Τα "Ψηλά βουνά" (1918) του Ζαχαρία Παπαντωνίου, μετά την πρώτη σύντομη ζωή τους ως αναγνωστικό του Δημοτικού, έζησαν και εξακολουθούν να ζουν μια δεύτερη ως πάντερπνο ανάγνωσμα όλων των ηλικιών.
Οι τρεις φωτιές ~ Το γράμμα του Αντρέα ~ Το ξεκίνημα ~ Οι μικροί ταξιδιώτες ανεβαίνουν το βουνό ~ Το τραγούδι του Μπαρμπαφώτη ~ Τα παιδιά κοιτάζουν το νερό της Ρούμελης ~ Καταστροφή στα κουλούρια του Φουντούλη ~ Τα μουλάρια ξέρουν πού θα φάνε οι ταξιδιώτες ~ Η βρύση ~ Η πρώτη βραδιά στο δάσος ~ Άστρα, γρύλοι και κουδούνια ~ Τα παιδιά σχηματίζουν κοινότητα ~ Πόλεμος μ' ένα μαντρόσκυλο ~ Ένα βλαχόπουλο, που δε λέει πολλά λόγια ~ Η βλαχοπούλα μιλεί στα παιδιά ~ Το πρώτο συσσίτιο ~ Οι επιγραφές του Καλογιάννη ~ Συγκοινωνία με κατοικημένους τόπους ~ Προμηθεύονται εργαλεία για τους δρόμους ~ Τα παιδιά φτιάνουν δρόμους ~ Έρχεται η αλεπού ~ Τα εφτά μικρά στο κυνήγι της κότας ~ Οι νοικοκυραίοι παίρνουνε είδηση ~ Οι Ζαβοπαναγήδες ~ Η γριά Χάρμαινα ~ Ο Λάμπρος οδηγεί το κοπάδι ~ Ένα σχολείο εκεί, που δεν το περίμενε κανένας ~ Τι είδε ο Λάμπρος όταν τελείωσε το μάθημα ~ Ένας δάσκαλος στην κοινότητα ~ Στους ίσκιους των δέντρων ~ Ο Γεροθανάσης ~ Ένας εθελοντής χωροφύλακας για την αλεπού ~ Ένα ξαφνικό επεισόδιο ~ Ο άνθρωπος που τρώει το δάσος ~ Τα παιδιά ειδοποιούν τους χωροφύλακες ~ Το πληγωμένο πεύκο ~ Τα παιδιά γίνονται δασοφύλακες ~ Δασοφύλακες, γρηγορείτε! ~ Οι δεντροκόποι δεν πέρασαν καλά ~ Το μαύρο τραγάκι ~ Το τραγούδι της Αφρόδως ~ Η ιστορία του Γιάννη από το Πουρνάρι ~ Η κατάρα του πεύκου ~ Στη Ρούμελη ~ Ο μεθυσμένος μυλωνάς ~ Στον έλατο ~ Για τον ήλιο που βασιλεύει ~ Ο Φάνης ολομόναχος ~ Μεγάλη ανησυχία στις καλύβες ~ Περπατούν για το Φάνη ~ Τα δώρα της ημέρας ~ Ο Αραπόβραχος ~ Καλή νύχτα, γερο - Αράπη! ~ Ακόμη κι ο Γκέκας είναι γελαστός ~ Ο Θύμιος ο κουδουνάς από τα Σάλωνα ~ Ο Φουντούλης άρρωστος ~ Ο Κωστάκης μ' ένα παπούτσι ~ Ο λύκος ~ Μια μικρή τελετή στο δάσος ~ Ο χείμαρρος ~ Από πού έρχεται το νερό ~ Και τα δέντρα πονούν ~ Το όνειρο του χωριάτη ~ Τα πεθαμένα δέντρα ~ Στο νεροπρίονο ~ Το τραγούδι στο νέο καράβι ~ Ο Σπύρος βρίσκει κάτι χρήσιμο ~ Η θύελλα ~ Η θύελλα στις καλύβες των παιδιών ~ Ένα μήνυμα ~ Στο μοναστήρι ~ Εσπερινός ~ Απόδειπνο ~ Λειτουργία ~ Ο γάμος της Αφρόδως ~ Ο Γκέκας έκαμε, ό, τι έπρεπε ~ Ο Γεροθανάσης φοβάται, μη δακρύση ~ Ο γυρισμός ~ Έπειτα από χρόνια
Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου γεννήθηκε στο Καρπενήσι, γιος του δασκάλου Λάμπρου Παπαντωνίου και της Ελένης Ηλιόκαυτου από το Καρπενήσι. Είχε τρία αδέλφια, το Χαρίλαο, το Θανάση και τη Σοφία. Στο Καρπενήσι έμαθε τα πρώτα γράμματα και το 1890 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα, όπου τέλειωσε το Γυμνάσιο, πήρε μαθήματα ζωγραφικής και γράφτηκε στην Ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου, χωρίς να αποφοιτήσει. Στράφηκε από τα φοιτητικά του χρόνια προς τη συγγραφή και τη δημοσιογραφία και σε ηλικία δεκαέξι μόλις ετών ξεκίνησε να αρθρογραφεί στην "Ακρόπολη" του Βλ. Γαβριηλίδη. Ως το 1898, οπότε κυκλοφόρησε η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο "Πολεμικά τραγούδια", συνέχισε να συνεργάζεται με περιοδικά και εφημερίδες όπως η "Εφημερίδα των συζητήσεων", ο "Χρόνος" και η "Σκριπ", στην οποία υπήρξε αρχισυντάκτης από το 1900 ως το 1905. Το 1904 γίνεται ένα από τα πρώτα μέλη της εταιρίας "Η Εθνική Γλώσσα", με στόχο την υπεράσπιση της δημοτικής γλώσσας (μαζί με τους Μιλτιάδη Μαλακάση, Λάμπρο Πορφύρα, Κωνσταντίνο Χατζόπουλο, Ανδρέα Καρκαβίτσα, Ιωάννη Κονδυλάκη και άλλους). Για την Εθνική γλώσσα συνέταξε τον επόμενο χρόνο τη διακήρυξη "Προς το ελληνικό Έθνος", εκθέτοντας τους στόχους της. Από το 1908 και ως το 1911 βρέθηκε στο Παρίσι ως απεσταλμένος της εφημερίδας "Εμπρός" του Αριστείδη Κυριακού. Παράλληλα αρθρογραφούσε σε γαλλικές εφημερίδες και γνώρισε νέα καλλιτεχνικά ρεύματα. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα εγκατέλειψε τη δημοσιογραφία (με μοναδική εξαίρεση τη συγγραφή χρονογραφημάτων στην εφημερίδα "Εμπρός" ως το 1914) και διακρίθηκε σε μια έκθεση ζωγραφικής στο Ζάππειο για σχεδιάσματα και γελοιογραφίες που είχε δημοσιεύσει κατά καιρούς σε διάφορα περιοδικά. Από το 1912 και ως το 1916 διετέλεσε νομάρχης στη Ζάκυνθο, τις Κυκλάδες, την Καλαμάτα και τη Σπάρτη. Από τη θέση του Νομάρχη προώθησε την ιδέα οργάνωσης εργατικού σωματείου στη Σύρο καθώς επίσης τη διοργάνωση του πρώτου Πανιονίου Συνεδρίου για τα πενήντα χρόνια της Ένωσης της Επτανήσου και αντέδρασε μαζί με τον εισαγγελέα Α.Ρέγκο στον αφορισμό του 1916 κατά του Βενιζέλου. Η τελευταία πρωτοβουλία του του στοίχισε τη θέση του και τον οδήγησε σε δίκη, στην οποία όμως απαλλάχτηκε. Δεν έπαψε παράλληλα να ασχολείται με την τέχνη και την κριτική, ενώ βραβεύτηκε μαζί με τον Στέλιο Σπεράντζα και την Ελένη Μ. Νεγρεπόντη (κατόπιν Ελένη Ουράνη) στον επίσημο διαγωνισμό Στρατιωτικών Ποιημάτων που προκήρυξε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Το 1917 πέθανε ο πατέρας του και τον επόμενο χρόνο έγραψε (σε συνεργασία με τους Δ. Ανδρεάδη, Αλ. Δελμούζο, Π. Νιρβάνα και Μ. Τριανταφυλλίδη και εικονογράφηση του Π. Ρούμπου) τα "Ψηλά Βουνά", έργο που προορίστηκε για αναγνωστικό της τρίτης τάξης του δημοτικού σχολείου (είχε προηγηθεί ανάθεση του έργου στον Παπαντωνίου από το Υπουργείο Παιδείας της επαναστατικής κυβέρνησης Βενιζέλου). Την ίδια χρονιά ανέλαβε καθήκοντα προέδρου της Εθνικής Πινακοθήκης, φροντίζοντας για τον εμπλουτισμό της με έργα πολλών ελλήνων ζωγράφων και χαρακτών (Γύζης, Παρθένης, Μαλέας, Λύτρας, Θεοτοκόπουλος). Τον επόμενο χρόνο αυτοκτόνησε σε ηλικία τριάντα εννιά χρόνων ο αδελφός του Θανάσης, ο οποίος αντιμετώπιζε έντονες ψυχικές διαταραχές από τα εικοσιδύο του. Το 1920 τύπωσε την παιδική ποιητική συλλογή "Τα χελιδόνια", αφιερωμένη στον αδελφό του, η οποία επανεκδόθηκε το 1931 με τίτλο "Παιδικά τραγούδια". Μετά την ανατροπή της κυβέρνησης Βενιζέλου η νέα κυβέρνηση αποφάσισε να καούν δημοσίως τα αναγνωστικά της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, ανάμεσα στα οποία και τα "Ψηλά Βουνά". Το 1923 ο Παπαντωνίου εξέδωσε την ποιητική συλλογή του "Πεζοί ρυθμοί" και τους τρεις τόμους των "Νεοελληνικών αναγνωσμάτων" για τις πρώτες τάξεις του δημοτικού, τιμήθηκε με το εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και διορίστηκε καθηγητής στο Αμαλίειο ορφανοτροφείο και τη Σχολή Καλών Τεχνών. Την ίδια χρονιά ταξίδεψε στην Ευρώπη, την Κωνσταντινούπολη και το Άγιο Όρος στα πλαίσια των καθηκόντων του ως διευθυντή της Εθνικής Πινακοθήκης. Τέσσερα χρόνια αργότερα τυπώθηκε η συλλογή διηγημάτων του "Διηγήματα", ενώ από το 1929 και ως το
Μοιραία, καθώς μεγαλώνουμε, αποχαιρετάμε τα βιβλία που μας συντρόφεψαν στο ταξίδι της ενηλικίωσης. Άλλοτε τα στριμώχνουμε βαθιά στα ολοσκότεινα ράφια, λες και παραμονεύουν να αποδράσουν από τις σελίδες τους ολοζώντανοι οι δράκοι κι οι κακοί των ιστοριών τους και δεν θέλουμε να τους απαντήσουμε, κι άλλοτε τ' αποθηκεύουμε προσώρας (υποτίθεται) σε κούτες, αποθήκες, μπαούλα. Το ίδιο συνέβη με τα Ψηλά Βουνά. Έχοντας πια μεγαλώσει κάμποσο ο γιος μου, μου ζήτησε να κατεβάσω το εν λόγω βιβλίο στην αποθήκη. Δεν τον αδικώ. Στην σύγκριση με τον Χάρι Πότερ και τις ιλουστρασιόν ιστορίες ενός μαθητευόμενου μάγου σ' ένα φαντασιακό περιβάλλον, οι λιγότερο απίθανες ιστορίες των μικρών ηρώων του Ζαχαρία Παπαντωνίου στα βουνά της πατρίδας μας δείχνουν μάλλον παρωχημένες. Ο καλός ο μύλος όλα τ' αλέθει, όμως! Παράβλεψα, που λέτε, την αποθήκη, κράτησα στην τσάντα μου το βιβλιαράκι, και μέρα τη μέρα, εν είδει διαλείμματος, έπαιρνα τα Ψηλά Βουνά, βολευόμουν αναπαυτικά (όπου κι αν ήμουν), και ταξίδευα. Νοερά; Πως αλλιώς! Αλλά τι διαφορά έχει στ' αλήθεια! Όλες οι παιδικές μυρωδιές ήταν εκεί, κι οι ανεξήγητοι φόβοι μας κι όλη η ανεμελιά μιας τρυφερής ηλικίας που η απώλειά της εξακολουθεί να με κάνει να κλαίω.
Τι καλό έχει να ωριμάζεις, γαμώτο; Γιατί το ρολόι του χρόνου δεν σταματάει όταν είσαι δεκατριών;
Το αγαπημένο μου βιβλίο των παιδικών χρόνων. Το είχα διάβασε καμια 10αρια φορές στο δημοτικό (περί το 1987-88). Αναρωτιόμουν συνέχεια που ήταν η Ρούμελη, πως είναι να μαγειρεύεις πατάτες γιαχνί μόνος σου, πως προστατεύουν τα τσοπανόσκυλα ένα κοπάδι και άλλα πολλά... Ίσως και να είναι το βιβλίο που με έκανε να αγαπήσω το διάβασμα και την λογοτεχνία.Επίσης σαν παιδί της πόλης ζήλεψα τις περιπέτειες των μικρών παιδιών στην εξοχή και την φύση. Θα ήθελα τα παιδιά μου να το διαβάσουν μια μέρα...
Πόσο άνθρωπος της πόλης έχω υπάρξει όλη μου τη ζωή το εμπέδωσα επιτέλους πικρά βλέποντας πόσα βασικά που αγνοούσα για τη Φύση μού δίδαξε αυτό το παλαιό Αναγνωστικό που κυκλοφόρησε πριν έναν αιώνα...
Τι βαθμολογία να δώσει κανείς στην ιστορία; Στο μύθο; Εγώ δε μεγάλωσα με το αναγνωστικό (αυτό με τα παιδάκια στο εξώφυλλο - Λόλα, να ένα μήλο) που τόσο αγάπησαν οι γονείς μας και το οποίο έχει επανεκδοθεί (η μάνα μου φυσικά έσπευσε να τα αγοράσει), οπότε μιλάμε μάλλον για τους παππούδες μας.
Ό,τι καλύτερο για τα παιδιά της τρίτης δημοτικού, Τα ψηλά βουνά περικλείουν μέσα τους όλη την αγάπη για τη φύση, (κάποια) ζώα, τη συντροφικότητα, την αλληλοϋποστήριξη, προσπαθώντας να ενσταλάξει στους μικρούς μαθητές τα πρώτα δείγματα οικολογικής συνείδησης. Το έργο κυκλοφόρησε στα 1918 κι αν κρίνουμε από τον αλλεπάλληλο βιασμό της φύσης στα χρόνια που ακολούθησαν, οι Έλληνες μάλλον ποτέ δεν κάναμε κτήμα μας αυτή τη γνώση.
Όμως τα ψηλά βουνά θα στέκονται πάντα αγέρωχα κι εμείς, τελικά, πολύ μικροί μπροστά τους.
Στα "Ψηλά βουνά", έργο που έμεινε χαραγμένο στην αναγνωστική μνήμη χιλιάδων Ελλήνων, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου μέσα από την απλή αφήγηση, με ζωντανή γλώσσα, αφηγείται την ιστορία μιας ομάδας παιδιών που περνούν μόνα τους -με την άδεια των γονιών τους- τις καλοκαιρινές διακοπές στα βουνά της Ευρυτανίας. Εκεί, μέσα στις ομορφιές της ελληνικής φύσης, μαθαίνουν να λειτουργούν σαν ομάδα, να αλληλοβοηθιούνται, να σέβονται το ένα το άλλο, αλλά και να αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες της καθημερινότητας. Τα "Ψηλά βουνά", έργο που θεωρείται έως σήμερα φαινόμενο μοναδικό και αξεπέραστο για τα ελληνικά παιδαγωγικά δεδομένα, εκδόθηκαν για πρώτη φορά ως αναγνωστικό της τρίτης τάξης του δημοτικού σχολείου, την περίοδο 1917-18 και αποτέλεσε το πρώτο σχολικό αναγνωστικό στη δημοτική γλώσσα, στα πλαίσια της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που καθιέρωσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Το βιβλίο επαινέθηκε απ' τον Παλαμά και τονΞενόπουλο για την παιδαγωγική και λογοτεχνική του αξία, τη ζωντανή δημοτική γλώσσα και την τυπογραφική του καλαισθησία. Τα «Ψηλά βουνά», παρά τον πρωτοποριακό τους χαρακτήρα προκάλεσαν λυσσαλέες αντιδράσεις και κάηκαν δημοσίως από τις κυβερνήσεις μετά το 1920.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που οι εκδόσεις Μίνωας επέλεξαν να εντάξουν στη σειρά Κλασικοί θησαυροί αυτό το αγαπημένο ανάγνωσμα. Διασκευασμένο επιτυχημένα από τη Χαρά Γιαννακοπούλου και εικονογραφημένο υπέροχα από τους Θάνο Τσίλη και Ειρήνη Ζελέσκου θα κρατήσει πολύτιμη συντροφιά στους μικρούς αναγνώστες από 3 έως 6 ετών. Υπέροχο κείμενο γεμάτο ιδανικά και αξίες, ένας ύμνος στη φιλία, την ομαδικότητα, τη δίψα για μάθηση, την αλληλεγγύη, την παρέα. Γέλιο, ανατροπές, αγωνία, περιπέτεια, τα προσεκτικά διασκευασμένα «Ψηλά βουνά» θα ενθουσιάσουν μικρούς και μεγάλους αναγνώστες. Χαρίστε στα παιδιά σας έννοιες και αξίες που δύσκολα θα βρουν πέρα από τα βιβλία και είμαι σίγουρος ότι αυτό το κείμενο θα βελτιώσει τη νοοτροπία τους σημαντικά.
Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου αφηγείται την ιστορία μιας ομάδας 26 παιδιών που όταν τελειώνουν την τελευταία τάξη του ελληνικού σχολείου αποφασίζουν (με την άδεια των γονιών τους) να κάνουν μόνα τους διακοπές για περίπου δύο μήνες στα βουνά της Ευρυτανίας. Εκεί, μέσα στις ομορφιές της φύσης, μαθαίνοντας τις ιστορίες των ανθρώπων που συναντούν, φτιάχνουν μια κοινότητα που εξυμνεί το ομαδικό πνεύμα, την αλληλεγγύη και τον αλληλοσεβασμό, μαθαίνουν να ξεπερνούν στις δυσκολίες της ζωής μέσω της συνεργασίας και της εκτίμησης απέναντι στον άλλο, πάντα με χιούμορ και χωρίς βαρύγδουπες διδαχές.Ένα κλασσικό βιβλίο της ελληνικής λογοτεχνίας που όλοι πρέπει να διαβάσουν,μιλάει για τα αυτονόητα: χαρά, διακοπές, φύση, ομαδική δουλειά, φιλία, οικολογία κ.ά.Το βιβλίο της αμεσότητας στη σχέση παιδιού-φύσης.Ασκεί την ψυχή του νέου ανθρώπου στη δημιουργική συνεργασία,στην αίσθηση του καθήκοντος και της υπευθυνότητας κι όλα αυτά μέσα στο μητρικό φυσικό χώρο, το θρόισμα των πεύκων και των ελατιών, το τραγούδι του νερού και τη χαρά μιας αλλιώτικης ζωής.
Εδώ και καιρό αποφάσισα όταν επισκέπτομαι τους γονείς μου Χριστούγεννα Πάσχα ή το καλοκαιράκι να διαβάζω τα βιβλία που βρίσκονται στις δυο βιβλιοθήκες του σπιτιού και να μην φέρνω μαζί μου αυτά που αγοράζω στην Αθήνα.Στο πατρικό μου μπορεί κανείς να βρει τα πάντα από βιβλία Ελλήνων και ξένων συγγραφέων βιογραφίες εγκυκλοπαίδειες μέχρι βιβλία ψυχολογίας.Τα περισσότερα μυθιστορήματα τα έχω διαβάσει να φανταστείτε πως κάποια από αυτά βρίσκονται στα ράφια 10-15 χρόνια και πρόκειται είτε για δώρα συγγενών είτε για αγορές των γονιών μου για τους ίδιους ή για τον αδερφό μου και εμένα.Κάποια τα θυμάμαι αρκετά καλά κάποια άλλα όμως όχι.Αποφάσισα λοιπόν να τα ξαναδιαβάσω και να συγκρίνω τη γνώμη που είχα όταν τα διάβαζα για πρώτη φορά μικρό κοριτσάκι μαθήτρια δημοτικού ή γυμνασίου με την γνώμη που έχω τώρα που μεγάλωσα και είμαι στο Πανεπιστήμιο.Έτσι ξεκίνησα με το Θησαυρό της Βαγίας-το αγαπημένο μου!!- συνέχισα με τα Ψάθινα Καπέλα και ακολούθησαν το Ζητείται Ελπίς και το Καπλάνι της Βιτρίνας.Στις Απόκριες του 2013 σειρά είχαν Τα Ψηλά Βουνά του Ζαχαρία Παπαντωνίου...
Ή ιστορία ξεκινά στις 30 Ιουνίου ανήμερα των Αγίων Αποστόλων και διαδραματίζεται σε μια πόλη της Ρούμελης-όνομα δεν αναφέρεται πάντως το Μικρό Χωρίο υπάρχει στην πραγματικότητα και μάλιστα καταστράφηκε από σεισμό και ξαναχτίστηκε βρίσκεται στο δρόμο προς το μοναστήρι της Παναγιάς της Προυσιώτισσας υπάρχει το Μικρό και το Μεγάλο Χωρίο έχω πάει και είναι υπέροχα,γεμίζουν τα πνευμόνια σου από καθαρό αέρα και η κοιλιά σου από γλυκά του κουταλιού και χειροποίητα ζυμαρικά-και στα βουνά της.Μια παρέα 26 παιδιών τελειόφοιτοι της Έκτης Δημοτικού αποφασίζουν να πάνε για ένα μήνα διακοπές στο βουνό να ζήσουν εκεί μόνα τους χωρίς τη βοήθεια των γονιών τους και να γνωρίσουν τη ζωή εκεί.Παιδιά της πόλης δεν έχουν ταξιδέψει ποτέ και από τις περιγραφές του δασκάλου τους θέλουν να ζήσουν αυτή την μοναδική εμπειρία.Καταφέρνουν να πείσουν τους γονείς τους και το ταξίδι αρχίζει!! Για ένα μήνα ζουν σε αυτοσχέδιες καλύβες φτιαγμένες από τους λοτόμους δημιουργούν μια μικρή κοινωνία μοιράζονται τις δουλειές και γνωρίζουν τους ανθρώπους του βουνού -τους τσοπάνηδες,τους λοτόμους,τον δασάρχη,τους κατοίκους του Μικρού Χωριού- και μαθαίνουν για τη ζωή τους για τα καλά που προσφέρει το δάσος αλλά και για τις δεισιδαιμονίες που υπάρχουν όπως και για τα προβλήματα που προκαλούν κάποιοι άνθρωποι στην περιοχή.Επίσης έρχονται σε επαφή με τα στοιχεία της φύσης αλλά και με τα ζώα του βουνού..Θα ζήσουν μια μοναδική εμπειρία που θα τα στιγματίσει για την υπόλοιπη ζωή τους όπως θα στιγματίσει και όλους όσους ζουν στα Ψηλά Βουνά τόσο που η ιστορία αυτή θα περάσει από στόμα σε στόμα και θα τη γνωρίσουν και οι επόμενες γενιές...
Έχω την έκδοση της Εστίας με το χοντρό μπλε εξώφυλλο και τα βουνά ως εικόνα και δεν φαντάζεστε τη συγκίνησή μου όταν έπιασα το βιβλίο στα χέρια μου χρόνια μετά την τελευταία φορά που το διάβασα.Τα σημάδια του χρόνου είναι έντονα πάνω του,το χαρτί έχει πλέον κιτρινίσει σε κάποια σημεία υπάρχουν σημάδια από αναψυκτικό-όταν ήμουν μικρή δεν πρόσεχα τα βιβλία και διάβαζα τρώγοντας ή πίνοντας γάλα ή αναψυκτικό και στα περισσότερα απ'αυτά υπάρχουν σημάδια από φαγητό..πλέον έχω φτάσει στο άλλο άκρο αν πέσει κάτι πάνω τους τρελαίνομαι και στενοχωριέμαι,τα θέλω καθαρά!-ενώ η ράχη του έχει σπάσει και έπρεπε να είμαι πολύ προσεκτική γιατί με μια απότομη κίνηση οι σελίδες θα ξεκολλούσαν.Το πρόσεχα σαν τα μάτια μου τις μέρες που το διάβαζα ήταν σαν να κρατούσα στα χέρια μου χρυσάφι!! Κάποια στιγμή έπεσα πάνω σε σημειώσεις που είχα γράψει με μολύβι και σας μιλώ ειλικρινά μόνο τα κλάματα δεν με έπιασαν!!Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν θυμόμουν τι εντύπωση μου είχε κάνει όταν ήμουν μικρή βλέποντας όμως τη σημείωση κατάλαβα ότι μου είχε αρέσει.Είχα γράψει ''Ζηλεύω τα παιδιά! Θέλω και εγώ να πάω στα Ψηλά Βουνά!!''.Σίγουρα δεν θα μου είχε αρέσει όσο Ο θησαυρός της Βαγίας ή το Χωρίς Οικογένεια βιβλία απ'τα οποία θυμάμαι και την παραμικρή λεπτομέρεια αλλά για να μπω στη διαδικασία να γράψω κάτι τέτοιο σημαίνει ότι μου είχε κάνει θετική εντύπωση και με είχε ταξιδέψει.Τώρα 10-12 χρόνια μετά την πρώτη εκείνη ανάγνωση νιώθω τυχερή που το βιβλίο αυτό υπάρχει στη βιβλιοθήκη μου! Είμαι ευγνώμων στους γονείς μου που το αγόρασαν..για μένα είναι ένας μικρός θησαυρός!!!
Τα Ψηλά Βουνά έχουν μεγάλη ιστορία πίσω τους.Είναι ένα βιβλίο που στα πλαίσια της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης από την κυβέρνηση Βενιζέλου προοριζόταν για αναγνωστικό της τρίτης δημοτικού.Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 1918 ήταν γραμμένο στην δημοτική και προκάλεσε πολλές αντιδράσεις.Τελικά το 1921 κάηκε αφού η Έκθεση της Επιτροπείας του Υπουργείου Παιδείας ήταν καταπέλτης ''Να καώσι ως έργο ψεύδους και κακοβούλου προθέσεως και να καταδιωχθώσι ποινικώς οι υπαίτιοι'' αυτά έλεγε η έκθεση.Αυτό που για μένα το 2013 είναι ένα βιβλίο θησαυρός για τους μορφωμένους και όχι μόνο του Υπουργείου Παιδείας το 1921 ήταν ένα σκουπίδι που έπρεπε να καεί..Τί ειρωνεία ε?? Και τα βάσανα Των Ψηλών Βουνών δεν σταματούν εκεί.Χρόνια μετά στη μεταπολίτευση επέστρεψαν στα σχολεία αλλά και πάλι η μοίρα τους δεν ήταν καλύτερη.Γρήγορα αποσύρθηκε και από εκεί και πέρα μπορεί κάποιος να το βρει στα βιβλιοπωλεία. Σαν σχολικό εγχειρίδιο δεν είχε τύχη σαν λογοτεχνικό βιβλίο όμως πέτυχε και με το παραπάνω το σκοπό του.Έχω την εντύπωση πως στις μέρες μας λίγα Ελληνικά σπίτια δεν το έχουν στη βιβλιοθήκη τους εγώ όπου έχω πάει έχω δει το χοντρό εξώφυλλο της Εστίας.Κατά κάποιο τρόπο το βιβλίο και ο συγγραφέας πήραν την εκδίκησή τους και εκπληρώθηκε αυτό που λέει ο λαός ''ο χρόνος βάζει τα πράγματα στη θέση τους''....
Πώς θα χαρακτήριζα το βιβλίο?? Αληθινό... είναι ένας ύμνος στη ζωή και στους ανθρώπους γραμμένο για τις παιδικές ψυχές παιδιών της τρίτης δημοτικού αλλά και ένας ενήλικας να το διαβάσει δεν θα απογοητευθεί.Ίσως να απογοητευτεί με το ανθρώπινο είδος με το βιβλίο όμως αυτό καθ'αυτό αμφιβάλλω. Αυτό που επιδιώκει ο Παπαντωνίου είναι να ενεργοποιήσει τη φαντασία των παιδιών.Θέλει να αφήσουν τη φαντασία τους ελεύθερη να φύγουν από τους τέσσερις τοίχους της σχολικής τάξης και να ταξιδέψουν σε νέους τόπους άγνωστους στα περισσότερα παιδιά. Θέλει να ταξιδέψουν σε έναν κόσμο διαφορετικό και μέσα από την περιπέτεια να γνωρίσουν τη φύση και να μάθουν απ'αυτή.Εκείνη την εποχή τα περισσότερα σχολικά βιβλία ήταν γραμμένα στην καθαρεύουσα και ήταν δύσκολα στην κατανόηση τους εξαιτίας της πολυπλοκότητάς τους.Ο λόγος δεν ήταν απλός δεν ήταν κατάλληλος για το μυαλό παιδιών 8-7 χρονών και το μόνο που προωθούσαν ήταν την παπαγαλία το διδακτισμό και τη σοβαροφάνεια.Η φαντασία και η περιπέτεια δεν είχαν καμία θέση σε αυτά.Αυτό έρχεται να το ανατρέψει ο Παπαντωνίου.Το συγκεκριμένο βιβλίο έχει μια γλώσσα απλή λογοτεχνικά εύκολη και δεν υπάρχουν ίχνη διδακτισμού. Μέσα από τις περιπέτειες των παιδιών το παιδικό μυαλό μαθαίνει να εκτιμά τη σημασία των δασών και της φύσης χωρίς να χρειαστεί να παπαγαλίσει ολόκληρα ακατανόητα κείμενα που στο τέλος δεν θα του μάθουν και τίποτα αφού πολύ γρήγορα μόλις περάσει τις εξετάσεις θα τα ξεχάσει.Είναι με απλά λόγια ένα απολαυστικό,γήινο και απλό σχολικό εγχειρίδιο κατάλληλο για παιδιά 8-9 χρονών.
Τα 26 παιδιά εκμεταλλεύονται τις καλοκαιρινές τους διακοπές και αποφασίζουν να περάσουν ένα μήνα στο δάσος.Πρόκειται για παιδιά της πόλης,καλομαθημένα που δεν ξέρουν σχεδόν τίποτα για τη ζωή μακριά από τη θαλπωρή των σπιτιών τους.Πέρνουν την άδεια των γονιών τους και ξεκινούν για το ταξίδι τους μετά την προτροπή του δασκάλου τους και αφού οι λοτόμοι τους έχουν φτιάξει καλύβες για να περνούν τη νύχτα.Στην αρχή νομίζεις ότι οι διακοπές θα είναι χωρίς προβλήματα και κούραση το τοπίο όμως ξεκαθαρίζει πολύ γρήγορα αφού το μόνο που έχουν τα παιδιά είναι μια στέγη για να μείνουν.Από εκεί και πέρα πρέπει μόνα τους να φροντίσουν για το φαγητό, την ασφάλεια τους,το μαγείρεμα,δουλείες που δεν έχουν ξανακάνει ποτέ μόνα τους.Για πρώτη φορά στη ζωή τους θα πρέπει να τα καταφέρουν χωρίς τους μεγάλους.Έτσι δημιουργούν μια μικρή κοινότητα μοιράζουν τις δουλειές και τις αρμοδιότητες και αρχίζουν όλοι να εργάζονται για να ζήσουν.Άλλοι μαγειρεύουν άλλοι βρίσκουν το φαγητό άλλοι πλένουν τα ρούχα άλλοι φτιάχνουν μονοπάτια για να μπορούν πιο εύκολα να περπατούν στο δάσος άλλοι φροντίζουν για την ασφάλειά τους από τα ζώα του δάσους όλοι κάτι κάνουν κανείς δεν κάθεται.Βέβαια όπως σε κάθε κοινωνία τα πάντα δεν είναι δουλειά. Υπάρχει χώρος και για τη διασκέδαση αλλά και για μάθηση.Έτσι επισκέπτονται τα κοντινά χωρία έρχονται σε επαφή με τους κατοίκους τους μαθαίνουν τα προβλήματά τους,γνωρίζουν τις δεισιδαιμονίες και τους θρύλους της περιοχής γνωρίζουν τους βοσκούς του βουνού μαθαίνουν πως ζουν οι γυναίκες εκεί βλέπουν πως είναι ένας παραδοσιακός γάμος και αναλαμβάνουν το ρόλο του δασκάλου σε ένα αγράμματο βοσκόπουλο το Λάμπρο. Επίσης μέσα από την επαφή τους με τους βοσκούς αλλά και το δασάρχη μαθαίνουν τη σημασία του δάσους και τα οφέλη του και το σώζουν κιόλας από ανθρώπους που θέλουν τα ξύλα για άσχημους σκοπούς.Βασικά δεν πρόκειται για απλές διακοπές αλλά για άσκηση ζωής.Σε αυτό τον ένα μήνα θα μάθουν όσα δεν έμαθαν όλα αυτά τα χρόνια κλεισμένα στις αίθουσες του σχολείου τους.Όπως και να το κάνουμε άλλο πράγμα είναι να διαβάζεις κάτι και άλλο να το ζεις.Αυτόν τον ένα μήνα θα κατανοήσουν τη φύση και τα όσα προσφέρει στον άνθρωπο αλλά θα ζήσουν από κοντά και τους κινδύνους της θα μάθουν πως οργανώνεται μια κοινότητα και θα κοινωνικοποιηθούν. Θα έρθουν αντιμέτωποι με τους φόβους τους και θα γίνουν πιο δυνατοί και ώριμοι.Θα μάθουν την όμορφη άλλα και την άγρια ζωή των βοσκών θα γνωρίσουν τις προκαταλήψεις των μεγάλων θα έρθουν σε επαφή με άγρια ζώα και θα γνωρίσουν τις τεχνικές του κυνηγιού και θα μάθουν έννοιες όπως η ομαδικότητα και η συνεργασία...Είναι ένα μάθημα ζωής που θα τα βελτιώσει ως ανθρώπους αυτό είναι αυτό το ταξίδι...
Δυο πράγματα μου έκαναν εντύπωση : η ευκολία που οι γονείς έδωσαν την άδεια στα παιδιά και το ότι δεν υπάρχουν κορίτσια στη παρέα.Για το δεύτερο σκέφτηκα το διαχωρισμό των σχολείων σε αρρένων και θηλέων αλλά το πρώτο μου κάνει πραγματικά εντύπωση.Εντάξει λέει ο Παπαντωνίου ότι έφεραν κάποιες αντιρρήσεις αλλά και πάλι πείστηκαν πολύ εύκολα οι γονείς, οι δικοί μου πολύ δύσκολα θα με άφηναν να κάνω κάτι τέτοιο μόνη στο βουνό χωρίς μεγάλους!!Αλλά δέχομαι την εξήγηση του συγγραφέα ότι εμπιστεύτηκαν τα λόγια των λοτόμων και επίσης πως τα παιδιά για την ηλικία τους ήταν αρκετά ώριμα κάτι που απέδειξαν πολλές φορές εξάλλου...
Όλοι οι χαρακτήρες είναι αξιαγάπητοι.Για ποιόν να πρωτομιλήσω?? Για τον Φουντούλη που δεν σταματούσε να τρώει?? -όταν ήμουν μικρή πρέπει να ταυτίστηκα πολύ μαζί του αφού και εγώ μικρή όλο έτρωγα!!- για τον Φάνη και την περιπέτεια του στον Αραπόβραχο από την οποία βγαίνει πιο δυνατός και με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση?? για τον Αντρέα τον ώριμο αρχηγό της παρέας και για τις σοφές του αποφάσεις?? για τον γερο-Θανάση που εκπροσωπεί όλους εκείνους τους ανθρώπους που παλεύουν μια ζωή? στο πρόσωπό του βλέπεις τους μαχητές της ζωής αυτός ναι είναι ήρωας της διπλανής πόρτας!! να μιλήσω για τον Λάμπρο το εγγονό του γερο Θανάση που φυλά τα πρόβατα αλλά θέλει να μάθει γράμματα και ντρέπεται να πλησιάσει τα παιδιά γιατί θεωρεί τον εαυτό του κατώτερο αφού εκείνα ξέρουν να διαβάζουν και εκείνος όχι??Και τί υπέροχη ιστορία που έχει ο Λάμπρος! όχι μόνο έμαθε να διαβάζει αλλά χρόνια μετά επέστρεψε στα ίδια μέρη ως δάσκαλος για να διδάξει άλλα παιδιά σαν αυτόν,να τους δώσει μια ευκαιρία όπως έδωσαν σε εκείνον τα παιδιά των Ψηλών Βουνών. Ή να μιλήσω για την Αφρόδω την αδερφή του Λάμπρου που εκπροσωπεί τις γυναίκες της εποχής,γυναίκες που δουλεύουν σκληρά και κρατούν το σπίτι άξιες σεβασμού και εκτίμησης??...Χαρακτήρες ανθρώπινοι,γνήσιοι,άνθρωποι της ελληνικής υπαίθρου χωρίς ίχνος ψευτιάς πάνω τους...
Ένα διαχρονικό,ένα αληθινό βιβλίο! αυτό είναι τα Ψηλά Βουνά .Γλώσσα ζωντανή, λογοτεχνική, απλή, εύκολη, λυρική ό,τι πρέπει για να κερδίσει την προσοχή των μικρών παιδιών.Μικρά κεφάλαια χωρίς ίχνη σοβαροφάνειας παπαγαλίας και διδακτισμού! Μια όμορφη περιπέτεια γεμάτη μηνύματα ..ειδικά οι τελευταίες σελίδες είναι ένας ύμνος στη φύση και στην προσφορά της στους ανθρώπους.Μέσα από τις σελίδες του ταξιδεύεις ονειρεύεσαι και φαντάζεσαι.Ένα βιβλίο που σίγουρα σε κάνει καλύτερο άνθρωπο....
Ζαχαρίας Παπαντωνίου: ο συγγραφέας Ζαχαρίας Παπαντωνίου (1877-1940). Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου γεννήθηκε στο Καρπενήσι, γιος του δασκάλου Λάμπρου Παπαντωνίου και της Ελένης Ηλιόκαυτου από το Καρπενήσι. Είχε τρία αδέλφια, το Χαρίλαο, το Θανάση και τη Σοφία. Στο Καρπενήσι έμαθε τα πρώτα γράμματα και το 1890 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα, όπου τέλειωσε το Γυμνάσιο, πήρε μαθήματα ζωγραφικής και γράφτηκε στην Ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου, χωρίς να αποφοιτήσει. Στράφηκε από τα φοιτητικά του χρόνια προς τη συγγραφή και τη δημοσιογραφία και σε ηλικία δεκαέξι μόλις ετών ξεκίνησε να αρθρογραφεί στην "Ακρόπολη" του Βλ. Γαβριηλίδη. Ως το 1898, οπότε κυκλοφόρησε η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο "Πολεμικά τραγούδια", συνέχισε να συνεργάζεται με περιοδικά και εφημερίδες όπως η "Εφημερίδα των συζητήσεων", ο "Χρόνος" και η "Σκριπ", στην οποία υπήρξε αρχισυντάκτης από το 1900 ως το 1905. Το 1904 γίνεται ένα από τα πρώτα μέλη της εταιρίας "Η Εθνική Γλώσσα", με στόχο την υπεράσπιση της δημοτικής γλώσσας (μαζί με τους Μιλτιάδη Μαλακάση, Λάμπρο Πορφύρα, Κωνσταντίνο Χατζόπουλο, Ανδρέα Καρκαβίτσα, Ιωάννη Κονδυλάκη και άλλους). Για την Εθνική γλώσσα συνέταξε τον επόμενο χρόνο τη διακήρυξη "Προς το ελληνικό Έθνος", εκθέτοντας τους στόχους της. Από το 1908 και ως το 1911 βρέθηκε στο Παρίσι ως απεσταλμένος της εφημερίδας "Εμπρός" του Αριστείδη Κυριακού. Παράλληλα αρθρογραφούσε σε γαλλικές εφημερίδες και γνώρισε νέα καλλιτεχνικά ρεύματα. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα εγκατέλειψε τη δημοσιογραφία (με μοναδική εξαίρεση τη συγγραφή χρονογραφημάτων στην εφημερίδα "Εμπρός" ως το 1914) και διακρίθηκε σε μια έκθεση ζωγραφικής στο Ζάππειο για σχεδιάσματα και γελοιογραφίες που είχε δημοσιεύσει κατά καιρούς σε διάφορα περιοδικά. Από το 1912 και ως το 1916 διετέλεσε νομάρχης στη Ζάκυνθο, τις Κυκλάδες, την Καλαμάτα και τη Σπάρτη. Από τη θέση του Νομάρχη προώθησε την ιδέα οργάνωσης εργατικού σωματείου στη Σύρο καθώς επίσης τη διοργάνωση του πρώτου Πανιονίου Συνεδρίου για τα πενήντα χρόνια της Ένωσης της Επτανήσου και αντέδρασε μαζί με τον εισαγγελέα Α.Ρέγκο στον αφορισμό του 1916 κατά του Βενιζέλου. Η τελευταία πρωτοβουλία του του στοίχισε τη θέση του και τον οδήγησε σε δίκη, στην οποία όμως απαλλάχτηκε. Δεν έπαψε παράλληλα να ασχολείται με την τέχνη και την κριτική, ενώ βραβεύτηκε μαζί με τον Στέλιο Σπεράντζα και την Ελένη Μ. Νεγρεπόντη (κατόπιν Ελένη Ουράνη) στον επίσημο διαγωνισμό Στρατιωτικών Ποιημάτων που προκήρυξε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Το 1917 πέθανε ο πατέρας του και τον επόμενο χρόνο έγραψε (σε συνεργασία με τους Δ. Ανδρεάδη, Αλ. Δελμούζο, Π. Νιρβάνα και Μ. Τριανταφυλλίδη και εικονογράφηση του Π. Ρούμπου) τα "Ψηλά Βουνά", έργο που προορίστηκε για αναγνωστικό της τρίτης τάξης του δημοτικού σχολείου (είχε προηγηθεί ανάθεση του έργου στον Παπαντωνίου από το Υπουργείο Παιδείας της επαναστατικής κυβέρνησης Βενιζέλου). Την ίδια χρονιά ανέλαβε καθήκοντα προέδρου της Εθνικής Πινακοθήκης, φροντίζοντας για τον εμπλουτισμό της με έργα πολλών ελλήνων ζωγράφων και χαρακτών (Γύζης, Παρθένης, Μαλέας, Λύτρας, Θεοτοκόπουλος). Τον επόμενο χρόνο αυτοκτόνησε σε ηλικία τριάντα εννιά χρόνων ο αδελφός του Θανάσης, ο οποίος αντιμετώπιζε έντονες ψυχικές διαταραχές από τα εικοσιδύο του. Το 1920 τύπωσε την παιδική ποιητική συλλογή "Τα χελιδόνια", αφιερωμένη στον αδελφό του, η οποία επανεκδόθηκε το 1931 με τίτλο "Παιδικά τραγούδια". Μετά την ανατροπή της κυβέρνησης Βενιζέλου η νέα κυβέρνηση αποφάσισε να καούν δημοσίως τα αναγνωστικά της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, ανάμεσα στα οποία και τα "Ψηλά Βουνά". Το 1923 ο Παπαντωνίου εξέδωσε την ποιητική συλλογή του "Πεζοί ρυθμοί" και τους τρεις τόμους των "Νεοελληνικών αναγνωσμάτων" για τις πρώτες τάξεις του δημοτικού, τιμήθηκε με το εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και διορίστηκε καθηγητής στο Αμαλίειο ορφανοτροφείο και τη Σχολή Καλών Τεχνών. Την ίδια χρονιά ταξίδεψε στην Ευρώπη, την Κωνσταντινούπολη και το Άγιο Όρος στα πλαίσια των καθηκόντων του ως διευθυντή της Εθνικής Πινακοθήκης. Τέσσερα χρόνια αργότερα τυπώθηκε η συλλογή διηγημάτων του "Διηγήματα", ενώ από το 1929 και ως το 1937 εκδόθηκαν το θεατρικό έργο "Ο όρκος του πεθαμένου", διασκευή από το δημοτικό τραγούδι "Του νεκρού αδελφού", η ποιητική συλλογή "Τα Θεία Δώρα", το ιστορικό δοκίμιο "Ο Όθων" οι ταξιδιωτικές εντυπώσεις "Άγιον Όρος" και δυο συλλογές διηγημάτων με τίτλους "Βυζαντινός όρθρος" και "Η θυσία". Το 1938 αναγορεύτηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην έδρα της λογοτεχνίας, θέση από την οποία υπέβαλε την πρώτη του εισηγητική έκθεση στη δημοτική, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις. Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου πέθανε την πρώτη μέρα του Φεβρουαρίου του 1940 από καρδιακή συγκοπή. Πολλά ανέκδοτα κείμενά του εκδόθηκαν μετά το θάνατό του. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ζαχαρία Παπαντωνίου βλ. Άγρας Τέλλος, "Παπαντωνίου Ζαχαρίας", Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια19. Αθήνα, Πυρσός, 1932 (τώρα και στον τόμο Τέλλος Άγρας, Κριτικά Τόμος τρίτος· Μορφές και κείμενα της πεζογραφίας· Φιλολογική επιμέλεια Κώστας Στεργιόπουλος, σ.308-312. Αθήνα, Ερμής, 1984), Αθανασιάδης Τάσος, "Παπαντωνίου Ζαχαρίας", Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 11. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Αθανασόπουλος Βαγγέλης, "Ζαχαρίας Λ. Παπαντωνίου", Η παλαιότερη πεζογραφία μας ΙΑ΄ (1900-1914), σ.240-268. Αθήνα, Σοκόλης, 1998, Μερακλής Μ.Γ., "Ζαχαρίας Παπαντωνίου", Η ελληνική ποίηση· Ρομαντικοί - Εποχή του Παλαμά - Μεταπαλαμικοί· Ανθολογία - Γραμματολογία, σ.350-353. Αθήνα, Σοκόλης, 1977, Καλαντζοπούλου Βίκυ, "Παπαντωνίου Ζαχαρίας", Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 8. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988 και Μαλαφάντης Κωσνταντίνος Δημ., "Χρονολόγιο Ζαχαρία Παπαντωνίου", Διαβάζω 285, 15/4/1992, σ.58-63. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
This entire review has been hidden because of spoilers.
αν όντως αυτό κάποτε διδασκότανε στα σχολεία δεν είναι περίεργο το πώς και γιατί οι προηγούμενες γενιές έχουν πολύ καλύτερο λεξιλόγιο από εμάς κάθε ιστοριούλα έχει πολλή ψυχή και πολλή καρδιά κάποιες μου φάνηκαν λίγο μελό μα κυλάει νερό
"Τα ψηλά βουνά" γράφτηκαν με σκοπό να αποτελέσουν το αναγνωστικό της Γ τάξης του Δημοτικού. Πέραν της σημασίας που έχει ως αναγνωστικό που γράφτηκε εξολοκλήρου στην δημοτική γλώσσα είναι κι ως ανάγνωσμα ποιοτικό κι ουσιώδες. Με απλή και συνοπτική μορφή ο συγγραφέας μας παρασέρνει στις περιπέτειες μιας ομάδας μαθητών που αποφασίζουν να περάσουν τις καλοκαιρινές διακοπές τους στο βουνό. Μέσα από το βιβλίο του ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου αναδεικνύει την ανάγκη της αρμονικής συνύπαρξης μεταξύ των ανθρώπων προκειμένου να επιβιώσουν αλλά και την φροντίδα που πρέπει να δείξουμε για την φύση. Ένα βιβλίο που θα ήταν καλό να δώσετε στα παιδιά σας να διαβάσουν διότι θα τα βοηθήσει να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι. Υγ. Δεν μπορώ να μην σχολιάσω το κατάντημα της παιδείας μας συγκρίνοντας το βιβλίο του Ευγένιου Τριβιζά για τον κορονοϊο που ουσιαστικά διδάσκει την κοινωνική αποστασιοποίηση κι απομονωτισμό σε σχέση με το αριστούργημα του Ζαχαρία Παπαντωνίου.
Πέρυσι η δασκάλα της κόρης μου αποφάσισε να το διαβάσουν στην τάξη (Γ δημοτικού). Όταν μου το είπε η μικρή έψαξα σαν τρελή να βρω το δικό μου αντίτυπο που το είχα ξετινάξει όταν ήμουν στην ηλικία της. Θυμάμαι δεν υπήρχε εικόνα στο βιβλίο που να μην την έχω ζωγραφίσει ή να μην την έχω ξεπατικώσει. Όταν λοιπόν αγοράσαμε εντέλει το βιβλίο (γιατί δυστυχώς το δικό μου δεν το βρήκα) ενθουσιάστηκα!!! Ήταν σαν να με ρούφηξε η μηχανή του χρόνου. Κι ακόμα περισσότερο ενθουσιάστηκα όταν διαπίστωσα ότι ακόμα θυμόμουν το τραγούδι του Γιάννη: "Γιάννη γιατί έκοψες το δέντρο; Γιατί; Γιατί; Αέρας θα'ναι λέει ο Γιάννης και περπατεί." Αν έχετε παιδιά, ή αν θέλετε για λίγο να νιώσετε 8 χρονών διαβάστε το!!
Βαρετό σκουπίδι εποχής, όποιος ανάγκασε αθώα παιδιά μετά τη μεταπολίτευση να το διαβάσουν και να πλήξουν μέχρι θανάτου και μετά τα "ψυχανάγκασε" να νομίζουν ότι τους άρεσε κιόλας, πρέπει να τιμωρηθεί. Πριν από 100 χρόνια μπορεί να διαβαζόταν, αλλά πλέον ο μέσος αναγνώστης θα προτιμήσει σπιρτόξυλα κάτω από τα νύχια αν του δοθεί η επιλογή. Οι περισσότεροι το θυμούνται σε εκείνη την τραγική έκδοη με το εξώφυλλο που παρέπεμπε σε κωλόχαρτο Diana της δεκαετίας του '80. Πέρα από αυτό, ευτυχώς η ελληνική λογοτεχνία είχε και άλλους εκφραστές εκείνη την περίοδο.
Το βιβλίο αυτό το διάβασα πρώτη φορά όταν ήμουν πολύ μικρή.Θυμάμαι πως μου είχε αρέσει πολύ και το έπαιρνα συχνά από τη βιβλιοθήκη του δημοτικού. Προχθές το βρήκα σε ένα μπαζάρ βιβλίων και το άρπαξα αμέσως. Δεν θυμόμουν σχεδόν τίποτα για την υπόθεση, ήξερα, όμως, πως το αγαπούσα μικρή, και πως είχε σπουδαία πράγματα να μου ξανά διδάξει. Το τελείωσα μέσα σε λίγες ώρες. Είναι απλά υπέροχο.
Αυτό το παιδικό βιβλίο κατάφερε να κάνει έναν άνθρωπο που αγαπά μόνο την θάλασσα να συμπαθήσει το βουνό και να ονειρευτεί τον εαυτό του μικρό να παίζει στα δάση και τα ποτάμια με τους φίλους του.
"Ο Φάνης άνοιξε τα μάτια του. Από κάποιες τρύπες της καλύβας βλέπει ουρανό και καταλαβαίνει πως είναι ακόμα νύχτα.
Μα δυσκολεύεται να κοιμηθεί άλλο. Ντύνεται και γλιστρά έξω από την καλύβα, θέλει να δει τη νύχτα στο δάσος. Κάθισε εκεί απέξω καταγής.
Πρώτη φορά είδε τόσο βαθύ ουρανό. Πόσα άστρα! Ήταν σαν αμέτρητο χρυσό μελίσσι, που χύθηκε ψηλά και έβοσκε. Άστρα πολλά εδώ, άστρα λίγα παρακάτω. Κάπου δυο μαζί. Κάπου ένα μοναχό, σαν ξεχασμένο. Πέντ’ έξι άστρα μαζί, σαν κλαράκι. Να ‘ναι η Πούλια;
Στη μέση τ’ ουρανού, από πάνω από το Φάνη, ένα λευκό ποταμάκι χυνόταν ήσυχα απ’ το βοριά στο νότο, κυλούσε μυριάδες μικρά άστρα, λευκά σαν ανθούς."
Μέσα από πολύ απλή γραφή, ο Παπαντωνίου διδάσκει στα παιδιά σημαντικές αξίες όπως φιλία, συντροφικότητα, αλληλεγγύη και αγάπη για τη φύση. Μια παρέα παιδιών δημοτικού περνάει τις καλοκαιρινές διακοπές της στα βουνά. Αν ξεπεράσουμε το οτι σήμερα ακούγεται ανέφικτο ν αφήσεις 25 παιδιά δημοτικού μόνα τους, σ ένα βουνό, για ενάμιση μήνα, πιστεύω ότι είναι διαχρονικό και θα κρατούσε το ενδιαφέρον των παιδιών. Και το δικό μου πάντως το κράτησε! 4 αστέρια!
Αυτό μάλιστα...ένα παιδαγωγικό διαμάντι, κάθε σελίδα μια ομορφιά, πλούσιο σε μυνήματα, σε εικόνες, σε συναισθήματα, και λογοτεχνική μαεστρία! Η ομάδα των παιδιών που ανέβηκε στο βουνό και κατέβηκε μετά από ενάμιση μήνα (κι εμείς μαζί τους), ωρίμασαν κ έμαθαν με ουσιαστικό τρόπο την αλληλεγγύη, την αξία της συνεργασίας, και την αγάπη αλλά και τον σεβασμό για τη φύση.
Μια λεπτομέρεια που μου έκανε εντύπωση είναι πόσο όμορφα παρουσιάζονται παραδοσιακά "κακές" φιγούρες, όπως ο λύκος και η αλεπού δείχνοντας σεβασμό στα πλάσματα αυτά και τους νόμους της φύσης που τα οδηγούν. Χωρίς δηλαδή να φαίνεται "ο κακός λύκος" που τρώει τα πρόβατα και ο "καλός σκύλος" που τον κυνηγάει. Όλα στη θέση τους. Υπέροχο βιβλίο!
ήταν η 10η φορά που διάβασα τα ψηλά βουνά. Εβαλα 5 αστέρια λόγω της νοσταλγίας. εάν ήταν πρώτη ανάγνωση νομίζω θα έκοβα 2 αστέρια γιατί δεν "γέρασε" πολύ καλά.
Είναι ένα από εκείνα τα βιβλία που στέκονται πέρα από βαθμολογίες και κριτικές.... Τα Ψηλά Βουνά, σύντροφος στα διαβασματα της παιδικής μου ηλικίας, αναγνωστικό μου στο Δημοτικό, το λάτρεψα από την 1η σελίδα του, όταν διαβάζοντας το στη βεράντα του πατρικού μου, πιτσιρικα εγώ, ατενιζα τα βουνά της πατρίδας μου και φανταζόμουν πως αυτά ήταν και πως κατάφερα να τα κατακτήσω μαζί με τον Φάνη και την παρέα του....😊 Ακόμη και τώρα, τόσα χρόνια μετά, έχω αυτή ακριβώς την αίσθηση όταν επιστρέφω στο υπέροχο αυτό βιβλίο του Παπαντωνίου. Χωρίς φιοριτουρες και εξυπνακιστικες ατάκες, διδάσκει ανθρωπιά, φιλία, την αξία της συλλογικής προσπάθειας, την δυναμη και την σταθερότητα που προσφέρουν οι αξίες της ζωής και ο σεβασμός στα πρόσωπα που τις απηχούν. Επίσης ο, τι καλύτερο έχει γραφτεί για την αγάπη και την προστασία της φύσης και όλων των πλασμάτων της.
Πρόκειται για ένα αναγνωστικό για τα παιδιά του δημοτικού του 1918! Μέσα από μια όμορφη ιστορία με τις περιπέτειες 25 παιδιών ένα καλοκαίρι στο βουνό ο Ζ.Παπαντωνίου καταφέρνει να μας περάσει όμορφες εικόνες, και μηνύματα για τα δάση και την προστασία τους. Χωρίς να υπάρχει διδακτικός τόνος στο βιβλίο (παρόλο που προοριζόταν για σχολεία) μας μιλάει για την αξία της φιλίας, της συντροφικότητας, της συνεργασίας αλλά και την αξία της μόρφωσης και των γραμμάτων μέσω του χαρακτήρα του Λάμπρου. Όπως λέει και στο επίμετρο ο Τριανταφυλλόπουλος είναι ένα δροσερό αναγνωστικό! Ιδανικό για καλοκαιρινές διακοπές θα έλεγα, για μικρούς και μεγάλους, αφού με έκανε (ξανά) να ζηλέψω τις περιπέτειες των παιδιών και να μου δημιουργήσει όμορφα συναισθήματα!
Επιτέλους διάβασα ολόκληρο αυτό το τόσο κλασικό βιβλίο, που έχει αγαπηθεί από χιλιάδες αναγνώστες ανά τις δεκαετίες. Ναι, δεν είναι για όλα τα γούστα, μπορεί τώρα να φανεί σε πολλούς κάπως απλοϊκό, κάπως βαρετό, κάπως παλιομοδίτικο, εγώ όμως μια φορά ξεχάστηκα, μεταφέρθηκα στον χρόνο και τον χώρο, ευχαριστήθηκα πολύ όλα όσα έζησαν τα παιδιά της ιστορίας, όλες αυτές τις εικόνες που δημιούργησε ο Παπαντωνίου με τις ζωντανές περιγραφές του, με έκανε να νιώσω ξανά παιδί και μια ξεγνοιασιά που πολύ μου λείπει πλέον, με έκανε να νοσταλγήσω κάποια πράγματα, να μελαγχολήσω και λίγο (βρίσκομαι σε δύσκολη περίοδο γενικά), όλα αυτά. Πολύ ωραίο βιβλίο, χαίρομαι που το διάβασα.