Αν είσαι λίγο τυχερός

Για δεύτερο συνεχόμενο καλοκαίρι ο κ. Μισέλ Φάις, μου έκανε την τιμή να ζητήσει διήγημά μου για το αφιέρωμα της Εφημερίδας των Συντακτών στην λογοτεχνία. Τον ευχαριστώ πολύ.
Το διήγημα ακολουθεί.

  Αν είσαι λίγο τυχερός                               

Είναι εκεί τα μεγάλα μάτιακι όταν μένω καρφωμένος στη γραμμή μουκι όταν πέφτουν στον ορίζοντα τ’ αστέριαείναι εκεί δεμένα στον αιθέρασα μια τύχη πιο δική μου απ’ τη δική μου.  (Γιώργος Σεφέρης, «Αλληλεγγύη»)
  Ο Γρηγόρης τα ήξερε αυτά τα παιδιά. Μπορεί να φορούσαν κουκούλες τώρα που μπήκαν με τα όπλα μέσα στο μαγαζί του αλλά τα αναγνώρισε από τις κινήσεις και τα μάτια τους. Το είχε το χούι από μικρός, να παρατηρεί κάθε άνθρωπο γύρω του, τις μικρές λεπτομέρειες που τον ξεχώριζαν από τους διπλανούς του, και είχε τελειοποιήσει τη συνήθεια μετά από τόσα χρόνια και τόσες νύχτες στο μαγαζί με τα ψιλικά.Ας πούμε, ήξερε πως από τότε που ανακοινώθηκε ότι τα μαγαζιά μπορούν να ανοίξουν ξανά, αυτά τα παιδιά είχαν έρθει τέσσερις φορές. Τέσσερις φορές σε δέκα νύχτες. Ήξερε ότι ο νεαρός, που δεν θα ήταν πάνω από είκοσι χρονών, είχε μακρύ μαλλί, σπυράκια ακμής στο αριστερό κομμάτι του προσώπου του και ένα άρρυθμο βάδισμα, σαν να φοβόταν το κάθε επόμενο βήμα του. Η κοπέλα είχε ένα ελαφρύ νευρικό τικ στον δεξί ώμο, που πεταγόταν σαν να ήθελε να δώσει το παρόν κάθε λίγο και λιγάκι κι εκείνη τον ανακαλούσε στην τάξη. Ήταν πολύ αδύνατη, ξανθιά, με μεγάλα πράσινα μάτια που του φαίνονταν σαν χαμένα κάθε φορά που είχε πλησιάσει στο ταμείο για να τον πληρώσει. «Πρεζάκι» είχε σκεφτεί ο Γρηγόρης, και αμέσως είχε μετανιώσει τόσο πολύ για την λέξη και όσα κουβαλούσε η λέξη μαζί της. Ένα κοριτσάκι ήταν, μπορεί και να μην είχε ενηλικιωθεί ακόμα. Κι αν είχε μπλέξει, θα έβρισκε κάποια στιγμή έναν τρόπο για να ξεμπλέξει. Πάντα μπορείς να βρεις τον τρόπο, αν είσαι λίγο τυχερός.-        Τώρα, κωλόγερε, ότι έχει μέσα το ταμείο σου, του φώναξε ξανά το αγόρι πλησιάζοντας το όπλο στο πρόσωπο του Γρηγόρη.Πλησιάζοντας σχεδόν τόσο κοντά όσο χρειαζόταν. Αν αυτό το αγόρι ήταν ο προμηθευτής της; Αν, εξουδετερώνοντάς τον, το κορίτσι έβρισκε τον τρόπο για να ξεφύγει; Η δική του η κόρη, που είχε κι αυτή μεγάλα πράσινα μάτια δεν είχε ξεφύγει από την αρρώστια, γιατί ο Γρηγόρης έλειπε συνέχεια σε ταξίδια για την τότε δουλειά του και δεν είχε καταλάβει το πρόβλημα. Αρχές Ιουνίου την είχε χάσει, σαν τώρα, πριν οκτώ χρόνια. Αν δεν ήταν τόσο αφοσιωμένος στη δουλειά, αν η μάνα της είχε φανεί πιο υπεύθυνη, αν η κόρη του δεν είχε μπλέξει με λάθος ανθρώπους, αν, αν… Τύχη όλα. Όταν την έχασε, ο Γρηγόρης αφιέρωσε έξι μήνες ψάχνοντας τον πρεζέμπορά της και φρόντισε να μην βρεθεί ποτέ το πτώμα. Η σειρήνα ενός αστυνομικού αυτοκινήτου ούρλιαξε έξω από το μαγαζί. Οι αστυνομικοί έκαναν πια συχνά περιπολίες, κυνηγώντας αντί για εγκληματίες τους υπεράριθμους στα μαγαζιά. Το κορίτσι τρόμαξε, έβαλε το χέρι της στη μέση του αγοριού.-        Μπάτσοι! Μπάτσοι, να φύγουμε, μωρό μου ασ’ τον, πάμε να φύγουμε σε παρακαλώ;-        Τώρα! ούρλιαξε στον Γρηγόρη ακόμα πιο δυνατά το αγόρι και έκανε ένα βήμα μπροστά. Ο Γρηγόρης του άρπαξε το όπλο με το αριστερό χέρι και τον τράβηξε κοντά του με το δεξί. Πριν προλάβει το αγόρι να καταλάβει τι γίνεται, τον ξάπλωσε κάτω με μια κουτουλιά, πήδηξε πάνω από το ταμείο και τράβηξε τις κουκούλες από τα πρόσωπα και των δυο τους – το αγόρι ήταν ήδη αναίσθητο και το κορίτσι είχε πάθει σοκ από αυτό που τους συνέβαινε, του ψιθύρισε μόνο «μη του κάνεις κακό, μη του κάνεις κακό, σε παρακαλώ, είναι ο μόνος που έχω, σε παρακαλώ, σε παρακαλώ». Το όπλο ο Γρηγόρης το έσπρωξε με το πόδι κάτω από το ψυγείο με τα παγωτά ένα δευτερόλεπτο πριν μπουν με τα όπλα στα χέρια μέσα στο μαγαζί οι αστυνομικοί και τον δουν να σηκώνει το αγόρι για να το βάλει σε μια καρέκλα.-        Τι έγινε ρε παιδιά, γιατί πιστόλια; τους ρώτησε έκπληκτος τάχα.-        Όλα καλά εδώ; τον ρώτησαν.-        Ναι, γιατί;-        Ένας περαστικός ειδοποίησε πως είδε κουκουλοφόρους να μπαίνουν, του φάνηκε για ληστεία.-        Άντε καλέ. Ένα παιχνίδι παίζαμε απλώς, φορώντας τις μάσκες του κορωνοϊού.-        Κι αυτός εκεί; τον ρώτησαν δείχνοντάς του το αγόρι.-        Ο φίλος μου αναστατώθηκε λίγο με το παιχνίδι και λιποθύμησε.-        Τι παιχνίδι είναι αυτό;-        Ένα δικό μας, περιπετειώδες. Προσπαθούμε να ξεπατικώσουμε σκηνές από αστυνομικές σειρές στην τηλεόραση, θέλω να δοκιμάσω να γίνω ηθοποιός.Οι αστυνομικοί τον κοίταζαν σαν να ήταν έτοιμοι να βάλουν τα γέλια με την βλακεία του, αλλά να μην ήταν ακόμα απολύτως πεπεισμένοι πως τους έλεγε την αλήθεια.-        Και η κοπέλα; του είπαν.-        Είναι μαζί του, είναι φίλοι μου και οι δύο, μαζί παίζουμε όλοι. Συγνώμη για την αναστάτωση. Μάλλον οι γείτονές μου με νοιάζονται υπερβολικά.Ο μεγαλύτερος σε ηλικία αστυνομικός έμεινε να τον κοιτάζει για λίγο ακόμα χωρίς να μιλάει, μετά καληνύχτισε και έφυγαν μαζί με τον συνάδελφό του.Ο Γρηγόρης προσέλαβε το κορίτσι στο μαγαζί την επόμενη μέρα, βρήκε δουλειά και στο αγόρι στο μαγαζί ενός φίλου του, τους βοήθησε να καθαρίσουν από τα ναρκωτικά και δυο χρόνια μετά ήταν ο κουμπάρος στον γάμο τους.Από όλα τα πρατήρια ψιλικών της πόλης είχαν επιλέξει να χτυπήσουν το δικό του. Τύχη όλα.





 •  0 comments  •  flag
Share on Twitter
Published on July 27, 2020 23:16
No comments have been added yet.


Πολυχρόνης Κουτσάκης's Blog

Πολυχρόνης Κουτσάκης
Πολυχρόνης Κουτσάκης isn't a Goodreads Author (yet), but they do have a blog, so here are some recent posts imported from their feed.
Follow Πολυχρόνης Κουτσάκης's blog with rss.