Η τριλογία του Δράκου της Πρέσπας αφηγείται από τρεις διαφορετικές οπτικές την εμφάνιση ενός τέρατος στη Μεγάλη Πρέσπα. Τη λίμνη που μοιράζονται τρεις μικρές χώρες ευάλωτες σε δαιμόνια και κακοδαιμονίες: η Ελλάδα, η Βόρεια Μακεδονία και η Αλβανία. Η επέλαση του θηρίου είναι σαρωτική. Κάθε χώρα ερμηνεύει διαφορετικά τις προθέσεις του μυστηριώδους εισβολέα και αναπτύσσει τη δική της δρακολογική πολιτική. Στην Κοιλάδα της Λάσπης (Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών, Βραβείο περιοδικού Κλεψύδρα) περιγράφονται οι περιπέτειες της ελληνικής πλευράς.
Στην Κεχριμπαρένια Έρημο η αφήγηση μας μεταφέρει στην πλευρά της Βόρειας Μακεδονίας. Εκεί ο δράκος εμφανίζεται ως απόκοσμη άμμος που μετατρέπει τη λίμνη σε αδιάβατη έρημο. Οραματιστές και τυχοδιώκτες, δημαγωγοί και εγκληματίες, φιλόσοφοι και έμποροι συναγωνίζονται και συνωμοτούν στη φωλιά του. Απατηλός και απρόβλεπτος, ο δράκος προκαλεί τους ερευνητές που τον μελετούν, την αγορά που τον ορέγεται και την κοινωνία που τον ανέχεται, τον συντηρεί και τον φαντασιώνεται, αλλά ο μύθος του αρχίζει να κλονίζεται...
Η τριλογία του Δράκου της Πρέσπας διαβάζεται με οποιαδήποτε σειρά. Κάθε βιβλίο αποκαλύπτει έναν καινούργιο κόσμο δράσης και μυστηρίου, μεταφυσικών αινιγμάτων και πολιτικών δολοπλοκιών, φωτίζοντας τα λεπτά νήματα που ενώνουν τα όνειρα και τις αυταπάτες ανθρώπων και λαών.
Η Ιωάννα Μπουραζοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1968. Σπούδασε Διοίκηση Ξενοδοχείων στην Ανωτέρα Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων Ρόδου και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο University of Buckingham της Αγγλίας, στον τομέα του Διεθνούς Ξενοδοχειακού Management. Εργάστηκε σε τουριστικές μονάδες ως το 2000. Το 2002 αποφοίτησε από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, όπου εξειδικεύτηκε στη Διοίκηση Μονάδων Υγείας, και σήμερα εργάζεται στα Προγράμματα Υπηρεσιών Υγείας του Β΄ Περιφερειακού Συστήματος Υγείας Αττικής. Συγγράφει μυθιστορήματα και θεατρικά.
Στην Πρέσπα λοιπόν υπάρχει αυτός ο δράκος. Στο πρώτο βιβλίο βλέπουμε την νότια όχθη η οποία έχει μετατραπεί σε μια κοιλάδα από παράξενη λάσπη. Στο δεύτερό λοιπόν βρισκόμαστε στην ανατολική όχθη. Εκεί συμβαίνει κάτι ίσως ακόμη πιο περίεργο και απίθανο! Η έλευση του δράκου, που τον αποκαλούν Επισκέπτη και όχι Κάτοικο όπως οι νότιοι, έχει μεταμορφώσει την όχθη αλλά και την ίδια την λίμνη σε μια απέραντη έρημο. Όπως η λάσπη της νότιας όχθης έτσι κι εδώ η άμμος είναι αλλόκοτη, εχθρική.
Όταν το πλήρωμα επιλέγει καπετάνιο, επιλέγει πεπρωμένο, Μετά τη γαλάζια γραμμή ο λόγος του είναι νόμος. Η έρημος είναι τόσο απρόβλεπτη, που η παραμικρή καθυστέρηση αντίδρασης μπορεί να στοιχίσει τη ζωή όσων δουλεύουν στο εργοτάξιο. Στις καλύβες, στα λουτρά, στην υπαίθρια τραπεζαρία, το πλήρωμα μπορεί να αστειευτεί με τον καπετάνιο ή να του εκφράσει τις διαφωνίες του, στα ανοιχτά της ερήμου όμως, όπως σε πλοίο που αρμενίζει μεσοπέλαγα, δεν υπάρχουν περιθώρια για αντιρρήσεις και διαπραγματεύσεις, μόνο για εντολές και τυφλή υπακοή.
Οι δρακολόγοι της ανατολικής όχθης ερευνούν και ψάχνουν στοιχεία στην άμμο, εκεί που κάποτε ήταν νερό και τώρα είναι η επικράτεια του δράκου. Γι' αυτό το λόγο έχουν χτίσει εξέδρες τις οποίες μέρα με τη μέρα, χρόνο με το χρόνο επεκτείνουν όλο και περισσότερο διακινδυνεύοντας (και λίγο επιδιώκοντας) να προκαλέσουν την οργή του τέρατος (αλλά και των αλλόχθιων).
Στην αρχή του βιβλίου, λοιπόν, όπως και στο πρώτο, συμβαίνει μια τραγωδία. Ο δράκος χτυπά σε μια εξέδρα σκοτώνοντας έναν δρακολόγο και μάλιστα όχι έναν οποιοδήποτε αλλά ένα από τα πιο εξέχοντα μέλη της κοινότητας σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο. Ήταν η τρίτη φορά που χτυπούσε στην συγκεκριμένη εξέδρα. Είναι εσκεμμένες οι επιθέσεις και αν ναι αυτό σημαίνει ότι οι δρακολόγοι κάνουν κάτι προς την σωστή κατεύθυνση ή κάτι εντελώς λάθος; Και λάθος ως προς ποιον, τον δράκο ή κάποιον άλλο;
Οκτώ οριζόντιες εξέδρες (Παράλληλοι) ξεκινούν από τη σανιδένια πλατεία του οικισμού και εκτείνονται προς τη δύση, προς τα σύνορα της χώρας που διεκδικεί το μέλλον του δράκου. Οκτώ κάθετες εξέδρες (Μεσημβρινοί) ξεκινούν από τον Πρώτο Παράλληλο -την ιδρυτική εξέδρα Φιλίμενα- και εκτείνονταν προς το νότο, προς τη χώρα που διεκδικεί την πατρότητα του δράκου. Στρυμωγμένη ανάμεσά τους, έχοντας στην κατοχή της τη μεγαλύτερη έκταση της Πρέσπας, η μικρότερη από τις τρείς χώρες διεκδικεί το παρόν του δράκου.
Ίδιος δράκος, ίδια λίμνη, ίδια Τράπεζα που επιβάλει τους ίδιους κανόνες μα διαφορετική όχθη, η μια πνιγμένη στο νερό και τη λάσπη, η άλλη ταλαιπωρημένη από την ξηρασία και την ζέστη και η τρίτη, που δεν έχουμε επισκεφτεί ακόμη, παγωμένη από το κρύο και το χιόνι, η κάθεμια βυθισμένη στην δική της δρακολογική πραγματικότητα, αρνούμενη (ανίκανη;) να αντικρίσει, πόσο μάλλον να δεχτεί, οποιαδήποτε από τις άλλες δύο.
Στο πρώτο βιβλίο αναρωτιόμαστε τι είναι ο δράκος, στο δεύτερο προχωράμε τη σκέψη μας και αναρωτιόμαστε για τις προθέσεις του, "γιατί λοιπόν δεν μας καταστρέφει; Γιατί δεν μας βγάζει από τη μέση, ώστε να συνεχίσει να αναπτύσσεται; Αυτό θα υπαγόρευαν οι νόμοι της εξέλιξης. Ακόμη περισσότερο, γιατί μας επιτρέπει να τον μελετούμε; Θα μπορούσε να διαλύσει τους τρεις ερευνητικούς οικισμούς μέσα σε λίγα λεπτά, να μας σαρώσει με έναν μόνο κυκλωτικό αμμοστρόβιλο, να μας αποτινάξει από πάνω του, κι όμως μας ανέχεται. Μας αφήνει να οργώνουμε το σώμα του, να τον πληγώνουμε με πασσάλους κι όταν το παρακάνουμε μας τιμωρεί. Αντιδρά από τυφλό ένστικτο, μας διαπαιδαγωγεί συνειδητά, ή απλώς παίζει μαζί μας;"
Το πρώτο βιβλίο ήταν πολύ ωραίο, το δεύτερο όμως (προς έκπληξή μου!), ήταν ακόμη καλύτερο! Θες που λίγο είχα εξοικειωθεί με το περιβάλλον της λίμνης και τις απίθανες δρακολογικές θεωρίες, θες που ενώ περίμενα να πάρω απαντήσεις κατέληξα ακόμη πιο μπερδεμένη συνεπώς ακόμη πιο ενθουσιασμένη για το τι επρόκειτο να ανακαλύψουμε στη συνέχεια; Ταυτόχρονα όμως, παρά τη σύγχυση και τις απορίες, όλα αυτά που συνέβησαν (ή και δεν συνέβησαν) στο πρώτο κούμπωσαν ακόμη περισσότερο μεταξύ τους στο δεύτερο, φανερώνοντας ακόμη περισσότερα πράγματα, ιδέες και σκέψεις.
Και ναι, όντως μπορούν να διαβαστούν με οποιαδήποτε σειρά! Να πω την αλήθεια δεν περίμενα να με βρει σύμφωνη αυτό (γιατί κάτι τέτοια ποτέ δεν με βρίσκουν, είμαι πολύ φαν της σειράς έκδοσης) κι όμως η συγγραφέας κατάφερε και τα έγραψε με τέτοιο τρόπο που διαδραματίζονται παράλληλα ως προς το χρόνο και ταυτόχρονα συμπληρώνουν το ένα το άλλο ως προς τις ιστορίες των χαρακτήρων, με έναν τρόπο εξαιρετικό! Θεωρώ τα βιβλία της μοναδικά και τη φαντασία της εξαιρετικά πρωτότυπη και προσωπικά δεν μπορώ να τα συγκρίνω με κάτι άλλο που να έχω διαβάσει.
Και τώρα περιμένω το τρίτο και τελευταίο μέρος (στη δυτική όχθη!), ελπίζω να το έχουμε σύντομα!
Ήρθε κι ο καιρός να διαβάσω το δεύτερο βιβλίο της τριλογίας. Η αλήθεια είναι πως καθώς δεν ακολούθησα τη συνήθεια μου να διαβάζω τις τριλογίες μονοκοπανιάς, άργησα λίγο να μπω ξανά στον κόσμο της Πρέσπας αλλά σημασία έχει πως μπήκα. Σε αυτό το βιβλίο, μεταφερόμαστε στην άλλη όχθη της Πρέσπας που ανήκει στα Σκόπια, ναι ξέρω πως το political correct είναι να λέμε Βόρεια Μακεδονία αλλά εγώ είμαι μίας άλλης εποχής, τα Σκόπια είναι Σκόπια, point final, έτσι κι αλλιώς εγώ δεν κάνω πολιτική, την πολιτική την αφήνω για τους φερέλπιδες δεινόσαυρους. Σε αυτή την πλευρά της λίμνης, υπάρχει μια έρημος με ψιλή ψιλή άμμο, έχει να βρέξει χρόνια και οι ερευνητές στήνουν προκυμαίες και γέφυρες στην άμμο, χωρίζουν τη γη σε παράλληλους και μεσημβρινούς, προσπαθώντας να μελετήσουν τον δράκο και να καταλάβουν τους γείτονες. Μέσα στο συλλογικό ερευνητικό έργο, αναπτύσσεται η προσωπική ιστορία του Σαμουήλ, του ιδρυτή της ερευνητικής κοινότητας. Η Μπουραζοπούλου για μια ακόμα φορά χειρίζεται με τρόπο αριστοτεχνικό τη γλώσσα, χάνεσαι στον φαντασιακό – ρεαλιστικό κόσμο που φτιάχνει κι είναι υπέροχο το εύρημα των τριών διαφορετικών οπτικών του Δράκου. Όπως και στο πρώτο βιβλίο, θίγει αριστοτεχνικά ζητήματα πολιτικά, κοινωνικά, ψυχολογικά και καλής γειτνίασης θα έλεγα εγώ, καθώς όσοι έχουν περάσει από τα σύνορα, ξέρουν πως οι γείτονες είναι οι καλύτεροι φίλοι και οι καλύτεροι εχθροί. Στα μείον οι πρώτες εκατό σελίδες που οι πολλές λεπτομέρειες για το πως είναι στημένες όλες αυτές οι προβλήτες, πως δουλεύουν όλοι αυτοί οι γερανοί, τα ράουλα, τα γρανάζια και δεν ξέρω εγώ τι άλλο… όχι καρδιά μου δεν πάω για ντοκτορά στο Πολυτεχνείο…
Η ανατολική όχθη της Πρέσπας, είναι μια ατελείωτη κεχριμπαρένια έρημος. Εδώ οι δρακολογοι, έχουν χωρίσει την περιοχή σε παράλληλους και μεσημβρινούς και ψάχνουν σκάβοντας και αναλύοντας την άμμο να βρουν στοιχεία του δράκου-επισκέπτη. Το δεύτερο μέρος της τριλογίας ξεκινά με τον απρόσμενο θάνατο του ιδρυτή τροπον τινα, των δρακολογων της όχθης.
Στην Κεχριμπαρένια Έρημο λοιπόν, η κα Μπουραζοπούλου ανεβάζει πολύ ψηλά τον πήχη. Η ιστορία της ανατολικής όχθης έχει κοινά στοιχεία με της νότιας και σαν να συμπληρώνει η μία την άλλη. Οι περιγραφές των τοπίων είναι απλά μαγευτικές! Οι χαρακτήρες είναι τόσο διαφορετικοί και τόσο καλογραμμένοι κι αυτό δείχνει την συγγραφική δεινότητα της κας Μπουραζοπούλου!
Τι να γράψει κανείς για αυτό το βιβλίο/ δεύτερο μέρος αυτής της εκπληκτικής τριλογίας : Αληθινό και όμως επιστημονικής φαντασίας, πραγματικό και ταυτόχρονα δυστοπικό, βίαιο/αστυνομικό και όμως κοινωνικό και λυρικό, χωμένο στα βάθη της Ιστορίας και όμως ολότελα προφητικό, πολιτικό και όμως απίστευτα συναισθηματικό. Τελικά είναι απλά ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΌ!!
Τι συμβαίνει στην ανατολική όχθη της λίμνης Πρέσπας; Πώς επικρατεί ο Δράκος στην έρημο, πλέον, αυτής της όχθης;
Ένα τοπίο γεμάτο, σκόνη, ανυδρία και κεχριμπαρένιους αμμόλοφους.
Και στο δεύτερο τόμο της τριλογίας συναντάμε φιλόδοξους χαρακτήρες με τα ξεχωριστά κίνητρα του καθένα, βλέπουμε ξανά προκαταλήψεις, παραπληροφόρηση και καχυποψία απέναντι στις γειτονικές όχθες.
Το βρήκα πιο τεχνοκρατικό σε σύγκριση με την κοιλάδα της λάσπης αλλά δεν εκλείπει σε δράση, ανατροπές και απολαυστικά στοχαστικούς διαλόγους.
Μία αξιόλογη εξέλιξη της ιστορίας και το παζλ έχει αρχίσει και παίρνει μορφή. Ανυπομονώ για τη συνέχεια.
Στο δεύτερο βιβλίο της τριλογίας η ιστορία γίνεται πιο συγκεκριμένη. Ήδη έχουμε γνωρίσει βασικά πρόσωπα απ'το πρώτο βιβλίο κι εδώ το θαυμαστό μυαλό της Μπουραζοπούλου μας βγάζει στην απέναντι όχθη, εκεί που οι άνθρωποι ζουν στην ξηρασία, κάτι ανεξήγητο αφού ακριβώς απέναντι δεν στεγνώνουν ποτέ απ'την ασταμάτητη βροχή. Το εκπληκτικό με την συνέχιση της ιστορίας είναι πως τα γεγονότα του πρώτου και του δεύτερου βιβλίου συμβαίνουν παράλληλα γι αυτό και πολλά θα εξηγηθούν ολοκληρώνοντας εδώ. Αυτό οδηγεί πολλούς αναγνώστες αλλά και το οπισθόφυλλο του βιβλίου να πουν πως η τριλογία διαβάζεται με οποιαδήποτε σειρά. Γνώμη μου είναι πως πρέπει να ακολουθηθεί η σειρά έκδοσης. Οι αποκαλύψεις και τα γεγονότα βγάζουν έτσι περισσότερο νόημα. Ήδη έχω στα χέρια μου το τρίτο και τελευταίο της σειράς αφού τελειώνοντας αυτό εδώ σε αφήνει με ένα cliffhanger όλο δικό σου.
Στο δεύτερο αυτό βιβλίο της τριλογίας η φαντασία παραμένει σε μέτριο βαθμό. Βρίσκει έκφραση κυρίως στη χιλιόχρονη εμπόρισσα με το προσωνύμιο “Μάνα-Κουράγιο” και στο στοιχείο της συλλογικής ψευδαίσθησης, που εισάγει εδώ η Μπουραζοπούλου. Οι κάτοικοι κάθε πλευράς της Πρέσπας, βλέπουν διαφορετικό το φυσικό περιβάλλον, ακόμα κι όταν μετακινούνται σε διαφορετική πλευρά της λίμνης. Έτσι, ο Εμμανουήλ κι η Λούνα βλέπουν καταρρακτώδη βροχή όταν πηγαίνουν στη Βόρεια Μακεδονία, ενώ οι δρακολόγοι της ερήμου, βλέπουν τις βάρκες της ελληνικής πλευράς να αιωρούνται στον αέρα. Δεν υπάρχει γι’ αυτούς, τίποτ’ άλλο εκτός από άμμο. Κι αυτό το έργο της συγγραφέα είναι ενορχηστρωμένο με μαεστρία όπου κάθε λεπτομέρεια δένει αριστοτεχνικά με τις υπόλοιπες, ενώ την αφήγηση εμπλουτίζει η παράλληλη ιστορία του Αλχημιστή και του μαθητή, που αναπτύσσεται και στα τρία βιβλία, παρακολουθώντας με τον δικό της τρόπο την πλοκή. Οι άνθρωποι και σ’ αυτό το βιβλίο αποδεικνύονται χειρότεροι από τον δράκο. Θαυμάζω απεριόριστα την Ιωάννα Μπουραζοπούλου. Θεωρώ κάθε βιβλίο της, απ’ τα δύο που έχω διαβάσει, έπος και θέλω να διαβάσω όλα της τα έργα. Χαίρομαι που είναι γυναίκα κι Ελληνίδα.
Η τριλογία του Δράκου της Πρέσπας είχε ήδη ξεκινήσει αριστουργηματικά με την "Κοιλάδα της Λάσπης" που αναφέρεται στην ελληνική όχθη της λίμνης. Δεν φανταζόμουν με τίποτα ότι το "σάντουιτς" δεύτερο βιβλίο θα μπορούσε ποτέ να ξεπεράσει το πρώτο μέρος. Συνήθως τα μεσαία βιβλία μιας τριλογίας είναι τίμιοι δευτεραγωνιστές που απλώς παραδίδουν την ιστορία από τον έναν πρωταγωνιστή (την αρχή) στον άλλον (το τέλος). Και όμως, με τη μεταφορά της πλοκής στην όχθη της Βόρειας Μακεδονίας, η συγγραφέας κατάφερε να δώσει άλλη διάσταση στην ιστορία, να ανοίξει νέους ορίζοντες που ούτε καν μπορεί να διανοηθεί ο αναγνώστης στο πρώτο βιβλίο. Η "Κεχριμπαρένια Έρημος" είναι γεμάτη πολιτικά μηνύματα και συμβολισμούς για το μακεδονικό ζήτημα, την περιοχή των Βαλκανίων, αλλά και γενικότερα για τις σχέσεις των λαών και την εκμετάλλευσή τους από τον καπιταλισμό που επιβιώνει υψώνοντας σύνορα.
Είναι αλήθεια αυτό που έχω δει σε αρκετά reviews, ότι τα βιβλία διαβάζονται και από την ανάποδη, πρώτα το δεύτερο και μετά το πρώτο δηλαδή, γιατί είναι σαν πλέγμα και δένουν τέλεια μεταξύ τους. Ωστόσο, νομίζω ότι ο τρόπος που εμπλουτίζεται το σκεπτικό της ιστορίας χάνεται αν ξεκινήσει κανείς από την άλλη. Προσωπικά συνιστώ την σειρά με την οποία έχουν γραφτεί.
Φοβεροί χαρακτήρες, απίστευτη πλοκή, αδιανόητο concept, τα βιβλία επείγει να μεταφραστούν για να τα δούμε και σειρά στο netflix κάποια στιγμή (σοβαρολογώ). Πραγματικά έχω αγωνία για το κλείσιμο της ιστορίας με το τρίτο και τελευταίο μέρος στην αλβανική όχθη. Αν σας αρέσει η fantasy sci-fi λογοτεχνία και η πολιτική αλληγορία, ο Δράκος της Πρέσπας είναι essential reading.
Κυρία Μπουραζοπούλου, γράψτε λίγο πιο γρήγορα σας παρακαλώ, δεν θέλω να περιμένω χρόνια για το τρίτο 😭
Στο δεύτερο μέρος της τριλογίας μεταφερόμαστε στην δυτική όχθη της Πρέσπας. Εκεί δεν βρέχει ασταμάτητα όπως στη νότια όχθη, αντιθέτως εχει ερημοποιηθει. Εδώ δεν βλέπουμε φιλοσόφους δρακολογους να μαλώνουν σε μια κοινωνία με ελάχιστους κανόνες, αλλά καπετάνιους, σκαφτιαδες, ένα οργανωμένο εργοτάξιο, με ξεκάθαρη διαβάθμιση και πολλούς κανόνες. Το βιβλίο περιλαμβάνει και μικρούς χάρτες που βοηθάνε.
Πολλοί λένε ότι είναι ακόμα καλύτερο από το πρώτο. Κι εμένα μου άρεσε περισσότερο. Θεωρώ όμως ότι είναι εξαιτίας της εξοικείωσης με την ιστορία που προσέφερε το πρώτο. Ήταν επίσης πιο ευχάριστο γιατί έλειπε η σοκαριστική βία του πρώτου. Η ιστορία είναι ξεκάθαρα συνδεδεμένη με το πρώτο, απλά δεν έχει σημασία αν θα διαβαστεί πρώτα το ένα ή το άλλο. Μέχρι το τέλος όμως! Γιατί το τέλος του δεύτερου είναι ξεκάθαρη συνέχεια του τέλους του πρώτου. Και δεν θεωρώ ότι θα βγάλει πολύ νόημα κάποιος που δεν έχει διαβάσει το πρωτο. Πρέπει να διαβαστούν με τη σειρά λοιπόν.
Έχω ειλικρινά μεγάλη απορία για το τρίτο. Στο πρώτο και στο δεύτερο γίνονται πολλές αναφορές για την απέναντι όχθη, βλέπεις κομμάτια της ιστορίας και από τις δύο πλευρές. Δεν γίνεται όμως σχεδόν καμία αναφορά για την ανατολική όχθη που θα αναλυθεί στο τρίτο. Είμαι πολύ περίεργη για το τρίτο βιβλίο, περιμένω τα χιόνια της ανατολικής όχθης!
Αν η κοιλάδα της Λάσπης ήταν ένα συγκλονιστικό ξεκίνημα μιας θαυμάσιας τριλογίας, η Κεχριμπαρένια Έρημος είναι διαμάντι πολλών καρατίων. Αυτή τη φορά η συγγραφέας μας ξεναγεί στη Δυτική Όχθη της Πρέσπας όπου κυριαρχούν άλλοι νόμοι και πεποιθήσεις. Εισάγονται νέοι χαρακτήρες και διαφαίνεται πόσο καλοδουλεμένοι είναι. Αγαπημένοι μου ο Γκαβρήλ και η Νατάλια. Επειδή σε κάποια κεφάλαια πηγαίνουμε ακόμα πιο πίσω για να ενωθούν τα Κομμάτια του παζλ, χρειάζεται συγκεντρωμένη ανάγνωση. Η συγγραφέας πλέκει τον μύθο γύρω από τον Δράκο και τα πρόσωπα-κλειδιά σαν υφαντό. Σε κάθε γωνιά σε περιμένει κι ένα καινούριο στοιχείο όπου ίσως αναιρεί τα προηγούμενα στη λύση του μυστηρίου. Στο πρώτο βιβλίο μου δόθηκε η εντύπωση ότι είναι ένα αλληγορικό μυθιστόρημα με κοινωνικοπολιτικες προεκτάσεις. Στο δεύτερο βιβλίο βούτηξα βαθιά στο άλυτο μυστήριο του Δράκου και περιμένω εναγωνιώς το τρίτο!
Η συγκεκριμένη σειρά εξελίσσεται σε πραγματικό επίτευγμα. Όχι μόνο είναι μεγαλόπνοο έργο φαντασίας και αξιόλογο μυθιστόρημα αυτό καθαυτό, αλλά ανταπεξέρχεται άκρως ικανοποιητικά στον συχνά άχαρο ρόλο του δεύτερου βιβλίου, δηλαδή να προωθήσει την πλοκή που ξεκίνησε με το πρώτο, χωρίς να ολοκληρώσει την ιστορία. Οι χαρακτήρες ενδιαφέροντες και αληθινοί, παρουσιάζονται καθόλου ωραιοποιημένοι αλλά χωρίς άγονη απαισιοδοξία, η πλοκή συναρπαστική σαν γρίφος, αν και ομολογώ αυτό που μου αρέσει περισσότερο είναι το παιχνίδι μεταξύ μαγικού ρεαλισμού και πολιτικού θρίλερ: δεν μπορείς να είσαι σίγουρος εάν τα φανταστικά στοιχεία είναι πραγματική μαγεία ή προσεκτικά σκηνοθετημένα για να καλύψουν πολιτικά παιχνίδια και σκοτεινά μυστικά. Καταφέρνει επίσης να περάσει σημαντικά μηνύματα για την συναδέλφωση των λαών και τα βρώμικα παιχνίδια που παίζονται στην πλάτη τους χωρίς διδακτικό ύφος και πομπώδεις μεταφορές. Λυπάμαι που θα πρέπει να περιμένω χρόνια για το επόμενο, αλλά ελπίζω η συγγραφέας να πάρει όσο χρόνο χρειάζεται για να δώσει στην ιστορία μια λύση αντάξια της σύλληψής της.
Συγκλονιστικο. Πως βρέθηκαν μπλεγμένες οι ιστορίες κι εμείς μπλεγμένοι κάπου στην τομή του λάμδα να μας χτυπάει η βροχή, να λιώνουμε μες στο λιοπυρι κι από την αγωνία και την προσμονή για το χιόνι. Κανένα νέο για το 3ο μέρος;
Τι να πει κανείς για αυτό το βιβλίο που να μην είναι λίγο!!Πόσο ασύλληπτο είναι όλο αυτό που έχει στήσει η συγγραφέας για τις δύο πλευρές(ελληνική και βόρειομακεδονικη) ,πόσο όμορφα ξετυλίγεται το κουβάρι και μπερδεύεται ταυτόχρονα. Με έκανε να ανυπομονώ για το τρίτο,για την 'κατάρρευση' του Δράκου..πως θα το ισιωσει όλο αυτό το μπέρδεμα; Πώς θα αντιδράσει η αλβανική πλευρά;Θέλω ένα θεαματικό φινάλε οπωσδήποτε!!!Ακούς συγγραφέα;Μεγάλο μυαλό,που είμαι σίγουρη ότι έχει ήδη στήσει το τρίτο βιβλίο απλά πρέπει να το παρουσιάσει σε εμάς τους απλούς ταπεινούς αναγνώστες!Χαίρομαι παρά πολύ που υπάρχει κ γράφει εδώ στην Ελλάδα ένα τέτοιο μυαλό...
Έπος! Διαβάζεται απίστευτα γρήγορα παρά το μέγεθός του. Από τα καλύτερα βιβλία του φανταστικού (;) που έχω διαβάσει.
Εστιάζει στην ανατολική όχθη της Πρέσπας, περιγράφει τα εκεί γεγονότα που συμβαίνουν παράλληλα με το 1ο βιβλίο, για να φέρει την ιστορία προς το τέλος του βιβλίου να συναντήσει τους ήρωες του 1ου.
Κυρία Μπουραζοπούλου, γράψτε σας παρακαλώ το 3ο, το σύντομοτερο, γιατί θα μας φάει η αγωνία!
Σε ένα κόσμο, τόσο όμοιο αλλά ταυτόχρονα τόσο διαφορετικό με τον δικό μας, σε ένα μέλλον κοντινό, όπου τα μικρά καταχρεωμένα κράτη της Βαλκανικής χερσονήσου κυριαρχούνται όχι από τις κρατικές κυβερνήσεις αλλά από την Παγκόσμια Αναπτυξιακή Τράπεζα, της οποίας οι έφοροι έχουν την απόλυτη εξουσίας, ένας Δράκος εμφανίζεται στις Πρέσπες, συνοδευόμενος από παράξενα φαινόμενα που αλλοιώνουν τελείως την εμφάνιση της περιοχή των λιμνών. Η Ελλάδα, η Βόρεια Μακεδονία και η Αλβανία, τα τρία κράτη που βρέχονται από τις Πρέσπες, ανταγωνίζονται πιο θα καρπωθεί τα οφέλη αυτής της μυστηριώδους εμφάνισης και οργανώνουν ερευνητικές ομάδες, τους δρακολόγους, οι οποίοι μελετούν το θηρίο, το οποίο οι μόνοι που έχουν δει είναι οι ελάχιστοι επιζώντες των επιθέσεων του. Η επαφή των διαφορετικών δρακολογικών κοινοτήτων απαγορεύεται αυστηρά, ενώ τα διάφορα ευρήματα τους εκμεταλεύονται αποκλειστικά από την Παγκόσμια Τράπεζα Ανάπτυξης.
Η Ιωάννα Μπουραζοπούλου, μια από τις σπουδαιότερες, τουλάχιστον κατά τον γράφων, σύγχρονες ελληνίδες συγγραφείς, μας σύστησε τον ευφάνταστο, δυστοπικό κόσμο που δημιούργησε με επίκεντρο το τριεθνές των Πρεσπών, στο βραβευμένο πρώτο βιβλίο της τριλογίας “Ο Δράκος της Πρέσπας” με τίτλο “Η κοιλάδα της λάσπης”. Στο βιβλίο αυτό γνωρίσαμε την ελληνική πλευρά και την δρακολογική κοινότητα της, η οποία ζει κάτω από τη μυστηριώδη, ασταμάτητη βροχή που ξεκίνησε με την εμφάνιση του Δράκου πριν είκοσι χρόνια και γίναμε μάρτυρες γεγονότων που απειλούν να αλλάξουν το status quo.
Στο δεύτερο βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2019 με τίτλο “Η κεχριμπαρένια έρημος, η δράση μεταφέρετε στην ανατολική όχθη της λίμνης, στην πλευρά της Βόρειας Μακεδονίας. Εδώ η ατελείωτη βροχή που αντιμετωπίζουν οι δρακολόγοι της ελληνικής πλευράς δεν υπάρχει. Αντίθετα μια ακραία και ανεξήγητη ξηρασία έχει ξεράνει τις λίμνες και έχει δημιουργήσει μια ατέλειωτη έρημο στην θέση τους. Οι αντικρουόμενες πραγματικότητες των δρακολόγικών κοινοτήτων της κάθε όχθης (οι κάτοκοι της Αλβανικής πλευράς ισχυρίζονται ότι η Πρέσπα είναι χιονισμένη και παγωμένη), είναι ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια που εισάγει το δεύτερο μέρος της τριλογίας και ταυτόχρονα μαζί με τις απαγορεύσεις που έχουν επιβάλει τα κράτη και η Παγκόσμια τράπεζα, το στοιχείο που τους χωρίζει.
Σε αυτή τη κεχριμπαρένια έρημο, η Μπουραζοπούλου χρησιμοποιώντας την ώριμη και αριστοτεχνική γραφή στην οποία μας έχει συνηθίσει, σκιαγραφεί τον μικρόκοσμο των δρακολόγων της Βόρειας Μακεδονίας, χαρίζοντας ιδιαίτερα ενδιαφέρον, ολοκληρωμένους χαρακτήρες και μια πλοκή που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από αντίστοιχα έργα συγγραφέων του εξωτερικού. Οι δρακολόγοι αυτής της πλευράς, μελετουν το δράκο χτίζοντας πελώριες εξέδρες μέσα στην έρημο, από τις οποίες κάποιες προωθούνται προς την ελληνική πλευρά και κάποιες προς την αλβανική. Η ιστορία τους η οποία ξεδιπλώνεται σιγά σιγά κατά τα πρώτα 2/3 του βιβλίου, σε πολλά σημεία και σίγουρα όχι κατά τύχη, αντικατοπτρίζει αυτή της ελληνικής πλευράς, ενώ συμπληρώνει πολλά κομμάτια του παζλ που ο αναγνώστης ξεκινά να ενώνει στο πρώτο βιβλίο. Δεν λείπουν δε και οι αναφορές στο παρελθόν της χώρας, στα χρόνια της Γιουγκοσλαβίας καθώς και η συχνά επίκαιρη τόσο για εμάς όσο και για τον λαό της γειτονικής χώρας, ερώτηση της ταυτότητας. Όταν η πλοκή φτάνει τελικά στο σημείο που τελείωσε η “Κοιλάδα της Λάσπης”, η δράση κλιμακώνεται και η συγγραφέας στήνει την σκηνή για την κλιμάκωση που θα έρθει στο επόμενο, δυστυχώς ακυκλοφόρητο προς το παρόν, βιβλίο.
Ολοκληρώνοντας και το δεύτερο βιβλίο της τριλογίας, θα χαρακτήριζα την σειρά πολύ περισσότερο φανταστικό ρεαλισμό παρά επιστημονική φαντασία όπως κατηγοριοποιείτε συχνά. Η Ιωάννα Μπουραζοπούλου, χρησιμοποιεί το φανταστικό στοιχείο σαν δικαιολογία για μας παρουσιάσει την παραδοσιακή αντιπαλότητα που μαστίζει τους λαούς της Βαλκανικής ύπο ένας διαφορετικό πρίσμα. Ο μυστηριώδης δράκος που ίσως και να μην υπάρχει τελικά αλλά αθέατος καθορίζει την μοίρα των ανθρώπων, η χειμερική και αυτοαναφορική εργασία των δρακολόγων αλλά και οι διαφορετικές πραγματικότητες της κάθε όχθης και κατ΄επέκτασης του κάθε λαού, είναι πρώτης τάξεως υλικά για μια αλληγορική ιστορία, πάντα επίκαιρης για τα Βαλκάνια. Για να αντιμετωπίσουν από κοινού των δράκο που τους καταδυναστεύει και τους χωρίζει, οι δρακολόγοι, όπως και οι λαοί, θα πρέπει να δουν πέρα από την δική τους, συχνά κοντόφθαλμη πραγματικότητα.
Μαζί με την κοιλάδα της λάσπης, η κεχριμπαρένια έρημος ίσως είναι ένα από τα πιό φρέσκα και εντυπωσιακά έργα που έδωσε η εγχώρια λογοτεχνική παραγωγή τα τελευταία χρόνια.
Ενώ περιμένω το τρίτο μέρος με ανυπομονησία, αναρωτιέμαι πως θα φαινόταν η τριλογία αυτή στον κινηματογράφο.
Τι να πω για αυτό το βιβλίο, τι να πω για αυτή τη συγγραφέα! Τη γνώρισα στην Κοιλάδα της λάσπης και έσπευσα να συνεχίσω με την Κεχριμπαρένια έρημο. Μοναδικά δεμένα και συνδεδεμένα τα δύο αυτά βιβλία (σε εναγωνιωδη αναμονή του τρίτου).
Λίγα λόγια για το βιβλίο:
Παρακολουθούμε τις δρακολογικες ερμηνείες στην ανατολική όχθη της Πρέσπας, τις σκευωρίες και τα θύματα του δράκου, κομμάτι κομμάτι, συμπληρώνοντας το παζλ που ξεκίνησε στο πρώτο μέρος της τριλογίας.
Πέραν της λογοτεχνικής/μυθιστορηματικής αφήγησης, ο αναγνώστης μπορεί να διακρίνει (εφόσον θέλει) κρυμμένα μηνύματα για το μακεδονικό ζήτημα, ερμηνείες και εικασίες για την εξέλιξή του ανά τους αιώνες.
Η Μπουραζοπουλου δένει με μοναδικό τρόπο την πλοκή της ιστορίας, τεκμηριωμένα και χωρίς να αφήνει κενά σε άλλο ένα βιβλίο για ρουφηγμα!
Εξαιρετικό και το δεύτερο βιβλίο της τριλογίας. Στα πλην η και εδώ μεγαλύτερη από το αναγκαίο έκταση (100 σελίδες λιγότερες θα το έκαναν πιο δυνατό) και ορισμένες επαναλήψεις από το πρώτο βιβλίο, από διαφορετική μεν γωνία, αλλά χωρίς να προσθέτουν κάτι νέο για τον αναγνώστη. Στα συν, εκτός από όλα τα θετικά χαρακτηριστικά της γραφής της Μπουραζοπούλου, ο άψογος χειρισμός δεκάδων χαρακτήρων και η αψεγάδιαστη συρραφή με το πρώτο βιβλίο (φαντάζομαι και με το τρίτο), σε βαθμό που να απορώ μήπως γράφτηκαν και διορθώθηκαν και τα δύο πριν εκδοθεί το πρώτο. Απίθανο, αφού μεσολάβησε μια ολόκληρη πενταετία μεταξύ τους, διάστημα πολύ μεγάλο για να καθυστερείς την έκδοση ενός έτοιμου βιβλίου, και πολύ εύλογο για τη συγγραφή, διόρθωση και έκδοση ενός νέου. Εντυπωσιακή εσωτερική συνέπεια, λοιπόν. Και φοβερός όγκος δουλειάς. Εννοείται ότι ορμάω στο κλείσιμο της τριλογίας.
Εξαιρετική γραφή (όπως σε κάθε της βιβλίο), μου άρεσε ακόμα περισσότερο από τον πρώτο τόμο! Παρά το φανταστικό στοιχείο, νιώθω σαν να διαβάζω μια αλληγορία της πραγματικότητας που βιώνουμε. Ανυπομονώ για το επόμενο!
Μου άρεσε και θα ξεκινήσω άμεσα το τρίτο βιβλίο. Αφαιρώ ένα αστέρι γιατί έπρεπε να φτάσω τις τελευταίες 50 σελίδες για να δω τι έγινε με το cliffhanger του πρώτου βιβλίου.
Σε μιάμιση εβδομάδα τελείωσα, κυριολεκτικά "χάθηκα" μέσα στις αμέτρητες σελίδες της υπεροχης αυτής τριλογίας! (Πότε θα βγει το τρίτο;;;;;) Προσεγμένο μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, με υπέροχη γραφή και ταξιδιαρικη πλοκή, τόσο ανθρώπινο και τόσο περιπετειώδες, να συμβαίνει το πραγματικά υπέροχο, η συνέχεια να είναι καλύτερη από την έναρξη!Όλα να δένονται αρμονικά, με ευφυείς διαλόγους και πρωταγωνιστές ο ένας καλύτερος από τον άλλο! Πόσο χαίρομαι που ανακάλυψα τη συγγραφέα! Διαβάστε το οπωσδήποτε!
Έπειτα από το υπέροχο πρώτο μέρος, έρχεται αυτή η φανταστική συνέχεια να συμπληρώσει τα κενά της πρώτης. Πόσο χαίρομαι που έχω ανακαλύψει αυτή την υπέροχη συγγραφέα με το ανεξάντλητο ταλέντο στο να δημιουργεί τόσα διαφορετικά περιβάλλοντα! Ενώ οι ιστορίες της είναι φαντασιακές, πάντα βασίζονται σε μια σκληρή πραγματικότητα, σε ένα δυστοπικό μέλλον που δεν είναι πολύ μακριά, αν το αφήσουμε να γίνει.. Ανυπομονώ να αρχίσω το 3ο και τελευταίο μέρος της τριλογίας ❤️
Είμαι σίγουρη ότι δεν υπάρχει αντίστοιχο βιβλίο της τριλογίας του δράκου της Πρέσπας από άλλο Έλληνα συγγραφέα. Είναι βιβλίο φαντασίας με φόντο τη λίμνη, τα Βαλκάνια, τις γνώριμες κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες, τις διχογνωμίες και τις πολεμικές των λαών μας. Το απόλαυσα όσο δεν πάει, η καλύτερη απόδραση από την πραγματικότητα, απαραίτητο για το φετινό δύσκολο καλοκαίρι.
Έχοντας διαβάσει το πρώτο μέρος αυτής της σειράς, ανυπομονούσα να δω τη συνέχεια. Το πρώτο βιβλίο ήταν για μένα μια πραγματική αποκάλυψη, η λογοτεχνία του φανταστικού στα καλύτερά της, επομένως ήταν ήδη υψηλές οι προσδοκίες μου όταν έπιασα στα χέρια μου το δεύτερο μέρος. Το γνωστό ύφος της συγγραφέως ήταν ήδη μια εγγύηση ότι και αυτή η περιπέτεια στη μυθική Πρέσπα και στην επικράτεια του δράκου θα ήταν συναρπαστική. Και πράγματι ήταν...Πέρα από το γεγονός ότι δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει την απίστευτη φαντασία της Μπουραζοπούλου, που φτιάχνει έναν κόσμο τόσο πρωτότυπο και ξεχωριστό και συνάμα τόσο περίτεχνο και αψεγάδιαστο, εκείνο που κάνει το όλο εγχείρημά της ακόμη πιο αξιοθαύμαστο είναι το γεγονός ότι όλα μπορεί να είναι προϊόντα της φαντασίας της, είναι όμως παράλληλα και απίστευτα πραγματικά. Οι ανθρώπινες συμπεριφορές ξεγυμνώνονται, χαρακτήρες αποκαλύπτονται, το καλό και το κακό σε μόνιμη σύγκρουση και η αναζήτηση της αλήθειας πάντα παρούσα. Ο δράκος παραμένει ο κεντρικός πρωταγωνιστής, είναι όμως τελικά μόνο η αφορμή... Και με την ίδια ανυπομονησία πια, περιμένω και το επόμενο μέρος!