Αγνή Σιούλα's Blog

December 16, 2017

2ο δείγμα γραφής από τα Μαύρα Λιβάδια

«Παρουσιάσου, ακρίτα. Και να μιλάς πιο ευγενικά», πρόφερε σε αυταρχικό τόνο, εντούτοις το ύφος του προσώπου του δεν ταίριαζε με την αυστηρότητα που είχε προσδώσει στη φωνή του.
«Ακρίτας Αλεξάνδρα ποτένς. Γυναικεία εταιρεία, ομάδα 909, 2η ημιομάδα. Ικανοποιημένος;» τον ειρωνεύτηκα, χωρίς να του απευθύνω στρατιωτικό χαιρετισμό.
Προσπαθούσα να διατηρήσω κάποιο επίπεδο θυμού απέναντί του, για να προστατευτώ από την ταραχή που μου προκαλούσε η παρουσία του, αλλά ήξερα ότι είχα κοκκινίσει και αυτό μου την έδινε.
«Ακρίτα, πρόσεχε! Η αναιδής συμπεριφορά αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα, ακόμη και για τις όμορφες», πρόφερε μισογελώντας, με το βλέμμα του καρφωμένο πάνω μου.
«Κρίμα που δε διάβασα καλά ακόμη τον κώδικα του στρατεύματος», του αντέτεινα με θράσος. «Είμαι βέβαιη, όμως, ότι και το καμάκι είναι πειθαρχικό παράπτωμα. Και εικάζω ότι η στενή οικειότητα εν ώρα υπηρεσίας απαγορεύεται. Ή μήπως κάνω λάθος;» τον κορόιδεψα.
Έγειρα επίτηδες κοντά του προκλητικά, θέλοντας να του δείξω ότι οι βλακείες του δεν έπιαναν σ’ εμένα – δε μασούσα.
Αυτός όμως το πήρε αλλιώς. Τα μάτια του έλαμψαν και με πλησίασε περισσότερο.
«Αφού δε διάβασες τον κώδικα, μάθε ότι και η αυθάδεια προς τους ανωτέρους σου είναι πειθαρχικό παράπτωμα», απάντησε, ενώ το χέρι του άγγιζε απαλά το κάτω χείλος του, κάνοντάς με να κολλήσω το βλέμμα μου στο στόμα του.
«Τώρα, με έλουσε κρύος ιδρώτας. Αλήθεια, για πες μου; Κουρεύτηκες μόνος σου ή σε κούρεψαν οι ψυχοφάγοι;» του αντιγύρισα, στρέφοντας το βλέμμα μου στον χώρο πίσω του, σε μια προσπάθεια να αμυνθώ στην έλξη που μου ασκούσε.
«Αλεξάνδρα, ξέρεις πώς να χρησιμοποιείς την ειρωνεία. Αλλά με θυμάσαι! Έτσι;»
«Η ειρωνεία είναι από τις λίγες ιδιότητες που μπόρεσα να κουβαλήσω από την προηγούμενη ζωή μου», του απάντησα κοφτά, προσπαθώντας να αγνοήσω το τελευταίο του σχόλιο που έδειχνε ότι του άρεσε που τον θυμόμουν. «Τι θέλεις από μένα και ποιος είσαι;» τον ξαναρώτησα.
«Για αρχή, θα ήθελα να μου χαρίσεις ένα χαμόγελο, αν δε σου κάνει κόπο», μου απάντησε χαμογελώντας. «Και είμαι ο Μετέ».
«Τώρα, άμα σου πω σκασίλα μου, θα πάρεις δρόμο;»
«Μετέ Μπατούρ», πρόφερε αργά, ανασηκώνοντας το φρύδι του. «Κι απ’ ό,τι φαίνεται, είμαι εκπαιδευτής σου. Μόλις μπήκα στο οχυρό, εμφανίστηκε στο κινητό μου η ειδοποίηση για σένα. Γι’ αυτό μάζεψε τις προσβολές σου».
Τα αυστηρά του λόγια, όμως, για ακόμη μια φορά δεν ταίριαζαν με το γελαστό ύφος του.
Ωστόσο, άσχετα απ’ το ύφος του, την είχα βάψει! Αυτός ήταν λοιπόν ο διοικητής της περιπόλου, ταγματάρχης Μπατούρ; Γιατί όταν κοίταζε το τόξο μου, δεν το υπέθεσα η ηλίθια; Τώρα τι θα του έλεγα; Αλλά κακώς ανησυχούσα. Στο κάτω-κάτω, εκείνος έφταιγε. Αυτός είχε ξεπεράσει πρώτος τα όρια, προσπαθώντας να με φλερτάρει.
«Γιατί; Θα με περάσετε από πειθαρχικό, όπως με απειλήσατε; Ή θα αρνηθείτε να με αναλάβετε;» τον ρώτησα ενοχλημένη, γυρίζοντάς το στον πληθυντικό.
«Μμμ! Για να σκεφτώ; Θα μπορούσα να τα κάνω και τα δυο, αλλά προτιμώ να σε γνωρίσω, παρά να σε παρατήσω χωρίς εκπαιδευτή ή να σου ρίξω δέκα μέρες περιορισμό. Έτσι, στη διάρκεια της γνωριμίας μας, θα μπορέσεις να απολογηθείς για την αυθάδειά σου», είπε χαμηλόφωνα, μισοκλείνοντας τα μάτια.
«Η γνωριμία μας, κύριε», του είπα απαλά σέρνοντας τη φωνή μου και προσπαθώντας να κρατηθώ σοβαρή, «αφορά μόνο την ποτένς τοξοβολία. Και θα το εκτιμούσα αν, πριν έρθετε στο μάθημά μας, κάνατε πρώτα κανένα ντους».
Θύμωσε! Το ύφος του αγρίεψε απότομα.
«Τι είπες, ακρίτα;»
«Θα το πω διαφορετικά. Κύριε ταγματάρχη…» προσπάθησα να το μαζέψω, αν και η αγριότητα στο βλέμμα του με εξόργισε αντί να με φοβίσει, «δεν επιθυμώ να σας γνωρίσω σε προσωπικό επίπεδο. Θα πρέπει να αρκεστείτε στις σχέσεις που μας υπαγορεύουν οι κανόνες του στρατεύματος. Μπορώ να αποχωρήσω, παρακαλώ;».
Έμεινε να με κοιτάζει άναυδος και οργισμένος. Δεν πρέπει να του είχε ξανασυμβεί αυτό. Να τον απορρίπτει μια γυναίκα με τέτοιο προσβλητικό τρόπο, λέγοντάς του εμμέσως ότι βρωμούσε. Συγκατάνευσε συνοφρυωμένος κουνώντας το κεφάλι του κι εγώ του γύρισα την πλάτη κι έφυγα. Σε λίγο άρχισα να τρέχω. Όταν μετά από πολλή ώρα έφτασα επιτέλους στην είσοδο των γυναικείων κοιτώνων, ήμουν κατάκοπη. Θα έπρεπε να είμαι πιο προσεκτική στο μέλλον μαζί του και με όποιον άλλον εμφάνιζε αντίστοιχη συμπεριφορά, σκέφτηκα μπαίνοντας στον θάλαμό μου. Ευτυχώς, υπήρχε αυτή η αυστηρή πειθαρχία στην κοινωνική ζωή των ακριτών και η στρατιωτική δομή στις μεταξύ μας σχέσεις –που τόσο με ενοχλούσαν– αλλά που, αν τις χρησιμοποιούσα κατάλληλα, θα με απάλλασσαν από πολλούς μπελάδες. Μέσα στον θάλαμο ήταν όλα τα κορίτσια της ημιομάδας μου και κάθονταν γύρω από το κεντρικό τραπέζι συζητώντας. Μόλις με είδαν σταμάτησαν...
Μαύρα Λιβάδια
6 likes ·   •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on December 16, 2017 03:52

Ένα δείγμα από τα Μαύρα Λιβάδια

Την 28η Σεπτεμβρίου, παρόλο που η χιονόπτωση είχε σταματήσει, ο φόβος εισέβαλε ξανά στο μυαλό μας, κι αυτήν τη φορά εδραιώθηκε. Καθώς ο ουρανός ξαστέρωσε και το φεγγάρι έλαμπε στον ουρανό, μπορέσαμε να διακρίνουμε τι συνέβαινε έξω απ’ τα τείχη μας. Η οχυρωματική περίμετρος ήταν στο πρώτο της χιλιόμετρο, καθαρή από χιόνι, αλλά ένα μεγάλο πλήθος σκεπτομορφιτών είχε πλησιάσει μέχρι τα όριά της, δημιουργώντας έναν ασφυκτικό κλοιό γύρω μας, ενώ οι βορειοανατολικές πλαγιές και η πεδιάδα είχαν κατακλυστεί από χιλιάδες σκεπτομορφίτες και ψυχοφάγους. Κι ύστερα, άρχισαν όλοι μαζί να ουρλιάζουν και να βρυχώνται! Απ’ τη στιγμή που ξεκίνησαν οι βρυχηθμοί, τα ουρλιαχτά και τα σφυρίγματα, μες στο οχυρό απλώθηκε πανικός. Ο ήχος ήταν συνεχόμενος, σαν μια ηχητική απειλή που προμήνυε το τέλος μας...Μαύρα Λιβάδια
2 likes ·   •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on December 16, 2017 03:45

November 19, 2013

Δείγμα 28 σελίδων

1 like ·   •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on November 19, 2013 00:07

November 5, 2013

δείγμα από το "Έρχονται με την ομίχλη"

...Η γιαγιά Σοφία αγωνιζόταν να μας συνεφέρει κι εγώ την παρατηρούσα αμέτοχη και απαθής. Μερικές φορές όμως με έπιαναν ξαφνικές τύψεις και έβγαινα για λίγο απ’ τον λήθαργο. Τότε προσπαθούσα να συμμετέχω• να βοηθήσω όσο μπορούσα, όπου χρειαζόταν, γιατί η μητέρα μου ήταν αμίλητη, απούσα. Η μαμά μου έμοιαζε να έχει πεθάνει κι αυτή! Ένα άδειο σώμα, ένα κενό βλέμμα, μάτια κόκκινα και πρησμένα από το κλάμα και την αϋπνία, να κάθεται μονίμως σε μια καρέκλα της κουζίνας με ένα φλιτζάνι τσάι ή καφέ και να γεμίζει το σταχτοδοχείο μέχρι πάνω με σβησμένες γόπες. Ενίοτε είχα παρατηρήσει πως μπερδευόταν και άναβε δύο τσιγάρα μαζί, έχοντας ξεχάσει αυτό που μόλις είχε ακουμπήσει στο τασάκι. Και κοίταζε έξω από το παράθυρο με μια επιμονή, σαν να προσπαθούσε να λύσει το πιο δύσκολο σταυρόλεξο του κόσμου όλου. Το φαγητό της δεν το έτρωγε• το σκάλιζε, έβαζε στο στόμα της μια δυο μπουκιές και τις μασούσε για ώρα...Ερχονται με την ομίχλη
 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on November 05, 2013 22:14