Οι τριάντα µία διηγήσεις είναι αφηγήσεις προσωπικές, ιστορίες φίλων και περαστικών, εξιστορήσεις που φανερώθηκαν µέσα από καταχωνιασµένα σηµειωµατάρια και το καταστάλαγµα της ζωής. Καταστάσεις πραγµατικές και φανταστικές, ανοµολόγητες και παρανοηµένες, για ανθρώπους που δοκιµάστηκαν στα όρια της ζωής τους. Κοινά στοιχεία των διηγήσεων η µνήµη, ο πόνος και η απώλεια, οι εµµονές του έρωτα, τα ανθρώπινα παθήµατα. Οι διηγήσεις, σύνοψη και απόσταγµα ζωής, αποτελούν µια αποσπασµατική μυθοπλασία. Ως αφηγητής δεν θέλησα µόνο να περιγράψω και να στοχαστώ, αλλά να εκτεθώ, να µιλήσω µε ειλικρίνεια, να διηγηθώ ανυπόκριτα µε συγκίνηση και αυτοσαρκασµό, αναζητώντας τη µοναδικότητα του εαυτού µας και την επαφή µε τον αναγνώστη στη χαοτική εποχή µας. Άραγε πόσο αποκαλυπτόµαστε µέσα από τα λόγια και τις ιστορίες µας; Και πότε η ανάκληση µιας ιστορίας γίνεται εκµυστήρευση µε όλο της το κόστος και όχι απλώς η νοσταλγία της απώλειας; Θ.Γ.
Στην Ελληνική πεζογραφία έχουμε υπέροχα αναγνώσματα και άξιους συγγραφείς. Ένας από αυτούς είναι ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης. Στο τελευταίο του βιβλίο μας χαρίζει τριάντα μία διηγήσεις και της χωρίζει χρονικά σε τρεις φάσεις.
Στον πρώτο κύκλο ο συγγραφέας ξεκινάει την εργασία του στα σχολεία και έρχεται σε επαφή με πολλούς και ετερόκλητους μαθητές. Κάθε ιστορία και ένα δίδαγμα για τα παιχνίδια που μας παίζει η ζωή. Ξεχώρισα την « Διαγωγή κοσμία» που μας παρουσιάζει την ιστορία δυο νέων παιδιών που η μοίρα τους ένωσε και τους χώρισε με τον αδόκητο τρόπο.
Στον δεύτερο κύκλο ως εργαζόμενος στη βιβλιοθήκη γνωρίζει ανθρώπους που η μοίρα τους έδωσε να σηκώσουν τον δικό τους σταυρό,
Στον τρίτο κύκλο οι ιστορίες που μας αφηγείται έχουν στον κέντρο τους μετανάστες και τον δύσκολο δρόμο που πήραν μέχρι να βρουν ένα μέρος να δουλέψουν και να ζήσουν.
Με αφορμή τον Μήνα Υπερηφάνειας που διανύουμε ξεχώρισα στο βιβλίο τον «Μικρό κομμωτή» και τις « Αδιευκρίνιστες παθήσεις αντρών» που θίγουν το πως η κοινωνία ξεχωρίζει τους ανθρώπους και το κοινό χαρακτηριστικό των δύο διηγημάτων είναι ότι για να δεχτούμε τον άλλον όπως είναι πρέπει να τον αποδεχτούμε. Δεν είναι στη ζωή όλα άσπρο ή μαύρο υπάρχουν και οι υπόλοιπες αποχρώσεις που δίνουν ζωή και χρώμα στην καθημερινότητά μας.
Ένα βιβλίο που με τον άμεσο και απλό τρόπο γραφής του δίνει φωνή σε όλους τους ανθρώπους που αξίζουν την αγάπη μας και τον σεβασμό μας.
Ένα βιβλίο γεμάτο μικρά διηγήματα. Δυστυχώς δε μου έδωσε κάποια ευχαρίστηση. Τα περισσότερο με κούρασαν και δε μου έδωσαν και πολλά. Λυπάμαι, γιατί το Παρτάλι του ιδίου είναι από τα αγαπημένα μου .
Στην πρώτη μου ανάγνωση του Θεόδωρου Γρηγοριάδη, θυμήθηκα ακόμα μια φορά ότι ο απλός και λιτός λόγος είναι συχνά τόσο συμπυκνωμένος, ουσιώδης και αληθής, που δε χρειάζονται πολλές αναλύσεις, γιατί είναι σαν να μεταφράζεις ένα βιβλίο από άλλη γλώσσα.
Ακολουθώντας τα βήματα του Γρηγοριάδη σε ένα μυθιστόρημα που βιώνεται ανάμεσα στην αυτοβιογραφία και τη μυθοπλασία, ταίριαξε απόλυτα στο θερινό περιβάλλον που ξεκίνησα να το διαβάζω. Αυτό ίσως συμβαίνει κυρίως λόγω του τίτλου, γιατί η νοσταλγία της απώλειας μου φέρνει στο μυαλό όλα τα χαμένα παιδικά καλοκαίρια που δεν ξαναγυρίζουν, όπως και οι ήρωες των διηγημάτων του συγγραφέα.
Το βιβλίο χωρίζεται χρονολογικά σε τρεις κύκλους. Ο πρώτος αφορά την εργασία του συγγραφέα ως νεοδιορισμένος καθηγητής αγγλικών. Συγκεκριμένα, υπηρετεί σε διάφορα σχολεία, σε χωριά και κωμοπόλεις και παρατηρεί πολλούς διαφορετικούς μαθητές. Παράλληλα, έχει εισχωρήσει μέσα του το μικρόβιο του συγγραφέα, κάτι που κάνει την παρατηρητικότητά του να διεγείρεται ακόμα περισσότεορ. Ο δεύτερος κύκλος σχετίζεται με τη συνεργασία του συγγραφέα με μια βιβλιοθήκη. Έχει πλέον αναγνωριστεί ως συγγραφέας, «παλεύει» για να μυήσει τους επισκέπτες στον κόσμο της λογοτεχνίας και συγκινείται από τα βιώματα ξεχωριστών ανθρώπων που ο καθένας έχει ζήσει τις δικές του δυσκολίες και περιπέτειες. Ο τρίτος και τελευταίος κύκλος αναφέρεται στους μετανάστες και στην πορεία που επέλεξαν ώστε να βρουν ένα νέο μέρος για να ζήσουν. Ο συγγραφέας ζει πια στην Αθήνα και προσπαθεί να βρει την αλήθεια ανάμεσα σε πονεμένες ζωές.
Αυτό που διατρέχει όλα τα διηγήματα και είναι κοινό σε όλους τους κύκλους, είναι ο θάνατος, το πέρασμα, η απώλεια. Ο θάνατος δεν είναι μόνο μια πόρτα για τη ζωή, απαραίτητο στάδιο για τη διατήρηση και την ανακύκλωση της ζωής στον πλανήτη, αλλά θάνατος μπορεί να ονομαστεί και κάθε ιστορία που τελειώνει. Πολλές φορές, για να περάσει ο άνθρωπος σε ένα νέο στάδιο, πρέπει να βιώσει έστω και έναν μικρό θάνατο, να αφήσει δηλαδή κάτι πίσω του. Εν προκειμένω, ο θάνατος μπορεί να είναι η απώλεια της παιδικότητας, ο θάνατος ενός προσώπου ή η απόφαση να αφήσει κάποιος την πατρίδα του σε αναζήτηση ενός κόσμου καλύτερου.
Είναι ένα βιβλίο που σίγουρα θα ξαναδιαβάσω!
3,5 αστέρια διότι λίγες ιστορίες δε μου φάνηκαν τόσο ελκυστικές σε σχέση με τις υπόλοιπες