«Ο Νίκος μου έφερε το σημείωμα της Ρίλας την ώρα που έπινα τον καφέ μου. Είχα δουλέψει όλη τη νύχτα και αισθανόμουν σαν φίλαθλος που προσπαθεί να εξηγήσει γιατί το σούτ του σέντερ φόρ στο 90΄, αντί να μπει στα δίχτυα, χτύπησε στο οριζόντιο δοκάρι. Είχα βάλει ελάχιστη ζάχαρη στον καφέ και τον έπινα με τρομακτική δυσκολία. Ο Νίκος έβαλε νερό για καφέ, κάθισε απένταντί μου και βάλθηκε να ατενίζει το χάος. Οι μαύροι κύκλοι γύρω απ' τα μάτια του μεγάλωσαν επικίνδυνα.»
Ο Χρήστος Βακαλόπουλος σπούδασε οικονομικά στην ΑΣΟΕΕ και κινηματογράφο στο Παρίσι. Εργάστηκε ως κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα "Αυγή" (1975-1985) και στα περιοδικά "Σύγχρονος Κινηματογράφος" και "Αντί".
Έγραψε σενάρια για τους Νίκο Παναγιωτόπουλο και Σταύρο Τσιώλη κι ένα μυθιστόρημα κατά παραγγελίαν, το "Υπόθεση μπεστ σέλλερ" (1980). Ακολούθησαν "Οι πτυχιούχοι" (1984), οι "Νέες αθηναϊκές ιστορίες" (1989) και "Η γραμμή του ορίζοντος" (1991).
Ταινίες: "Βεράντες" (1984), "Θέατρο" (1986) και οι μεγάλου μήκους ταινίες "Όλγα Ρόμπαρντς" (1989) και "Παρακαλώ, γυναίκες μην κλαίτε" (1992, συν-σκηνοθεσία με τον Σταύρο Τσιώλη). Εργάστηκε, επίσης, ως ηθοποιός, παραγωγός και παρουσιαστής ραδιοφωνικών εκπομπών.
Σε ηλικία 37 ετών πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα και κηδεύτηκε στο Νεκροταφείο του Ζωγραφου. Tην ίδια χρονιά, ο φίλος του Κωστής Παπαγιώργης, έγραψε στην μνήμη του το βιβλίο "Γεια σου, Ασημάκη".
«Οι άνθρωποι μένουν πολύ λίγο μαζί, ελάχιστα, ξοδεύοντας όλο τον υπόλοιπο χρόνο που βρίσκονται τυχαία στο ίδιο μέρος με το να θυμούνται τις εποχές που ήταν μαζί. Και πάλι δεν μπορούν να καταλάβουν πώς είχε γίνει αυτό, πώς έγινε και βρέθηκαν τόσο κοντά.»
Αυτό το βιβλίο το άφησα μεσημέρι πάνω στο γραφείο της Κ. και φύγαμε τσάρκα για σουβλάκια και όταν γύρισα ο γάτος που τον φωνάζω μπαγλαμά αλλά τον λένε όσκαρ είχε αναποδογυρίσει ένα ποτήρι μισογεμάτο ή μισοάδειο με νερό πάνω στο γραφείο της Κ. και το βιβλίο είχε ρουφήξει το νερό (όπως αργότερα εγώ ρούφηξα το βιβλίο ή όπως ένας γνωστός σαλονικιός συγγραφέας ρουφάει στα μπαρ τη βότκα του κρυφακούγοντας τις ιστορίες των θαμώνων για να τις χρησιμοποιήσει μετά στα διηγήματά του ή όπως ένας άλλος τύπος που μοιάζει τον Καστοριάδη, αλλά μάλλον δεν είναι συγγραφέας ρουφάει ησύχως τη βότκα του μετά γυναικείας συντροφιάς σε μπαρ πλησίον της παλιάς οικίας του Μανώλη Αναγνωστάκη, όπου σήμερον στεγάζεται η ΑΘ10), ευτυχώς είπε η Κ, διαφορετικά θα έσταζε το νερό πάνω στον υπολογιστή μου, εγώ δεν συμφωνούσα με αυτό το ευτυχώς, αλλά τέλος πάντων έβγαλα το βιβλίο να στεγνώσει στα μανταλάκια, το πέρασα και με πιστολάκι, και μετά από τόση περιπέτεια το διάβασα και ήταν εξαιρετικό, δεν ξέρω αν είναι έργο πρωτόλειο, πρόχειρο, λιγότερο καλό απ' τα άλλα του Βακαλόπουλου, πάντως το περίεργο είναι που ένα βιβλίο γραμμένο το 1980 μού φύσηξε στη μούρη έναν αέρα φρεσκάδας, νικοτίνης και αλκοόλ και -ειδικά πάνω εκεί που σκεφτόμουν, στο σάπιο άνθος της μέσης μου ηλικίας, ότι τίποτε δεν είναι περισσότερο αναξιόπιστο από τη νιότη- έναν αέρα ξέφρενης, διαρκούς νεότητος, που εντάξει μόνο ξέφρενο νεολαίο δεν με λες.
Στην αρχή το βιβλίο του Χρήστου Βακαλόπουλου μου φάνηκε υπερβολικά αυτοαναφορικό, έπειτα άρχισα να βαριέμαι. Η ιστορία έχει ως εξής, μια παρέα τριών αντρών ζουν στο ίδιο σπίτι, ο Ιάσονας που έγραψε ένα βιβλίο, ο φευγάτος Άλκης και ο κλασικός πηδήκουλας Νίκος. Μαζί τους ζει και η Σύλλα, μια γυναίκα που ήρθε για 5 μέρες κι έμεινε 5 χρόνια και εν πολλοίς τους συντηρεί. Το βιβλίο του Ιάσονα θέλει να το εκδώσει η Ρίλα, που δουλεύει σε έναν εκδοτικό οίκο, τη «Φράση», υπήρξε αντικείμενο του πόθου και για τα τρία αγόρια και δεν έχει διαβάσει το χειρόγραφο του Ιάσονα. Όμως αυτός, αν και παγκοσμίως άγνωστος, αρνείται σθεναρά να της το πάει. Το βιβλίο είναι γεμάτο μακροσκελείς διαλόγους που δεν καταλήγουν πουθενά, αναφορές στην κουλτούρα του 80, και η ιστορία του συγγραφέα Ιάσονα που αρνείται να του κάνουν το βιβλίο του μπεστ σέλλερ, χωρίς πουθενά να δικαιολογείται φυσικά ότι θα γίνει τέτοιο, κάπως ανιαρή. Μου πήρε ένα πενταήμερο να το τελειώσω και κυριολεκτικά το βαρυγκώμησα.
«Το μόνο λοιπόν που αλλάζει είναι το παρελθόν, αλλάζει κάθε φορά που ανακαλύπτεις ξεχασμένες ιστορίες, ξεχασμένα πρόσωπα, οι εκδότες αυτό θα πρέπει να κάνουν, ίσως το κάνουν ήδη… πλασάρουν σαν παλιές ιστορίες που απλώς τις έχει καταπιεί η αμνησία, τις έχει ροκανίσει γλυκά αφήνοντας μόνο τα ψίχουλα».
Αθήνα, δεκαετία του ’80. Μουσικές, φιλιά, κινηματογράφος, βραδινές συζητήσεις σε καφέ και μπαλκόνια. Μέσα σε αυτό το σκηνικό, ένας νεαρός συγγραφέας ολοκληρώνει το πρώτο του μυθιστόρημα. Οι φίλοι του και μια εκδότρια τον ενθαρρύνουν να το εκδώσει. Εκείνος όμως διστάζει.
Η αγωνία της λευκής σελίδας, ο φόβος της έκθεσης, η αμφιβολία για την αποδοχή γίνονται η πραγματική πλοκή ενός βιβλίου που μοιάζει να αρνείται την ίδια την ιδέα της πλοκής.
Η γραφή του Χρήστου Βακαλόπουλου διαθέτει κινηματογραφική ματιά: εικόνες που περνούν σαν καρέ, διάλογοι που θυμίζουν σενάριο, η πόλη που αναπνέει σαν σκηνικό ταινίας.
Η Υπόθεση μπεστ-σέλλερ είναι το χρονικό ενός νέου καλλιτέχνη που παλεύει με το ερώτημα: θα μιλήσει στον κόσμο ή θα μείνει σιωπηλός;
«Υπήρχε λοιπόν μια φορά κι έναν καιρό η λογοτεχνία κι όλα τα αλλά ήταν το περίττωμα της, η γεωγραφία ήταν το περίττωμα του Ιουλίου Βερν. Μόλις ο Βερν ταξίδεψε, βγήκε από το σπίτι του και πήρε το αεροπλάνο, άρχισε η αντίστροφη πορεία».
"όλος ο κόσμος συμπεριφέρεται σαν να έχει βγει μόλις από το μυθιστόρημα, ήρωες και αντιήρωες στοιβάζονται κάτω από τα μάτια σου, λίγο να να περπατήσεις, να βγεις έξω και να κάνεις μια βόλτα... είναι εκεί, εκατομμύρια πρόσωπα βιβλίων μπροστά στα μάτια σου.."
[έτσι ήταν εκείνη τη μακρινή δεκαετία, απίστευτο!]
Άλλη μια επιστροφή σε ένα κλασικό αγαπημένο μου. Εναλλακτικοί τίτλοι μετά την 5η ανάγνωση: Η Διάπλαση των Κωλοπαίδων, Σταματήστε τη Γη να κατέβω στο 1980, Ζωή Με όλα κεφαλαία γαμωτηνπαναγια, Χρήστο Γυρνα πισω (ή έστω τηλεφώνα από το επέκεινα).
Μπορώ να πω ότι περίμενα πολλά περισσότερα από το μυθιστόρημα αυτό! Έτρεξα αρκετά για να το βρω και το βρήκα σε σχετικά καλή τιμή αλλά δεν μπορώ να πω ότι ήταν αυτό που είχα στο μυαλό μου. Το ξεκίνησα με ενθουσιασμό και όντως έχει πολλά στοιχεία που βρίσκω γοητευτικά. Άλλωστε, ο Βακαλόπουλος προσέφερε αρκετά στα εγχώρια καλλιτεχνικά δρώμενα τα λίγα χρόνια δυστυχώς που πρόλαβε, από όσα γνωρίζω από άρθρα, αφιερώματα και σχόλια παλιών. Επίσης, ξέρω πως "Η γραμμή του ορίζοντος" θεωρείται το αριστούργημά του, όσον αφορά όμως την "Υπόθεση Μπεστ Σέλλερ", ακόμα δεν μπορώ να προσδιορίσω τι είναι αυτό που μου "έφταιξε". Τρία αστέρια και με δυσκολία!
Αριστούργημα. Ο Χ.Β. ανήγαγε την ακατάσχετη φλυαρία που ενοικεί εντός μας σε σπουδαία λογοτεχνία. Ό,τι παραμένει στο περιθώριο της ζωής, όλες οι δεύτερες σκέψεις του κόσμου, ο δισταγμός ως κινητήρια δύναμη της ζωής, οι χίλιες και χίλιες και χίλιες και μία ιστορίες που συνθέτουν μια αποτυχημένη ζωή, όλα αυτά καθιστούν το βιβλίο ελαφρύ και κυρίαρχο σαν τη σκόνη. Κι επειδή έχω πικρή γνώση του γεγονότος ότι η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, θα συνεχίσω να διαβάζω Βακαλόπουλο κρατώντας μικρό καλάθι.
.....το σχέδιο είναι να κάνω τον Σάμη ένα είδος Σωκράτη, να γράψω για έναν άνθρωπο που αρνείται να γράψει, σ’ένα τόπο που όλοι γράφουν, σένα θεσμό όπου δεν κάνει τίποτε άλλο από το να σε βάζει να γράψεις, στο σχολείο.....