Μπουένος Άιρες, 1976. Δύσκολοι καιροί για την Αργεντινή. Τα λυσσασμένα σκυλιά περιπολούν τις νύχτες και αφήνουν τους δρόμους βουτηγμένους στο αίμα. Για ν' απομακρύνουν τον αστυνόμο Λασκάνο, θύμα επίσης της σκοτεινής κρατικής τρομοκρατίας, από τις πραγματικές έρευνες, οι προϊστάμενοί του θα του αναθέσουν να κλείσει την υπόθεση της αυτοκτονίας ενός πρώην Ναζί. Το γεγονός αυτό θα τον οδηγήσει σε υπόγειες διαδρομές, ζοφερές αναμνήσεις, επίφοβα μονοπάτια και σε έναν μοιραίο έρωτα στη σκιά του πανταχού παρόντος θανάτου.
Ernesto Mallo en su página oficial de Internet, se define de esta manera: "Nací demasiado joven y sin la debida preparación para enfrentar este mundo. A los seis años tuve que abandonar mi educación para asistir a la escuela. A los veinte pensé que era mi deber cambiar el mundo. Lo cambié, es éste, disculpe."
Director teatral, guionista, dramaturgo, traductor y periodista, comenzó su carrera como novelista con La Aguja en el Pajar (Planeta, 2006), obra que fue primer finalista del Premio Clarín de Novela (2204) y ganadora del premio Memorial Silverio Cañada (2007) que se imparte en la célebre Semana Negra de Gijón, España, y resultó un gran éxito de público y crítica. La continuación, Delincuente Argentino, (Planeta 2007) fue finalista del Premio Dashiell Hammet (2008). Sus novelas se han traducido al inglés, francés y alemán. Las versiones cinematográficas de ambas novelas, con guión del mismo autor, están en vías de realización. Vive y trabaja en Buenos Aires.
Καμιά φορά,αρκετά έως πολύ συχνά, η ανάγκη της επιβίωσης επικρατεί της ανάγκης για ελευθερία. Τι ορίζεται,όμως,ως ελευθερία; Κοιτάς γύρω σου, η μιζέρια σου τη δίνει,η ασυδοσία σε τρελαίνει, η διαφθορά της εξουσίας σε φοβίζει, αλλά πρέπει να ζήσεις. Και το κάνεις,συνήθως, με κάθε κόστος. ●Τι θρέφει και θεριεύει τις δικτατορίες; ●Αρκεί η ανέχεια και μόνο,να μετατρέψει ένα ανθρώπινο ον σε μηχανή ολέθρου; ●Εί(Ή)μαστε ποτέ ελεύθεροι; ●Υπάρχει Αγάπη στον Θάνατο;
Εξαιρετικό. (Στο σημείωμα της μεταφράστριας δίνονται πολλές πληροφορίες για τα ιστορικά πρόσωπα που υπάρχουν στο βιβλίο, καλό και χρήσιμο είναι ένα εκτενές γκουγκλάρισμα για όλη εκείνη την περίοδο. )
Άλλο ένα πολύ καλογραμμένο, ενδιαφέρον και ατμοσφαιρικό λατινοαμερικάνικο νουάρ από τις εκδόσεις Carnivora. Ούτε τον συγγραφέα γνώριζα, ούτε φυσικά το βιβλίο, όμως μου κίνησε την προσοχή όταν έμαθα ότι θα έβγαινε στα ελληνικά (άλλωστε έχω μείνει ευχαριστημένος από προηγούμενα βιβλία των εκδόσεων και έχω πλέον μια κάποια εμπιστοσύνη σε αυτές), το τσίμπησα άμεσα και το διάβασα ουσιαστικά σε δυο μεγάλες δόσεις. Η πλοκή είναι καλή, ίσως όχι και τόσο στιβαρή αλλά σίγουρα με λίγο μυστήριο και αρκετή δράση, οι χαρακτήρες χωρίς ιδιαίτερο βάθος αλλά λειτουργικοί, τη διαφορά όμως νομίζω ότι την κάνει η γραφή, μιας και τη βρήκα λιτή στις περιγραφές αλλά αρκετά κυνική, με φυσικούς διαλόγους, χωρίς φτιασίδια και φραμπαλάδες. Ναι, μου άρεσε πολύ το όλο στιλ και το ύφος του συγγραφέα (καθώς και το χιούμορ του), ενώ επίσης βρήκα εξαιρετική την ατμόσφαιρα, σίγουρα ο Μάγιο κατάφερε να με μεταφέρει στην Αργεντινή των μέσων της δεκαετίας του '70, με την πολιτική κατάσταση να είναι ιδιαίτερα τεταμένη και την κοινωνία σε αναβρασμό. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα αστυνομικό-πολιτικό νουάρ, με στακάτη γραφή και γαμάτη ατμόσφαιρα, έστω κι αν η πλοκή δεν πρωτοτυπεί ιδιαίτερα. Όσον αφορά την ελληνική έκδοση, είναι κλασικά πολύ ωραία και προσεγμένη, με ένα χρησιμότατο εισαγωγικό σημείωμα από τη μεταφράστρια για το ιστορικό πλαίσιο του μυθιστορήματος. Πρόσημο θετικό!
Είναι γνωστό ότι στον ισπανόφωνο κόσμο χρησιμοποιούν την αστυνομική λογοτεχνία ως όχημα για να περιγράψουν το βίαιο παρελθόν των πραξικοπημάτων, την ωμή κρατική βία με τα βασανιστήρια και τις απαγωγές, τον τραμπουκισμό του διεφθαρμένου συστήματος. Οι συγγραφείς, που πολλοί από αυτούς ήταν αντιστασιακοί, με αυτόν τον τρόπο καταφέρνουν να περιγράψουν τις αλλεπάλληλες ανθρωπιστικές κρίσεις των χωρών τους, να το διατηρήσουν στην συλλογική μνήμη και να πραγματοποιήσουν για ακόμα μια φορά την αντίσταση μέσω της λογοτεχνίας.
Ο Ερνέστο Μάγιο, που στο παρελθόν και ο ίδιος υπήρξε αντικαθεστωτικός, μαχητής και θύμα της κρατικής τρομοκρατίας, στήνει ένα καλογραμμένο, γρήγορο και κινηματογραφικό νουάρ με φόντο το Μπουένος Άιρες του '75, λίγο μετά την απροκάλυπτη δεξιά στροφή του Περόν, κίνηση η οποία άνοιξε τον δρόμο προς το αιματοβαμμένο πραξικόπημα του Βιδέλα.
Στο μεταίχμιο εκείνης της περιόδου τοποθετεί τον ήρωα του ο συγγραφέας, τον αστυνομικό Λασκάνο, που οι προϊστάμενοί του θα του αναθέσουν να λύσει την περίεργη υπόθεση της αυτοκτονίας ενός πρώην Ναζί που μαζί με άλλους ομοϊδεάτες του βρήκαν καταφύγιο και μαζί μια καινούργια ζωή στην Αργεντινή μετά την πτώση της ναζιστικής Γερμανίας.
Σκοτεινό παρελθόν σε υπόγειες διαδρομές διεφθαρμένων αστυνομικών, μυστικά και έναν μοιραίο έρωτα θα συναντήσει στην εξέλιξη της υπόθεσης αυτής ο Λασκάνο, που την διαπερνά από την αρχή ως το τέλος ο θάνατος.
Η Σκευωρία Των Μετρίων κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Carnivora σε μετάφραση της Ασπασίας Καμπύλη.
Δεν αναπτύσσει τους χαρακτήρες. Δεν συνδέει μεταξύ τους τις ιστορίες. Ακόμα και η αστυνομική πλοκή που μπορούσε να κρατήσει το ενδιαφέρον είναι μισογραμμένη. Λίγο αστυνομικό, λίγο συναίσθημα, λίγο πολιτική ίντριγκα, στο τέλος ένα χαμένο απόγευμα που θα μπορούσα να έχω αξιοποιήσει καλύτερα.
Ξεκινώντας να γράψω την άποψή μου για το βιβλίο του Ερνέστο Μάγιο, Η Σκευωρία των Μετρίων, δεν θα προσπαθήσω σε καμία περίπτωση να το παίξω “ειδικός του νουάρ μυθιστορήματος”. Να το ξεκαθαρίσουμε αυτό από την αρχή. Έχω διαβάσει έναν αξιοπρεπή αριθμό αστυνομικών μυθιστορημάτων μυστηρίου και νουάρ στη ζωή μου από διαφορετικές περιόδους και παραδέχομαι ότι το νουάρ είναι το πιο αγαπημένο μου υποείδος.
Με ιδιαίτερη περιέργεια και χαρά άνοιξα την Σκευωρία των Μετρίων, αρχικά γιατί εκτιμώ ιδιαίτερα τις εκδόσεις Carnivora για την υποδειγματική δουλειά τους τόσο σε επίπεδο μετάφρασης όσο και σε επίπεδο καλαισθησίας του βιβλίου-αντικειμένου. Το αποτέλεσμα είναι άριστο και πολύ σημαντικά βιβλία εκδίδονται για πρώτη φορά στη γλώσσα μας φέρνοντας σε επαφή το ελληνικό αναγνωστικό κοινό με άγνωστους αλλά ιδιαίτερους και ενδιαφέροντες συγγραφείς της Λατινικής Αμερικής. Σε δεύτερο λόγο, έχω εμπιστοσύνη στην κυρία Ασπασία Καμπύλη που μετέφρασε με άψογο τρόπο το κείμενο. Η εισαγωγή της στο βιβλίο περιέχει πληροφορίες που είναι ιδιαίτερα κατατοπιστικές για το κλίμα της εποχής των δικτατοριών της Αργεντινής.
Η ανάγνωση της Σκευωρίας των Μετρίων συνέπεσε και με την προβολή από την πλατφόρμα Netflix του βραβευμένου ντοκιμαντέρ του Ανδρέα Αποστολίδη “Latin Noir” που εξερευνά τη σύνδεση του λατινοαμερικανικού αστυνομικού με την ιδιαίτερα αιματηρή και πολυτάραχη ιστορία της περιοχής αλλά και τις διαφορές του από τις άλλες “Νουάρ” Σχολές και τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά του.
Η Σκευωρία ασχολείται με κάποια από τα έργα και τις ημέρες του αστυνόμου Λασκάνο. Ο σκληροτράχηλος ντέτεκτιβ ανήκει στο εγκληματολογικό του Μπουένος Άιρες, είναι ιδιαίτερα ευφυής, μεθοδικός, πεισματάρης και, δυστυχώς για τους ανωτέρους του και για τους συναδέλφους του, είναι έντιμος και αδιάφθορος. Μεγάλα ελαττώματα αυτά. Στην χαοτική και άκρως διεφθαρμένη Αργεντινή της μετά-Περόν εποχής, το ζητούμενο είναι τα αστυνομικά τμήματα να στελεχώνονται από «πουλημένους» αστυνομικούς που σκύβουν το κεφάλι και εκτελούν εντολές. Ο Λασκάνο δεν είναι από αυτούς και φυσικά, αυτός είναι ο λόγος που του ανατίθεται μια υπόθεση … ρουτίνας. Μία αυτοκτονία, από όσο φαίνεται με την πρώτη ματιά. Ο αυτόχειρας όμως δεν είναι ο φιλήσυχος γεράκος όπως αρχικά εκτιμάται. Είναι ένας από τους Ναζί που κατόρθωσαν να δραπετεύσουν στην Νότια Αμερική μετά την πτώση του Τρίτου Ράιχ και να διαφύγουν την σύλληψή τους αναλαμβάνοντας την ευθύνη τους για την συμμετοχή τους στις ναζιστικές θηριωδίες. Και να που ο Λασκάνο βρίσκεται με μια καυτή πατάτα στα χέρια του…
Η Σκευωρία δεν είναι όμως μόνο η διαλεύκανση της υπόθεσης του ναζί Ραλφ Μπελ. Εξελίσσεται σε πολλά ενδιαφέροντα επίπεδα. Ο Ερνέστο Μάγιο κατορθώνει να δέσει πολλά διαφορετικά στοιχεία κάνοντας το μυθιστόρημα ακόμα πιο ελκυστικό. Καταρχάς, έχοντας ζήσει την εποχή των διωγμών και των ταραχών στο Μπουένος Άιρες χρησιμοποιεί πραγματικά πρόσωπα στην ιστορία του. Αναφέρονται πρόσωπα όπως ο Χοσέ Λόπες Ρέγα, ο υπουργός Ευημερίας, ο Αλμπέρτο Βιγάρ, ο αρχηγός της αστυνομίας και αρκετοί ακόμα άλλοι που συμμετέχουν στην υπόθεση, την κάνουν πιο πιστευτή, δρουν όπως ακριβώς έδρασαν τα χρόνια της παντοδυναμίας τους. Φαντάζομαι τις μνήμες και την αποστροφή που ξυπνά η αναφορά τους στον Αργεντινό που διαβάζει το βιβλίο… Λειτουργούν όχι μόνο ως κομμάτι που ζωντανεύει ακόμα περισσότερο την ιστορία και της δίνει βάθος αλλά και διδακτικά για τους νεότερους που δεν έχουν ζήσει την εποχή.
Σε άλλο επίπεδο έχουμε την προσφορά ασύλου στους Ναζί από τις Νοτιαμερικανικές κυβερνήσεις και τον αγώνα, μεταπολεμικά, οργανώσεων να τους εντοπίσουν και να τους οδηγήσουν μπροστά στη δικαιοσύνη για να λογοδοτήσουν. Και φυσικά εγείρεται έμμεσα και το ερώτημα της αυτοδικίας όταν το χέρι της δικαιοσύνης αδυνατεί να φτάσει εγκαίρως και να την απονείμει. Λίγα γνωρίζουμε για το πώς διέφυγαν, τι έγιναν, ποιοι ανέλαβαν να τους ανακαλύψουν κι εδώ συνοπτικά δίνονται πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες.
Μέσα σε όλα αυτά και μετά από μία απρόβλεπτη συνθήκη, ανθίζει ένας έρωτας. Ο αστυνόμος Λασκάνο βγάζει τον μανδύα του σκληρού κι αποκτά ανθρώπινη διάσταση. Γίνεται πιο απτός, πιο καθημερινός. Γίνεται ένας από μας και φυσικά ο αναγνώστης τον λατρεύει γι’ αυτό. Και τέλος, όπως βλέπετε, δεν κάνω την παραμικρή νύξη για τους Μέτριους. Ποιοι είναι και γιατί είναι μέτριοι; Αυτό θα το αφήσω να το ανακαλύψετε μόνοι σας. Είναι ένα άκρως ενδιαφέρον νήμα της πλοκής.
Σε μόλις 200 σελίδες ο Ερνέστο Μάγιο, που είναι ένας καταξιωμένος συγγραφέας της Αργεντινής, καταφέρνει να πει χίλια δυο πράγματα χωρίς να μπερδεύει, χωρίς να περιττολογεί. Διηγείται μια πολυεπίπεδη ιστορία και καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον με κάθε λέξη που γράφει χωρίς ακροβασίες. Μου άρεσε πάρα πολύ το μυθιστόρημα. Μου έμαθε πάρα πολλά για την Αργεντινή της δεκαετίας του εβδομήντα, μίλησε για τους τραμπουκισμούς που δέχτηκαν οι συμπατριώτες του και μέσα από μια άλλη ιστορία, μνημόνευσε τους αμέτρητους αγνοούμενους του μετα-περονικού χουντικού καθεστώτος. Περιμένω με ιδιαίτερο ενδιαφέρον να διαβάσω κι άλλες ιστορίες του αστυνόμου Λασκάνο.
Το είχα πολύ καιρό στα υπ'όψιν και το σγόρασα όταν είχε πια εξαντληθεί από τα μεγάλα βιβλιοπωλεία. Τι λάθος παραλίγο θα είχα κάνει. Πραγματικά καιρό είχα να διαβάσω κάτι που να με απορρόφησε τόσο. Φωτίζει δε μια άγνωστη περίοδο της ιστορίας της Αργεντινής (την προ Βιδέλα εποχή). Σκληρό, ωμό, γρήγορο, ευκολοδιάβαστο και με ένα τέλος όπως αρμόζει σε ένα μυθιστόρημα της πραγματικής ζωής. La vita é una troia. Ο ορισμός του πολάρ. 4+/5
Ένα ακόμα ωραίο λατινοαμερικάνικο νουάρ αλλά θα περίμενα περισσότερα. Ήταν κατάτι προβλέψιμο και με χαρακτήρες κάπως ρηχούς και κοινότυπους. Παρόλα αυτά ήταν εξαιρετικά ευχάριστη ανάγνωση με ωραίες αναφορές στην αργεντίνικη ιστορία και φύση.
Ernesto Mallo tiene un estilo muy personal de redactar: narraciones al esprint, mezcladas con párrafos muy descriptivos y, repartidas durante todo el texto, reflexiones sobre la vida y el mundo que nos rodea.
Todo ello aliñado con giros y expresiones argentinas (como no puede ser de otra manera) y apuntes de una realidad, la de aquel país y los años más oscuros de su historia ya no tan reciente, que añaden un plus de dificultad al conjunto.
El resultado, novelas cortas muy negras y muy crudas, que seguramente no sean del agrado de todos los paladares.
Respecto al argumento, 'La conspiración de los mediocres' permite conocer los orígenes del Perro Lascano, y aunque no pasa nada por empezar por ella, creo que es más recomendable dejarla para el final de las diferentes novelas dedicadas a este personaje.
Como siempre, historias que se leen en un suspiro y con tramas interesantes, aunque en este caso el supuesto nudo de la historia es más una excusa para el resto de lo que sucede que el meollo de la cuestión. Y por eso el final queda algo descafeinado.
Es mi primera lectura de una novela de Ernesto Mallo y tengo que confesar que me ha gustado el estilo y la trama. Lo único que se echa a faltar en la novela es la falta de resolución de algunos cabos sueltos; me molestó también la muerte ficticia por ejecución de una protagonista histórica que está todavía viva hoy (es el único personaje que muere en la novela que vive todavía). El trasfondo de la Argentina pre-golpista y el auge de la triple A es interesante, pero una vez más fallan algunos cabos, como si el autor sintiese pereza en resolverlos. Recomendable si, pero un poco más de trabajo hubiese plasmado una novela inolvidable.
Ce quatrième et dernier tome des enquêtes de "Perro" Lascano est en fait sa première enquête car nous le retrouvons dans l'Argentine des années 70, tout jeune policier, mais déjà tel que nous le verrons ensuite : intègre, incorruptible, ne lâchant jamais rien, tel un chien tenant un os.
Par contre, notre chien est un solitaire et il ne rejoindra jamais la meute des assassins du Triple A (Alianza Anticomunista Argentina).
Lascano dérange, il gêne, et donc, quoi de plus simple que de le mettre sur l'enquête d'un suicide. Elle est bien bonne… Si on voulait se foutre de sa gueule, c'est loupé car le suicide n'en est pas un, c'est une exécution déguisée.
Le faux suicidé est un Allemand et l'enquête va en déranger plus d'un et certains voudront faire cesser la chasse du chien Lascano à tout prix, lui mettre un collier et une laisse autour du cou afin qu'il arrête de chercher des puces sur les dos qu'il ne faut pas.
À mon avis, je viens de lire le Perro Lascano le plus sordide, le plus glaçant, bref, le plus mieux. Lascano est jeune et nous découvrons avec lui l'Argentine d'Isabel Perón (1974/1976), qui sera déposée par la junte militaire que dirige le général putschiste Jorge Rafael Videla.
Une fois de plus, la résolution du crime est accessoire, de toute façon, l'assassiné était un salopard de la pire espèce, comme tous les autres qui émigrèrent après la Seconde Guerre Mondiale en Argentine, sans que celle-ci ne s'offusque de leur passé (les autres pays non plus, notamment les États-Unis avec les scientifiques nazis).
Et si tout vous semble aller dans un seul sens, méfiez-vous, parce que Mallo n'a pas pour habitude de suivre un chemin tracé mais de bifurquer à un moment donné et de vous emmener sur d'autres chemins, plus escarpés, plus sombres, moins connu…
La résolution de l'enquête devient donc accessoire pour le lecteur car moins importante que l'Histoire dans l'histoire que l'auteur dévoile, se servant de ce crime pour nous la conter.
Dans ce récit, ce qui est le plus glaçant, c'est la traduction du carnet de cet Allemand ainsi que les exactions des hommes de Videla, la corruption, les meurtres, les exécutions, la police infiltrée par les types du Triple A, les tortures, les disparitions des gens qui dérangent ou qui pourraient en dire trop sur un indice d'une scène de crime,…
Du début à la fin, j'ai eu du mal à lâcher le roman tant il était prenant, tant il était poisseux de violence et de sang, tant la chape de plomb pesait sur mes épaules à cause de l'atmosphère que l'auteur a su rendre réaliste puisqu'il nous parlait de ce qu'il avait connu dans son pays.
Comme à son habitude, Ernesto Mallo ne s'embarrasse pas de tirets cadratins ou de guillemets pour ses dialogues qui se retrouvent noté en italique, tout simplement, avec les paroles des protagonistes qui se retrouvent toutes l'une sous l'autre, ce qui est plus facile à déchiffrer que lorsque les dialogues se retrouvent insérés dans la narration normale, comme je l'ai déjà vu.
Pour sa première enquête littéraire, Lascano paraît plus humain que dans les suivants car il est amoureux et donc, différent. La vie lui a déjà réservé bien des tourments, bien des peines, mais elle ne l'a pas encore cassé comme il semblait l'être dans les autres romans. Celui nous expliquera pourquoi.
Un roman noir écrit au vitriol, taillé au scalpel, un roman court mais ultra percutant, sombre, violent. L'auteur ne s'encombre pas de fioritures et va directement à l'essentiel. du brut de décoffrage qui écorche la gorge et pique aux yeux.
Un Perro Lascano qui ne lâche rien mais qui va payer le prix de son honnêteté. Une enquête retorse où les atmosphères angoissantes du pays sont plus importantes que tout le reste. Il m'a glacé, ce roman noir.
Αργεντινή 1975-1976. Ο Μαγιο υφαίνει επιδεξια τον ιστό μιας συναρπαστικης όσο και σκληρης ιστορίας μεταφέροντας το κλίμα και τα γεγονότα μιας ταραγμένη εποχής που οδήγησε στην στυγνή δικτατορία του Βιδέλα. Ενώ στο Μπουένος Άιρες συσσωρεύονται πτώματα από τις πρακτικές του κράτους και του παρακράτους, ένας αστυνομικός που βρίσκεται σε δυσμένεια καλείται να ερευνήσει μια αυτοκτονία...
Θα το χαρακτήριζα συγκλονιστικο.
Ο Μαγιο θύμα και ο ίδιος της κρατικής τρομοκρατίας στη χωρα του γράφει για τον εαυτό του: Γεννήθηκα υπερβολικά νέος και δίχως την κατάλληλη σκευή για ν αντιμετωπίσω τον κόσμο. Στα έξι μου αναγκάστηκα να εγκαταλείψω την εκπαίδευση για να πάω σχολείο. Στα 20 σκέφτηκα ότι ήταν υποχρέωση μου να αλλάξω τον κόσμο. Τον άλλαξα, είναι ετούτος δω, συγγνώμη.
Υπάρχουν αυτοί που αγαπούν στα τα βιβλία κσι οι οψιμοι αναγνώστες.
Un libro que definitivamente no estaba planeado leer pero fue una absoluta sorpresa. Me encantó haberme encontrado a este autor y a este increíble policial. ¿Problemas? Deja algunas cuestiones sin solucionar de la trama que al final hacen un poco de ruido, pero en general es un buen libro, cortito, que se lee en nada y sirve para pasar el rato. Un policial que recorre la década del '70, con la Triple A y los montoneros en lucha en las calles de Buenos Aires. Asesinatos por doquier y una policía corrupta. Este tipo de género no me suele gustar, pero Mallo tiene una forma de escribir tan amena y, por momentos, poética que te hace perder en sus palabras. ¿Lo recomiendo? Por supuesto. Un excelente libro para pasar el rato 🤗
me gustaría decir algo mejor de ella, pero me cuesta. No soy el lector ideal de novela policíaca, ya lo estoy empezando a entender. Pero lo que me ha lastrado la lectura son los diálogos, no me han parecido nada convincentes. Encorsetados y muchas veces innecesarios. Al igual que la parte narrada esta bien, de los diálogos no puedo decir lo mismo. El segundo punto en contra: La velocidad. Es demasiada rápida y no da tiempo a asentar nada. Incluso al final intenta meter una decisión crucial, un debate moral y se resuelve en cuatro paginas. Pues no me lo creo. NI la forma ni los hechos.
Novela negra que se deja leer. En la Argentina previa al golpe de estado, Lascano debe investigar la muerte de un alemán que trabajó en las SS. Las investigaciones le permiten conocer a una joven traductora de la que se acaba enamorando. Mientras tanto se van produciendo diversos asesinatos y el intento de aparcar a Lascano de la investigación. La novela es entretenida pero al desconocer la historia argentina me falta contexto para valorarla. Quizás hubiera estado bien que el autor detallara más algunos aspectos
Νουάρ, με πολλά πολιτικά και ιστορικά στοιχεία. Ευτυχώς η έκδοση φρόντισε να περιλάβει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για να μπορείς να ακολουθήσεις και να καταλάβεις την πλοκή. Είναι η δομή τέτοια που μεταφέρεσαι με επιτυχία στο νουάρ κλίμα που χρειάζεται να έχει ένα νουάρ βιβλίο. Πλούσιες εικόνες και συνάμα ευκολοδιαβαστο. Το διάβασα με αμείωτο ενδιαφέρον και σε κάποιο σημείο με συγκίνηση. Είναι το δεύτερο βιβλίο από τις εκδόσεις carnivora στην σειρά noir, μέχρι στιγμής δεν με έχει απογοητεύσει.
Δεν μου αρέσει η αστυνομική λογοτεχνία. Όμως, ο Mallo δουλεύει σε πολλαπλά επίπεδα. Ιστορικός περίγυρος, καλοδουλεμένοι χαρακτήρες, δυνατή ερωτική ιστορία και συνεχής δράση, σαν να βλέπεις κινηματογραφικό φιλμ.
"...les ofrecieron uniformes vistosos, con botas fuertes, correajes estrictos y símbolos escalofriantes para que todos les temieran. Y se los pusieron. Y les dieron marchas, estandartes y banderas. Y pusieron en sus manos garrotes, pistolas, fusiles y ametralladoras. Y les pidieron que fueran rápidos, afilados y crueles. Y lo fueron.” Ernesto Mallo fiel a su estilo, invita al lector a recorrer junto con un joven e incorruptible Lascano, las calles de un Buenos Aires turbulento, durante la presidencia de Isabel Perón. La trama policial es muy simple, pero cumple varios fines: Sirve al autor como vehículo para comparar la barbarie del régimen nacional socialista de Hitler con el terrorismo de estado promovido por la Triple A, e introduse a Marisa en la trama, cuya historia de amor con el protagonista, lamentablemente resulta endiabladamente cursi; un híbrido entre una canción de Palito Ortega y una telenovela protagonizada por Arnaldo André (para emplear una comparación que se ajuste al marco temporal de la historia). En cuanto al final…solo puedo decir que Mallo me ha tomado el pelo