Jump to ratings and reviews
Rate this book

Άλι-Χουρσίντ μπέης: Επεισόδιον της Ελληνικής Επαναστάσεως

Rate this book
Ανάμεσα στα παραμελημένα από την ελληνική κριτική, και επί έναν και πάνω αιώνα άφαντα στην εκδοτική μας πιάτσα, αριστουργήματα που ξεπήδησαν από τα βιώματα της Επανάστασης είναι το μικρού μεγέθους μυθιστόρημα Αλί-Χουρσίντ μπέης (Αλη Χουρσήδ μπέης. Επεισόδιον της Ελληνικής Επαναστάσεως, 1882), του Κωνσταντινουπολίτη Βασιλείου (Βασιλείου - Μιλτιάδη) (ίσως 1815 ή 1817-1903). Σε πείσμα της προσκόλλησής του στην καθαρεύουσα, αυτό το μείζον αφηγηματικό έργο που διαθέτει χάρη και χιούμορ μεγαλύτερα από εκείνα ομόλογων έργων (του Πιτσιπιού, του Ξένου, του Βικέλα) φαντάζει γοητευτικό. Ίσως γιατί συνθέτει με πρωτότυπο τρόπο στοιχεία καταρχήν αντιφατικά: ο πραγματικός αυτοβιογραφικός πυρήνας (η ιστορία ενός ορφανού του τούρκικου πογκρόμ της Πόλης και σκλαβωμένου παιδιού των σφαγών της Χίου που χαρίζεται σε ανατολίτη πασά και ανατρέφεται ως μουσουλμάνος στο χαρέμι του στη μικρασιατική Μαγνησία, προτού εξαγοραστεί από τη χήρα μητέρα του και γνωρίσει επώδυνα τον χριστιανισμό, την ελληνική παιδεία και έναν καινούργιο πατριωτισμό) συνδυάζεται με, ή αλλοιώνεται από, το ιστορικό μυθιστόρημα. Και το μυθιστόρημα διαμόρφωσης από την άλλη, ο προσβεβλημένος από την αρχή ιδεολογικός άξονας (η ανάκτηση, ή ορθότερα, η απόκτηση εθνικοθρησκευτικής ταυτότητας - αυτογνωσίας) κινείται πλάι σ' έναν ισότιμο, και ίσως πιο ενδιαφέροντα για σημερινούς αναγνώστες, ερωτικό άξονα (την τραυματική αισθηματική αγωγή του πρωταγωνιστή). (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

323 pages, Paperback

First published January 1, 1882

2 people want to read

About the author

Ο Βασίλειος (Βασίλειος-Μιλτιάδης) Νικολαΐδης (Κωνσταντινούπολη, ίσως 1815 ή 1817 - Αθήνα 1903) ήταν παιδί εξέχουσας φαναριώτικης οικογένειας, αλλά πέρασε στα παιδικά του χρόνια (1821 κ.έ.) δραματικά περιπετειώδη ζωή στην Πόλη, τη Χίο, τη Σμύρνη και τη Μαγνησία της Μ. Ασίας. Στα χρόνια του Καποδίστρια και τα πρώτα χρόνια του Όθωνα σπούδασε στη Σύρο, το Ναύπλιο και την Αθήνα, μετεκπαιδεύτηκε στο Παρίσι, ακολούθησε άξια στρατιωτική καριέρα ευκαιριακά, υπηρέτησε και σε άλλες στρατιωτικές και δημόσιες θέσεις (αποστρατεύθηκε το 1866 με τον βαθμό του ταγματάρχη). Πολύγλωσσος και δραστήριος, δεν κινήθηκε μόνο στο μικρό ελλαδικό κράτος, αλλά και σε πολλές χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης ως και τη Ρωσία (ως στρατιωτικός ακόλουθος στον Κριμαϊκό πόλεμο), ανέλαβε περιηγητικές και εμπιστευτικές αποστολές στην Οθωμανική αυτοκρατορία και έζησε μεγάλα διαστήματα της ζωής του στο Παρίσι, προτού ξαναεγκατασταθεί οριστικά στην Ελλάδα ύστερα από το 1890. Στη γαλλική πρωτεύουσα έγραψε ή/και τύπωσε τα περισσότερα από τα γνωστά ελληνόγλωσσα και γαλλόγλωσσα έργα του: πατριωτικά και λυρικά ποιήματα/τραγούδια, μιαν ογκώδη γαλλόγλωσση περιηγητική αφήγηση, ένα γαλλόγλωσσο λογοτεχνικό έργο που εμφανίζεται ως μετάφραση από τα αγγλικά διδακτικά και λειτουργικά συγγράμματα, άρθρα-επιστολές, και δύο πρωτότυπα λογοτεχνικά έργα, ήτοι μια μυθιστορικά μετασχηματισμένη "αυτοβιογραφία" των παιδικών-πρώτων νεανικών χρόνων του (Αλή Χουρσήδ μπεης. Επεισόδιον της Ελληνικής Επαναστάσεως, 1882) και μια δίπρακτη ερωτική-κοινωνική τραγωδία (Ελένη..., 1890). Πολλά άλλα κείμενα του πεφωτισμένου και αγνού "ετερόχθονα" πατριώτη Νικολαΐδη παραμένουν αβιβλιογράφητα και αδιερεύνητα.

Πηγή: https://biblionet.gr/%cf%80%cf%81%ce%...

Ratings & Reviews

What do you think?
Rate this book

Friends & Following

Create a free account to discover what your friends think of this book!

Community Reviews

5 stars
0 (0%)
4 stars
1 (100%)
3 stars
0 (0%)
2 stars
0 (0%)
1 star
0 (0%)
Displaying 1 of 1 review
March 28, 2021
Πολύ παράξενο βιβλίο. Δεν μπορώ να το επεξεργασθώ λογικά. Ωστόσο μπορώ ωραιότατα να το συναισθανθώ σε ένα ψυχολογικό και συναισθηματικό επίπεδο. Και δυστυχώς δεν διάβασα την έκδοση του 2001 από τη Νεφέλη, που έχει την εισαγωγή του Γιώργου Κεχαγιόγλου, αλλά την ψηφιοποιημένη έκδοση του 1882 παράλληλα με τη γαλλική μετάφραση του 1883. Μόλις με το καλό τελειώσει αυτή η μάστιγα και κάνω το εμβόλιο θα πάω στις βιβλιοθήκες και θα κάνω μια μικρή έρευνα οπότε και θα επανέλθω.

Ό,τι αρθρογραφία και βιβλιογραφία έχω ήδη βρει θα την παραθέσω στο τέλος, κυρίως βασίζομαι στον Κεχαγιόγλου, ο οποίος ήταν καθηγητής στο Aριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και φαίνεται πως έχει κάνει μια εξαιρετική έρευνα σχετικά με τον μυστηριώδη Βασίλειο -Μιλτιάδη Νικολαΐδη που ταυτίζεται με τον μυθιστορηματικό Αλή - Χουρσχήδ μπέη.

Αν έπρεπε να συνοψίσω το περιεχόμενο αυτού του σύντομου μυθιστορήματος θα έλεγα πως πρόκειται για την ιστορία ενός αγοριού που τούρκεψε και μετά ξετούρκεψε και κάπου στην πορεία έχασε κάτι και αυτό το κάτι, που ούτε κι ο ίδιος φαίνεται να γνωρίζει τι είναι, τον εμποδίζει να ολοκληρωθεί συναισθηματικά και ίσως και σεξουαλικά. Και προς θεού μη φανταστείτε πως λέει τίποτε για όλα αυτά ευθέως. Το ελληνικό μυθιστόρημα του 19ου γενικώς δεν... όταν πρέπει να γίνει - κάπου, κάπως κάποτε - κάποιος υπαινιγμός, ο κάλαμος (σσ. ο κονδυλοφόρος) αρνείται την γραφήν.

Επίσης κάτι πολύ σημαντικό. Το μυθιστόρημα αυτό εκφράζει αντισημιτικά αισθήματα. Χριστιανοί και μουσουλμάνοι απεχθάνονται εξίσου τον Εβραίο. Τον θεωρούν κατώτερο, υπάνθρωπο. Και φυσικά και η γαλλική κριτική που υποδέχτηκε θετικά τη μετάφραση του συγκεκριμένου έργου, δεν φαίνεται να ενοχλείται, άλλωστε αντιπροσωπεύει μια κοινωνία όπου δέκα χρόνια αργότερα, στα 1894, θα εκφράσει το αντισημιτικό της μένος, με τη γνωστή υπόθεση Dreyfus. Εν προκειμένω ο νεαρός μπέης και οι φίλοι του παίρνουν τις καραμπίνες τους και πάνε για σκοποβολή και:

Μηδενός εξ ημών ευθυβολούντος , αίφνης παρατηρήθη ιουδαίος καθήμενος υπό μεγάλην ρωδίαν, και όλως αφοσιωμένος εις συνήθη τοις εκεί έβραίοις αναζήτησίν τινα επί του εαυτού χιτώνος. Ιδού καλό σημάδι είπομεν και οι επτά, και, φεύ! πριν και ο Σελήμ επέμβη, ο ατυχής Ιουδαίος εμβρόντητος έπεσεν υπό τας σμικράς μεν, θανατηφόρους δε σφαίρας ημών.

Για την πράξη τους αυτή δεν υπέστησαν καμία τιμωρία, τουναντίον εισέπραξαν άφεριμ (μπράβο, εύγε) και μόνο οι χανούμισσες στο χαρέμι παραπονέθηκαν διότι ο φονευθείς επώλει αυταίς μαστίχαν και ποικίλα αρώματα, έτι δε και ψιμύθιον, και ερύθριον. Και φυσικά τον επέπληξαν που δεν σκότωσε χριστιανό:

Δεν εφόνευες μάλλον ένα γκιαβούρην (χριστιανόν) διά να έχης μισθον εις τον άλλον κόσμον!

Ωστόσο ακόμα κι όταν ο νεαρός ξετουρκεύει και λαμβάνει, στανικώς, παρά τη θέληση του, χριστιανική κατήχηση, οπότε υποχρεώνεται να αποποιηθεί την ισλαμική θρησκεία, δεν χρειάζεται να εγκαταλείψει τα αντιεβραϊκά του συναισθήματα καθώς οι Εβραίοι είναι αυτοί που σταύρωσαν τον Χριστό:

Το σημείον του σταυρού είναι χριστιανικόν σύμβολον. Παριστά τον επί γης καταβάντα Θεόν, όν οι Εβραίοι εκρέμασαν επί του σταυρού.

Σε αυτό βρήκαμε να συμφωνήσουμε, Έλληνες και Τούρκοι; Γιατί; Γιατί για πολλούς αιώνες και στη Δύση και στην Ανατολή η θρησκεία ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς και καθοριστικούς παράγοντες από τον οποίο κρινόταν αν ένας άνθρωπος θα ήταν υπήκοος Ά ή Β' κατηγορίας. Υπήρχαν περίοδοι μεγαλύτερης ή μικρότερης ανοχής απέναντι σε θρησκευτικές μειονότητες ή κοινότητες ή πληθυσμούς που δεν ασπάζονταν την κυρίαρχη θρησκεία ή δόγμα ενός τόπου, αλλά ποτέ δεν εξέλειπαν οι διακρίσεις, οι ανισότητες και συχνά τα πογκρόμ και οι διώξεις. Για τους δε Εβραίους υπήρχε πάντα η μικρότερη ανοχή ακόμα κι όταν κατάφερναν να εξασφαλίσουν κάποια προνόμια. Γι' αυτό το Ολοκαύτωμα δεν συνέβη τυχαία.

Ας πάρουμε λοιπόν την ιστορία από την αρχή.

Τόσο στην ελληνική έκδοση όσο και στη γαλλική από την εισαγωγή ξεκαθαρίζεται πως το μυθιστόρημα βασίζεται σε αληθινή ιστορία. Είναι η ιστορία του ίδιου του συγγραφέα:

Τρίμηνον βρέφος ην ο παθών και νυν αφηγούμενος Έλλην κατ' Απρίλιον του έτους 1821, ότε εν Κωνσταντινουπόλει πλείστοι εσφάγησαν Έλληνες, εν οίς και ο πατήρ αυτού.

Il me semble en effet que la véridique histoire racontée par M . Nicolaïdy réunit plusieursgenres de mérite.

Πρόκειται όντως για αληθινή ιστορία; Και ναι και όχι. Πρόκειται για ψευδοαυτοβιογραφικό έργο που έχει ωστόσο ιστορικό πυρήνα και βασίζεται σε προσωπικές εμπειρίες του συγγραφέα.

Το πρώτο μέρος του βιβλίου είναι και το πιο συγκλονιστικό, οι σφαγές των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη (Μάρτιος -Ιούνιος) 1821 ως αντίποινα στο ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης. Μόνο που τα διαβάζω νιώθω σπαραγμό και δεν αμφιβάλλω τον τρόμο που βίωσε ο ίδιος ο συγγραφέας (στο μυθιστόρημα παρουσιάζεται ως βρέφος που σώζεται από την τροφό του) ο οποίος αν ισχύει η ημερομηνίας γέννησής του (1815) ήταν έξι ετών:

«Αύριο θα βάλουνε σπαθί στο ραγιά», ηκούετο πανταχόθεν και εβεβαιούτο. Οι δε σφαγείς της αύριο, οι εντρυφώντες εν αιματοχυσία, από σήμερα διεμερίζοντο τας ενορίας και τους οίκους των κατά κράτος σφαγιασθησομένων.
Τούρκος Μπεκήρ αγάς το όνομα, προμηθευτής άνθράκων εις τον οίκον του πατρός μου, προσελθών προς την μητέρα μου είπεν:
" – Κοκόνα , αύριο θα κόψουμε όλο το ραγιά· άμμα, κόρκμα, μη φοβάσαι: Εγώ, με τους δικούς μου, πήραμε τούτο το μαχαλλέ , και θ' άρτω σπήτι δικό σου...
– Να μας λυτρώσης , Μπεκήρ αγά;
- Όχι... άμμα , έζιέτ ετμεεντζέυμ (δεν θα σας βασανίσω ).
– Καλέ τι λέγεις, Μπεκήρ αγά; εις τι δεν θα μας βασανίσης και...
– Ιστέ, Κοκόνα, εσύ δεν ξέρεις: εγώ χιτς κατόλου έζιέτι δεν κάνω: μιά φορά φρίγγ ! και... βέσελαμ...
Το δε φρίγγ εκείνο του φιλανθρώπου Τούρκου, συνοδευόμενον υπό γοργού κινήματος του βραχίονας εκ των άνω προς τα κάτω και της χειρός ανοικτής, αρκούντως ηνίττετο την καρατομικής του ανδρός δεξιότητα
.

Και η φρίκη δεν σταματάει εκεί.

Από την οικογένεια του μικρού Βασίλη - Μιλτιάδη, ο πατέρας αποκεφαλίστηκε, και όσο για τη μητέρα και το παιδί αναφέρει:

"Η μήτηρ μου, δεκαεπταέτις και περικαλλής, διαφυγούσα τον θανάτου δεινότερον κίνδυνον..., απέστειλε με διά της τροφού μου εις Θεραπεία, παρά τη αδελφή αυτής, νεωστί υπανδρευθείση Χίον Μ. Α., εκ των διαπρεπών της νήσου εκείνης".

Το τι απέγινε η δεκαεπτάχρονη μητέρα του για τα επόμενα χρόνια, δεν το αναφέρει. Ο χειρότερος του θανάτου κίνδυνος τον οποίο υπαινίσσεται με τα αποσιωπητικά είναι προφανώς ο βιασμός. Το πώς γλίτωσε ωστόσο δεν το αναφέρει και σε πολλά σημεία του μυθιστορήματος θεωρώ (χωρίς ωστόσο να έχω απτά στοιχεία, απλώς εικάζω) πως φαντάζεται τα γεγονότα με έναν τρόπο που τον βοηθάει να διαχειριστεί το τραύμα, άσχετα με το τι μπορεί να συνέβη στην πραγματικότητα.

Και οι συγγενείς του στη Χίο ωστόσο ξεκληρίζονται με την καταστροφή του νησιού τον Μάρτιο του 1822, η δε τροφός του (η Φλωρού) και το μωρό, καταλήγουν στο σκλαβοπάζαρο. Η ίδια δεν έχει μεγάλη αξία, γιατί δεν είναι ωραία:

«Σε δίνω εφτά γρόσια για να μη με την δείξης πιά!» Έλεγεν ο είς.
«Γδάρτηνα και το «τομάρι της θα πιάση περισσότερα και... Έλεγεν ο άλλος...
«Το άχυρο είναι ακριβό»... Έκραζεν ο τρίτος.
«Κόψ' το κεφάλι της και κάμτο σκιάζαρο των πουλιών και... εφώναζεν ο τέταρτος.
Επί τέλους, μη ευρεθέντος αγοραστού, η τροφός μου μοι απεδόθη και πάλιν
".

Ωστόσο το μωρό είναι όμορφο και ξανθό με γαλανά μάτια και χρειάζεται την τροφό του γιατί ακόμα θηλάζει, οπότε ο ανθρωποκάπηλος Σελήμ αποφασίζει να τους κάνει μαζί δώρο στο πασά της Μαγνησίας (περιοχή της Μικράς Ασίας):

θα το πάρω εις την Μαγνησίαν, να το δωρήσω εις τον ντοβλετλή, ένδοξον, αυθέντην μου, Καραοσμάνογλου πασιάν, βαλήν της Ανατολής! Ήν δε τότε ο σατράπης ούτος μέγας και πολύς, ως αντιβασιλεύς της Μικράς Ασίας [...] Τρείς ημέρας μετά το κατόρθωμα τούτο, ο Σελήμ μετεκόμισεν ημάς εις Σμύρνης επί οθωμανικού πλοίου μεστού δαγκαλακών και Ελληνίδων αιχμαλώτων. Ο κάλαμος αρνείται την αφήγησιν τών δι' όλης της νυκτός γενομένων οργίων, κλαυθμών, οδυρμών και αρών. Μόνη ίσως η Φλωρού διήλθεν ακίνδυνος την φρικτήν εκείνην νύκτα, όπερ λίαν πιστευτόν

Σχετικά με το πασά της Μαγνησίας ο συγγραφέας ξανά αναφέρει κάποια πράγματα τα οποία δεν συμπίπτουν με την αφήγησή του. Για παράδειγμα στο μυθιστόρημα αναφέρεται πως ο πασάς Karaosmanoğlu δεν είχε γιο αλλά μόνο κόρες και πως τελικά υιοθετεί το αγοράκι και το μεγαλώνει σαν γιο του. Ωστόσο βρήκα πως ο Eyüp Ağa Karaosmanoğlu, αδερφός του Yakup Paşa είχε γιο, τον Mehmed Sadık Bey.

Εδώ λοιπόν μπορώ μόνο να υποθέσω πως είτε η αιχμαλωσία και ο εκτουρκισμός του παιδιού δεν συνέβησαν σ��ην πραγματικότητα και ο συγγραφέας επινοεί μια μυθιστορηματική ζωή μέσα στο χαρέμι, στην αυλή του τούρκου, όπου γαλουχείται με την ισλαμική διδασκαλία και μαθαίνει να μισεί τους γκιαούρηδες, είτε υπέστη κάποιο είδος αιχμαλωσίας αλλά στρογγυλεύει τα γεγονότα και ωραιοποιεί καταστάσεις γιατί άλλο να είσαι γιος του πασά κι άλλο να είσαι το γιουσουφάκι του.

Το μόνο που αναφέρει σε κάποιο σημείο, σχετικά με την αηδία που του προκαλεί η ανάμνηση όσων συνέβαιναν μέσα στα χαρέμια είναι υπαινικτικό και δεν δίνει περαιτέρω στοιχεία:

Αμα εισελθών εν τω χαρεμίω συνεθλίβην υπό των γυναικαρίων εκείνων, ών η ακόλαστος συμπεριφορά κατέπληξεν άλλοτε τον παιδικόν μου νούν, και ής ή ανάμνησις μοί επέφερεν αηδίαν πολλά έτη μετά ταύτα. Τα πλούσια χαρέμια πανταχού εντρυφώσιν εν αργία και μαλθακότητι· αλλ' εν Κωνσταντινουπόλει ο βίος αυτών καθίσταται αυτόχρημα σαρδαναπαλισμός. Πλείστα όσα είδον, ήκουσα και ενθυμούμαι τεράστια απόκρυφα, και τινα τούτων διηγήθην κατά καιρούς εις άνδρας· αλλ' ουδέν τούτων επιδέχεται γραφήν· η δε γράψασα «Τα απόκρυφα «των χαρεμίων» Γαλλίς ουδέν έγραψεν

Σε ηλικία δέκα ετών και με την παρέμβαση του Μητροπολίτη Μισαήλ, το νεαρό αγόρι εξαγοράζεται από τη μητέρα του, η οποία με κάποιον τρόπο επιβίωσε και ζει στην Κωνσταντινούπολη.

Κατά την εποχής εκείνην, συνάρσει της εξωτερικής διπλωματίας, πολλοί των υποχειρίων Ελλήνων και Ελληνοπαίδων εξηγοράζοντο διά λύτρων, ή έχειραφετούντο κατά προσταγήν ανωτάτην. Τοιαύτη τις προσταγή εστάλη και προς τον πασια μπαμπά μου, τον τότε εις μεγάλης ευρισκόμενον καταδρομήν (σσ. δυσμένεια). Και το μεν πρώτον, ο μπαμπάς ηρνήθη λέγων, ότι τον παίδα υιοθέτησε, και ότι ο παίς εδέχθη οικειοθελώς τον ισλαμισμόν. Άλλ' έσφαλε, διότι, κατά νόμον, τα άρρενα το δωδέκατον έτος μόνον γίνονται... πράγματι μουσουλμάνοι, ενώ εγώ έβαινον μόλις προς το δέκατον. Άρα, δεν ήμην Tούρκος, και επομένως, ούτε θετός υιός.

Η εμπειρία του εκχριστιανισμού του είναι τραυματική. Χάνει τα πάντα, τους ανθρώπους με τους οποίους μεγάλωσε, αποκόπτεται από το περιβάλλον στο οποίο έζησε, υποχρεώνεται δια της βίας να ασπαστεί αυτό που είχε διδαχτεί να μισεί και να περιφρονεί. Η μητέρα του δεν καταφέρνει να τον ελέγξει, οι εκρήξεις θυμού και η βίαιη συμπεριφορά του, ας μην ξεχνάμε πως έχει ήδη δολοφονήσει έναν αθώο Εβραίο με την ίδια ευκολία που ένας κυνηγός πυροβολεί το θήραμά του, την βάζει σε κίνδυνο. Έτσι τον αναλαμβάνει ο θείος του από τη Σύρο. Με στέρηση τροφής και απομόνωση όταν δεν συμπεριφέρεται ως χριστιανός, το παιδί τελικά όχι μόνο μεταστρέφεται στον χριστιανισμό αλλά αποκτά καλή μόρφωση, ευρωπαϊκούς τρόπους και τελικά επιστρέφει στην μητέρα του αναμορφωμένος.

Ωστόσο και εδώ είναι το σημείο που με προβληματίζει περισσότερο, η κατακλείδα αυτού το μυθιστορήματος είναι πως οι δύο παιδικές του αγάπες, η μουσουλμάνα Ζεϊνέπ και η χριστιανή Φρόσο έχουν ήδη παντρευτεί και έχουν τις δικές τους οικογένειες, όταν αυτός επιστρέφει. Φαίνεται πως σε αυτές αναζητά κάτι από την χαμένη παιδική του ηλικία. Όπως του αναφέρει και η μητέρα του:

Υιέ μου, αναζήτησον την πάθησίν σου εις μόνην την ψυχολογίαν, διότι περί αισθήματος πρόκειται και ουχί περί επιστημονικών ζητημάτων. Ερώτησον και τον θείον σου και μάθε, ότι πολλάκις τα παιδικά αισθήματα αναζωπυρούνται εν τη ηλικία της νεότητος και, συνάρσει της ανεξαλείπτου παιδικής μνήμης, της εξεικονιζούσης το παρελθόν διά λαμπρών χρωμάτων, κρατύνονται, ενίοτε δε και μεταβάλλονται εις πάθος.

Όπως και να έχει φαίνεται πως υποφέρει από ένα αίσθημα ανικανότητας, ένα είδος ανασφάλειας, μια φοβία και ένα είδος αποστροφής το οποίο ερμηνεύεται ως προδοσία. Φαίνεται πως αυτό το αίσθημα τον βασανίζει και κάποια στιγμή, όταν επισκέπτεται τον θείο του, Yakup Karaosmanoğlu, ο οποίος είναι πασάς στην Θεσσαλονίκη, κάνει μια συζήτηση μαζί του προκειμένου να ξεκαθαρίσει την ψυχολογική του κατάσταση. Κι εκεί τελειώνει το μυθιστόρημα με τη συμβουλή του πασά, την οποία επιλέγει να ακολουθήσει ο νεαρός άνδρας:

Αλλά μή λησμονής ποτέ, ότι αι γυναίκες είναι ως οι άνθρακες: εάν τους θίξης εσβεσμένους, μελανούσαι, εάν τους θιξης αναμένους, καίεσαι. Θίγε αυτάς μακρόθεν, διά της πυράγρας και, κατά το καλόν παράδειγμά μου, μήποτε λάβης γυναίκα!

Ο συγγραφέας έχει έναν τρόπο να διηγείται τα παθήματά του, μυθιστορηματικά ή πραγματικά, με ένα ύφος ανάλαφρο και χιουμοριστικό. Γράφει ένα σύντομο, εύπεπτο μυθιστόρημα που έχει ως στόχο να ενισχύσει τους δεσμούς των Ελλήνων με τον Ευρωπαϊκό κόσμο. Ωστόσο υπάρχει κάτι εξαιρετικά σκοτεινό κάτω από την φαινομενικά φαιδρή επιφάνεια. Ας υποθέσουμε πως ποτέ δεν αιχμαλωτίστηκε και πως η οικογένειά του με κάποιο μαγικό τρόπο επιβίωσε ή διέφυγε του τουρκικών πογκρόμ. Αυτός ο νεαρός άνδρας, ο μυθιστορηματικός ήρωας, είναι στη συνείδησή μου ένας αρχετυπικός Νεοέλληνας. Που πάσχει από το πρόβλημα της ταυτότητάς του. Που προσπαθεί να διαχειριστεί μέσα από την αφήγησή του τα τραύματα του παρελθόντος, να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο αντίθετους, αλληλοσυγκρουόμενους κόσμους. Δυο πατρίδες, δυο θρησκείες, δυο χαμένες αγάπες, δυο ονόματα. Το τραύμα του βίαια ξεριζωμένου ανθρώπου, του ανθρώπου που δεν ανήκει πουθενά.

Γι' αυτό ίσως τον αγαπάω τόσο αυτόν τον βασανισμένο λαό μου. Γιατί ζήσαμε τόσους αιώνες γνωρίζοντας όσα δεν ήμασταν, διεκδικώντας όσα δεν είχαμε, σε ένα στερητικό, αρνητικό χώρο, όπου η ταυτότητά μας προσδιοριζόταν από εκείνα που μας διαφοροποιούσαν και μας χώριζαν από τους Άλλους. Λέω μερικές φορές πως το ότι καταφέραμε και φτάσαμε ως εδώ, έτσι όπως φτάσαμε, κουτσά, στραβά κι ανάποδα, είναι θαύμα αληθινό. Και κάτι άλλο που με πείθει πως ο Αλή - Χουρσχήδ μπέης είναι το αρχέτυπο του Νεοέλληνα είναι αυτό που λέει σε ένα σημείο:

Και όμως, κρυπτόν τι φίλαρχον διέμεινεν εν αυτώ, αλλ ' εις μάτην: Εις μάτην, διότι ούτε αρχιερεύς εγένετο, ούτε αρχίατρος, ούτε καν αρχιτυμπανιστής , αλλά μόνον αρχιγρυνιάρης.

Να καταφέρουμε άραγε μέσα στα επόμενα 200 χρόνια να αγαπήσουμε και να μείνουμε ενωμένοι; Θα τα καταφέρουμε. Το πιστεύω. Όλα θα πάνε καλά.

Πηγές:
Ferhat Berber, Manisa'da Âyân Soyundan Son İdareci: Saruhan Kaymakamı Mehmed Sadık Bey
Γιώργος Κεχαγιόγλου, Βασίλειος Νικολαΐδης: Ένας πολύπλαγκτος συγγραφέας του 19ου αιώνα
Displaying 1 of 1 review

Can't find what you're looking for?

Get help and learn more about the design.