невгамовний Еміль з Льонеберґи…
Astrid Anna Emilia Lindgren, née Ericsson, (1907 - 2002) was a Swedish children's book author and screenwriter, whose many titles were translated into 85 languages and published in more than 100 countries. She has sold roughly 165 million copies worldwide. Today, she is most remembered for writing the Pippi Longstocking books, as well as the Karlsson-on-the-Roof book series.
Awards: Hans Christian Andersen Award for Writing (1958)
Neue Abenteuer mit Michel aus Lönneberga. Michel ist ein richtiger Lausebengel, aber man muss ihn trotzdem einfach mögen! :) Am besten hat mir hier die Episode mit den vergorenen Kirschen und dem betrunkenen Hahn gefallen. Ich sehe es bildhaft vor mir :) Die Geschichten von Michel kann man einfach immer wieder lesen oder hören, ohne dass es langweilig wird. Und ich finde, die Geschichten passen auch für jede Altersklasse, Jung und Alt 💜
Αν και πλέον έχω μεγαλώσει η παιδική λογοτεχνία συνεχίζει να με ενδιαφέρει αφού εξαιτίας της αγάπησα το διάβασμα. Κάθε χρονιά αγοράζω εκείνα τα βιβλία που πιστεύω πως θα ξυπνήσουν τη μικρή Μαριάννα που κοιμάται μέσα μου. Λίγα δυστυχώς είναι αυτά που τα τελευταία χρόνια τα έχουν καταφέρει με τις φετινές προσπάθειες να στέφονται όλες με αποτυχία. Δεν ήθελα να τελείωσε έτσι δυσάρεστα η χρονιά για αυτό και αποφάσισα την εορταστική περίοδο να την αφιερώσω σε ιστορίες που δε διαβάζω για πρώτη φορά. Ιστορίες που αν είχα Goodreads όταν τις πρωτογνώρισα θα τις είχα βαθμολογήσει με 4 και 5 αστέρια. Ήλπιζα ότι το ίδιο θα ίσχυε και τώρα. Έτσι με το που τακτοποιήθηκα στο πατρικό, έτρεξα στη μεγάλη βιβλιοθήκη και μετά από λίγη ώρα ψαξίματος δίπλα μου βρίσκονταν παιδικά βιβλία που είχα πάνω από δέκα χρόνια να αγγίξω. Μόνο τα Χριστουγεννιάτικα διηγήματα του Παπαδιαμάντη είχα ξαναδιαβάσει ως ενήλική για τα οποία έχω αφήσει κριτική και εδώ.
Η νέα αυτή αναγνωστική περιπέτεια ξεκίνησε με το «Ο Μικές ξανάρχεται» της Astrid Lindgren. Γεννημένη τον Νοέμβριο του 1907 στο Vimmerby της Σουηδίας έζησε μέχρι και τον θάνατο της το 2004 στην Κοπεγχάγη μια γεμάτη ζωή κάνοντας αρκετές παιδικές φατσούλες να γελάσουν μέχρι δακρύων ενώ τιμήθηκε για την προσφορά της στο χώρο του παιδικού αναγνώσματος με πολλά βραβεία. Σύμφωνα με τη biblionet κάποια από αυτά είναι: Hans Christian Andersen Award Friedenspreis des Deutschen Buchhandels [Βραβείο Ειρήνης των Γερμανών Βιβλιοπωλών] Janusz-Korczak-Preis Corine International Book Prize [Bavarian Landesverband-Börsenverein des Deutschen Buchhandels
«Γράφω για να διασκεδάσω το παιδί που βρίσκεται μέσα μου και μπορώ μόνο να ελπίζω ότι και τα υπόλοιπα παιδιά θα βρουν κάτι στα γραπτά μου που θα τα κάνει να διασκεδάσουν τουλάχιστον για λίγο» είχε δηλώσει η συγγραφέας σε συνέντευξη της. Λόγια που βλέπεις να παίρνουν ζωή όταν ως αναγνώστης έρθεις σε επαφή με τη γραφή της. Το μεγαλύτερο πρόβλημα μου με τους σημερινούς συγγραφείς παιδικής λογοτεχνίας είναι η αίσθηση που μου δίνουν τα γραπτά τους. Νιώθω πως δεν γράφουν για τα παιδιά αλλά για τη δική τους προσωπική προβολή. Κυνηγούν την προσωπική αναγνώριση και όχι την ψυχαγωγία της παιδικής ψυχής. Η γραφή τους είναι γεμάτη αναλυτικότατες περιγραφές και κοσμητικά επίθετα που ούτε καν γνωρίζουν τα μικρά παιδιά, οι διάλογοι θυμίζουν ενήλικες συζητήσεις, οι ιστορίες είναι πολύπλοκες και σε αρκετές περιπτώσεις μπλέκουν την πραγματικότητα με τη φαντασία χωρίς να εξηγούν πως τα δύο αυτά συμβαδίζουν. Τα λόγια της Lindgren συμφωνούν με τη δική μου οπτική πάνω στην παιδική λογοτεχνία. Δε θέλω πολύπλοκες ιστορίες και γραφή που να θυμίζει διατριβή πανεπιστημίου αλλά ιστορίες που να βγάζουν αυθόρμητο γέλιο και που θα έχουν ενσωματώσει μέσα τους με τρόπο που να μη θυμίζει διδασκαλία σχολείου σημαντικά μηνύματα. Όσα παλαιά έργα συγγραφέων παιδικής λογοτεχνίας άντεξαν στο χρόνο και διαβάζονται ακόμα ακολουθούν το σκεπτικό της Lindgren. Για αυτό οι ιστορίες τους μίλησαν απευθείας στην παιδική ψυχή και συνεχίζουν μέχρι και σήμερα να της μιλούν. Δεν είναι τυχαίο που τα βιβλία τους εκδίδονται και πουλούν ακόμα ενώ σημερινά παιδικά βιβλία ξεχνιούνται μετά από λίγα χρόνια κι ας τα έχουν επιβραβεύσει οι κριτικοί. Εύχομαι οι συγγραφείς παιδικής λογοτεχνίας του σήμερα να πάψουν να κοιτούν τη δική τους αναγνώριση και τα αποθεωτικά λόγια των ενήλικων κριτικών και να αφοσιωθούν στη ψυχαγωγία των παιδιών και στη δική τους κριτική. Γιατί αυτοί είναι οι αναγνώστες τους και η δική τους γνώμη πρέπει να τους ενδιαφέρει.
Αν κάποιος διαβάσει τη βιογραφία της Lindgren θα δει πως αρκετές ιστορίες της στηρίζονται σε προσωπικά της βιώματα ή σε μαρτυρίες δικών της αγαπημένων με άλλες να δημιουργήθηκαν σε μια προσπάθεια ψυχαγώγησης κοντινών της προσώπων. Πολλά παιδιά μπορεί να μη γνωρίζουν το όνομα της συγγραφέως αλλά αμέσως θα δημιουργήσουν στο μυαλό τους την εικόνα της Πίπης Φακιδομύτης αν ακούσουν το δικό της όνομα. Το κορίτσι αυτό με τις κόκκινες κοτσίδες και τις φακίδες που προσπαθούσε να είναι πάντα θετικό και αισιόδοξο αποτελεί την πιο διάσημη ίσως ηρωίδα της Lindgren και δημιουργήθηκε σε μια προσπάθεια η συγγραφέας να φτιάξει τη διάθεση της κόρης της που ταλαιπωρούνταν από πνευμονία. Κάτι παρόμοιο ισχύει και για τον Μικέ το παιδί αυτό οι περιπέτειες του οποίου παρουσιάστηκαν στο κοινό σε τρεις συνέχειες που έχουν μεταφραστεί και στα Ελληνικά κάτω από τους τίτλους: Ο Μικές μες στη σουπιέρα, Το πανηγύρι του Μικέ και Ο Μικές ξανάρχεται. Η συγγραφέας είχε δηλώσει πως αρκετές από τις σκανταλιές του ήρωα της θυμίζουν εκείνες του πατέρα της που ο ίδιος της είχε διηγηθεί. Στο σπίτι μου υπάρχει μόνο το τρίτο και τελευταίο βιβλίο της σειράς αφού οι γονείς μου δεν κοίταζαν τότε αν ένα βιβλίο είναι συνέχεια ή όχι κάποιου. Τα δικαιώματα στα Ελληνικά τα έχουν οι εκδόσεις Ψυχογιός οι οποίες νομίζω πως ακόμα και τώρα κυκλοφορούν τα βιβλία με νέα εξώφυλλα. Να σας πω την αλήθεια δεν αλλάζω με τίποτα το πορτοκαλί χοντρό εξώφυλλο της δεύτερης έκδοσης που η οικογένεια μου έχει και το οποίο δείχνει δύο παιδιά και έναν ενήλικα να παίζουν με ένα γουρουνάκι. Όταν το άνοιξα το πρώτο πράγμα που αντίκρισα ήταν το υπογραμμισμένο και με κεφαλαία γράμματα όνομα του αδερφού μου κάτι που αμέσως με πήγε πίσω στην παιδική μου ηλικία και στη συνήθεια να γράφουμε με το αδερφό μου τα ονόματα μας στα βιβλία και να τσακωνόμαστε κάποιες φορές για το ποιος είναι ο κάτοχος τους. Τότε νομίζαμε ότι θα τα παίρναμε μαζί μας όταν θα φεύγαμε από το σπίτι κάτι που δε συνέβη.
Ο Μικές ξανάρχεται έχει 211 σελίδες και έξι κεφάλαια που συνδυάζουν τη γραφή με την εικονογράφηση. Κάτι που θεωρώ μια έξυπνη ιδέα αφού απευθύνεται σε παιδιά από 6 μέχρι 10 χρονών κάποια εκ των οποίων κάνουν τα πρώτα τους βήματα στην ανάγνωση και διαβάζουν την ιστορία με τη βοήθεια των γονέων ή κάποιου μεγαλύτερου συγγενή. Οι εικόνες είναι απαραίτητες αφού κρατάνε σταθερό το ενδιαφέρον του παιδιού στα όσα τραβά ο μικρός Μικές αλλά και στα όσα τραβούν οι άλλοι εξαιτίας του. Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι πως οι τίτλοι των κεφαλαίων τραβούν αμέσως την προσοχή αφού είναι μεγάλοι, αναλυτικοί και με απλοϊκή γραφή ενώ δείχνουν το συγγραφική ταλέντο της συγγραφέως. Και το δείχνουν αφού δίνουν στους νεαρούς αναγνώστες την περίληψη του κάθε κεφαλαίου χωρίς όμως να αποκαλύπτουν βασικά σημεία, ανατροπές και εκπλήξεις. Παράλληλα δημιουργούν από νωρίς χαμόγελα ενώ τα παιδιά αρχίζουν τις υποθέσεις για το τί θα διαβάσουν. Στις 211 σελίδες η Lindgren πετυχαίνει να κάνει τα παιδιά να περάσουν καλά, να γελάσουν δυνατά και να ενεργοποιήσουν τη φαντασία τους. Όσο η ανάγνωση προχωρά και το παιδί γνωρίζει με τη βοήθεια γραφής και εικόνων τους ήρωες του αρχίζει να οπτικοποιεί από μόνο του σκηνές που δεν έχουν οπτικοποιηθεί στο βιβλίο. Με λίγα λόγια το παιδί παίζει παρέα με το βιβλίο. Η συγγραφέας καταφέρνει όχι μόνο να το τραβήξει στην ανάγνωση αλλά και να δει το βιβλίο ως παιχνίδι. Κάτι που σε μεγάλο ποσοστό λείπει από τα σημερινά βιβλία. «Ο Μικές ξανάρχεται» δεν είναι απλώς μια ιστορία όπου γελάς μέχρι δακρύων. Είναι ένα παιδικό λογοτεχνικό βιβλίο που μαθαίνει το παιδί να αγαπά την ανάγνωση και να αντιμετωπίζει τη λογοτεχνία ως ένα παιχνίδι που μπορεί ταυτόχρονα να σε ψυχαγωγήσει και να σε διδάξει. Γιατί και η γραφή μπορεί τελικά να είναι διασκεδαστική και ελκυστική. Κλείδωσα εδώ, κλείδωσα εκεί, τώρα παντού και παρακεί!.. τραγουδά ο μικρούλης χωρίς να φαντάζεται τους μπελάδες που έρχονται...
Κάτι που ακόμα θεωρώ σημαντικό είναι το μήνυμα πίσω από τις περιπέτειες του κεντρικού χαρακτήρα. Ήρωας του βιβλίου είναι ο Μικές Σβένσον, γιος του Άντον και της Άλμα, αδερφός της μικρότερης του Ίντα. Ζει σε ένα αγρόκτημα στο Κάτχουλτ της επαρχίας Λενεμπέργκα της Σουηδίας. Ο πατέρας του είναι βοηθός του εφημέριου της εκκλησίας και αγρότης. Στο σπίτι της οικογένειας ζουν επίσης η Λίνα η υπηρέτρια που θέλει να παντρευτεί μέχρι την επόμενη άνοιξη και ο Άλφρεντ ο βοηθός του ��ατέρα στις αγροτικές δουλείες. Όταν η ιστορία ξεκινά ο Μικές είναι στην ηλικία εκείνη που τα παιδιά ξεκινούν το σχολείο. Αν και μικρός είναι διάσημος στους κατοίκους του χωριού του. Γιατί; Γιατί είναι άτακτος, πολύ άτακτος! Τόσο που περνά πολλές ώρες τη μέρα στην αποθήκη του σπιτιού ως τιμωρία για μια ακόμα αταξία με θύματα τον πατέρα του, τη Λίνα, την αδερφή του, τον εφημέριο, κάποιον κάτοικο του χωριού ή ακόμα και τον ίδιο. Γιατί οι σκανταλιές του κάποιες φορές έχουν και τον ίδιο ως θύμα! Ο Μικές στην αποθήκη σκαλίζει ξύλινα ανθρωπάκια για να περνάει την ώρα του και μέχρι τώρα έχει φτιάξει πάνω από χίλια! Μάλιστα είναι τόσο συνηθισμένος να πηγαίνει εκεί που πλέον δεν χρειάζεται ο πατέρας του να τον στείλει μετά από μια αταξία τρέχει μόνος του και κλείνει και την πόρτα. Κάθε φορά που κάτι συμβαίνει και διαταράσσεται η ηρεμία εξαιτίας του η Λίνα αναφωνεί: «Δεν έχω δει στη ζωή μου κανένα παιδί σαν και τούτο! Άδικος κόπος που πηγαίνεις στο κατηχητικό. Δεν πρόκειται να σε διορθώσει, έτσι κι αλλιώς δεν θα πας ποτέ στον Παράδεισο. Εκτός κι αν σε χρειαστούν εκεί πάνω να δώσεις ένα χεράκι βοηθείας όταν φτιάχνουν τους κεραυνούς και τις αστραπές!» με τον πατέρα να κουνά απογοητευμένος το κεφάλι του συμφωνώντας. Κι όμως! Το παιδί αυτό που οι μεγάλοι του λέγανε πως αν συνεχίσει να κάνει σκανταλιές δεν θα καταφέρει τίποτα στη ζωή του και που και το ίδιο όταν ήταν μόνο του στην αποθήκη σταύρωνε τα χέρια του και προσεύχονταν λέγοντας: «Αγαπητέ Θεέ ο Μικές Σβένσον του Κάτχουλτ της Λενεμπέργκα με χαρά σε προσκαλεί να τον σταματήσεις να κάνει αταξίες» κατάφερε όταν ενηλικιώθηκε να γίνει δήμαρχος στο χωριό του και ένα από τα πιο σεβαστά και αγαπητά πρόσωπα της περιοχής! Όλοι στέκονταν στις σκανταλιές του Μικέ αγνοώντας πράξεις που φανέρωναν εξυπνάδα, δημιουργικότητα, φαντασία, επιχειρηματικό ταλέντο, πάθος για τη ζωή, υπομονή και επιμονή για το σωστό και μια καλή ψυχή. Στοιχεία που κατέρριπταν τις θεωρίες της Λίνα για το μέλλον του. Οι περισσότερες από τις αταξίες του Μικέ δεν οφείλονταν σε κακία ή σε μια προσπάθεια εκδίκησης και τιμωρίας αλλά σε προσπάθεια να κάνει το καλό. Ο μικρός να σταματήσει τον πονόδοντο της Λίνας ήθελε όταν της πρότεινε να της βγάλει το δόντι με τη βοήθεια του Λουκά, του αλόγου του, να κάνει τον πατέρα του περήφανο ήθελε όταν έβαλε στο κρεβάτι του το καλάθι με τις ζωντανές καραβίδες, να είναι σωστός και καλός γιος ήθελε όταν μαζί με το κοτέτσι και τις καλύβες που ήταν τα ζώα κλείδωσε και την τουαλέτα χωρίς να προσέξει πως ο πατέρας του ήταν μέσα, να παίξει με την αδερφή του ήθελε όταν της έβαψε με μπλε μελάνι το πρόσωπο κάνοντας τη γριά Μαργαρίτα να πιστέψει πως το κοριτσάκι είχε τύφο! Η συγγραφέας με το βιβλίο αυτό προσπαθεί να πει στις παιδικές ψυχές που είναι σαν τον Μικέ πως ένα σκανταλιάρικο παιδάκι που μπλέκεται σε διάφορες περιπέτειες και που προκαλεί προβλήματα στους μεγάλους αλλά και στον εαυτό του δεν είναι ένα κακό παιδί και δε σημαίνει πως όταν μεγαλώσει θα γίνει ένα άχρηστο μέλος της κοινωνίας. Μέσω των σκανταλιών του ήρωα της και την εξέλιξης της ενήλικης ζωής του αποδομεί τα λόγια των γονιών που στην προσπάθεια τους να συνετίσουν ένα άτακτο παιδί του λένε κουνώντας το δάχτυλο ότι έλεγε και η Λίνα στον Μικέ. Και τα παιδιά πολλές φορές τρομάζουν με αυτά τα λόγια και προσπαθούν όπως προσπαθούσε και ο Μικές να μην ξαναπέσουν στην παγίδα της σκανταλιάς. Φτάνουν μέχρι και στο να ζητήσουν από το Θεό, αν πιστεύουν όπως ο Μικές, να τα σταματήσει γιατί εκείνα δεν ξέρουν πως να το κάνουν. Η Lindgren με απλή, ελκυστική γραφή κοντά στη γλώσσα των μικρών παιδιών τους λέει να μην ανησυχούν τόσο πολύ και να συνεχίσουν να είναι ο εαυτός τους. Η σκανταλιά είναι μέρος της παιδικής τους ηλικίας. Μπορεί να συμβεί και δε σημαίνει πως θα πάνε στην κόλαση. Μου άρεσε το πώς η Lindgren καταφέρνει μέσω του γέλιου, της ψυχαγωγίας και της ανάπτυξης της φαντασίας να περάσει υπόγεια στο μυαλό των παιδιών πως άτακτο παιδί δε σημαίνει και κακό παιδί. Δεν προσπαθεί να διδάξει τα παιδιά, δεν προσπαθεί να τα καθοδηγήσει προς το μήνυμα αυτό πιέζοντας τα να το αποδεχτούν, δεν πιέζει, δεν χειραγωγεί. Παρουσιάζει ένα παιδί με το οποίο μπορούν να ταυτιστούν τα παιδιά οποιαδήποτε εποχής και ένα εκφοβιστικό επιχείρημα που χρησιμοποιούν οι γονείς που και αυτό ισχύει σε κάθε εποχή το οποίο και αποδομεί με τη βοήθεια της γραφής, των εικόνων και του αυθόρμητου δυνατού γέλιου. Αγαπητέ Θεέ ο Μικές Σβένσον του Κάτχουλτ της Λενεμπέργκα με χαρά σε προσκαλεί να τον σταματήσεις να κάνει αταξίες»
Δεν νομίζω πως το βιβλίο αυτό αξίζει κάτι λιγότερο από 5 αστέρια. Για παιδικό ανάγνωσμα έχει όλα όσα αναζητά ένα παιδί από 6 μέχρι 10 χρονών. Αστείες καταστάσεις που μπορούν να ζήσουν τα παιδιά, ξεκαρδιστικούς καθημερινούς διαλόγους, χαρακτήρες που υπάρχουν δίπλα μας, απλή γραφή που όμως είναι ελκυστική και σε παρακινεί να συνεχίσεις το βιβλίο και εικόνες που σε βοηθούν να έρθεις πιο κοντά με τους ήρωες και να αναπτύξεις περαιτέρω τη φαντασία σου. Και έχει και ένα επίκαιρο μήνυμα που όσα χρόνια κι αν περάσουν ποτέ δε θα χάσει την αξία του. Θα τελειώσω την κριτική αυτή βάζοντας κάποιες ακόμα εικόνες του βιβλίου οι οποίες μπορούν να σταθούν και μόνες τους και να κάνουν ένα παιδί βλέποντας τες να παίξει μαζί τους να δημιουργήσει τη δική του ιστορία και χωρίς να το καταλάβει εκείνη τη στιγμή να αναπτύξει τον λόγο του και το λεξιλόγιο του.
Η οικογένεια Σβένσον. Από αριστερά προς τα δεξιά: ο πατέρας, η μητέρα, ο Άλφρεντ, η Λίνα και η Ίντα
Η Λίνα έχει πονόδοντο και ο Μικές με τον Λουκά προσπαθούν να τη βοηθήσουν και να της βγάλουν το καταραμένο δόντι
Κάποιες φορές τον πατέρα μου τον αγαπώ άλλες φορές όχι και τόσο...
Nú er ég held ég búinn að lesa þessa bók í þriðja skipti fyrir börnin mín og mér finnst hún alltaf jafn skemmtileg. Emil í Kattholti getur kennt manni svo ótal margt, til dæmis það að hafa þolinmæði fyrir börnum enda vilja þau (yfirleitt)bara gera gott og mig grunar að allir feður líti í eigin barm þegar þeir lesa um viðbrögð Antons Sveinssonar gagnvart syni sínum. Ég held að Emil í Kattholti sé ein best skapaðasta persóna barnabókmenntanna. Þýðingin, gerð af Vilborgu Dagbjarts, stenst líka alveg tímans tönn, þó það séu einstaka atriði í textanum sem þarfnast frekari skýringa fyrir krakka.
Ah, Emil, Sweden's sweetest scapegrace! This three-book series has been such a joy to read and discover alongside my children, even though the chapters were always very long (20-30 pages) and tested our stamina when we tried to read them in one sitting.
This is the third and last book in the series, and (now having completed the second) I'm pretty sure it's the best. Beyond the outrageous and really quite creative scrapes that Emil repeatedly gets himself into across the three books, this volume has a sort of loose plot that revolves around Emil amassing a small farm around himself. Having managed to acquire a horse in the previous book, in this one Emil comes into possession of a hen, a pig, and a cow.
His irascible father remains convinced that Emil will come to no good end, but we can see — and the narrator clearly wants us to see — that six-year-old Emil already has the makings (not to mention some of the assets) of a successful farmer and respected member of the village community. Moreover, at the end of this concluding book of the series, he does a really brave and noble deed, enabled partly by his stubbornness and failure to be reasonable. We close the book imagining a good life ahead of Emil, one where he happily farms his father's land with creativity and resilience, his childhood love of mischief redirected to productive ends (as it begins to be in this book), and with a good humor and love of life that his father has missed out on.
Benar nakal dan benar badung. Kau bloh sependapat dengan Lina ataupun keluarga Emil dan penduduk Loonberga yang lain. Tapi, kuberitahu satu hal ya... Tidak ada anak bodoh yang nakal dalam cerita ini. Yabg ada adalah seorang anak lelaki yang banyak akal, kreatif, penuh rasa ingin tahu dan hanya berusaha mencari perhatian ayahnya saya. Emil, anak cerdas yang baik hati, dan suka memberi warna sendiri pada dunianya.
Layaknya Pippi Longstocking, Astrid Lingdren kembali menuturkan kisah anak-anak kreatif yang dicap badung. Masih berlatar daerah pedesaan Swedia, Emil yang ingin tahu dan jahil ini kerap membuat keonaran di desanya. Setelah berbab-bab yang menceritakan ulah Emil yang kocak tetapi acapkali membawa faedah pada akhirnya, bab terakhir malah cukup menguras emosi karena menggambarkan loyalitas Emil yang memiliki tekad dan keteguhan untuk menolong orang yang dikasihinya di tengah kesulitan. Jenaka tetapi cukup menyentil kalbu di akhir, Semua Beres Kalau Ada Emil direkomendasikan untuk pembaca kanak-kanak hingga dewasa.
Ar leģendāro frāzi par kalēju, kurš par zobu raušanu ņem 50 ēras stundā, būtu pietiekami, lai šī grāmata kļūtu nemirstīga. Bet līdztekus nesamocītam humoram ir arī pavisam vienkārša, bet pieaugušajiem dažbrīd tik grūti sagremojama patiesība - bērni ir vai nu tīri, vai laimīgi, un tas, ko lielie sauc par blēņām un nedarbiem, absolūtajā vairumā gadījumu ir neviltoti centieni izzināt pasauli un pēc labākās saprašanas palīdzēt citiem.
Paskat, tā nu iznāk, ka pat paši nerātnākie bērneļi ar laiku izaug par kārtīgiem cilvēkiem - pēc manām domām, tas ir jauki.
Started reading this one with the kids, but they lost interest. I think between the older publication date and that it's translated didn't make for an easy flow reading it out loud. I decided to finish on my own since we'd made it halfway through already. There were parts that made me chuckle though.
Membaca cerita Emmil, saya teringat Shincan. Bukan, saya tidak bermaksud menyamakan kedua anak itu. Tentu saja mereka berbeda. Saya sekedar teringat saja tindakan konyol sinchan yang sering menimbulkan amarah mamanya ketika membaca buku ini. Itu saja. (Pembuka yang tidak penting, hahaha).
Semua Beres Kalau Ada Emmil ( An Lever Emil I Lonneberga) itu judulnya. Cerita ini berbentuk catatan harian dari ibu Emmil Sendiri, Alma Svensson yang disembunyikan di dalam laci meja tulisnya. Catatan itu ditulis dalam buku tulis biru dan banyak sekali. Untuk apa? Tidak diceritakan. Hanya ditulis tentang jawaban Emmil ketika akan menjual tiga dari buku tulis itu kepada bu Guru. “Untuk mendidik anak-anak agar tidak senakal aku,” sahut Emmil. (hal.10)
Aha, ternyata Emmil menyadari bahwa kenakalannya telah menjengkelkan semua orang, terutama ayahnya. Tiap kali melakukan kenakalan, dia berjalan atau berlari menuju pondok perabot untuk merenungi kenakalannya. Tanpa dipaksa. Tak perlu diingatkan dua kali. Di sana dia meraut 369 patung kayu untuk mengusir kebosanannya selama menjalani hukuman.
Emmil nakal dan dia menyadarinya. Tapi itu tidaklah gampang bagi Emmil, karena kadang-kadang dia disalahkan atas kenakalan yang tidak direncanakannya. Apakah salah bila dia menyimpan seekor katak manis di keranjang makanan karena kedua sakunya bolong dan dia tidak punya ide akan menyimpannya di mana. Apakah salah bila dia memberi babi kecilnya ampas ceri, sisa pembuatan anggur yang disuruh ibunya untuk ditimbun di tempat sampah. Buah-buah ceri itu sangat banyak dan si babi kecil menyukainya (harap dicatat, ibunya tidak bercerita apa-apa tentang anggur buatan itu). Apakah salah bila dia berniat memberi kejutan kepada ayahnya, dengan menunjukkan 33 lusin udang karang yang ditangkapnya dengan susah payah sepanjang malam, lalu menaruhnya dalam keranjang di dekat ranjang ayahnya.
Jadi semua kenakalan bukan disengaja apalagi direncanakan. Bukan salah Emmil bila niat baiknya untuk membantu orang dewasa justru menimbulkan kekacauan seperti ketika dia mengurung sang ayah di pondok Tressi sepanjang malam. Dia hanya melakukan tugas orang dewasa, memastikan semua pintu terkunci, pintu kandang babi kecil, kandang ayam, termasuk pintu pondok Trisse.
Ini buku Astrid Lindgren yang pertama yang saya baca. Saya mengenal penulis ini dari teman saya yang mulanya bercerita tentang satu judul yang dicarinya sejak dulu. Saya penasaran. Meski pada akhirnya saya menemukan judul lain (tidak sama dengan yang dicari teman saya) tapi saya mulai tertarik untuk berburu karya-karya Astrid Lindgren yang lain.
Buku ini tidak saja lucu tapi juga menggelitik. Banyak hal-hal kecil yang justru menjadi renungan sebentar. Sebentar saja karena setelah ini saya ingin menonton filmnya di http://www.youtube.com/watch?v=8o7M4W...
"Akhirnya dia mengatupkan kedua tangan dan berdoa, " Tuhan Maha Pengasih, lakukanlah sesuatu sehingga aku tidak berbuat kenakalan lagi! Yang memohon, Emil Sevensson, Katthult, Lonneberga." (hal. 119)
Emil adalah anak laki2 keluarga Svensson. Ia tinggal di Katthult, desa Lonneberga, bersama ayahnya (Anton), ibunya (Alma), adiknya (Ida), pembantu rumah tangga (Lina) dan pengurus ladang bernama Alfred. Nakalnya minta ampun (Emil tentu aja, bukan Alfred :D). Sang ibu selalu menuliskan kenakalan Emil dalam buku tulis biru yang kemudian disembunyikannya di laci. Laci itu sdh penuh dan kadang tdk bisa dibuka krn ada buku yang kejepit.
Bagian favorit saya adalah ketika Lina sakit gigi dan Emil berusaha menolong untuk mencabut gigi yang sakit. Ide pertama Emil adalah mengikat gigi Lina dengan benang, lalu ujung lainnya diikat ke pinggang Emil. Skenarionya, Lina harus diam, sementara Emil yang pinggangnya terikat benang akan menunggang Lukas (kuda). Ketika Lukas berlari, benang akan tegang dan 'plok'... gigi Lina akan copot. Ternyata kejadiannya tdk spt itu. Ketika Lukas berlari, Lina yang ketakutan ikut berlari juga di belakangnya :D Ide kedua adalah mengikat Lina di pohon, supaya dia tdk bisa lari. Tidak berhasil juga krn Lina berteriak2 ketakutan. Ide ketiga Emil adalah Lina harus naik ke atap kandang lembu, giginya diikat ke benang, ujung benang lainnya dipaku oleh Emil pada atap. Lalu Lina harus loncat, mendarat di tumpukan jerami dan 'plok'.... gigi akan copot. Benar saja, ketika Lina loncat, terdengar bunyi 'plok'. Hanya saja yg copot bukan gigi, melainkan paku :D
Hands down the first story that has gotten into my heart, touched it gently, and shed some tears out of the eyes.. I simply love Emil and I could see Joy in this lil mischief.
Emil is the eldest of two with one lil cute sister who have and always been nothing more than an object of his extraordinary (if not overkilling) attitude. And tada.. so is Joy back in his childhood times..
But that's not the sole reason why I love this lil boy. There's this chapter when he got out of his home in the middle of a heavily snowing nite just to take his sick buddy to the doctor. I remember my feeling reading it, it was a sudden warmth, an urge of compassionate, and then a one feels-good watery eyes.. I believe that was the first time for me being shown how something people call as friendship is.
It was a life-saver for me, and was literally a life-saver when Emil's daddy gave him an advice that the most important thing to protect from rain if you don't want to caught a cold is your feet : )
Wat een geweldige klassieker is dit. Emiel woont in een klein dorpje in Zweden. Hij haalt allerlei streken uit, terwijl hij het goed bedoelt en komt dan uiteindelijk terecht in het schuurtje waar hij dan maar houten poppetjes gaat snijden.
Ik ben zelf groot fan van Astrid Lindgren en ik heb in Zweden het dorpje bezocht, waar de films over Emiel zijn opgenomen. Een echte aanrader, net als het museum van Astrid Lindgren in Vimmerby. Ik zag tijdens het lezen van dit boek steeds dit dorpje voor mij. Misschien is het verhaal wat uit de tijd, maar door de grappige streken past het toch prima in de tijd van nu.
I love Emil and the joy he brings along the stories. With all the little mischiefs he has done, he is still Emil, with golden heart, smart and lovign personality.
Как и раньше немного расскажу истории из этой книги. Тут Эмиль шикарный делец, животновладелец и очень хороший друг и человек!
Начинается все с того, что Эмиль, вместе и папой, Альфредом и Линой отправляются на ярмарку. Но что там делать без денег? А у папаши просить бессмысленно, все равно не даст, остается только заработать их самим. И Эмилю это удается! Догадливый малый открывал ворота приезжающим и скопил более 5 крон. Когда он прибывает на ярмарку, то скупает несколько не вполне нужных вещей, но как потом оказалось, очень нужных и вовремя. Ему еще удается нечто снова продать дороже. И продать марку из писем за 40 крон. А еще ему удалось добыть курицу-несучку и корову. У папы из головы просто пар шел, от такой везучести сына, а у самого все не ладилось.
Еще и про зуб Лины было интересно. Тут самой смешной и наводящей страху оказалась маленькая Ида. И как только хотели вырвать зуб, Ида говорила: "Бац!" и Лина так пугалась, что бежала галопом за лошадью и еще и забор перепрыгивала, или веревочку отрезала сразу.
Потом была история про свинью, �� как новорожденного хрюшку Эмиль выходил дрессировал. А потом умудрился напоить до бессознательного состояния. Это не специально, чесслово!
Еще одна история была зимой, дом замело, и вокруг бушевала метель, а Альфред порезавшись заработал заражение крови. Взрослые меня тут разочаровали, а не видела какого-то участия от них, особенно от папаши, он сразу сказал: "ничего не выйдет" и пошел себе. Я понимаю, это безрассудно самому пробираться сквозь метель, но Эмилю удалось доставить Альфреда в больницу, где его спасли. Но такое должен был сделать папа, при чем сразу, а не ждать сутки!
Я также дочитала и две других истории про Эмиля, но решила их не отмечать. Там все так же Эмиль получает за свои проказы, а иногда и не только за свои, но как сказал папаша: "Все равно Эмиль снова напроказничает, пусть лишний разок посидит в столярке".
Astrid Lindgren wrote three books about the mischief that Emil, a little boy living on a farm in southern Sweden at the turn of the century, gets into, of which this, the third one, is my least favorite. However, it's also the only one I never read as a kid -- we had copies of the first two when I was growing up, which I loved, but somehow I never realized that there was a third one -- so it may suffer from an absence of nostalgia. It's also not as funny as the first two, and I'm perhaps too jaded now to be impressed by Emil's heroism. I would definitely recommend the Emil books, though! They aren't as well known (outside Sweden, at least) as the Pippi Longstocking books, possibly because they are very Swedish, depending as they do quite strongly on their setting. But Emil is one of the great mischievous children of literature, taking full advantage of the wide scope afforded by a farm for a range of hilarious pranks. The books are great for kids and hold up fairly well for adults too.
I had a lot of books by Astrid Lindgren when I was little. I read the same books to my daughter. My oldest grandson was 4 last time we went to Sweden and visited Juni backen. It's a wonderful place for kids where you can visit Villa Villerkulla, Pippi's crazy house. On "The Story Train" you fly over many worlds that Astrid created. She wrote so many amazing books about different characters. https://www.junibacken.se/
I look forward to visiting Sweden again so my youngest grandson gets to go to Junibacken.
У цій третій книзі Еміль "виріс". Його вигадки вже зовсім інші. Тепер тут є багато емпатії. Хоча вона завжди була в цьому хлопчику, просто ніхто цього не міг вчасно зауважити.
Дуже імпонує, що Астрід не говорить, що хтось є поганим. Просто є дні, коли Еміль любить тата, а є дні, коли не любить. Пригадую в дитинстві і в мене були такі моменти.
І хоча ця історія потрапила до мене в дорослому віці, я рада, що знайшла її, і по-новому відкрила для себе улюблену Астрід Ліндґрен ♥️
Maybe 4.5? Emil's father comes off as less sympathetic than in the first book, and more of an oaf. On the other hand, Emil's goodness and bravery just shines, and this is the first book that's made me cry laughing while reading out loud to the kids.
I picked up this book because I wanted to read something funny and sweet and it was that, but not only. The last chapter was a lot more than I expected, it showed how brave, responsible, sweet-hearted Emil really is.
A continuation of the naughty Emil series! There is an episode in the book about how the chickens, the pig, and even Emil gets accidentally drunk, and that one kept me giggling and happy for a long while :)
Jostain syystä tämä Eemeli ei ollut niin hyvä kuin edellinen osa, mutta siltikään Eemeli ei petä. Sujuvaa kerrontaa ja hauskoja tarinoita. Eemelille sattuu ja tapahtuu. Näitä on lapsena luettu useampaan kertaan ja törmätty myös muussa yhteydessä. Lyhyt, nopea lukea.