Με τον Ιερώνυμο ντε Μπιουτ αποχαιρετηθήκαμε με την ίδια αλλόκοτη χειρονομία -το πιάσιμο του αγκώνα- προτού βρω την ευκαιρία να ρωτήσω για τη Λύντια κάτι περισσότερο από ένα βιαστικό "Τι κάνει η Λύντια;" και "Μένει ακόμα στο Λονδίνο;" και να πάρω μονολεκτικές απαντήσεις: "Καλά" και "Ναι". Και χωρίσαμε προτού αποφασίσω αν ήθελα να τον ξαναδώ, ή να ζητήσω τουλάχιστον τον αριθμό του τηλεφώνου του· προτού μαντέψω αν ήθελε να ξαναϊδωθούμε εκείνος.
Δεν πήγα στο Πάρκο· άλλωστε, είχε αρχίσει να ψιλοβρέχει. Αγγλικό καλοκαίρι: αρχίζει στο τέλος Ιουλίου, τελειώνει στην αρχή Αυγούστου. Στράφηκα προς τα βόρεια και περπάτησα με γρήγορο βήμα μέχρι το σπίτι· όταν έκλεισα πίσω μου την πόρτα, δεν ηξερα αν η ταχυκαρδία οφειλόταν στο περπάτημα ή στην αναστάτωση που μου είχε προκαλέσει η συνάντηση με τον Ιερώνυμο. Όπως και να είχε, έγραψα αυτό το βιβλίο, το τέταρτο της ζωής μου (το τρίτο βρίσκεται ακόμα στο συρτάρι· δεν θέλησα να το εκδώσω· ίσως εξηγήσω αργότερα το γιατί· ίσως και να μην εξηγήσω): πάντως, σε τούτο εδώ το βιβλίο -που μοιάζει με μυθιστόρημα αλλά δεν είναι· είναι το χρονικό της ζωής μας- πρωταγωνιστούν ο Ιερώνυμος ντε Μπιουτ, η Λύντια ντε Μπιουτ κι εγώ. Επίσης, η Κλαίρη ντε Μπιουτ, η μικρή μου αδερφή Μπέθανυ και ο τρελός μου πατέρας Ρόναλντ Ρ. Σταμπς, που το σωτήριο έτος 1930 μετανάστευσε στην Ανατολική Αφρική για να καλλιεργήσει χρυσάνθεμα.
Ο Ευγένιος, γνωρίζει τον Ιερώνυμο και την οικογένεια του στο Μπράιτον και συνδέονται φιλικά. Πηγαίνουν και οι 2 για σπουδές στην Οξφόρδη και αποτυγχάνουν. Τότε, ο Ιερωνυμος μετακομίζει στην Κένυα για να εργαστεί ως νοσοκόμος. Να όμως που μετακομίζει κι η οικογένεια του Ευγένιου εκεί, με την προοπτική ενός καλύτερου μέλλοντος. Το βιβλίο μας αφηγείται την καθημερινότητα των 2 οικογενειών, τα ήθη και έθιμα των διαφόρων φύλων της Κένυας σε διάστημα περίπου 20 χρόνων. Η ιστορία κυλάει γρήγορα, οι χαρακτηρες ειναι ανθρώπινοι και εξελίσσονται μεσα απο τα λάθη τους. Ειναι η πρώτη απόπειρα να διαβασω Σώτη Τριανταφύλλου και το αποτέλεσμα ήταν θετικό.
Αύριο μια άλλη χώρα... η Κένυα. Ναι, το ξέρω ότι αυτός είναι ένας κάπως παράδοξος τρόπος για να αρχίσει κανείς την παρουσίαση ενός βιβλίου, αλλά να, το «Λίγο από το αίμα σου» μου θυμίζει σε αρκετά σημεία το «Αύριο μια άλλη χώρα», τουλάχιστον σε ό,τι έχει να κάνει με μια απ’ τις βασικές ηρωίδες του, τη μικρή Μπέθανυ. Κι αυτό επειδή η Μπεθ μοιάζει πολύ με τη Λιλή, εκείνο το φοβερό κορίτσι στο «Αύριο...». Όπως και νάχει, στο ανά χείρας μυθιστόρημα διαβάζουμε την ιστορία δύο οικογενειών, των Σταμπς και των ντε Μπιουτ, που αφήνουν την Αγγλία του μεσοπολέμου για την Κένυα, ψάχνοντας για κάποιες νέες μεγάλες ευκαιρίες, ή απλά ξοδεύοντας τα πλούτη που έχουν συσσωρεύσει. Η χώρα στα αμάθητα μάτια τους φαντάζει στην αρχή σαν ένας παράδεισος, ένας κόσμος που ποτέ δε θ’ αλλάξει, ένα μέρος υποταγμένο απόλυτα στη θέλησή τους. Τα πράγματα, ωστόσο, δεν είναι ακριβώς όπως φαίνονται και όλοι οι ήρωές μας θα το ανακαλύψουν αυτό ο ένας μετά τον άλλο, με τη σειρά, με τρόπο σκληρό, τόσο στη διάρκειά της ιστορίας, όσο και λίγο πριν το τέλος της. Το «Λίγο από το αίμα σου» δεν είναι τόσο ένα μυθιστόρημα που στηρίζεται στη μυθοπλασία, όσο στους χαρακτήρες του. Ο εκκεντρικός Ιερώνυμος, που ξαφνικά τη βλέπει ιεραπόστολος και περιθάλπει αρρώστους στα νοσοκομεία. ο άβουλος Ευγένιος -που είναι κι ο αφηγητής της ιστορίας- που φαινομενικά δεν έχει κανένα σκοπό στη ζωή. ο Ρόναλντ Σταμπς, πατέρας του τελευταίου, ένας ερασιτέχνης εφευρέτης, που κατασκευάζει τα πιο «κουφά» αντικείμενα κι είναι καλλιεργητής χρυσανθέμων. η Λύντια, αδελφή του Ιερώνυμου, μια κοπέλα με σκόρπια μυαλά. ο Φίλιπς, ο κομμουνιστής μπάτλερ των ντε Μπιουτ. κι η υπέροχη Μπέθανυ – αυτοί είναι οι ήρωες μας, οι χαρακτήρες, που χαίρονται, λυπούνται, πέφτουν, δυστυχούν και πού και πού γίνονται ευτυχισμένοι, καθώς παρελαύνουν μέσα από τις σελίδες του βιβλίου. Χαρακτήρες ανθρώπινοι, με πολλά πάθη και περίσσια λάθη, με πίστη στη ζωή και παραιτημένοι απ’ αυτή. Η Σώτη Τριανταφύλλου μ’ αυτό το βιβλίο μοιάζει να επιστρέφει με χιούμορ πολλή και τρυφερότητα στ’ αχνάρια που χάραξε με το «Εργοστάσιο των μολυβιών», αφού μας δίνει ένα ιστορικό μυθιστόρημα που δεν είναι ακριβώς τέτοιο, ταξιδεύοντάς μας με τον ιδιαίτερο δικό της τρόπο στο χώρο και στο χρόνο. Το κείμενο κυλάει γρήγορα και απολαυστικά, με κινηματογραφικούς ρυθμούς, και οι ατάκες περισσεύουν. Αντιγράφουμε:
«...αν ο Ευγένιος προσευχόταν για κάτι, θα ζητούσε να μη γίνει ποτέ άνθρωπος χωρίς ερωτηματικά...»
«Φανταστείτε να μην είχαν σταυρώσει τον Ιησού. Φανταστείτε να τον είχαν παλουκώσει! Οι εκκλησίες θα ήταν τίγκα στα παλούκια! Αντί να σταυροκοπιούνται οι χριστιανοί, η λαίδη ντε Μπιουτ, η μις Λύντια και τα λοιπά – θα έκαναν το σημάδι του παλουκιού! Και θα φορούσαν αλυσιδίτσες από τις οποίες θα κρέμονταν μικροσκοπικά χρυσά παλούκια...»
«Βάρβαροι, μις, είναι όσοι θεωρούν βάρβαρους όσους δεν τους μοιάζουν.»
«... η νεανική ηλικία είναι η εποχή των μεγάλων ναυαγίων...»
«...έρωτας είναι ό,τι μπορεί να προδοθεί...»
«Στήνοντας πολέμους, Σταμπς, η μετριότητα αποκτά κύρος...»
«...φαίνεται πως ό,τι μου αρέσει είναι είτε ανήθικο, ή παράνομο, είτε παχαίνει κι αρρωσταίνει... όταν δεν σκοτώνει.» (Αυτό κάπου μου θυμίζει Όσκαρ Ουάιλντ)
«Η χριστιανική κόλαση είναι φωτιά, η ειδωλολατρική είναι φωτιά, η μουσουλμανική φωτιά, η ινδουιστική επίσης! Αν πιστέψουμε στις θρησκείες, Γιουτζήν, ο Μεγαλοδύναμος είναι ψήστης!»
«...ο κόσμος είναι όπως είσαι εσύ ο ίδιος.»
Θα μπορούσα να συνεχίσω για πολύ ακόμη αραδιάζοντας μικρά αποσπάσματα, αλλά δε θα το κάνω. Θα πω μονάχα ότι το «Λίγο από το αίμα σου» είναι κάτι σαν ένα ταξίδι, το οποίο πολύ απόλαυσα.
Τον τροπο γραφής της Σώτη Τριανταφύλλου ή τον μισείς ή τον λατρεύεις. Εγώ ανήκω στους δεύτερους. Αυτή τη φορά ο ενθουσιασμός μου ηταν ακόμα μεγαλυτερος γιατί ξεκίνησα να το διαβάζω μετα απο μια μέτρια κριτική μιας φίλης. Σε αντίθεση με αυτή εγώ αγάπησα αυτό το βιβλίο. Οι ήρωες του βιβλίου τόσο ιδιαίτεροι και διαφορετικοί, οι οποίοι εξελίσσονται σύμφωνα με τη ροή των γεγονότων του βιβλίου αλλά όχι σε μια προβλεπόμενη πορεία. Σε αυτό το βιβλιο η Τριανταφύλλου μας γνωρίζει την Αφρική με τις αγγλικές αποικίες, τους Μάο Μάο και εναν αλλιωτικο τροπο ζωής στις αρχές του αιωνα. Για μια ακόμα φορά μέσα απο την αριστουργηματική αφηγηση της μας μαθαίνει ενα ακόμα κομματι ιστορίας χωρίς να κουράζει με περιττά πραγματα αλλά και χωρίς να μας αφήνει με ερωτιματικα...Γρηγορο , ρομαντικο ,αστείο μα πανω απο όλα μαγικό.
Δεν κατάφερα να το τελειώσω. Οι περιπέτειες μιας οικογένειας Άγγλων που καταφεύγει στην Αφρική και οι δυσκολίες προσαρμογής τους. Από Ελληνίδα συγγραφέα. Λίγο κουραστική η γλώσσα της, λίγο ανούσιο το θέμα του βιβλίου, έφυγα νωρίς...
Θα ήθελα να υπάρχει μεγαλύτερη βαθμολογία, του βάζω 10 στα 5. Όλα τα βιβλία της Σώτης μου αρέσουν αλλά σε αυτό συνειδητοποίησα λίγο το γιατί: είναι κανονικές ιστορίες ανθρώπων, με καλές και κακές στιγμές, με πολλές εσωτερικές σκέψεις που δεν τις μαθαίνει ποτέ κανείς. Και μετά πεθαίνουμε. Αυτά.
Πρόκειται για ένα εξαιρετικό βιβλίο μιας απολαυστικής συγγραφέως. Μεταξύ άλλων, πρόκειται για την αποδόμηση της "θαυμαστής" βρετανικής αποικιοκρατίας, του άκρατου καθολικισμού κάποιων πρωταγωνιστικών χαρακτήρων του βιβλίου και της θρησκοληψίας γενικότερα, για την με φαιδρό τρόπο παρουσίαση κάποιων θεμελιωδών χαρακτηριστικών της καθεστηκυίας αριστοκρατικής τάξης της βρετανικής αυτοκρατορίας, για την απομυθοποίηση των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων και επαναστάσεων αλλά και για την ματαιότητα του έρωτα και του ίδιου του κόσμου μας εν τέλει, ο οποίος, σύμφωνα και με την τελευταία πρόταση του βιβλίου, είναι εμείς οι ίδιοι... Θα έλεγα ότι ο αξιολογότερος χαρακτήρας του βιβλίου είναι ένα κορίτσι που δεν πρόλαβε καλά-καλά να ζήσει... Λυπούμαι για τους φίλους συναναγνώστες που δεν είχαν την υπομονή να το διαβάσουν. Όσο για αυτούς που το βαθμολόγησαν με ένα ή το πολύ με δύο αστέρια, λυπούμαι για τη γνώμη τους, η οποία ασφαλώς είναι σεβαστή (άλλωστε de gustibus non disputandum...) αλλά νομίζω ότι είναι άδικη για την συγγραφέα και προκαλεί τουλάχιστον θλίψη. . .
Το μυθιστόρημα με τον ιδιαίτερο τίτλο “Λίγο από το αίμα σου” ανήκει στα διαμαντάκια που μας έχει χαρίσει η Σώτη Τριανταφύλλου. Η γραφή της κυλάει γρήγορα, όσο πρέπει, οι ατάκες διαδέχονται η μία την άλλη, οι ήρωες εξελίσσονται όσο τους επιτρέπεται από τον αφηγητή, τα σημεία στίξης συνοδεύουν αριστοτεχνικά το συναίσθημα που θέλει να μεταφέρει η συγγραφέας ενώ δεν λείπουν και τα λογοτεχνικά τερτίπια, όπως ο περίεργος τρόπος με τον οποίο εξελίσσεται η αφήγηση. Διαβάστε περισσότερα εδώ: http://www.wordstocount.com/ligo-apo-...