Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Bell το νέο μυθιστόρημα του Χρήστου Αζαριάδη ο Χρυσός Ναός. Από τις ίδιες εκδόσεις κυκλοφορεί και το δυστοπικό μυθιστόρημα Χωρίς άντρες.
Ο συγγραφέας επιλέγει την τριτοπρόσωπη αφήγηση με τον παντογνώστη αφηγητή, ο οποίος σε τακτά χρονικά διαστήματα συνομιλεί με τον αναγνώστη που δεν έχει παρά να ανταποκριθεί στα κελεύσματά του.
Ο Χρυσός Ναός θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως περιπέτεια με αστυνομική πλοκή. Διαθέτει όλα εκείνα τα απαραίτητα χαρακτηριστικά: Δράση, αγωνία, μυστήριο, σκηνές που χωρίς να λειτουργούν ενάντια στην εσωτερικότητα των πρωταγωνιστών, δημιουργούν την ένταση που απαιτείται για αυτό το είδος της μυθοπλασίας. Πέρα όμως από αυτά ενυπάρχουν αρμονικά το χιούμορ, υπερβολικό έως γκροτέσκο, που όμως λειτουργεί αρμονικά, σαν αντίστιξη, χωρίς να δημιουργεί ρωγμές στον μύθο. Αυτή η ας την ονοματοδοτήσουμε υπερβολή βοηθά στο να εξομαλύνει τη δραματική διάσταση των χαρακτήρων, την εσωτερική τους πάλη.
Πολλοί οι πρωταγωνιστές με ετερόκλητα χαρακτηριστικά, διαφορετικούς χαρακτήρες και φιλοσοφία περί ζωής και θανάτου, γίνονται ταιριαστές ψηφίδες για να τοποθετηθούν στο ψηφιδωτό της αφήγησης.
Οι πρωταγωνιστές: Ο ιδιοφυής Χριστόφορος. Το ζευγάρι, στη ζωή και το επάγγελμα, Άννα και Λάζαρος, επαγγελματίες διαρρήκτες πολυτελών οικιών. Ο δολοφόνος 4Κ, η αγαθή, έντονα συναισθηματική, και με μια ιδιότυπη εξυπνάδα Κατερίνα, για τους φίλους Νίνα. Η Βάιολετ, κατά κόσμον Βιολέτα, και ο Βαγγέλης ο Ισπανός. Σαν σκιά απλώνεται η παρουσία του μυστηριώδους Έψιλον, ο οποίος είναι και εκείνος που κινεί τα νήματα της ιστορίας.
Το σχέδιο απλό και ταυτόχρονα πολύπλοκο. Ένα ταξίδι στα βάθη του Αμαζονίου προς αναζήτηση της χαμένης πόλης των Ίνκας και την εύρεση του θησαυρού με κορωνίδα το αμύθητης −ιστορικής και εκπεφρασμένης σε χρήμα− αξίας στέμμα του τελευταίου αυτοκράτορα των Ίνκας. Εκεί τους περιμένει ο Στέφανος, νεαρός αρχαιολόγος, έτοιμος να θυσιαστεί για το καλό της επιστήμης της αρχαιολογίας. Η γραμμική αφήγηση διακόπτεται από απαραίτητες ιστορικές αναδρομές που βοηθούν στο να κατανοήσει ο αναγνώστης αφενός το κοινό παρελθόν των πρωταγωνιστών και αφετέρου την αιτιολόγηση των πράξεων και των συμπεριφορών τους. Βήμα το βήμα οδηγούμαστε στη λύση, την έκπληξη και την ανατροπή.
Οι χαρακτήρες του Χρυσού Ναού είναι σωστά δομημένοι σε συνάρτηση ασφαλώς με το είδος του μυθιστορήματος. Η δράση κατά πως πρέπει σε ένα μυθιστόρημα περιπέτειας. Οι περιγραφές του Ναού και του Αμαζονίου βάζουν στο κλίμα τον αναγνώστη. Φαίνεται πως έχει προηγηθεί η έρευνα του συγγραφέα. Θεωρώ δύσκολο, έως απίθανο, να βρέθηκε διά ζώσης ο συγγραφέας στα βάθη του Αμαζονίου και εκεί να έφτιαξε το πρώτο σκαρίφημα του μύθου που αφηγείται.
Και ένα έξτρα τιπ: Εντός του μυθιστορήματος, εμφανίζονται ως ήρωες (ο ένας μάλλον τριταγωνιστής και ο άλλος ως απλός κομπάρσος), δύο Έλληνες συγγραφείς της αστυνομικής λογοτεχνίας.
Ο συγγραφέας επιλέγει την τριτοπρόσωπη αφήγηση με τον παντογνώστη αφηγητή, ο οποίος σε τακτά χρονικά διαστήματα συνομιλεί με τον αναγνώστη που δεν έχει παρά να ανταποκριθεί στα κελεύσματά του.
Ο Χρυσός Ναός θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως περιπέτεια με αστυνομική πλοκή. Διαθέτει όλα εκείνα τα απαραίτητα χαρακτηριστικά: Δράση, αγωνία, μυστήριο, σκηνές που χωρίς να λειτουργούν ενάντια στην εσωτερικότητα των πρωταγωνιστών, δημιουργούν την ένταση που απαιτείται για αυτό το είδος της μυθοπλασίας. Πέρα όμως από αυτά ενυπάρχουν αρμονικά το χιούμορ, υπερβολικό έως γκροτέσκο, που όμως λειτουργεί αρμονικά, σαν αντίστιξη, χωρίς να δημιουργεί ρωγμές στον μύθο. Αυτή η ας την ονοματοδοτήσουμε υπερβολή βοηθά στο να εξομαλύνει τη δραματική διάσταση των χαρακτήρων, την εσωτερική τους πάλη.
Πολλοί οι πρωταγωνιστές με ετερόκλητα χαρακτηριστικά, διαφορετικούς χαρακτήρες και φιλοσοφία περί ζωής και θανάτου, γίνονται ταιριαστές ψηφίδες για να τοποθετηθούν στο ψηφιδωτό της αφήγησης.
Οι πρωταγωνιστές: Ο ιδιοφυής Χριστόφορος. Το ζευγάρι, στη ζωή και το επάγγελμα, Άννα και Λάζαρος, επαγγελματίες διαρρήκτες πολυτελών οικιών. Ο δολοφόνος 4Κ, η αγαθή, έντονα συναισθηματική, και με μια ιδιότυπη εξυπνάδα Κατερίνα, για τους φίλους Νίνα. Η Βάιολετ, κατά κόσμον Βιολέτα, και ο Βαγγέλης ο Ισπανός. Σαν σκιά απλώνεται η παρουσία του μυστηριώδους Έψιλον, ο οποίος είναι και εκείνος που κινεί τα νήματα της ιστορίας.
Το σχέδιο απλό και ταυτόχρονα πολύπλοκο. Ένα ταξίδι στα βάθη του Αμαζονίου προς αναζήτηση της χαμένης πόλης των Ίνκας και την εύρεση του θησαυρού με κορωνίδα το αμύθητης −ιστορικής και εκπεφρασμένης σε χρήμα− αξίας στέμμα του τελευταίου αυτοκράτορα των Ίνκας. Εκεί τους περιμένει ο Στέφανος, νεαρός αρχαιολόγος, έτοιμος να θυσιαστεί για το καλό της επιστήμης της αρχαιολογίας.
Η γραμμική αφήγηση διακόπτεται από απαραίτητες ιστορικές αναδρομές που βοηθούν στο να κατανοήσει ο αναγνώστης αφενός το κοινό παρελθόν των πρωταγωνιστών και αφετέρου την αιτιολόγηση των πράξεων και των συμπεριφορών τους. Βήμα το βήμα οδηγούμαστε στη λύση, την έκπληξη και την ανατροπή.
Οι χαρακτήρες του Χρυσού Ναού είναι σωστά δομημένοι σε συνάρτηση ασφαλώς με το είδος του μυθιστορήματος. Η δράση κατά πως πρέπει σε ένα μυθιστόρημα περιπέτειας. Οι περιγραφές του Ναού και του Αμαζονίου βάζουν στο κλίμα τον αναγνώστη. Φαίνεται πως έχει προηγηθεί η έρευνα του συγγραφέα. Θεωρώ δύσκολο, έως απίθανο, να βρέθηκε διά ζώσης ο συγγραφέας στα βάθη του Αμαζονίου και εκεί να έφτιαξε το πρώτο σκαρίφημα του μύθου που αφηγείται.
Και ένα έξτρα τιπ: Εντός του μυθιστορήματος, εμφανίζονται ως ήρωες (ο ένας μάλλον τριταγωνιστής και ο άλλος ως απλός κομπάρσος), δύο Έλληνες συγγραφείς της αστυνομικής λογοτεχνίας.