Το ωραιότερο και αισθηματικότερο έργο. Η τραγωδία και η κωμωδία ανακατεμένες και συγχωνευμένες στην «υπόθεση των φοιτητών». Ο τόπος, η εποχή, τα πρόσωπα, η ηλικία τους, η θέση τους, η ψυχοσύστασή τους, οι μεταξύ τους σχέσεις, η ιστορία τους, στην πιο δυναμική πλοκή. Ένα δυνατό αίσθημα, μια μεγάλη αγάπη του Τάσου και της Φανίτσας, που άρχισε με κλάματα, βάσανα, πόνους, με ό,τι χρειαζόταν για να εξαγοραστεί μια ευτυχία... και να βαστάξει για πάντα!...
Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1867 από Ζακυνθινό πατέρα και από μητέρα Φαναριώτισσα. Η οικογένειά του εγκαταλείπει την Πόλη, όταν ο Γρηγόριος ήταν έντεκα μηνών και εγκαθίσταται στη Ζάκυνθο. Μετά το γυμνάσιο ο Ξενόπουλος παρακολουθεί μαθήματα φυσικομαθηματικών στο πανεπιστήμιο της Αθήνας. Όμως, η λογοτεχνία και η δημοσιογραφία τον αποσπούν οριστικά. Συνεργάζεται με όλες σχεδόν τις εφημερίδες και τα περιοδικά της εποχής του. Το 1890 ο Γεώργιος Δροσίνης του προτείνει και αναλαμβάνει αρχισυντάκτης στην Εστία. Το 1896 ο ιδιοκτήτης του παιδικού περιοδικού «Διάπλασις των παίδων» Νικόλαος Παπαδόπουλος τον παίρνει αρχισυντάκτη και αργότερα του αναθέτει τη διεύθυνση του περιοδικού. Αν και είναι επηρεασμένος από τις ευρωπαϊκές πολιτιστικές ανακατατάξεις, δεν περιορίζεται μέσα στα πλαίσια του ηθογραφικού μυθιστορήματος, αλλά προχωράει και ασχολείται με την περιγραφή των ψυχικών ικανοτήτων των ηρώων του. Γίνεται ένας ψυχογράφος που τηρεί όμως αυστηρά την αντικειμενικότητά του. Ο Ξενόπουλος έγραψε με την ίδια επιτυχία και δράματα και κωμωδίες κυρίως με θέμα τον έρωτα. Τα έργα του είναι ηθογραφίες που αναδεικνύουν τη ζωή μιας εποχής η μιας τοπικής κοινωνίας, τοπικές και εποχικές ιδιαιτερότητες παίρνουν συχνά ισχύ άγραφων νόμων που επιβάλλονται μέσα από την κοινωνία. Τα έργα του ταξινομούνται είτε στη Ζάκυνθο είτε στην Αθήνα και ο Ξενόπουλος έρχεται να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των δύο Σχολών, της Αθηναϊκής και της Επτανησιακής. Ο Ξενόπουλος πέθανε σε μεγάλη ηλικία το 1951 στην Αθήνα μακριά από το αγαπημένο του νησί.
για να μην υποφέρεις φύγε μακριά μου, κρύψου από μένα δεν ξέρω αν φεύγεις, τώρα, για το λίγο μου ή αν αυτό που νιώθω ήταν πολύ πολύ για σένα, πολύ για σένα
Για τις παλιές αγάπες μη μιλάς στα πιο μεγάλα θέλω κάνουν πίσω δεν άντεξαν μαζί και χάθηκαν μακριά κρύφτηκαν στις σπηλιές χαμένων παραδείσων
Ό, τι αξίζει πονάει, κι είναι δύσκολο».
Έρωτας πλατωνικός, βασανιστικός και υπέροχος, μαρτυρικός και λυτρωτής, μελοδραματικός ; Ίσως. Γλυκανάλατος; Μπορεί. Επώδυνος, καταστρεπτικός, βασιλιάς της καρδιάς και σκλάβος της προσμονής. Ήλιος και λιακάδα στην ψυχή, παγωνιά και θλίψη στο μυαλό. Βροχή τα δάκρυα που κάνουν αγκαλιές με τα απεγνωσμένα γέλια της παράνοιας και της κρυφής επώδυνης προσδοκίας.
🎆🎆🌅🌅🎆🎆🌄🌄 «Σε περιμένω. Μη ρωτάς γιατί. Mη ρωτάς γιατί περιμένει κείνος Που δεν έχει τί να περιμένει Και όμως περιμένει.
Γιατί σαν πάψει να περιμένει Είναι σα να παύει να βλέπει Σα να παύει να κοιτά τον ουρανό Να παύει να ελπίζει Σα να παύει να ζεί.
Αβάσταχτο είναι… Πικρό είναι Να σιμώνεις αργά στ’ακρογιάλι Χωρίς να είσαι ναυαγός Ούτε σωτήρας Παρά ναυάγιο».
Μια ωδή ήταν στην προσμονή !….
💔🌺💔
Καλή ανάγνωση. Πολλούς και σεμνούς ασπασμούς.!!!!!
Στην αναζήτηση του για «φοιτητικό σπίτι» ένας φοιτητης νομικής νοικιάζει κατά τύχη δωμάτιο μέσα στο σπίτι της κοπέλας που είναι τρελά ερωτευμένος.
Μου άρεσε πολύ. Για ιστορία που διαδραματίζεται στην Αθήνα του 1900, η δράση των χαρακτήρων ήταν πολύ ανθρώπινη, οι αλληλεπιδράσεις τους με τους φίλους τους ήταν σαν φυσιολογικά παιδιά 18-20 ετών, με γέλιο και απερισκεψία.
Το τέλος θα ήθελα λίγο πιο έντονο γιατί το περιμέναμε σε όλο το βιβλίο αλλά ιτς οκευ
Η ιστορία ενός φοιτητή της Νομικής που ερωτεύεται μια αρσακειάδα, στης οποίας το σπίτι είναι νοικάρης. Αθήνα, αρχές του 20ου αιώνα. Το γλωσσικό ζήτημα είναι στην επικαιρότητα με αντίπαλους από την μία τους δημοτικιστές και από την άλλη τους καθαρευουσιάνους. Στον δρόμο γίνονται διαδηλώσεις κατά της δημοτικής μετάφρασης της Ορέστειας που πρόκειται να κάνει πρεμιέρα στο Βασιλικό Θέατρο. Ο Βασιλιάς είναι υπέρ της μετάφρασης και στέλνει τον στρατό να διαλύσει την συγκέντρωση. Ο Ξενόπουλος μας παρουσίαζει με γλαφυρό και όμορφο τρόπο την Αθήνα εκείνης της εποχής. Και ο έρωτας μεταξύ των δύο νεαρών παρουσιάζεται ιδανικός, ρομαντικός, πλατωνικός, σχεδόν ονειρικός.
Ένα υπέροχο, κλασικό μυθιστόρημα που παραμένει επίκαιρο. Η ιστορία εστιάζει στην αιώνια «μάχη» και το φλερτ ανάμεσα στους φτωχούς, αλλά γεμάτους ζωή, φοιτητές της Αθήνας του 19ου αιώνα και τις αυστηρά φρουρούμενες, αλλά γεμάτες σπίρτο, μαθήτριες του Αρσακείο . Ο Ξενόπουλος θέλει να δείξει ότι η αγάπη και το πάθος της νιότης μπορούν να ξεπεράσουν τα κοινωνικά εμπόδια, τους κανόνες και τις συμβάσεις. Το βιβλίο είναι μια αναγνώριση της ομορφιάς των νεανικών ονείρων και της ελπίδας για ένα καλύτερο μέλλον, όπου η καρδιά επιλέγει, ανεξάρτητα από την κοινωνική τάξη. Το ύφος γραφής είναι γλαφυρό, χαριτωμένο και ζωντανό. Ο Ξενόπουλος έχει έναν μοναδικό τρόπο να περιγράφει τις καταστάσεις και τους χαρακτήρες με χιούμορ και τρυφερότητα, κάνοντας την αφήγηση απολαυστική και ευκολοδιάβαστη. Η γλώσσα, αν και της εποχής, είναι προσβάσιμη και προσθέτει στην ατμόσφαιρα. Οι χαρακτήρες είναι αξιαγάπητοι και ρεαλιστικοί. Είναι ένα βιβλίο που διαβάζεται και ξαναδιαβάζεται, προσφέροντας πάντα την ίδια χαρά και αισιοδοξία. Η διαχρονικότητα του θέματος, το χιούμορ και η τρυφερότητα της γραφής το καθιστούν ένα αριστούργημα της ελληνικής λογοτεχνίας. Δικαιώνει απόλυτα την απόλυτη βαθμολογία. Το λάτρεψα!