Αχ, βρε μάνα! Έχουν περάσει – πόσα; Τριάντα χρόνια από τότε, κι ακόμα δεν έμαθα το μάθημά μου. Ακόμα δεν έγινα άντρας, ακόμα χαζεύω στο δρόμο κοιτάζοντας τα παιδιά, ακόμα μου κλέβουν οι αλήτες τα ρέστα. Κι αυτό είναι η μεγαλύτερη τιμωρία σου. Και δική μου τιμωρία – που δεν κατάλαβα, όσο ήταν ακόμα καιρός, τι υπέφερες τότε, και θέλησα να σ’ εκδικηθώ. Μα που να πάρει ο διάβολος, έπρεπε να τα βάζεις μαζί μου για να ξεσπάς; Δε μπορούσες δηλαδή να κάνεις τα στραβά μάτια όταν αργούσα δέκα λεπτά ή όταν ξεχνούσα ν’ αγοράσω τ’ αλάτι; Κι αν θυμάμαι καλά, τα ρέστα που μου ’χαν κλέψει τα παιδιά του απάνω δρόμου ήταν, στο θεό σου βρε μάνα, ή έξι ή εφτά δεκάρες!
Greek writer. Described as a 'landmark of post-war literature in Greece, Taktsis (Κώστας Ταχτσής) wrote The Third Wedding (Greek: Tο τρίτο στεφάνι) partly in Australia. The book unfolds in the years before and after World War II through the flowing personal narrative of two women: Ekavi and Nina, who speak in a direct and everyday language about what they live through. Unable to find a publisher in Greece he published it at his own expense in 1962. The book has been translated into 18 languages. The French edition was released by Éditions Gallimard in 1967, translated by Jacques Lacarrière. In 1969 it became the first Greek novel published by Penguin Books. A new English translation by John Chioles, was published as The Third Wedding Wreath, by Hermes in 1985.
Many directors including Michael Cacoyannis unsuccessfully tried to produce a film based on the book. Greek broadcaster ANT1 TV produced a television series based on the book in 1995 with Nena Menti in the role of Nina and Lida Protopsalti as Ekavi. A 4-hour adaption for the theatre, directed by Stamatis Fassoulis was produced by the National Theatre of Greece in 2009-2010.
Multi-lingual, he also translated ancient Greek drama, mainly Aristophanes' comedies (Frogs, Clouds, Chickens, Lysistrata), as well as foreign literature. Together with Nanos Valaoritis and others he participated in the editorial team of the pioneering literary magazine Pali (1964-1967).
One theme that is ubiquitous in Taktsis's later texts is homosexuality, which he sometimes accepts and sometimes sees as a permanent curse.
Una recopilación de relatos preciosa: sin pretensiones, de estilo claro, humana y fascinante en su sencillez. Compré este libro con 20 años, pensado que era otro y, en mi decepción, lo leí con desgana. Pero años más tarde lo volví a leer y entonces sí era el momento. Una pena que este autor sea tan, relativamente, desconocido.
«Τα ρέστα» είναι μία συλλογή διηγημάτων με αυτοβιογραφικό χαρακτήρα. Παρουσιάζει τη ζωή του από την τρυφερή ηλικία μέχρι την ενηλικίωση. Τα κύρια ερεθίσματα του στις ιστορίες του είναι η οικογένεια και η σεξουαλικότητα.
Στο ομώνυμο διήγημα βλέπουμε τη σχέση που είχε με τη μητέρα του που άλλοτε ήταν καλή και άλλοτε άσχημη. Το κυρίαρχο συναίσθημα που βίωσε μικρός ήταν ο τρόμος και ο φόβος. Πάντα προσπαθούσε να ικανοποιεί τις ανάγκες της ώστε να μην δέχεται τις επιπλήξεις και τις παρατηρήσεις της. Η μητέρα του είχε αναλάβει εξολοκλήρου την φροντίδα του με σκληρό και αυταρχικό τρόπο καθώς ο πατέρας του ήταν απών. Όπως του λέει χαρακτηριστικά σ’ ένα σημείο της αφήγησης « Ή θα γίνεις άντρας και θα μάθεις να μη κλαίς ή θα σε σκοτώσω από τώρα μια και καλή.. Πες Θα γίνω άντρας! Πες το γιατί δε θα βγεις ζωντανός από τα χέρια μου, σήμερα θα ‘ν’ το τέλος σου!»
Ο ήρωας όσο μεγαλώνει έρχεται αντιμέτωπος και με άλλες δυσκολίες όπως είναι η ερωτική κατάκτηση του αντίθετου φύλου, οι κοινωνικές νόρμες που πρέπει να ακολουθεί στο σχολείο και η εμφάνιση που επιβάλλεται να έχει. Όλα αυτά τον δυσκολεύουν πολύ στο να εναρμονιστεί με το κοινωνικό περιβάλλον και είναι άμεσα συνυφασμένα με την ομοφυλοφιλία.
Στο διήγημα «Η μουτζούρα» ο συγγραφέας έρχεται σε επαφή με το σεξουαλικό κομμάτι με ανορθόδοξο τρόπο και σε μικρή ηλικία. Δεν καταλαβαίνει τα ερεθίσματα που δέχεται και καταλήγει να σιωπήσει.
Όπως επίσης στο διήγημα «Ο πατέρας μου» ο ήρωας δέχεται άγριο ξυλοδαρμό από το πατέρα του. Τα γράμματα που διαβάζει τον θυμώνουν και αποφασίζει να του φερθεί και να του μιλήσει με τον πιο χυδαίο και αποτρόπαιο τρόπο. Νομίζω είναι από τα πιο σπαρακτικά και δυνατά κομμάτια του βιβλίου.
Ο Κώστας Ταχτσής καταφέρνει να παρουσιάσει μέσα από τις δικές του εμπειρίες το πώς είναι να μεγαλώνει ένας ομοφυλόφιλος άντρας σε μία κοινωνία που το διαφορετικό και μη κοινωνικά αποδεκτό είναι απαγορευτικό.
Ένα βιβλίο βαθύτατα εξομολογητικό, ανθρώπινο και συγκινητικό.
Την είχα ξαναδιαβάσει πολύ νέος πριν 20 χρόνια αυτή τη συλλογή. Τώρα τη θαύμασα ακόμα περισσότερο.
Διηγήματα ένα κι ένα! Εφάμιλλα του Τρίτου Στεφανιού. Απίστευτος Ταχτσής. Αδυνατώ να πιστέψω πώς ήταν τόσο ακομπλεξάριαστος, ειλικρινής, ανοιχτός σε αυτά τα κείμενα που δημοσίευσε τις δύσκολες δεκαετίες 1960-1970. Απίστευτα καλή και πρωτότυπη πέννα, παίρνει παλιές του αναμνήσεις και τις μετατρέπει σε κάτι που σε αφορά απόλυτα και σε κάνει να καταλαβαίνεις καλύτερα τη ζωή.
Μπορεί να διαβαστεί απνευστί. Έχοντας διαβάσει το Τρίτο Στεφάνι προ εικοσαετίας, και αφού πρόσφατα άκουσα ένα εξαιρετικό podcast της Κατερίνας Μπακογιάννη για το θάνατό του, Τα ρέστα με βοήθησαν να πάρω μια μικρή γεύση από την ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία του.
Ο Ταχτσής σε αυτό το βιβλίο είναι ο ορισμός του παντοδύναμου αφηγητή, μια παντοδυναμία που ξεκινάει πολύ πριν το κείμενο. Κατ'ακρίβειαν ξεκινάει από το εξώφυλλο που προσφέρεται ο τίτλος του βιβλίου με τον υπότιτλο 'Διηγήματα' που κάνει τον αναγνώστη να ανοίγει αυτό το βιβλίο με την εντύπωση ότι πρόκειται να διαβάσει μικρές ιστορίες/διηγήματα. Ο αναγνώστης μπορεί να εκλάβει τον τίτλο και υπότίτλο των κειμένων ως κεφάλαια μιας ιστορίας ή ως αυτόνομες μικρές ιστορίες. Αφού ο αναγνώστης διαβάσει τα πρώτα 2-3 διηγήματα συνηδειτοποιεί ότι τα πρόσωπα/χαρακτήρες ανακυκλώνονται και ότι ίσως ο υπότιτλοι αλλά και ο τίτλος του βιβλίου να έιναι παραπλανητικοί. Κάπου στη μέση του βιβλίου και αφόυ ο αναγνώστης αρχίζει να αναρωτιέται κατά πόσον ο πρωταγωνιστής είναι ο ίδιος ο συγγραφέας και αν αυτοί που διαβάζουμε δεν έιναι παρα μια μασκαρεμένη αυτοβιογραφία, ο συγγραφέας, ή ίσως και ο αφηγητής, μιλάει ευθέως στον αναγνώστη και αναφέρετε σε αυτό το γεγονός, δημιουργώντας την απορία τι από όλα όσα γράφει ανταποκρίνεται στην αλήθεια και τι είναι μυθοπλασία. Ο αναγνώστης που ενδιαφέρεται να βρει απαντήσεις σε αυτά τα έρωτήματα θα πρέπει να ψάξει την αλήθεια, επομένως η ανάγνωση του κειμένου εξαρτάται από το πόσο διαδραστικός επιθυμεί να έιναι ο ίδιος ο αναγνώστης ανάμεσα στο κέιμενο και τον συγγραφέα. Η αφήγηση καταπιάνεται και με άλλα θέματα ´οπως είναι η ομοφυλοφιλική ταυτότητα του βασικού χαρακτήρα που εμφανίζεται σε διάφορες ηλικίες κατά τη διάρκεια των κειμένων, όπως και πολιτικών καταστάσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ένα πάση περιπτώση μου άρεσε πολύ το κείμενο και χάρηκα που επιβεβαίωσα ότι ο Ταχτσής ειναι το ίδιο εμφυής και πρωτοποριακός όσο και ο συγγραφέας από το αγαπημένο μου Τρίτο Στεφάνι και το συστήνω ανεπιφύλακτα σε απαιτητικούς αναγνώστες.
This entire review has been hidden because of spoilers.
° τα ρέστα° ° "Αχ, βρε μάνα! Έχουν περάσει – πόσα; Τριάντα χρόνια από τότε, κι ακόμα δεν έμαθα το μάθημά μου. Ακόμα δεν έγινα άντρας, ακόμα χαζεύω στο δρόμο κοιτάζοντας τα παιδιά, ακόμα μου κλέβουν οι αλήτες τα ρέστα. Κι αυτό είναι η μεγαλύτερη τιμωρία σου. Και δική μου τιμωρία – που δεν κατάλαβα, όσο ήταν ακόμα καιρός, τι υπέφερες τότε, και θέλησα να σ’ εκδικηθώ." ° Στα "Ρέστα" παρακολουθούμε τον αυτοβιογραφούμενο συγγραφέα να μεγαλώνει και να ενηλικιώνεται στην Αθήνα του μεσοπολέμου, μέσα σε μια μονογονεϊκή και -κυρίως- δυσλειτουργική οικογένεια και, παράλληλα, να ανακαλύπτει την σεξουαλική του ταυτότητα, που τόσο έμελε να καθορίζει τη ζωή (και τον θάνατό του;). ° Στην πραγματικότητα, δεν είναι μια απλή συλλογή, αλλά ένας κύκλος διηγημάτων - ένα "μυθιστόρημα αλυσίδα", καθώς πρόκειται για κείμενα, που συμπληρώνουν και σχολιάζουν το ένα το άλλο. ° Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διαρκείς αλλαγές στην αφηγηματική φωνή. Αν και γίνεται σαφές στον αναγνώστη ότι όλα τα διηγήματα έχουν τον ίδιο πρωταγωνιστή, ο Ταχτσής επιλέγει εναλλακτικές εκδοχές του χαρακτήρα και της οικογενειακης του ιστορίας, σε μια προσπάθεια αυτοβιογράφησης με πολλαπλές αφηγηματικές μάσκες, μια πολλαπλή αφήγηση μαθητείας! ° Η ανάδυση της σεξουαλικότητας του πρωταγωνιστή και η ομοφυλοφιλία του είναι πανταχού παρούσες στο βιβλίο, καθιστώντας το ένα από τα πρώτα βιβλία της νεοελληνικής πεζογραφίας που μιλούν ξεκάθαρα για το τι σημαίνει να μεγαλώνεις και να εκφραζεσαι ως ομοφυλόφιλος στην ελληνική κοινωνία του 60. Έτσι, πάρα την αμφιλεγόμενη σχέση του Ταχτσή με την λοατκι κοινότητα, τα Ρέστα μπορούν να ενταχθούν στην queer λογοτεχνία και αποτελεί την επιλογή μου για τη #λοατκιλογοτεχνια που προτείνει για τον Ιούνιο η Έλλη @mimblewimble_elli!
Μια πολύ ενδιαφέρουσα συλλογή διηγημάτων, στην οποία "ο Ταχτσής δημιουργεί [...] έναν κειμενικό χώρο όπου εντυπωσιακά μπορεί να καταστρατηγεί τα όρια μεταξύ συγγραφέα/αφηγητή/ήρωα", όπως αναφέρει το πολύ χρήσιμο επίμετρο της έκδοσης. Δημιουργεί την εντύπωση ότι ο ήρωας είναι ο ίδιος σε όλα τα διηγήματα, ακόμη κι όταν είναι ξεκάθαρο ότι πρόκειται για διαφορετικά πρόσωπα, κι ότι ο ήρωας αυτός είναι βασισμένος στον ίδιο! Είναι μια αίσθηση που δημιουργείται όταν διαβάζεται ολόκληρη η συλλογή, κι όχι αποσπασματικά τα διηγήματα, κι είναι κομμάτι της γοητείας της.
Το ομώνυμο διήγημα είναι το αγαπημένο μου, κι αυτό που σίγουρα θα διατηρήσω στη μνήμη μου. Μου άρεσαν τα περισσότερα, πολλά καταπιάνονται με θέματα σεξουαλικής ταυτότητας και οικογενειακών τραυμάτων.
Όπως ένα μαχαίρι μπορεί να είναι παράλληλα ένα χρήσιμο εργαλείο ή ένα θανατηφόρο όπλο, έτσι και αυτό το βιβλίο, αν διαβαστεί σωστά και αποστασιοποιημένα, μπορεί να είναι ένα βιβλίο που βοηθάει να καταλάβει ο αναγνώστης από που προέρχεται η εσωτερικευμένη ομοφοβία, η αίσθηση ντροπής και ενοχής και τα πολλά στερεότυπα που μας ταλαιπωρούν άπειρα χρόνια. Το βιβλίο απεικονίζει πολύ καθαρά την Ελλάδα λίγο πριν την δικτατορία καθώς και την θέση ενός queer ατόμου μέσα σε αυτή. Αν, από την άλλη διαβαστεί από έναν ανυποψίαστο αναγνώστη, και τύχει ο αναγνώστης να ταυτιστεί με τους ήρωες τον διηγημάτων, πιστεύοντας ότι ανακαλύπτει τον εαυτό του μέσα από τις πολύ όμορφα γραμμένες ιστορίες, το βιβλίο μπορεί να παραπλανήσει και να δυσκολέψει την ψυχοσύνθεση ενός ατόμου. Πέρα από όλα αυτά όμως, η πένα του Ταχτσή είναι απίστευτη. Τα κείμενα γραμμένα λες και έγιναν στην πραγματικότητα. Οι ήρωές τους σχεδόν υπαρκτά πρόσωπα. Τέλος, όλο το παιχνίδι με τα όρια του τι είναι αληθινό και τι είναι ψεύτικο στις διηγήσεις είναι πανέξυπνο. Τη μια πιστεύεις ό,τι διαβάζεις σαν να είναι αλήθεια και την άλλη σκέφτεσαι ότι δεν θα έπρεπε να εμπιστευεθείς τον συγγραφέα γιατί λέει συνεχώς ψέματα. Διαβάζεις 13 διαφορετικές ιστορίες από (ίσως) διαφορετικούς ήρωες και στο τέλος σου δίνεται η αίσθηση ότι διάβασες την αυτοβιογραφία ενός συγκεκριμένου ατόμου!
"Κάθε φορά που, για να γράψω κάτι, αντλώ από προσωπικές εμπειρίες, δε λέω ποτέ ολόκληρη την αλήθεια. Όχι, φυσικά, από έλλειψη ειλικρίνειας, αλλ' επειδή το υπαγορεύουν καθαρά ψυχολογικές κι αισθητικές ανάγκες. Οι πρωσοπικές εμπειρίε χρησιμεύουν απλώς σαν έναυσμα. Αλλ' απ' τη στγιμή που αρχίζεις να γράφεις, το γραφτό αποχτάει μια αυτόνομη ύπαρξη, μια δική του "αλήθεια", που, κατά κανόνα, δεν έχει μεγάλη σχέση με τη δική σου, όταν μάλιστα δεν την αντιστρατεύεται. Είναι κάτι που καταλαβαίνουν πολύ καλά όσοι γράφουν".
Ενδιαφέροντα, νοσταλγικά, ευκολοδιάβαστα διηγήματα με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα και πολλές αναφορές (και απόπειρες εξήγησης, ανεπιτυχείς και στα πλαίσια των ιδεών της εποχής) στην ομοφυλοφιλία του.
Με χαρακτήρες σαν να έχουν βγει κατευθείαν μέσα από το Τρίτο Στεφάνι, κάθε διήγημα τελειώνοντας αφήνει ένα γλυκόπικρο συναίσθημα. Χαρακτηριστική η γραφή του. Από τους αγαπημένους μου πλέον!
«Ο Κώστας Ταχτσής δεν είναι αυτός που άφησε λίγο αλλά καλό έργο;». Αυτό με ρώτησε μια φορά ένας φίλος βιβλιοφάγος. Αυτός είναι τελικά, ναι. «Τα ρέστα» είναι το δεύτερο βιβλίο που διαβάζω από τη φρέσκια πανέμορφη έκδοση του Ψυχογιού, μετά «Το τρίτο στεφάνι» και μπορώ να πω ότι πολλές φορές ήταν λες και διάβαζα κομμάτια του που ποτέ δεν μπήκαν στο πιο αναγνωρισμένο και πετυχημένο του έργο, που είναι και το μοναδικό του μυθιστόρημα.
Ο Ταχτσής έχει έναν τραγελαφικό τρόπο να παρουσιάζει τόσο παραστατικά την καθημερινότητα και τη νοοτροπία του νεοέλληνα, που δε γίνεται να μη δεις κάτι από τη ζωή σου μέσα σε αυτό. Με αφοπλιστικό χιούμορ και αινιγματική ταυτότητα, διότι πολλές φορές δεν καταλαβαίνεις αν μιλά ο ίδιος ή τα βιωματικά του στοιχεία, παρουσιάζει με χαρακτηριστικό και λιτό τρόπο όλα τα χαρακτηριστικά του Έλληνας της μεταπολίτευσης.
Κατακρίνει, σαρκάζει, επιτίθεται, φωνάζει, αλλά πάντα στο τέλος διακατέχεται από τρυφερότητα και παιδική αποδοχή. Αγκαλιάζει ακόμα και τις πιο κακοποιητικές μορφές! Δίνει χώρο, χρόνο και συγχώρεση. Ο πρωταγωνιστής (δεν έχει σημασία αν είναι ο ίδιος ή κάποιος άλλος) έχει τόσο καλοσύνη μέσα του, που δεν ήταν λίγες φορές που αναρωτήθηκα αν κατάφερε να θεραπεύσει αυτά για τα οποία κανείς ποτέ δεν απολογήθηκε.
Ευφυής γραφή, που θα μπορούσε να ήταν άνετα ταινία, «Τα ρέστα» αποτελούν ένα εξαιρετικό ανάγνωσμα, που με έκανε να αδημονώ και για τα άλλα δύο της συλλογής: «Η γιαγιά μου η Αθήνα και άλλα κείμενα» και «Καφενείο το Βυζάντιο – συγκεντρωτική έκδοση ποιημάτων». Διηγήματα για τα παιδικά τραύματα, τα ταξίδια και τις εμπειρίες, την ομοφυλοφιλία και την κοινωνική κατακραυγή και γενικότερα για την αναζήτηση του εαυτού.
Πράγματι, αυτό που έχει σημασία είναι το περιεχόμενο και η ποιότητα, ακόμα και όταν η ποιότητα είναι ελάχιστη. Και ίσως οι συγγραφείς να γράφουν πάντα το ίδιο βιβλίο, οι μουσικοί να παίζουν το ίδιο τραγούδι, οι ηθοποιοί να παίζουν την ίδια ταινία κτλ. Και πράγματι, δεν είναι η κοινωνία κατασκευασμένη από χέρια αγγέλων, αλλά ο καθένας μπορεί να βρει τον δρόμο του σε αυτήν. Ή έστω μπορεί να δοκιμάσει. Ξανά και ξανά.
Ο Κώστας Ταχτσής, γράφει με έναν τρόπο που διαβάζεται σαν ποτάμι χείμαρρος. Αυτή η συλλογή διηγημάτων που όλα μαζί στο σύνολο μοιάζει με αυτοβιογραφία, ο συγγραφέας καταφέρνει χρησιμοποιώντας την ιδιότητα του να μεταλλάσσεται ανάμεσα σε ήρωα, αφηγητή και συγγραφέα και να μας προσφέρει μια κοινό/πολιτική εικόνα διαφόρων εποχών αλλά ταυτόχρονα και ηλικιών.
Απίθανος υπέροχος και πάνω απ’ολα τόσο ταλαντούχος!
Αδικοχαμένος αλλά και ντροπή στο γεγονός πως το έγκλημα της δολοφονίας του έχει μείνει ανεξιχνίαστο
Personally I like it more than the "Trito Stefani" as the author shows his perception of the world through his personal experiences. Always explained not as they happened but as they should be written.
Φαινομενικά ασύνδετα διηγήματα με κοινο παρονομαστή εμπειρίες που οδήγησαν ή σχηματισαν τις σεξουαλικές προτιμήσεις του πρωταγωνιστή. Όμορφη γραφή που σε παρασέρνει. Προκλητική γραφή που σε σκανδαλίζει.
«– “Ή θα γίνεις άντρας και θα μάθεις να μην κλαις”, σούλεγε αφρίζοντας και χτυπώντας όπου έβρισκε, “ή θα σε σκοτώσω από τώρα μια και καλή, να σε κλάψω και να σε ξεχάσω … Πες: ‘Θα γίνω άντρας!’ … Και δε θα ξαναχαζέψω στο δρόμο. Ούτε θα με πιάνουν κορόιδο οι αλήτες να μου κλέβουν τα ρέστα μου!”»
son iki hikaye dışında ben sevdim kitabı. dili çok sadeydi ve okuması çok eğlenceliydi. sondan bir önceki hikayede biraz sıkıldım, son hikaye için de, erkeklerin kadınlarla alakalı gözlemleri beni hiçbir zaman ilgilendirmemiştir ama, sonlara doğru konuyu kendi cinselliğini kadın ve erkek ilişkileriyle temellendirip, sonra annesi ve babası ile olan ilk anılarına indirgemesini okumak enteresandı aslında.
oντως ή χωριατια; και ή έλλεψη καλών τροπων και ή ομορφιά κάνουν τους κομπλεξικους να γίνονται ι επικίνδυνους Μία φορά βλαξ πάντα βλαξ
και μάλιστα έχει την παράνοια του σπουδαίου Γέρος που έχει γκομενα μετά τον θάνατό της γυναίκας του ( σε 10 μέρες ωχ τα χάλια μας) ένα κήτος Αυτά που κορόιδευε τα λούστηκε.
Kostas Tahçis'in yarı-otobiyografik Artakalan'ı ise gerçekten de arta kalması gereken berbat bir kitap. Eşcinsel yazarın cinsel kimliğini keşif ve yaşayış sürecini, elbette farklı öykülerle de birlikte okuduğumuz bir kitap bu. Fakat öyle yavan, öyle mesafeli, öyle "hikayesiz" ki...