(Από παλιότερο post.)
Λατρεύω τα παλιότερα λεξικά. Έχουν λέξεις που φαντάζουν περίεργες ή, πολύ απλά – συγνώμη για τον γαλλικό όρο – γαμηστερές.
Έτυχε, τελευταία, να πέσει στα χέρια μου ένα τέτοιο λεξικό, και κοίτα τι λέξεις έχει:
γλέπω: βλέπω, βλ. λ.
θηριώ: μεταμορφώ εις άγριον θηρίον 2. θηριούμαι: εξαγριούμαι
θηριομαχώ: αγωνίζομαι κατά θηρίον (χρησιμοποιείται και μεταφορικά)
γυριστής: ο γυρίζων κάτι, ο κάμνων γυρίσματα· 2. επί προσώπου: ο περιοδεύων, ο φερέοικος*, ειδ. επιθ. του ήλιου. [Δικό μου...
Published on December 18, 2016 12:01