Η Αλίκη είχε έρθει από τους κήπους. Τα καλοκαίρια με τον Αλέξανδρο και μια μπλούζα σκούρα ναυτική. Κοιτάζεις γύρω σου σαν παιδί. Ονειρεύεσαι. Κοίταζε τις μύτες των παπουτσιών του. «Θέλω να φύγω», έλεγε. Στο τέλος είχε έρθει εκείνος. Το τελευταίο καλοκαίρι. «Άργησες». Άσπρος μεγάλος διάδρομος. Άσπρα μάτια. Άσπρη γραμμή ανάμεσά τους. Πρώτα ήτανε το παιδικό καλοκαίρι με την Αλίκη. Το τριανταφυλλί φουστάνι και το μαντίλι στα μάτια. Έκλαιγε. Το είχε παραδεχτεί. Έπειτα ήτανε το πρόσωπό του. Με σχήμα. Με χρώμα. Με μυρουδιά. Ο αέρας. Ακόμα τότε η εικόνα των άσπρων καλοκαιριών ήτανε μια αντίρρηση. Πότε ήταν; Χθες; Πέρυσι; Πότε; «Τι είναι αυτό;» Του εξηγούσε. «Τι θα βάλεις στο λεξικό;» Όλα. Το στόμα του υγρό και ζεστό. «Πόσες μέρες έχεις να με φιλήσεις;» Την τράβηξε κοντά του. «Πόσες μέρες έχεις να κοιμηθείς;»
Εξέδοσε, όσο ζούσε, 46 τίτλους συνολικά. 21 μυθιστορήματα, 12 συλλογές με διηγήματα, 3 νουβέλες, ένα χρονικό, 8 θεατρικά έργα και μια επιλογή από άρθρα της δημοσιευμένα στην εφημερίδα "Έθνος", όπου συνεργαζόταν δώδεκα χρόνια με στήλη δική της. Της απονεμήθηκε το Βραβείο Πεζογραφίας των Δώδεκα στα 1963 για το "Πρόσωπα και φιγούρες", το Βραβείο Καλύτερου Έργου και Παράστασης για το "Τέσσερις ερημιές" το 1977, το Α΄ Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για τη "Μεγέθυνση" στα 1984 και το Βραβείο European Script Fund για το σενάριό της "Το παλαιοπωλείο στην Τσιμισκή" στα 1989.
Σπούδασε Νομικά και παντρεύτηκε τον Μανόλη Παπουτσάκη. Ο διεθνισμός στα κείμενά της και στη ζωή της, την έφερε κοντά στα νέα "ρεύματα" της Ευρώπης και της Λατινικής Αμερικής όπου μεταφράστηκε ως πεζογράφος και θεατρική συγγραφέας. Γνωστοί συνθέτες όπως οι: Μάνος Λοΐζος, Λουκιανός Κηλαηδόνης, Νίκος Δανίκας, Χρήστος Νικολόπουλος κ.ά. έχουν μελοποιήσει στίχους της που θα βγουν σε δίγλωσσο τόμο στην Ιταλία. Στη δικτατορία υπέγραψε το Μανιφέστο των 18 Συγγραφέων και "σώπασε" μαζί με άλλους. Διδάσκεται στα ελληνικά Πανεπιστήμια, στην Ευρώπη, Αμερική, Αυστραλία, Μεξικό και Σικελία. Κυκλοφορούν μελέτες για τα βιβλία της και το θέατρό της.