La fille ardente et énigmatique de deux sages bourgeois de Normandie ; une enfant chaste et laide qui prend au piège de ses fantasmes le plus grand séducteur de Paris : ces personnages sont diaboliques, comme le sont ces histoires elles-mêmes, dont le dénouement nous laisse sur un étrange malaise.
Les Diaboliques : c'est bien le titre que donna leur non moins diabolique auteur, Jules Barbey d'Aurevilly, au recueil dont sont tirés Le Plus Bel Amour de Don Juan et Le Rideau cramoisi. Du silence confiné d'une petite ville aristocratique aux boudoirs parfumés d'un faubourg Saint-Germain sur le déclin, ces deux nouvelles nous mènent au cœur d'un univers intense et légèrement inquiétant, où Proust décelait « la qualité inconnue d'un monde unique ». Texte présenté et annoté par Judith Lyon-Caen.
Jules-Amédée Barbey d'Aurevilly was a novelist and literary critic at the Bonapartist paper Le Pays who was influential among fin-de-siècle decadents. He specialised in mystery tales that explored hidden motivation and hinted at evil without being explicitly concerned with anything supernatural. He had a decisive influence on writers such as Auguste Villiers de l'Isle-Adam, Henry James and Marcel Proust.
EL MÁS BELLO AMOR DE DON JUAN, de Jules Barbey D'Aurevilly
"Había poseído Ravila esa belleza peculiar de la raza donjuanesca, esa misteriosa raza, que no se perpetúa de padres a hijos, como las demás, sino que aparece desperdigada, a ciertas distancias, en las familias de la humanidad"
Este pequeño relato trata de la historia del más bello amor de "Don Juan". En este caso el personaje en mención es el conde Jules - Amédée - Hector de Ravila de Ravilès (o simplemente conde de Ravila) quien es considerado el Don juan de su tiempo, época en la que vivió el autor desde luego. Éste relata algo que escuchó por el mismo conde: una reunión tipo orgía en casa de una condesa. Para "despedirlo" o celebrar la vejez que se avecina 12 mujeres conocidas del vividor deciden invitarlo y celebrarle un especial banquete lleno de lujos, joyas, maquillaje y cuerpos desnudos. En medio de esta bacanal surge la pregunta hacia el conde quién fue su amor más bello de todos. El relato con una marquesa y su hija será el punto central de este cuento. Debo decir que sigo reconociendo en el autor una pluma fina y conocimiento muy bien colocado de los clásicos y diversos temas culturales, sin embargo, este relato no me pareció extraordinario e incluso no logré entender bien el final por más que le doy vueltas.
"En materia de amor, todo es verdad y mentira a un tiempo"
"Η Ωραιότερη Αγάπη του Δον Ζουάν - από τη ζωή της Μαρκησίας Πομπαντούρ"
Ο Ορεβιγί υπήρξε φιλομοναρχικός, πολέμιος των άρχων της Γαλλικής Επανάστασης. Δέσμιος της ηδονολατρίας, ταξιδιώτης του κόσμου, χρήστης οπίου. Δεν αποχωρίστηκε ποτέ το ρόλο του δανδή ακόμα και τις στιγμές που βρέθηκε σε δυστυχία. Λογοτεχνικά διερευνά δύο θέματα, τη γυναικεία ιδιοσυγκρασία και τη σαγήνη και γοητεία του κακού.
Όπως και σε άλλο έργο του, που έχω διαβάσει, είναι έκδηλη η προσπάθειά του να παρουσιάσει στα κείμενά του την ακαταμάχητη έλξη του προς τα άκρα, την υπέρβαση, το μυστηριακό και σατανικό στοιχείο, τον μυστικισμό. Στοιχεία που αποδίδονται τις περισσότερες φορές σε γυναίκες. Η συλλογή εξάλλου, που περιλαμβάνει και το ένα εκ των δύο ιστοριών στο παρόν βιβλίο, ονομάζεται 《διαβολικές 》 Ηρωίδες που προβαίνουν σε πράξεις βίαιες ακόμα κ σε εγκληματικές. Φαίνονται να έχουν καταβληθεί από εωσφορικές, εκδικητικές διαθέσεις.
Στην πρώτη νουβέλα έχουμε έναν αφηγητή που αφηγείται την ιστορία του κόμη Ραβιλά ντε Ραβιλέ του οποίου του παρέθεσαν ένα γεύμα δώδεκα παλιές του ερωμένες. Ο ήρωας ύστερα από παρότρυνση μιας δούκισσας θα μιλήσει για μια ιστορία κατάκτησης μιας γυναίκας που τον κολάκεψε περισσότερο από τις άλλες.
Ο κόμης, ως άλλος Δον Ζουάν χαίρει αποδοκιμασίας από τον περίγυρό του λόγω των κατακτήσεών του. Αρκετά καυστικός ο τρόπος περιγραφής και σκιαγράφησης.
Σε αυτό το δείπνο θα κυριαρχήσουν η νοσταλγία, η απογοήτευση, η ανάμνηση. Χαρακτηριστικό θέμα της νουβέλας, η ματαιοδοξία.
《Από τη ζωή της Μαρκησίας Πομπαντούρ 》
Ερωτικές επιστολές πέφτουν στα χέρια του Λουδοβίκου ΙΕ περιγράφοντας έναν έρωτα δύο ανθρώπων που λόγω δυσκολιών δεν μπορεί να ολοκληρωθεί. Ο έρωτας ενός ιππότη για τη δεσποινίδα ντ' Ανεμπό είναι ο λόγος που θα πάρει την απόφαση, με θάρρος και θράσος, να επισκεφθεί τον βασιλιά στα ανάκτορά του για ζητήσει εύνοια.
Μια νουβέλα με έντονο συναισθηματικό υπόβαθρο. Εσωτερικοί μονόλογοι με μια διάθεση εξωτερίκευσης των μύχιων σκέψεων και αισθημάτων των ηρώων.
Και στις δύο νουβέλες προφαινεται η ικανότητα της γυναίκας να ραδιουργεί και να μηχανορραφεί για να πετύχει οποιονδήποτε στόχο έχει θέσει. Τα όπλα της είναι ιδιοτελή κ άλλοτε ευτελή αμαυρώνοντας την ανδρική τιμή και αξιοπρέπεια. Άλλες φορές όμως, επιδιώκει να εξετάσει την ορθότητα των συναισθημάτων και των λόγων των αντρών.