Πόσο κοντά έφτασε, τελικά, η Ελλάδα στην άτακτη έξοδό της από το ευρώ; Πώς ένας νεαρός, χαρισματικός, αντι-μνημονιακός πρωθυπουργός γοητεύτηκε από τη «σιδηρά» καγκελάριο της Γερμανίας; Τι ακριβώς προέβλεπε το περιβόητο Plan B για την περίπτωση αποχώρησης της Ελλάδας από την Ευρωζώνη; Τι πραγματικά ειπώθηκε στις μυστικές συναντήσεις των πιο ισχυρών και τελικά ποιος παίρνει τις πιο σημαντικές αποφάσεις στην Ευρώπη;
Το βιβλίο αυτό βασίζεται σε πάνω από 230 ώρες off the record συνεντεύξεων με 95 πρωταγωνιστές των γεγονότων που σημάδεψαν τη χώρα από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Ιούλιο του 2015: από το μοναδικό αυτό υλικό, προκύπτει μια ιστορία ανθρώπων χαρισματικών αλλά και ματαιόδοξων, μια σειρά κακών υπολογισμών και χαμένων στοιχημάτων.
Η συγκλονιστική αφήγηση θα οδηγήσει τον αναγνώστη πίσω από κλειστές πόρτες σε κυβερνητικά κτίρια και οικίες αξιωματούχων, θα τον βάλει σε δωμάτια όπου πολύωρες διαπραγματεύσεις γεμάτες κρυφές προσφορές, μυστικές υποσχέσεις και ωμούς εκβιασμούς κατέληξαν σε δύσκολους συμβιβασμούς.
Ένα βιβλίο που διαβάζεται ως πραγματικό θρίλερ εξουσίας, στο οποίο όλοι, Έλληνες, θεσμοί και ξένοι αξιωματούχοι, συνέβαλαν στο να καταλήξει η Ελλάδα στο κέντρο της «τέλειας καταιγίδας».
Η Ελένη Βαρβιτσιώτη είναι ανταποκρίτρια της Καθημερινής και του ΣΚΑΪ στις Βρυξέλλες από το 2014. Ξεκίνησε τη δημοσιογραφική της πορεία το 2004 από την ερευνητική ομάδα της τηλεοπτικής εκπομπής "Οι φάκελοι", καλύπτοντας πληθώρα θεμάτων στην Ελλάδα, την Ευρώπη, τη Λατινική Αμερική και τις ΗΠΑ. Το 2016 βραβεύτηκε από το Ίδρυμα Μπότση για τις ανταποκρίσεις της από τις Βρυξέλλες κατά τη διάρκεια της κρίσης. Σπούδασε Δημοσιογραφία και Ιστορία στο Boston University.
ΟΚ, θεωρώ ότι η τόσο χαλαρή κριτική του βιβλίου οφείλεται εν μέρει στο πως καταλαβαίνουμε και τι πήχη βάζουμε στην δημοσιογραφία. Από την άλλη, η ψηλή του βαθμολογία οφείλεται μάλλον στο ότι έρχεται ως αντίβαρο άλλων αφηγήσεων για το περιβόητο εξάμηνο, που «κλέβουν» κάπως τα φώτα της δημσιότητας (βλ. μια καινούρια ταινία του Γαβρά). Κατά κάποιο τρόπο αυτός ακριβώς ο ειδικός ρόλος του βιβλίου είναι και αυτός που κάπως δυσκολεύει τις δημιουργούς του.
Παρουσιάζεται ως δημοσιογραφικό τεκμήριο αλλά δεν μοιάζει να υπηρετεί κανέναν εκ των δυο προσδιορισμών: η δημοσιογραφική ματιά μπλέκεται συνεχώς με «ελεγχόμενη» μυθοπλασία (του τύπου, τι σκέφτεται ο τάδε στο ασανσέρ ή όταν περπατάει στο διάδρομο ενός ξενοδοχείου) ενώ η τεκμηρίωση δεν προσφέρει κάτι που δεν θα έβρισκε κάποιος σχολαστικός στο διαδίκτυο, άλλα βιβλία ή έγγραφα. Με άλλα λόγια: το 70% το βρίσκει κανείς στην wikipedia, το 10% είναι ανεκδοτολογικά επιφανειακής δημοσιογραφικής έρευνας (του τύπου τι θέα έχει το μπαλκόνι του τάδε), μένει μόνο ένα 10% για behind closed doors στοιχεία τα οποία κατά βάση επαληθεύουν το βιβλίο του Βαρουφάκη (επαληθεύουν στα γεγονότα, όχι στην ερμηνεία). Μένει λοιπόν το 10% για την ερμηνεία, όπου οι δυο συγγραφείς περιορίζονται στο απλουστευτικό μοτίβο που μάθαμε στην Έκθεση: «για κάποιους αυτό σήμαινε ότι …..και για κάποιους άλλους ότι», που συνήθως και οι κάποιοι αλλά και οι κάποιοι άλλοι είναι δυο μη υπαρκτά σώματα γνώμης.
Αναρωτιόμουν τι διάβαζα όσο το διάβαζα μέχρι που έφτασα σε ένα σημείο που ξεκλείδωσε το βιβλίο, τουλάχιστον από πλευράς προθέσεων των δημιουργών του. Σε εκείνο το σημείο λοιπόν περιγράφεται με λεπτομέρεια η οικιακή ζωή του Τόμας Βίζερ, μαζί με την αγάπη του στο σιδέρωμα. Η σχολαστικότητά του στους γιακάδες των πουκαμίσων του συνδέθηκε σε ένα όμορφο cringe moment με την ικανότητά του να «ισιώνει» «τσαλακωμένες» καταστάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Λίγες σελίδες μετά αποκτούμε ένα «inside info» από συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου όπου ο Τσίπρας φέρεται να αναρωτιέται φωναχτά: «ποιος είναι τέλος πάντων αυτός ο Βίζερ;» και λίγο πιο μετά βλέπουμε μια μάζωξη στο σπίτι του Βαρουφάκη, μέσα από τα μάτια του Βίζερ, όπου ο ευγενής αμερικανοαυστριακός απορεί γιατί εκείνοι οι παράξενοι τύποι του μιλούν για ευρωπαϊκή οικονομία, πολιτική, ιστορία και τους προγόνους του και δεν του μιλούν για το ΦΠΑ στην εστίαση. Μπίνγκο. Θα ήταν έντεχνο, αν δεν ήταν τόσο προφανές. Νομίζω ότι όλα αυτά που κατά καιρούς έχουν χρεωθεί στο βιβλίο (βλέπε: πρόχειρη επιμέλεια, κουραστικές επαναλήψεις ακόμα και μετά από δυο σελίδες, ατελείωτες αντιφάσεις, ασαφής χρήση των πηγών) οφείλονται πρώτα και κύρια στο πόσο καταπιεστικό ήταν για τις συγγραφείς να γράψουν ένα βιβλίο-παραγγελιά, ένα σύγγραμμα δηλαδή που μοιάζει να υπάρχει πρωτίστως ως «απάντηση» στις «άλλες» αφηγήσεις, που σε γενικές γραμμές σκιαγραφούν την μάχη ενός λαού με τις γραφειοκρατικές ελίτ της ΕΕ. Να λοιπόν η αφήγηση: Οι γραφειοκρατικές ελίτ δεν είναι κουστουμάτα ανδροειδή, είναι άνθρωποι. Ελληνικός λαός δεν υπάρχει, υπάρχει ο Τσίπρας, το κόμμα του και η εκλογική του βάση. Ο Βίζερ σιδερώνει, ο Γιουνγκερ καπνίζει και πίνει σαν μεσόγειος, η Λανγκάρντ έχει μητρικό ένστικτο, ο Μπλουμπλουμπλάουμ έχει δερμάτινη τσάντα και κρατάει σφιχτά τα ντοσιέ του όταν περπατάει ενώσω βασανίζεται από τα φιλελληνικά του αισθήματα. Από την άλλη, τα μέλη της κυβέρνησης «έχουν περάσει όλη τους την ζωή στα μπαρ ονειρευόμενα την επανάσταση» και δεν ξέρουν ποιος είναι ο Βίζερ. Όταν πήγαν στις Βρυξέλλες απορούσαν όλοι που ήταν τόσο ατημέλητοι. Ο Βαρουφάκης τους μιλούσε για τις επιπτώσεις των μέτρων στην κοινωνία σαν να ήταν καθηγητής στο αμφιθέατρο. Τέτοια πράγματα. Αλλά υπάρχει και ένα φανταστικό σημείο που αποκαλύπτει την δύναμη της αφήγησης. Το διάβασα και το ξαναδιάβασα τρεις φορές, δυο προτάσεις δηλαδή κάπου στην αρχή, όπου ξαφνικά ξεπετιέται το ότι «εντάξει, όλοι τελικά έκριναν πως το πρώτο μνημόνιο ήταν αποτυχημένο και δεν ήταν καθόλου ρεαλιστικό». Έτσι απλά, αγαπητές και αγαπητοί, ξεμπερδεύουμε με το πρώτο μνημόνιο. Και λίγο πριν το τέλος, έρχεται άλλο ένα. Στη μάχη Τσίπρα - Μέρκελ για το ταμείο ιδιωτικοποιήσεων και την κατανομή των ποσών, οι συγγραφείς ομολογούν κυνικά: «Όλοι ήξεραν πως δεν ήταν σημείο ουσίας και δεν θα υλοποιούταν ποτέ». Στο μεσοδιάστημα, δεκάδες χιλιάδες φορές οι συγγραφείς επικρίνουν την κυβέρνηση που δεν προσαρμόστηκε στην ανάγκη «τεχνοκρατικής» προσέγγισης στα μέτρα, σε βαθμό εμμονικό και προς υπεράσπιση των σχεδόν απολίτικων εταίρων τους, για να καταλήξουν κάπου στον επίλογο ότι το θέμα ήταν «ούτως ή άλλως πολιτικό από την αρχή». Εκατοντάδες φορές υμνούν την «αναγκαιότητα» του κάθε τεχνικού μέτρου και άλλες τόσες ξεπετούν την αποτυχία κάθε προηγούμενου σχεδόν συνταγογραφήματος της τρόικα. Και όλα αυτά γίνονται χωρίς καμία αίσθηση της αντίφασης, ρέουν το ένα δίπλα στο άλλο σαν ονειροπόληση του Κάφκα.
Οι αντιφάσεις αυτού του βιβλίου είναι υπέροχες. Τόσο υπέροχες που πραγματικά αξίζει να διαβαστεί. Για τις προσεκτικές αναγνώσεις, αυτό που ξεκινάει ως εξανθρωπισμός και οικειοποίηση του διοικητικού λόμπι της ΕΕ μοιάζει άθελά του να καταλήγει ως ένα πολύ συγκαλυμμένο «κατηγορώ» απέναντι στο έλλειμα δημοκρατίας και συνοχής των Βρυξελλών. Επιπλέον, αν και ως δημοσιογραφικό κείμενο είναι αναντίστοιχα λιποβαρές για τα βιογραφικά των δημιουργών του, έχει μια ευχάριστη ροή που σε κρατάει, σαν ένα μυθιστορηματάκι με όλα τα κλισέ των θρίλερ, όπου εν προκειμένω οι καλοί είναι οι αξιωματούχοι και οι κακοί είναι οι ...γνωστοί μαδούροι.
Περιμένω κάτι πολύ καλύτερο και βαθύ από το στρατόπεδο του ''ΝΑΙ'' στο μέλλον
"I'm done" αντί για "I'm finished". Αρνούμαι να το τελειώσω. Έχασα την όρεξή μου για διάβασμα με αυτό το βιβλίο. Τουλάχιστον τώρα κατάλαβα τι σημαίνει "αντικειμενικότητα" για τους δημοσιογράφους αυτής της νοοτροπίας.
Με αυτό το βιβλίο συμπληρώνω τα 60 που ήταν και ο στόχος για το 2019. Ίδιο πάντα το νούμερο του στόχου τα τελευταία χρόνια έστω κι αν τον υπερκαλύπτω. Κι αυτό γιατί θεωρώ ότι ένας καλός αναγνώστης, της δικής μου ηλικίας και δραστηριοτήτων, έχει τη δυνατότητα να διαβάζει 5 βιβλία τον μήνα. Άρα τα 60 ως στόχος θεωρώ πως είναι ένα πολύ καλό νούμερο . Ευπρόσδεκτες και άλλες απόψεις για ένα θέμα βέβαια καθαρά υποκειμενικό και το οποίο βασίζεται στις δυνατότητες του κάθε αναγνώστη. Από κει και πέρα βέβαια όσα παραπάνω βιβλία διαβάζω απλώς ικανοποιούν την ακόρεστη βουλιμία μου για το διάβασμα. Μια βουλιμία που ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του εβδομήντα και έκτοτε, παρά τα όποια σκαμπανεβάσματα, συνεχίζεται. Η τότε μικρή βιβλιοθήκη σήμερα όχι απλώς έχει μεγαλώσει αλλά έχει επεκταθεί και σε άλλα σπίτια της οικογένειας δημιουργώντας μου αισθήματα απόγνωσης. Χαίρομαι που ο στόχος δεν είναι μονοθεματικός. Και fiction αλλά και no-fiction. Κυρίως βιβλία ιστορικά τα οποία ενδυναμώνουν όχι μόνο την ιστορική γνώση αλλά και τη σκέψη. Γιατί όπως και να το κάνουμε, η ιστορική γνώση δεν σταματάει στο Πανεπιστήμιο κι ούτε εξαντλείται με ατελείωτο σερβάρισμα σε ιστοσελίδες, κάποιες εκ των οποίων σερβίρουν είτε μπαγιάτικη είτε συνωμοσιολογική ιστορική γνώση.
Όπως και το βιβλίο αυτό το οποίο καταγράφει με μοναδικό τρόπο γεγονότα τα οποία τα έχουμε βιώσει όλοι μας. Είτε στην καθημερινότητα μας, είτε μέσω τηλεόρασης, είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Ομως αποδεικνύεται ένα βιβλίο σταθμός στη σημερινή πολιτική κατάσταση. Γραμμένο σε στυλ θρίλερ, με αυξομειούμενη την αγωνία για την κατάληξη, μας διεισδύει στα ενδότερα της ευρωπαϊκής σκηνής. Αρχής γενομένης από την Ελληνική κυβέρνηση της οποίας η (τελευταία της) μπλόφα, μετατράπηκε σε μπύμερανγκ! Αλλά και την αγωνία των Ευρωπαίων ηγετών για το μέλλον του κοινού νομίσματος. Το βιβλίο θα πρέπει να διαβαστεί απ΄ όσους θέλουν ν΄ ασχολούντια με την Ιστορία και την Πολιτική. Ανεξαρτήτως πολιτικής τους επιλογής, είναι ένα ανάγνωσμα που θα συμβάλλει στην καλύτερη γνώση όχι μόνο των γεγονότων αλλά να μας προβληματίσει για την οικοδόμηση της Ευρωπαϊκής οικογένειας.
Εκεί ήμασταν, τα ζήσαμε. Πέντε χρόνια πέρασαν, αλλά το καλοκαίρι του 2015 δε θα φύγει εύκολα από τη μνήμη μας. Έτσι ελπίζω, δηλαδή, γιατί η τάση να ξεχνάμε είναι πολύ δυνατή στο κατά τα άλλα αψεγάδιαστο και μοναδικό (χα!) "ελληνικό DNA". Προσωπικά απέφευγα να το διαβάσω, παρότι υπάρχει πολύ καιρό στη βιβλιοθήκη μου. Δεν ήθελα να θυμηθώ τίποτα από εκείνους τους μήνες, μια περίοδο βαθιά τοξική και διχαστική μέχρι και σε επίπεδο πυρ��νικής οικογένειας, και ό,τι παραπάνω μπορεί να μάθαινα μόνο άσχημα θα μπορούσε να με κάνει να αισθανθώ. Τελικά το αποφάσισα και επαληθεύθηκαν όλες οι προβλέψεις μου.
Ο τίτλος κάθε κεφαλαίου συνοδεύεται από ένα συναίσθημα, το θεωρητικά επικρατέστερο σε κάθε φάση της περιόδου από την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο μέχρι την τελική συμφωνία τον Ιούλιο. Από την ελπίδα στην απόγνωση, από την κατανόηση στο θυμό, από την "περηφάνεια" στον τρόμο των capital controls. Βεβαίως τα συναισθήματα όλων των εμπλεκομένων(θεσμικών και μη) εκείνη την περίοδο μόνο με μια ευθεία γραμμή δε θα μπορούσαν να περιγραφούν. Κάπως έτσι είναι και τα συναισθήματα του αναγνώστη που έζησε στο πετσί του όλη εκείνη την αγωνία και το φόβο, την αγανάκτηση και τη ματαίωση.
Το βιβλίο είναι πολύ απλά και κατανοητά γραμμένο και επικεντρώνεται κυρίως στις συζητήσεις που λάμβαναν χώρα για την Ελλάδα και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσαν και πετύχαιναν τους συμβιβασμούς οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και το Ταμείο. Αναφέρεται στο παρασκήνιο των διαπραγματεύσεων του 2015, την περήφανη διαπραγμάτευση που κορυφώθηκε με το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου και τη διάσημη κωλοτούμπα που κόστισε στο ελληνικό κράτος μόλις 86 δις και κάτι ψιλά. Πώς ακουμπήσαμε τη χρεοκοπία και πώς αναγκαστήκαμε να καταπιούμε τον εξευτελισμό του νέου μνημονίου (αφού πρώτα χορέψαμε πανηγυρικά στο Σύνταγμα) για να αποφύγουμε τα χειρότερα.
Οι λεπτομέρειες για το Plan B είναι ανατριχιαστικές: ένας ολόκληρος υπόγειος μηχανισμός που δούλευε εντατικά για να προβλέψει και να προλάβει τις επιπτώσεις του όλο και πιθανότερου Grexit στην υπόλοιπη Ευρώπη, τη στιγμή που εμείς ποντάραμε τα ρέστα μας στο ότι αυτές οι επιπτώσεις θα ήταν απρόβλεπτες και καταστροφικές. Ένα σχέδιο που προέβλεπε βήμα-βήμα και με κάθε λεπτομέρεια όλες τις ενέργειες που θα έπρεπε να γίνουν με τις τράπεζες και την ανθρωπιστική βοήθεια που θα χρειαζόταν η χώρα μετά. Ανθρωπιστική βοήθεια, σαν να ήμασταν σε εμπόλεμη κατάσταση. Ευτυχώς, δε θα μάθουμε ποτέ.
Η Ιστορία θα κρίνει όσους είχαν ενεργή συμμετοχή στα γεγονότα του 2015. Για κάποιους εξ αυτών καλό θα ήταν να κρίνει και η Δικαιοσύνη, αλλά μάλλον θα πρέπει να συμβιβαστούμε με την Ιστορία προς το παρόν. Όλοι έχουμε κάποια άποψη για αυτό που ζήσαμε, ο καθένας στο σύμπαν του δικού του μυαλού και το μικρόκοσμό του. Θα ήθελα να πιστεύω ότι τουλάχιστον πήραμε κάποια χρήσιμα μαθήματα από αυτήν την εμπειρία, αλλά δυστυχώς δεν είμαι τόσο αισιόδοξη. Επίσης, με τι κόστος.
Η τελευταία μπλόφα παίρνει μόνο 2 αστεράκια γιατί ενω υπόσχεται ότι θα είναι αντικειμενική, παίρνει ξεκάθαρη πολιτική θέση.
Δεν κρύβω πως επειδή είμαι αντίθετος με την πολιτική θέση του συγγραφέα, δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός στην κριτική του βιβλίου (συχνά τα επιχειρήματα βασίζονται στο ότι όλοι έχουμε τα ίδια πολιτικά πιστεύω). Όμως μπορώ να ξεχωρίσω την προσπάθεια ιστοριογράφων να παραμείνουν αντικειμενικοί. Και ο συγγραφέας εδώ αποτυγχάνει παταγωδώς.
Διαβάζεται εύκολα, είναι επιφανειακό, εμπεριέχει γενικεύσεις και σε μερικά σημεία απλά οι συγγραφείς φαντάζονται τι σκέφτεται ή λέει κάποιος όταν είναι μόνος του. Στηρίζεται σε μια παράδοση που θέλει τα ιστορικά γεγονότα να είναι κυρίως αποτελέσματα προσωπικοτήτων ή γραφειοκρατιών. Καταλήγει με ένα σύντομο σχολιασμό αποδίδοντας ευθύνες σε όλους αλλά κυρίως σε ένα συλλογικό Εγώ ενός έθνους-κράτους. Είναι κι αυτό μια συνέχεια μιας διαταξικής, εθνικής αφήγησης του "δράματος που ζήσαμε το 2015".
Για όλους εμάς παρακολουθήσαμε στενά όλα τα γεγονότα από το Φεβρουάριο του 2015 ως τον Ιούλιο τα περισσότερα από αυτά που περιγράφει το βιβλίο είναι λίγο πολύ γνωστά Παρόλαυτα η έρευνα που κάνουν οι δύο δημοσιογράφοι είναι πολύ καλή και φωτίζει άγνωστες πτυχές πίσω από το παρασκήνια Πολλά από αυτά που διαδραματίστηκαν εκείνες τις μέρες μοιάζουν σουρεάλ. Προσωπικά μιλώντας πολλές φορές μου τέντωσε τα νεύρα σε σημείο να σκέφτομαι πως έπρεπε να είχα πάρει κανένα ηρεμιστικό πριν το διαβάσω...... ( Παρόλο που ξέρεις τα γεγονότα δεν φαντάζεσαι την έκταση ) Εξαιρετικός ο επίλογος προς γνώση και συμμόρφωση όλων μας
Πρόκειται για ένα βιβλίο που διαβάζεται απνευστί, καθώς η δομή του, επιτρέπει τη χρονική παράθεση των γεγονότων με αλληλουχία και ακρίβεια. Υπήρχαν στιγμές που διαβάζοντας το βιβλίο ένιωθα οργή, απογοήτευση, θυμό αλλά και ανακούφιση εναλλάξ, αφού τα πραγματικά γεγονότα έχουν για πάντα αποτυπωθεί στην προσωπική και συλλογική μνήμη και η αναδρομή σε αυτά είναι αναπόφευκτη.
Το βασικό συμπέρασμα του βιβλίου είναι πως οι αυταπάτες (προσωπικές και συλλογικές), κόστισαν στη χώρα και στους πολίτες της, μερικές δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ. Δε ξέρω γιατί, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια που διάβαζα το βιβλίο, μου είχε κολλήσει στο μυαλό ένας στίχος του Μάνου Ελευθερίου:
...»άλλοι νομίζανε πως ήμουνα μεγάλος κι από σπουργίτι θα γινόμουνα αετός»
Σε μια σατανική σύμπτωση της ιστορίας, οι φετινές εθνικές εκλογές σχεδόν συμπίπτουν ημερολογιακά με την ημερομηνία διεξαγωγής του δημοψηφίσματος του 2015 (5 Ιουλίου). Λένε πολλοί πως η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα, ίσως όμως είναι πλέον καιρός, η φάρσα να αποτελέσει ιστορία...
Παρά πολύ καλή προσπάθεια των δύο συγγραφέων να επαναφέρουν στη μνήμη μας πρόσωπα, γεγονότα, καταστάσεις, αλλά και συναισθήματα των ημερών εκείνων. Η γλώσσα απλή και κατανοητή. Το ύφος απλό, κάνοντας το βιβλίο ευκολοδιαβαστο και συνάμα συναρπαστικό. Στα θετικά του συγκαταλέγεται και η παρουσίαση της ανθρώπινης πλευράς των πολιτικών-πρωταγωνιστών. Προσωπικά με βοήθησε να επανατοποθετήσω τα γεγονότα με χρονολογική σειρά, μιας και με το πέρασμα των χρόνων κάποια πράγματα μέσα μου ήταν μπέρδεμα και θολά. Τέλος, οι περιγραφές των γεγονότων είναι τόσο ζωηρές που φέρνουν στην επιφανεία τα συναισθήματα αβεβαιότητας και ανασφάλειας που επικρατούσαν το 2015 στην ελληνική κοινωνία.
Κάποιος που προσπάθησε να παρακολουθήσει στενά τα γεγονότα του πρώτου εξαμήνου του 2015 δεν θα μάθει πολλά περισσότερα από όσα ήδη ήξερε. Αυτό όμως που πετυχαίνουν οι συγγραφείς και είναι ιδιαίτερα σημαντικό είναι η σύνοψη αυτής της χαοτικής περιόδου, η κατά το δυνατόν απογύμνωσή της από τα συναισθήματα που προκαλούσαν τότε οι εξελίξεις και, τελικά, η «ωμή» καταγραφή των γεγονότων, τα οποία τις περισσότερες φορές μιλούν από μόνα τους. Στα θετικά του βιβλίου οι σύντομες και κατατοπιστικές προσωπικές ιστορίες των πρωταγωνιστών και βέβαια η αμεσότητα του λόγου και το γρήγορο, πυκνό storytelling. Σε κάποιο βαθμό ενοχλητική, αλλά απόλυτα κατανοητή η αδυναμία να κατονομαστούν όλες οι πηγές των γεγονότων. Δεδομένου ότι αποτελεί για την πρώτη ουσιαστικά απόπειρα καταγραφής της περιόδου, σίγουρα πρόκειται για ένα εξαιρετικό πρώτο βήμα που πρέπει να βρει μιμητές.
Εξαιρετικά ενδιαφέρον, μου προκάλεσε άγχος (αν και όλοι ξέρουμε την κατάληξη) οπότε θεωρώ ότι οι συγγραφείς πέτυχαν το στόχο τους. Δεν μπορώ να χαρακτηρίσω αντικειμενική την παράθεση των γεγονότων αφού το βιβλίο έχει έντονα στοιχεία πολιτικού θρίλερ. Επίσης παρόλο που αντιπαθώ τον Βαρουφάκη, σκοπεύω να διαβάσω το βιβλίο του και είμαι πολύ περίεργη για τη δική του παρουσίαση των γεγονότων. Ως βιβλιοθηκονόμος και ως ιστορικός οφείλω να πω ότι η έλλειψη πηγών του βιβλίου είναι για μένα διπλά ενοχλητική και το καθιστά ευάλωτο σε όσους επιθυμούν να το αμφισβητήσουν.
Πολύ ενδιαφέρον βιβλίο. Διαβάζεται απνευστί. Αντί κριτικής παραπέμπω στα σχόλια του Ρωμανού Γεροδήμου (Προφίλ facebook: https://www.facebook.com/roman.gerodimos - Προφίλ goodreads: Roman Gerodimos ) τα οποία ενστερνίζομαι πλήρως: "Τα έχουν ήδη πει και πολλοί άλλοι, αλλά νιώθω ότι πρέπει να τα πω κι εγώ. Αυτό το βιβλίο είναι πολύ σημαντικό για πολλούς λόγους: (α) Ακόμη και για όσους παρακολουθήσαμε στενά την επικαιρότητα, όχι μόνο εκείνο το 6μηνο αλλά και τα επόμενα χρόνια (κάποιο από το παρασκήνιο αποκαλύφθηκε σταδιακά καιρό μετά), και είμαστε αρκετοί, αυτό το βιβλίο είναι πολύτιμη πηγή αναφοράς. Είναι έρευνα και τεκμηρίωση σπάνιου επιπέδου όχι μόνο για την ελληνική βιβλιογραφία αλλά και για τη διεθνή. (β) Παρά τα όσα γίνονται και παρά το ενδεχόμενο να νιώσεις ή να θυμηθείς ακραία ή τραυματικά συναισθήματα (ένιωσα πολλές φορές ντροπή ως έλληνας πολίτης διαβάζοντας αυτό το βιβλίο), η αφήγηση είναι όσο αποστασιοποιημένη χρειάζεται - θα έλεγα μάλιστα ότι σου μεταδίδει μια ηρεμία, ένα φλέγμα. (γ) Το βιβλίο αυτό βάζει τα γεγονότα σε μια τάξη, με μια οικονομία αφήγησης και μια περιεκτικότητα που πραγματικά πρέπει να κρύβει μέσα της πάρα πολλή δουλειά. Το να κάνεις κάτι να φαίνεται απλό και φυσικό είναι το πιο δύσκολο πράγμα. (δ) Μέσα σε 370 σελίδες ξεδιπλώνεται όχι μόνο μία σύνοψη του τί εγίνε εκείνους τους έξι μήνες - όχι μόνο δηλαδή το πραγματολογικό κομμάτι, που σαφώς έχει ενδιαφέρον για όλους - αλλά και η υφή της διπλωματίας, της υψηλής πολιτικής, του πώς δουλεύουν κυβερνήσεις και όργανα της ΕΕ στο υψηλότατο επίπεδο - όχι με ξύλινο, νομικίστικο τρόπο, όχι δηλαδή με τον τρόπο που το 95% των ακαδημαϊκών, των πολιτικών και των ειδικών καλύπτουν τα ευρωπαϊκά - αλλά με τρόπο κινηματογραφικό και βαθιά ανθρώπινο. Οι περισσότεροι χαρακτήρες γίνονται τρισδιάστατοι. (ε) Ακριβώς εξαιτίας αυτού και εξαιτίας της αφήγησης, το βιβλίο διαβάζεται κυριολεκτικά μονορούφι, σε λιγότερο από 4 ώρες. Είναι μια επένδυση χρόνου και χρημάτων που αξίζει να την κάνετε γιατί όλοι οι άνθρωποι που μόχθησαν γι'αυτό, με πρώτες τις δύο δημοσιογράφους και συγγραφείς, μας προσφέρουν πολύτιμη υπηρεσία. (στ) Και ένα παράπονο. Δεν ξέρω αν το παράπονο αυτό το έχω απ'τους συγγραφείς ή απ'τη ζωή. Το βιβλίο αυτό, δραματουργικά μιλώντας, αφήνει ένα πράγμα εκκρεμές και αυτό είναι η τύχη του Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος κάποια στιγμή απλώς σβήνει απ'την αφήγηση χωρίς ο αναγνώστης να βιώνει ποτέ την κάθαρση που απαιτείται για έναν τέτοιο χαρακτήρα. Δεν πιστεύω στην ποινικοποίηση της πολιτικής. Η ζημιά που προκάλεσε όμως αυτός ο άνθρωπος στο διπλωματικό κεφάλαιο της χώρας ήταν πρωτόγνωρη. Το ότι εκμεταλλεύεται ακόμη την εθνική καταστροφή που προκάλεσε για να κάνει διεθνή καριέρα (και υποθέτω περιουσία) ως συγγραφέας είναι απλώς πρόστυχο. Το ότι μόλις εξελέγη στη Βουλή και θα πληρώνεται απ'τον κρατικό προϋπολογισμό για να αγορεύει αδιανόητο. Ένας ακόμη λόγος να μην θαφτεί, να μην ξεχαστεί, αυτή η ιστορία."
Για έναν που παρακολουθούσε από κοντά τα συνταρακτικά γεγονότα του ‘15, το 80% από αυτά που γράφει το βιβλίο είναι γνωστά. Όμως, αν θέλουμε να μη ξεχάσουμε ποτέ, εμείς, τα παιδιά μας και οι επόμενες γενιές ένα μοναδικό ιστορικό έγκλημα που έγινε από αυτούς που έπαιξαν στα ζάρια το μέλλον αυτού του τόπου και των πολιτών, το βιβλίο δε θα πρέπει να λείπει από κανένα σπίτι. Από αυτή την άποψη η Τελευταία Μπλόφα είναι βιβλίο αναφοράς για τους ιστορικούς του μέλλοντος.
Ξεκίνησα αυτό το βιβλίο ελπίζοντας να μάθω περισσότερα για τα γεγονότα του '15. Το βιβλίο είναι οκ για αυτό, καθώς δεν υπάρχουν πολλά παρόμοια ακόμη. Ωστόσο, συνολικά ήταν μια απογοήτευση. Ελάχιστη αντικειμενικότητα στις περιγραφές, επανάληψη καθώς και άσχετες πληροφορίες (ποιος φορούσε το αγαπημένο του σακάκι στη συνάντηση, ποιανού του αρέσει να σιδερώνει τα σαββατοκύριακα). Περίμενα πολύ καλύτερο επίπεδο, δεδομένου ότι οι συγγραφείς είναι δημοσιογράφοι.
~
I started this book hoping to learn more about the events during the first months of '15. The book is ok for that, as there aren't many similar yet. However, overall the book was a disappointment due to the biased descriptions, the repetition, as well as numerous irrelevant content (who wore their favourite jacket to a meeting and who likes to iron over the weekends). My expectations were much higher, given that the writers are journalists.
Το βιβλίο περιγράφει τι ζήσαμε τους 7 πρώτους μήνες του 2015. Έχει και μια μικρή ανασκόπηση για το 2014 και γιατί δεν έκλεισε τότε ο Σαμαράς το δεύτερο μνημόνιο. Η περιγραφή των γεγονότων είναι σωστή, ευκολοδιάβαστη και πραγματικά πολλές φορές αναρωτήθηκα πως ξαναψήφισαν τον Τσίπρα μετά το 2015, τόσοι πολλοί πολίτες, αντί να τον στείλουν σπίτι του.
Από εκεί και πέρα όμως, η περιγραφή των σκέψεων και συνομιλιών των βασικών πρωταγωνιστών σε πολλά σημεία ξεπέρασε το όριο του κουτσομπολιού. Ειδικά όταν δεν αναφέρονται πηγές. Πραγματικά, όταν στην αρχή του βιβλίου, δύο δημοσιογράφοι, επιμελητές του βιβλίου, άνθρωποι που διάβασαν τα προσχέδια, αναφέρουν χωρίς αιδώ τη φράση "λεφτά υπάρχουν", όπως την κυκλοφόρησαν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, αντί να χρησιμοποιήσουν τη σωστή έκφραση, δεν μου αφήνει πολλά περιθώρια για να μπορώ να πειστώ για την ορθότητα των ιδιαίτερων συνομιλιών 2 ή 3 ανθρώπων, χωρίς να αναφέρεται η πηγή. Πάντως η μικρή δερματίνη βαλίτσα των 30 ετών του Γέρουν δεν ξέρω ακόμα τι χρώμα έχει!
Οπότε για την περιγραφή των γεγονότων σαφώς η αξιολόγηση είναι 3. Για το υπόλοιπο είναι 1. Μ.Ο. 2.
Μια ψύχραιμη και εξαιρετικά αναλυτική μεταγραφή των γεγονότων μιας τραυματικής περιόδου για όσους παρακολουθούν τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Ένα σημείο της πρόσφατης ιστορίας που αξίζει να θυμόμαστε για να μην επαναληφθεί.
Excellent account of the negotiations between Greece and its creditors during 2015. I very strongly recommend reading this along with Varoufakis's Adults in the Room and comparing and contrasting the accounts given.
Ένα βασικό κομμάτι που λείπει από το παζλ είναι το πως φτάσαμε στο 2010 και στην εφαρμογή του 1ου μνημονίου που μας ήρθε σαν κεραυνός αιθρία. Γιατί ως τότε ζούσαμε σε μια αυταπάτη και νομίζαμε ότι τα λεφτά φυτρώνουν… Οι ευθύνες όλων των κυβερνήσεων από την μεταπολίτευση και μετά είναι τεράστιες και εξίσου σημαντικές για την κατάντια μας. Και φυσικά εμείς ο «περήφανος λαός» δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών. Διότι κανεις δεν έκανε πραξικόπημα για να πάρει την εξουσία. Εκλογές γινόταν και εμείς πάντα βγάζαμε αυτόν που μας χάιδευε τα αυτιά και υποσχόταν τα περισσότερα. Που πήγαν άραγε εκείνα τα πακέτα Ντελόρ και οι Ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις; Επενδύθηκαν όπως έπρεπε ώστε να αποφέρουν ευημερία στη χώρα ή κατέληξαν να γίνουν Porsche Cayenne και λουλούδια στα μπουζούκια; Όταν αναλογιστούμε όλα αυτά κι αν πάμε πολύ πίσω ίσως καταλάβουμε ποιος φταίει. Ο Τσιπρας όντας άπειρος και περιβαλλομενος από κλόουν για συμβούλους, κατήντησε κι ο ίδιος αρχηγός των κλόουν παρασύροντας μαζί του έναν ολόκληρο λαό που τον εμπιστεύτηκε. Όμως δεν φταίει μόνο αυτός, μην αυταπατάσθε… Η ατολμία των προηγούμενων κυβερνήσεων για σοβαρές μεταρρυθμίσεις, η μόνιμη αποφυγή σπασίματος αυγων, δεν κατέστη ποτε δυνατή την δημιουργία ομελέτας… Φταίνε οι Ευρωπαίοι μήπως; Ίσως και να φταίνε αλλά για τον λόγο ότι μας εμπιστεύτηκαν και τόσα χρόνια δεν ήλεγχαν που πήγαιναν τα λεφτά που δάνειζαν. Νόμιζαν ότι είμαστε σοβαρός λαός με σοβαρούς πολιτικούς. Όταν ξαφνικά ξύπνησαν και μας είπαν παιδιά ως εδώ μας κακοφάνηκε. Ήταν οι κακοί της υπόθεσης που κερδοσκοπούσαν σε βάρος μας. Αμ δε… Πολύ θα ήθελα να έβλεπα τις δικές μας αντιδράσεις αν στην θέση του δανειστή ήμασταν εμείς. Το 80% του λαού θα έλεγε «καλά θα δανείζουμε εμείς λεφτά για να περνάνε οι άλλοι καλά;» Γιατί τέτοιοι είμαστε. Τέτοιοι ήμασταν, τέτοιοι είμαστε και τέτοιοι θα παραμείνουμε. Εγώ θα πω ότι και λίγα μας έκαναν οι Ευρωπαίοι και πολύ μας χάιδεψαν όλα αυτά τα χρόνια. Δυστυχως οταν χρωστάς και δεν έχεις να φας, τρόπος του λέγειν, δεν μπορείς να έχεις τρελές απαιτήσεις… Αυτά όσον αφορά την πολιτική τοποθέτηση επι του θέματος. Όσον αφορά το βιβλίο καθεαυτό, αν σε ενδιαφέρει το θέμα το διαβάζεις μονορούφι. Ωστόσο θεωρώ πολύ επιεική την «κριτική» προς την τότε κυβερνηση… οι λέξεις «ακατάλληλος» και «πολύ κατώτερος των περιστάσεων» αντικαταστάθηκαν από τα «απειρος» και «μη γνωστής του τρόπου λειτουργίας της ΕΕ». Πολύ ενδιαφέρον θα είχε ένα βιβλίο απο την μεταπολίτευση και έκτοτε για να δει όλος ο κυρίαρχος Ελληνικός λαός που έδωσαν οι κυβερνήσεις, που ο ίδιος ψήφισε, τα λεφτά που μας δάνειζαν οι Ευρωπαίοι… Ίσως τότε καταλάβουμε ότι η ψήφος μας είναι όπλο, το οποίο βέβαια είναι στραμμένο πάνω μας καθώς και στους απογόνους μας και δεν επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος…
Οι δυο συγγραφείς με εξαιρετικό τρόπο παραθέτουν όλα τα πολιτικά γεγονότα του 2015 γύρω από τις διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ. Εντός ενός πολύ λεπτομερούς χρονολογικού πλαισίου, περιγράφουν την - δυστυχώς μεγάλη - απειρία της τότε κυβέρνησης και τους λάθος χειρισμούς της στις διαπραγματεύσεις, που δημιούργησαν μια τόσο αρνητική ατμόσφαιρα με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ και παρολίγον να οδηγήσουν σε τραγικές συνέπειες (έξοδος της χώρας από το ευρώ και την ΕΕ). Παρουσιάζουν το «Σχέδιο Β’», το οποίο πολλοί Έλληνες μέχρι σήμερα αγνοούν, αλλά και την παραπλάνηση πολλών Ελλήνων για το πραγματικό ερώτημα που τους τέθηκε στο δημοψήφισμα του 2015. Παρά τον ξεκάθαρο φιλοευρωπαϊκο χαρακτήρα του βιβλίου που μπορεί να κατακριθεί από πολλούς και την - κατά τη γνώμη μου - αποτυχημένη μυθιστορηματική αφήγηση, είναι ένα βιβλίο που όλοι θα ήταν καλό να διαβάσουν, για να καταλάβουν εις βάθος, έστω και ετεροχρονισμένα, τη μεγαλύτερη κρίση που έχει βιώσει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο όπως αναφέρουν οι συγγραφείς στον επίλογο « [...] τα δημοσιονομικά προβλήματα μιας χώρας είναι απλά η κορυφή του παγόβουνου. Κάτω από αυτά κρύβονται δεκαετίες κακοδιαχείρισης, αδύναμων θεσμών και η σαθρή δομή του κρατικού μηχανισμού. [...] Στην Ελλάδα δεν έγινε ποτέ μια πραγματική συλλογική συζήτηση για τα λάθη που οδήγησαν στην κρίση, ώστε να υπάρξει και μια κοινή πορεία για το πως θα πρέπει να τα διορθώσουμε.»
Εξαιρετικο και ευκολοδιαβαστο. Ειναι 400 σελιδες αλλα γλυστραει ευκολα σε 2 μερες. Μεταφερει αντικειμενικα τι εγινε στις διαπραγματευσεις του 2015 (και πριν) και δεν παιρνει θεση υπερ καποιας μεριας. Εξηγει (χρησιμοποιωντας ινσαιντερ παρευρισκομενους) τις συνομιλιες των αρχηγων κρατων, των τεχνοκρατων και ολων των σημαντικων εμπλεκομενων οπως και τις στρατηγικες τους ενω παραλληλα εξηγει καποια οικονομικα θεματα σε εμας τους ασχετους με εξαιρετικα προσιτο τροπο. Χαιρομαι που ενα τοσο αντικειμενικο βιβλιο υπαρχει για ενα θεμα κορυφαιας σημασιας στην προσφατη ελληνικη ιστορια και ελπιζω να διαβαστει απο περισσοτερους πολιτες στο μελλον.
Ένα από τα πιο σημαντικά και αξιόλογα βιβλία που έχω διαβάσει. Αν καταφέρετε να ξεπεράσετε το γεγονός ότι πάσχει σημαντικά σε επίπεδο επιμέλειας (διαπίστωσα μετά λύπης πλειάδα εκφραστικών λαθών, αναίτιες -και κουραστικές- επαναλήψεις κατά την παράθεση στοιχείων και μάλλον άγνοια της ορθής χρήσης του τελικού -ν) το συστήνω ανεπιφύλακτα. Είναι ένα πολιτικό θρίλερ που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον. Και είναι η πραγματικότητα που βιώσαμε και βιώνουμε.
Δεν θα ξεχάσουμε και δεν πρέπει να ξεχάσουμε ποτέ. Και η καταπληκτική δουλειά των Βαρβιτσιώτη-Δενδρινού, τα ρεπορτάζ των οποίων περιμέναμε σα ζεστό ψωμάκι τη μαύρη περίοδο του 2015, μας βοηθάνε να μην ξεχάσουμε ποτέ. Απαραίτητο ανάγνωσμα για όλους εμάς που σημαδευτήκαμε από τα τότε γεγονότα αλλά και για όσους πούλησαν επανάσταση, "ελπίδα" και "αξιοπρέπεια" στις πλάτες μας. Αλλά οι τελευταίοι πιθανότατα να μην μπουν ποτέ στον κόπο να το διαβάσουν..
Το βιβλίο διαβάζεται πολύ ευχάριστα και καλύπτει όντως το παρασκήνιο του 2015. Πιστεύω είναι ένα πετυχημένο ημερολόγιο εκείνης της περιόδου και δεν υποστήριξε πως είναι κάτι παραπάνω. Θα ήθελα όμως να είχε δοθεί παραπάνω έμφαση στη μικροπολιτικη του ευρωπαϊκού λαϊκού κόμματος και στο ρόλο των ΑΝΕΛ. Επίσης, ενώ γίνεται αναδρομή στις διαπραγματεύσεις επί ΝΔ, δε γίνεται λόγος για το PSI και την πρώτη περίοδο της κρίσης. Μακάρι οι συγγραφείς να συνεχίσουν με μια πιο ουσιαστική ανάλυση στο μέλλον.
Ανατριχιαστικές περιγραφές των γεγονότων του 2015 με διάθεση για απομυθοποίηση πολλών αστικών και πολιτικών μύθων των τελευταίων δεκαετιών. Τροφή για σκέψη και αναστοχασμό για κάθε Έλληνα.