Ο Μέλιος, το παιδί που μετρούσε τ' άστρα και έζησε την αγέλαστη άνοιξη της ενηλικίωσης του στα χωριά του Βορρά, τώρα αναζητεί την τύχη του στη Θεσσαλονίκη. Χαμένος στην πολιτεία, περιπλανιέται νηστικός και γνωρίζει μικροκακοποιούς, κλέφτες και πόρνες. Παρά τις πρώτες δυσκολίες, θα καταφέρει να βρει δουλειά ως βιβλιοθηκάριος και θα αρχίσει να γράφει τα πρώτα του ποιήματα. Θα συναντήσει και πάλι την πρώτη του αγάπη, την Αγράμπελη, και θα ανακαλύψει το φριχτό μυστικό της. Θα ερωτευθεί και θα πληγωθεί - ξανά. Θα έρθει σε επαφή με κυνηγημένους αριστερούς και, κάτω από τα κάστρα της πόλης, θα νιώσει την ελπίδα ενός καλύτερου κόσμου...
"Ξέρετε ποια είναι η αφορμή της οικονομικής κρίσης; Θα γελάσετε. Η αφθονία. Μάλιστα. Βουνά μαζεύτηκαν τα αγαθά κι οι άνθρωποι πεθαίνουν απ' την πείνα. Στη Βραζιλία ρίχνουν τον καφέ στα ποτάμια. Στον Καναδά και στην Αμερική καίνε ολόκληρα βουνά από σιτάρι... Πώς μπορείς να ζεις σ' έναν κόσμο με τόσην αδικία και να μην το ξεφωνίζεις κάθε ώρα, κάθε μέρα;... Φυσικά, αν θέλεις, μπορείς να μείνεις ήσυχος. Να κοιτάξεις τον εαυτούλη σου. Μα τότε, πώς θα 'χεις το δικαίωμα να λέγεσαι άνθρωπος;"
Ο Μενέλαος Λουντέμης (αγγλικά: Menelaos Lountemis) ήταν Έλληνας λογοτέχνης που γεννήθηκε στο χωριό Αγία Κυριακή του Αιγιαλού της Μικράς Ασίας. Το πραγματικό του όνομα ήταν Τάκης Βαλασιάδης, ενώ το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο το εμπνεύστηκε από τον ποταμό Λουδία της μετέπειτα πατρίδας του. Γύρω στο 1930 δημοσιεύει ποιήματα και διηγήματα του στο περιοδικό «Νέα Εστία». Η πρώτη φορά που χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο του ήταν το 1934 στο διήγημα «Μια νύχτα με πολλά φώτα κάτω από μια πόλη με πολλά αστέρια». Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας το 1938 για τη συλλογή διηγημάτων του «Τα πλοία δεν άραξαν» και με τη Χρυσή Δάφνη Πανευρώπης στο Παρίσι το 1951. Επίσης τιμήθηκε και με το βραβείο "Μενέλαου Λουντέμη" που το καθιέρωσε προς τιμήν του η Ελληνική Εταιρία Λογοτεχνών (της οποίας ήταν μέλος) και απονέμεται κάθε χρόνο στο καλύτερο πεζογράφημα του προηγούμενου έτους. Προς τιμήν του, στο Βουκουρέστι δόθηκε το όνομα του σε δημόσιο κτίριο (Λουντέμειο Μέγαρο). Σύμφωνα με το Βασίλη Βασιλικό, «θεωρείται ο πιο πολυδιαβασμένος Έλληνας έπειτα από τον Νίκο Καζαντζάκη».
Στην κατοχή πήρε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση στο πλευρό του ΕΑΜ και διετέλεσε γραμματέας της οργάνωσης διανοουμένων. Κατά τον εμφύλιο συλλαμβάνεται για τα αριστερά του φρονήματα, δικάζεται για εσχάτη προδοσία και καταδικάζεται σε θάνατο - ποινή που δεν εκτελέστηκε ποτέ. Αντ' αυτού, εξορίζεται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Μακρόνησο και στον Άι Στράτη, μαζί με τον Θεοδωράκη, τον Ρίτσο, τον Κατράκη, τον Θέμο Κορνάρο και πολλούς άλλους.
Το 1958 δικάζεται εκ νέου για το βιβλίο του «Βουρκωμένες μέρες» και απαγορεύεται η κυκλοφορία των βιβλίων του. Μετά τη δίκη εκπατρίζεται στο Βουκουρέστι και το 1967 χάνει την ελληνική ιθαγένεια από τη δικτατορία του Παπαδόπουλου. Το 1956 εξελέγη μέλος του Παγκοσμίου Συμβουλίου της Ειρήνης. Στη Ρουμανία συνεχίζει το συγγραφικό του έργο, ως και λίγο μετά τη μεταπολίτευση. Την περίοδο της αυτοεξορίας ο Λουντέμης πραγματοποίησε αρκετά ταξίδια, φτάνοντας μέχρι την Κίνα και το Βιετνάμ. Το οδοιπορικό του αυτό το αποτύπωσε το 1966 στο βιβλίο του «Μπατ-Τάι». Το 1976 επανακτά την ελληνική του ιθαγένεια και επιστρέφει στην Ελλάδα. Ένα χρόνο αργότερα, το 1977, πεθαίνει από καρδιακή προσβολή και η σορός του εκτίθεται σε λαϊκό προσκύνημα. Μεταφράσεις και μελοποιήσεις των έργων του Βιβλία του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες, κυρίως στις ανατολικές χώρες, όπως η Πολωνία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία κ.ά. Επίσης κάποια απ' αυτά μεταφράστηκαν στα κινεζικά και στα βιετναμέζικα. Στην Ευρώπη δημοσιεύθηκαν αρκετά αποσπάσματα από το έργο του, κυρίως σε καλλιτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες. Tο μυθιστόρημα του «Ένα παιδί μετράει τ' άστρα» έχει μεταφραστεί και στα γερμανικά.
Ο Μενέλαος Λουντέμης άφησε πίσω του πνευματική κληρονομιά περίπου σαράντα πέντε βιβλίων, που τον καθιστούν έναν από τους πολυγραφότερους Έλληνες συγγραφείς. Ο Λουντέμης ανήκει στους Έλληνες λογοτέχνες του μεσοπολέμου που στράφηκαν προς τον κοινωνικό ρεαλισμό. Το έργο του καθίσταται ιδιότυπο λόγω του "ερασιτεχνικού" τρόπου γραφής του συγγραφέα, τον οποίον υπηρέτησε με πλήρη συνείδηση, καθώς ο ίδιος υποστήριζε πως δεν τον ενδιαφέρει η Τέχνη. Αντίθετα, σκοπός του είναι η καταγραφή της πραγματικότητας και η κατάδειξη της κοινωνικής ανισότητας. Το έργο του εντάσσεται στο ρεύμα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού (Μαξίμ Γκόρκι, Κνουτ Χάμσουν). Χαρακτηρίζεται από τη ρεαλιστική απεικόνιση τοπίων και προσώπων με έντονη αισθηματολογία, που αγγίζει κάποτε και το μελοδραματισμό, βιωματική γραφή, ηθογραφικά και συμβολικά στοιχεία. Ο Λουντέμης έχει την τάση να στρέφεται γύρω από ένα κεντρικό πρόσωπο - αφηγητή, που ανήκει στους περιθωριακούς τύπους των καταπιεσμένων κοινωνικά στρωμάτων και μας δίνει την προσωπική οπτική της μοναξιάς, του ανεκπλήρωτου έρωτα και της δυστυχίας του κόσμου.
Βαρύ, σκοτεινό, δύσκολο και με πολλά παλούκια στην καρδιά.
Και μέσα σ'όλα, το οριστικό τέλος της πρώτης αγάπης του Μέλιου...
Πολύ δυνατή τετραλογία, αν και πρέπει να ανεχτεί κανείς την παλιακή προπολεμική καθομιλουμένη. Καλογραμμένοι χαρακτήρες, υπέροχες περιγραφικές εικόνες, πολύ δυνατό κοινωνικό.
Και τώρα, λογικά, η συνέχεια θα είναι προς κεντρική Ελλάδα, αφού ο Κρηφ/Μέλιος ουσιαστικά είναι ο Λουντέμης.
Εδώ είναι ο επιλόγος ενός πολύ ρομαντικού ταξιδιού. Το «ένα παιδί μετράει τ´άστρα» γέμισε τα εφηβικά μας όνειρα, αυτό το βιβλίο είναι μια απότομη προσγείωση σε μια δραματική πραγματικότητα. Ίσως λίγο πιο σκληρή από ότι θα άξιζε στο Μέλιο. Καλό ταξίδι Μέλιο με περηφάνεια κ αξιοπρέπεια.
Το τέλος της τετραλογίας του Μέλιου. Ένα τέλος σχετικά απότομο για τον ήρωα μας. Δε γνωρίζω αν ο Λουντέμης σκόπευε να γράψει άλλο βιβλίο. Όπως και να έχει ήταν ένα υπέροχο ταξίδι 4ρων βιβλίων.
Ο επίλογος της τετραλογίας του Λουντέμη με ήρωα τον Μέλιο. Η τραγική του ζωή συνεχίζεται, παρά τα διαλείμματα χαράς και ξενοιασιάς. Η αποκορύφωση του δράματος και το ξεκαθάρισμα με παλιές, ανοιχτές πληγές.
Πως μπορώ να διαβάσω βιβλία μετά από αυτή την τετραλογία; Ο συγγραφέας τα λέει όλα, απλά, απόλυτα αλλά και με περισσή τέχνη για τον έρωτα, τη φτώχεια, την κατάντια του ανθρώπου και το απάνθρωπο πρόσωπο της μεγάλης πόλης, ακόμα και έναν αιώνα πριν... Ο Μέλιος συνεχίζει την περιπέτειά του στη Θεσσαλονίκη όπου αφού βιώνει τη σκληρή πλευρά της ζωής μέσα στα πρώτα εικοσιτετράωρα και βρίσκει μια γωνίτσα και ανθίζει, και φωτίζει τις ζωές των αλλόκοτων και διαφορετικών ανθρώπων γύρω του. Το τέλος αδυσώπητο, άμεσο και βαρύ, σαν πετριά στο κεφάλι.
Το τέλος μιας συγκλονιστικής τετραλογίας! Ενός θρυλικού έπους, αυτό του Μέλιου Καδρά. Ένα έργο πνοής, από τα μεγαλύτερα θεωρώ στην Ελληνική λογοτεχνία.
O Μενέλαος Λουντέμης, στο τελευταίο αυτό βιβλίο της σειράς θα κινηθεί σε άλλο χώρο. Αφήνει την ύπαιθρο, τα μικρά χωριά και τις περιφερειακές πόλεις και δρά στη Θεσσαλονίκη. Και αυτό το βιβλίο θα κινηθεί το ίδιο έντονα δραματολογικά, το ίδιο συναρπαστικά λογοτεχνικά. Ο κοινωνικός χώρος δράσης είναι τώρα ένα αστικό παρακμιακό περιβάλλον της μεγάλης πόλης. Με περιθωριακούς χαρακτήρες ολόγυρα, με ανθρώπους τυχοδιώκτες αλλά και με ανθρώπους αγνούς, δοτικούς, συναισθηματικούς. Και αυτή τη φορά, κυρίαρχο ρόλο στην πλοκή θα έχει ο έρωτας και ο τρόπος, που τον βιώνει ο νεαρός πλέον Μέλιος Καδράς. Πραγματικά υπέροχο.