Ποτέ δεν φανταζόταν η χαριτωμένη Κάτε, όταν κατέβαινε στον Πειραιά να παραλάβει από το πλοίο τον εξάδελφό της -και πιθανώς μνηστήρα της-, τον Νίκυ, ότι τα ξανθά του μαλλιά και το μουστάκι του θα είχαν τέτοιου είδους επιπτώσεις στην ανέμελη ζωή της. Ούτε όμως και ο Κυριάκος Κανιστράκης, ιδιοκτήτης και διευθυντής της μεγάλης εφημερίδας "Προχωρείτε!" ήταν δυνατόν να διανοηθεί ότι η επωφελέστατη μνηστεία του με την πολύφερνη Τζίτζη Ζερμπίνη απειλείτο από το γεγονός ότι στάθηκε λίγα λεπτά παραπάνω στο παράθυρό του, χαζεύοντας την κίνηση στη Σταδίου. Όλα όμως ήταν να τα περιμένει κανείς σε μια μικρή χώρα που πάσχιζε να κρατηθεί ουδέτερη στα 1916, ενώ γύρω της μαινόταν ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι κατάσκοποι ενεργούσαν πλέον στα φανερά και οι εφημερίδες είχαν όλες εξαγοραστεί. Μια παλαιά ιστορία με επίκαιρους απόηχους.
Γεννήθηκε το 1928 στην Πάτρα με καταγωγή από την Κεφαλονιά. Πέρασε τον πόλεμο και την Κατοχή στην Αθήνα. Μετά τον πόλεμο, εργάστηκε σε ναυτικά πρακτορεία στην Πάτρα και στην Αθήνα, στο περιοδικό Ταχυδρόμος, έγραψε ραδιοφωνικές σειρές και μετέφρασε ξένη λογοτεχνία και ιστορία. Αργότερα έζησε στη Βιέννη, όπου και μελέτησε νεότερη ιστορία.
Η συγγραφική της καριέρα άρχισε το 1950, όταν δημοσίευσε μία σειρά χρονογραφημάτων από ένα ταξίδι της στη Μέση Ανατολή στην εφημερίδα Ο Νεολόγος των Πατρών. Στο τέλος της δεκαετίας του 1950, άρχισε να δημοσιεύει αστυνομικά διηγήματα στο περιοδικό Ταχυδρόμος. Συγχρόνως συνεργαζόταν με τους εκδοτικούς οίκους Πάπυρος και Πεχλιβανίδης σε μεταφράσεις αγγλικών και γαλλικών μυθιστορημάτων και ιστορικών συγγραμμάτων.
Άρχισε να γράφει ιστορικά μυθιστορήματα στο τέλος της δεκαετίας του 1970. Τα πιο γνωστά της ιστορικά μυθιστορήματα είναι τα Πριμαρόλια και η Θέκλη.
Συμπαθές ανάγνωσμα, που τοποθετείται αφενός χρονικά στην εποχή πριν την είσοδο της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο αφετέρου πολιτικά και διπλωματικά στην εποχή όπου «αι μεγάλαι Δυνάμεις» έλυναν κι έδεναν εντός Ελλάδος, ασκώντας πιέσεις όπου και όποτε ήθελαν, με όποιο τρόπο ήθελαν («οικόπεδο και αποικία», όπως προσφυώς αποκάλεσε τη χώρα ο Σαββόπουλος, πριν γίνει φιγούρα του «Θεάτρου Σκιών» -αυτή με το πολυαρθρωτό χέρι).
Με ιστορική γνώση αλλά και συχνά χιούμορ, η Αθηνά Κακούρη πλέκει μια ενδιαφέρουσα ιστορία στα όρια του ευτράπελου, με πικρή γνώση όμως της υποτέλειας της χώρας στους εκ παλιγεννεσίας νέους «προστάτες» (διάβαζε «δυνάστες» της).
Ο λόγος έχει συχνά μια πατριωτική χροιά που ίσως ξενίσει τους φρέσκους αναγνώστες και την μπερδέψουν με επάρατους εθνικισμούς, αλλά η αλήθεια είναι ότι τότε, μετά το πέρας των Βαλκανικών πολέμων, η πολιτική καθημερινότητα και η σχετική ορθότητα ήταν πολύ διαφορετικές.
Οι ήρωές της είναι χαριτωμένοι αλλά χωρίς ιδιαίτερο βάθος, αθύρματα της πλοκής και όχι απαραιτήτως «δρώντες αφ’ εαυτών», κάτι αναμενόμενο και όχι άσχημο, άλλωστε η ίδια η χώρα τότε δεν είχε το απαιτούμενο βάθος και ήταν άθρυμα των μεγάλων «προστατιδών δυνάμεων» (ίσως είναι και στην πρόθεση της συγγραφέως να έχουν αυτή την «φτενή» και ρηχή «φτιαξιά»).
Η πλοκή per se δεν έχει πολλά να πει, είναι τα ασήμαντα και ανούσια δράματα ανθρώπων που νομίζουν συνήθως ότι συμμετέχουν σε κάτι μεγαλύτερο, οι γκάφες και οι παρανοήσεις που τους ακολουθούν σε κάθε βήμα, ενώ μόνο ο αναγνώστης έχει τη συνολική εικόνα, οι απόπειρές τους να επιβιώσουν σε μια δύσκολη εποχή (όχι ότι δεν έπονταν δυσκολότερες).
Ίσως έφτανε στα 4 αστεράκια, χάρη σε μερικούς σπαρταριστούς διαλόγους και την όμορφη ισορροπία του λόγου της κας Κακούρη (μεταξύ καθαρευούσης, σολοικισμών και μαλλιαρής δημοτικής) αν δεν είχε το θλιβερό και άκομψο κατ’ εμέ φινάλε. Ολόκληρο δε το «δεύτερο μέρος», μοιάζει να χάνει λίγο τον ειρμό του και να ψιλοπαραδέρνει παλεύοντας να κλείσει, ως μέρος και ως βιβλίο.
Μια ευτράπελη ιστορία που ευφυέστατα σύνδέεται με την τρικυμια της Ελλάδας εν μέσω Α' Παγκοσμιου πολεμου. Πέραν του οτι διαβαζεται πολλες φορες μεσα σε δυνατα γελια,σε οδηγεί σέ πικρές ταυτόχρονα σκέψεις για την μοίρα της χώρας μας ανά τους αιώνες...Το ιστορικό πλαίσιο που παρατίθεται στο τέλος του βιβλίου ,εξαιρετικό....Πραγματική απόλαυση ανάγνωσης αυτο το βιβλίο!
Γραμμένο με φοβερό χιούμορ, με λόγο που αγγίζει κάθε υφολογική διάφορα, με πρόσωπα που μπλέκονται σε καταστάσεις και μπλέκουν.αναμεσα τους, η Κακούρη στο Ξιφιρ Φαλερ δείχνει, όπως θα έδειχνε ο Αριστοφάνης, τα τερτιπια της πολιτικής και της ιστοριας, αυτό που όλοι θα πρέπει να γνωρίζαμε ήδη: ότι κανένας στην πολιτική και δη στην εξωτερική δεν είναι φίλος κανενός αν δεν έχει λόγο να είναι. Απλά εξαιρετικό!!!
Η Κακούρη στήνει αυτή τη φορά την ιστορία της με επίκεντρο τα γεγονότα που διαδραματίζονται λίγο πριν την ένταξη της Ελλάδας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, τον διχασμό της ελληνικής κοινής γνώμης σχετικά με τη συμμετοχή ή μη της Ελλάδας σε αυτόν, τον ανταγωνισμό των Μεγάλων δυνάμεων και την κατασκοπευτική δράση στην οποία επιδίδονται... Χαρακτηριστικό του βιβλίου είναι οι κωμικές καταστάσεις, οι ατάκες και οι αστείοι διάλογοι που εκτυλίσσονται. Πραγματική απόλαυση για τον αναγνώστη που όμως, στιγμή δεν ξεχνά ότι πρόκειται για μια από τις πιο τραγικές πτυχές της ελληνικής ιστορίας με σοβαρές επιπτώσεις τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στη ζωή των απλών ανθρώπων. Αναπόφευκτα πολλές οι ιστορικές λεπτομέρειες που παραθέτει η συγγραφέας που όμως, διακόπτουν συχνά τη ροή της ιστορίας (αυτό με κούρασε).
Ευχάριστο ανάγνωσμα τοποθετημένο χρονικά στην αρχή του πρώτου παγκοσμίου πολέμου με αναφορές στο πολιτικό παρασκήνιο , όπως επίσης και σε στιγμές και πρόσωπα της ιστορίας που για τον σύγχρονο Έλληνα είναι μάλλον άγνωστα. Αυτό κράτησα εγώ απ' αυτό το βιβλίο .Οι χαρακτηρες ειναι καλοδουλεμένοι ακόμη και οι δευτερεύοντες. Σε κάποια σημεία το γέλιο έρχεται αβίαστα σε κάποια άλλα οχι. Υπάρχει αρκετή πληροφορία που πιθανόν να κουράσει.
Θαυμάσιο. Έχουν περάσει χρόνια από τότε που το διάβασα και ακόμη θυμάμαι την γλυκόπικρη γοητεία του, τα αιχμηρά σχόλια για την ελληνική κοινωνία του 19ου αιώνα που θα μπορούσαν να αφορούν και την σημερινή κατάσταση, αλλά και το χιούμορ με το οποίο η συγγραφέας βλέπει τα κακώς κείμενα.
Η γραφή της κυρίας Κακούρη που πλέει σαν καλογυαλισμένο ιστιοφόρο με ούριο άνεμο πάντα με γοήτευε και πάντα την απολαμβάνω. Το πολυτονικό σύστημα που επιβάλλει, αν και κατ' εμέ ένας παιδεμός που υπέστην στην τρυφερή παιδική ηλικία και μόνο, το θεωρώ σαν κομψό στολίδι στην ρετρό γραφή της. Με τράβηξε ο τίτλος γιατί αδυνατούσα να τον ερμηνεύσω σε όποιες γλώσσες μου έρχονταν στο νου. Ο μόνος λόγος που βάζω τρία αστέρια ενώ ήθελα να βάλω πέντε ήταν ότι ενώ η ιστορία είναι τόσο καλογραμμένη, η ατμόσφαιρα της εποχής τόσο ζωντανή και απτή, οι χαρακτήρες τόσο οικείοι και συμπαθητικοί (ή σφόδρα αντιπαθητικοί εκεί που πρέπει) και ενώ η ιστορία έφτασε σε έναν απολαυστικό επίλογο όπου ο καθένας πήρε αυτό που του άρμοζε, ε, κυρία Κακούρη δεν θα το αντέξω και συγγνώμη, αλλά τι σας έφταιξε ο έρμος ο Καβούρ και τον ξεπαστρέψατε έτσι άδικα; Από το σοκ όταν διάβασα τις τελευταίες γραμμές (και οφείλω να πω ότι δεν μου έχει συμβεί ποτέ ως τώρα) αυτομάτως το μυαλό μου αρνήθηκε να συνειδητοποιήσει τι διάβαζαν τα (κάργα μυωπικά) μάτια μου και συνέθεσε με πλαστογραφική ακρίβεια το εναλλακτικό τέλος όπου αφού ο ηλίθιος ντε Τρεφέιγ νομίζει ότι πάτησε τον Καβούρ ηθελημένα, εκείνος μετά την αναχώρηση του δολοφόνου σηκώνεται από το σκοτάδι και χαμογελώντας ειρωνικά σκεπτόμενος ήδη τα βασανιστήρια που θα τον υποβάλει (όπως έκανε με την ξινή μαντάμ Ρεμί) φεύγει χοροπηδώντας με τα ξυπόλητα ποδαράκια του τραγουδώντας με την σκανταλιάρικη ψιλή φωνη του: Βου ζα και πριτς, λα μάσα κελα λόρδα, με φρικασέ λακέρδα και μεζέ, βου ζα και πριτς, ζαμάννα τούτο πλέεεενει, με φρικασέ, μολών λαβέ, λαα βε!
This entire review has been hidden because of spoilers.
Λοιπόν. Η Κακούρη δε μου αρέσει σα συγγραφέας πράγμα παράξενο γιατί τα βιβλία της κινούνται σε μια εποχή και πραγματεύονται θέματα που με ενδιαφέρουν και τα έχω διαβάσει ως ιστορία,αλλά πάντα υπήρχε κάτι που με χάλαγε. Το βιβλιό όμως αυτό είναι μια ευχάριστη έκπληξη. Είναι σαν χαλαρή συνέχεια της Θέκλης, αλλά η πρωταγωνίστρια είναι το μόνο πρόσωπο στο πάνθεον των ηρώων της που με έκανε να ενδιαφερθώ για τη μοίρα της. Η έρευνα είναι σε βάθος όπως σε όλα τα βιβλία της κάπως μονομερής, θα μπορούσε να πει κάποιος, αλλά την άλλη άποψη την έχουμε διδαχτεί ωραιοποιημένη από το σχολείο. Η πλοκή είναι καταιγιστική, η γλώσσα καταπληκτική, τέλος θα μπορούσε να πει κάποιος ότι όλο το βιβλίο είναι μια κωμωδία παρεξηγήσεων και όπως πάντα μια καλή κωμωδία έχει και κάτι το τραγικό μέσα της Διαβάστε εάν θέλετε τον Χαρταετό και τη Θέκλη της ιδίας και θα καταλάβετε ότι όλο τα ίδια αλλάζουνε και όλο τα ίδια μένουν. PS. Αγαπώ Κάτε
Ένα βιβλίο που είναι περισσότερο μυθοπλασία και πολύ λιγότερο ιστορία. Χωρίς ανούσιες ιστορικές καταγραφές, η Κακούρη παίρνει μια ιστορική συγκυρία ως αφορμή και σχηματίζει τη μυθοπλασία της γύρω από αυτή, χωρίς να αποσκοπεί ντε και καλά να περιγράψει τα πραγματικά γεγονότα την από την αρχή ως το τέλος - σε αντίθεση δηλαδή με πολλά ελληνικά ιστορικά μυθιστορήματα.
Οι χαρακτήρες είναι περίπλοκοι και απολαυστικοί. Άλλο ένα θετικό το χιουμοριστικό ύφος (σχεδόν σε όλη τη διάρκεια νομίζεις ότι διαβάζεις θεατρική κωμωδία), σε αντίθεση με το σύνηθες μοτίβο των τραγικών ηρώων που κατατρέχονται σε όλη τους τη ζωή από τα ιστορικά γεγονότα.
4/5 επειδή η πλοκή φαίνεται να χάνει το δρόμο στο δεύτερο μισό του βιβλίου, και ίσως να γίνονται μερικές σεναριακές ευκολίες.
Με φόντο την Ελλάδα και εν μέσω του Α Παγκοσμίου Πολέμου λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα του μυθιστορήματος αυτού. Με γλώσσα γλαφυρή και ύφος χιουμοριστικό η συγγραφέας μας σκιαγραφεί την κατάσταση στην Αθήνα μεταξύ συμμάχων (Ανταντ) και εγχώριας πολιτικής θέσης. Για μένα ο βασικός ήρωας δεν είναι άλλος από τον μικρό Όμηρο. Τον ήρωα που βρίσκεται παντού, σχεδόν, και προσπαθεί να φροντίσει τους πάντες, σχεδόν...
Οι αιώνιες ίντριγκες, οι παντοτινές συνομωσίες και η παραφορά που πιάνει τον άνθρωπο όταν αποκτά εξουσία, αποδίδονται με τρόπο κωμικότραγικό.
Απόλαυσα κάθε λέξη του, εκτός ίσως από μια ή δυο τελευταίες προτάσεις, παρότι εκεί κρύβεται η πραγματική ουσία.
Υπήρχε καλός λόγος τελικά που το βιβλίο αυτό είχε ξεμείνει στη βιβλιοθήκη για 10+ χρόνια. Αν και η πλοκή δεν είναι άσχημη, το βιβλίο είναι γραμμένο με τρόπο πομπώδη και είναι γεμάτο ψεύτο-εθνικισμούς και ιδεοληψίες. Μια φαρσοκωμωδία με ποιότητα όχι υψηλότερη από ασπρόμαυρη ελληνική ταινία - και με το ανάλογο τέλος. Επιφανειακοί, στερεοτυπικοί χαρακτήρες. Περίμενα πολύ περισσότερα από την κα Κακούρη.
Μεταξύ 3 και 4 αστεριών. Ωραίο βιβλίο, ευχάριστη κ ιδιαίτερη γραφή, ενδιαφέρον ιστορικό περιβάλλον (μου δημιούργησε και ερωτηματικά ταυτόχρονα, για το χειρισμό κάποιων καταστάσεων). Παντελώς αταίριαστο και αχρείαστο τέλος.
Ξιφίρ φαλέρ λεγόταν μια επιθεώρηση της εποχής 1915-1916 που διαδραματίζεται το βιβλίο. Έτσι σαν επιθεώρηση ξετυλίγεται και η πλοκή του βιβλίου. Χωρίς να είναι σε καμία περίπτωση κωμικό έχει άφθονες παρεξηγήσεις, κωμικές συμπεριφορές, χαρακτηριστικούς τύπους, ένα σωρό ευτράπελα (η γαλλίδα γκουβερνάντα πάντα διαβάζει πριν κοιμηθεί, περπατώντας πάνω κατω, οπότε αναγκαστικά περνά μπροστά από τη λάμπα του δωματίου της, έλα όμως που οι απέξω θεωρούν αυτό το "αναψε-σβήσε " ως σήμα Μορς προς κρυμμένα ανοιχτά του Φαλήρου υποβρύχια!!, επίσης ένας γαβριάς τη βάζει στο μάτι και της σκαρώνει χιλιάδες φάρσες κάνοντας τους γύρω της να γελάνε ξεκαρδιστικά).
Με φόντο την κήρυξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, οι ήρωες (ο διευθυντής της εφημερίδας Προχωρείτε, μάλλον δηλαδή του Εμπρός, μια αστή κοπέλα, μια γαλλίδα γκουβερνάντα και αμορόζα Ρώσου ακόλουθου, ένας Γάλλος πρόξενος κι ένα σωρό άλλοι) βλέπουν την Ελλάδα να κινδυνεύει από παντού, να έχουν πέσει πάνω της οι φίλιες και οι εχθρικές δυνάμεις (όλες εγώ τις θεωρώ εχθρικές αλλά τέλος πάντων) για να βγει στον πόλεμο και να πάψει να είναι ουδέτερη. Κατάσκοποι, ρουφιάνοι και καταδότες, αστοί και πληβείοι, βίλες και ταβέρνες, Φάληρο και κέντρο Αθήνας, μια πανέμορφη τοιχογραφία μιας πανέμορφης περιόδου μιας πανέμορφης πόλης και μιας επικίνδυνης κατάστασης. Με τις συμμαχικές δυνάμεις να τάζουν ό,τι θέλουν από την Ελλάδα χωρίς να τη ρωτούν σε όσες χώρες κρίνουν πιο συμφέρουσες τη συνεργασιά τους (βλ. Καβάλα δώρο στη Βουλγαρία).
Ειδικά το κέντρο της Αθήνας, με τα ζαχαροπλαστεία του, τα πάρκα του, τους δρόμους του το ζεις, το περπατάς, το χαϊδεύεις, η δουλειά εδώ είναι εξαιρετική. Πού το κάθε κτήριο, τι μέσο παίρνεις, πώς οδηγείς με το αμάξι (τότε μάλιστα είχαν πρωτοεμφανιστεί τα αμάξια και φυσικά στο βιβλίο υπάρχουν οι αντιδράσεις του κόσμου). Επιπλέον, ήθη και έθιμα, ζουρ φιξ, κοινωνικές επιταγές, νομπιλιτέ και σνομπισμός, ήρωες και αντιήρωες. Η ιστορία εκτυλίσσεται σποραδικά και τμηματικά, με ανατροπές και εκεί που διαβάζεις μιαν άποψη, ξαφνικά παρακάτω περιγράφονται τα γεγονότα όπως είναι και φυσικά γελάς με την εκάστοτε παρεξήγηση!. Κι αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν η αίσθηση και η γνώμη που εξέφραζαν πολλοί από τους ξένους ήρωες της Ελλάδος για την ιοστεφή, καθαρή Αττική, που νιώθεις τόσο κοντά σου το αρχαίο κάλλος, γιατί ακριβώς υπήρχαν λίγα κτήρια κι αυτά καλόγουστα, δρόμοι μεγάλοι (έστω και χωμάτινοι) και παντού γαλανός ουρανός. Σήμερα; Ας μην την ανοίξω αυτήν την κουβέντα!!!!
Αλλά δυστυχώς για μένα όλο αυτό το κατέστρεψε το ανύπαρκτο τέλος, σχεδόν απότομο. Χωρίς να έχει δοθεί λύση στην πλοκή, χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η ιστορία με τις συνέπειες των τελευταίων πράξεων των ηρώων, ξαφνικά ο πιο γοητευτικός και σκερτσόζος χαρακτήρας αποβιώνει με άσχημο και ωμό τρόπο και δατς ολ φολκς!Δεν το πίστευα!Τόσος κόπος, τόση αγωνία, τόσο γράψιμο, τόση έρευνα για...αυτό; Όχι δεν το δέχομαι. Κρίμα γιατί έχουμε άλλο ένα εξαιρετικό και ατμοσφαιρικό ιστορικό βιβλίο της συγγραφέως που το τέλος το καταστρέφει.
Χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
"Αυτά γίνονταν την άνοιξη του 1914. Από τη στιγμή εκείνη η σχέση τους εξελίχτηκε με τη βραδύτητα και την εγκυρότητα διαβημάτων που, εξ αρχής, ως τελικό σκοπό είχαν ένα γάμο του οποίου η διάρκεια σκόπευαν να ήταν όση και ο βίος " (σελ. 71).
"-Γενικά, Νίκυ, η αδεξιότης της διπλωματίας μας στα Βαλκάνια είναι απίστευτη. Διαπραγματευόμααστε με την Ελλάδα σαν να είμαστε ένα έθνος αρσενικό και με τη Βουλγαρία σαν να είμαστε ένα έθνος θηλυκό, ενώ έπερεπε να κάνουμε και στις δύο περιπτώσεις το αντίθετο " (σελ. 136, ιδέες άγγλου πρεσβευτή!!)
"Οι συλλογισμοί του είχαν μπει σε μια τροχιά και πια αυτήν ακολουθούσαν αναγκαστικά, σαν το κάρο που έχοντας πέσει σε βαθειές ροδεσιές, ανοιγμένες από καιρό σε λασπωμένο δρόμο, τις ακολουθεί πια στανικά " (σελ. 79).
"Μίλησε λοιπόν με πάθος και αηδία για τα παράσημα που είχε κερδίσει σφάζοντας τους εχθρούς του πολιτισμού και της ελευθερίας, για να διαπιστώσει ότι οι ίδιοι αυτοί που τον είχαν στείλει να εξοντώσει τους εχθρούς του πολιτισμού και της ελευθερίας γύρευαν τώρα να τον κάνουν εκείνον όργανο για την εξόντωση του πολιτισμού και της ελευθερίας, και ότι αυτός τούτος ο πολιτισμός και αυτή ταύτη η ελευθερία του επέβαλλαν να απιστήσει! " (σελ. 427).
"Σαν παρθενόκισσος η μαμαζέλα κολλούσε πάνω του και ολοένα σφιχτότερα τον περιπτυσσόταν " (σελ. 441).
Εξαιρετικό. Υπέροχη αναπαράσταση της εποχής, σπινθηροβόλο χιούμορ και μια καλά κρυμμένη, κάτω από τις ιλαροτραγικές καταστάσεις, μελαγχολία για εκείνα που δεν αλλάζουν ποτέ. Το προτείνω ανεπιφύλακτα.